Κεφάλαιο 14°
Θέλεις να κρυφτείς, αλλά δε μπορείς...
°•°•°•°•°°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•
Άνοιξε τα μάτια της, τεντώθηκε και άρχισε να χαμογελάει μόνη της. Άπλωσε το δάχτυλο , χάιδεψε λίγο τη μύτη του και μόλις κούνησε τα χείλη του, η Ιφιγένεια βυθίστηκε κάτω από τα σκεπάσματα. Πέρασαν όλη τη νύχτα μαζί...
Ο Πάνος της είχε στείλει ότι θα κοιμόταν στη μητέρα του και εκείνη δεν ήθελε να φύγει.
Γαργαλησε με τη γλώσσα της το κορμί του, ώσπου ξαφνικά τα χέρια του, χώθηκαν από κάτω και τη τράβηξε.
"Για που το 'βαλες εσύ;"
"Σου φαίνομαι να έφευγα;" ο Χριστόφορος ζουπηξε το κορμί της και εκείνη κάθισε πάνω του. Δεν είχε ξυπνήσει ποτέ με μια γυναίκα πλάι του. Πόσο μάλλον στο ίδιο του το κρεβάτι και με μια κοπέλα που τρέφει συναισθήματα. Κάθε αίσθηση που του χάριζε ήταν πρωτόγνωρη.
"Είσαι σίγουρη ότι θέλεις να μείνεις πρωί πρωί σε αυτή τη στάση;
"Εσύ εισαι σίγουρος ότι μπορείς να με κάνεις κουμάντο πρωί πρωί στη συγκεκριμένη στάση;" του αντιγυρισε και εκείνος δάγκωσε τα χείλη του, την έπιασε από το λαιμό και κατέβασε το κεφάλι της χαμηλά.
Η Ιφιγένεια δεν δυσκολεύτηκε καθόλου, ανασηκωσε ελαφρώς το κορμί της και εκείνος γλίστρησε μέσα της. Ήταν έτοιμη χωρίς καν να προσπαθήσουν. Τα μάτια του έκλεισαν... Ήταν απίστευτα πρωτόγνωρη αίσθηση. Μόλις η Ιφιγένεια άρχισε να κουνιέται ο Χριστόφορος αναστεναξε βαθιά.
"Δεν έχεις κάνει ποτέ πρωινό σεξ...;" Ρώτησε πονηρά γλύφοντας του τα χείλη.
"Ποτέ..." είπε και ανοίγοντας τα μάτια, τη γραπωσε και την έφερε τούμπα. Τα χέρια τους απλώθηκαν ψηλά. Κράτησε τα δικά της και βυθίστηκε ως το τέρμα με την Ιφιγένεια να του χαρίζει το πρώτο της τρέμουλο. Οι ωθήσεις του αργές, άκρως απολαυστικές και βαθιές όσο τίποτα. Ήθελε τόσο να της δωσει το απόλυτο, μα το κορμί του ξεκίνησε να τον προδίδει. Σπάνια δεν ήταν σε θέση να τιθασεύσει τις ορμές του κι όμως τώρα, σε κάθε ώθηση, ήθελε απλά να τελειώσει.
Βγήκε από μέσα της, κατηφόρισε στο κορμί της μα πριν φτάσει χαμηλά , εκείνη τον ανασηκωσε.
"Δε το νιώθεις; Τελείωσα για σένα μόλις μπήκες μέσα μου..." του είπε τρυφερά κοιτώντας τον στα μάτια και πράγματι ήταν πιο υγρή και καυτή από ποτέ. Μέσα στη παραζαλη όμως της στιγμής ούτε που το κατάλαβε... Η Ιφιγένεια του χαμογέλασε πονηρά. "Άφησε με..." του είπε και βάζοντας πίεση στα πόδια, ανέβηκε πάλι από πάνω του.
"Ιφιγένεια; Δεν είναι καλή αυτή η στάση μωρό μου, για τη κατάσταση μου..."
"Σσς..." έσκυψε, εκείνος μπήκε μέσα της και άρχισε να τον φιλά κουνώντας το κορμί της.
Όπως και στη σπηλιά, άνοιγαν τα χείλη τους και έδιναν βαθιά υγρά φιλιά. Η Ιφιγένεια ανασηκώθηκε ξαφνικά. Έβαλε τα χέρια της στο στέρνο του, τον άφησε να απολαύσει το θέαμα και αύξησε ρυθμο. Δευτερόλεπτα αργότερα, τον είδε να σφίγγεται
"Ιφιγένεια σήκω..." είπε μέσα από τα δόντια του και βλέποντας ότι αργει, την έπιασε από τη μέση δυνατά , τη σήκωσε ελαφρά, ύστερα την κατέβασε με δύναμη και τη σήκωσε αμέσως από πάνω του. Δεν τελείωσε μόνο εκείνος... Η Ιφιγένεια του δόθηκε ξανά σε εκείνα τα δευτερόλεπτα...
Δεν είχαν έντονο ρυθμο στη πράξη τους, μα κανείς από τους δύο , δεν έπαιρνε ανάσα... Ξάπλωσε πάνω του , εγυρε στο στήθος του και με τα ακροδαχτυλα της χάιδεψε το τατουάζ που του έκανε...
