Κεφάλαιο 11: Ο Ήρωας μου.

Προσπαθούσε να μου κλείσει το στόμα με το χέρι του, όμως εγώ αντιστεκόμουν. Ούρλιαζα και φώναζα συνεχώς βοήθεια, μήπως με ακούσει κανένας, μέχρι... που ένιωσα το αριστερό του χέρι να μου ξεκουμπώνει το παντελόνι! Εντάξει... Δεν υπάρχει περίπτωση να επιτρέψω να συμβεί αυτό που έχει στο μυαλό του!

Άρχιζα να τον χτυπάω με την τσάντα και ταυτοχρόνως προσπαθούσα να σηκωθώ όρθια, όμως μου την άρπαξε και την πέταξε από πίσω του. Έβαλε τους καρπούς των χεριών μου μέσα στην παλάμη του και τους τοποθέτησε πάνω από το κεφάλι μου, κρατώντας τους σφιχτά. Εγώ συνέχιζα να ουρλιάζω και να τον κλοτσάω όσο μπορούσα, μέχρι που έβαλε το άλλο του χέρι στην κοιλιά μου, το οποίο προχωρούσε όλο και πιο χαμηλά! Τότε έβγαλα μια δυνατή κραυγή ως αντίδραση για να ξεφύγω από κάτω του, αλλά δεν μπορούσα... Δεν μπορούσα.... Και όσο σκεφτόμουν αυτά άρχισα να κλαίω.

Εκείνη την στιγμή, από την θολούρα των ματιών μου, είδα ένα χέρι να πιάνει τον κακοποιό από το μαύρο δερμάτινο τζάκετ του, να τον σηκώνει, να τον γυρίζει προς το μέρος του και να του δίνει μια δυνατή μπουνιά στο πρόσωπο! Η μύτη του έσπασε και αίμα ξεκίνησε να κυλάει από τα ρουθούνια του. Παράλληλα εγώ κούμπωσα το κουμπί του παντελονιού μου και έκλαιγα σιωπηλά με τα μάτια γουρλωμένα, διότι πλέον ήξερα ποιος με έσωσε από σίγουρο βιασμό, επειδή τον έβλεπα. Ήταν ο γιατρός!

Ο κακοποιός όρμησε προς τα πάνω του και τον πέταξε κάτω, ενώ χτυπούσε ο ένας τον άλλον αλύπητα. Τι να κάνω; Τα πόδια μου είχαν παραλύσει...

 Έπειτα από λίγα δευτερόλεπτα, παρατήρησα τον Κωνσταντίνο να έρχεται προς το μέρος μου με ματωμένα χείλη. Ο κακοποιός ήταν πεσμένος στο έδαφος και έμενε άπραγος. Τουλάχιστον, έτσι νόμιζα, γιατί σηκώθηκε στα πόδια του, έβγαλε από την τσέπη του τζιν του έναν σουγιά και...

-''Πρόσεχε''! φώναξα στον Κωνσταντίνο, αλλά ήταν αργά. Το μαχαίρι διαπέρασε την μπλούζα του και από εκεί στα πλευρά του!

Έβγαλε από το στόμα του μια μικρή κραυγή πόνου, τα γόνατά του λύγισαν και το χέρι του ακούμπησε στον δεξί τοίχο που βρισκόταν δίπλα του. Ενστικτωδώς, σηκώθηκα όρθια κατευθείαν και άρχισα να τρέχω προς τον Κωνσταντίνο, ενώ ο παρολίγον βιαστής μου είχε γίνει καπνός.

-''Είσαι καλά; Πονάς'';

Μα τι τον ρωτάω; Αφού αιμορραγεί! Πως είναι δυνατόν να μην πονάει; Ιιι... Και του μίλησα στον ενικό!

-''Μην ανησυχείς...'' μου είπε με λίγη δυσκολία.

-''Τι να μην ανησυχώ; Αφού αιμορραγείτε''! είπα με δάκρυα στα μάτια, διότι τόση ώρα δεν είχα σταματήσει να κλαίω.

''Εεε.. εδώ πιο κάτω είναι το σπίτι μου...''

