Κεφάλαιο 19° προτελευταίο

Να μη σε γνώριζα ποτέ... Τόσο αργά...

°•°•°•°•°•°°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°°•°•°•°°•°•°•°•°•°•°•

"Λέω να το ανοίξω. Τι λες;" ο Σωτήρης ήταν ενθουσιασμένος

"Βλέπω παίρνουμε αποφάσεις αμέσως" τον κοροιδεψε

"Τώρα που έχω και εσένα εδώ. Να πεταχτώ και μέχρι τα Κύθηρα να βάλω τις ταμπελες γιατί έτσι που το έχεις ρημαδιο δύο μήνες άνθρωπος δε το ξέρει"

"Να πας αδερφέ. Θα στρώσω αν είναι να στο έχω έτοιμο..."

Ο Σωτήρης κοντοσταθηκε.

"Πιστεύεις ότι ο Νεκτάριος θα βγάλει άκρη;" ρώτησε προβληματισμένος αφού το τηλεφώνημα του, μόνο μπέρδεμα έφερε. Τους είπε ότι η Ιφιγένεια δεν ήταν και στα πολύ καλά της. Την είδε... Επίσης ο Πάνος δεν έλεγε τίποτα για νησί. Την είχε στα σκοτάδια και η Θάλεια ήταν εξαφανισμένη. Ήταν πεπεισμένος ότι είχαν ειπωθεί ψέματα αλλά δεν ήξερε τι ακριβώς.
Ούτε όμως άφησε και το Ρήγα να πάρει το αεροπλάνο και να πάει αφού μόλις τον άκουσε , ήθελε απλά να φύγει. Να πάει να τη βρει. Δεν μπορούσε να περιμένει λεπτό.

"Δε ξέρω. Σκέφτομαι το βράδυ να φύγω..."

"Μη κάνεις μαλακίες. Και τι θα πας να πεις;"

"Θα συστηθω ξανά. Όπως κάναμε στα μηνύματα... Ρε Σωτήρη , κι εγώ νιώθω ότι κάτι είναι στραβό. Το είπε και ο Νεκτάριος. Κι αν αυτός ο παπάρας της παρουσίασε αλλιώς τα γεγονότα; Κι αν δεν είχε ποτέ αιμάτωμα; Κι αν όλα αυτά ήταν μια δικαιολογία για να μη τη πλησιάσω;" Ο Χριστόφορος άναψε τη μηχανή του καφέ να κάνει ακόμα έναν προβληματισμένος

"Δε θα σου πω ότι δε τα πιστεύω αυτά που λες... Αλλά δώστου μια μέρα ακόμα. Είπε θα προσπαθήσει να ξεμοναχιάσει... Ούτε η Εύα ήξερε πολλά..."

"Ήξερε ότι δε θέλει ούτε να με βλέπει σαν Ρήγα, δε φτάνει;"

"Αυτό το ξέραμε... Το γιατί δε ξέραμε. Κάτσε εδώ, πιες ένα ακόμα καφέ και περίμενε να έρθω. Θα δουμε εντάξει; Στη τελική τα μαζεύουμε το πρωί και πάμε μαζί"

"Θέλω να τη πάρω τηλέφωνο..."

"Θα πάνε τα παιδιά. Να τη πάρεις και να πεις τι ενώ θα είναι μαζεμένοι εκεί;"

"Δε ξέρω ρε μαλάκα. Θέλω απλά να τη πάρω τηλέφωνο!"

°•°•°•°•°•°•°•°•°°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°°•°•°•°•

"Ξέχασα το κρασί, μισό..." Ο Πάνος σηκώθηκε και πήγε στη κουζίνα. Άνοιξε το ψυγειο έβγαλε το κρασί μα λίγο πριν φύγει, άκουσε τη δόνηση από τη  τσάντα της. Μπορεί να ήρθαν τα παιδιά, αλλά δε ξέχασε όσα είπαν μεταξύ τους. Κοίταξε χωρίς δεύτερη σκέψη τη τσάντα και έβγαλε το τηλέφωνο της. Έπαιρνε ο Ρήγας. Κοκκίνισε αμέσως ολόκληρος. Έριξε ένα βλέμμα στο σαλόνι, πάτησε απόρριψη στη κλήση και άνοιξε τα μηνύματα.

