1.48
<<και ποτέ ήρθες αγόρι μου;>> ρώτησε η μαμα μου τον Μιχάλη καθως εβαλε λιγο χυμο στο ποτυρι της <<χθες το βράδυ>> της απαντησε
<<έγινε κάτι;>> Τον ρώτησε ο μπαμπας μου και αυτός γυρισε να με κοιταξει για να τους πω για την εγκυμοσύνη μου. Έτσι συμφωνήσαμε χθες αλλά τώρα δεν βγαίνει λέξη από το στόμα μου. Έτρεξα γρήγορα προς την τουαλέτα γιατί αισθανόμουν το φαγητό να ανεβαίνει. Πηγα πανω από την τουαλέτα και άρχισα να βγάζω το φαγητό που πριν λίγο έφαγα. Αισθάνθηκα κάποιον να μου κρατάει τα μαλλιά και όταν γύρισα είδα τον Μιχάλη. Καθάρισα το πρόσωπο μου και τον κοιταξα που με κοιτούσε.
<<πρεπει να τους το πούμε, στο κάτω κάτω γονείς σου είναι και πρέπει να μάθουν. Άσε που αργά ή γρήγορα θα μαθευτει!>> μου ειπε χαμηλωφονα <<το ξέρω αλλ->> <<τι πρέπει να μάθουμε;>> με διεκοψε η μαμα μου. Πότε ήρθε; Τι άκουσε; Γιατί το άκουσε; Καταστράφηκα! Πρέπει να τους το πω! Ή τώρα ή-
<<Μυρτώ τι έχει γίνει;>> Ξανά ρώτησε αυστηρά και αισθάνθηκα τα μάτια μου να τσουζουν. Οχι τώρα! Δεν θα κλαψω τώρα! <<μαμα->> πηγα να πω αλλα δεν μπορεσα να ολοκληρώσω την προταση μου <<ΜΥΡΤΏ ΜΙΛΆ!>> αρχισε να φωναζει ενω εχασε την υπομονη της
<<τι έγινε και φωναζετε;>> Ρώτησε ο μπαμπας μου μόλις ήρθε. Τι να πω; <<ΜΥΡΤΩ! ΠΕΣ ΠΩΣ ΔΕΝ ΕΊΝΑΙ ΑΥΤΌ ΠΟΥ ΦΑΝΤΆΖΟΜΑΙ! ΠΕΣ ΠΩΣ ΔΕΝ->> πηγε να πει η μαμα μου αλλα σταμάτησε την πρόταση της και έπιασε το κεφάλι της. Είχα αρχίσει να κλαίω και ο Μιχάλης με έβαλε στην αγκαλιά του.
<<τι έγινε; Μυρτώ;>> Ρώτησε και με κοίταξε <<Μιχάλη μ-μπορείς να φυ-γεις; Θε-θελω να μείνω μο-νη μου να τους π-πω>> Του ειπα και αυτός με έβγαλε από την αγκαλιά του. Μου εδωσε ενα φιλί στο κουτελο και έφυγε.
