Κεφάλαιο 16: Σου βρήκα νύφη.

Μόλις έφτασα στον δεύτερο όροφο, προχώρησα προς το διαμέρισμά μου, έβαλα τα κλειδιά στην κλειδαρότρυπα και άνοιξα την πόρτα.

-''Καλώς την'' ακούστηκε η φωνή του μπαμπά μου από το σαλόνι, και πήγα προς τα'κει λίγο φοβισμένη.

-''Γεια σας''! είπα μ'ένα τεράστιο χαμόγελο στην μαμά και στον μπαμπά που καθόντουσαν στον καναπέ βλέποντας τηλεόραση.

-'' Άργησες να έρθεις. Δεν σου είχαμε πει ότι όταν θα βγαίνεις έξω θα γυρίζεις στο σπίτι το αργότερο στις οχτώ'';

-''Συγνώμη μπαμπά'' είπα και κατέβασα το κεφάλι μου.

-''Δεν σε μαλώνω Εύα. Απλώς, δεν θέλω να γυρίζεις μόνη σου μέσα στην μαύρη νύχτα. Θες να ξαναπεράσουμε ότι περάσαμε τις προάλλες''; είπε ο μπαμπάς, εννοώντας τον παρολίγον βιασμό μου.

-'' Όχι'' και κάθισα στον άλλον καναπέ, διαγώνια τους, έχοντας τον αρκούδο μου στην αγκαλιά μου.

-''Εντάξει, ας μην το συζητήσουμε άλλο αυτό'' είπε η μαμά.

Για λίγο, δεν μιλούσε κανείς. Καθόμουν ήσυχη στον καναπέ, αλλά από την νευρικότητά μου έμπλεκα συνεχώς τα δάχτυλα μου μεταξύ τους.

-''Η μαμά'' ξεκίνησε να λέει ο μπαμπάς ''μου είπε ότι πήγες βόλτα με την Στέλλα και την Βαλεντίνα. Είναι αλήθεια'';

-''Μα τι το ρωτάς τώρα το κορίτσι ρε Γιάννη''; πετάχτηκε η μαμά μου, γιατί ήξερε ότι δεν ήμουν καλή στα ψέμματα. ''Φυσικά και βγήκε με την Στέλλα και την Βαλεντίνα''.

-''Ρωτάω Δανάη μου, γιατί είμαι σίγουρος ότι δεν βγήκε με τις φίλες της και εσύ το ήξερες! Κόρη και μάνα κάνετε κόμμα, όταν η Εύα τα φτιάχνει με κάποιον, και εγώ το μαθαίνω πάντα τελευταίος. Και συγκεκριμένα, όταν χωρίζει με αυτόν τον κάποιον για λόγους... που γνωρίζω ποιοι είναι, επειδή ξέρω τον χαρακτήρα και την προσωπικότητα της πριγκίπισσας μου'' είπε με ηρεμία ο μπαμπάς, κοιτώντας με με κατανόηση. '' Έτσι δεν είναι Εύα''; 

-''Ναι'' ψιθύρισα, έχοντας ακόμη το βλέμμα μου χαμηλά.

-''Ωραία! Δεν μπορούσατε να μου το πείτε αυτό από την αρχή; Τι θα έκανα; Θα σας έτρωγα''; και γέλασε.

''Για πες μου κόρη μου, ποιος είναι'';

-''Εεεε...'' και σήκωσα το κεφάλι μου.

-''Τον ξέρω; Είναι κάποιο παιδί από το Πανεπιστήμιο''; με ρώτησε, ενώ τα μάτια του ήταν υγρά. Μα για ποιον λόγο;

-''Εεεε... Κατά κάποιον τρόπο''.

-''Πες μου ποιος είναι! Θα το πάρω ψύχραιμα'' είπε χιουμοριστικά ο μπαμπάς και γελάσαμε και οι τρεις μας.

-''Είιιναι.... Είναι....'' τραύλισα.

''Είναι ο Κωνσταντίνος'' είπα γρήγορα και αποφασιστικά.