"Μη με ξαναενοχλησεις ποτέ! Ξέρω ότι κάναμε σεξ. Ξέρω ότι εσύ μου έκανες τα τατουάζ. Τα ξέρω όλα. Δε θέλω καμιά επαφή. Μια περιπέτεια ήταν και τελος. Είμαι με το Πάνο και αυτό θέλω να το σεβαστείς. Κάποιες μνήμες μου επέστρεψαν σήμερα και το έχω μετανιώσει.  Τελειώσαμε" έγραψε και ύστερα πάτησε αποστολή και τον μπλόκαρε κι όλας. Έσβησε τα μηνύματα , έσβησε και την επαφή του και ύστερα πάτησε ολική επαναφορά στο κινητό της και το έβαλε στη τσάντα.

"Συγνώμη που άργησα. Δεν έβρισκα ανοιχτήρι..." μπήκε ατάραχος στο σαλόνι, άνοιξε το κρασί και σέρβιρε "Αγάπη μου, εσύ θέλεις;"

"Όχι..." είπε κάπως ξερά.

"Πάντως Ιφιγένεια, εγώ λέω να έρθεις ξανά στο νησί μας μια βόλτα. Που ξες, ίσως αυτό είναι το κλειδί για να θυμηθείς" αποκρίθηκε ο Νεκτάριος ήρεμος

"Και εγώ αυτό πιστεύω είναι το καλύτερο..." πετάχτηκε και η Εύα

"Για αυτό ήρθατε; Για να μιλάμε πάλι για τη μνήμη της; Ο γιατρός είπε δε κάνει καλό συνέχεια να λέμε τα ίδια και τα ίδια!" τους απάντησε ενοχλημένος ο Πάνος.

"Ίσως έχουν δίκιο..." κοίταξε την Ιφιγένεια έκπληκτος.

"Ίσως έχουν δίκιο;" Επανέλαβε τα λόγια της "Είσαι σοβαρή; Το ξέρεις ότι υπάρχει η πιθανότητα μόνιμης βλάβης; Αυτό παλεύω δύο μήνες να αποφύγω!"

"Και τι φοβάσαι;" του είπε ο Νεκτάριος "Τι μπορεί να γίνει άλλωστε στο νησί και να τη ταράξει τόσο; Όλοι της φερθηκαμε άψογα!" πέταξε και ο Πάνος έσμιξε τα φρύδια του. "Εκτός κι αν υπάρχει κάτι που δε ξέρω..." συνέχισε με νόημα.

"Τίποτα δε υπάρχει! Απλά δε γουστάρω να πάμε πίσω. Τόσο κακό είναι;" Ο Πάνος έβγαζε αφρούς.

"Να δεις χαρά που θα κάνει και ο Σωτήρης με το Ρήγα αν σε δουν Ιφιγένεια..." Ο Νεκτάριος πίεζε και ο Πάνος φούντωσε. Η Ιφιγένεια πάλι, ένιωθε περίεργα. Ύστερα από όσα της είπε ο Πάνος στο εστιατόριο, ένα κουβάρι ήταν το κεφάλι της.

"Μπορεί να χαρούν περισσότερο με τη Θάλεια..." απάντησε χωρίς να σκεφτεί

"Τι λες καλέ;" ο Νεκτάριος γέλασε "Τι δουλειά έχει η Θάλεια;"

"Νεκτάριε δε φτάνει;!" φώναξε κάπως ο Πάνος

"Εσύ τι ζόρι τραβάς ακριβώς ρε;"

Ο Πάνος πήρε μια βαθιά ανάσα και τους κοίταξε.

"Αγάπη μου, δε καταλαβαίνει..." είπε προς την Ιφιγένεια και ύστερα γύρισε προς αυτόν "Ο Ρήγας προσπάθησε να κάνει κάτι μαζί της. Αυτό για λόγος μη επιστροφής σου είναι αρκετός; Και τώρα θα σταματήσουμε επιτέλους τη κουβέντα;"

Ξάφνου χτύπησε η πόρτα και η Εύα σηκώθηκε χαρούμενη

"Να τη σταματήσουμε; Μα μόλις άρχισε..." είπε χαριτωμένα και πήγε να ανοίξει...