-'' Όχι... Δεν είναι ανάγκη...'' με διέκοψε βαριανασαίνοντας.

-'' Ναι... Καλά! Το μόνο που θέλω να κάνετε είναι να στηριχτείτε απάνω μου'' και τον ακούμπησα μαλακά στα μπράτσα.

-''Σε παρακαλώ...'' ψιθύρισε κοντά στο πρόσωπό μου.

-''Εγώ σας παρακαλώ'' ψιθύρισα και τον κοίταξα έντονα με τα δακρυσμένα μάτια μου, σαν να τον παρακαλούσα.Με κοίταξε κι αυτός, και εκείνη την στιγμή... ξέχασα τα πάντα!

 Ήταν τόσο όμορφος! Ένιωσα ξανά εκείνο το σφίξιμο στο στομάχι και την περίεργη την ζάλη, όταν τον πρωτοαντίκρισα. Αλλά.. όπως και τότε.. κατέβασα το βλέμμα μου χαμηλά και κοκκίνισα. 

Πήρα το χέρι του από τον τοίχο και το έβαλα πίσω από τους ώμους μου, με αποτέλεσμα το σώμα του να προσθέτει βάρος στο δικό μου, ενώ με την ελεύθερη παλάμη του πίεζε την πληγή του. Έτσι, αρχίσαμε σιγά-σιγά να περπατάμε. 

Κωνσταντίνου POV:

Πονούσα. Προσπαθούσα να μην το δείχνω, όμως ήταν αδύνατο.

Το πρόσωπό της πλέον είχε απορροφήσει τα δάκρυά της, αλλά ήταν ακόμα στεναχωρημένη. Μπορώ να πω πως μου άρεσε που την έβλεπα να ανησυχεί για εμένα, αλλά το τραύμα μου ήταν μάλλον επιφανειακό. Νομίζω ότι από την τελευταία μας ματιά, άρχισα να την ερωτεύομαι περισσότερο. Όμως, δεν ξέρω πιο συναίσθημα κυριαρχεί μέσα μου. Πιο συναίσθημα με κάνει να νιώθω... ζωντανός όταν βρίσκομαι κοντά της!

-''Ορίστε... Φτάσαμε'' την άκουσα να λέει.

Χτύπησε το κουδούνι του διαμερίσματός της και..

-''Παρακαλώ'';     

-''Μαμά, εγώ είμαι άνοιξε''! και έσπρωξε την εξώπορτα της πολυκατοικίας, μετά τον χαρακτηριστικό ήχο, και ύστερα από μερικά βήματα στον διάδρομο, μπήκαμε μέσα στο ασανσέρ. Μόλις βγήκαμε από εκεί, βρεθήκαμε μπροστά από το διαμέρισμά της, ενώ ταυτοχρόνως την πόρτα άνοιξε μία μεσήλικας.

-''Δεν πήρες τα κλει.... Ιιιιι....''!

-''Μαμά βοήθησε με''!

Και η γυναίκα τρομαγμένη, με κράτησε από το αριστερό μπράτσο και μαζί με την κόρη της, με βάλανε μέσα στο σπίτι.

-''Κλείσε κορίτσι μου την πόρτα''.

-''Μαμά, δεν μπορείς να την κλείσεις εσύ''; είπε η Εύα, και αν κατάλαβα καλά από τον τόνο της φωνής της, της μίλησε λίγο τσαντισμένη.

-''Εντάξει, εντάξει..''με άφησε και μαζί με την Εύα κατευθυνθήκαμε προς το σαλόνι.

-''Μα... Χριστέ μου... πώς έγινε αυτό''; ρώτησε η μητέρα της αναστατωμένη, έχοντας τις παλάμες των χεριών της στα μάγουλά της, όταν ήρθε κοντά μας.

-''Μαμά, άσε τις ερωτήσεις και φέρε πεταντίν και γάζες''!

-''Αμέσως''! τινάχτηκε όπως ήταν όρθια και έτρεξε γρήγορα προς το μπάνιο.

