1.37

•ΧΡΉΣΤΟΥ POV•

<<τι ήπια χθες πάλι ρε φίλε;>> Ρώτησα τον κολλητό μου καθως επιασα το κεφαλι μου. Η ίδια ιστορία κάθε βράδυ. Πίνω μέχρι που δεν θυμάμαι τίποτα και το επόμενο πρωί ξυπνάω με ένα πονοκέφαλο. Αλλά έτσι όπως είναι η ζωή μου, ο πονοκέφαλος μου δεν είναι τίποτα.. <<τον κωλο σου>> Ειπε και γέλασε

<<η δικιά σου τι σου είπε χθες όταν πηγές σπίτι.>> με ρωτησε <<ΣΤΟ ΈΧΩ ΠΕΙ ΈΝΑ ΕΚΑΤΟΜΜΎΡΙΟ ΦΟΡΕΣ! ΔΕΝ ΕΊΝΑΙ ΔΙΚΙΆ ΜΟΥ!>> κλωτσισα το παγκάκι από τα νεύρα και πηγα στο μισό μέρος του σχολείου. Έβγαλα ένα τσιγάρο και το έβαλα ανάμεσα στα χείλη μου

<<ρε δεν το εννοούσα έτσι ρε>> ειπε οταν ηρθε να με βρει στο πισω μερος του σχολειου αλλα δεν του απάντησα. Αν του μιλήσω θα του πω πράγματα που θα το μετάνιωσω! Θα μαλωσουμε πολύ άσχημα και δεν το θέλω! Είναι ο μόνος  άνθρωπος που έχει μείνει στη ζωή μου. 

Μετα απο λιγο το κουδούνι χτύπησε και πηγα στην τάξη.

<<τι έγινε και φωναζες πριν ρε; Όλο το σχολείο σε άκουσε!>> Μου είπε χαμηλόφωνα για να την ακούσω μόνο εγώ μολις μπηκα στην ταξη <<άστο ρε Άνδρονίκη>> της απαντησα μη εχοντας ορεξη και εκατσα  στην θεση μου <<καλαα>> ειπε και πηγε να κατσει και αυτη στην θεση της

•ΜΥΡΤΩΣ POV•

Έχει άλλη. Το άκουσα! Το είπε ο Δημήτρης. Και μένουν μαζί. Για αυτό με χώρισε. Επειδή έχει άλλη. Και μένουν και μαζί, με την άλλη! Που ειμαι σίγουρη καμία πουτανα θα είναι και αυτή! Γαμωτο! Γιατί αγάπησα αυτόν; Τόσα εκατομμύρια αγόρια υπάρχουν, γιατί στραβώθηκα σε αυτόν;

Το κουδούνι για διάλειμμα χτύπησε και βγήκα γρήγορα από την ταξη. Πηγα στην τουαλέτα και κλειδώθηκα σε μια. Όπως παλιά. Τις πρώτες μέρες σε αυτό το γαμημενο σχολείο! Θυμάμαι ούτε τότε είχα παρέα. Η ίδια ιστορία επαναλαμβανετε. Τώρα θα πείτε υπαρχουν τα κοριτσια, η Άνδρονίκη, η Μαρία και η Στεφανία. Έχουν προσπαθήσει πολλές φορές να με πλησιάσουν αλλα προτείμω να μείνω μόνη μου..

<<η πουτανα! Τον τύλιξε είχε δεν είχε>> Είπε μια φωνή καθώς μπήκε μέσα στην τουαλέτα. <<τι μαλακιες λες να του ειπε>> Είπε μια αλλη φωνη <<νομίζω ξέρω>. της απαντησε η πρωτη κοπεελα που τωρα που την ξανα ακουω μου ειναι οικια <<και ήταν και γαμω τα κομμάτια ρε φίλε>> ειπε η δευτερη κοπελα <<την μισώ! Θα της κάνω την ζωη κόλαση!>> Είπε με μίσος καθως προσπαθούσα να θυμηθώ τι μου θυμίζει η φωνη της <<και που θα την βρεις; Δεν έρχεται πια σχολείο...>> της ρωτησε παλι η δευτερη φωνη

Άρα η πουτανα είναι κάποια απο το σχολείο μας και η πουτανα που δεν έρχετε πια είναι η Βάσια, δεν το πιστεύω! Για την Βάσια λένε!

<<ξέρω που μένει όμως>> Είπε παλι η πρωτη κοπελα και μετά από λίγο βγήκαν έξω και μολις τοτε θυμήθηκα ποια ειναι. Μα φυσικά! Η κολλητή της Βασιας ή η φίλη της τέλος πάντων, δεν ξερω τι της ήταν.

Η πόρτα ξανά άνοιξε μετά από λιγο. Ε ρε φίλε μανία που έχουν σήμερα να έρχονται στη τουαλέτα. Κόψιμο τους έπιασε όλους; Ούτε ένα μέρος να ησιχασουμε δεν μπορούμε να βρούμε.

Αποφάσισα να βγω αλλά μόλις άνοιξα την πόρτα το μετάνιωσα

<<τι κανεις εδω; Είναι οι κοριτσιστικες!>> Του είπα και τον προσπέρασα <<Μυρτώ!>> φωναξε το ονομα μου αλλα δεν του έδωσα σημασία. Πηγα να βγω αλλά με έπιασε από το καρπό και με κόλλησε στο τοίχο. Με πλησίασε και με φίλησε λες και ημουν το οξυγόνο του. Με φιλουσε αργά αλλά πιεζε τα χείλη του πάνω στα δικά μου υπερβολικά πολύ. Με έπιασε από το μάγουλα και πίεσε ακόμα περισσότερο τα χείλη του με τα δικά μου. Αν είναι δυνατόν! Πως γίνετε αυτό; Και εγω απο την αλλη να εχω κολλησει και να μην μπορω να κανω τιποτα. Να μην μπορω να κουνηθώ, να μην μπορω να τον σταματήσω να με φιλά, να μην μπορω να τον σπρώξω απο πανω μου. 

