Κεφάλαιο 16°
Έλα μωρό μου, πάμε ξανά ...
°•°•°•°•°•°•°•°°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°°••°°°•°•°•°•°•°•°
"Ευχαριστώ που ήρθες για καφέ..." η Ιφιγένεια την αγκάλιασε σφιχτά.
"Ξέρω ότι χάθηκα λίγο, αλλά είχα πάει και στα Κύθηρα... Ανεβοκατεβαίνω τώρα τελευταία..." Η Εύα της χαμογέλασε γλυκά. Η Ιφιγένεια ήξερε ότι προέκυψε μια σχέση ανάμεσα σε εκείνη και σε ένα φίλο του Πάνου.
"Δεν πειράζει. Καταλαβαίνω. Μίλησες καθόλου με τη Θάλεια; Εγώ μίλησα λιγάκι χθες αλλά ήταν περίεργη .. Νομίζω κάτι της συμβαίνει .."
Τα κορίτσια μπήκαν, και η Ιφιγένεια άρχισε να φτιάχνει καφέ. Ήταν μόνες τους ακόμα.
"Μιλάω μαζί της που και που. Πράγματι παρατήρησα ότι κάτι δεν στέκει. Από την άλλη ξέρω ότι έχει άρρωστη τη μαμά της. Πέρα από αυτό όμως, ίσως έχει να κάνει με το Σώτο..."
"Ο Σώτος ήταν ο άλλος φίλος του Πάνου σωστά;"
"Ναι, είχε αναπτυχθεί ένα φλερτ ανάμεσα τους αλλά από ότι ξέρω από τον Νεκτάριο η Θάλεια το έκοψε μαχαίρι όταν έφυγε"
"Ίσως ήταν και εκείνος σαν το Ρήγα..." σχολίασε χαμηλά η Ιφιγένεια ναι η Εύα αναστεναξε.
"Κοίτα , έχουν περάσει πλέον αρκετές μέρες. Δεν νομίζω να διατρέχεις κάποιο κίνδυνο. Το αιμάτωμα με την αγωγή θα υποχώρησε οπότε..."
"Ποιο αιμάτωμα; Τι λες ρε Εύα;" η Ιφιγένεια σαστισε.
"Είχες πίσω στο κεφάλι από το χτύπημα. Το είπαν στο Πάνο οι γιατροί. Δε σου το είπε; Ίσως δεν ήθελε να αγχωθεις..."
"Όχι. Γιατί να μου κρύψει όμως κάτι τέτοιο... Όπως και να έχει, δεν είμαστε και καλά. Δεν νιώθω άνετα μαζί του... Δε ξέρω ρε Εύα. Ούτε να με ακουμπάει θέλω. Λες να έχει σχέση με όσα έγιναν στο νησί; Και ακόμα δε θυμάμαι τίποτα..." είπε λυπημένη
"Γιατί, τι έγινε στο νησί;" απόρησε αμέσως η Εύα... "Έπεσες και χτύπησες..." Η Ιφιγένεια τη κοίταξε περίεργα. Δεν μιλούσαν για το νησί λόγω του ατυχήματος και με τη σκέψη ότι έπρεπε η μνήμη να επανέλθει σιγά σιγά, ούτε η Ιφιγένεια αλλά ούτε και η Εύα δεν ήθελαν να σχολιάσουν κάτι. Το θέμα ήταν πως αλλά ήξερε η Εύα, αλλά η Ιφιγένεια και άλλα έγιναν...
"Για τη παρενόχληση λέω..." σχολίασε χαμηλά.
"Ποια παρενόχληση. Δε καταλαβαίνω..." Η Εύα έδειχνε να μην κατανοεί τα λόγια της.
"Για το Ρήγα..." Είπε με δυσκολία
"Το σχέση έχει τώρα ο Ρήγας με όλα αυτά;"
Η Ιφιγένεια τη κοίταξε σκεπτική...Θυμήθηκε ομως ότι ο Πάνος της είπε, ότι κανένας δεν είχε καταλάβει.
"Δεν το είχατε αντιληφθεί μάλλον..."
"Ποιο πράγμα;"
"Ο Πάνος μου είπε ότι ο Ρήγας έφταιγε για το ατύχημα. Με πολιορκούσε... Ίσως να έγινε κάποιος καυγάς. Δε ξέρω..."