<<Μυρτώ, πες μας! Μας ανυσηχεις!>> ειπε ανησυχος ο μπαμπας μου ενω η μαμα μου που ειχε καταλαβει ηταν πιο διπλα του και ειχε πιασει το κεφαλι της μη πιστευοντας το τι γινοταν
<<είμαι έγκυος>> Ειπα και σκούπισα τα δάκρυα μου. Η μαμά μου συνέχισε να κρατά το κεφάλι της χωρίς να το πιστεύει και ο μπαμπάς μου με κοίταξε σοκαρισμενος. <<τι είσαι λέει;>> Ρώτησε σχετικά ήρεμα <<ει-μαι έγκυος>> Ειπα και κοίταξα το πάτωμα
<<ΤΙ ΕΊΣΑΙ ΛΈΕΙ; Η ΚΌΡΗ Η ΔΙΚΙΆ ΜΟΥ ΈΓΚΥΟΣ ΣΤΑ ΔΈΚΑ ΕΦΤΑ ΤΗΣ; ΤΙ ΕΊΣΑΙ; ΚΑΜΊΑ ΤΟΥ ΔΡΌΜΟΥ; ΈΤΣΙ ΣΕ ΜΕΓΆΛΩΣΑ ΕΓΩ; ΣΕ ΜΕΓΆΛΩΣΑ ΓΙΑ ΝΑ ΓΙΝΕΙΣ ΜΙΑ ΠΟΥΤΑΝΑ;>> Αρχισε να φωναζει <<ΑΡΚΕΤΆ!->> του ειπα καθως δεν αντεχα να με προσβάλλει. Ξερω το λαθος που εκανα αλλα δεν μπορω να ανεχτω αυτη του την συμπεριφορα <<ΌΤΑΝ ΜΙΛΆΩ ΔΕΝ ΘΑ ΜΙΛΆΣ! ΈΞΩ! ΈΞΩ ΑΠΌ ΤΟ ΣΠΊΤΙ ΜΟΥ!>> Φώναξε και με τράβηξε από το μπράτσο <<ΠΉΓΑΙΝΕ ΝΑ ΜΑΖΈΨΕΙΣ ΤΑ ΠΡΆΓΜΑΤΑ ΣΟΥ ΚΑΙ ΝΑ ΦΎΓΕΙΣ!>> συνεχισε να φωναζει <<Και που να παω;>> Ρώτησα κλαίγοντας <<ΔΕΝ ΜΕ ΝΟΙΆΖΕΙ! ΚΆΠΟΙΟΝ ΘΑ ΒΡΕΙΣ ΕΣΎ!>> ξαναφωναξε και με εσπρωξε προς τις σκαλες
Πηγα στο δωμάτιο μου κλαίγοντας και έκλεισα την πόρτα. Επιασα το μπράτσο που πριν λίγο μου έπιασε ο μπαμπάς μου. Με πονούσε. Με πονουσε και είχε μελνιασει αλλά δεν με ένοιαζε! Αυτός ο πόνος δεν ήταν τίποτα μπροστά σε όλο αυτό που ζω. Έβγαλα δυο μεγαλους σάκους που είχα στο ντουλάπι και εβαλα μέσα τα ρούχα μου. Έβγαλα και μια μεγάλη βαλίτσα και εβαλα μέσα όλα τα βιβλία μου και τα άλλα μου πράγματα. Μόλις τελείωσα κάλεσα τον Μιχάλη.
<<τι έγινε;>> με ρωτησε ανησυχως μολις σηκωσε τι τηλεφωνο <<μπο-μπορεις να έ-ρθεις ν-να με πάρεις;>> Τον ρώτησα κλαίγοντας <<απ έξω είμαι>>Είπε και του το έκλεισα.
Κοίταξα για μια τελευταία φορά το άδειο δωμάτιο μου. Άρχισε να σερνω την βαλίτσα και κουβαλισα όπως μπορούσα τους σακους στον κατω οροφο. Στο σαλόνι ήταν οι γονείς μου. Δεν μου ειπαν τιποτα. Ούτε καν με κοιταξαν. Πλησίασα στην πόρτα και την άνοιξα. Έξω ήταν ο Μιχάλης και πείρε τα πράγματα μου.
<<δεν το πείραν καλά εε;>> με ρωτησε καθως εβαλε τα πραγματα στο αυτοκινητο <<καθόλου>> του απαντησα και αρχισα να κλαιω <<Μιχάλη που θα παω; Που θα μείνω; Τι θα κανω;>> τον ρωτησα καθως δεν ηξερα τι θα εκανα με την ζωη μου <<σε εμένα>> ειπε και με εβαλε στην αγκαλια του. Μπηκαμε στο αμαξι και εβαλε μπρος.
(...)