-''Ξαπλώστε'' μου είπε η Εύα και εγώ υπάκουσα. Δεν μπορούσα να κάνω αλλιώς. Όταν ξάπλωσα στον καναπέ...

-''Αααχχχ...'' έβγαλα μια μικρή κραυγή.

-''Πονάτε''; ρώτησε ανήσυχα.

-''Λίγο... Έχω χάσει αίμα, γι'αυτό'' της εξήγησα, έχοντας σφιγμένο το πρόσωπό μου λόγω του πόνου που ένιωθα.

Δειλά-δειλά, πήγε να με αγγίξει, όμως εκείνη την στιγμή έφτασε η μητέρα της. Γονάτισε μπροστά στον καναπέ και το ίδιο έκανε και η κόρη της. Μου σήκωσαν προσεκτικά την μπλούζα μέχρι το στήθος και ξεκίνησαν την <<δουλειά>> τους.

-''Νιώθω κάπως... να είμαι γιατρός και εσείς να με περιποιείστε'' είπα μ'ένα στραβό χαμόγελο μόλις η μαμά της έβαλε την γάζα, η οποία ήταν βουτηγμένη στο πεταντίν, στα πλευρά μου για να μου καθαρίσει το τραύμα.

-''Είστε γιατρός''; ρώτησε η μητέρα της.

-''Ναι... Δουλεύω στο Πανεπιστήμιο... που φοιτεί η Εύα και σ'ένα νοσοκομείο''

-''Ααα.. Μάλιστα! Εσείς είστε ο καινούργιος γιατρός του Πανεπιστημίου''.

-''Ναι...'' είπα και συνοφρυώθηκα.

-''Ευτυχώς, ήταν επιφανειακό το τραύμα. Εύα συνέχισε να καθαρίζεις την κάτω πλευρά της πληγής. Πάω να φέρω τις αυτοκόλλητες γάζες'' είπε, αφήνοντας την γάζα στην συσκευασία της και σηκώθηκε όρθια για να πάει άλλη μια φορά στο μπάνιο.

Η Εύα έβαλε δύο μεγάλες σταγόνες πεταντίν σε μία καθαρή γάζα και έπραξε όπως της είπε η μητέρα της. Δεν με κοιτούσε. Προσπαθούσε να είναι συγκεντρωμένη στην <<δουλεία>> της. Όσο το έκανε αυτό, εγώ είχα ένα μικρό χαμόγελο χαραγμένο στα χείλη και την κοιτούσα στα μάτια. Είμαι σίγουρος ότι το κατάλαβε και ίσως γι'αυτό να ένιωθε λίγο άβολα. Εκείνη την στιγμή, σιγά-σιγά... με ακούμπησε με την ελεύθερη παλάμη της στην κοιλιά, ενώ με την άλλη συνέχιζε να με περιποιείται. Όταν το έκανε αυτό, ήρθε η μητέρα της στο σαλόνι, όμως έκανε μια στροφή προς τα πίσω, γιατί άκουσε κλειδιά στην πόρτα. Έδωσε τις αυτοκόλλητες γάζες στην Εύα και κατευθύνθηκε προς τα εκεί. Άκουγα ψιθύρους μεταξύ της μητέρας της και ενός άνδρα, μέχρι που έφτασαν κοντά σ'εμένα και στην Εύα. Εντάξει.... Δεν πιστεύω στα μάτια μου!

-''Κωνσταντίνε'';

-''Κύριε Γιαννακάκη''; και πήγα να σηκωθώ από τον καναπέ.

-''Μην σηκώνεσαι όρθιος''! και μου έκανε νόημα με το χέρι του, ενώ εγώ συνοφρυώθηκα, γιατί πόνεσα με αυτή την απότομη κίνηση που έκανα.

-''Γνωρίζεστε''; ρώτησε η Εύα και η μαμά της κοιτούσε σαστισμένη.

-''Ναι. Εγώ και ο Κωνσταντίνος δουλεύουμε στο ίδιο νοσοκομείο'' απάντησε ο πατέρας της.