"Ο Χριστόφορος;!" απόρησε η Εύα και στο άκουσμα του ονόματος η Ιφιγένεια ένιωσε τη καρδιά της να χτυπάει δυνατά
"Χριστόφορος;"
"Ο Ρήγας ρε Ιφιγένεια... Το όνομα του είναι Χριστόφορος. Δεν καταλαβαίνω... Μια χαρά παιδι ήταν. Είχατε τη κόντρα σας αλλά ως εκεί..."
"Κόντρα;"
"Ναι... Εσύ για ποια παρενόχληση μιλάς;"
Η Ιφιγένεια μπερδεύτηκε ακόμα περισσότερο.
"Ήρθε μια κοπέλα στο νοσοκομείο... Μου είπε ότι είναι επικίνδυνος... Ότι με κυνηγούσε..." Η Εύα γέλασε με τη καρδιά της.
"Πας καλά; Ίσα ίσα είχατε έρθει πολύ κοντά σε σημείο που με έκανε να απορώ μερικές φορές... Δεν καταλαβαίνω τι είναι όλα αυτά που μου λες..."
Πριν προλάβουν να πουν κάτι παραπάνω όμως, χτύπησε το κινητό της και η Εύα το σήκωσε αμέσως.
"Έλα μωρό μου... Ναι, τι πράγμα;; Σοβαρά;; Αχ δε το πιστεύω. Εντάξει εντάξει! Έρχομαι αμέσως!" Σηκώθηκε τρελαμενη
"Τι έπαθες;"
"Ήρθες ο Νεκτάριος!" αναφώνησε ευτυχισμένα "Πρώτη φορά! Απίστευτο!"
"Καλώς τα δέχθηκες αγάπη μου"
"Ιφιγένεια; Θα φύγω αλλά αυτά που λέγαμε , θέλω να τα συνεχίσουμε. Νομίζω ότι ίσως κατάλαβες λάθος... Ότι έγινε παρεξήγηση. Λοιπόν, πάω γιατί δεν έχει ιδέα από Αθήνα και έφτασε στο αεροδρόμιο. Μίλα και με τον Πάνο αν είναι να έρθουμε το βραδάκι για ποτάκι σπίτι. Εντάξει;"
"Μην ανησυχείς. Φύγε και θα σας περιμένουμε αν είναι .."
"Θα ξετρελαθεις. Ένας γλύκας είναι!" Η Εύα πήγε ως τη πόρτα μα κοντοσταθηκε "Μη πεις ακόμα κάτι στο Πάνο από όσα συζητήσαμε. Κάτσε μια να μιλήσουμε οι δύο μας εντάξει; Ήξερα πως είχες θέμα και μας είχε πει να μη σε αναστατώσει κανένας και να μη μιλάμε για το νησί καθόλου αλλά δε στέκουν κάποια πράγματα αγάπη μου... Ο Χριστόφορος δε θα σε πείραζε ποτέ..." Ακόμα ένα τσίμπημα μέσα της έφερε αναταραχή στα σωθικά της ακούγοντας το όνομα του. "Δεν έφυγε λεπτό από το κεφάλι σου μέχρι να ξυπνήσεις... Δε ξέρω γιατί, αλλά κάτι σίγουρα έχεις παρεξηγήσει..." η Εύα την αγκάλιασε και βγήκε "Θα τα πούμε το βράδυ. Εντάξει;"
"Εντάξει Εύα μου..." μόλις έφυγε και έμεινε μόνη, πήγε στη κρεβατοκάμαρα έσβησε τα φώτα άναψε τα φωτάκια της και ξάπλωσε αγκαλιά με το μαξιλάρι. Το όνομα του γλιστρούσε συνεχώς στη γλώσσα της. Αναρωτήθηκε πώς ήταν δυνατόν να συνέβαινε κάτι τόσο σοβαρό και να μη κατάλαβε κάτι η Εύα... Δεν έβγαζε νόημα.
Το κεφάλι της άρχισε να τσούζει.
Έβγαλε ένα χαπι, το έβαλε στη γλώσσα της και σφίγγοντας το μαξιλάρι προσπάθησε να ηρεμήσει. Δεν υπήρχε λόγος να πει ψέματα ο Πάνος. Αλλά τα λόγια της Εύας ήταν εντελώς αντίθετα. Αποφάσισε να κλείσει λίγο τις πόρτες του μυαλού της και να προσπαθήσει να κοιμηθεί. Πονούσε τόσο που ούτε τα μάτια της μπορούσε να κρατήσει ανοιχτά...
