Επίλογος
3 χρόνια αργότερα
" Τι εννοείς δεν τρώει ? Αααα καλά θα δω τι θα κάνω! Φιλάκια μαμά κι εγώ σ'αγαπώ. Ναι, το απόγευμα. Αντε γεια! ", είπα κα έκλεισα το τηλέφωνο.
Είμαι μόνη μου στο σπίτι. (Home alone? 1 , 2 or 3?😂)
Ο Ανδρέας σε λίγο θα γυρίσει από την δουλειά και η μικρή είναι στην μαμά μου. Είναι εκεί η ξαδέρφη της η Αφροδίτη (κόρη Ειρήνης και Βασίλη) .
Και φυσικά όταν συναντιούνται αυτές κάνουν κόμμα και τυρρανάνε την γιαγιά τους. Τώρα για παράδειγμα δεν τρώνε τα γεμιστά τους. Ωχ Θεέ μου.
Σβήνω τον φούρνο και στρώνω το τραπέζι. Από στιγμή σε στιγμή φτάνει καινο Ανδρέας. Αναρωτιέμαι βγήκαν οι εξετάσεις του? Τον τελευταίο καιρό ήταν συνέχεια κουρασμένος. Σηκωνόταν από το κρεβάτι και ξαναέπεφτε κουρασμένος. Είχε πολύ συχνό βήχα και... λίγο ντροπιαστικό για να το λες, αλλά είχαν πρηστεί τα γενετικά του όργανα. Πραγματικά δεν ξέρω...
Του είπα να πάει στον γιατρό. Αμα είναι καμία ίωση να πάρει φάρμακα. Μου είπε ότι θα πήγαινε αυτή την εβδομάδα, αλλά δεν ξέρω πότε.
Ακούω κλειδιά στην πόρτα.
"Μωρό μου, γύρισα! ", βγαίνω από την κουζίνα και τον πλησιάζω για να τον φιλήσω. Μαύροι κύκλοι υπάρχουν κάτω από τα αγαπημένα μου μάτια.
Εκλεισα τα μάγουλά του στα χέρια μου και τον κοίταξα κατάματα.
"Αγάπη μου, είσαι καλά? ", τον ρώτησα.
"Ναι, μια χαρά . Απλά κουρασμένος. ", είπε και αφού άφησε τα κλειδιά στον μπουφέ δίπλα στην είσοδο ε ακολούθησε στην κουζίνα.
Καθώς έβαζα φαγητό στα πιάτα συζητούσαμε για την μέρα μας και του είπα για την μικρή. Στο άκουσμά της σαν να αναθάρεψε. Μόνο η Βιολέττα τον κράτα 'ζωντανό ' και γεμίζει λάμψη το βλέμμα του.
Καθώς τρώγαμε η κουβέντα συνεχίστηκε. Μέχρι που αποφάσισα να ρίξω την σπόντα.
"Αγάπη μου, στον γιατρό πήγες ?"
Τον είδα που σφίχτηκε . Τι γίνεται εδώ?
"Εμ ναι. Σε λίγες μέρες θα βγουν οι αιματολογικές. ", μου είπε και άλλαξε θέμα.
'Λίγες μέρες αργότερα '
Ο Ανδρέας από την ώρα που γύρισε από την δουλειά δεν μιλάει. Μόνο την Βιολέττα χαιρέτισε και εμένα μου έδωσε ένα φιλί. Κάθεται στην βεράντα και καπνίσει το ένα τσιγάρο μετά το άλλο.
Μαραζώνει ώρα με την ώρα, λεπτό με το λεπτό. Και αφού δεν μου λέει δεν μπορώ να τον βοηθήσω!
Τι έγινε ? Μάλωσε με κάποιον στην δουλειά? Οικονομικό πρόβλημα? Εκανα εγώ κάτι λάθος? Τι?
"Μάγια πρέπει να σου μιλήσω .", με ξάφνιασε η φωνή του από πίσω μου.
Γύρισα και τον είδα να κρατάει κάποια χαρτιά. Τα κοίταξα ερωτηματικά.
"Μισό λεπτό να βάλω το κοτόπουλο στο φούρνο και έρχομαι. ", είπα και τον είδα να φεύγει.
