1.39

•ΧΡΉΣΤΟΥ POV•

Η ΗΜΈΡΑ ΤΟΥ ΧΩΡΙΣΜΟΎ ΤΟΥ ΧΡΉΣΤΟ ΚΑΙ ΤΗΣ ΜΥΡΤΟΥΣ 🔙

<<το βράδυ θα έρθει η Μυρτώ, πες στην μαμα ότι θα ερθει για εσένα, για να δείτε ταινία>> είπα χαμηλόφωνα  στην Ανδρονικη πριν κάτσουμε στο τραπέζι για μεσημεριανό <<καλα>> ειπε χωρις καμια αντίρρηση. Πρεπει να το ομολογισω! Εχω την καλυτερη αδερφη του κοσμου! 

Κάτσαμε και αρχίσαμε να τρώμε. Πέρασαν 3 λεπτά αλλά δεν είπε τίποτα άρα την σκουντηξα από κάτω από το τραπέζι. Έκανε ένα μορφασμο πόνου και με κοίταξε. Της έκανα νόημα. Πάλι καλά το έπιασε. Δεν είναι τόσο χαζή τελικά.

<<αα εε μαμα, κατά το απόγευμα θα έρθει η Μυρτώ για να δούμε ταινία>> της ειπε <<Ναι, να έρθει το κορίτσι! Κανένα πρόβλημα!>> Είπε και χαμογέλασα. Έφαγα και έκατσα στο καναπέ. Η ώρα πήγε 5 παρα και το κουδούνι χτύπησε.

<<τι ωρα θα ερθει η Μυρτώ;>> ρωτησε η μαμα μου <<κατά τις 5 και μισή με 6 κανονίσαμε>> της απαντησα και μολις της απαντησα καταλαβα την γκαφα μου <<εε>> Ρώτησε μπερδεμένα <<κανονισαμε. Εγω μαζί της. Ενιγουέι, παω να ανοίξω>> Προσπαθησε η Ανδρονικη να δικαιολογήσει την μαλακια που εκανα και πήγε να ανοίξει

<<βάλε ειδήσεις>> Μου είπε ο μπαμπας μου και τον κοιταξα σε φάση 'ναι καλα' <<Ποιος είναι;>> Φώναξε η μαμα μου στην Άνδρονίκη για να την ακουσει. Αυτή δεν είπε τίποτα και μπήκε στο σαλόνι <<η κοπέλα;>> Ρώτησε ο πατέρας μου και γύρισα για να κοιτάξω προς τα εκεί

<<τι κανεις εσύ εδώ;>> Ρώτησα και σηκώθηκα να την κοιταξω σοκαρισμενος. Και γιατι ειχε μια βαλιτσα μαζι της; <<γεια>> Είπε αμήχανα <<η Βάσια έχει να μας πει κάτι σημαντικό>> Είπε σοκαρισμενη και αυτή. Τι στο καλο τρεχει εδω περα; αναρωτήθηκα

<<εμμ>> αρχισε να λεει αλλα σταματησε <<τι έγινε κορίτσι μου, όλα καλά;>> την ρωτησε η μαμα μου <<ναι, όχι δηλαδή...>> Είπε βιαστικά και αμήχανα <<ναι ή όχι;>> την ρώτησα χάνοντας την υπομονή μου μαζί της. Αυτή για καλό εδώ δεν ήρθε. Να μου το θυμηθείτε!

<<είμαι>> Είπε και έκανε παύση <<έγκυος>> Ολοκλήρωσε. Καλά αυτό το ξέραμε. Όλο το σχολείο το ξέρει.

<<και το παιδί είναι του Χρήστου>> Συνέχισε και με αυτό όλα γύρο μου χάθηκαν.

(...)

<<κάντε όλοι στην άκρη για να πάρει αέρα>> ακουσα την ηρεμη φωνη του μπαμπα μου να φωναζει στους αλλους

<<εγω, εγω φταιω>> την ακουσα να λεει κλαίγοντας 

Άνοιξα τα ματια μου. Η Μυρτώ! Γαμωτο η Μυρτώ!

<<Χρήστο; Είσαι καλά;>> με ρωτησε καθως εγω προσπαθησα να σηκωθω απο το πατωμα.