-''Αλήθεια''; ξαναρώτησε η Εύα με γουρλωμένα μάτια και ταυτοχρόνως τοποθετούσε την αυτοκόλλητη γάζα στην πληγή μου.

-''Απίστευτο! Ο Κωνσταντίνος, καλά θυμάμαι''; ρώτησε η κ. Γιαννακάκη και ο άντρας της της έγνεψε καταφατικά και συνέχισε... ''Δουλεύει και στο Πανεπιστήμιο της Εύας''.

-''Αυτό είναι το Πανεπιστήμιο που σε προσέλαβαν''; απευθύνθηκε σ'εμένα ο κ. Γιαννακάκης.

-''Ναι''.

-''Κοίτα να δεις σύμπτωση''!

Ούτε εγώ το πίστευα! Είναι λίγο ειρωνικό να δουλεύω, περίπου δύο χρόνια, στο ίδιο νοσοκομείο με τον πατέρα της κοπέλας που είμαι ερωτευμένος.

-''Ο Κωνσταντίνος τελειώνει φέτος την ειδίκευσή του'' είπε ο κ. Γιαννακάκης.

-''Αλήθεια; Και ποια είναι η ειδίκευσή σας''; με ρώτησε η κ. Γιαννακάκη.

-''Παθολόγος'' απάντησα και η Εύα με κοίταξε ενθουσιασμένη, ενώ εγώ της χαμογέλασα.

-''Ααα.. Πολύ ωραία'' αναφώνησε η μητέρα της και μαζί με τον σύζυγό της κάθισαν στον άλλον καναπέ του σαλονιού.

Προσπάθησα να σηκωθώ και ανακάθισα στον καναπέ με λίγη δυσκολία. 

-''Πονάτε''; με ρώτησε η Εύα και κάθισε δίπλα μου.

-''Δεν είναι τίποτα... Μια γρατσουνιά είναι... Θα περάσει'' είπα, ενώ κρατούσα το τραύμα μου με την παλάμη του χεριού μου.

-''Για πείτε μας όμως, πώς έγινε αυτό; Εύα'';

-''Ναι μπαμπά θα σου πω... Ερχόμουν σπίτι με τα πόδια. Κάποια στιγμή, πέρασα μέσα από ένα στενό και... δεν κατάλαβα πώς κάποιος με ακολουθούσε... και με έριξε στο έδαφος...'' άρχισε να λέει και τα πράσινα ματάκια της έγιναν υγρά.

''Τέλος πάντων, για να μην τα πολυλογώ, αυτός ο κάποιος πήγε να με βιάσει...''

-''Τι''; την διέκοψαν οι γονείς της ταραγμένοι με γουρλωμένα μάτια.

-''Μέχρι... που ήρθε ο κύριος Γεωργαντόπουλος''.

-''Χριστέ μου''! ψέλλισε η μαμά της Εύας.

''Και σε μαχαίρωσε''; απευθύνθηκε σ'εμένα. 

-''Ναι... Αλλά ξέρετε κάτι... καλύτερα που μαχαίρωσε εμένα, παρά να έκανε κάτι κακό στην Εύα'' παραδέχτηκα με ειλικρίνεια. 

-''Κωνσταντίνε.. Πραγματικά, δεν ξέρω πώς να σε ευχαριστήσω. Έσωσες την κόρη μου''!

-''Δεν χρειάζεται να με ευχαριστείτε κύριε Γιαννακάκη. Ο καθένας θα το έκανε''.

-''Μην το λες. Ωωωχχχ... Χριστέ μου! Τι πήγε να γίνει''; μονολόγησε ξεφυσώντας.

-''Και τι θα κάνεις τώρα αγόρι μου; Μπορείς να περπατήσεις μέχρι το σπίτι σου''; με ρώτησε η μαμά της Εύας.

-''Εεε.. Πιστεύω πως ναι'' και σηκώθηκα από τον καναπέ με λίγη δυσκολία, γιατί πονούσα.

-'' Όχι, όχι Κωνσταντίνε, δεν υπάρχει περίπτωση! Θα σε πάω εγώ με το αυτοκίνητό μου. Σου χρωστάω''!

