0005. ΜΑΙΟΣ
Εδώ και πέντε εβδομάδες άρχισαν να συμβαίνουν πραγματικά περίεργα πράγματα. Η Νεβένα άρχισε να μου φέρεται κάπως καλύτερα τώρα. Ίσως να φταίει το γεγονός ότι πλέον είμαι δεκαπέντε και όχι δεκατέσσερα αλλά σίγουρα θα είναι κι άλλοι λόγοι που δεν μου τους λέει...
Λάβετε υπόψιν ότι με άφησε μέχρι και ιδιαίτερα στα μαθηματικά να της κάνω! Πάντα ήθελε να τα βγάζει πέρα μόνη της και δεν ήθελε βοήθεια από τους άλλους, αλλά κάπως σαν να δυσκόλεψαν τα μαθηματικά στο σχολείο που πάει και έτσι αποφάσισε επιτέλους να μου ζητήσει βοήθεια!
Παιδεύτηκα βέβαια αρκετά, γιατί η Νεβένα αν και η μεγαλύτερη από τις αδερφές μου είναι πολύ δύσκολο παιδί. Έκανε λες και ήταν μικρότερη από τη Σάρα. Αλλά τώρα θα τη μάθω;
Το μάθημα που της έκανα διήρκεσε τρεις ώρες και βάλε... Αλλά χαλάλι της. Εγώ περνούσα καλά. Την αγαπούσα τη Νεβένα και ας έκανε αυτά που έκανε. Δεν με ένοιαζε καθόλου.
Εξηγούσα στην Νεβένα τι έπρεπε να κάνει για να καταλάβει τις εξισώσεις δευτέρου βαθμού. Παρόλα αυτά την έβλεπα να κοιτάζει κατά διαστήματα για λίγο το παράθυρο. Και ήξερα γιατί το έκανε... Γιατί ήταν σήμερα τα δικά της γενέθλια. Και είχε καλέσει πολλούς φίλους της...
Όμως η μαμά μου είπε ότι δεν θα την άφηνα να βγει από το δωμάτιό μου αν δεν έκανε σωστά όλες τις ασκήσεις της. Την είχα πιέσει πάρα πολύ αλλά τι να την κάνω. Δεν λες έτσι απλά σε ένα παιδί να κάνει ησυχία σαν ρομπότ χωρίς να έχει καθόλου ψυχή... Την υπέμεινα όσο μπορούσα μιας και μια εναλλακτική που έχω είναι να γίνω δάσκαλος μαθηματικών.
Επιτέλους τελειώσαμε και η Νεβένα μπήκε στο δωμάτιο των κοριτσιών για να αλλάξει. Είχε φορέσει το αγαπημένο της ροζ σορτσάκι με τα στρας στο τελείωμα και ένα τιραντέ άσπρο μπλουζάκι με μια νεκροκεφαλή που είχε ένα ροζ φιογκάκι, ασορτί με το σορτσάκι της. Της πήγαινε πάρα πολύ. Και αυτό το σορτσάκι το φόραγε μόνο σε ειδικές περιστάσεις.
Εγώ είχα βάλει λευκό κοντομάνικο πουκάμισο και το στενό μου ξεθωριασμένο μπλε τζιν. Απλά πράγματα. Η Νεβένα με κοίταξε με ένα αδιάφορο βλέμμα ενώ εγώ την κοίταζα με λατρεία. Τόσο όμορφη ήταν...
-Είσαι πολύ όμορφη. Θα κάψεις καρδιές...
-Όχου σταμάτα πια να με πειράζεις... Και εσύ κάτω τα χέρια σου από τα κορίτσια!
-Έλα βρε Νεβένα... Ξέρεις ότι λατρεύω να μιλάω σε κόσμο. Δεν σημαίνει ότι κάνω και αυτά που νομίζεις...
-Καλά. Ξέρεις όμως ότι θα υπάρχουν και αγόρια.
-Μην ανησυχείς...