Ήταν περίεργη η κατάσταση τους. Το ήξεραν και οι δύο...
Δεν πρόλαβαν όμως να πούνε τίποτα. Το τηλέφωνο του χτύπησε και εκείνος εγυρε και το πήρε αμέσως. Της έκανε νόημα να σωπάσει και το σήκωσε.
"Τι; Ναι την άφησα... Ίσως πήγε καμιά βόλτα. Δε ξέρω ρε... Καλά..." αλληλοκοιταχθηκαν μόλις τερματίστηκε η κλήση θαρρείς και είχαν κάνει κάποιο έγκλημα. Και οι δύο αναρωτήθηκαν στα βουβά, πόσο λάθος ήταν.
Πόσες στιγμές ακόμα θα έκλεβαν και ως πότε θα έπαιζαν στο θέατρο του παραλόγου...
"Πρέπει να σε πάω πίσω..." της είπε σιγανα
"Το ξέρω"
"Ιφιγένεια;"
"Χριστόφορε, δε νομίζω ότι μπορώ να μείνω με τον Πάνο..." είπε σοβαρή
"Ούτε και εγώ νομίζω ότι μπορώ να σε βλέπω μαζί του..."
"Θα του μιλήσω σήμερα..." του είπε ήρεμα
"Όχι, μωρό μου... Αυτή τη ξήγα θα τη κάνω εγώ... Μια στο εκατομμύριο αν ξεφύγει και σε αγγίξει..."
"Δε θα το κάνει..."
"Ώρες ώρες ξεφεύγει Ιφιγένεια. Δε θα πάρω κανένα ρίσκο..." Εκείνη κάθισε πλάι του και ο Χριστόφορος σηκώθηκε. Άνοιξε τη ντουλάπα, άρχισε να ψάχνει από δω και από εκεί, ώσπου έβγαλε μια σακούλα.
"Τι είναι αυτό;" είπε μόλις το άφησε στο κρεβάτι.
"Δικά μου είναι. Μια μικρή βερμούδα και ένα μπλουζάκι... Δε θα γυρίσεις με το φόρεμα πίσω... Θα σου είναι λουκούμι..." την έπιασε από τα πόδια και έτσι όπως ήταν όρθιος τη τράβηξε στο κορμί του.
"Είσαι σίγουρη για μας;" τη ρώτησε σοβαρός
"Ποτέ δεν ήμουν τόσο σίγουρη για κάτι στη ζωή μου..." του απάντησε και σκύβοντας μπροστά, τον έπιασε και τον φίλησε...
°•°•°•°°••°°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°°•°•°•°•°•°•°•°°•°•°•
Δύο μήνες αργότερα ...
Ένιωσε το κορμί του να πιέζει, τη πλάτη της.
Τη γύρισε μπρούμυτα, σκαρφάλωσε πίσω της, και άνοιξε απαλά το πόδια της. Ήταν ακόμα μέσα στον ύπνο όταν τον άκουσε να της ψυθιριζει πόσο την αγαπάει, και ύστερα να πιέζει τον εαυτό του, μέσα της. Τα δάχτυλα της κλείδωσαν στο μαξιλάρι. Δεν ήθελε την επαφή. Μέρες τώρα του έλεγε ότι δεν ήταν έτοιμη...
"Σε θέλω σαν τρελός..." τα δάχτυλα του μπλέχτηκαν στα μαλλιά της, και βυθίστηκε μέσα της, πιο άγρια. Τα φρύδια της έσμιξαν πονεμένα, κουνήθηκε και εκείνος άρχισε να φιλάει το λαιμό της χωρίς σταματημό. "Σαγαπαω... Είσαι η ζωή μου..." είπε και ύστερα από λίγες ακόμα ωθήσεις, βγήκε και τελείωσε στα οπίσθια της. Το βλέμμα της, έμεινε στο κενό. Είχαν έρθει σε επαφή χιλιάδες φορές τόσα χρόνια κι όμως ένιωθε ένα τσίμπημα στη ψυχή. Δεν το ήθελε. Δεν έμοιαζε σωστό. Δεν έβγαζε αγάπη. Δεν έβγαζε τίποτα...
"Πρέπει να φύγω μωρό μου, σε ευχαριστώ για σήμερα... Μου είχες λείψει..." της είπε αφήνοντας ένα φιλί στα χειλη της και σηκώθηκε "Θα πάω μέχρι τη σχολή. Δε θα αργήσω... Το απόγευμα θα μαγειρέψω εγώ.." μιλούσε ως συνήθως. Έπραττε και ως συνήθως αλλά εκείνη, ένιωθε ένα τεράστιο κενό στη καρδιά της.
Μόλις ο Πάνος έφυγε, πέταξε τα σεντόνια και σηκώθηκε. Είχε την ανάγκη να πλυθεί.
Περπάτησε γυμνή μέχρι το καθρέφτη και στάθηκε μπροστά κοιτώντας το είδωλο της. Για ακόμα ένα πρωινό, το χέρι της σκαρφάλωσε ανάμεσα στα στήθη της...
Άγγιξε τη πικραλίδα και βουρκωσε.
