1.22

Γυμναστική = ελεύθερη ώρα, ΑΝ πας στον καθηγητή μια τυροπιτα από το κυλικείο.

Και έτσι εμείς - βασικά κάτι κορίτσια - τι κάνανε;

Του αγόρασαν μια τυροπιτα από το κυλικείο και ετσι τώρα απλά καθόμαστε, τα κορίτσια γιατί τα αγόρια που τα χάνεις που τα βρίσκεις με μια μπάλα ποδοσφαίρου είναι.

Είδα τον Χρήστο να έρχετε προς το μέρος μας και μετά από κάτι δευτέρα να είναι δίπλα μου και να με φιλάει.

<<τι έχεις;> Με ρωτησε γλυκά <<Φαίνετε πως έχω κάτι;>> Είπα και εγω γλυκά <<πάνω - κάτω ναι, έγινε κάτι;>> με ρωτησε όλο περιεργεια <<οχι μωρέ>> του ειπα και του χαμογελασα <<καλαα>> Είπε και εκατσε μαζί μας στο παγκάκι <<δεν θα παίξεις;>> τον ρωτησα <<μπαα έπαιξα το πρωί>> Είπε και με έβαλε να κάτσω στα πόδια του γιατι δεν χωρουσαμε όλοι σε αυτό το μικρό παγκάκι 

<<τι έγινε;>> Με ξανά ρώτησε μετά από λίγο <<τίποτα δεν έγινε καλε>> Ειπα πάλι και του χαμογελασα.

Δηλαδή τι να του πω;

"εε ξέρεις είμαι στα κάτω μου γιατί η πουτανα παύλα τσουλα παύλα ηλιθια παύλα σπαστικια παύλα πλαστικιά Βάσια μου είπε πως θα με πληγωσεις; Και κατα βαθος εγώ η ηλιθια νούμερο δύο το πιστεύω; Ότι το πίστευα πριν καν μου το πει; Αλλά δεν με νοιάζει γιατί σε θέλω;"

<<γη καλεί Μυρτώ!>> με διεκοψε απο τις σκεψεις μου ο Χρηστος <<ε-ε;>> Είπα και τον κοιταξα μπερδεμένη <<που ταξιδεύεις;>> <<Απλά αφαιρέθηκα ρε, τι μου έλεγες;>> <<τι έχει γίνει;>> συνεχισε να με ρωτα <<τίποτα!>> <<ναι το 'τίποτα' το δικό σας το ξέρω εγώ!>> είπε και κατα βαθος το ξερω πως εχει δικαιο <<ρεε, εγω δεν είμαι σαν τις άλλες!>> Είπα παιχνιδιαρικα και τον χτύπησα συο μπράτσο <<καλα καλά>> Είπε και γέλασε λιγάκι

<<τι μου έλεγες πιο πριν;>> Τον ξανα ρώτησα <<δεν σου μιλούσα εγώ, αλλά η Άνδρονίκη>> Είπε και γύρισα για να την δω. <<Τι έγινε;>> την ρωτησα <<πρεπει να τελειώσουμε την εργασία γιατί πρέπει να το παραδώσουμε αυτή την εβδομάδα..>> <<αμμ, οκευ, να συναντηθούμε σήμερα να τελειώνουμε;>> την ρωτησα <<οκευ, μετά το σχολείο;>> με ρωτησε και εγω συμφωνησα.

(...)

<<ελα μαμα, θα πάω στο σπιτι της Ανδρονίκης για να τελειώσουμε την εργασία γιατί πρέπει να την παραδώσουμε αυτή την εβδομάδα.>> την ενημερωσα <<εντάξει κορίτσι μου, τι ώρα θα γυρίσεις;>> <<εε δεν ξέρω, όταν τελειώσουμε.>> της ειπα <<καλα, φαγητό θα έχει στο φούρνο>> μου ειπε και μετα απο λιγο το κλεισαμε και συνεχίσαμε να περπατάμε με την Ανδρονικη.

<<ο Χρήστος ηιατί δεν ήρθε μαζί μας;>> την ρωτησα αυτο που με ετρωγε εδω και ωρα <<γιατί πήγε στου Δημήτρη, να τελειώσουν και αυτοί την εργασία τους..>> μου απαντησε και για την υπόλοιπη ώρα μέχρι να φτάσουμε σπίτι της δεν είπαμε κουβέντα.

<<ΜΑΜΑΑΑ, ΉΡΘΑΜΕΕ>> φωναξε μολις μπηκαμε μεσα <<ΕΛΆΤΕ ΝΑ ΦΆΜΕ!>> μας φωναξε απο την κουζινα και πήγαμε προς το μερος της. 

<<γεια σου Μυρτώ μου>> με χαιρετησε μολις με ειδε <<γεια σας!>> την χαιρετησα και εγω με την σειρα μου <<ο Χρήστος;>> μας ρωτησε <<στου Δημήτρη για την εργασία>> της απαντησε η Ανδρονικη καθως η κ. Κωνσταντινα μας έβαλε τα πιάτα με τα παπουτσακια μπροστά μας

Φάγαμε και πήγαμε στο δωμάτιο της, αρχίσαμε την εργασία και μετά από 3 ώρες τελειώσαμε.

