1.26
Άνοιξε την πόρτα και μπήκαμε μέσα. Την έκλεισε με το πόδι και με κόλλησε στο τοίχο πίσω μου. Άρχισε να με φιλάει. Κάποια στιγμή διέκοψε το φιλί μας και πλησίασε το αυτί μου.
<<πηδα!>> Μου είπε και το έκανα. Τύλιξα τα πόδια μου γύρω από την μέση του και κατευθυνθηκαμε προς το δωμάτιο του. Με ακουμπησε απαλά στο κρεβάτι του και έπεσε πάνω μου. Ξεκουμπωσε το φόρεμα μου και το αφαίρεσε. Ύστερα άρχισα να ξεκουμπωνω το πουκάμισο του και αυτός το έβγαλε τελείως. Το πέταξε κάτω και άρχισε πάλι να με φιλάει. Πηγέ πάλι κοντά στο αυτί μου και με ρώτησε εάν είμαι σίγουρη για αυτό που πάει να γίνει. Εγω απλά εγνεψα και αυτός μου ξεκουμπωσε το σουτιέν με μιας. Έμεινα σχεδόν γυμνή μπροστά του.
<<αυτό είναι άδικο!>> Του ειπα και ξεκουμπωσα με την βοήθεια του και πάλι το παντελόνι του. Εβγαλε το εσώρουχο μου και άνοιξε το συρτάρι του κομοδινου δίπλα μου. Κάτι πήρε και όταν το κατάλαβα κοκκινισα λίγο. "Είμαι σίγουρη για αυτό που πάω να κάνω;" Βασικά δεν πρέπει καν να το σκέφτομαι! Φυσικά και είμαι!
(...)
<<καλημέρα!>> Ακουσα την φωνη του καθως τον ειδα να με κοιταει με ενα απαλο και χαλαρο βλεμμα. <<καλημέρα>> του απαντησα και χαμογελασα μόλις στο μυαλό μου ήρθαν εικόνες από χθες
<<παω να κάνω ένα ντουζ>> του ειπα μετα απο κανενα εισοσαλεπτο και πηγα στην τουαλέτα. Έβγαλα την μπλούζα του και μπήκα στην ντουζιέρα. Έκανα ένα καυτό μπάνιο και πηγα να ντυθω στο δωμάτιο του. Το κινητό μου χτύπησε και ήταν η Ιωάννα.
<<αλλά εε που είσαι;>> με ρωτησε αν και ηξερε <<στου Χρήστου!>> της απαντησα καθως γυρισα να τον κοιταξω με ενα χαμογελο <<καλα, εμείς φεύγουμε, θα έρθεις να μας αποχαιρετησεις ή να φύγουμε;>> μου ειπε απο την αλλη ακρη του ακουστικου η Ιωαννα <<έρχομαι ρε!>> της ειπα και το εκλεισα.
<<θα με πεταξεις ως το σπιτι μου;>> τον ρωτησα καθως ηθελα να παω οσο πιο γρηγορα γινοταν και εκεινος μου εγνεψε. Μεσα σε λιγοτερο απο 5 λεπτά είμασταν στο σπιτι μου και τους βρήκαμε στο αυτοκίνητο να μας περιμένουν.
<<θα μου λειψεις!>> μου είπε η Ιωαννα και με αγκαλιασε <<και εμενα>> της απαντησα και σκούπισα ένα δάκρυ που κύλισε στο μάγουλο μου
<<ελα εδώ!>> Είπε ο Μιχαλης και με έβαλε στην αγκαλιά του. <<κοιτα να μην χαθουμε πάλι!>> μου είπε σαν προειδοποίηση και εγω του είπα πως θα τον παίρνω όσο πιο συχνά μπορώ
Αποχαιρερηστηκαν και με τον Χρήστο και μετά έφυγαν
<<βρε μωράκι μου, μην στεναχωριέσαι>> μου ειπε για εκατοστη φορα <<το λες γιατί δεν έφυγαν οι δικοί σου φίλοι!>> του ειπα ενω τωρα εκλεγα κανινικοτατα <<καλα, ας έφευγαν οι δικοί μου και θα έκανα πάρτι!>> Είπε και γελασα μέσα από τα κλάματα μου
<<ελα μέσα!>> του ειπα και μπήκαμε σπίτι μου <<τι θα κάνουμε;>> με ρωτησε καθως ανεβαιναμε τα σκαλια <<εγω προσωπικά θα διαβάσω>> του ειπα και εβγαλα τα βιβλία μου και άρχισα να διαβάζω. <<να δούμε ταινία;>> προτεινε μετά από 5 λεπτά <<διαβάζω>> του ειπα και τον κοιταξα να ειναι ξαπλωμενος στο κρεβατι μου <<ελα μωρέ, κάνε και κανα διάλειμμα!>> ειπε και απο μεσα μου ηθελα να ξαπλωσω διπλα του και να δουμε ταινια <<πριν 5 λεπτά άρχισα!>> Ειπα τελικα και με κοίταξε κουτσουφιασμενος.