Αφού τελείωσα με την κουζίνα, σκούπισα τα χέρια μου με μια πετσέτα και πήγα προς την βεράντα για να τον συναντήσω.
Κάπνιζε. Πάλι...
Κάθισα απέναντί του. Δεν με πήρε χαμπάρι ή απλά με αγνοεί. Γιατί μου συμπεριφέρεται έτσι?
"Ανδρέα ", ψιθύρισα.
Γύρισε προς το μέρος μου και τα καταπράσινα μάτια του ήρθαν να συγκλονίζουν τα πικραμένα από την συμπεριφορά του γαλάζια δικά μου.
"Πάρε και διάβασε. Θα καταλάβεις. ", είπε και αφού μου έδωσε τα χαρτιά που κρατούσε, άκουσα την εξώπορτα να ανοίγει και να κλείνει.
Αφού άφησα μια τρεμάμενη ανάσα άνοιξα το φάκελο και άρχισα να διαβάζω. Σταδιακά τα μάτια μου άρχισαν να γουρλώνουν, δάκρυα κυλούν στα μάγουλά μου. Τα χαρτιά πέφτουν από τα χέρια μου και το ένα χέρι καλύπτει το στόμα μου όταν το άλλο είναι στην καρδιά μου.
Δύο πράγματα μου έμειναν από αυτά τα χαρτιά.
Λευχαιμία.
3 μήνες ζωής.
'2 βδομάδες πριν το τέλος '
"Αγάπη μου, είσαι καλά? Μήπως θες μια κουβέρτα, κάτι? ", μου χαμογέλασε γλυκά , όπως μόνο εκείνος μπορεί. Είναι σχεδόν μόνιμος κάτοικος του κρεβατιού, αλλά είναι χαρούμενος. Λέει ότι δεν θα πονάει πλέον.
Η λευχαιμία του ανακαλύφθηκε σε προχωρημένο στάδιο, μα θα μπορούσε να το ανατρέψει. Δεν δέχτηκε όμως να κάνει χημειοθεραπείες. Δεν ήθελε να χάσει τα μαλλιά ή τα δόντια του. Θέλει να κρατήσουμε αυτή την εικόνα για αυτόν. Τον καστανομάλλη, πρασινομάτη μου. Τον άνδρα μου, το φως μου, την ζωή μου. Τον άνθρωπο που ερωτεύτηκα και ερωτεύομαι ακόμα και τώρα μετά από 17 χρόνια γνωριμίας, 16 χρόνια ως ζευγάρι, 7 παντρεμένοι και 4 ως γονείς.
Θεέ μου, μην μου τον πάρεις... μη...
"Μπα είμαι καλά. ", είπε και άρχισε να γελά.
"Γιατί γελάς ?", τον ρώτησα παραξενεμένη
" Λίγα χρόνια πριν αν σου ζήταγα κουβέρτα θα μου έλεγες σίγουρα ' Χεράκια, ποδαράκια έχεις. Πάνε μόνος σου! '", είπε και συνέχισε να γελά ενώ εγώ έσκυψα ντροπιασμένη με δάκρυα στα μάτια το κεφάλι.
Δεν ήταν κάτι ασυνήθιστο. Κάθε μέρα έκλαιγα τους τελευταίους 3 μήνες. Απλά όχι μπροστά στους άλλους. Μόνη μου...
Εκείνος με είδε και σταμάτησε να γελά.
"Ελα εδώ. ", μου είπε απαλά και άνοιξε τα χέρια του για αγκαλιά.
Τρέχοντας πήγα κοντά του και χώθηκα στην αγκαλιά του κλαίγοντας. Μύριζε Ανδρέας, μύριζε σπίτι!
"Καρδιά μου σώπα. Μην φοβάσαι. ", είπε χαϊδεύοντας τα μαλλιά μου
"Ανδρέα σε παρακαλώ. Μην φύγεις. Μην μας αφήνεις. Δεν πρέπει να τελειώσει έτσι. Δεν γίνεται να τελειώσει έτσι! ", είπα και το σώμα μου τρανταζόταν.
Είναι μόνο 35 χρόνων. Οχι, δεν είναι η ώρα του ακόμα. Οχι!