Μερική απώλεια μνήμης, ήταν το πόρισμα όταν συνήλθε στο νοσοκομείο...
Οι γιατροί είπαν ότι ίσως επανέλθει εκείνο το κομμάτι της, αλλά ίσως δεν επιστρέψει και ποτέ. Ένα αστερακι και μια πικραλίδα... Αυτά ήταν τα τεράστια κενά της ψυχής της.
Αυτά κοιτούσε κάθε πρωί το τελευταίο ενάμιση μήνα που συνήλθε και επέστρεψε σπίτι.
Η μνήμη της σταμάτησε μια μέρα πριν το ταξίδι στα Κύθηρα κι αυτό τη πλήγωνε. Ο Πάνος της είπε ότι είχε ένα ατύχημα στο νησί λίγες μέρες μετά την άφιξη της και μόλις συνήλθε στο νοσοκομείο των Κυθήρων, τη μετέφεραν σχεδόν αμέσως πίσω στην Αθήνα. Η Εύα πήγαινε που και που αλλά δεν έλεγαν και κάτι... Σπασμένα πράγματα και εικόνες πριν από το ατύχημα ήταν τα μόνα που συζητούσαν μεταξύ τους. Η Θάλεια από την άλλη, είχε εξαφανιστεί. Ο Πάνος είπε ότι πήγε στους δικούς της στο Σουφλί. Μίλησαν λίγες φορές στο τηλέφωνο αλλά δεν ειπώθηκε κάτι σημαντικό μεταξύ τους. Ήταν μαζεμένη. Διαφορετική...
Κάθε βδομάδα πήγαινε για έλεγχο στο νοσοκομείο. Οι γιατροί έλεγαν ότι η μνήμη ίσως επανέλθει ίσως και όχι αλλά σε καμία περίπτωση δεν έπρεπε να ταραχθεί για να μη γίνει μόνιμη η ζημιά.
"Ένα αστέρι... Μια πικραλίδα των ευχών..." άγγιξε τα σημεία και αναρωτήθηκε για πολλοστή φορά, ποιος ο λόγος να τα κάνει στο κορμί της. Έκανε ευχή; Ήθελε να κάνει ίσως; Όλα ήταν κενά...
Όλα εκτός από εκείνο το γκρι βλέμμα όταν ξύπνησε για πρώτη φορά στο νοσοκομείο...
Δεν θυμόταν πολλά...
Μόνο ότι τρόμαξε, τσιριξε και άρχισε να φωνάζει το Πάνο.
Δεν τον είδε ξανά από εκείνη τη μέρα μα ο Πάνος της είπε ότι ήταν ο Ρήγας. Μοιράστηκε μαζί της τις σκέψεις του, ότι εκείνος ίσως να ευθυνόταν για το ατύχημα της. Από την ώρα που κατέβηκαν στο νησί, της είπε ότι τη πολιορκούσε παρά τη φιλία τους. Της την έπεφτε καμιά φορά. Έκανε χειρονομίες και άσεμνα πράγματα.
Η Ιφιγένεια ένιωσε άσχημα και περίεργα σε αυτή την είδηση. Ο Πάνος βέβαια της είπε ότι εκείνη ήταν σωστή και δεν του έδωσε δικαιώματα. Πώς κανένας απο τη παρέα δε το είχε αντιληφθεί μόνο ο ίδιος επειδή του το είπε η Ιφιγένεια. Φοβήθηκε μη κάνει κάποια κίνηση παραπάνω προς το πρόσωπο της και το είπε στο Πάνο. Της είπε επίσης ότι εκείνη τη μέρα που του το εκμυστηρεύτηκε, βρέθηκε και στα βράχια και ότι ίσως εκείνος να προσπάθησε να έρθει σε επαφή μαζί της γιατί είχε μελανιές στα μπούτια της, εκείνη να αρνήθηκε και να έπεσε ίσως και να χτύπησε το κεφάλι της. Ούτε ο Πάνος ηξερε πως έγινε το ατύχημα ακριβώς.
Της τα είπε όλα όταν τον φώναξε τη πρώτη μέρα που άνοιξε τα μάτια της και της ζήτησε να μείνει μακριά του. Της είπε ότι θα του μιλήσει για να μη τη πλησιάσει ξανά γιατί είχε πάθει κάποιου είδους εμμονή μαζί της. Έκοψε άλλωστε και ο Πάνος κάθε παρτίδα μαζί του. Δεν ήταν όμως ο μόνος που τη γέμισε με πληροφορίες. Μια κοπελίτσα την επισκέφθηκε μετά το Πάνο. Ήταν δακρυσμένη. Της είπε ότι ήταν η κοπέλα του Ρήγα. Ότι ήξερε ότι είχε κολλήσει κάπως μαζί της. Ότι τη κυνηγούσε σαν τρελός. Όλα αυτά, την έκαναν να νιώθει φόβο.
Κάπου στα μισά της μέρας όμως, εκείνα τα γκρι μάτια επέστρεψαν στο δωμάτιο του νοσοκομείου.
