1.4
<<Συγγνώμη>> σήκωσα το κεφάλι μου και είδα τον Παπαγεωργίου με γουρλωμένα ματια, κατσε ΤΟΝ ΠΟΙΟΝ;
<<Τι δουλειά έχεις εσυ εδω;>> Ρωτήσαμε και οι δύο ταυτόχρονα <<Εδώ μένω>> <<Για την άσκηση>> Είπαμε ταυτόχρονα, ΠΆΛΙ
<<Ρε μαλακα που χαθηκ- αα έχεις παρέα; Σορρυ δεν το ξερά>> Άκουσα μια αγοραστική φωνή πίσω μου, τον είδα μπερδεμένη, και μπήκε σε ενα δωμάτιο
<<Εγω να πηγαινω>> <<Ναι να πηγαινω και εγώ>> συνέχισα και πήγα στην τουαλέτα. Επλυνα τα χέρια μου και πηγα πάλι στο δωμάτιο της Ανδρονίκης.
<<Ακουσα φωνές όταν βγήκες από το δωμάτιο, ολα καλά;>> <<Εε, ναι, έπεσα πάνω σε κάποιον και...>> αφησα την προταση στον αερα <<ποιον;>>ρώτησε και προσπαθούσε να σκεφτεί ποιος ήταν <<τον... αχχ πως τον λένε...>> έκανα μικρές παύσεις, για να δειξω πως προσπαθώ να θυμηθώ, γιατι αποκλείεται να της πω "Παπαγεωργίου" <<αα ναι, δεν ξέρω το όνομα του>> είπα Τελικά, αν και αυτο δεν είναι ψέματα. Δεν θυμάμαι το όνομα του... κάτι από 'χ' είναι αλλα δεν θυμάμαι, Χάρη, Χαράλαμπο, Χαρίλαο; θα σας γελασω
<<αα τον Χρήστο μάλλον θα λες>> Ααα ναι, αυτον <<μαλλον>> είπα τελικα <<ειχε φάτσα μαϊμούς; Αν ναι για τον ίδιο λέμε!>> <<γιατί τον λες έτσι;>> <<Αφου φάτσα μαϊμούς έχει... απορώ πως είμαστε διδυμοι>>Ναι σωστ- ΚΆΤΣΕ, ΟΠΑ, ΕΊΝΑΙ ΔΙΔΥΜΟΙ?
< Δηλαδη, είναι...;>> <<αδερφός μου>> <<αδερφός!;>> επανέλαβα τα λόγια της <<δυστυχώς>> <<δηλαδή, πως, εννοώ...>> <<τι να σου πω, οι γιατροί ακόμα ψάχνουν για τυχόν λάθοι>>
<<τι λες να ξεκινήσουμε και να αφήσουμε τον Χρήστο;>> <<Ναι, οκ>>
Ψάξαμε πάνω για θέμα στο γοογλε διαφορά στοιχεία και κανονίσαμε να ξανα συναντηθούμε το Σάββατο στις 10. Τώρα να δω πως θα ξυπνήσω 10 η ώρα. Ναι δεν είμαι καθόλου πρωινος τύπος -καθόλου όμως-
<<να σε πάω μέχρι την βιβλιοθήκη;>> <<οχι, δεν χρειάζεται>> Ειπα γλυκά <<σίγουρη;>> <<ναι καλέ>> Ειπα και με πήγε ως την πόρτα <<τα λέμε αύριο>> <<τα λέμε, καληνύχτα>> Ειπα και έφυγα
Έφτασα σπίτι, φώτα κλειστά. Που να πήγαν πάλι; Ανέβηκα στο δωμάτιο μου και εβαλα τις πιτζαμες μου. Συνέχισα να διαβάζω ακόμα λίγο μαθηματικά μέχρι που τα ματια μου έκλεισαν.
(...)
Κάτι με ενοχλούσε και προσπάθησα να ξαπλώσω καλύτερα μέχρι που η καρέκλα του γραφείου μου κουνήθηκε και πηγα να πέσω. Κάτσε, τι κάνω στην καρέκλα του γραφείου μου; Με το κεφάλι πάνω από το βιβλίο τον μαθηματικών;
Είδα την ώρα στο κινητό μου 6:59
Έχω ακομα ενα λεπτό για να κοιμηθω. Το ξυπνητήρι χτύπησε σήμα ότι πρέπει να ξυπνήσω. Πηγα να σηκωθώ αλλά ξανά έκατσα. Η μέση μουυυ... θα καταντήσω σαν αυτές τις γιαγιάδες που κάθονται στα παράθυρα και κοτσομπολευουν την γειτονιά και είμαι και σε μικρή ηλικία ακόμα. Ξανά σηκώθηκα και τεντωθηκα. Αχχ τι τραβάω. Πηγα στην τουαλέτα και μετά πάλι στο δωμάτιο. Κάθε μέρα η ίδια ρουτίνα. Έβαλα ένα μαύρο κολάν καθώς έχουμε γυμναστική και μια μπλε απαλή μπλούζα. Πήρα την ζακέτα μου και την τσάντα. Πάλι καλά δεν πονάω τοσο πολυ, αλλιώς θα γινόμουν ρεζίλι. Πήγα στο σχολείο και για καλή μου τυχη δεν με σταμάτησε κανένας Παπαγεωργίου στην είσοδο για τσίχλες. Αα η τυχερη μου μέρα. Το κουδούνι χτύπησε αμέσως.