°•°•°•°°•°•°•°•°•°•°•°•°°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°°•°•°•°•°•
Άρχισε να τον ψάχνει σαν τρελή μέσα στο πλήθος και μόλις τον είδε, έτρεξε σαν άνεμος και χοροπηδησε πάνω του.
"Ηρεμαααα" ο Νεκτάριος την έπιασε από τη μέση και εκείνη τον έσφιξε
"Μου έλειψες!"
"Εμένα να δεις μωρό μου..." της χάρισε ένα φιλί και εκείνη τον αγκάλιασε σφιχτά.
"Πώς και ήρθες. Τι έκπληξη ήταν αυτή;"
Ο Νεκτάριος της χαμογέλασε κάπως σφιγμένα.
"Πώς είναι η Ιφιγένεια;"
"Έτσι και έτσι... Θα στα πω στο δρόμο. Συνέβη και κάτι που με προβλημάτισε... Πάμε μια σπίτι μου, γιατί το βράδυ θα πάμε από τα παιδιά..."
"Τι εννοείς;"
"Δε ξέρω... Μου έλεγε κάτι κουλά σήμερα που πήγα να τη δω... Θυμάσαι που σου είπα ότι ο Πάνος μας είπε να μη μιλάμε καθόλου για το νησί; Δε ξέρω πως το έφερε η κουβέντα, αλλά ειπώθηκαν κάποια πράγματα που..."
"Τι ειπώθηκε;"
"Μου είπε ότι ο Χριστόφορος την παρενοχλούσε... Μετά για μια κοπέλα που πήγε δύο νοσοκομείο και της είπε τάχα ότι είναι επικίνδυνος... Δε ξέρω ρε μωρό μου. Ασυναρτησίες..."
"Μάλιστα... Λοιπόν, έλα πάμε μια σπίτι να ξεκουραστώ και λιγάκι, να σε χαρώ και μετά είπες θα πάμε στα παιδιά σωστά;"
"Ναι..."
"Έλα, πάμε και θα μου πεις τα υπόλοιπα στο δρόμο..."
Ο Νεκτάριος άρχισε να ενώνει τα κομμάτια ύστερα από όσα είπαν με το Σώτο και το Ρήγα στο νησί. Δεν ήθελε όμως να σκεφτεί το ενδεχόμενο ο Πάνος να σκαρφίστηκε κάτι τόσο σοβαρό. Δυστυχώς όμως ύστερα από όσα του είπε η Εύα, οι φόβοι του επιβεβαιώθηκαν. Κι αν πράγματι είπε κάτι τέτοιο, ένας Θεός δεν έφτανε για να συγκρατήσει το Ρήγα αν το μάθαινε...
°•°•°•°•°•°°•°•°•°•°°°•°•°•°•°•°•°°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°
"Πολλά δεν ετοιμασες;" Ο Πάνος άνοιξε ένα κρασί και η Ιφιγένεια ανασηκωσε τους ώμους της. Ο φίλος σου ήρθε πρώτη φορά, μια χαρά είναι ..."
"Ναι, δε λέω. Θέλεις ένα ποτήρι κρασί;"
"Βάλε ένα, αλλά δε θα πιω πολύ... Φοβάμαι μη με πιάσει κανένας πόνος πάλι και θέλω να είμαι εντάξει για να πάρω τα χάπια μου..."
"Ελπίζω σύντομα να ηρεμήσεις... Σαγαπαω πολύ. Ξέρω ότι κάτι έχεις, αλλά ειλικρινά θέλω να γίνουμε όπως πριν αγάπη μου... Δεν έχω κάνει κάτι. Ώρες ώρες μου φέρεσαι θαρρείς και δε θέλεις..."
"Ακόμα αναρρώνω. Αυτό είναι όλο..."
"Το ξέρω..." της έδωσε ένα απόρρητο κρασι και κάθισαν στο καναπέ.
"Όλα εντάξει με την Εύα;"
"Ναι, μου είχε λείψει πολύ. Τελείωσε και μια εργασία που έκανε το τελευταίο μήνα. Περιμένει τα αποτελέσματα..."