-''Ποιος Κωνσταντίνος''; ρώτησε ο μπαμπάς και συνοφρυώθηκε.

-''Ο Γεωργαντόπουλος''.

-''Ο Κωνσταντίνος... ο Γεωργαντόπουλος... που δουλεύει στο νοσοκομείο... μαζί μου'';

-''Ναι''.

-''Αααα.. Μάλιστα...''

Είμαι σίγουρη ότι το πήρε λίγο.... κάπως.... Αλλά πιστεύω ότι θα συνέλθει από το σοκ... με τον καιρό...

''Να σε ρωτήσω κάτι καρδιά μου... Δηλαδή... τα'χετε''; και εγώ του έγνεψα καταφατικά.

''Και πότε συνέβη αυτό'';

-''Χθες'' του απάντησα.

-''Αααα... Χθες.. Πολύ ωραία''.

Ήταν.. κάπως αμήχανη όλη αυτή η συζήτηση. Το καταλαβαίνω.

''Να σε ρωτήσω και κάτι τελευταίο'' και έκανε παύση.

''Τον... αγαπάς''; με ρώτησε διστακτικά, καθώς τα μάτια του ήταν ακόμη υγρά.

-''Πάρα πολύ'' του απάντησα με ειλικρίνεια, έχοντας βουρκωμένα μάτια.

-''Ναι αγάπη μου... Ναι κοριτσάκι μου'' είπε η μαμά και άρχισαν να κυλούν δάκρυα στα μάγουλά της.

Τότε ο μπαμπάς με κοίταξε κατάματα, άνοιξε τα χέρια του και μου έκανε νόημα να πάω κοντά του. Εγώ σηκώθηκα από τον καναπέ και πήγα και έκατσα ανάμεσα από τους γονείς μου. Με αγκάλιασαν και οι δυο τους και με γέμισαν με φιλιά. Προσπαθούσα να μην κλάψω, γιατί άμα με πιάσουν τα ζουμιά... δεν υπάρχει γυρισμός μετά.

Πλέον ήξερε και ο μπαμπάς μου για την σχέση μου με τον Κωνσταντίνο. Μπορεί να μην το είχε <<χωνέψει>> εντελώς, αλλά βλέπει ότι είμαι ευτυχισμένη, βλέπει ότι χαμογελάω. Κάποτε μου είχε πει ότι θα έκανε τα πάντα για να με βλέπει να χαμογελάω. Εφόσον τώρα ήμουν χαρούμενη με τον Κωνσταντίνο, ξέρω ότι θα έκανε τα πάντα για να παραμείνω μαζί του.

***

Κωνσταντίνου POV:

Ξύπνησα χαρούμενος! Χρόνια είχα να ξυπνήσω τόσο χαρούμενος. Παρ'όλο που χθες το βράδυ γύρισα στο σπίτι μου στις 23:50, ξύπνησα ξεκούραστος και ευδιάθετος. Είχα ένα μικρό χαμόγελο χαραγμένο στα χείλη μου και ήξερα τον λόγο. Ήμουν ερωτευμένος! Ήμουν ερωτευμένος με την Εύα! Αυτή η κοπέλα είναι... είναι... τόσο υπέροχη, τόσο μοναδική, που μόλις την βλέπω ξεχνώ τα πάντα. Ξεχνώ όλα τα προβλήματά μου. Για την ακρίβεια τα οικογενειακά μου προβλήματα. Τώρα που το σκέφτομαι... έχω μέρες να πάρω τους δικούς μου. Και ο πατέρας μου κάτι ήθελε να μου πει.

Σηκώθηκα από το κρεβάτι και κοίταξα το ρολόι μου, που το είχα αφήσει δίπλα στο κομοδίνο. Ήταν 10:32. Βγήκα έξω από το υπνοδωμάτιό μου και πήγα στο μπάνιο. Έπλυνα τα δόντια μου και έριξα λίγο νερό στο πρόσωπό μου, ίσα για να ανοίξει το μάτι μου. Ύστερα, κατευθύνθηκα προς την κουζίνα, πήρα στα χέρια μου την καφετιέρα, έβγαλα από ένα ντουλάπι την κούπα μου και πρόσθεσα μέσα της τον καφέ. Προχώρησα προς το τραπεζάκι του σαλονιού, πήρα το κινητό μου από'κει, έψαξα στις επαφές μου το νούμερο του πατέρα μου και όταν το βρήκα το πάτησα, το έβαλα στο αυτί μου και περίμενα μέχρι να μου απαντήσει.