<<μυρτώ ξύπνα!>> ακουσα την φωνη του Μιχαλη και αμεσως μετα με σκουντιξε <<φτάσαμε>> συνεχισε και άνοιξα τα ματια μου
<<τι έγινε;>> τον ρωτησα χαμενη <<ελα, φτάσαμε>> ειπε και σηκωθηκα
Είμασταν Φλώρινα.
<<τα πράγματα σου τα έβαλα πριν μεσα στο σπιτι.>> Είπε και εγνεψα
Μπήκαμε μέσα. Είχα καιρό να έρθω στο σπιτι του.
<<τα πράγματα σου είναι στο μεγάλο δωμάτιο>> μου ειπε και του ξανα εγνεψα. Μεγάλο δωμάτιο είναι το δωμάτιο τον γονιών του. Οι γονείς του μένουν στο εξωτερικό άρα μένει μόνος του και αυτό το δωμάτιο είναι άδειο.
<<παω να μαγειρεψω>> ειπε και μου πρόσφερε ενα χαμογελο <<εντάξει>> του ειπα και πηγε να φυγει <<Μιχάλη;>> τον φωναξα και γυρισε να με κοιταξει <<ελα>> μου απαντησε <<μην πεις σε κανέναν τίποτα από όλα αυτά>> <<ούτως ή άλλως δεν θα το εκανα>> μου είπε και μου εδωσε ενα φιλί στο κουτελο
•ΧΡΗΣΤΟΥ POV•
Έχει περάσει μια εβδομάδα και η Μυρτώ δεν έχει έρθει σχολείο. Δεν έχει μιλήσει με τα κορίτσια, ή τουλάχιστον έτσι μου είπε η Άνδρονίκη. Ανησυχώ, αλλά δεν έχω και τι να κάνω. Θέλω να παω σπίτι της, να δω πως είναι καλά και μετά ας φύγω, αρκεί να είναι καλά!
<<φίλε που χάθηκες;>> με ρωτησε ο Δημητρης <<εγω έφυγα! Αν σε ρωτήσουν πες πως δε αισθανόμουν καλά, ότι δεν ξέρεις, δεν με νοιάζει, πες κάτι!>> Είπα και πηδηξα τα κάγκελα του λυκείου. Άρχισα να περπατάω προς το σπίτι της. Μετα απο λίγα λεπτά έφτασα και χτύπησα το κουδούνι. Δεν μου άνοιξε κάνεις. Ξανά χτύπησα. Περίμενα αλλά κανείς δεν βγήκε.
<<εφυγαν αγόρι μου>> Μου είπε μια φωνή από πίσω μου και γύρισα να δω μια κυρία γύρω στα 60 και κάτι <<που πήγαν;>> την ρωτησα ολο περιέργεια <<δεν ξέρω, τι να σου πω. Εγω δεν ασχολούμαι με αυτούς αλλά για να σου πω την αλήθεια, τώρα τελευταία είχανε πολλούς καβγαδες με την κόρη τους.>> ειπε και με πλησιασε περισσοτερο <<τι εννοείται;>> την ρωτησα μπερδεμενος <<όπως σου είπα και πριν δεν ξέρω και πολλα, αλλά πρώτα έφυγε η κόρη από το σπίτι με μια μεγάλη βαλίτσα και δύο σάκους. Μετα απο 3 μέρες φορτωσαν τα πράγματα σε ένα φορτηγό και έφυγαν και αυτοί.>> ειπε και τοτε μπερδεύτηκα ακομα πιο πολυ
<<και; Που πήγαν;>> συνεχισα να την ρωταω <<δεν ξέρω αγόρι μου>> Σιγά που δεν ξέρεις κουτσομπολα <<καλα, ευχαριστώ>> Είπα και έφυγα. Που πήγε; Γιατί έφυγε;
<<μπαμπα; Πες στην μαμα το βράδυ θα έρθουμε με την Βάσια για φαγητό.>> του ειπα καθως περπατουσα για το σπιτι και αφού μου είπε ένα 'εντάξει, σε κλείνω έχω δουλειά' το έκλεισε.
Πρέπει να μάθω και θα το κάνω!