-Πως πιστεύεις ότι πήγα;
-Εντάξει ήσουν. Δεν έχω πρόβλημα. Αλλά με ζόρισες κάπως...
-Δηλαδή η μαμά λες να είναι ευχαριστημένη;
-Προφανώς. Αλλά μάλλον θα μου ζητήσει να σου κάνω κι άλλα.
-Μακριά μου... Τα μαθηματικά με σκοτώνουν...
-Θα σκοτωθείς όμως περισσότερο αν δεν τα μάθεις μικρή! λέω χαμογελώντας πειραχτικά.
-Έλα ρε συ...
Την ίδια στιγμή χτυπάει το κουδούνι. Και φυσικά η Νεβένα πήγε να ανοίξει. Ακούγονται θόρυβοι στο σαλόνι... Πολύς κόσμος... Άκουγα πολλά γέλια και τσιρίδες... Ε, δωδεκάχρονα θα είναι, τι θα κάνουν...
Έμεινα για λίγο μόνος και προσπάθησα να ηρεμήσω. Η Νεβένα έστω και έμμεσα μου ζητούσε να ήμουν λίγο πιο ήσυχος... Βέβαια δεν ξέρω τι είναι ακριβώς αυτό το ήσυχο αλλά θα κάνω πραγματικά ό,τι μπορώ. Αφού κατάλαβα πως δεν γίνεται να δείξω το είναι μου φανερά, θα το δείχνω κρυφά. Θα εξυπηρετώ εγώ τη Νεβένα και τους φίλους της. Αλλά φρόνιμα και διακριτικά. Και με ένα απρόσωπο βλέμμα σαν να μην συμβαίνει τίποτα. Το είχα πάρει απόφαση.
Βγήκα επιτέλους στο σαλόνι. Τα παιδιά με το που με είδαν με κοίταξαν χαμογελαστά αλλά προσπάθησα να μείνω απρόσωπος. Τα παιδιά έγιναν παρέες παρέες και η Νεβένα βρήκε και τις δικές της πιο στενές φίλες. Άρχισα να φέρνω σνακ στο σαλόνι.
Όταν τελείωσα με τα πηγαινέλα, κάθισα σε μια καρέκλα στην τραπεζαρία για να ηρεμήσω. Δεν ήξερα τι ακριβώς έκανα. Δεν ήρθε η Νεβένα να μου μιλήσει, ούτε φαινόταν ότι κάτι που έκανα την ενοχλούσε, αλλά τουλάχιστον αυτές οι στιγμές, με ηρέμησαν λίγο. Με πλησίασε όμως η Σάρα με την Έσμα. Τις αγκάλιασα αμέσως.
-Πάλι η Νεβένα άρχισε τα δικά της; με ρωτάει η Έσμα ψιθυριστά.
-Και λίγα λες!
-Μην ανησυχείς Βλάτκο! Θα τα καταφέρεις! Ξέρω ότι αγαπάς τη Νεβένα αλλά εκείνη είναι η δύσκολη και η περίεργη! Σου το λέω εγώ που πάμε και στο ίδιο σχολείο και κοιμόμαστε στο ίδιο δωμάτιο... Πρέπει όμως να το αποδεχτείς Βλάτκο... Δεν γίνεται αλλιώς... λέει η Σάρα.
Αυτό ειλικρινά είναι το πιο σπουδαίο πράγμα που μου έχει πει. Η Σάρα είναι απίστευτα γλυκιά. Δεν περίμενα καν να πει κάτι τέτοιο αλλά είναι κάτι που ακόμη και να με εκνεύρισε λίγο μου έχει δώσει πολλή δύναμη...
Τα μικρά και εγώ μιλήσαμε για λίγο ακόμα και μετά χωρίσαμε. Τρέξαμε σε όλο το σπίτι. Εγώ πήγα να τσιμπήσω κάτι στο σαλόνι. Τσιμπολογούσα λίγα πατατάκια από τη χούφτα μου και παρατηρούσα τα παιδιά. Και μόνο που έβλεπα τα παιδιά, έβλεπα κόσμο, ήταν κάτι καταπραϋντικό για μένα.