"Σςς τίποτα δεν τελειώνει. Και θα σου πω κάτι που μου είπε η δικιά μου η γιαγιά, η γιαγιά Βιολέττα λίγο πριν φύγει. Μία φράση που έμεινε χαραγμένη στο μυαλό, την ψυχή και την καρδιά μου. Ο θάνατος δεν είναι το τέλος. Επιπλέον κάποια στιγμή θα ξανασυναντηθούμε. Είναι απλά ένα μικρό ταξίδι που πρέπει να κάνω. Θα ξανασυναντηθούμε στην άλλη πλευρά.", είπε και με φίλησε με πάθος. Πάει καιρός από την τελευταία φορά που φιληθήκαμε.
Εκείνο το βράδυ όμως δεν με φίλησε απλά. Μου έκανε τον πιο γλυκό, υπέροχο καο τρυφερό έρωτα. Η τελευταία μας φορά.
'3 βδομάδες μετά '
"Πάω να βάλω τα πράγματα στο αυτοκίνητο, εντάξει? ", μου είπε γλυκά ο Βασίλης.
Γύρισα και τον κοίταξα. Τα μάτια μου είναι πρησμένα από το κλάμα όμως κατάλαβα τον οίκτο του. Οπως κι όλοι οι άλλοι. Δεν ξερούν ότι κάποια στιγμή θα τον ξανασυναντήσω έτσι κι αλλιώς . Νομίζουν ότι θα κάνω κακό στον εαυτό μου. Κάνουν λάθος. Εχω ένα παιδί να μεγαλώσω. Πρέπει να είμαι δυνατή. Πρέπει να κάνω μια νέα αρχή.
Κι για να γίνει αυτό πρέπει να το φύγω από αυτό το σπίτι. Δεν μπορούμε να ζήσουμε εδώ. Μέσα στις αναμνήσεις. Μέσα στην ζωή μας πριν...
Για λίγο καιρό θα μείνουμε στου Βασίλη και της Ειρήνης. Μέχρι να βρω σπίτι. Αν και επιμένουν να μείνουμε εκεί, αλλά δεν γίνεται. Πλέον είμαι εγώ και το παιδί μου.
"Εντάξει Βασίλη. Θα μείνω για λίγο εδώ και θα έρθω. Ασε και την Βιολέττα να παίξει λίγο στο παλιό της δωμάτιο. ", είπα βραχνά.
Εκείνος έγνεψε και έφυγε.
Τύλιξα τα χέρια μου γύρω από το σώμα μου τρέμοντας. Το βλέμμα μου σάρωσε τον άδειο από τα έπιπλα χώρο.
Κάθε γωνιά αυτού του σπιτιού και μια ανάμνηση.
Κουζίνα.
"Μάγια τρέξεεεε. Η Βιολέττα κλαίει! ", άκουσα τον Ανδρέα να τσιρίζει.
"Τι έγινε καλέ? ", ρώτησα δαγκώνοντας το χείλος μου για να μην γελάσω.
Ο Ανδρέας κοίταζε πανικοβλημένος την μικρή η οποία έκλαιγε με μαύρο δάκρυ, αλλά με το που με είδε σταμάτησε και μπουσούλισε προς τα εμένα που την πήρα αγκαλιά.
Κοίταξα ειρωνικά τον Ανδρέα, που δεν δέχεται το γεγονός ότι μόνο εγώ μπορώ να την θηλάζω, άρα και να την ηρεμώ.
"Βρε Ανδρέα μου μόνο οι γυναίκες μπορούν να θηλάζουν! Τι να κάνουμε!?", είπα λες και μίλαγα σε 5 χρονο.
"Είναι αδικία, να μπορείς μόνο εσύ να ηρεμήσεις την κόρη μου! ", είπε και σταύρωσε τα χέρια του μουτρωμένος.
Εγώ γέλασα και πήγα στο υπνοδωμάτιο να ταΐσω το πεινασμένο παιδί μου.
Σαλόνι
"Ανδρέααααα, δεν το πιστεύω!!!!! Είπε μαμά", είπα και άρχισα να αγκαλιάζω χαρούμενη την μικρή.
