Stalin ante portas!/part 2
Μάρτιος 1945
Ο Ιωσήφ Φεντόροφ ενημερώθηκε έκτακτα πως θα έπρεπε να μεταβεί στη Μόσχα. Ο Αλεξέι και ο Όττο καρτερούσαν όπως ήταν φυσικό τα νεότερα μιας και πατέρας και γιος και έπειτα γιος και φίλος, μοιράζονταν τα πάντα δίχως να προδίδουν ούτε λέξη. Υπήρχαν στιγμές που ο Ντίμα έβλεπε με μισό μάτι την φιλία του Αλεξ και του Γερμανού. Κατανοούσε μεν το ιδιαίτερο δέσιμο εξαιτίας της διπλής σωτηρίας του ξαδέρφου του, παρόλα αυτά, δεν έπαυε να ζηλεύει. Αγαπούσε υπερβολικά τον πρώτο του ξάδερφο καθώς και τον θείο του τον Ιωσήφ. Είχαν μοιραστεί τα πάντα από παιδιά, όλα τους τα μυστικά, όλες τις ανησυχίες, είχαν μεγαλώσει μαζί, πολύ περισσότερο από όσο με τον Κονσταντίν, από την πλευρά του Ιωσήφ και τώρα, είχαν αρχίσει να απομακρύνονται εξαιτίας εκείνου του Γερμανού. Φυσικά δεν θα έκανε ποτέ κακό στον Όττο, όσο και αν η γκρίνια του γινόταν ορισμένες φορές αφόρητη, απλώς είχε επιλέξει να απομακρυνθεί και εκείνος με την σειρά του. Για την αναχώρηση του Ιωσήφ και του Ζούκοφ με προορισμό την Μόσχα, ενημερώθηκε τελευταία στιγμή. Άλλοτε, ο πρώτος του ξάδερφος θα τον εμπιστευόταν απευθείας, το ίδιο και ο θείος του. Πλέον, ο Ιωσήφ είχε δώσει ανοιχτά προτεραιότητα στον ξανθό νεαρό. Έχοντας εγκαταλείψει το Μπρεσλάου, βάδιζαν προς Βερολίνο.
Η απομάκρυνση του Ζούκοφ και του Ιωσήφ σε μία τόσο κρίσιμη στιγμή ήταν παράξενη. Οι δύο άνδρες αναρωτιούνταν τι τους καρτερούσε, όταν πληροφορήθηκαν πως θα πάνε στην ντάτσα του Στάλιν, καθώς εκείνος ανάρρωνε από το άγχος. Ο Ιωσήφ ένιωθε μία ενδόμυχη ανάγκη να σχολιάσει την ανάρρωση, θέλοντας να τονίσει την συνδρομή του ηγέτη του στην πρώτη γραμμή του μετώπου. Τελικά ορθώς αποφάσισε να σωπάσει καθώς και οι τοίχοι είχαν αφτιά. Η αρχή έγινε από τις αναφορές του Ζούκοφ σχετικά με την Πομερανία. Κατόπιν ο Στάλιν τους οδήγησε έξω για μία βόλτα γύρω από το σπίτι.
«Σε βλέπω νευρικό» σχολίασε κοιτάζοντας τον Ιωσήφ, ο οποίος δεν θα δίσταζε να του αποκαλύψει τις σκέψεις του. Τόσα χρόνια γνωρίζονταν εξάλλου.
«Το παιδί μου είναι εκεί έξω. Γνωρίζω την αφοσίωσή του στην πατρίδα και είμαι περήφανος γι' αυτό, μα δεν θα πάψω λεπτό να ανησυχώ» του εξομολογήθηκε και τον είδε σκεπτικό «Έχεις νέα από τον Γιάκοφ;» τον ρώτησε γνωρίζοντας πως ο Στάλιν είχε αποκληρώσει τον ίδιο του τον γιο γιατί είχε επιτρέψει να συλληφθεί ζωντανός.
«Ο δικός μου γιος δεν πρόκειται να βγει ποτέ ζωντανός από εκεί.Οι δολοφόνοι θα τον σκοτώσουν» πρόφερε κοφτά.