Όμως καθώς ήμουν εκεί που ήμουν στις σκέψεις μου, βλέπω ένα κοριτσάκι με μαύρα ρούχα να κλαίει. Το πλησιάζω και το ρωτάω τι τρέχει.
-Τι έγινε; Είσαι εντάξει; το ρωτάω.
-Όχι... λέει το κοριτσάκι και φαινόταν.
-Πως σε λένε;
-Τέσα... Δεν μου λες, εσύ δεν είσαι ο Βλάτκο ο μεγάλος αδερφός της Νεβένα;
-Ναι. Σου το είπε;
-Όχι, το έμαθα από τα άλλα παιδιά. Εσύ δεν είσαι και κιθαρίστας;
-Ναι.
-Τραγουδάς κιόλα;
-Ναι. Ε, δε γίνεται αν παίζεις κιθάρα να μην τραγουδήσεις κιόλα... Αλλά γιατί κλαις; Έχουμε πάρτι και κόσμο μαζί! Τι θέλεις και κλαις; ρωτάω. Το κοριτσάκι ήταν πανέμορφο. Είχε υπέροχα γαλάζια μάτια. Αλλά ασχήμαινε όταν έκλαιγε και ήταν πολύ κρίμα...
-Οι γονείς μου... Πέθαναν την περασμένη εβδομάδα...
-Και γιατί ήρθες εδώ;
-Ήρθα ως συνοδός με την μεγαλύτερη αδερφή μου. Δεν θα ερχόμουνα καθόλου. Δεν είχα καμία όρεξη...
-Ποιά είναι η αδερφή σου;
-Η Μάγκντι. Είναι συμμαθήτρια της Νεβένα.
-Πόσο χρονών είσαι;
-Εννιά.
Και πιάνουμε την κουβέντα. Αυτό το κοριτσάκι είναι ειλικρινά γεμάτο ζωή! Μου έλεγε πράγματα που δεν περίμενα να ακούσω από τα χείλη του. Που θα μπορούσε και μεγαλύτερος να τα πει. Ενα ακόμη πράγμα που μου έκανε εντύπωση ήταν το ότι της πρόσφερα γλυκό και αρνήθηκε. Μου έλεγε ότι δεν έτρωγε γλυκά για να μην παχύνει. Αυτό βέβαια μου φάνηκε κάπως υποκριτικό και από μέσα μου σιγογελούσα, γιατί ήταν λίγο παχουλούτσικη αλλά ήξερα ότι αυτό τι πάχος ήταν φυσιολογικό και έτσι δεν το σχολίασα.
Μιλούσαμε αρκετές ώρες ολομόναχοι στην τραπεζαρία ενώ τα παιδιά έτρεχαν παντού σε όλο το σπίτι. Κάποια στιγμή όμως με παίρνει χαμπάρι η Νεβένα όταν μπήκε στη κουζίνα για να πάρει νερό και πάγωσε όταν μας είδε μαζί.
-Α εδώ είσαι Βλάτκο.
-Περνάς καλά Νεβένα; ρωτώ καθαρά από ενδιαφέρον.
-Μια χαρά.
-Γεια σου Νεβένα! Να τα εκατοστήσεις! λέει η Τέσα χαμογελαστή. Εδώ όμως πρέπει να κάνω μια αναγκαία παρένθεση. Είχα πει ότι τα κορίτσια έχουν γενέθλια το καλοκαίρι. Η Νεβένα όμως έχει γενέθλια στις 28 Μαίου που είναι πολύ κοντά στο καλοκαίρι.
-Ευχαριστώ. λέει η Νεβένα αδιάφορα όμως έβλεπα στα μάτια της μια έκφραση που έλεγε: Θα δεις τι θα γίνει μετά! αλλά δεν της έδωσα σημασία.
-Να σου πω μικρή, η Μάγκντι σε ψάχνει. της λέει η Νεβένα.