"Πφφφ σιγά! Σίγουρα έχει πει και μπαμπά απλά δεν ήμασταν μπροστά ", είπε
"Ζηλιάρηηηηη", τον πείραξα και του έδωσα ένα φιλί στο μάγουλο.
"Εεε δεν είμαι! ", διαμαρτυρήθηκε.
"Ωωω ναι είσαι! ", είπα κοροϊδεύοντάς τον
Προχώρησα προς τα μέσα δωμάτια του σπιτιού. Πρώτη πόρτα που άνοιξα?
Μπάνιο.
"Ααααααα με έκανε μούσκεμα. Ποιοοο χεράκι έκανε μούσκεμα τον μπαμπά να το φάω? ", είπε ο Ανδρέας κάνοντας την 2χρονη Βιολέττα να χαχανίσει.
Ξαφνικά η Βιολέττα με παίρνει χαμπάρι που κάθομαι και τους χαζεύω καθώς ακουμπάω την ξύλινη κάσα της πόρτας.
"Μαμάααα", φωνάζει και γελάω καθώς ο Ανδρέας με καρφώνει με τα μάτια του. Τον κοιτάω κι εγώ και χαμογελάω καθώς τους πλησιάζω.
"Τι κάνεις εδώ αγάπη μου? Κάνεις και τον μπαμπά μπάνιο? ", είπα γελαστά και ξέσπασα σε γέλια όταν την είδα να κουνάει καταφατικά το κεφάλι γελώντας με το φαφούτικο χαμόγελό της.
"Αχ τέτοια μου κάνει η πριγκίπισσά μου! ", είπε και έσπρωξε ένα καραβάκι προς το μέρος της μικρής.
"Βιολέττα έλα να σου πω ένα μυστικό! ", είπα και καλά συνομωτικά και έσκυψα στο αυτάκι της " Πάμε να βρέξουμε τον μπαμπά. ", είπα και μάλλον κατάλαβε γιατί...
Καταλήξαμε όλοι παπιά! 😂😂
Επόμενος σταθμός το δωμάτιο της μικρής.
Ανοίγω την πόρτα και την βλέπω να κοιτάει απορημένη το μικρό δωμάτιο.
"Μαμά? ", με κοιτάει παραξενεμένη κρατώντας σφιχτά την κούκλα που της έφερε ο μπαμπάς της πέρισυ.
"Μαμά! ", είπε ενθουσιασμένη και τα ματάκια της έλαμπαν.
"Ελα ,μωρό μου! ", είπα και την πήρα αγκαλιά ξέροντας από πριν τι θα μου έλεγε.
"Κοίτα τι μου έφερε ο μπαμπάς. Εναν πανέμορφο αρκούδο! ", είπε όχι πολύ καθαρά, αλλά την κατάλαβα. Πάντα την καταλαβαίνω, καλύτερα από όλους. Μάλλον έτσι είναι να είσαι μάνα.
"Ωωωω είναι πολύ όμορφο. Καιιι πώς θα το ονομάσεις? ", την ρώτησα
"Αγάπη. ", είπε και φίλησε το αρκουδάκι ενώ εγώ φίλησα το μαγουλάκι της.
Κλικ.
Σήκωσα το κεφάλι μου και είδα τον Ανδρέα να μας βγάζει φωτογραφία. Τον κοίταξα ερωτηματικά.
"Τι?? Ηταν ένα μοναδικό θέαμα! ", είπε σηκώνοντας τα γέλια και λυθήκαμε στα γέλια.
"Σε λιγάκι θα φύγουμε. Εντάξει αγάπη μου? ", την ρώτησα γλυκά
"Κι ο μπαμπάς? ", ρώτησε κοιτώντας με με τα αθώα ματάκια της.
Αφού πήρα μια τρεμάμενη ανάσα απάντησα.
"Ο μπαμπάς είναι σε ένα μακρινό ταξίδι. Αλλά είμαι σίγουρη πως δεν θα αργήσει. Κάποια στιγμή θα τον ξαναδούμε. ", απάντησα όσο πιο κατανοητά μπορούσα και βγήκα από το δωμάτιο.
Τελευταία στάση το υπνοδωμάτιό μας.
Εχω να μπω εδώ από την νύχτα του θανάτου του. Και τα ρούχα μου η Ειρήνη και η Μαιριτίνα τα μάζεψαν. Ολα οι άλλοι τα έκαναν.