°•°•°•°•°•°°•°°•°°•°•°•°•°•°•°•°•°•°°•°•°•°•°•°•°•°°•°

Μπήκε μέσα από το μπαρ, έβγαλε ένα ρούμι, και αφήνοντας στην άκρη το καφέ, γέμισε ένα ποτήρι και το κατέβασε.

Προσπάθησε να τη παρει τηλέφωνο μετά το μηνύματα της άλλες δέκα φορές και του έβγαζε ότι δεν υπάρχει ο αριθμός της. Βρήκε μνήμες; Αν το έκανε τότε γιατί του μίλησε έτσι; Ο έρωτας μέσα του λειτούργησε απελπιστικά... Θόλωσε τη κρίση του. Δεν κατάφερε να σκεφτεί καθαρά. Ούτε να ζυγίσει τα ενδεχόμενα...

Κοίταξε το ποτήρι, αλλά το άφησε στην άκρη και αρπάζοντας ολόκληρο το μπουκάλι, έφυγε από το μαγαζί...

°•°•°•°•°•°•°•°°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°°•°•°•°•°•°•°•°•°•°

"Συγνώμη που άργησα..." Μόλις ο Πάνος είδε τη Θάλεια να μπαίνει σπίτι, ασπρισε.

"Καλέ έτσι θα στέκεσαι; Έλα μέσα..." Η Εύα τη τράβηξε προς το σαλόνι και η Ιφιγένεια έμεινε να τη κοιτάζει ασάλευτη. "Ιφιγένεια; Έτσι θα κάτσεις; Η Θάλεια ήρθε..."

"Καλώς ήρθε..." είπε ψυχρά.

"Πώς και αποφάσισες να μας τιμήσεις με τη παρουσία σου; Είναι καλά η μαμά σου; Ο μπαμπάς σου;" της είπε ο Πάνος έντονα

"Είναι μια χαρά και οι δύο.." ήταν μαζεμένη.

"Χαίρομαι που το ακούω... Και ελπίζω να συνεχίσουν να είναι καλά και αγαπημένοι.." ο Πάνος τη κοίταξε και της χαμογέλασε.

"Δεν ήξερα ότι σε νοιάζουν τόσο οι γονείς της..." Παρατήρησε η Εύα η οποία ύστερα από τη κουβέντα με τη Θάλεια στο τηλέφωνο, είχε μάθει τα πάντα.

"Ανθρώπινο ενδιαφέρον λέγεται... Τέλος πάντων. Θα πιες κάτι;" ο Πάνος μίκρυνε το βλέμμα και εκείνη σημασία δε του έδωσε. πλησίασε την Ιφιγένεια και της χαμογέλασε σφιγμένα

"Συγνώμη που δεν ήρθα τόσο καιρό..." είπε θλιμμένα

"Δε πειράζει" Η απάντηση της ήταν κοφτή και ψυχρή.

"Είσαι καλύτερα;"

"Θα ήθελες να είμαι;" την ειρωνεύτηκε αφού καταβαθος, τη πλήγωσαν πολύ τα λόγια του Πάνου.

"Σαγαπαω... Είσαι φίλη μου, γιατί να μη θέλω να είσαι;"

"Δε τελειώνετε με αυτά να κάτσουμε;!" πετάχτηκε ο Πάνος

"Βιαζεσαι Πανούλη;" τον άγριοκοίταξε ο Νεκτάριος και σηκώθηκε

"Εσύ τι σηκώνεσαι τώρα;"

"Πιάστηκα..." είπε και τεντώθηκε "Και θέλω να πάρω και τα τσιγάρα μου από το μπουφάν. Κακο είναι;"

"Ιφιγένεια;" η φωνή της Θάλειας τράβηξε τα βλέμματα τους. "Ο Πάνος σου είπε ψέματα..." είπε και εκείνος τα έχασε

"Τι λες ρε μαλακισμενη;" Μίλησε άσχημα αμέσως και ο Νεκτάριος έβαλε το χέρι του στο στήθος του Πάνου, και του έκανε νόημα να κάτσει στα αυγά του.