-Καλά... Συγνώμη Βλάτκο πρέπει να φύγω... λέει η μικρή και βγαίνει από την κουζίνα.
Μείναμε λίγο μόνοι η Νεβένα και εγώ στην κουζίνα.
-Τι λέγατε;
-Η μικρή, η Τέσα έχει χάσει τους γονείς της. Και προσπάθησα να την παρηγορήσω.
-Α, ναι... Το ξέχασα.
-Τέλος πάντων. Εσύ τι θα κάνεις τώρα;
-Τα κορίτσια θέλουν να τους τραγουδήσεις... Και δεν ξέρω τι να κάνω.
-Κοίτα να δεις Νεβένα, δεν ξέρω. Δεν έχω προετοιμαστεί.
-Ούτε καν κάτι που να ξέρεις καλά;
-Τι να σου πω ρε Νεβένα δεν ξέρω...
-Η Μάγκντι βέβαια το πρότεινε.
-Μάλιστα... Θα προσπαθήσω.
Είπα όμως στη Νεβένα να περιμένει κανένα τέταρτο για να ανασηγκροτηθώ. Και φυσικά για να προετοιμαστώ όσο καλύτερα μπορώ.
Ετσι λοιπόν αποφάσισα να καθίσω για περίπου κανένα εικοσάλεπτο για να τους τραγουδήσω. Κούρδισα λίγο την κιθάρα μου και πήρα μια βαθιά ανάσα.
Αντηχά η φωνή μου στα αυτιά μου αλλά και στα αυτιά των κοριτσιών. Σε κάποια κοριτσάκια φαίνεται να τους αρέσει αλλά σε κάποια άλλα να τους φαίνεται κάπως αδιάφορο. Η Τέσα φυσικά το εγκρίνει.
Στο τελευταίο τραγούδι όμως οι δυο αδερφές, η Μάγκντι και η Τέσα φαίνεται να διασκεδάζουν πραγματικά μιας και τραγουδούσαν μαζί μου από το πρώτο ρεφρέν. Ενιωσα κάπως αμήχανα μιας και η μεγαλύτερη, η Μάγκντι ήταν φάλτση αλλά η Τέσα η μικρότερη ήταν καταπληκτική.
Ολοι μετά από αυτό χειροκρότησαν ευχαριστημένοι. Και η Νεβένα ακόμη παρότι δεν της άρεσε ιδιαίτερα, φαίνεται να το εκτιμούσε έστω και λίγο. Για τις καλεσμένες της.
Οταν όμως τελείωσε το πάρτι άρχισε το καλό... Η Νεβένα έγινε ξανά σκύλα. Αρχισε αμέσως την ανάκριση. Τι της είπες, τι κάνατε, πότε έγινε αυτό, πόση ώρα μιλούσατε και τα λοιπά που ειλικρινά δεν καταλαβαίνω γιατί το κάνει.
Προσπάθησα να την αποφύγω αλλά δεν γινόταν τίποτα. Επέμεινε να μάθει.
Ομως ακόμη και όλη την αλήθεια να της έλεγα, δεν νομίζω να καταλάβαινε και πολλά. Ηταν πολύ περίεργη η κατάσταση.
Ευτυχώς όμως, λίγο αργότερα η μαμά με φώναξε για κάτι και γλίτωσα τα πολλά κραξίματα...
Την επόμενη μέρα στο σχόλασμα, έτυχε να συναντήσω την Τέσα μαζί με τον θείο της την στιγμή που βρήκαν την Μάγκντι να την πάρουν από το σχολείο.
Αυτό το κορίτσι, η Μάγκντι είναι φωτοτυπία του θείου της! Εχει μαύρα κοντά πυκνά μαλλιά και κατάμαυρα πυκνά φρύδια ενώ είχε μάτια κεχριμπαρένια. Μάλλον ο μπαμπάς της και ο θείος της θα έμοιαζαν πολύ. Ομορφη είναι αλλά χωρίς κάτι το εξαιρετικό. Ομως με το που με είδε, ενώ εχθές στα γενέθλια της Νεβένα ήταν χαμογελαστή, σήμερα πάγωσε. Η Τέσα όμως καταχάρηκε με το που με είδε. Με πλησίασε σαν να ήταν η μικότερή μου αδερφή.