Μπαίνω δειλά δειλά. Παντού είναι η μυρωδιά του, το άρωμά του.
Κάθομαι στο γυμνό στρώμα του κρεβατιού και θυμάμαι.
"Μωρό μουυυυυ! Πού έβαλες το άσπρο το πουκάμισο? ", τον άκουσα να με φωνάζει μέσα από την ντουλάπα αφού είχε χωθεί ολόκληρος μέσα.
Κρυφογέλασα και τον παραμέρισα για να του το δώσω. Φυσικά και δεν θα το έβλεπε.
"Κάνε στην άκρη τυφλοπόντικα. ", του είπα και μπήκα μπροστά του. Και με χούφτωσε. Γιεπ. "Ανδρέα! "
"Ουπς, λάθος μου! ", είπε γελώντας πονηρά και αφού με άρπαξε από την μέση με πέταξε στο κρεβάτι και ήρθε από πάνω μου."Ξέρεις το reunion του Λυκείου μπορεί να περιμένει μισή ωρίτσα, τι λες? ", είπε δίνοντάς μου φιλιά στο λαιμό, χωρίς να μου αφήσει κανένα περιθώριο άρνησης.
Οχι ότι ήθελα κιόλας... 😆
Τα μάτια μου τρέχουν χωρίς να το καταλάβω. Αναμνήσεις. Πολλές.
Χαρούμενες, λυπημένες, ξεκαρδιστικές....
Νιώθει ότι όλη μου η ζωή ήταν μέσα σ'αυτό το σπίτι. Μαζί του.
Σηκώνομαι και περπατάω γύρω γύρω ακουμπώντας με τα χέρια μου τα πάντα. Ανοίγω εκείνη την ντουλάπα .
Κοιτάω τον άδειο χώρο . Δεν μυρίζει κλεισούρα πάντως.
Και ξαφνικά μέσα στη μαυρίλα του σκοτεινού χώρου , το μάτι μου 'πιάνει' κάτι άσπρο. Κοιτάω καλύτερα και καταλαβαίνω ότι είναι ένας φάκελος. Τον τραβάω προσεκτικά για να μην σκιστεί και αφού κλείνω την ντουλάπα , κάθομαι στο κρεβάτι για να τον επεξεργαστώ. Η μια του πλευρά είναι άδεια. Το γυρνάω και από την άλλη για να δω μία φράση που κάνει την καρδιά μου να σταματήσει.
'Για την Μάγια '
Τον ανοίγω σιγά σιγά τρέμοντας. Τα μάτια μου γουρλώνουν. Ο γραφικός χαρακτήρας του Ανδρέα.
Αφού σκουπίζω με την αναστροφή της παλάμης μου τα δάκρυά μου για να μπορέσω να διαβάσω ξεκινάω.
Αγαπημένη μου γατούλα,
Και ναι. Για να διαβάζεις αυτό το γράμμα ( πρωτότυπο ε?) σημαίνει ότι εγώ δεν είμαι κοντά σε σας, τις γυναίκες μου. Ξέρεις ότι ήταν απόφασή μου. Και ξέρεις επίσης πόσο πεισματάρης είμαι. Δεν ήθελα να με θυμάστε κατάκοιτο σε κάποιο νοσοκομείο ή χωρίς μαλλιά. Νταξ δεν είμαι και ο Σαμψών, αλλά τα μαλλιά μου προσδίδουν γοητεία. Πώς θα ρίχνω τις γκόμενες?
Στριφογυρίζω τα μάτια μου. Αμάν αυτός ο άνθρωπος. Συνεχίζω την ανάγνωση.
Οκ, οκ σταματάω. Τέλος πάντων, ό,τι έγινε έγινε. Δεν μπορώ να γυρίσω τον χρόνο πίσω. Μέσα από αυτό το γράμμα θέλω να σου πω τις σκέψεις μου. Νιώθω ότι ή σήμερα ή αύριο θα παραδώσω τα όπλα. Δεν αντέχω άλλο τον πόνο.