"Κι εσύ μου είπες..." η αλήθεια της Ιφιγένειας ήταν άλλη. Και στις δύο περιπτώσεις όμως υπήρχαν ψέματα...

"Το έκανα. Και λυπάμαι για αυτό..."

"Θάλεια βούλωσε το!" ο Πάνος ήταν εξαγριωμένος

"Τι φοβάσαι και της μιλάς έτσι;!" τον άγριοκοίταξε η Ιφιγένεια"Μην πει ότι έκανε σεξ με το Ρήγα και τρομάξω; Δε το ξέρω;"

"Τι έκανα;" η Θάλεια σαστισε. "Ιφιγένεια τι λες; Ποιον Ρήγα; Με το Πάνο έκανα σεξ..." είπε και εκείνη άνοιξε διάπλατα τα μάτια της και έκανε ένα βήμα πίσω.

"Ραψε το στόμα σου δε ξέρεις τι λες!" Ο Πάνος έκανε να τη πλησιάσει αλλά ο Νεκτάριος τον γραπωσε και τον πίεσε στο καναπέ.

"Βγάλε το σκασμο Πανούλη... Γιατί από τα χέρια μου θα πας..." γρυλισε μεσα από τα δόντια του.

"Ιφιγένεια άκουσε με... Σε εκλιπαρώ..." η Θάλεια τη πλησίασε πάλι.

"Τι είναι όλα αυτά; Γιατί παίζετε μαζί μου;" έπιασε το κεφάλι της και βουρκωσε

"Θα της προκαλέσεις βλάβη ανάθεμα σε!" ο Πάνος σηκώθηκε μα ο Νεκτάριος τον άρπαξε κυριολεκτικά από το γιακά

"Άφησε τη να μιλήσει!" φώναξε ξαφνικά τόσο δυνατά που τον κοίταξαν όλοι "Θάλεια λέγε!" είπε χωρίς να αφήσει το Πάνο και εκείνη δακρυσε

"Με τον Πάνο ήμασταν μαζί έξι μήνες... Πίσω από τη πλάτη σου..." Η Ιφιγένεια κοίταξε τον Πάνο, ύστερα εκείνη και άρχισε ένα τρέμει. "Στα Κύθηρα γνώρισες τον Χριστόφορο... Ερωτεύθηκατε Ιφιγένεια... Και μάλιστα τρελά και οι δύο..."

"Πάνο τι λέει;!" η Ιφιγένεια το έχασε εντελώς. "ΜΙΛΑ!"

"Ψέματα λέει!"

"Δε λέω ψέματα! Ήταν μαζί του συνέχεια! Το έμαθες και τρελάθηκες! Όταν ήρθε η Ιφιγένεια στο σπιτάκι και μας είδε να μιλάμε για εμας τη πήρες από πίσω και μετά είχε το ατύχημα! Μαζί σου ήταν όταν έπεσε!" η Θάλεια έσκασε και η Εύα πήγε αμέσως πλάι στην Ιφιγένεια η οποία ζαλίστηκε. Τα χέρια της βρέθηκαν στο καλοριφέρ και το κεφάλι της κοκκίνισε αμέσως. "Μετά απειλησες το Χριστόφορο να μη τη πλησιάσει! Έβαλες τη Πόπη να πει ψέματα στην Ιφιγένεια ότι ο Ρήγας προσπάθησε να τη βιάσει και εσύ της είπες ότι ήταν επικίνδυνος! Ποιος ξέρει πόσα ακόμα ψέματα της έχεις πει! Καταραμένε! Και με απειλούσες ότι θα βλάψεις τους γονείς μου! Για αυτό δε μίλησα νωρίτερα! Βλέπεις όμως οι τύψεις δεν αντέχονται!" τσιριξε η Θάλεια

"Δεν είμαι καλά... Δε μπορώ να αναπνεύσω..." Η Ιφιγένεια όπως και τότε στα Κύθηρα έτσι και τώρα έπιασε το λαιμό της και άνοιξε τα χείλη της ως το τέρμα

"Θυμήσου Ιφιγένεια! Τα τατουάζ.. . Η σπηλιά! Κάνατε έρωτα με το Χριστόφορο! Ήσασταν ερωτευμένοι! Θυμήσου γαμώτο!" Η Θάλεια έβαλε τα κλάματα

"Κλείσε το στόμα σου που να σε πάρει ο διάολος!" Φώναξε ο Πάνος αλλά η γροθιά του Νεκτάριου ήταν τόσο απρόσμενη που τον ξάπλωσε κάτω.