<<συγγνώμη>> Είπε κάποιος που ανοιξε την πορτα, πολυ πιθανο για να χρησιμοποιησει την τουαλετα αλλα μολις μας ειδε να φιλιομαστε βγήκε πάλι έξω. Εγω τον απομακρύνα και αυτός άρχισε να βρίζει.

<< Χρηστο δεν κάνει! Εχουμε χωρισει! Με έβαλες ή δε με έβαλες στοίχημα; Γιατί αν το έκανες όπως είπες γιατί ρε γαμωτο συνεχίζεις να με ενοχλείς;>> του  ειπα με νευρα, ΠΟΛΛΑ νευρα και βγήκα γρήγορα γρήγορα από από την τουαλετα και πήγα στην τάξη. Έκατσα με μαζεμένα τα γόνατα μου και άρχισα να κλαίω. Τα κατάφερε για αλλη μια φορα. Γιατι ρε γαμωτο συνεχίζει να με καταστρέφει τοσο πολυ;

<<Μυρτώ; Είσαι καλά;>> Είπε η Ανδρονικη και μου έπιασε τα χέρια <<παρατα με και εσυ>>  της ειπα μεσα απο τα δοντια μου και πέταξα τα χέρια της από πάνω μου

Σιγά σιγά άρχισαν να μπαίνουν οι συμμαθητές μας στην τάξη και σκούπισα διακριτικά τα μάτια μου.

<<ο Παπαγεωργίου που είναι;>> Ρώτησε η καθηγητρια καθως έπαιρνε απουσιες και αυτοματα γύρισα πίσω στην θέση του αλλά δεν ήταν. Δεν ξέρω γιατί το έκανα. Απλά μου βγήκε. Ίσως γιατί τον νοιάζομαι ακομη, αλλά δεν πρέπει ρε πουστη μου!

<<βαλτου απουσία!>> Είπε στον απουσιολογο

<<που πήγε;>> Γύρισε πίσω η Ανδρονικη και ρώτησε τον Δημήτρη <<δεν ξερω>> της απαντησε <<μαλώσαμε το πρωι και απο τοτε δεν εχουμε μιλήσει πολυ.>> της απαντησε και εκεινη γυρισε μπροστα της

<<κυρία μπορώ να φύγω; Δε αισθάνομαι καλά!>> Της είπα και μάζεψα τα πράγματα μου αφού μου είπε ναι

Ξεκίνησα την διαδρομή μου για το σπίτι. Όταν έφτασα μπήκα μέσα και πηγα στο δωμάτιο μου. Ξάπλωσα στο κρεβάτι γιατί πραγματικά δεν αισθανόμουν καλά. Δεν της ειπα απλά μια δικαιολογία για να φύγω.

(...)

Άκουγα το κουδούνι να χτυπα σαν τρελό. Ίσως είναι και στον ύπνο μου δεν ξέρω. Γύρισα πλευρό αλλά δεν σταμάτησε. Ανοιξα τα μάτια μου και είδα έξω από το παράθυρο. Είχε νυχτώσει. Μα καλά πόσες ώρες κοιμάμαι; Ασε που αισθάνομαι και τα μάτια μου όμως να κλεινουν. Ειμαι τοσο κουρασμενη σωματικα αλλα και ψυχικα με την ολη κατασταση. Και επισης πότε δεν θα καταλάβω αυτό που κοιμάσαι και όταν  ξυπνάς νομίζεις πως δεν έχεις κοιμηθεί καθόλου.

Πηγα με βαριά βήματα ως το σαλόνι και άνοιξα την πόρτα.

<<Χρήστο τι κάνεις εσύ εδώ;>> τον ρώτησα μόλις τον είδα και η κουραση μου κοπηκε μαχαιρι <<Μυρτώ; Μυρτώ μου;>> ειπε και πηγε να με αγκαλιασει αλλα τον σταματησα <<Χρήστο γαμω το κέρατο μου, τι κάνεις εσύ σπίτι μου;>> τον ρωτησα και πηγα να κανω δυο βήματα πισω <<Μυρτώ μου; Αγάπη μου;>> Ρώτησε σαν να μην πίστευε ότι βρισκόμουν μπροστά του. <<μωράκι μου!>> Είπε και πήγε να με φιλήσει αλλα και παλι τον σταματησα.

<<Χρήστο τι κάνεις; Έχεις πιει!>> του ειπα και τον εδιωξα από πάνω μου <<χαχαχ ναι, έχω πιει>> Είπε καθως μπήκε μέσα στο σπίτι μου και κατευθηνθηκε στο σαλονι. Εγω εκλεισα την πορτα και αρχισα να τον ακολουθω. Τι στο διαολο κανει τελος παντων; Γιατι δεν ξεκολλαει; Και μετα να αφησει και εμενα να ξεκολλησω; Με εβαλε ή δεν με εβαλε στοιχημα; Με εκμεταλευτηκε ή οχι; Και για ποιο γαμημενο, πούστικο λογο συνεχιζει να με ενοχλει; Και στην τελικη, αυτος ηταν μου με χωρισε, οχι εγω!

<<Μυρτώ>> Είπε σοβαρός και με διεκοψε απο τις σκεψεις μου

<<δεν σε είχα βάλει ποτέ στοίχημα! Ψέματα ήταν!  Σε αγαπάω!>> Είπε και έπεσε στο καναπέ.



foulaaa

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top