Παρόλα αυτά θέλω επίσης να σ ευχαριστήσω. Σ'ευχαριστώ που με έβγαλες από το σκότος μου. Σ'ευχαριστώ που με ανέχτηκες 17 ολόκληρα χρόνια. Σ'ευχαριστώ που με έκανες να σε ερωτεύομαι μέρα με την μέρα όλο και περισσότερο. Σ'ευχαριστώ που με έκανες χαρούμενο απλά με ένα σου μειδίαμα. Σ'ευχαριστώ που μου χάρισες το λαχταριστό σου σώμα, που ήσουν μόνο δική μου. Σ'ευχαριστώ που ήσουν εκεί στα δύσκολα. Σ'ευχαριστώ που δέχτηκες να γίνεις γυναίκα μου. Και τέλος σ'ευχαριστώ για τον άγγελο που μου χάρισες, την όμορφή μου πριγκίπισσα, το στολίδι μου, το παιδί μου.
Εκείνη η μέρα ήταν από τις πιο ευτυχισμένες για μένα. Θα σου το χρωστάω μια ζωή .
Και τώρα θέλω να αναφερθώ σε κάτι άλλο.
Θυμάσαι την φράση που σου είπα? Εκείνο το πρώτο μας βράδυ μετά την παράσταση, στην παραλία? Θα σε προσέχω, για πάντα. Ακόμη και τώρα, ακόμη και από μακριά θα είμαι ο φύλακας ο δικός σου και της κόρης μας. Ακόμη και από δω θα σας χαρίσω την ζωή που δεν πρόλαβα όταν ήμουν ζωντανός.
Ο θάνατος μπορεί να μην είναι το τέλος, μπορεί να είναι η αρχή της αιωνιότητας και μπορεί να ακούγεται επιθυμητό όταν το λέω έτσι αλλά δεν είναι ποτέ η απάντηση. Ελπίζω αν έμαθες κάτι από την όλη εμπειρία μας να είναι ότι ο θάνατος είναι το ίδιο σκατά με την ζωή , αλλά μπορεί επίσης να είναι το ίδιο υπέροχος μ'αυτή. Ο θάνατος και η ζωή είναι σαν δίδυμα αδέρφια : είναι τόσο διαφορετικά μεταξύ τους, αλλά σημαντικά εξίσου. Μην φοβάσαι τον θάνατο, αλλά μην τον καλοδέχεσαι για τον εαυτό σου. Είσαι τόσο όμορφη και σημαντική γαι τον κόσμο για να κάνεις κάτι τέτοιο. Θα πεθάνεις κι εσύ κάποια στιγμή, όλοι θα πεθάνουν , επομένως άσε τον εαυτό σου να ζήσει και να αναπνεύσει , γιατί ποτέ δεν μπορείς να ξέρεις πότε θα τελειώσει ο χρόνος σου.
Θέλω να ξέρεις ότι σας λατρεύω. Είστε οι γυναίκες μου και δεν θα βρω πουθενά άλλες σαν εσάς. Και ούτε θέλω.
Ομως εσείς πρέπει να ξεκινήσετε ξανά. Ξέρω πως δεν θα με ξεχάσετε, μα κάντε μια καινούρια αρχή. Είμαι σίγουρος ότι οι φίλοι μας θα σας φροντίσουν. Αν και δεν το ξέρεις και δεν το κατάλαβες τις τελευταίες μέρες είχα μία συζήτηση με όλους. Εναν προς έναν.
Δικός σου για πάντα,
Ανδρέας.
(P. S. Λυπάμαι που έπρεπε να φύγω για λίγο .Ελπίζω να σε δω σύντομα και ελπίζω να μην με ξεχάσεις γρήγορα. Θα σε προσέχω πάντα κι από παντού.)
Δεν έχω άλλα δάκρυα. Στέρεψα. Αλλά και ο Ανδρέας δεν θα το ήθελε .
"Μάγια πρέπει να φύγουμε ακούω την φωνή της Ειρήνης και σηκώνοντας το βλέμμα μου την βλέπω στην πόρτα του υπνοδωματίου με την Βιολέττα στο χέρι της.