Κάναμε προσευχή και πήγαμε στην τάξη. Μπήκε μέσα ο διευθυντής μετά από 10 λεπτά, αφού δεν είχαμε καθηγητη και μας ανακοίνωσε ότι η καθηγήτρια δεν είναι μεσα.
Όλοι βγήκαν έξω. Το ίδιο και εγώ. Η Άνδρονίκη ήταν με κάτι κορίτσια και δεν ήξερα κανέναν άλλον σε αυτη την ταξη -βασικά σε όλο το σχολείο- έτσι και πηγα σε ένα παγκάκι μόνη μου. Η ώρα περνούσε αργά και βα-σα-νι-στι-κά. Είχαμε και δύο ωρο συνεχόμενο με εκεινη, αρα 2ωρο κενο και δεν έχει περάσει ακόμα η πρώτη ώρα. Τελικά ξεχάστε ότι είπα για το ότι είμαι τυχερή, βλακείες έλεγα. Με είχε χτυπήσει ο ύπνος στο κεφάλι. Έβγαλα ένα τυχαιο βιβλίο από την τσάντα. Φυσική. Έχουμε τελευταία ώρα. Άρχισα να διαβάζω μέχρι που μια μπάλα του ποδοσφαίρου ήρθε κοντά στο παγκάκι μου αλλά δεν έδωσα σημασία. Κάποιος ήρθε, την πήρε και την έστειλε στους άλλους αλλά αυτός δεν κουνηθηκε. Πως το κατάλαβα; Η σκιά του δεν κουνηθηκε και ο θόρυβος της μπάλας οταν συγκρούστηκε με το πάτωμα ακούστηκε. Αυτός ο κάποιος -που ακόμα δεν ξέρω ποιος είναι- έκατσε δίπλα μου.
<<τι κανει το φυτό;>> Σήκωσα το κεφάλι μου να τον δω καθώς μια 'οικία' φωνή ακούστηκε. Καλά καταλάβατε. Ο Παπαγεωργίου. Τον κοιταξα και ξανά κοίταξα τον βιβλίο χωρίς να του πω λεξη. <<γιατί είσαι μόνη;>> <<γιατι να μην είμαι;>> <<γιατί δεν πας με την αδερφή μου να κάτσεις;>> συνέχισε να ρωτα <<γιατι να παω;>> <<έτσι θα το πάμε τωρα; Θα απαντάς με ερώτηση;>> <<ο Rumi κάποτε είπε "ψάξε την απάντηση μεσα στην ερωτηση">> <<Ποιος είναι αυτός; Βασικά άστο, δεν με νοιάζει ποιος είναι. Να φανταστώ Ούτε αυτός με ξέρει εγώ γιατί να τον ξερω;>> <<ναι γιατί αν σε ένοιαζε θα σου ελεγα.>> <<με πληγωνεις>> είπε 'πληγωμενος' <<θα το ξεπεράσεις>> Του ειπα στον ίδιο τόνο
<<γιατι ηρθες;>> <<τι εννοείς;>> ρώτησε και κοίταξε αλλού <<εννοώ, γιατί δεν πας να παίξεις μπάλα όπως πριν;>> <<θελω βοήθεια>> <<εσύ; Από μένα;>> ρώτησα και κοίταξα γύρω γύρω για να δω μήπως μιλάει με κάποιον αλλον <<ναι>> <<και σε τι μπορεί να σε βοηθήσει το φυτό όπως είπες και εσυ;>> είπα την λέξη φυτό λίγο πιο έντονα <<την βλέπεις αυτήν εκεί;>> Με ρωτησε και μου έκανε νόημα να δω μια κοπέλα. Αα αυτή είναι η πουτανα μου με είχε πιάσει την προηγούμενη φορά για να μου 'μιλήσει'. Περιττό να πω πως μας κοιτάει κάπως. <<ναι>> είπα χωρίς να καταλαβαίνω