Η Ιφιγένεια ύστερα από όσα της είπε ο Πάνος και εκείνη η κοπέλα του ζήτησε να μη τη πλησιάσει ποτέ ξανά. Πώς δεν τον ήξερε. Δεν ήθελε να έχει επαφή μαζί του. Τον φοβόταν...
Το πρόβλημα όμως ήταν, μια φράση που της είπε φεύγοντας...
Τελικά μωρό μου, η πρώτη σου ευχή, βγήκε και αληθινή... Να μη με γνώριζες ποτέ...
Της είχαν καρφωθεί τα λόγια του. Το πρόσωπο του. Όλα ήταν ένα μπλεγμένο κουβάρι στο κεφάλι της. Κάθε φορά που η Ιφιγένεια ρωτούσε πληροφορίες ο Πάνος της έλεγε ότι ούτε εκείνος ήξερε για τα τατουάζ ενώ η Εύα της είπε ότι απλά μπήκε μέσα σε ένα μαγαζί στα Κύθηρα και έκανε το αστέρι αλλά δεν ήξερε τίποτα για το άλλο...
Αναστεναξε και τράβηξε το βλέμμα από το είδωλο της. Δεν ένιωθε καλά με την επαφή της με το Πάνο. Άνοιξε το συρτάρι έβγαλε ένα από τα χάπια που της έδωσαν, και το άφησε να κυλήσει στη γλώσσα της. Ήταν ένα ήπιο ηρεμιστικό για κάθε φορά που ένιωθε ότι το κεφάλι της θα εκραγεί.
Σύρθηκε ως το μπάνιο , άφησε το καυτό νερό να τρέξει στο κορμί της και βάζοντας τα χέρια στα κρύα πλακάκια, έσκυψε προς τα μπροστά. Πάλευε να ανακτήσει τις μνήμες της μα εκείνες έμεναν τόσο βαθιά κρυμμένες που απελπιζοταν.
Πως ηταν δυνατόν να βλέπει κάθε βράδυ στον ύπνο της εκείνα τα μάτια και όταν ξυπνάει να νιώθει ένα κενό; Ο Πάνος έλεγε ότι ίσως να ήταν αληθινά εκείνος ο λόγος του ατυχήματος της και απλά να βιώνε κάποιο μετατραυματικο σοκ.
Σκόρπιες λέξεις, ανακατες μέσα στο κεφάλι της...
Έπεσε;
Κάνε μια ευχή...
Το... Χεράκι;
Είσαι σίγουρη για εμάς;
Μήπως έχεις τηλέφωνο;
Μια ακόμα τελευταία φορά...
Καμιά γυναίκα δεν ήρθε εδώ...
Το μύρισα στην ανάσα σου...
Κάτσε κάτω!
Ευχήθηκα να ήσουν ο τελευταίος...
Λόγια χωρίς εικόνες...
Παγωμένες σκέψεις.
Αναμνήσεις ανύπαρκτες.
Η Ιφιγένεια γονάτισε προς τα κάτω και έπιασε το κεφάλι της κλαίγοντας για ακόμα ένα πρωινό...
°•°•°•°•°°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°°•°•°•°•°•°•°•°•°
"Πάλι πίνεις..." μπήκε στο μαγαζί και τον βρήκε στο μπαρ... Ένα μαγαζί που είχε πλέον σβήσει. Δεν το άνοιξε από τη μέρα που έφυγε η Ιφιγένεια από τα Κύθηρα. Πήγαινε και άδειασε ένα ένα τα μπουκάλια μόνος του... "Χριστόφορε... Δε μπορώ να σε βλέπω έτσι..."
"Σωτήρη φύγε..."
"Γιατί δε πας Αθήνα; Γιατί δε τη ψάχνεις; Γιατί δε κάνεις κάτι!"
"ΓΙΑΤΙ ΟΥΤΕ ΠΟΥ ΜΕ ΞΈΡΕΙ ΑΝΑΘΕΜΑ ΣΕ!" Το μπουκάλι με το ρούμι, εκτοξεύθηκε στα σανίδια και ο Χριστόφορος γονάτισε αποκαρδιωμενος "Γιατί με έδιωξε. Γιατί μου ζήτησε να μην τη πλησιάσω ποτέ ξανά... Πώς δε θέλει ούτε να ξέρει για μένα..." είπε διαλυμένος.
"Και την άφησες στο Πάνο τόσο απλά; Χωρίς να παλέψεις;"
"Να παλέψω με τι;" του είπε τσακισμένος "Αν την ταράξω, θα χάσει μόνιμα κάθε της μνήμη... Ζω και περιμένω σαν μαλάκας τη στιγμή που θα τη δω να μπαίνει από αυτή τη πόρτα μα εκείνη η στιγμή, δε θα έρθει ποτέ!" έσπρωξε με το πόδι μερικά άδεια μπουκάλια και ο Σωτήρης κάθισε καταχαμα πλάι του.
"Μαλάκα κάτι δεν είναι σωστό... Δεν το νιώθεις;"
"Εγώ εκείνη ακούω... Εκείνη είδα...Την απέχθεια στα μάτια της... Την αηδία των χειλιών της... Την απόγνωση... Πώς να πάω να τη βρω, και τι να κάνω; Μια ελπίδα μου έμεινε και με εκείνη ξυπνάω και ζω καθημερινά..."