"Πολύ χαίρομαι"
"Α! Ήρθαν..." Η Ιφιγένεια και ο Πάνος σηκώθηκαν. Άνοιξαν και σε λίγο τα παιδιά ανέβηκαν.
"Που είσαι ρε φίλε;" ο Πάνος αγκάλιασε το Νεκτάριο σφιχτά. "Ευακι μου; Τα κατάφερες. Μας το ξελογιασες το αγόρι! Δεν θα έφευγε ποτέ από τα Κύθηρα και εκείνος ήρθε στην Αθήνα" αστείευτηκε και γύρισε προς την Ιφιγένεια "Αγάπη μου, από δω ο Νεκτάριος. Δεν έχετε γνωριστεί μετά από ατύχημα..."
"Χάρηκα πολύ" Η Ιφιγένεια του χαμογέλασε.
"Κι εγώ Ιφιγένεια μου, επιτέλους. Είχα μήνες να σε δω. Αλλιώς σε άφησα, αλλιώς σε βρίσκω" Αστείευτηκε
"Λοιπόν, δε θα μιλάμε τώρα για το παρελθόν!" πήρε θέση ο Πάνος. "Ελάτε να περάσουμε όμορφα και να πούμε τα νέα μας! Η ζωή κοιτάει μπροστά"
Η Εύα χαμόγελα σφιγμένα και κάθισαν όλοι στο σαλόνι. Σερβίραν κρασί, έφεραν και μερικά ορεκτικά και άρχισαν να μιλούν περί ανέμων και υδάτων. Περισσότερο για την Εύα, την εργασία της, το μέλλον τους. Ήθελε να κατέβει στο νησί μόνιμα.
"Εγώ πάντως, μαζί σου αγάπη μου..." Η Ιφιγένεια της χαμογέλασε γλυκά "Τέτοιος έρωτας... Πάνε και όπου σας βγει" Σχολίασε χαρούμενα βάζοντας ένα ακόμα ποτήρι κρασί
"Μωρό μου ήπιες τέσσερα... Μήπως δε κάνει για τα χάπια σου;" της είπε ήρεμα ο Πάνος
"Νομίζω είμαι εντάξει. Δε νιώθω κάποια ενόχληση. Ας το χαρώ λίγο..."
"Όπως αγαπάς..."
"Λοιπόν Ιφιγένεια εσύ;" ρώτησε ο Νεκτάριος "Πηγαινεις ακόμα στο γιατρό;"
"Ναι, μια φορά την εβδομάδα..."
"Και; Η μνήμη σου;"
"Θα έρθει κάποια στιγμή και αυτή. Και να μην έρθει δε χάνει και κάτι. Σιγά... Λίγες μέρες έσβησαν μόνο..." επενέβη ο Πάνος "Εσύ αδερφέ, αν έρθει και η Εύα κάτω, σκοπεύετε να μείνετε μαζί;" άλλαξε τη κουβέντα και η Ιφιγένεια άδειασε το κρασί της και έβαλε ακόμα ένα.
"Εννοείται. Ο Ρήγας άνοιξε πάλι το μαγαζί. Τελειώνει η σεζόν αλλά σκεφτόμαστε να κάνουμε και κάτι χειμερινό στη Χώρα... Θα δούμε"
"Καλά. Εγώ θα παραδώσω και ύστερα λέω να πάρω την Ιφιγένεια να πάμε κανένα ταξίδι στη Θεσσαλονίκη" άλλαξε πάλι κουβέντα
"Γιατί δεν έρχεστε κάτω; Να γνωρίσει πάλι το νησί..." επέμεινε ο Νεκτάριος.
"Γιατί φτάνει με το νησί" Απάντησε κάπως απότομα ο Πάνος. "Αρκετά προβλήματα μας έφερε. Εκτός αυτού, δεν ανεβήκαμε καθόλου Θεσσαλονίκη. Οι γονείς της μας περιμένουν. Δεν κατάφεραν να έρθουν οι άνθρωποι γιατί ο πατέρας της, δεν περπατάει και είναι δύσκολο..."
"Καλά ρε, πως κάνεις έτσι! Δε θα έρθετε και πότε; Ένα ατύχημα ήταν. Πάει και τελείωσε...!" είπε κάπως ενοχλημένα ο Νεκτάριος.
"Θα δούμε..." απάντησε κοφτά ο Πάνος.