<<αληθεια, πως πέρασες με 20 πάρα 2;>> τον ρωτησα μετα απο λιγο. Ακομα δεν μπορω να το ξεπερασω αυτο <<δεν ξέρω>> Είπε και ανασηκωσε τους ώμους του <<πάμε να κάνουμε κάτι άλλο;>> με ρωτησε καθως φαινοταν οτι βαριοταν <<Ρε Χρήστο έχω να πάω 2 μέρες και πρέπει να διαβάσω λίγο>> του ειπα καθως αθτη ηταν η αληθεια <<ελααα>> ειπε με ενα παιχνιδιαρικο υφος <<αν με αφήσεις να διαβάσω το Σάββατο θα κάνουμε ότι θες>> του ειπα και με ενα πονηρό χαμόγελο συμφώνησε.
Μετα απο λιγο εφυγε.
Διάβασα για το υπόλοιπο της ημέρας και μετά πήγα για ύπνο. Το πρωί σηκώθηκα και και ετοιμάστηκα. Πείρα ενα κουλουρι και βγήκα από το σπίτι προς την διαδρομή για το σχολείο. Στο πάρκο βρήκα τον Χρήστο και την Ανδρονίκη να με περιμενουν.
<<καλημέρα>> του χαιρετησα και τουε δυο και με χαιρετησαν και αυτοι. Ο χρηστος ηρθε διπλα μου και περασε το χερι του γυρω απο την μεση μου και δεν κρατηθηκα απο το να χαμογελασω
<<καλα εε η φίλη σου ή Ιωάννα είναι γαματη!>> ειπε η Ανδρονικη <<και λίγο τρελή!>> συμπλήρωσα την πρόταση της και γελασα
Συζητούσαμε ακόμα λίγο για την παρεα μου από την Φλώρινα και μετά φτάσαμε σχολείο. Ο Χρήστος πήγε στην παρέα του και εγώ με την Ανδρονίκη στα κορίτσια.
<<καλα ρε η φίλη σου η Ιωάννα είναι γαματη!>> ειπε η στεφανια χωρις καν να μας καλημερισει <<ναι κάτι μου είπε και η Άνδρονίκη>> της ειπα και στο τελος γελασα λιγο <<θυμάσαι που μου είχες πει μια φορά ότι όταν κάνατε σλιπ οβερ με τα κορίτσια από Φλώρινα πως σίγουρα θα ερχόταν η αστυνομία με τόσο φασαρία;>> με ρωτησε <<πλακα κάνεις έτσι; Την έμαθε η αστυνομία και εδώ;>> της ειπα με μια εκπληξη στην φωνη μου <<όλους μας μας εμαθε, ηρθαν και μας έκαναν παρατηρηση!>> συνεχισε η Μαρια και αρχισε να γελα.
Το κουδούνι χτύπησε και κάναμε σειρές για προσευχή. Τελειώσαμε και ανεβήκαμε πάνω στις τάξεις μας. Πρωτη ώρα είχαμε με την καθηγήτρια που μας έβαλε το πρότζεκτ.
<<να σου πω; Την έχεις την εργασία;>> ρώτησα την Ανδρονικη αφού έπρεπε να την παραδώσουμε σήμερα <<κάτσε εσύ δεν την είχες πάρει τελευταία φορά;>> με ρωτησε με μια εκπληξη στην φωνη της <<τι λες ρε; Σπίτι σου δεν είχαμε συναντηθεί τελευταία φορά και την πήρες εσύ;>> την ρωτησα και κρύος ιδρώτας άρχισε να με λούζει. <<δεν θυμάμαι>> ειπε με ενα προβληματισμενο βλεμμα <<δηλαδη εργασία γιοκ>> δηλωσα να επιασα το κεφαλι μου. Τοσες ωρες για το τιποτα. Βασικα τοσες ωρες για να ακουσουμε την καθηγητρια μας να μας φωναζει.