Δύο μήνες πριν
Γενικό Νοσοκομείο Κυθήρων
Κρατούσε απαλά το χέρι της καταρρακωμενος. Είχε ήδη πατήσει ένα καυγά χωρίς προηγούμενο με το Πάνο και δεν είχε άλλες αντοχές. Δεν ήθελε να πιστέψει τα λόγια των γιατρών ότι θα ανοίξει τα μάτια της και δε θα έχει μνήμες...
Δε μπορούσε να το δεχτεί.
Ένιωσε τα δάχτυλα να πιέζουν τα δικά του, και σήκωσε αμέσως το βλέμμα του πάνω της.
"Ιφιγένεια;..." είδε τα βλέφαρα της να παλεύουν για να ανοίξουν "Εδώ είμαι μωρό μου... Άνοιξε τα μάτια σου. Εγώ είμαι..."
"Πάνο;" ψέλλισε και το πρώτο σοκ τον χτύπησε. Το δεύτερο ήρθε αμέσως μετά όταν εκείνη τα άνοιξε και τράβηξε τρομαγμένα το χέρι της "Ποιος είσαι εσύ;' Που είμαι;! Πάνο!!" άρχισε να τσιριζει και μόλις ο Πάνος μπήκε στο δωμάτιο, τον έσπρωξε και χώθηκε ανάμεσα τους...
Μισή ώρα μετά...
Η πορτα άνοιξε και η Ιφιγένεια κοίταξε αμέσως. Σαστισε. Μια κοπέλα μπήκε μέσα και δε την είχε ξαναδεί.
"Δε με θυμάσαι. Το ξέρω... Αλλά με λένε Πόπη... Ήθελα να σου μιλήσω λίγο... Έμαθα σε παίρνουν από το νησί..." τη πλησίασε και η Ιφιγένεια ανακαθισε.
"Που σε ξέρω;"
"Η κοπέλα του Ρήγα είμαι... Η μάλλον, ήμουν... Με χώρισε για σένα..."
"Τι λες;"
"Ιφιγένεια σε συμπάθησα από τη πρώτη στιγμή που σε είδα. Είναι επικίνδυνος... Δε ξέρω τι λενε οι άλλοι, κι αν ξέρουν ότι σε ήθελε αλλά είμαι σίγουρη ότι εκείνος ευθύνεται για τη κατάσταση σου... Σε παρακαλώ. Δεν έχω χρόνο. Ήρθα στα κρυφά για να μη με δει και μαλώσουμε. Πρόσεχε τον κοπέλα μου... Θέλει αυτό που δεν έχει και όταν δε το καταφέρνει γίνεται άλλος άνθρωπος. Ποιος ξέρει τι έγινε και κατεληξες σε εκείνα τα βράχια..."
"Γιατί μου τα λες όλα αυτά;"
"Για να προσέχεις. Τον είδα να τριγυρίζει έξω από το νοσοκομείο. Φοβάμαι λίγο... Έχει πάθει εμμονή μαζί σου. Όταν ήρθες και ο Πάνος σε γνώρισε σε εμάς, εκείνος τρελάθηκε. Άρχισε να βλέπει αλλιώς. Δεν ξέρω αν στο είπε ο Πάνος αλλά μάλωσαν κι όλας... Μια μέρα προσπάθησε να σε αγγίξει κάπως περίεργα... Πάνω που χορεύαμε όλοι
.. Είπε ότι ήπιε αλλά ξέρω ότι δεν είχε πιει. Απλά ήθελα να σου πω να προσέχεις γιατί είδα ότι η κατάσταση ξέφυγε..."
Η Ιφιγένεια έπιασε το κεφάλι της
"Δε θέλω να συγχύστεις. Θα φύγω. Απλά προσπάθησε να μείνεις μακριά του. Αυτό είναι όλο... Μην πεις ούτε στο Πάνο ότι ήρθα. Θα στεναχωρεθει..."
Λίγες ώρες μετά...
Ήταν αποφασισμένος να τη δει. Οι γιατροί της έκαναν έναν έλεγχο και είπαν ότι ήταν φρονιμοτερο να μεταφερθεί στην Αθήνα.
Μπαίνοντας στο δωμάτιο της βρήκε ξύπνια. Μόλις όμως τον ειδε μαζεύτηκε αμέσως.
"Μη με πλησιάζεις!"
"Ιφιγένεια εγώ είμαι..."
"Ξέρω ποιος είσαι. Μείνε μακριά μου!"
"Άφησε με να σου μιλήσω..."
"Δε θελω. Δεν ξέρω τι θες από μένα αλλά μη με πλησιάζεις. Θα φωνάξω το Πάνο φύγε! Δε ξέρω τι ζητάς αλλά δε θέλω καμιά επαφή μαζί σου! Ούτε να σε βλέπω ούτε να σε ξέρω! Με τρομάζεις σου είπα φύγε!" φώναξε κάπως μόλις το βήμα του τη πλησίασε.
"Ξέρω ότι δε με θυμάσαι, αλλά..."