«Να ξέρεις πως τον αγαπούσα» του ομολόγησε ο Ιωσήφ και ήταν αλήθεια. Μία αλήθεια που καθρεφτιζόταν στο βλέμμα του και που θα έσπαγε και την μικρότερη σκιά καχυποψίας του Σοβιετικού ηγέτη.
«Το ξέρω πως τον αγαπούσες. Ήταν ο λόγος που ο Αλεξέι αφέθηκε να πολεμήσει παρά την αιχμαλωσία του από τους Ναζί. Όπως και ο Γιάκοφ, θα προτιμούσε να πεθάνει παρά να προδώσει την Μητέρα-Πατρίδα» η στάση του Στάλιν είχε πια αλλάξει απέναντι στο παιδί του, μα για πολλούς Ρώσους αιχμαλώτους, παρέμενε η ίδια, σκληρή και αμείλικτη «Είμαι πολύ ευχαριστημένος από τη Γιάλτα. Ο Ρούσβελτ φάνηκε φιλικός. Όπως και να έχει, μαζί με τον Ζούκοφ, πηγαίνετε στη Στάβκα, μελετήστε τις λεπτομέρειες της Επιχείρησης Βερολίνο και αύριο το μεσημέρι θα τα πούμε ξανά εδώ» τελείωσε με τους δύο άνδρες να αναρωτιούνται ακόμη για την επείγουσα κλήση τους. Φυσικά όλη τη νύχτα, μάτι δεν έκλεισαν, ενώ την επόμενη μέρα, συναντήθηκαν με τον Στάλιν στη Μόσχα τελικά, μαζί με όλα τα μέλη της Στάβκα*. Στην ουσία καιγόταν να καταλάβει πρώτος το Βερολίνο, κυρίως εξαιτίας της ύπαρξης του Ινστιτούτου Φυσικής Κάιζερ Γουλιέλμος, μα εκτός αυτού η κατάληψη της πόλης από τον Κόκκινο Στρατό δεν αποτελούσε ζήτημα διαπραγμάτευσης, με την ατμόσφαιρα στο Κρεμλίνο να είναι τεταμένη.
«Το γερμανικό μέτωπο στα δυτικά έχει σχεδόν καταρρεύσει» ακούστηκε η φωνή του Στάλιν. Νομίζω πως οι άνδρες του Χίτλερ δεν επιθυμούν να λάβουν κανένα μέτρο για να σταματήσουν τους Συμμάχους. Ενισχύουν κυρίως τους άξονες απέναντί μας. Θα γίνει σκληρή μάχη» άδειασε τη στάχτη από την πίπα του.
Ο Ιωσήφ έβγαλε το χάρτη που είχε συντάξει η κατασκοπεία του μετώπου του.
«Πότε μπορούν τα στρατεύματά μας να προελάσουν προς το Βερολίνο;»
«Ίσως ως τα μέσα Απριλίου» απάντησε ο Στάλιν, ο οποίος την επομένη, είχε καλέσει και τον στρατάρχη Κόνιεφ, με τον οποίο βρισκόταν στα νότια ο Ιωσήφ, ο γιος του και όλοι οι υπόλοιποι.
«Λοιπόν; Ποιος θα καταλάβει το Βερολίνο; Εμείς ή οι Σύμμαχοι;» ρώτησε τόσο τον Κόνιεφ όσο και τον Ιωσήφ και το Ζούκοφ.
«Εμείς πετάχτηκε ο Κόνιεφ.
«Ώστε τέτοιος είσαι» απάντησε μειδιώντας ο Στάλιν «Πώς θα οργανώσεις τις δυνάμεις σου γι' αυτό; Είσαι νότια, οφείλεις να κινηθείς γρήγορα»
«Μην στεναχωριέσαι σύντροφε. Το Μέτωπο θα λάβει όλα τα μέτρα» απάντησε ο Κόνιεφ που ήθελε να φτάσει ως εκεί πριν και από τον Ζούκοφ.
«Σε θέλω μαζί μου» ψιθύρισε ο Ζούκοφ στον Ιωσήφ, γνωρίζοντας πως θα τον ακολουθούσε φυσικά και ο Αλεξέι.
