1.30
<<ΜΑΜΑΑΑ, ΦΕΎΓΩ! ΠΆΩ ΣΤΙΣ ΑΝΔΡΟΝΊΚΗΣ!>> Της φώναξα όταν η ώρα είχε πάει 5 και μισή <<ΜΗΝ ΑΡΓΉΣΕΙΣ!>> Μου φώναξε από την κουζίνα <<ΔΕΝ ΘΑ ΑΡΓΉΣΩ>> Την επιβεβαίωσα. Βγήκα από την πόρτα του σπιτιου μου και αμέσως ο αερας μπέρδεψε τα μαλλιά μου. Κάνει ψοφόκρυο.
Περπατουσα και μετά από κανα δεκάλεπτο έφτασα. Χτύπησα το κουδούνι και βγήκε η Άνδρονίκη.
<<γεια>> Είπε αμήχανα <<γεια>> την χαιρετησα με ενα ζεστο χαμογελο <<δεν σε περίμενα>> μου ειπε και προσπαθησε να μου χαμογελασει αλλα δεν τα καταφαιρε <<εμμ μου είχε πει ο Χρήστος πριν να έρθω να δούμε ταινία>> Ειπα αλλά εκείνη παρέμεινε να με κοιτάει λες και της μιλούσα κινέζικα
<<Άνδρονίκη, είσαι καλά; Έγινε κάτι;>> Την ρώτησα ανυσηχα <<εεε όχι όχι, καλά είμαι>> Είπε και χαμογέλασε ψευτικα
<<ο Χρήστος δεν είναι εδω, έφυγε πριν λίγο>> μου ειπε βιαστικα <<αα, εμμ οκευ τότε, να φευγω>> Ειπα ενω συνέχισα να την κοιτάω ενώ αυτή δεν είπε τίποτα
<<σίγουρα δεν έχει γίνει τίποτα;>> την ρωτησα για να επιβεβαιωθώ οτι ολα ειναι οκ <<σίγουρα>> Είπε και ξανά χαμογελασε, αλλά δεν ήταν από τα χαμόγελα που ξερω, ήταν διαφορετικό <<οκευ, τα λέμε αύριο>> της ειπα και γύρισα την πλάτη μου για να φύγω.
Στην διαδρομη μου για το σπιτι σκεφτομουν το τι μπορει να εχει γινει και γιατι η Ανδρονικη ηταν τοσο περιεργη.
<<ΗΡΘΑ!>> είπα μολις έφτασα σπίτι μου μετά από περίπου 10 λεπτά περπατηματος
<<τι έγινε; Τόσο σύντομη ήταν η ταινία; η ειδατε μονο τις διαφημίσεις;>> <<οχι βρε μαμα, απλά η Άνδρονίκη δεν ήταν πολύ καλά και έφυγα>> Είπα και πήγα να κάτσω στην τραπεζαρία σκεπτομενη το τι μπορει να εχει γινει <<τι θα φάμε;>> την ρωτησα <<μακαρόνια με κιμα>> <<ωραια>> της απαντησα και περίμενα να μου φέρει το πιάτο
<<ο μπαμπάς;>> την ρωτησα <<κάνει μπάνιο, περίμενε λίγο και θα έρθει να φάμε μαζί>> Είπε και εγνεψα <<πως ήταν το σχολείο;>> με ρωτησε ολο ενδιαφερον <<πως να ήταν μωρέ; Βαρετά!>> <<τι κάνατε;>> <<βλακείες!>> της είπα και ανασηκωσα τους ώμους μου <<και εγώ έτσι έλεγα όταν ήμουν στην ηλικία σου αλλά τώρα μου έχει λείψει>> μου ειπε και μεσα μου σκεφτηκα οτι το ιδιο μπορει να παθω και εγω <<ελα να αλλάξουμε ρόλους τότε!>> της ειπα και γελασα ελαφρα
<<τι ρόλους να αλλάξετε;>> Ρώτησε ο μπαμπας μου καθώς μπήκε στην κουζινα <<η μαμά, θέλει να ξανα πάει σχολείο!>> <<ας τα αφήσουμε αυτά και ας φάμε>> Είπε και μας έδωσε τα πιατα μας.