-Τέσα φρόνιμα! Μη τρέχεις! φώναξε δασκαλίστικα η Μάγκντι.
-Μην ανησυχείς Μαγκ, δεν θα αργήσουμε! Βλάτκο τι κάνεις;
-Καλά. Τίποτα το ιδιαίτερο.
-Τέσα, αυτός δεν ήταν που σας τραγούδησε εχθές στο πάρτι της Νεβένα;
-Ναι!
-Γεια σας! λέω εγώ. Ο θείος της φαινόταν εντάξει ενώ η Μάγκντι ήταν περίεργη...
-Δεν ήξερα ότι πήγαινες με την Μαγκντι στο ίδιο σχολείο! λέει χαμογελαστός ο θείος. Ξέχασα να σας πω ότι το σχολείο μας είναι και γυμνάσιο και λύκειο μαζί.
-Στην ογδόη τάξη πηγαίνω.
-Πότε γνωριστήκατε;
-Εχθές το βράδυ.
-Ησουνα πολύ γλυκός με την μικρή. Και σκεφτόμουν αν θα ήθελες να έρθεις στην κηδεία του αδερφού μου και της κουνιάδας μου.
-Πότε θα γίνει; Και που;
-Σήμερα το απόγευμα σε μια εκκλησία στο κέντρο. Θέλεις να σε πάρουμε από το σπίτι σου στις πέντε;
-Θα προσπαθήσω. είπα. Κάτι που ίσχυε γιατί μπορεί να ήταν Δευτέρα και να μην είχα ιδιαίτερα, αλλά είχα διάβασμα και η ώρα ήταν τρεις.
Στο σπίτι όμως η μαμά δεν φαινόταν να εγκρίνει την ιδέα, παρότι είχα και μέσο για να πάω και πιθανόν να γυρίσω, αλλά και είχα τελειώσει και το διάβασμά μου.
Είδα και έπαθα να πείσω τη μάνα μου να με αφήσει. Ο μπαμπάς δεν φαίνεται να ενδιαφέρεται ιδιαίτερα. Αλλά δεν τρελαινόταν κιόλας...
Φόρεσα το μαύρο μου πουκάμισο και το μαύρο τζιν μου μαζί με τα μαύρα μου μοκασίνια. Πήρα μια βαθιά ανάσα και κατέβηκα κάτω από την πολυκατοικία μου.
Δέκα λεπτά αργότερα είδα επιτέλους το αμάξι του θείου της Μάγκντι. Ανοιξα τη πόρτα της μπροστινής θέσης που ήταν άδεια. Είδα την Μάγκντι και την Τέσα να είναι ντυμένες στα μαύρα και να έχουν τα μούτρα τους κατεβασμένα. Η Τέσα όμως χάρηκε που με είδε.
Δεν είπαμε και πολλά στην διαδρομή. Ομως στη κηδεία, η Τέσα έκλαιγε με αναφιλητά. Οχι με λυγμούς βέβαια που θα έκαναν πολύ θόρυβο, παρόλα αυτά, η Μάγκντι κάθε λίγο τη σκούνταγε εκνευρισμένη.
Στο σπίτι του θείου της Μάγκντι έγινε μια συγκέντρωση μετά την κηδεία. Ηταν σαν πάρτι μόνο που ακουγόντουσαν και κάποια κλάματα. Ο κόσμος μιλούσε, έκανε, έρανε, έδειχνε... Τίποτα το σπουδαίο.
Σε κάποια φάση βαρέθηκα απίστευτα. Το ίδιο και η Τέσα αν και φαινόταν πολύ στεναχωρημένη σε μια τόσο θλιβερή αλλά και σημαντική ταυτόχρονα μέρα.