"Γιατί δε φεύγεις; Πόση ασέβεια δείχνεις πια; Σου είπα δε θέλω να σε ξέρω! Δε σε ξέρω κι όλας στη τελική! Μη με πλησιάσεις ξανά! Φύγε! Εσύ φταις για όλα!" Είδε το κεφάλι της να κοκκινίζει και φοβήθηκε αμέσως.
Περπάτησε ηττημένος ως τη πόρτα και πριν φύγει, γύρισε και τη κοίταξε . Τα λόγια του Πάνου νωρίτερα έσκισαν τη ψυχή του. Δε μπορούσε να τη πιέσει... Δε μπορούσε ούτε καν να προσπαθήσει βλέποντας την τόσο ταραγμένη...
"Τελικά μωρό μου, η πρώτη σου ευχή, βγήκε και αληθινή... Να μη με γνώριζες ποτέ..." της είπε, και ανοίγοντας τη πόρτα, εξαφανίστηκε.
°•°•°•°°•°•°•°•°°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°°•°•°•°•°•°•°
Δύο μήνες πριν, Κύθηρα
Η μέρα του ατυχήματος
"Να σε αφήσω εδώ; Θα πεταχτώ στο μαγαζί και ύστερα θα πάρω τον Πάνο να του μιλήσω..."
"Χριστόφορε φοβάμαι... Ξέρω ότι, είστε φίλοι. Ξέρω ότι άθελά μου μπήκα ανάμεσα αλλά δεν ελέγχεις τη καρδιά... Έτσι δεν είναι;" πάρκαρε το αυτοκίνητο και τραβώντας χειρόφρενο της χαμογέλασε γλυκά.
"Όχι μωρό μου, δεν ελέγχει κανένα τη καρδια. Εκείνη μόνη της μιλάει, μόνη αποφασίζει και μόνη της πράττει... Είναι πουτάνα η ζωή. Αυτό το ξέρουν όλοι... Εμείς όμως..."
"Δε μπορώ να σε χάσω... Δε μπορώ να γυρίσω στο πριν... Δε μπορώ να τον αφήσω να με αγγίξει ξανά... Δε θέλω. Ίσως σου ακούγεται υπερβολικό αλλά..."
"Τίποτα δεν είναι υπερβολικό... Είμαι ερωτευμένος μαζί σου Ιφιγένεια... Όλο μου το είναι, το φωνάζει...Ίσως αρνήθηκα να το δω στην αρχή, αλλά μωρό μου, πλέον ξέρω.
Είμαι διατεθειμένος να πάρω κάθε ρίσκο. Να χαλάσω κάθε φιλία. Να το ζήσω μαζί σου ως το τέρμα..." Του χαμογέλασε τρυφερά. Έλαμπε σαν εκείνα τα δεκάδες φωτάκια στο σπίτι του.
"Μυρίζω εσύ..." του είπε γλυκά δείχνοντας τα ρούχα του.
"Κοίτα να το συνηθίσεις τότε γιατί μόλις άλλαξε η ζωή σου ολόκληρη..." έσκυψε, της χάρισε ένα βαθύ φιλί και εκείνη σκαρφάλωσε αμέσως επάνω του.
"Κατέβα κάτω ρε αχόρταγο πλάσμα.." είπε γελώντας
"Δε θέλω. Αυτό είναι το πρόβλημα μου... Πρώτη φορά νιώθω εξαρτημένη για κάτι πόσο μάλλον σε κάποιον..."
"Τότε για άλλη μια φορά, θα πω ότι μοιάζουμε πολύ... Όλα θα πάνε καλά. Θα το δεις..." τη φίλησε και χαρίζοντας της ένα χτύπημα στα οπίσθια την έπιασε και τη σήκωσε. "Πήγαινε στο σπίτι , πάω ως το μαγαζί και μετά θα μιλήσω με το Πάνο, εντάξει;"
"Εντάξει..." του χάρισε ένα ακόμα φιλί, της... Ίσως το πιο αργό...
Άνοιξε τη πόρτα και εκείνος έβαλε μπρος. Έμεινε για λίγο να τον κοιτάζει.
"Ακόμα και το τιμόνι σέξυ το πιάνεις..." τον κορόιδεψε και εκείνος της χαμογέλασε σαν παιδί.
"Βρίσκεις;"
"Αμέ..."
"Άντε πήγαινε όμως τώρα, γιατί δε θα τελειώσουμε ποτέ..."
"Χριστόφορε;" πλησίασε το αμάξι και έσκυψε προς το παράθυρο του "Εγώ να δεις πόσο ερωτευμένη είμαι μαζί σου..." του το είπε και εκείνη, και απομακρύνθηκε. "Δε θα με ξεφορτωθείς τόσο εύκολα!" του φώναξε και εκείνος χαμογέλασε. Σήκωσε το μεσαίο του δάχτυλο και η Ιφιγένεια ξεκαρδιστηκε θυμουμενη τη πρώτη τους στιγμή. "Αυτό θα το εκλάβω ως ναι!" φώναξε και εκείνος πατώντας το γκάζι έφυγε...
Την άφησε λίγα μέτρα μακριά πριν τη στροφή. Ήξερε ότι δε θα ήταν εύκολο να είχε πάρει τις αποφάσεις της.