Έφαγα γρήγορα και μπηκα να κάνω ένα μπάνιο. Όταν τελείωσα πηγα στο δωμάτιο μου και ξάπλωσα. Ήταν νωρίς, αλλά δεν είχα τι να κάνω! Τα είχα κανονίσει όλα για να εχω το απόγευμα μου ελεύθερο. Πήρα το κινητό μου και έστειλα μήνυμα στον Χρήστο
"Γεια σου μωράκι μου! Τι κάνεις;"
Συνήθως μέσα σε δευτερόλεπτα απαντάει αλλά έχουν περάσει ήδη 5 λεπτά και δεν έχει στείλει τίποτα. Λες να έχει γίνει τίποτα; Να έπαθε κανένα ατύχημα; Άρχισα να ανησυχώ...
Τον κάλεσα αλλά δεν μου το σήκωσε. Περίμενα 2 ολόκληρα λεπτά και τον ξανα κάλεσα αλλά τίποτα. Τον ξανα πείρα. Αυτό γινόταν για περίπου 30 λεπτά αλλά δεν απαντούσε.
Αποφάσισα να πάρω την Ανδρονίκη. Την κάλεσα 5 φορές αλλά δεν το απάντησε. Τι έχει γίνει;
"Άνδρονίκη, όλα καλά; Γιατί δεν το σηκώνεις; Τι εγινε; Ο Χρήστος ειναι καλά; Απάντησε μου, σε παρακαλώ, ανησυχώ!"
Της έστειλα αλλά δεν μου απάντησε.
Το κινητό μου χτύπησε και ειδα πιο με έπαιρνε. Για μια στιγμή χάρηκα, νόμιζα πως ήταν ο Χρήστος αλλά μόλις είδα ότι με επαιρνε ο Μιχάλης η χαρά μου κοπηκε μαχαιρι.
<<γεια>> Του ειπα και από τον τόνο της φωνής μου καταλαβαινες άνετα πως κάτι έχει γίνει <<Μυρτώ; Είσαι καλά;>> με ρωτησε ολο ενδιαφερον <<ναι ρε>> του ειπα οσο πιο χαλαρα μπορουσα <<σίγουρη;>> <<ναι απλα δεν έχω κέφια σήμερα>> <<λέμε πως πιστεύω>> ειπε μη θελοντας να συνεχισει αυτη την κουβεντα καθως ηξερε οτι δεν θα μου παρει κουβεντα
<<εσύ τι κάνεις;>> τον ρωτησα <<εε καλά μωρέ>> <<χαίρομαι!>> <<σίγουρα είσαι καλά έτσι;>> με ρωτησε για εκατοστη φορα <<σίγουρα>> <<καλα>> ειπε για αλλη μια φορα χωρις να εχει πιστει
<<ρε Μιχάλη μου, επειδή έχω να διαβάσω, να σε κλείσω;>> του ειπα οσο πιο πιστικα μπορουσα <<καλα μικρό>> <<τα λέμε>> του ειπα και του το έκλεισα.
Δεν είχα όρεξη να μιλήσω οπότε αναγκάστηκα να του πω ψέμματα.
(...)
<<καλημέρα>> μου είπε η μαμα μου και με κοίταξε παράξενα <<καλημέρα, έχω κατι;>> την ρωτησα χωρις ορεξη <<μαύρους κύκλους και σακούλες, τι χάλια είναι αυτά; Που πήγες χθες;>> <<πας καλά ρε μαμα; Στο δωμάτιο ήμουν αλλά διάβαζα μέχρι τις 3>> ΨΈΜΑΤΑ! Απλά δεν με έπιανε ο ύπνος και δεν κοιμήθηκα καθόλου!
<<καλα, θα φας;>> με ρωτησε ενω μου ειχε ηδη ετοιμασει το πρωινο μου <<δεν πειναω>> της ειπα και βγήκα από το σπίτι μου. Πηγα προς το πάρκο αλλά εκεί δεν ήταν ούτε ο Χρήστος, ούτε η Ανδρονίκη. Τους έστειλα μήνυμα αλλά δεν απάντησε κάνεις τους. Περίμενα 5 λεπτά αλλά αφού δεν έβλεπα κανέναν να ερχετε έφυγα. Περπατουσα ως στο σχολείο με αργά βήματα. Όπως τις πρώτες μέρες. Κάπως έτσι αισθάνομαι και τώρα.