<<πες!>> με διεταξε μολις εκλεισα το τετραδιο μου <<τι να πω;>> Την ρώτησα μπερδεμένη <<τι σου είπε η πουτανα και μετά ήσουν χάλια>> μου ειπε αυτο που ηθελε να μαθει <<πρεπει να φύγω!>> της ειπα αποφευγοντας την ερωτηση της και σηκώθηκα να παρω την τσαντα μου απο το πατωμα για να μαζεψω τα πράγματα μου αλλά η φωνή της με σταμάτησε

<<δεν φεύγεις από εδώ αν δεν μου πεις!>>Είπε και κλείδωσε την πόρτα. Πήρε και το κλειδί και το έβαλε στην τσέπη του παντελονιού της. Αναστεναξα με την συμπεριφορα της και έκατσα στην άκρη του κρεβατιου της <<εντάξει λοιπόν>>  έκανα μια παύση <<φοβάμαι>> Ειπα αυτο που με ετρωγε απο τοτε που μιλησα με την Βασια και εκλεισα τα ματια μου.

<<τι φοβάσαι ρε κορίτσι μου;>> με ρωτησε και την κοιταξα <<φοβάμαι το τέλος μας, ενώ είμαστε ακόμα στην αρχή>> της ειπα καθως γονατισε μπροστά μου για να φτάσει στο ύψος μου <<βρε αγάπη μου, μην σκέφτεσαι το μέλλον, σκέψου και ζήσε το τώρα, γιατί σήμερα είμαστε, αύριο δεν είμαστε, εντάξει;>> Είπε και εγω έγνεψα καταφατικα <<ευχαριστω>> της ειπα και την αγκάλιασα <<I will always be here for you, no matter what!>> Είπε και την έσφιξα περισσότερο στην αγκαλιά μου. <<Σε παρακαλω πολυ μην πεις τιποτα στον Χρηστο>> της ζητησα σαν χαρη και απλα μου ειπε να μην ανησυχω.

<<θες να κάνουμε sleep over; Σπίτι μου αυτή τη φορά;>>

Την ρώτησα χαμογελοντας και αυτή πήρε ένα σάκο χωρίς να απαντήσει, έβαλε μέσα μερικά ρούχα, πηρε την τσαντα της με τα βιβλια του αυριανου προγραμματος και ξεκινήσαμε με προορισμό το σπίτι μου.

(...)

<<τι θα κάνουμε;>> την ρώτησα και πείρα το σακουλάκι με τα πατατακια από την Ανδρονίκη <<ξέρω γω;>> Είπε και ξανά πήρε το σακουλάκι από τα χέρια μου <<τι ωρα είναι;>> με ρωτησε  <<12 πάρα 20>> Ειπα και το κουδούνι χτύπησε. Ποιος να 'ναι τετοια ωρα. Με βαριά βήματα πηγα μέχρι την πόρτα. Την άνοιξα και ειδα τον Χρήστο.

<<εππ, τι κάνεις;>> Είπε και με φίλησε <<καλα εσυ;>> τον ρωτησα και τον αγκαλιασα <<Καλα>> μου ειπε και μπηκαμε στο σαλόνι

<<τι κανεις εσύ εδώ;>> ρώτησε μολις αντικρισε την Ανδρονίκη <<σλιπ οβερ, εσύ;>> τον ρώτησε καθως έφαγε μια μεγαλύτερη χούφτα απο πατατακια <<ναι ναι και γω>> Είπε σκεφτοντας <<τι και συ;>> τον ρωτήσαμε ταυτόχρονα <<εε;>> μας ρώτησε χαμένος <<λέμε, τι και εσύ; Ήρθες για σλιπ οβερ;>> <<τι σλιπ οβερ ρε; Πατε καλά;>> μας ρωτησε και τις δυο.

<<Μυρτώ θέλω να μιλήσουμε!>> μου είπε και ο τόνος την φωνής του με τρόμαξε <<έγινε κάτι;>> Ρώτησα τρομαγμενη, μακάρι να απαντήσει αρνητικά, μακάρι να πει 'οχι' <<ναι>> Είπε και για ακόμα μια φορά τρόμαξα. <<τι; Πες μου!>> Ειπα και με το βλέμμα μου τον παρακαλούσα <<ελα μαζί μου και θα δεις>> μου είπε και με τράβηξε από το χέρι <<περίμενε, περίμενε δεν έχω παπούτσια!>> του ειπα και τράβηξα το χέρι μου για να βάλω παπούτσια <<τώρα!>> του ειπα μολις εβαλα τα παπουτσια μου και με ξανά τράβηξε από το χέρι, βγήκαμε από το σπίτι μου και κατευθυνθηκαμε προς ένα άγνωστο για μένα προορισμό

<<που με πας;>> <<θα δεις!>> Είπε και συνεχίσαμε να περπατάμε μέχρι που φτάσαμε στο πάρκο <<τι κάνουμε εδω;>> τον ρώτησα και κοίταξα γύρω μου.






foulaaa

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top