Περπάτησε μα φτάνοντας στο σπιτάκι , άκουσε φωνές από μέσα και απλά πλησίασε προς τη πόρτα...
"Αφού είπες θα αλλάξεις! Τι διάολο θες πάλι από μένα;"
"Δ ξέρω ρε Θάλεια. Τα είπα. Και τα εννοώ... Αλλά κάθε φορά που σε βλέπω... Ειδικά όταν σε πιάνει ο Σωτήρης κάπου μέσα μου τρελαίνομαι..." η Ιφιγένεια έβαλε τα χέρια στο στόμα σοκαρισμένη
"Ένα σεξ ήμασταν Πάνο! Πάει τελείωσε!"
"Το ξέρω! Και είπα ότι δε θα γίνει ξανά... Αλλά σε θέλω ρε παιδί μου. Πώς να στο πω!"
"Δε σε θέλω εγώ όμως! Αρκετά ψέματα είπαμε στην Ιφιγένεια! Τελειώσαμε!"
Η Ιφιγένεια άνοιξε σιγά τη πόρτα και εκείνοι τη κοίταξαν έντρομοι...
"Πώς μπορέσατε..." ψέλλισε παγωμένα
"Αγάπη μου να σου εξηγήσω!"
"Μη με πλησιάζεις!" η Ιφιγένεια βγήκε , άρπαξε τα κλειδιά από το αμάξι μα εκείνος τη πρόλαβε. "Παρατα με σου είπα!" τσιριξε τρέχοντας προς το χωματόδρομο και ο Πάνος έτρεξε πίσω της.
"Ιφιγένεια σταμάτα ανάθεμα σε! Θα πέσεις γαμώτο!"
Τη πρόφτασε λίγο πριν βγει στη θάλασσα και εκείνη σταμάτησε έξαλλη.
"Πώς μπόρεσες; Και εσύ και εκείνη!"
"Μωρό μου άφησε με να σου εξηγήσω!"
"Τίποτα δε θα μου εξηγήσεις! Σε σιχαίνομαι πια. Αν ήθελα να χωρίσουμε μια φορά τώρα το θέλω δέκα και δε θέλω ούτε να σε βλέπω!"
"Να χωρίσουμε; Και τι.. τι φοράς;" είπε κοιτώντας τη καλύτερα "Τα ρούχα του Ρήγα είναι αυτά;"
"Πάνο δε πας να γαμηθείς λέω εγώ;! Και ναι, του Χριστόφορου είναι!"
"Ώστε πηδηχτηκες μαζί του και μου ζητάς και τα ρέστα;" Αγριεψε
"Δε θα το γυρίσεις σε μένα! Είμαι ερωτευμένη μαζί του. Θα το τελείωνα σήμερα! Δεν είμαι καμιά πουτάνα να παίζω σε διπλα ταμπλο αλλά από ότι φάνηκε, εσείς μια χαρά το κάνατε ένας θεός ξέρει για πόσο! Σας σιχαίνομαι!"
"Έλα εδώ!" την άρπαξε μα εκείνη τραβήχτηκε
"Τράβα γαμήσου! Δε θέλω να σας ξέρω!" Η Ιφιγένεια προσπάθησε να φύγει μα εκείνος συνέχισε να τη κρατά ώσπου του ξέφυγε. Την άρπαξε από τη μπλούζα και εκείνη έχασε την ισορροπία της και έπεσε στα βράχια...
°•°•°•°°•°•°•°•°°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°°•°•°•°•°•°•°•°•°
"Πώς είναι;"
"Θάλεια μη μου μιλάς..."
"Εμείς φταίμε!"
"Άσε με σου είπα!"
"Είναι φίλη μου!"
"Ναι και είμαι σίγουρος ότι εσύ την έσπρωξες στο Χριστόφορο! Έτσι δεν είναι;!" Η Θάλεια πάγωσε
"Τι διάολο λες;"
"Κάνε και την ανηξερη τώρα!" Ο Πάνος τη πλησίασε και την έπιασε από το λαιμό "Οι γιατροί είπαν ότι έχει απώλεια μνήμης... Θα εξαφανιστείς άκουσες; Μη διανοηθείς να της πεις λέξη. Όλα θα είναι όπως πριν! Αν μάθω ότι της μίλησες , δε θα σου αρέσει Θάλεια!"
"Δε θα τολμήσεις να της το κάνεις αυτό!"
"Θέλεις να δεις; Μου τα φόρεσε κανονικά με τον άλλο το μαλακα! Έννοια σου, και θα τον στρώσω καλά! Αν τολμήσεις όμως να της πεις κάτι, γιατί είμαι σίγουρος ότι ήξερες , τότε να δω πως θα φανεί στη μάνα σου, ότι ο πατέρας σου την είχε απατήσει! Η μήπως δε θυμάσαι ότι μου το είπες στις αρχές; Όταν φοβήθηκες μη το ανακαλύψει!"
"Είσαι αισχρός!"
"Ότι γουστάρω είμαι! Η Ιφιγένεια είναι δική μου. Τελείωσε." Σταμάτησε και τη κοίταξε άγρια "Κανόνισε τη πορεία σου Θάλεια... Μόνο αυτό σου λέω!"