"Ναι!.", ψιθύρισα και σηκώθηκα βάζοντας το γράμμα στην τσέπη του παντελονιού μου. Τις πλησίασα και κάθισα στα γόνατα μπροστά στην κόρη μου και την έκλεισα στην αγκαλιά μου. " Τώρα είμαστε οι δυο μας αγάπη μου. Ολα θα πάνε καλά. ", της ψιθύρισα και την κράτησα ακόμα πιο σφιχτά. Είδα την Ειρήνη να σκουπίζει τα μάτια της από τα δάκρυα.
"Ετοιμες? ",ρώτησε και δεν κατάλαβα αν εννοούσε έτοιμη να φύγουμε ή έτοιμη για την καινούρια ζωή.
"Ναι. ", απάντησα μονολεκτικά και πιάνοντας από το ένα χέρι την κόρη μου και από το άλλο την αδελφική μου φίλη βγήκα έξω από το σπίτι, έξω από το παρελθόν μου.
Βγαίνοντας στο κήπο τους βλέπω όλους εκεί. Την 'νέα ' μου παντοτινή οικογένεια.
Σαν μια παράταξη ο Βασίλης, ο Μίλτος, η Δήμητρα, ο Ορέστης, η Ελίνα, ο Σταύρος, η Δανάη, ο Λουκάς και στην αγκαλιά του η Αγγελική (αρραβωνιάστηκαν αυτοί, αλλά... δεν είναι ώρα για τέτοια.)
Ολοι, εδώ. Μετά από τόσο καιρό χρειαζόμασταν ένα θάνατο για να μας ενώσει. Τον θάνατο του Καζανόβα μου.
Με κοιτάνε χωρίς να ξέρουν την αντίδραση μου. Νομίζουν ότι θα ξεσπάσω. Βάζω δύναμη και τους χαρίζω ένα χαμόγελο αληθινό μετά από μισό χρόνο που τα περνάμε όλα αυτά. Περιμένουν το ξέσπασμα.
"Μην ανησυχείτε, δεν θα γίνει τίποτα. Ο... Ανδρέας μου άφησε ένα γράμμα, που μου εξηγεί πολλά και με ηρέμησε μπορώ να πω. Εχω ένα παιδί να μεγαλώσω και ξέρω ότι θα είστε δίπλα μου χωρίς να σας το ζητήσω. Και σας ευχαριστώ. Ξέρω ότι σας μίλησε ο Ανδρέας. Ναι το ξέρω κι αυτό. Απλά ελπίζω να μην σας εκβίασε! ", είπα χιουμοριστικά και όλοι ψιλοχαμογέλασαν.
"Πάντα εδώ για σένα. ", είπε η Ειρήνη.
"Πάντα εδώ για να σε προσέχουμε! ", συμπλήρωσε ο Ορέστης και μου ξέφυγε ένα γελάκι.
Τόσα χρόνια με πρόσεχαν. Τώρα είναι η ώρα να προσέξω εγώ τον εαυτό μου και το παιδί μου.
Ετσι κι αλλιώς έχω τον Ανδρέα.
Παρόλα αυτά τους γνέφω και όλοι αρχίζουν να μπαίνουν στα αυτοκίνητα με προορισμό όλων το σπίτι του αδερφού μου.
Η Ειρήνη παίρνει την Βιολέττα από το χέρι μου για να την βάλει στο αυτοκίνητο.
Γυρνάω προς το σπίτι μου, προς το πρώην σπίτι μου βασικά.
Δεν θα σε ξεχάσω Ανδρέα. Θα τα πούμε στην άλλη πλευρά.
___________________________________________________________________
"Ανδρέα? ", αναφώνησα καθώς διέκοψα το φιλί μας και τον κοίταξα βαθιά μέσα στα μάτια.
"Ναι μικρή μου! ", είπε και απομάκρυνε μια τούφα από τα μαλλιά μου που έπεφτε στο πρόσωπό μου.
"Μου υπόσχεσαι ότι θα με προσέχεις? ", του ψιθύρισα.
"Για πάντα! ", είπε και μου ξαναχάρισε τον παράδεισο , τον παράδεισο των χειλιών του.
Τέλος
-----------------------------------------------------------
Τελείωσε.
Στο επόμενο θα έχω την ' ιστορία ' της ιστορίας και τις ευχαριστίες μου.
Σας αγαπώ.
-magioula. 🙁🙁
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top