<<ρε μαλακα αυτή δεν είναι η εργασία μας!>> Ακουστηκε η φωνη του Δημητρη απο πισω <<το ξέρω ρε μαλακα, σιγά μην κάναμε εμείς τέτοια γράμματα!>> του απαντησε ο Χρηστος <<και τοτε ποιανού είναι;>> ρωτησε ο Δημητρης <<τη; αδερφής μου και της Μυρτώς, μάλλον την είδα στο σαλόνι και την μπέρδεψα για την δικιά μας, που τώρα που το σκέφτομαι εγώ δεν ήρθα σπίτι σου τελευταία φορά; Άρα εσύ την έχεις! Που είναι ρε;>> αρχισε να του φωναζει <<νόμιζα πως την είχες ρε!>> του απαντησε ο Δημητρης <<καλα κρασιά!>> Τους ακούσαμε να συζητάνε από πίσω
<<ώστε εσύ έχεις την εργασία μας!>> ειπε η Ανδρονικη και γύρισε για να την πάρει <<η εργασια μας!>> Είπε με ένα χαμόγελο και την έβαλε στο θρανίο μας
Η καθηγήτρια έβλεπε τις εργασίες των άλλων μέχρι που ηρθε η σειρά μας. Την είδε μας είπε ότι είναι πολύ καλή και ότι δεν περίμενε κάτι λιγότερο από εμάς.
<<Παπαγεωργίου και Μήτσου, που είναι η εργασια σας;>> τους ρωτησε <<ο Μήτσου την ειχε>> της απαντησε ο Χρηστος <<Μήτσου;>> τον κοιταξε η καθηγήτρια με ένα απόλυτο βλέμμα <<μπορώ να πάω τουαλέτα;>> την ρωτησε <<την εργασία πρώτα!>> του ειπε καθητη <<σας παρακαλώ κυρία είναι μεγάλη ανάγκη>> της ειπε καθως ειχε σουφρωσει τα φρυδια του και μετά από λίγη σκέψη τον άφησε.
<<συνεχίζουμε το μάθημα μας!>> Είπε αυστηρά και άρχισε να παραδίδει το επόμενο. Μετά από 5 λεπτά μπήκε μέσα ο Δημήτρης. <<τι έγινε Μήτσου παιδί μου;>> τον ρώτησε και γύρισα πίσω μου για να τον δω να έχει το χέρι του πάνω <<η εργασια μας>> Είπε και της την έδωσε, αυτή είπε ευχαριστώ και την έβαλε μαζί με τις άλλες στην εδρα της.
<<καλα ρε;Που την βρήκες; Στην τουαλέτα;>> ακουσα τον Χρηστο να του λεει <<οχι ρε μαλακα, πας καλά; Η Στεφανία μου έστειλε μήνυμα πως την έχει και την βρήκα κοντά στις τουαλέτες. Μου την έδωσε και ηρθα..>> <<για αυτό φαγωθηκες να πας τουαλέτα;>> <<ε ναι!>> Είπε και γέλασε.
Η ώρα τελείωσε και στην συνέχεια είχαμε γυμναστική.
(...)
<<κύριε, δεν μπορώ να τρέξω γιατί πονάει η κοιλιά μου!>> Είπε και έπιασε την κοιλιά της <<εντάξει κορίτσι μου, πήγαινε κάτσε. ΟΙ ΥΠΌΛΟΙΠΟΙ ΤΡΈΞΤΕ!>> Είπε και πήγε να κάτσει <<ΠΙΟ ΓΡΉΓΟΡΑ>> Φώναξε και προσπάθησα να τρέξω πιο γρηγορα αλλά δεν μπορούσα <<ΤΡΈΞΤΕ ΛΈΜΕ!>> συνεχισε να φωναζει απο το παγκακι.
ΈΛΑ ΝΑ ΤΡΈΞΕΙΣ ΕΣΎ ΡΕ ΜΠΆΡΜΠΑ! ΔΕΝ ΜΠΟΡΟΎΜΕ ΆΛΛΟ!