°•°•°•°•°°•°•°•°•°•°°•°•°•°°•°•°•°•°•°•°•°•°°•°•°•°•°
"Που είναι;"! Ο Χριστόφορος έφτασε τρελαμενος αφού ο Πάνος τον πήρε με δύο ώρες καθυστέρηση να τον ενημερώσει.
"Κοπτεσαι πολύ;" τον ειρωνεύτηκε
"Πάνο δεν έχω ώρα για μαλακίες! Κάτι σε ρώτησα!"
"Της έδωσες και τα ρούχα σου... Ωραίος φίλος..."
"Θα στο ξεκαθαριζα! Δε πρόλαβα όμως!"
"Έχει αμνησία... Καλό έτσι;"
"Τι είπες;"
"Αυτό που άκουσες! Δεν υπάρχεις για εκείνη! Και από σήμερα δεν υπάρχεις ούτε για μένα! Πώς μπόρεσες ρε;!"
"Την αγαπάω!" του φώναξε έξαλλος "Εσύ της φέρθηκες σαν σκουπίδι! Δεν έχω τίποτα να πω μαζί σου!"
Ο Πάνος γέλασε
"Νομίζεις ότι σε θυμάται; Εμπρός! Πάνω είναι το δωμάτιο της! Τράβα να φας την ήττα σου! Την Ιφιγένεια την αγάπησα όσο δε πάει! Η θέση της είναι πλάι μου... Μόνο εμένα θυμάται! Σε τσούζει;" Ο Χριστόφορος τον άρπαξε από το γιακά αμέσως "Χτυπά με! Άντε! Τόσα αρχίδια έχεις! Να μπεις ανάμεσα σε ένα ζευγάρι παλιό ξεφτίλα!"
Ο Χριστόφορος πήρε μια βαθιά ανάσα και τον έσπρωξε προς τα πίσω
"Δεν εχω να πω τίποτα άλλο μαζί σου. Σε λυπάμαι..."
"Εγώ σε λυπάμαι... Γιατί το απόγευμα, θα φύγω μαζί της πίσω και εσύ δε θα είσαι ούτε καν ανάμνηση!"
"Αυτό θα το δούμε!" ο Χριστόφορος γύρισε για να φύγει μα ο Πάνος τον σταμάτησε
"Αν ταραχθεί, θα έχει μόνιμη απώλεια μνήμης... Ίσως και κάποια υποτροπή... Έχει αιμάτωμα πίσω στο κεφάλι... Μόνο αυτό σου λέω! Αν πάθει κάτι, θα σε σκοτώσω! Δεν έχει να κάνει μόνο με τη μνήμη της! Η ένταση θα μεγαλώσει το αιμάτωμα και ίσως πάθει καμιά μεγάλη ζημιά! Το κρίμα στο λαιμό σου!" είπε κοιτώντας τον, αηδιασμένος και ο Χριστόφορος τον παραμέρισε και ανέβηκε επάνω...
°•°•°•°•°•°•°°•°•°•°•°•°•°•°°°°•°•°•°•°•°°•°•°•°•°•°•°
Παρόν
Βγήκε από το μπάνιο, χωρίς καν να βάλει πετσέτα στο κορμί της.
Δεν ήξερε γιατί αλλά έσκυψε και τράβηξε ένα κουτί κάτω από το κρεβάτι. Ήταν τα πράγματα που της έδωσαν στο νοσοκομείο.
Το άνοιξε και κοίταξε εκείνο το ζευγάρι με τα ρούχα. Δεν ήταν δικό της... Ούτε του Πάνου όμως... Ενός Πάνου που επέμενε να τα πετάξει στα σκουπίδια γιατί έλεγε τα αγόρασε από το νησί και του θύμιζαν το ατύχημα. Εκείνη όμως δε τα πέταξε.
Τα έβγαλε από το κουτί και τα άφησε στο κρεβάτι. Η μπλούζα είχε ακόμη λίγα αίματα στο πίσω μέρος. Η ανάγκη να τα μυρίσει, τα έφερε ως το πρόσωπο της. Κάτι δεν ήταν σωστό... Πάλευε να το καταλάβει...
Ξάπλωσε στο κρεβάτι και τα πήρε αγκαλιά...
"Αστέρια... Παντού μικρά φωτεινά αστέρια... Ψηλά..." ψέλλισε αφού κάθε φορά που έκλεινε τα μάτια της, φωτίζονταν η ψυχή της... Δεν ήξερε όμως που τα είχε δει...
Θαρρείς και άναβαν χιλιάδες μικρά φωτάκια μπροστά στα μάτια της...
Τα μάτια της βουρκωσαν... Έσφιξε δυνατά τα ρούχα, και έμεινε απλά να χάνεται στο φως τους...
🖤🖤🖤🖤
Καλά Χριστούγεννα να έχουμε 🖤🖤🖤
Από μεθαύριο πάλι κορίτσια μου!
Δεν ξέρω αν καταφέρω απόψε κάτι...
Αύριο σίγουρα όχι.
Υγεία σε όλους μας, και αγάπη...
Να περάσετε όμορφα 🖤🖤🖤
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top