-''Παρακαλώ'';

-''Καλημέρα πατέρα''.

-''Καλημέρα Κωνσταντίνε. Τι κάνεις'';

-''Δόξα τω Θεώ, είμαι καλύτερα από καλά''! του απάντησα μ'ένα χαμόγελο και ήπια λίγο από τον καφέ μου.

-''Μπράβο γιε μου! Χαίρομαι. Και είμαι σίγουρος ότι θα γίνεις ακόμα καλύτερα, μόλις σου πω τα νέα''!

-''Ποια νέα'';

-''Θυμάσαι στο τελευταίο μας τηλεφώνημα που ήθελα να σου πω κάτι''; με ρώτησε.

-''Ναι. Βασικά, γι'αυτό σε πήρα''.

-''Πολύ ωραία! Γιε μου... άκουσέ με προσεχτικά. Τα βάσανά μας τελείωσαν''! έλεγε γεμάτος χαρά.

-''Τι εννοείς''; και ξαναήπια λίγο από τον καφέ μου.

-''Σου βρήκα νύφη''!

Ώπα... Κάτι δεν μου αρέσει και μάλιστα καθόλου.

-''Δεν καταλαβαίνω'' και συνοφρυώθηκα.

-''Σου βρήκα γυναίκα, σύζυγο, πώς το λέμε'';

Τι παιχνίδι ακριβώς παίζει;

-''Κάτσε πατέρα... Για ποιον λόγο έκανες κάτι τέτοιο; Και τι εννοείς με την φράση << τελείωσαν τα βάσανά μας>>'';

-''Κωνσταντίνε είναι απλά τα πράγματα. Θα παντρευτείς μία κοπέλα, από εδώ, από τα Γιάννενα, και τα οικονομικά μας θα καλυτερεύσουν. Δεν γίνεται να είμαστε τέσσερα άτομα στην οικογένειά μας και από τα τέσσερα να δουλεύει μόνο το ένα''!

Έχω εκνευριστεί πάρα πολύ! Δεν ξέρω πώς κρατιέμαι αυτή την στιγμή, για να μην τα σπάσω όλα εδώ μέσα!

-''Πατέρα τι λες; Είσαι με τα καλά σου''; του είπα ήρεμα, αλλά ως γνωστόν, εγώ με την ηρεμία, αν γίνουμε φίλοι, γινόμαστε μόνο για λίγα λεπτά!

-''Γιατί το λες αυτό ρε Κωνσταντίνε'';

-''Γιατί; Τολμάς και με ρωτάς γιατί; Μου λες να παντρευτώ μια άγνωστη κοπέλα, μόνο και μόνο για να της φάμε τα λεφτά; Γιατί ουσιαστικά αυτό θες''! είπα νευριασμένος.

-''Δεν είναι άγνωστη παιδί μου! Είναι η κόρη του κυρίου Καλούδη''.

-''Ααα... Του κυρίου Καλούδη... Που έχει το εργοστάσιο με τα γιαούρτια....''

-''Ακριβώς''!

-''Δηλαδή θέλεις να την παντρευτώ μόνο και μόνο για τα λεφτά που έχει ο πατέρας της''! φώναξα.

-''Κωνσταντίνε, χαμήλωσε τον τόνο της φωνής σου! Θα μας βοηθήσουν με τα οικονομικά μας αυτοί οι άνθρωποι! Εμένα και την μητέρα σου μας απέλυσαν από τις δουλειές μας πριν τέσσερα χρόνια. Πώς θα σπουδάσουμε την αδερφή σου; Πώς θα πληρώσουμε το ρεύμα, το νερό, τους φόρους; Εεε.. για πες μου'';

-''Και πριν βρω δουλειά ως γιατρός πατέρα, μια χαρά ήμασταν. Δεν θυμάμαι ποτέ να είχαμε φτάσει στα όρια της πείνας''! του υπενθύμισα.