"Δεν έχω θέμα να έρθω ξανά πάντως" πήρε θέση η Ιφιγένεια "Συμφωνώ. Δε θα αποφεύγω ένα τόπο γιατί έγινε ένα ατύχημα. Σωστά;"
"Είδες ρε; Το κορίτσι είναι πιο λογικό από εσένα!" είπε ο Νεκτάριος και ο Πάνος σηκώθηκε
"Πάω να φέρω ένα ακόμα κρασάκι..." Πήγε στη κουζίνα φανερά ενοχλημένος.
"Να έρθεις στο νησί μας. Μη τον ακούς... Όλοι σαγαπαμε εκεί..." τόνισε κάπως κοιτώντας τη και η Ιφιγένεια έσμιξε τα φρύδια της. "Να γνωρίσεις πάλι και τα παιδιά... Το Σώτο και το Χριστόφορο..." πάλι η καρδιά της τσιμπηθηκε και πίνοντας μονοκοπανια το κρασί της, έβαλε και το τελευταίο που υπήρχε στο μπουκάλι. "Θα τους λατρέψεις..." ο Πάνος ήρθε και ο Νεκτάριος άλλαξε κουβέντα αμέσως.
"Μωρό μου, ψάχνω και σπίτι. Είναι μικρό το δικό μου... Όταν έρθεις δε θα μείνουμε στη τρύπα!" αστείευτηκε και η Εύα του χαμογέλασε γλυκά. Δεν της είπε όσα έμαθε από τα παιδιά. Η Εύα ήταν ένας ανοιχτός άνθρωπος και ο Νεκτάριος ήθελε πρώτα να βεβαιωθεί για κάποια πράγματα.
"Τώρα το χειμώνα θα βρεις εύκολα" ο Πάνος άνοιξε το κρασί και κάθισε.
Η συζήτηση ξέφυγε από το νησί με την Εύα να μιλάει για τη δουλειά της, την Ιφιγένεια να μοιράζεται τις ανησυχίες της για το τελευταίο εξάμηνο αφού είχε πάρει άδεια αναρρωτική, και το Πάνο να ακούει τα κορίτσια.
"Μήπως ήπιες αρκετά αγάπη μου;" Σε κάποια φάση ο Πάνος τη κοίταξε. Τα μάγουλα της είχαν πάρει φωτιά.
"Ίσως λιγάκι... Χαρά έχουμε όμως. Είχα καιρό να περάσω όμορφα..."
"Ναι αλλά σε βαρεσε κάπως... Καλύτερα όχι αλλο"
"Ένα τελευταίο ποτήρι για μένα και τέλος..."
"Παιδιά και εμείς θα φύγουμε. Και αύριο μερά είναι. Θα κάτσω άλλωστε μέχρι τη παρασκευή και θα φύγω μετά..." Πετάχτηκε ο Νεκτάριος. "Ίσως σας πείσω να πάμε κάτω όλοι μαζί ξανά. Που ξες ρε..."είπε προς το Πάνο "Ίσως αν πάμε πίσω, βρει και τη μνήμη της..." σχολίασε και εκείνος σήκωσε το φρύδι αλλά χαμογέλασε
"Θα τη βρει κάποια στιγμή. Αλλά όπως είπα δε χρειάζεται να έρθουμε πάλι..."
"Καλά. Θα το δούμε αυτό... Πάμε αγάπη μου;" Η Εύα του χαμογέλασε γλυκά
"Και δε πάμε; Πιάσαμε αργά. Να ξεκουραστείς και εσύ"
"Λοιπόν αύριο θέλω ξενάγηση!"
"Εννοείται!" Είπε η Ιφιγένεια χαρούμενη "Μόλις σηκωθείτε πάρτε με τηλέφωνο. Ο Πάνος θα είναι στη σχολή αλλά θα πάμε μαζί, για καφέ"
"Βασικά μια κοπάνα δε βλάπτει..." Πετάχτηκε ο Πάνος. "Θα έρθω και εγώ μαζί..."
"Μη χάσεις εσύ!" Σχολίασε ο Νεκτάριος
"Έλα έλα αηδιες. Πρώτη φορά έρχεσαι και θα πάω για μάθημα;"
"Τέλος πάντων... Θα σας δούμε αν είναι αύριο. Πάμε;" Σηκώθηκαν, τους αποχαιρέτησαν και έφυγαν. Μόλις έμειναν μόνοι, η Ιφιγένεια άδειασε το ποτήρι που έβαλε νωρίτερα και τεντώθηκε.
