1.25
Ανάβεις φωτιές, ανάβεις κι όλα τα καις, κι απ' όπου περάσεις κάνεις καταστροφές. Ανάβεις φωτιές, ανάβεις κι όλα τα καις και πίσω σου αφήνεις πληγωμένες καρδίες
Τραγουδουσαμε, που λέει ο λόγος τραγουδουσαμε γιατί στην κυριολεξία γκαριζαμε, καθώς ετοιμαζομασταν για το κλαμπ.
<<που είναι η μάσκαρα>> ρωτησε η Μαρια καθως την εξαχνε στο νεσεσερ <<εγω την εχω!>> της απαντησε η Στεφανια <<ε φερ την ντε, μια ώρα την έχεις, αφού στο τέλος ψεύτικες βλεφαρίδες θα βάλεις, τι το παλεύεις!;>> της απαντησε καθως προσπαθουσε να της παρει την μασκαρα απο τα χερια της
<<πάντα έτσι κάνουν;>> Ρώτησε η Ιωαννα εμένα και την Ανδρονίκη <<κατά βάθος αγαπιουνται>> της απαντησε η Ανδρονικη <<κατά πολύ βάθος όμως!>> συμπλήρωσα καθώς τις κοιτούσαμε
<<ΤΙ ΚΟΙΤΆΤΕ ΕΣΕΊΣ;>> Μας ρώτησαν η Στεφανια και η Μαρια αφού παρατήρησαν πως τις κοιτουσαμε <<πάντα έτσι κάνουν!>> Της είπε και συνέχισε να μου ισιωνει τα μαλλιά
<<που είναι τα ρούχα που θα βάλω;>> ρωτησε η Μαρια <<κρεμασμενα στη ντουλάπα μου>> της απαντησα και εβγαλε ένα άσπρο 2 παλάμες πάνω από το γόνατο φόρεμα.
<<ευχαριστω!>> Ειπα στην Άνδρονίκη όταν τελείωσε να μου ισιωνει τα μαλλιά <<δεν κάνει τιποτα>> Είπε και πήρε και αυτή στα χέρια της της την μαύρη στενή δερμάτινη φούστα της με το άσπρο κοντό τοπακι μου
<<Ποιο να βάλω; Το μπλε ή το μαύρο;>> ρωτησα τα κοριτσια και τους εδειξα της επιλογές μου <<το μαύρο!>> μου απαντησε πρωτη η Μαρια <<ναι όντως, είναι πιο ωραιο!>> συμφώνησε και η Στεφανια και τα άλλα δύο κορίτσια και ετσι έβαλα το μαύρο στενό φόρεμα με την χρυσή ζώνη. Πήρα τις μαύρες γοβες μου και το τσαντάκι μου.
(...)
<<άντε βρε κορίτσια, βαρεθήκαμε να περιμένουμε>> Είπε ο Μιχαλης μόλις μπήκαμε στο σαλόνι
<<μωράκι μου>> Είπε ο Χρηστος καθώς έβαλε το χέρι του γύρω από τη μέση μου και με φίλησε <<γεια σου!>> τον χαιρετησα και τον αγκάλιασα
<<έχω το αμάξι, Μυρτώ, Άνδρονίκη μαζί μου!>> ειπε ο Χρηστος <<εγω και η Ιωάννα μαζι στο δικο μου>> συνεχισε ο Μιχαλης <<και εγώ με τα άλλα 2 κορίτσια στο δικο μου>> ειπε τελευταιος ο Δημητρης και βγήκαμε από το σπίτι. Κλειδωσα και μπηκα στο αμάξι του Χρήστου.
<<πως ήταν η μέρα σου;>> Με ρωτησε μόλις έβαλε μπρος το αυτοκίνητο για το μπαρ <<καλα μωρέ>> του ειπα με ενα χαμογελο
<<Άνδρονίκη, δεν ξέρω αν το ξέρεις, απλά ενημερώνω. Οι γονείς μας με την μικρή μας αδερφή πήγαν στην θεία Γιάννα, Σέρρες, γιατί έπεσε και έσπασε το πόδι της>> της ειπε ο Χρηστος <<αα κατάλαβα και ήθελε τον μπαμπά ως γιατρό! <<γιατι, Σέρρες δεν έχουν γιατρούς;>> ρωτησα ολο απορια <<πως δεν εχουν ρε, φυσικα και εχουν, αλλα η θεια η Γιάννα δεν εμπιστεύεται κανέναν γιατρό και γενικά δεν τα πάει καλά με τους γιατρούς. Μόνο τον μπαμπά μας εμπιστεύεται και αυτόν δεν ξέρω πως!>> ειπε και γελασε στο τελος <<ακριβώς, και επειδή θα λείπουν το σπίτι θα είναι άδειο και εσύ μετά δεν θα έρθεις σπίτι!>> της ανακοίνωσε <<και που θα παω;>> ρώτησε καθώς σούφρωσε τα φίδια της <<πήγαινε στα κορίτσια, ξέρω γω; Δεν με πολύ ενδιαφέρει κιόλας>> Είπε και παρκαρε αφού φτάσαμε
Τα παιδιά μας περίμεναν στην εισοδο και μπήκαμε μέσα όλοι μαζί. Κατευθυνθηκαμε σε ένα τραπέζι με γωνιακό καναπέ μιας και είμασταν 8 ατομα
<<παω να πάρω ποτά, τι θέλετε;>> ρωτησε ο Δημητρης. Αφού του είπαμε τι θέλουμε πήγε μαζί του και ο Μιχάλης για να τον βοηθήσει.