-Είσαι καλά; τη ρωτώ; Φορούσε ένα τιραντέ μαύρο κοντό φουστανάκι και με το χτένισμα που έκανε έμοιαζε απίστευτα στη Σάρα.
-Βαριέμαι... Οι μεγάλοι μιλούν συνέχεια για βαρετά πράγματα ενώ εγώ δεν έχω τι να κάνω. Μου λένε πήγαινε αλλού να παίξεις, πήγαινε σε άλλον να μιλήσεις, κάνε ό,τι θέλεις αλλά μην με ενοχλείς... Δεν φαντάζεσαι! Δεν λέω κι εγώ έχασα τους γονείς μου αλλά δεν τα κάνω αυτά από αντίδραση!
-Και γιατί δεν πας στο δωμάτιό σου;
-Δεν θέλω! Βαριέμαι να είμαι συνέχεια μόνη μου! Είναι και λίγο μαλακία εξάλλου να έχεις τόσο κόσμο στο σπίτι και να μην ασχολείται μαζί σου! Οχι μόνο μαλακία, αλλά είναι και άδικο!
-Οντως... Σε νιώθω... Η Μάγκντι δεν σου μιλάει;
-Μου μιλάει αλλά λέει δεν έχει χρόνο να ασχολείται με μένα. Εχει πιο σημαντικά πράγματα να κάνει.
-Σαν τι δηλαδή;
-Δεν μου λέει! Λέει μόνο να κοιτάζω τη δουλειά μου και να μη ρωτώ. Λες και είμαι τόσο χαζή για να καταλάβω τι σκέφτεται!
Εμεινα με το στόμα ανοιχτό. Δεν περίμενα ότι ένα κοριτσάκι σαν την Τέσα, ίδια η Σάρα, να σκέφτεται έτσι!
-Γι'αυτό και σκέφτηκα να σου πω κάτι τώρα που είμαστε μόνοι. Αλλά δεν θα το πεις σε κανέναν γιατί θα με κοροιδεύουν!
-Λέγε μικρή!
-Θέλω να αρχίσω ηλεκτρική κιθάρα. Αλλά δεν έχω λεφτά ούτε και δάσκαλο για το μάθημα... Και σκέφτηκα μήπως ξέρεις κανέναν...
-Μα αφού τον έχεις μπροστά σου! Και μάλιστα δωρεάν!
-Αλήθεια;
-Ναι! Αλλά για να σε ρωτήσω κάτι; Γιατί το θέλεις κρυφό;
-Γιατί όταν τους το έλεγα, με κορόιδευαν και με αποκαλούσαν αγοροκόριτσο. Ελεγαν πως η ροκ δεν είναι για κοριτσάκια.
-Τι μαλακίες λένε! Καταλαβαίνω γιατί το θέλεις έτσι, αλλά δεν φοβάσαι μη βρεις τον μπελά σου;
-Οχι βέβαια. Δεν με νοιάζει καθόλου. Θα λέω ότι και καλά πάω στη γιαγιά ή σε κάποια φίλη μου για επίσκεψη...
-Μήπως τότε θα έπρεπε να πηγαίναμε στη γιαγιά σου για το μάθημα να ήμασταν σε ουδέτρο έδαφος;
-Το βρίσκω καλή λύση αλλά φοβάμαι μη μας πάρουν χαμπάρι!
-Δεν θα μας πάρουν. Δεν με εμπιστεύεσαι;
-Και βέβαια σε εμπιστεύομαι! Και σε ευχαριστώ πάρα πολύ!
-Πότε θέλεις να κάνουμε το πρώτο μάθημα;
-Την Κυριακή. Το απόγευμα κατά τις έξι. Θέλεις; Αυτή είναι η διεύθυνση της γιαγιάς μου. λέει και μου έδωσε ένα χαρτάκι.
-Είναι πολύ κοντά στο σπίτι μου! Ναι, αλλά είσαι τόσο σίγουρη για την γιαγιά σου ότι δεν θα έχει πρόβλημα;
-Ναι! Λέει άλλο για μια φορά εμείς την εβδομάδα και άλλο για τους γείτονές της που κάνουν φασαρία όλη μέρα...