<<εντάξει, φτάνει>> μας είπε μετα απο 15 λεπτα και όσοι τρέχαμε σταμάτησαμε για να πάρουμε μια ανάσα.
<<μας πεθανε παλι!>> μου είπε ψιθυριστά η Ανδρονικη και προσπάθησε να αναπνεύσει <<και την άλλη την πουτανα την είδες; "κύριε, δεν μπορώ να τρέξω γιατί πονάει η κοιλιά μου">> της ειπα <<πραγματικά εκείνη την στιγμή νευριασα!>> μου ειπε και την κοιταξε <<εγω να δεις!>> της απαντησα
<<ΆΝΤΕ ΚΟΡΊΤΣΙΑ ΣΤΑΜΑΤΗΣΤΕ ΤΟ ΜΠΟΥΡΟΥ ΜΠΟΥΡΟΥ ΚΑΙ ΠΗΓΑΙΝΤΕ ΝΑ ΠΑΊΞΕΤΕ ΒΌΛΕΪ!>> μας φωναξε <<θα τον σκοτώσω!>> μου είπε και πήγαμε προς το γήπεδο του βόλεϊ για να παίξουμε. Όταν η ώρα τελείωσε βγήκαμε για διάλειμμα. Οι υπόλοιπες ώρες πέρασαν και τώρα βρίσκομαι στο δρόμο για το σπίτι μου.
ΠΑΙΔΙΆ, ΔΕΝ ΤΟ ΠΙΣΤΕΎΩ, ΕΊΝΑΙ Η ΤΕΛΕΥΤΑΊΑ ΗΜΈΡΑ ΤΟΥ 2017, ΑΎΡΙΟ ΘΑ ΈΧΟΥΜΕ 2018... ΑΥΤΌΣ Ό ΧΡΌΝΟΣ ΠΈΡΑΣΕ ΠΟΛΎ ΓΡΉΓΟΡΑ, ΔΕΝ ΚΑΤΆΛΑΒΑ ΠΟΤΈ ΉΤΑΝ ΙΑΝΟΥΆΡΙΟΣ ΚΑΙ ΠΟΤΈ ΔΕΚΈΜΒΡΙΟΣ.. ΕΛΠΊΖΩ ΤΟ 2018 ΝΑ ΣΑΣ ΦΈΡΕΙ ΌΣΑ ΔΕΝ ΣΑΣ ΈΦΕΡΕ 2017.
ΥΓ
ΤΟ ΚΕΦΆΛΑΙΟ ΉΤΑΝ ΧΆΛΙΑ ΑΛΛΆ ΔΕΝ ΉΞΕΡΑ ΤΙ ΝΑ ΓΡΆΨΩ ΚΑΙ ΉΘΕΛΑ ΝΑ ΑΝΕΒΆΣΩ ΚΆΤΙ ΣΉΜΕΡΑ, ΟΠΌΤΕ ΤΟ ΈΓΡΑΨΑ ΣΤΑ ΓΡΉΓΟΡΑ
ΥΓ2
ΤΟ ΕΠΌΜΕΝΟ ΚΕΦΆΛΑΙΟ ΔΕΝ ΕΊΜΑΙ ΣΊΓΟΥΡΗ ΠΌΤΕ ΘΑ ΜΠΕΙ, ΟΠΌΤΕ ΜΗΝ ΜΕ ΡΩΤΉΣΕΤΕ ΓΙΑΤΊ ΔΕΝ ΞΈΡΩ ΚΑΙ ΔΕΝ ΘΕΛΩ ΝΑ ΣΑΣ ΠΩ ΨΈΜΑΤΑ ΌΤΙ ΘΑ ΜΠΕΙ ΣΎΝΤΟΜΑ ΕΝΏ ΑΥΤΌ ΔΕΝ ΕΊΝΑΙ ΣΊΓΟΥΡΟ ΜΙΑΣ ΚΑΙ ΔΕΝ ΤΟ ΈΧΩ ΓΡΆΨΕΙ ΑΚΌΜΑ
ΑΥΤΆ ΑΠΌ ΕΜΈΝΑ, ΤΑ ΛΈΜΕ ΤΟΥ ΧΡΌΝΟΥ😜😘
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top