"Ήπιες αρκετά. Αισθάνεσαι εντάξει; Θα σε βαρεσει σε λίγο..."
"Μια χαρά είμαι... Πολύ τον συμπάθησα το Νεκτάριο..."
"Ναι, είναι ωραίος τύπος..."
"Κάι τα παιδιά συμπάθησα;"ρώτησε περίεργα
"Ποια παιδιά;"
"Τον Σωτήρη και τον Χριστόφορο..."
"Χριστόφορο; Μάλιστα. Πώς και τον λες με το όνομα του; Που το έμαθες;"
"Τι εννοείς; Εσύ το είχες πει..." με την αίσθηση από το αλκοόλ να μεγαλώνει η Ιφιγένεια τον παράτησε στο σαλόνι και πήγε στο δωμάτιο. Πράγματι τα ήπιε κάπως απότομα. Ίσως επειδή ένιωθε μπερδεμένη. Ίσως κάπως αναστατωμένη. Πάντως άρχισαν να την επηρεάζουν αρκετά.
Έβγαλε τα ρούχα της και ο Πάνος μπήκε μαζί της στο δωμάτιο.
"Να σε βοηθήσω;" της είπε πονηρά πλησιάζοντας τη
"Όχι... Νομίζω μπορώ... Θα κάνω ένα ντουζ και θα κοιμηθώ..."
"Έλα μωρό μου... Θυμάσαι πως κάναμε παλιά; Σαν τρελοί..." άρχισε να αγγίζει το κορμί της και εκείνη έπιασε τα χέρια του και τον σταμάτησε.
"Έχω πιει αρκετά όντως. Δεν νομίζω να είναι η στιγμή Πάνο..." Ήταν ζαλισμενη. Και μάλιστα τα έβλεπε ολα και λίγο θολά. Είχε μήνες να πιεί αλκοόλ αλλά πριν με τα παιδιά, ούτε σκέφτηκε τις επιπτώσεις. Απλά περνούσε όμορφα στην ασφάλεια τους
"Μωρό μου θυμάσαι αυτό;" ο Πάνος γλίστρησε το χέρι του μέσα στο κιλοτακι της και άρχισε να τη χαϊδεύει.
"Ρε Πάνο..Θέλω να κάνω ένα ντουζ σου είπα..."
"Το ξέρω μωρό μου, θα κάνουμε μετά όμως..Έλα θα σου αρέσει... Μου έχεις λείψει τόσο πολύ. Είμαι τρελός για σένα..." τη γύρισε στο κρεβάτι και τη ξάπλωσε χωρίς δυσκολία. "Θέλω να σου κάνω τόσα πολλά..."
"Ρε Πάνο ζαλίζομαι..."
"Θα το απολαύσουμε μαζί. Και εγώ ζαλίζομαι. Ήπιαμε και οι δύο... Ας νιώσουμε τον έρωτα μας..." Χώθηκε ανάμεσα στα μπούτια της και άρχισε να τη φιλάει αισθησιακά. Δεν περίμενε και πολύ. Έφερε το κορμί της στα μέτρα του και άρχισε να παίζει με τη περιοχή της ασταμάτητα.
"Πάνο , μη, δε θέλω..." είπε με δυσκολία μπερδεύοντας τα λόγια της και απλώνοντας τα χέρια της, τον απωθησε
"Αμάν ρε Ιφιγένεια! Τι διάολο σε έχει πιάσει πια; Έχεις αλλάξει!" σηκώθηκε, κούμπωσε το παντελόνι και εκείνη τράβηξε το σεντόνι και καλύφθηκε. "Δε σε αναγνωρίζω πια ειλικρινά!"
"Μπορείς να φύγεις; Θέλω να μείνω μόνη μου..."
"Ωραία. Μήπως να φυγω γενικά;"
"Πάνο παράτα με με τις υστεριες σου... Ζαλίζομαι και δε γουστάρω. Να καταλαβαίνεις κάποια πράγματα!" ο θυμός λειτούργησε σαν ξύπνημα στο κεφάλι της.
"Εγώ μια χαρά καταλαβαίνω!"