<<αυτή είναι κολλημένη μαζί μου, αλλά εγώ δεν την θέλω. Παίχτηκε κάτι μεταξύ μας και τώρα μου έχει γίνει κολλητσιδα, θα με βοηθήσεις;>> <<σε τι;>> έκανα σαν να μην καταλαβαίνω, για την αλήθεια δεν ήθελα να καταλάβω <<να με αφήσει ήσυχο>> <<και γιατι εμένα? Τόσα κορίτσια έχει αυτό το σχολείο>> είπα το προφανές <<γιατί οι άλλες δεν έχουν την αυτοπεπηθεση σου>> είπε σίγουρος <<και που το ξέρεις ότι έχω αυτοπεποίθηση;>> <<γιατί καμία δεν θα μου έριχνε 'Χ' αν την είχα στριμωξει στην είσοδο του σχολείου για να της ζητήσω τσίχλες ενώ είχα. Αντίθετα θα καθοντουσαν να ακούσουν ότι μαλακια και να τους έλεγα.>> Είπε και γέλασε <<εσύ όμως το έκανες..>>συνέχισε <<και τι θα κάνω;>> συνέχισα τις ερωτήσεις <<το κορίτσι μου>> <<ΝΑΙ ΚΑΛΑ!>> σχεδόν φώναξα
<<πρώτον μην φωνάζεις και δεύτερον γιατί όχι; Ξέρεις πόσες άλλες θα θέλανε να είναι στην θέση σου;>> <<Που είναι αυτές οι άλλες να τους δώσω την θέση Μου;>> <<σε παρακαλώ>> Μονο στα πόδια μου δεν έπεσε. Δηλαδή τι κόλλημα έχει; Γιατί με πρίζει και θέλει ντε και καλά να πάρω εγώ τον ρόλο ενώ ούτε καν με ξέρει; <<και τι θα κερδίσω από αυτό;>> Ρώτησα σοβαρά. Αν δεχτώ τουλάχιστον ας κερδίσω και κάτι. Τι τσάμπα δουλειες; <<εμένα στην ζωή σου>> Ειπε πονηρά με αυτό το υπέροχο χαμογ- ε-ε-εννοώ με αυτό το χαμόγελο και την μασελα από μεσα <<αα ε πες το έτσι να πω από την αρχή 'όχι', μην χάνω και εγώ τζάμπα τον χρόνο μου.>> Ειπα και πηγα να σηκωθώ αλλά με έπιασε από το μπράτσο και με έβαλε να ξανακατσω <<ωραια αν δεν θες εμένα τότε τι θες;>> <<δεν ξέρω ακόμα, αλλά όταν σκεφτώ θα το κάνεις!!>> <<μέσα, και στην τελική τι σου ζητάω; Να γίνεις το κορίτσι μου.>> είπε χαλαρά <<ναι καλέ, τίποτα το ιδιαίτερο.>> Ειπα ειρωνικα- χαλαρά <<ΠΑΣ ΚΑΛΆ;>>Τον ρώτησα μετά από λίγο <<Μην φωνάζεις και πες ναι>> Είπε και με πλησίασε, αέρα, αέρα, ΑΕΡΑΑΑΑ, θέλω αέρα και να φύγουν αυτές οι πεταλούδες από το στομάχι μ- ΟΙ ΠΟΙΕΣ; Ποιες πεταλούδες; Οχι οχι, εε μάλλον με πείραξε το πολύ το φαγητό, ναι αυτό θα ειναι, ποιος ξέρει τι έφαγα πάλι "τι δεν έφαγες θες να πεις" ΦΩΝΟΥΛΑ ΣΚΑΣΕ!! Αποκλείεται να σκέφτηκα πεταλούδες και αποκλείεται να υπάρχουν πεταλούδες στο στομάχι μου. Τόσα υπέροχα λιβάδια, τι θα έκαναν στο στομάχι μου; Αχχ και εσύ, σταματα να με κοιτας με αυτά τα πράσινα μάτια.
<<λοιπόν;>>Είπε με την αγωνία να τον κυριαρχεί. <<καλα>> Ειπα χωρίς να το πολύ σκεφτώ. Γιατί νομίζω πως το μετάνιωσα; Λιιιγο όμως. Όσο τρώω δηλαδή -νομίζω καταλάβατε <<Ευχαριστώ>> Είπε και μου έδωσε ένα φίλη στο μαγουλο. Οπα, πολύ φορά πήρε αυτός και ακόμα δεν ξεκινήσαμε
<<παρεμπιπτόντως, Χρήστος>> Είπε και έφυγε με ένα χαμόγελο νικητή. Εμμ βέβαια και εγώ έτσι θα ήμουν στην θέση σου αλλά να που δεν είμαι στην θέση σου και είμαι στην δική μου.
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top