"Μπάσταρδε!" ακολούθησε ακόμα μια γροθιά και τα χείλη του σκίστηκαν.

"Σταματήστε!! ΣΤΑΜΑΤΉΣΤΕ!!" η Ιφιγένεια άρχισε να ουρλιάζει...
Σωριάστηκε κάτω και πιάνοντας το κεφάλι της άρχισε να πηγαίνει υστερικά πέρα δώθε. Η Εύα είχε τρελαθεί. Η Θάλεια γονάτισε μπροστά της και τη κράτησε από τα χέρια.

"Φορούσες τα ρούχα του στο ατύχημα... Ελαμπες κάθε φορά που ήσασταν μαζί... Ευχήθηκες. Θυμήσου γαμώτο! Μας άκουσες να μιλάμε. Ο Πάνος ήθελε να συνεχίσουμε να έχουμε επαφές..."

"Θάλεια μη τη πιέζεις. Φοβάμαι..." Η Εύα είχε πανικοβληθει.

"Όχι. Αυτό ακριβώς θα κάνω! Θα τη πιέσω!" είπε και πιάνοντας το κεφάλι της Ιφιγένειας την ανάγκασε να τη κοιτάξει "Σου έκανε ένα αστέρι στο λαιμό γιατί σου είχε αφήσει σημάδι ένα ρουφηγμα. Και στα μπούτια σου! Προσπάθησες να το σταματήσεις αλλά ήσουν τόσο ερωτευμένη που δε τα κατάφερες! Και εκείνος σε λατρεύει! Ιφιγένεια συνελθε! Θυμήσου γαμώτο!" η Θάλεια τσιριξε μέσα στα μούτρα της και η Ιφιγένεια άρχισε να παίρνει γρήγορες κοφτες αναπνοές. "Θυμάσαι τι μου είπες όταν μου μίλησες για πρώτη φορά;" η Θάλεια κράτησε σφιχτά το πρόσωπο της και τη κοίταξε κλαίγοντας "Ευχήθηκες να μη τον γνώριζες ποτέ γιατί κατάλαβες αμέσως ότι ήταν ο ένας..."

"Δεν μπορώ να πάρω ανάσα... Δε μπορώ να πάρω ανάσα..."

"ΜΠΟΡΕΙΣ!" Η Θάλεια φώναξε τρανταζοντας την

"θα σου γαμήσω μα τη Παναγία..." ακούστηκε ο Πάνος μα ο Νεκτάριος τον γραπωσε και τον σήκωσε

"Πώς μπόρεσες ρε μαλάκα;! Άντε το Ρήγα τον εχεις γραμμένο! Αυτή; Τι σου έφταιξε;  Παλιό σκουπίδι!" του έδωσε ένα μπάτσο μα ο Πάνος είχε ανακτήσει τον εαυτό του

"Δικιά μου ήταν!"  τόλμησε να πει και ο Νεκτάριος θόλωσε περισσότερο. Πιάστηκαν αμέσως στα χέρια.

Τα ποτήρια από το τραπεζάκι έπεσαν, όλα έσπαγαν ολόγυρα, ο ένας χτυπούσε τον άλλο και δε σταματούσαν

"Παλιό καριόλη! Να εύχεσαι να μη σε πιάσει ο Ρήγας όχι εγώ!"

"Να πάτε να γαμηθείτε όλοι!" φώναξε πάνω στο καυγά και ο Νεκτάριος τον έσπρωξε με μανία στο τοίχο.