Η αλλαγή προκάλεσε ταραχές. Ο Αλεξ αρνούνταν πεισματικά να εγκαταλείψει τον Όττο, ο οποίος είχε αποφασίσει να παραμείνει μαζί με τον Χανς, που πλέον φορούσε τη στολή των Κόκκινων και τη Χέλγκα. Οι τρεις τους δεν θα χωρίζονταν ποτέ ξανά, ωστόσο, καθώς αυτή η μυστική παρέα απλωνόταν στα πέρατα της γης, ο Όττο με τη σειρά του έψαξε τις φωτογραφίες για να του δείξει την Κρίστα. Αν έφταναν πρώτοι στην πόλη, κύριο μέλημα του Αλεξέι θα ήταν η διασφάλιση της φίλης του. Ο Ντίμα θα τον ακολουθούσε ανακουφισμένος πως πλέον δεν θα βρισκόταν μαζί με τον Γερμανό. Αντιθέτως, ο Γκαμπριέλ θα παρέμενε πίσω. Εκείνος, αν και είχε ξεκινήσει με τα χειρότερα των συναισθημάτων απέναντι στους Γερμανούς, είχε φτάσει να σέβεται τον Όττο για το πείσμα του και την παρατολμία του από την μία και την απίστευτη ικανότητά του στο στόχο από την άλλη. Όταν εκείνοι οι δυο επέστρεφαν λέγοντας πως έχουν ερευνήσει το πεδίο κίνησης, άπαντες έμεναν ήσυχοι. Άπαντες, εκτός από ορισμένα μέλη της SMERSH* που μισούσαν την ύπαρξη του νεαρού Σβάιγκερ. Ο σκοπός τους πάνω από όλα ήταν να γεμίσουν με μίσος τους στρατιώτες εναντίον των Γερμανών, έργο που είχαν αναλάβει κυρίως οι καθοδηγητές και δευτερευόντως η NKVD. Κάθε μέρα περνούσαν δύο ώρες τουλάχιστον να τους μιλούν για την Μητέρα-Πατρίδα, ιδίως σε όσους είχαν υπάρξει αιχμάλωτοι των Γερμανών και είχαν έπειτα απελευθερωθεί.
Ο Όττο ένιωθε άβολα. Ήταν σπάνιες οι φορές, αν και υπήρχαν το δίχως άλλο, που αισθανόταν φόβο λες και βρισκόταν στο στόμα του λύκου, κυρίως γιατί δεν ήταν ένας απλός στρατιώτης. Στο σώμα του υπήρχε το σημάδι των Ενόπλων Ες-Ες, κάτι που κανείς δεν γνώριζε εκτός από την δική του παρέα. Αν ποτέ γινόταν αντιληπτό, θα τον οδηγούσε απευθείας στην αγχόνη με συνοπτικές διαδικασίες. Έχοντας στρατοπεδεύσει κοντά σε μία ελώδη έκταση, ο Όττο ήξερε καλά πως μόλις έπεφτε το σκοτάδι, εκείνος και ο Γκαμπριέλ θα αναλάμβαναν να βγουν για διερεύνηση και αρπαγή Γερμανών στρατιωτών. Καρτερώντας το βραδινό γεύμα, αμφότεροι είχαν πλησιάσει εκείνες τις υπάρξεις που τους κρατούσαν ακόμη κοντά στην ανθρώπινη φύση. Μαζί με την Χέλγκα, ο Όττο για λίγο είχε απομακρυνθεί στο δάσος. Η Άνοιξη έκανε την θριαμβευτική της είσοδο και τα λουλούδια έδιναν το δικό τους σήμα ελπίδας για έναν κόσμο ομορφότερο. Ο Όττο καθόταν οκλαδόν με τη Χέλγκα απέναντί του. Τα κυματιστά της μαλλιά, σαν εβένινο άγγιγμα, χάιδευαν τους αδύνατους ώμους της. Το βλέμμα τους αντάμωσε και εκείνη χαμογέλασε με μία ζεστασιά αλλιώτικη.
«Μετά από τόσο καιρό, είναι σαν να βλέπω έναν άλλο. Ορισμένες φορές μου έρχονται στο μυαλό εκείνα τα χρόνια, όταν ήσουν ένας κλειστός έφηβος, γεμάτος μίσος και θυμό τον οποίο δεν είχες ιδέα πού θα ήταν σωστό να διοχετεύσεις. Για πάντα όμως θα θυμάμαι το βράδυ που μου άλλαξε τη ζωή, που κάναμε έρωτα ξεκινώντας να διαβαίνουμε μαζί αυτό το μονοπάτι»
Το χέρι του Όττο απλώθηκε για να κυλίσει επάνω στο πρόσωπό της τρυφερά.