-Μάλιστα... Ελπίζω να πάνε όλα καλά τότε...
Την ημέρα του μαθήματος είπα στη μαμά ότι θα έβγαινα για μια βόλτα περπατητή. Πίστευα ότι θα μπορούσα να βγω για δυο ώρες χωρίς πολλά πολλά αλλά να που η μάνα μου είχε καχυποψία και για αυτό...
Τι να την έκανα όμως τώρα... Επρεπε να βλέπω τον στόχο μου. Περπάτησα δεκαπέντε λεπτά για να βρω την πολυκατοικία της γιαγιάς της Τέσα. Δυσκολεύτηκα να την βρω βέβαια. Δεν πειράζει όμως.
Η γιαγιά της Τέσα ήταν μια γλύκα! Φορούσε βέβαια μαύρη ρόμπα και κάθε τόσο ψιλοδάκρυζε αλλά δεν φαίνεται να πτοείται.
Δεν μας έκανε ούτε μια παρατήρηση ακόμα και μέσα από την κλειστή πόρτα της κουζίνας έλεγα ένα σωρό φορές τα λάθη της. Ποπό υπομονή!
Και παρότι η Τέσα ήταν μικρή ήταν αρκετά έξυπνη. Μετά από λίγο τα έπιανε όλα με την μία. Μετά επιτέλους άρχισε να μαθαίνει τα πιο βασικά αν και αρκετές φορές δεν μπορούσε να πιάσει την πένα καλά καλά. Δεν πειράζει όμως...
Το μάθημα τελείωσε και μετά από λίγο, η Τέσα και εγώ χαζολογήσαμε κάτι βιντεάκια στο κινητό μου. Η γιαγιά της Τέσα μετά μας μίλησε λίγο και μας ρώταγε για το μάθημα. Μετά από κανένα δίωρο έφυγα να πάω σπίτι μου.
Πήγα στο σπίτι μου για να ηρεμήσω. Επιασα τα μαθήματά μου μια ακόμη φορά για λίγο και ανακάλυψα και κάτι ξεχασμένες ασκήσεις μαθηματικών... Μετά επιτέλους άραξα πάλι καλά...
Φαίνεται πάντως να με πήρε ο ύπνος μιας και ήρθε η μαμά στο δωμάτιό μου για να με ειδοποιήσει ότι ο μπαμπάς έφερε γλυκά.
Στο τραπέζι, η Νεβένα έλαμπε ολόκληρη μιας και αύριο έγραφε μαθηματικά και δεν είχε καθόλου άγχος μιας και την είχα προετοιμάσει τόσο καλά... Ευτυχώς που είπε επιτέλους και έναν καλό λόγο για μένα. Αν και κοκορεύεται και συνεχώς καμαρώνει για τις επιδόσεις και την πρόοδό της...
Την αγαπώ την αδερφή μου αλλά είναι πολύ καβαλημένο καλάμι. Τι να την κάνω όμως... Δεν ξέρω τι να της πω.
Εγώ παρόλα αυτά είδαμε και μια ταινία μαζί με την Σάρα. Κοντέψαμε βέβαια να αποκοιμηθούμε από τη νύστα. Οχι από τη βαρεμάρα αλλά από την κούραση. Ομως ένιωθα και κάποιες τύψεις που έλεγα ψέματα στους γονείς μου αλλά και η Νεβένα στους δικούς της αλλά από την άλλη με τις βλακείες τους δημιούργησαν το πρόβλημα άρα δεν μπορώ να πω ότι νοιαζόμουν ιδιαίτερα.
Τώρα όσο αναφορά το πως νιώθω... Νιώθω καλύτερα από ποτέ. Ειδικά μετά από ένα άσχημο γεγονός να κερδίζω πολλά περισσότερα...
___________________________________________
Ηρθε επιτέλους και το κεφάλαιο του Μάη! Ελπίζω να είστε όλοι καλά και να τα ξαναπούμε σύντομα!
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top