Μια καθιερωμένη διαδρομή των ούτε 10 λεπτών την έκανα σε 25 λεπτά, με αποτέλεσμα να αργήσω στην πρώτη ώρα. Είχαν μείνε 10 λεπτά για την επόμενη ώρα οπότε αποφάσισα να περιμένω σε ένα παγκάκι μέχρι να χτυπήσει το κουδούνι.
Ήταν λες και η ωρα είχε κολλήσει. Δεν έφευγε με τίποτα! 10 λεπτά μου φάνηκαν 10 αιώνες...
Επιτέλους το κουδούνι χτύπησε και αποφάσισα να μπω στην τάξη.
Ούτε η Άνδρονίκη ήταν στην θέση της δίπλα μου αλλά ούτε ο Χρήστος στην θέση του πίσω μου.
<<γεια>> Ειπα στον Δημήτρη που καθόταν στο πισω θρανιο μόνος του <<γεια>> Είπε και εκείνος Δεν με ρώτησε τι κάνω. Πάντα ρωτάει! Κάτι έχει γίνει!
Δεν του είπα τίποτα άλλο και γύρισα μπροστά μου.
Η καθηγήτρια μπήκε και μιλούσε, κάτι έλεγε αλλά δεν την άκουγα. Την έβλεπα μόνο να πηγαίνει πάνω κάτω και να ανοίγει το στόμα της σαν παπαγάλος. Ήμουν χαμένη. Χαμένη στις σκέψεις μου.
<<ΚΥΡΙΑΚΟΠΟΥΛΟΥ>> μια φωνη με διεκοψε απο τις σκεψεις μου και γύρισα για να δω την καθηγήτρια να μου μιλάει
<<μάλιστα>> Ειπα χωρίς καθόλου όρεξη <<ακουγες τις έλεγα;>> Δεν είπα τίποτα απλά έσκυψα το κεφάλι μου <<Μάλιστα. Στο τέλος μείνε μαζί μου, θέλω να σου μιλήσω!>> Είπε και εγω εγνεψα.
Το κουδούνι χτύπησε και νομίζω ειμαι η μόνη που έμεινα στη τάξη.
<<Κυριακοπουλου, τι εγινε σήμερα και ήσουν αλλού;>> <<συγνώμη κυρία, δεν θα ξανά επαναληφθεί>> Ειπα και χαμηλωσα το κεφάλι μου <<φαίνεται σαν κάτι να σε απασχολεί>> συνεχισε αλλα πραγματικα δεν ειχα ορεξη να μιλησω με κανεναν! <<τίποτα δεν είναι>> Ειπα και βγήκα από την ταξη
Τώρα να παω στην Μαρία και την Στεφανία που κάθονται στο παγκάκι ή όχι; σκέφτηκα.
Θα πάω!
<<γεια>> Ειπα και έκατσα δίπλα από την Στεφανία <<γεια>> με χαιρετισαν και οι δυο αλλα δεν ειπαν τιποτα αλλο. <<η Άνδρονίκη;>> τους ρωτησα και κοιταχτηκαν μεταξύ τους
<<δεν ήρθε σήμερα>> ειπε η μαρια <<ναι, αυτό το ξέρω. Μήπως ξέρετε γιατί;>> διευκρίνισα την ερώτηση μου αλλά εγνεψα να αρνητικά. <<καλα>> Ειπα και έφυγα <<που πας;>> Με ρώτησα όταν απομακρύνθηκα 3 βήματα.
<<Αφου ρε κορίτσια μόλις ηρθα σταματησατε αποτομα να μιλάτε και γενικά δεν μιλάμε, αφήστε το>> Ειπα ελαχιστα νευριασμενη αφου ολοι ηξεραν τι γινοταν εκτος απο εμενα και έφυγα με πιο γρήγορα βήματα. Πηγα στην τουαλέτα και άφησα τα δάκρυα που ήθελα να αφήσω από χθες αλλά δεν μου το επέτρεπα. Τώρα όμως; Τώρα απλά δεν μπορώ να τα κρατήσω άλλο!
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top