(...ΤΟ ΒΡΆΔΥ...)
<<πως και αποφασισατε να έρθετε;>> με ρώτησε ο μπαμπας μου μόλις εκατσα στο καναπε. Η βασια πηγε στην κουζινα να βοηθησει την μαμα μου και η Ανδρονικη δεν ξερω που ειναι <<είχαμε καιρό να βρεθούμε όλοι μαζί>> Ειπα και έκατσα καλύτερα. Πως να την κάνω αυτήν την ερώτηση τώρα διακριτικά;
<<και πως πάει η δουλειά μπαμπά;>> τον ρωτησα αρχικα <<καλα>> Απάντησε σοκαρισμενος από την ερώτηση μου. Δεν συνηθίζω να τον ρωτάω για την δουλειά, άρα το βρίσκω λογικό να έχει σοκαριστει. <<απο γιατρούς;>> συνεχισα να τον ρωταω <<καλα>> Συνέχισε και απαντά σοκαρισμενος <<νοσοκομες έχετε;>> τον ρωτησα <<έχουμε>> ειπε και εκανε το σταυρο του αφου θαυμα θα εγινε για να τον ρωταω εγω ολα αυτα.
<<δηλαδή όλα καλά, δεν λείπει κανένας;>> ξαναρωτησα για να επιβεβαιωθώ <<Χρήστο, τι έγινε;>> με ρωτησε <<τι να γίνει ρε μπαμπάς Απλά θέλω να μάθω πως πάνε τα πράγματα στο νοσοκομείο που δουλεύει ο μπαμπάς μου και στο μέλλον θα δουλεύω και εγώ, κακό είναις>>
Ξέρετε πόση ώρα σχεδιαζα αυτό το κομμάτι; Ήξερα πως θα με ρωτήσει γιατί ρωτάω οπότε δεν έπρεπε να καταλάβει ότι όλα τα αυτά τα κάνω για να μάθω αν οι γονείς της Μυρτους δουλεύουν ακόμη εκεί.
<<από καρδιολογους πως πάτε; Έχετε;>> τον ρωτησα και ηπια λιγο νερο <<Χρηστο; Έχεις κάποιο πρόβλημα με την καρδιά σου και μας το λες σιγά σιγά και με τρόπο;>> <<τι λες ρε μπαμπα, απλά, προσπαθώ να σκεφτώ τι να σπούδασω>> Ειπα όσο πιο πιστικα μπορούσα. Πάλι καλά που η Άνδρονίκη δεν είναι εδω γιατί θα με είχε καταλάβει!
<<και καρδιολογους έχουμε.>> ειπε και ηπιε λιγο απο το κρασι του <<δεν σας λείπει κανένας;>> <<Χρήστο τι θες να μάθεις;>> με ρωτησε καθως πρεπει κατι να καταλαβε
<<τίποτα!>> Είπα και κοίταξα γυρω μου. Άρα ο μπαμπάς της συνεχίζει να δουλεύει στο νοσοκομείο ως καρδιολογος και η μαμά της ως νοσοκόμα. Οπότε άλλαξαν γειτονιά, άρα άλλαξε και σχολείο. Δεν εξηγητε αλλιώς!
<<λεω αύριο που είναι Σάββατο να έρθω μια βόλτα από την δουλειά σου>> του ειπα μετα απο λιγο καθως ηθελα να επιβεβαιωσω την σκεψη μου <<το ξέρεις πως αυτό δεν επιτρέπεται. Πάρε πρώτα το πτυχίο σου και άρχισε να δουλεύεις ως ειδικευόμενος και μετά ελα.>> Είπε και δεν ξανά μίλησα
Ηολααα
Καλό μηνααα😍😍
Τι κανετε;
Να σας πω κατι;
Το επόμενο είναι το τελευταίο κεφάλαιο 😢💔
Επίσης για περίπου 4 μέρες θα είμαι εκτός γουοτπατ 😢😢
Τα λεμε😍
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top