1.21

<<πως σου φάνηκε η βόλτα μας;>> Με ρωτησε μόλις φτάσαμε έξω από την πόρτα του σπιτιου μου <<να την επαναλαβουμε!>> Ειπα γλυκα και με ένα χαμογελο. Αυτός με φίλησε για καληνύχτα και μπήκα μέσα στο σπίτι. 

Δεν ήταν κάνεις στο σπιτι άρα θα ειναι στο νοσοκομείο σκεφτηκα και μπηκα για μπάνιο.

Όταν τελείωσα έβαλα τις ροζουλι βαμβακερες πιτζαμες μου και πηγα στο δωμάτιο μου. Στέγνωσα τα μαλλιά μου και τα επιασα σε ένα ατημέλητος κοτσο.

Έκατσα στην καρέκλα του γραφείου μου και εβγαλα τα βιβλία να διαβάσω λίγο για το αυριανό μου πρόγραμμα καθώς τις τελευταιες μέρες δεν άνοιξα βιβλίο.

Διάβαζα για ώρες μέχρι που ένας ήχος με σταμάτησε. Δεν θέλει και πολύ σκέψη για το τι είναι... Η κοιλιά μου γουργουριζει.

Πηγα στην κουζινα και άνοιξα το ψυγείο για να δω φασολαδα. Το έκλεισα αμέσως και μετά από λίγο το ξανά άνοιξα. Πεινούσα πολύ, οπότε αποφάσισα να θυσιαστω και να τιγανισω κάνα αυγό να φάω. Μαγείρεψα με επιτυχία και ετσι παιδιά δεν έκαψα την κουζίνα Είδα την ώρα και είχε πάει 12 πάρα 10. Πηγα στο κρεβάτι μου και έπεσα για να κοιμηθώ.

(...)

<<τι έγινε χθες?>> Με ρωτησε η Ανδρονίκη μόλις μπήκα στην αυλή του σχολείου <<καλημέρα και σε εσένα!>> Ειπα ειρωνικά <<ναι, σωστα, καλημέρα, πες τώρα!>> <<τι έγινε; Τίποτα! Πήγαμε να φάμε μετά σε ένα πάρκο και συζητούσαμε για να μάθουμε ο ένας τον άλλον περισσότερο.>> <<αα, βλακείες>> Είπε λυπημενα

Το κουδούνι χτύπησε και πήγαμε για να κάνουμε προσευχή

<<που είναι;>> Την ρώτησα χαμηλόφωνα <<εκεί και σε κοιτάει;>> Είπε και με τα μάτια της που έδειξε προς την κατεύθυνση που ήταν και γύρισα προς τα εκεί για να τον δω να μου χαμογελάει και να μου 'στέλνει' ένα φιλάκι από μακριά.

Ο διευθυντής συνέχισε να μιλά για λίγο ακόμα και μετά μας άφησε να πάμε στις τάξεις μας.

Περιμεναμε κάνα 10λεπτο μέχρι που μέσα μπήκε ο διευθυντής και μας είπε πως η καθηγήτρια δεν είναι στο σχολείο γιατί είναι άρρωστη και ετσι βγήκαμε στην αυλή.

<<καλημέρα>> Είπε χαμηλόφωνα ο Χρηστος στο αυτί μου καθως με αγκαλιασε από πίσω <<καλημέρα>> Ειπα και γύρισα προς την μεριά του <<τι κανεις;>> <<Καλα, εσύ;>> <<μια χαρά, παω να παίξω μπάλα!>> Είπε και με φίλησε απαλά στα χείλη και έφυγε

<<τι κάνουμε τωρα;>> με ρωτησε η Ανδρονικη μολις εφυγε ο Χρηστος <<δεν ξέρω>> Της απαντησα και την κοίταξα <<θες να πάμε στα κορίτσια;>> Με ρωτησε και μου έδειξε με τρόπο τα κάποια κορίτσια από την ταξη μας <<οκευ>> Είπα και πήγαμε προς το παγκάκι τους, τις χαιρετησαμε και κάτσαμε μαζί τους.

Η Άνδρονίκη μπήκε στην συζήτηση αλλά εγώ απλά καθόμουν και άκουγα τα κοτσομπολια του σχολείου μέχρι που μια σπαστικια παύλα τσιριχτη φωνή από πίσω μου σταμάτησε τα κορίτσια από την ενδιαφέρουσα αυτή συζήτηση. Τώρα εγώ πως θα μάθω τι έγινε τελικά με αυτή την Χριστίνα και τον Στέλιο; Αα;