<<πάμε ένα ριπλέι γιατί δεν το έπιασα. Ποιανού είναι το παιδί;>> την ξαναρωτησα για να επιβεβαιωθώ και αυτη χαμηλωσε το κεφάλι της

<<πάμε εμείς μέσα για λίγο>> ειπε η μαμα μου και ολοι εφυγαν εκτος. Μας άφησαν μονους μας

<<πως;>> Ρώτησα και προσπάθησα να συγκρατήσω τον εαυτό μου ήρεμο <<τι πως; Θες να σου θυμίσω;>> Ρώτησε ειρωνικά και κλαίγοντας και εκεινη της στιγμη σιχάθηκα τον εαυτο μου!

<<ΜΙΑ ΦΟΡΆ ΈΓΙΝΕ ΓΑΜΩ ΤΗΝ ΠΟΥΤΑΝΑ ΜΟΥ, ΑΠΟΚΛΕΊΕΤΑΙ ΝΑ ΕΜΕΙΝΕΣ ΈΓΚΥΟ ΜΕ ΤΗΝ ΜΙΑ ΦΟΡΑ!>> Αρχισα να φωναζω χωρις να μπορω να συγκρατησω τον εαυτο μου. Απλα μιλουσα χωρις να ξερω τι βγαινει απο το στομα μου.

<<δεν κάνω λάθος! Έχω μέτρηση της μέρες, όλα οδηγούν ότι εσύ είσαι ο πατέρας!>> <<και πως το ξέρω εγώ αυτό εε; Πουτανα είσαι! Κάθε μέρα και με άλλον! Μην πω καθε ωρα!>> <<ΞΈΡΕΙΣ ΚΆΤΙ; ΚΆΝΕΙΣ ΠΡΏΤΑ ΤΗΝ ΜΑΛΑΚΙΑ ΣΟΥ ΚΑΙ ΜΕΤΆ ΜΕ ΛΕΣ ΚΑΙ ΠΟΥΤΑΝΑ! Ε ΌΧΙ->> αρχισε να φωναζει και εκεινη με την σειρα της αλλα η φωνη του πατερα μου την σταματησε

<<Χρήστο! Θα αναλάβεις τις ευθύνες σου!>> ειπε καθετος και χωρις να θελει να ακουσει δευτερη κουβεντα <<ΟΧΙ! ΚΑΤΑΡΧΑΣ ΔΕΝ ΞΈΡΟΥΜΕ ΑΝ ΤΟ ΠΑΙΔΊ ΕΊΝΑΙ ΔΙΚΌ ΜΟΥ!>> <<δεν έχει σημασία!>> ειπε ηρεμος. Τι παει λαθος με αυτον τον ανθρωπο! Τι εχει στο κεφαλι του; <<ΈΧΕΙ! ΦΥΣΙΚΆ ΚΑΙ ΈΧΕΙ! ΔΕΝ ΘΑ ΧΆΣΩ ΕΓΏ ΤΗΝ ΖΩΉ ΜΟΥ ΓΙΑ ΜΙΑ ΠΑΠΑΡΙΑ ΤΗΣ ΠΟΥΤΑΝΑΣ!>> <<ΑΡΚΕΤΆ! ΘΑ ΑΝΑΛΆΒΕΙΣ ΤΙΣ ΕΥΘΎΝΕΣ ΣΟΥ! Πηγαινε πάνω τώρα με το κορίτσι>> Είπε και έφυγε από το σαλόνι. Άρχισα να περπατάω πρώτος και αυτή με την βαλίτσα να με ακολουθεί

<<δεν θα με βοηθήσεις;>> Ρώτησε και γύρισα να την κοιτάξω. Είχε πιάσει και την κοιλιά της. <<ΟΧΙ!;>> της απαντησα ειρωνικα <<ΧΡΉΣΤΟ!>> Φωναξε ο μπαμπας μου και με νεύρα άρπαξα την βαλίτσα της. 

<<εδώ θα κοιμάσαι>> της είπα και της εδειξα το κρεβάτι μου ενω ακομα να καταλάβω το τι γινοταν. Η ζωη μου καταστρέφεται αυτη την στιγμή και εγω βαζω την Βασια να κοιμηθεί στο κρεβάτι μου; Στο κρεβάτι το οποίο κοιμήθηκα για πρωτη φορα με την Μυρτω!;

<<εσυ;>> με ρωτησε καθως πηγε να κατσει <<να μην σε νοιάζει!>> Της είπα απότομα και βγήκα από το δωμάτιο. Στις σκαλες με σταμάτησε η Άνδρονίκη.