«Ακόμη και τώρα, μετά από τόσα χρόνια και μάχες και αποκτήνωση, είσαι ο λόγος που παραμένω άνθρωπος, που μπροστά σου μεταμορφώνομαι στον έφηβο εκείνο που εξερευνούσε τον έρωτα για πρώτη φορά στη ζωή του. Που παρά τα λάθη του, αξιώθηκε να αγαπηθεί από ένα πλάσμα τόσο ξεχωριστό, όπως εσύ. Σε ευχαριστώ που με αγάπησες» της ψιθύρισε και απαλά την τράβηξε στην αγκαλιά του.
Το κορμί της τον καλούσε ξανά. Ήταν ανάγκη. Η καρδιά του ξεκίνησε να χτυπά φρενιασμένα, τα μάγουλά του να υιοθετούν ένα χρώμα ρόδινο παρά τις κακουχίες. Ήταν αθεράπευτα ερωτευμένος μαζί της. Ερωτευμένος από την πρώτη στιγμή που αντίκρυσε εκείνα τα ζωηρά ματάκια, σαν είχε σκαρφαλώσει στη μάντρα του σπιτιού του στο Νοικέλν. Τότε που ο Παράδεισος και η Κόλαση βρίσκονταν αντικρυστά, τότε που τα σύννεφα του σκοταδισμού δεν είχαν στραγγαλίσει τις ζωές τους, τότε που η παιδική του καρδιά λαχταρούσε ακόμη το παιχνίδι και τον γλυκό της φίλο Χανς που αναγκάστηκε να μισεί.
Σύντομα βρέθηκε να γεύεται το γυμνό της κορμί. Τα χείλη του σκαρφάλωσαν στο τρυφερό της στήθος, αγγίζοντάς το με λατρεία, για να την νιώσει να τον καλεί να την κατακτήσει, μην αντέχοντας λεπτό μακριά του. Το σώμα της τον υποδέχτηκε, σαν ένα κομμάτι που του είχε από καιρό λείψει. Τα κυανά του μάτια ήταν πάντοτε εστιασμένα στα δικά της. Δεν ήθελε να χάσει κανένα συναίσθημα, καθώς είχε μάθει πια να τα διαβάζει γι' αυτό και μισούσε τις στιγμές που διέκρινε τον πόνο και την απελπισία. Καταβάθος πονούσε και εκείνος. Όσο πλησίαζαν στο Βερολίνο, τόσο εντεινόταν η αγωνία του. Είχε πια συνειδητοποιήσει πως οι Γερμανοί είχαν φτάσει στα όρια της απελπισίας και πως οι Ναζί αργά θα έδειχναν το πραγματικό τους πρόσωπο στραγγαλίζοντάς τους. Το μίσος του λυκόφωτος που πλησίαζε, θα τους οδηγούσε στην τρέλα. Κανείς δεν θα γλίτωνε και πολλά νεαρά παιδιά θα καταδικάζονταν στον θάνατο. Ο Όττο όμως ήταν αλλιώτικος. Έχτιζε γέφυρες, δεν ανατίναζε τις ελπίδες. Ανάμεσα στην Δύση και την Ανατολή, είχε σταθεί στο κέντρο, απλώνοντα το χέρι του μπροστά, αγγίζοντας τον συνάνθρωπο. Τώρα, ήταν καταδικασμένος να σκοτώσει, με την μορφή μίας εκδίκησης που δεν του ανήκε. Όχι, δεν επιθυμούσε να εκδικηθεί τον λαό του. Ίσως αφελώς να πίστευε πως το μάθημα είχε ήδη διδαχτεί. Οι βιασμοί τι θα έφερναν ως αποτέλεσμα; Οι κραυγές και τα δάκρυα; Ίσως οι Σοβιετικοί ξεσπούσαν το μένος τους με αυτόν τον τρόπο, μα τελικά αν κάποιοι όφειλαν να λογοδοτήσουν, ήταν οι παγκόσμιοι ηγέτες.