Γύρισα και εγώ και ειδα την πουτανα την Βάσια. <<γεια σας κορίτσια!>> Είπε και εκατσε ακριβώς δίπλα μου στο παγκάκι και με εσπρωξε με τον κωλο της γιατί 'δεν χωρούσε' να κάτσει. Μα καλά ποιο είναι το πρόβλημα της μαζί μου!; Σηκώθηκα και στάθηκα μπροστά της. <<τι θες;>> την ρωτησα αποτομα <<Απλά να κάτσω μαζί σας, πειράζει;>> Είπε 'γλυκα' <<και για πες στην φίλη σου>> Μου είπε και στάθηκε και αυτή μπροστά μου <<την ποια μου;>> Την ρώτησα ειρωνικά αλλα και μπερδεμενη <<εμένα καλέ>> ειπε και γέλασε γλυκά αλλά εγώ από την άλλη την κοίταξα με ένα ειρωνικό βλέμμα <<τι θες!;>> <<τι τρέχει με εσένα και τον Χρήστο μου;>> Είπε τονιζοντας το 'μου' <<τον ποιον σου;>> την ρώτησα σαρκαστικα <<γιατί πριν σε φίλησε;>> συνεχισε να ρωτα και αυτη την φορα ειχε σηκωμενο το βαμμενο της φρύδι

<<πρώτον, μην μου σηκώνεις εμένα το ζωγραφιστο το φρύδι γιατί θα γίνει χαμός και δεύτερον γιατι να σου δώσω αναφορά;>> <<απαλά σταματα να με ρωτάς και απάντησε σε ότι σε ρώτησα!>>  ειπε οχι και τοσο γλυκα αυτη την φορα <<Απλά άντε μου στον διαολο!>> της ειπα <<πως μου μιλάς έτσι;>> Με ρωτησε και έκανε ένα βήμα μπροστά <<ναι πες μας ότι παρεξηγηθηκες κιόλας>> Της είπα και έκανα και εγώ ένα βήμα μπροστά <<μείνε μακριά μας!>> της είπα απειλητικά και αυτή πείρε την φίλη παύλα σκυλάκι της και φύγανε

<<τι;>> Ρώτησα τα κορίτσια που με κοιτούσαν περίεργα <<τίποτα>> Είπαν όλες μαζι με μια φωνή. Το κουδούνι χτύπησε και ο κάθε ένας πήγε με την παρέα του έτσι και εμείς πήγαμε στα κορίτσια

<<καλημέρα>> ειπε η Στεφανια και με την σειρα μας την χαιρετησαμε <<τι λέει;>> τις ρωτησε η Ανδρονικη <<βαρετά, είχαμε αρχαία!>> ειπε η Μαρια <<ναι και μας έκανε και παρατηρήσει που μιλούσαμε>> συμπληρωσε η Στεφανια <<λες και εμείς φταιγαμε>> Είπε παραπονιαρικα η Μαρια. 

<<εσείς;>> μας ρωτησε η Στεφανια <<εμείς κενό>> ειπε η Ανδρονικη <<τυχεροι!>> ειπαν και οι δυο τους.

Το κουδούνι μετά από 5 λεπτά χτύπησε και πήγαμε στην τάξη.

(...)

<<θελω να σου μιλήσω!>> Μου είπε καθως με πλησιαζε η Βασια, όταν χτύπησε το κουδούνι για το άλλο. <<τι θες;>> την ρωτησα με μισοκλειστα ματια καθως σηκωθηκα απο την καρεκλα μου <<ιδιαίτερος!>> Ειπε και κοίταξε την Ανδρονίκη και αυτή βγήκε εξω <<τα εχετε;>> ρωτησε χωρις να χασει ευκαιρια <<τι κόλλημα έχεις τέλος πάντων;>> την ρωτησα αγανακτησμενη. Αληθεια σας λεω, κατανταει κουραστικια! <<θα σε πληγωσει!>> Είπε σοβαρά <<και αν θέλω να πληγωθω;>> Την ρώτησα και με κοίταξε κάπως <<εγω απλά ενημέρωσα!>> είπε και πήγε να φύγει αλλά η φωνή μου την σταμάτησε <<τελικά είσαι μεγαλύτερη σκύλα από όσο λένε και από όσο νόμιζα!>> <<ελα μου;>> <<λεω, στείλε 'ΓΑΒ' στο 69269 για να μάθεις πόσο σκύλα είσαι!>> Ειπα και την άφησα πίσω μου.

Βγήκα στο προαύλιο και σκέφτηκα αυτο που μου ειπε, πως θα με πληγωσει. Και ίσως ήταν η πρώτη φορά που δεν μιλούσε με μίσος ή κάτι τέτοιο.

Και να φανταστείς, δεν τα έχουμε ούτε 3 μέρες. Για την ακρίβεια 2 μέρες τα έχουμε και αυτή η τσουλα κατάφερε να μου το χαλάσει.

Έκατσα στο παγκάκι και η Άνδρονίκη με ρώτησε τι έχω. Της είπα ένα απλό 'τίποτα' και μου είπε πως θα το αφήσει προς το παρόν αλλά θα με ξανά ρωτήσει μέχρι να μάθει.





foulaaa

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top