-''Δεν έχουμε πεινάσει έως σήμερα. Αύριο όμως; Τι θα γίνει; Θα μας θρέψεις εσύ μέχρι να πεθάνουμε'';

-''Καταρχάς να σε ρωτήσω κάτι''; και άφησα τον καφέ μου στο μικρό τραπεζάκι, που βρισκόταν μπροστά μου. ''Ποιος σου είπε ότι εγώ είμαι έτοιμος για γάμο''; 

-''Γιε μου είσαι 26 χρονών παλικάρι! Εγώ στην ηλικία σου παντρεύτηκα την μάνα σου''! είπε αγανακτισμένος.

-'' Άλλη η δική σου εποχή πατέρα και άλλη η δική μου! Δεν έχουν τίποτα κοινό. Όταν με το καλό αποφασίσω να παντρευτώ,θα παντρευτώ μια κοπέλα που θα την αγαπάω'' του τόνισα.

-''Δηλαδή την Ιφιγένεια δεν την αγαπάς'';

-''Το ότι έχω μιλήσει μαζί της πέντε φορές, δεν σημαίνει ότι πεθαίνω γι'αυτήν''!

-''Κωνσταντίνε... Δεν ξέρω... Πρέπει να σκεφτείς λίγο το μέλλον της οικογένειάς σου...''

-''Και να καταστρέψω το δικό μου''! τον διέκοψα, υψώνοντας την φωνή μου.

-''Σου είπα να χαμηλώσεις τον τόνο της φωνής σου''! μου φώναξε.

-''Πατέρα... Στο ξαναλέω και αν θες κατάλαβε το! Δεν πρόκειται να παντρευτώ την Ιφιγένεια, γιατί δεν νιώθω κάτι ιδιαίτερο γι'αυτήν. Αλλά και πάλι... και να την αγαπούσα, δεν θα την παντρευόμουν, γιατί δεν είμαι ακόμα έτοιμος για κάτι τέτοιο''!

-''Κωνσταντίνε...''

-''Καλή σου μέρα πατέρα'' και του το έκλεισα στα μούτρα.

Κάθισα στον καναπέ ξεφυσώντας και πέταξα με νεύρα το κινητό στο μικρό τραπεζάκι. 

Χριστέ μου! Δεν το πιστεύω! Τι ήταν αυτό που μου ζητούσε ο πατέρας μου; Δεν υπήρχε ούτε μία στο τρισεκατομμύριο να κάνω κάτι τέτοιο. Γιατί δεν είμαι ερωτευμένος με την Ιφιγένεια. Είμαι με την Εύα, την γλυκιά μου Εύα! Αααχχ..! Μόλις την σκέφτηκα, ξέχασα αμέσως και την Ιφιγένεια, και τον πατέρα μου, και τα λεφτά, και τα εργοστάσια, και τα γιαούρτια, τα πάντα. 

Ακούμπησα την πλάτη μου στον καναπέ, έγειρα το κεφάλι μου προς τα πίσω, και έκλεισα τα μάτια μου σκεπτόμενος το χθεσινό βράδυ με την Εύα. Γιατί τα προβλήματά μας να ξεκίνησαν τόσο νωρίς; Γιατί; Μάλλον... η αγάπη που έχουμε ο ένας για τον άλλον είναι τόσο δυνατή, που ούτε εμείς οι δύο δεν το έχουμε καταλάβει.

-----------------------------------------------------------------------------------------
Αχχχ... Καημένε Κωνσταντίνε.... Τι σου έμελλε να πάθεις.... Τέλος πάντων... Τι να κάνουμε και αυτά μέσα στην ζωή είναι...

Την οικονομική μου κρίση μέσα!

Λοιπόν.. για να μην αρχίσω να βρίζω... Σας αφήνω.

Μέχρι το επόμενό μας ραντεβού... Φιλάκια πολλά!   

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top