Μπήκε το perfect του Ed Sheeran και αυτόματα γύρισα για να δω τον Χρήστο ενώ αυτός με κοιτούσε ήδη με ένα χαμόγελο.
<<πάμε να χορεψουμε!>> Του δηλωσα και τον τράβηξα από το χέρι προς την πίστα χωρίς να τον αφήσω να μου απαντήσει. Έβαλε τα χέρια του γύρο από την μέση μου και εγώ γύρο από το σβερκο του. Χορευαμε αργά μέχρι να τελειώσει το τραγούδι και μετά πήγαμε να κάτσουμε.
Ήπια λίγο από το ποτό μου και γενικά η βραδιά κυλουσε ηρεμα με εμάς να λέμε και να κάνουμε βλακείες, να πειράζουμε ο ένας τον άλλον και τέτοια.
<<παιδιά;>> Είπε μια γυναικεία τσιριχτη φωνή από πίσω μου. Γύρισα και είδα την Βάσια. Είπα και εγω; Να είναι όλα τόσο ήρεμα; Αποκλείεται! Δεν είμαι και τοσο τυχαιρη... <<Βάσια!>> Είπε με μία έκπληξη στην φωνή της η Στεφανια και ξινησε την μούρη της.
<< γεια>> Είπε με ένα χαμόγελο η Βασια και έφτιαξε τα βυζια της <<Βάσια!>> είπε και ετεινε το χέρι της στον Μιχάλη <<Μιχάλης>> της απαντησε και της χαμογέλασε.
Ναι παιδιά, είναι παιδί της μιας νύχτας!
<<χάρηκα>> συνεχισε η Βασια <<εγω να δεις!>> της είπε ο Μιχαλης και την κοίταξε από πάνω μέχρι κάτω
<<θα ξερασω!>> Είπε στο αυτί μου η Μαρια και εγώ συμφωνησα μαζί της
Δεν έδωσα παραπάνω σημασία στο τι έλεγε ο κολλητός μου με την πουτανα, απλα άρχισα να μιλάω με την μαρια δίπλα μου.
<<ΠΆΜΕ ΝΑ ΧΟΡΕΨΟΥΜΕ ΛΊΓΟ ΡΕΕ!>> Φώναξε η Στεφανια για να την ακούσουμε. Μας τράβηξε στην πίστα και αρχίσαμε να χορευουμε στον ρυθμό του κάθε τραγουδιού που εμπαίνε
Μετά από αρκετή ώρα πήγαμε να κάτσουμε.
<<εγω φεύγω, μην με περίμενε, θα γυρίσω αύριο!>> Είπε ο Μιχαλης καθως πειρε τα κλειδια του αυτοκινητου απο το τραπεζι και έφυγε.
<<τι ωρα είναι;>> ρωτησε η Μαρια <<2 και μισή!>> της απαντησε η Ανδρονικη
<<πάμε εμείς;>> Με ρωτησε ο Χρηστος <<οκευ, μισό να πω και στην Ιωάννα!>> του απαντησα και πηγα να γυρισω να ρωτησω την Ιωαννα αλλα με σταματησε <<δεν κατάλαβες, σπίτι μου θα μείνεις σήμερα!>> <<και η Ιωάννα;>> τον ρωτησα ολο περιεργεια <<θα έρθει μαζί με την Ανδρονίκη και την μαρια σπίτι μου!>> μου απαντησε η Στεφανια καθως ακουγε την συζητηση <<σίγουρα;>> την ρωτησα για να επιβεβαιωθω ότι όλα είναι οκ <<ναι ρε, δεν υπάρχει πρόβλημα, εσείς καλά να περάσετε!>> Είπε πονηρά, πηγα να της απαντησω αλλά έφυγε
<<και τώρα που τα κανονίσαμε, πάμε!>> Είπε με ένα χαμόγελο.
Καληνυχτισαμε τα παιδιά και φύγαμε.
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top