"Νεκτάριε φτάνει!" Η Εύα προσπάθησε να πλησιάσει μα οι δύο άντρες βρέθηκαν στο χώλ. Ο Νεκτάριος τον έπιασε και με ένα γύρισμα τον έριξε κάτω και τον χτύπησε με όση δύναμη είχε στο πρόσωπο.

"Αυτό για τα ψέματα!" Φώναξε και τον χτύπησε ξανά "Κι αυτό γιατί δεν είσαι άντρας ρε! Ένα μπαστάρδι είσαι και μισό!" του έριξε ακόμα μια και τον ξάπλωσε εντελώς ενώ η Εύα τον τράβηξε από πάνω του με τα χίλια ζόρια

"ΑΡΚΕΤΆ!! ΔΕΝ ΑΝΤΕΧΩ ΑΛΛΟ! ΦΤΑΝΕΙ!" Η Ιφιγένεια έτρεμε. Τα δάχτυλα της βρέθηκαν στο πρόσωπο της και άρχισε να το πιέζει. Ετσουζε κάθε σημείο του κεφαλιού της.
"Μια τελευταίο φορά..." άρχισε να ψελλιζει ξαφνικα υστερικά πηγαίνοντας περα δώθε. "Τελευταία φορά... Τελευταία φορά... Τελευταία φορά..."

"Θάλεια κάνε κάτι!" η Εύα τρελάθηκε βλέποντας τη ενώ ο Πάνος, ήταν λιποθυμος πια στο χωλ.

"ΤΕΛΕΥΤΑΊΑ ΦΟΡΑ!" Η Ιφιγένεια άρχισε αξαφνα να κλαίει με λυγμούς και ξεφεύγοντας από το κράτημα της Θάλειας ακούμπησε τέρμα πίσω στο καλοριφέρ. Αγκάλιασε τα γόνατα της και έβαλε το κεφάλι της ανάμεσα "Ένας χτύπος και ένα άπειρο... Ένας χτύπος και ένα άπειρο... Ένας χτύπος και ένα άπειρο..."

"ΘΑΛΕΙΑ!" η Εύα πάτησε τις τσιριδες. "Καλέστε ένα γιατρό! Έχει κοκκινίσει! Φοβάμαι!"

Ο Νεκτάριος προσπέρασε και τη Θάλεια και την Εύα και σκύβοντας μπροστά της, άνοιξε τα χέρια του και τη τράβηξε στην αγκαλιά του. Τη κράτησε σφιχτά και εκείνη πλανταξε

"Ένας χτύπος και ένα άπειρο..." Ψέλλισε βγάζοντας πνιχτες κραυγές

"Σσς... Ιφιγένεια, Ηρέμησε..." είπε μα εκείνη άρχισε ξαφνικά να τον χτυπά.

"ΕΝΑΣ ΧΤΥΠΟΣ! ΓΑΜΩΤΟ! Θεέ μου... Τον αγαπάω...." το τρέμουλο κόπασε και άρχισε να κλαίει διαφορετικά... Εικόνες, λέξεις μνήμες, άρχισαν να σκάνε σαν πυροτεχνήματα μέσα στο κεφάλι της. Θυμήθηκε να κάθεται πάνω του, να του γελάει, να κάνουν έρωτα, να μαλώνουν, το αμάξι, το καναπέ στο μαγαζί, τη σπηλιά... Τη πρώτη τους φορά και τη τελευταία...
Όλες οι στιγμές τους αναπηδησαν μια προς μια σαν ταινία μπροστά στα μάτια της.
Μαζί με αυτές όμως, ξεπήδησαν κι άλλες...
Θυμήθηκε τα βράχια, τον Πάνο να τη κρατά έντονα, τη Θάλεια, τη Πόπη, τα ψέματα...
Η Ιφιγένεια πάνω που ηρέμησε για ένα λεπτό άρχισε να τρέμει ακόμα περισσότερο.
Ο Νεκτάριος την έβγαλε από τα χέρια του σιγά σιγά και τη κοίταξε σαστισμένος. Τα μάτια της είχαν παντού φλέβες , είχε ιδρώσει ολόκληρη και έκαιγε θαρρείς και είχε πυρετό. "ΘΑ ΣΕ ΣΚΟΤΏΣΩ ΡΕ!" Τσιριξε ξαφνικά και ξεφεύγοντας από τον Νεκτάριο όρμησε προς το Πάνο που ήταν πεσμένος στο πάτωμα. "ΘΑ ΣΕ ΣΚΟΤΏΣΩ!" Άρχισε να τον χτυπά με μανία όπου έβρισκε. Ήταν αδύναμος ύστερα από το καυγά με το Νεκτάριο μα προσπάθησε να την απωθήσει. "ΠΩΣ ΜΠΟΡΕΣΕΣ! ΣΕ ΣΙΧΑΊΝΟΜΑΙ! ΠΑΛΙΟ ΚΑΘΊΚΙ!" η Ιφιγένεια τον έφτυσε μέσα στα μούτρα ώσπου ο Νεκτάριος πλησίασε, τη σήκωσε από πίσω αγκαλιά και τα κορίτσια τη κράτησαν. "ΘΑ ΣΕ ΛΙΩΣΩ ΡΕ!"