"Το βλέπω.." Σχολίασε και γύρισε τη πλάτη της
"Ξέρεις κάτι; Αν συνεχίσεις έτσι δε βλέπω μέλλον"
"Ούτε εγώ βλέπω μέλλον με έναν άντρα που του λέω όχι και απλώνει τα ξερά του πάνω μου!"
Έβαλε τη μπλούζα του και ανοίγοντας τη ντουλάπα πήρε κάνα δυο ακόμα ρούχα και τα πέταξε σε ένα σάκο.
"Θα μείνω σε μένα λίγες μέρες μπας και συνέλθεις. Κάτσε να κλαίς τη μοίρα σου! Εκτός κι αν σου άφησαν τόσα τραύματα όσα έγιναν στα βράχια και δε τα θυμάσαι που ξεσπας πάνω μου! Δε φταίω εγώ για τις πράξεις του Ρήγα! Εμένα όμως δικάζεις!"
Ούτε που του απάντησε. "Νομίζω χρειάζεσαι ψυχολογο Ιφιγένεια, ειλικρινά..."
"Το τι χρειάζομαι θα το κρίνω μόνη μου! Έχεις δίκιο όμως, ίσως πραγματικά έχω αρκετά τραύματα και εσύ καθημερινά τα κάνεις χειρότερα" Μίλησε επιτέλους και εκείνος αγριεψε
"Εγώ που προσπαθώ και κάνω υπομονή σαν μαλάκας;"
"Είδαμε την υπομονή σου!" το κεφαλι της κόντευε να σπάσει και δεν είχε κουράγιο ούτε για καυγά. "Τέλος πάντων... Νομίζω είναι καλύτερο να πας σπίτι σου σήμερα. Μια χαρά είμαι. Δεν ήταν ανάγκη να μείνουμε μαζί μετά το ατύχημα"
"Εγώ ο μαλάκας φταίω που έμεινα να βεβαιωθω ότι θα είσαι καλά!"
"Δε στο ζήτησα!"
"Όχι αλλά το έκανα από αγάπη... Δυστυχώς όμως δεν εκτιμάς τίποτα... Ελπίζω αύριο που θα έχεις καθαρό μυαλό, να καταλάβεις κάποια πράγματα. Ξέρεις που θα με βρεις αν το θελήσεις. Δε θα τρέχω πίσω σου συνεχώς!"
"Ούτε αυτό στο ζήτησα!" απάντησε ενοχλημένη
"Δε μας παρατάς ρε Ιφιγένεια; Βαρέθηκα μα τη Παναγία..." ο Πάνος βγήκε από το δωμάτιο και κοπανησε την εξώπορτα πίσω του. Ήταν πλέον μόνη και όμως ένιωθε πιο καλά από ποτέ. Άπλωσε το χέρι, έκλεισε το κεντρικό φως και άναψε τα φωτάκια της...
Η λέξη τραύματα, που της έλεγε συνεχώς την ενοχλούσε. Είτε εσκεμμένα είτε όχι εκείνος της υπενθύμιζε συνεχώς ότι ο φίλος του παραλίγο να της κάνει μεγαλύτερο κακό και αυτό την είχε κουράσει. Δεν έβγαζε όμως νόημα... Τα λόγια της Εύας, οι συμπεριφορές τους. Όλα ήταν διαφορετικά.
Έψαξε για το κινητό της αλλά δεν ήταν εκεί. Το ήθελε όμως...
Η ανάγκη να στείλει σε εκείνον τον άγνωστο γιγαντώθηκε. Της έφερνε ηρεμία.
Σηκώθηκε και αφού έριξε λίγο νερό στο πρόσωπο της να φύγει η ζαλάδα, πήγε στο σαλόνι. Ήταν στο καναπέ. Το άρπαξε σχεδόν αμέσως και έφυγε στο κρεβάτι .
Ξάπλωσε και άνοιξε τα μηνύματα τους.
Στα Κύθηρα λοιπόν τον γνώρισε...
Ίσως σε μια σπηλιά... Και ίσως ήξερε καλά τη πικραλίδα στα στήθη της...
Η Ιφιγένεια βολεύτηκε κάπως καλύτερα και ύστερα από τον έντονο καυγά της με το Πάνο, χαμογέλασε γλυκά. Δεν ήξερε γιατί, αλλά πάτησε απλά τη κλήση και τον κάλεσε...
❤️✨✨
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top