<<πριν λίγο ηρθε η Μυρτώ>> μου ειπε και τοτε αρχισα να συνειδητοποιώ τι γινοταν. Η ζωη μου, ο ερωτας μου για την Μυρτω και η σχεση μου μαζι της καταστρεφονται! Και ολα αυτα; Για μια βλακεια της στιγμης! Γιατι ειχα νευριασει με την Μυρτω εκεινη την ημερα και πηγα στην ευκολη για -εμενα- τοτε λυση. Την Βασια...

<<Και τι εγινε; Τι της ειπες;>> αρχισα να την ρωταω. Η ολη κατασταση θα την πληγωσει. Θα την πληγωσει περισσοτερο απο οτι θα πληγωσει εμενα... Τι θα κανω; Εαν μαθει -βασικα τι 'εαν'- οταν μαθει οτι καποια αλλη κουβαλαει το παιδι μου την πληγωσω οσο τιποτα. Και ολο αυτο, απο μια βλακεια που εγινε πριν καν τα φτιαξουμε...

<<τι και τι εγινε ρε Χρήστο; Της είπα ότι δεν είσαι εδώ και ότι έφυγες. Θα της πεις;>> Γαμωτο! Την προσπέρασα και πηγα κάτω.

<<που πας;>> με ρωτησε μόλις με είδε ο μπαμπας μου <<ΣΤΟ ΔΙΑΟΛΟ!>> Του φώναξα με νεύρα και βγήκα από το σπίτι με προορισμό το σπίτι του κολλητου μου. Μετα απο λιγο έφτασα και άρχισα να χτυπαω την πόρτα.

<<τι έγινε; Γιατί χτυπας έτσι;>> με ρώτησε η Στεφανια μόλις άνοιξε την πόρτα <<είναι ο Δημήτρης εδώ;>> την ρωτησα καθως μπηκα μεσα <<ναι στο δωμάτιο του, τι εγ->> Δεν την άφησα να ολοκληρώσει και μπηκα μεσα, στο δωμάτιο του

<<τι έγινε;>> με ρώτησε μόλις με είδε <<τα έχω κάνει όλα πούτσα, πάμε σε κανα μπαράκι;>> ηταν το μονο που ειπα <<κατι σημαντικό έχει γίνει, σωστά;>> ηξερε ποτε θα πηγαινα σπιτι του να τον ρωτησω να νγουμε για ποτο για την πλακα μας και ποτε τα πραγματα ηταν πιο σοβαρα και απλα ηθελα να παω και να τα πιω για να ξεχασω...

<<η Βάσια, ήρθε σπιτι μου>> αρχισα να μιλαω <<γιατί;>> Ρώτησε όλο περιέργεια <<για να μου ανακοινώσει τα 'ευχάριστα'>> είπα όλο ειρωνεία την λέξη ευχάριστα και ξίνισα την φάτσα μου <<μου είπε οτι είναι έγκυος>> του ειπα και οταν το ειπα κατι μεσα μου εσπασε <<καλα, αυτο όλο το σχολείο το ξέρει, γιατί έπρεπε να ερθει και να στο πει σπίτι σου, τι εσυ είσαι ο πατερας;>> είπε μεταξυ σοβαρου και αστειου ενω παραλληλα ηπιε λιγο νερο απο ενα ποτύρι που είχε εκει <<αυτο ακριβως είπε, ότι εγω είμαι ο πατερας>> του ειπα και εφτυσε ολο το νερο στα μουτρα μου. Η πορτα άνοιξε και μεσα μπήκε η στεφανία και η μαρία

Δημητρης: <<ΤΙ;>> 

Στεφανια: <<ΝΑΙ ΚΑΛΑ!>> 

Μαρια: <<ΑΠΟΚΛΕΊΕΤΑΙ!>> 

Ειπαν ταυτοχρονα και οι τρεις τους μην πιστευοντας τι τους ειπα

<<και;>> ειπε ο Δημητρης <<ΤΙ ΚΑΙ ΡΕ ΠΟΥΣΤΗ ΜΟΥ;>> <<εννοώ αν το παιδί ειναι δικό σου>> <<δεν ξερω>> ειπα και κυλισα στο τοιχο την πλάτη μου και επεσα στο πάτωμα ποιανοντας το κεφαλι μου

<<τι θα κανεις τωρα;>> με ρωτησε η ακομη σοκαρισμενη Στεφανια <<δεν- δεν ξερω τιποτα!>> της απαντησα ειλικρινά

<<η μυρτω το ξερει;>> με ρωτησε η Μαρια και απλα εγνεψα αρνητικα και προσπαθησα να μην κλαψω με το ποσο σκατα τα εχω κανει στην ζωη μου...





foulaaa

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top