Στο ίδιο κομβικό σημείο βρισκόταν και ο Γκαμπριέλ. Έχοντας μάθει να μισεί τους Γερμανούς, η αρχική ηθική του δεν του είχε επιτρέψει να αφήσει μία κοπέλα να πνιγεί. Είχαν μάλλον θέσει σε λειτουργία τα ανθρώπινα ένστικτα και είχε προτιμήσει να την ζεστάνει με το κορμί του. Δεν άντεχε στην ιδέα να της προκαλέσει κακό. Μπορεί να μην ήταν κοινωνικός ή μορφωμένος, μα η αγάπη του πατέρα του η απλοϊκή, είχε κάνει τη δουλειά της. Παρά την ηλικία του δεν είχε γευτεί τον έρωτα. Η απομόνωση και ο πόλεμος δεν του είχαν δώσει την ευκαιρία γνωριμίας με κάποια κοπέλα, ενώ η αντικοινωνική του συμπεριφορά είχε λειτουργήσει ανασταλτικά. Πολλοί στρατιώτες, μικρότεροι από τον ίδιο, επιθυμούσαν διακαώς να χάσουν την παρθενιά τους βιάζοντας τις Γερμανίδες κυρίως, ενώ ουκ ολίγες φορές είχε γίνει μάρτυρας αποτρόπαιων περιστατικών. Αντιθέτως, εκείνος τρόμαζε. Ίσως να οφειλόταν στην ανασφάλειά του, μα σε καμία περίπτωση δεν θα θυσίαζε την μαγεία της πρώτης φοράς. Απέναντι στην Τσάρλη, ένιωθε αμήχανα. Γνώριζε πως εκείνη είχε κάποτε σχέση, επομένως είχε και την εμπειρία. Πιθανότατα να τον θεωρούσε αδέξιο, ίσως και να το μετάνιωνε. Σαν κάθονταν δίπλα δίπλα, εκείνη τον σκούντησε.
«Σταμάτα να σκέφτεσαι...» του είπε στα γερμανικά, μονάχα που εκείνος την κατάλαβε.
Είχε πλέον μάθει να διαβάζει το βλέμμα της, τον τόνο της φωνής της, καταβάλλοντας τιτάνιες προσπάθειες να μάθει και τη γλώσσα. Το βλέμμα του, ίδιο με την ανάσα του χιονιά, κατρακύλησε στα χείλη της. Εκείνη αποφάσισε να κάνει την πρώτη κίνηση, κλείνοντας την απόσταση. Το ένστικτό του άρχισε να τον καθοδηγεί, μα το φιλί του ήταν διαφορετικό, αργό, με τα δόντια του να χαϊδεύουν ελαφρώς το κάτω χείλος της, σαν να προσπαθούσε να την γευτεί. Τα χέρια του παρέμεναν σταθερά στη μέση της. Σαν απομακρύνθηκαν για λίγο, εκείνη παρατήρησε πως ο νεαρός είχε ένα βλέμμα μέθης και ελαφριάς αμηχανίας. Τα δάχτυλά της απλώθηκαν, αγγίζοντας τα υγρά του χείλη και η καρδιά του έχασε έναν χτύπο. Το κορμί του ξεκίνησε τον χορό. Ήθελε να την δει. Να παρατηρήσει το πάλλευκο νεανικό της σώμα, να γευτεί κάθε του σημείο, καταλήγοντας να της κάνει έρωτα μέχρι το ξημέρωμα. Ωστόσο, η στιγμή δεν ήταν η κατάλληλη για εκείνον. Αφήνοντας ένα φιλί τρυφερό στο μέτωπό της, ήξερε πως έπρεπε να φύγει. Το καθήκον του ελεύθερου σκοπευτή τον καλούσε.
*SMERSH : Ακρωνύμιο της έκφρασης smert shpionam (θάνατος στους προδότες) Ο ίδιος ο Στάλιν είχε επιλέξει να ονομάσει έτσι την οργάνωση αντικατασκοπείας του που συνόδευε κάθε μονάδα και σχηματισμό του Κόκκινου Στρατού.
*Stavka : αρχηγειο σοβιετικών ενόπλων δυνάμεων υπό τον έλεγχο του Στάλιν
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top