-''Κύριε Γιαννακάκη...''

-''Δεν ακούω κουβέντα! Τραυματισμένος άνθρωπος και θα κυκλοφορείς μόνος σου μες στην νύχτα'';

-''Επειδή ξέρω πως δεν πρόκειται να σας αλλάξω γνώμη, θα δεχθώ την πρότασή σας''.

-''Ωραία. Παίρνω τα κλειδιά του αμαξιού και φεύγουμε'' είπε, έφυγε από το σαλόνι και η γυναίκα του τον ακολούθησε.

Η Εύα σηκώθηκε από την θέση της και...

-''Κύριε Γεωργαντόπουλε...''πήγε να πει, αλλά την διέκοψα.

-''Εύα... Μην μου μιλάς στον πληθυντικό! Νιώθω σαν να είμαι 60 χρονών άνθρωπος'' της είπα μ'ένα χαμόγελο και αυτή μου το ανταπέδωσε.

-''Εντάξει. Κων...σταντίνε... Σ'ευχαριστώ'' μου είπε ψιθυριστά.

-''Για ποιο πράγμα μ'ευχαριστείς'';

-''Για ποιο πράγμα; Ρίσκαρες την ζωή σου για 'μένα και... αν...'' τα μάτια της είχαν ήδη βουρκώσει.

-''Εύα, Εύα...'' της έπιασα τα χέρια και τα έβαλα μέσα στα δικά μου.

''Δεν συνέβη απολύτως τίποτα! Το χειρότερο θα ήταν αν πάθαινες εσύ κάτι... όχι εγώ'' και την κοίταξα.

-''Ναι αλλά... εσύ μαχαιρώθηκες''.

-''Δεν με πειράζει αγ...'' δεν πρόλαβα να πω την τελευταία λέξη, γιατί ακούστηκε η φωνή του πατέρα της. Και ευτυχώς δηλαδή, γιατί πήγα να την αποκαλέσω... αγάπη μου! Και θα μου έβγαινε τόσο αυθόρμητα!

-''Κωνσταντίνε είσαι έτοιμος''; φώναξε ο πατέρας της Εύας.

-''Ναι, ναι.. Έρχομαι. Καληνύχτα Εύα'' είπα, την κοίταξα κατάματα και της φίλησα τα χέρια, ενώ τα άφηνα ελεύθερα από τα δικά μου. 

-''Καληηηνύχταα..'' μου είπε τραυλίζοντας και κατευθύνθηκα προς την εξώπορτα του διαμερίσματος.

 Μπορεί να ακουστεί κακό αυτό που θα πω, όμως... μου άρεσε που ήταν ντροπαλή μαζί μου. Το βρίσκω πολύ λογικό, εφόσον νιώθει ότι νιώθω και εγώ γι'αυτήν... Λες... αυτό που αισθανόμαστε ο ένας για τον άλλον, να είναι έρωτας ή κάτι πιο ισχυρό;

-----------------------------------------------------------------------------------------

Γεια σας γουρουνάκια μου! 

Θα μπω κατευθείαν στο θέμα.....

Ααααχχχχχχχχ....... Λιώνω...... Τι τέλειο που ήταν το σημερινό κεφάλαιο; Τι τέλειος που ήταν ο Κωνσταντίνος; Τι ιππότης; Το κεφάλαιο 11 είναι ένα από τα αγαπημένα μου!

Ερώτηση: Πιστεύετε ότι υπάρχουν τέτοιοι άντρες στις μέρες μας;

Εγώ,τουλάχιστον για την Ελλάδα μπορώ να μιλήσω, δυστυχώς έχω απογοητευτεί πάρα πολύ από τον αντρικό πληθυσμό.... 

Τελικά ο πατέρας της Εύας με τον Κωνσταντίνο δουλεύουν στο ίδιο νοσοκομείο... Μμμμμ.... Πολύ καλή φάση ;)

Λοιπόν, σας αγαπώ πολύ όλους! 

Παρακαλώ ψηφίστε και σχολιάστε.

Μέχρι το επόμενο μας ραντεβού... Kisses! 




Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top