"Ιφιγένεια φτάνει... Ηρέμησε..." Η Εύα φοβόταν παρά πολύ.
Δεν την είχε ξαναδεί έτσι.

"ΨΕΥΤΗ! ΑΛΗΤΗ!" Ούρλιαξε τρελαμενη άλλη μια φορά και ύστερα έπιασε το κεφάλι της. Η όραση της θόλωσε. Είδε το δωμάτιο να γυρίζει και η Θάλεια τη κράτησε σφιχτά. "Τα χάπια μου... Ένα χάπι σας ικετεύω..."

"Που είναι;!" η Εύα κοίταξε πανικόβλητη γύρω της ώσπου έτρεξε στη κουζίνα , έψαξε στη τσάντα της και τα βρήκε. Μαζί με τα χάπια όμως είδε και το κινητό της που ακομα έκανε επαναγορά εργοστασιακών ρυθμίσεων...
Δίχως να πει κάτι,  βγήκε και της έδωσε ένα χάπι. Μόλις η Ιφιγένεια το έβαλε κάτω απο τη γλώσσα της, έκλεισε τα μάτια της. Ήταν ταχείας δράσης.

"Πρέπει να φύγω..." παραμέρισε τα κορίτσια και πήγε στη κρεβατοκάμαρα

"Ιφιγένεια τρελάθηκες; Που θα πας στη κατάσταση σου;"

"Αφήστε με... Πρέπει να φύγω..." Άνοιξε τη ντουλάπα και έβγαλε ένα σάκο αλλά η Θάλεια πήρε το ρίσκο και τη σταμάτησε
"Μη με ακουμπάς εσύ!" Τσιριξε ανακτώντας την αυτοκυριαρχία της και η Θάλεια δακρυσε. Το ήξερε ότι θα συνέβαινε αυτό

"Δε θέλεις να σε ακουμπάω, το καταλαβαίνω. Αλλά δεν είσαι σε θέση να πας πουθενά..."

"Έχει δίκιο η Θάλεια.." Πήρε θέση και η Εύα "Επίσης κάτι έπαθε και το κινητό σου... Που θα πας χωρίς τίποτα;"

"Δε με νοιάζει. Είμαι μια χαρά!" Δεν άκουγε κανέναν.

"Ιφιγένεια δεν είναι φρόνιμο να πας πουθενά..." Ο Νεκτάριος δεν κατάφερε να μείνει έξω.

"Πείτε ότι θέλετε. Εγώ φεύγω!" Είπε τελεσίδικα και κλείνοντας το σάκο βγήκε από το δωμάτιο. Ο Πάνος προσπαθούσε να σηκωθεί. Σταμάτησε και τον κοίταξε. "Ούτε για λυπηση δεν είσαι ξεφτιλισμενε... Μέχρι να γυρίσω, αν γυρίσω, να μη δω ούτε τρίχα σου να έχει μείνει σε αυτό το σπίτι!"

"Ιφιγένεια περίμενε!" Ο Νεκτάριος έτρεξε στο κατόπι της αλλά εκείνη ήταν αποφασισμένη...

✨✨✨✨✨✨✨✨✨✨✨✨✨✨✨✨✨✨

❤️

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top