21. Φωτιά

Ο Λεωνίδας ήταν σίγουρος ότι θα γίνουν επεισόδια, από την ώρα που τον πήρε τηλέφωνο ο παλιός του φίλος Δημήτρης. Τον είχε προειδοποιήσει και ο πατέρας του ότι αυτή η διαδήλωση δεν θα έβγαινε σε καλό. Και τώρα στεκόταν ανάμεσα στο πλήθος, να φωνάζει συνθήματα κατά της ARAK, στο κτήριο της εταιρείας Λιβανός ΑΕΑΕ. Είχε πάρει ρεπό απ' το σχολείο, ζητώντας από τον Χημικό να τον αντικαταστήσει για σήμερα.

Μαζί με άλλες αντιστασιακές οργανώσεις και σωματεία, αλλά και με απλούς αγανακτισμένους πολίτες, ο Δημήτρης και οι υπόλοιποι αναρχικοί απειλούσαν τους ανθρώπους της ARAK και απαιτούσαν το κλείσιμο της. Ο Λεωνίδας όμως δεν μπορούσε να παθιαστεί όπως παλιά, γνωρίζοντας ότι μέσα σε αυτό το κτήριο βρισκόταν η Έλσα. Θύμωνε με τον εαυτό του που είχε γίνει τόσο ευάλωτος.

Κάποια στιγμή, μερικοί ασυνείδητοι βγήκαν μέσα από το κτήριο και άρχισαν να πετάνε πέτρες στους διαδηλωτές. Μια γυναίκα τραυματίστηκε στο μάτι κι ένας νεαρός έφαγε μια πέτρα στο κεφάλι. Αγανακτισμένοι οι αναρχικοί και κάποιοι απλοί πολίτες απάντησαν με τον ίδιο τρόπο. Σημάδεψαν τους Λιβανικούς και τα τζάμια του κτηρίου, πολλά από τα οποία έσπασαν. Μέσα σε λίγα λεπτά επικράτησε το απόλυτο χάος.

Ο πετροπόλεμος συνεχιζόταν, ενώ μερικοί άναψαν μολότοφ και τα πέταξαν στο κτήριο. Κι άλλα τζάμια έσπασαν και άρχισαν να ανάβουν φωτιές. Κατέφθασαν και οι δυνάμεις των ΜΑΤ και προσπαθούσαν με το συνηθισμένο τρόπο να επιβάλλουν την τάξη, πετώντας δακρυγόνα, όμως έτσι το πλήθος των κουκουλοφόρων εξαγριωνόταν περισσότερο. Και ο Λεωνίδας παρατηρούσε όλα αυτά έντρομος, χωρίς να μπορεί να συμμετάσχει.

Η γυναίκα του κινδύνευε εγκλωβισμένη μέσα στο κτήριο. Δεν μπορούσε να κάνει τίποτα. Δεν είχε κουράγιο. Τα μάτια του έκαιγαν από τα δακρυγόνα και η καρδιά του χτυπούσε σαν τρελή απ' την αγωνία. Η φωνή του Δημήτρη τον ξύπνησε:

"Έλα, Λεωνίδα! Σήμερα θα κάψουμε το κτήριο του Λιβανού! Ήρθε η μέρα της δικαίωσης μας!" Ο φίλος του φορούσε κουκούλα και είχε καλύψει με ένα μαύρο φουλάρι τη μύτη και το στόμα του.

Του έδωσε μια αυτοσχέδια βόμβα μολότοφ.

"Δεν μου είπε κανένας ότι θα βάζαμε φωτιά!" φώναξε για να ακουστεί.

"Αυτό είναι το σωστό! Μόνο έτσι θα βάλει μυαλό η κυβέρνηση και θα κλείσει η ARAK!" του απάντησε ο Δημήτρης.

"Τρελάθηκες;! Η γυναίκα μου είναι μέσα στο κτήριο!"

"Έλα τώρα, μη μου πεις ότι ξαφνικά έγινες αισθηματίας!" του φώναξε ο Δημήτρης και για πρώτη φορά ο Λεωνίδας κατάλαβε ότι, αυτοί που τόσα χρόνια θεωρούσε αδέλφια του, δεν ήταν χειρότεροι ούτε καλύτεροι από τους ARAKικούς. Ήταν το ίδιο με αυτούς: τέρατα. Δεν νοιάζονταν ούτε στο ελάχιστο για τις ανθρώπινες ζωές.

Του έδωσε πίσω τη μολότοφ, κάλυψε το πρόσωπο του ανεβάζοντας το μαντήλι που φορούσε στο λαιμό και άρχισε να τρέχει προς το κτήριο, αποφεύγοντας με δυσκολία τους αστυνομικούς.

"Πού πας, παλιοπροδότη!" άκουσε από μακριά τη φωνή του Δημήτρη καθώς έμπαινε στο φλεγόμενο κτήριο. Προσπάθησε να προσανατολιστεί και να βρει το γραφείο της Έλσας. Μια πινακίδα που έγραφε Διεύθυνση, έδειχνε με ένα βέλος τις σκάλες που οδηγούσαν στον επάνω όροφο.

Γύρω του, άνθρωποι έβηχαν, πάσχιζαν να αναπνεύσουν, κάποιοι έτρεχαν προς την έξοδο κινδύνου. Οι περισσότεροι όμως ήθελαν να μείνουν μέσα και να θυσιαστούν για τα ιδανικά τους. Μια γυναίκα με αίματα στο κεφάλι έκλαιγε στο πάτωμα. Κάποιοι είχαν κλειστεί στο ασανσέρ και κοπανούσαν απελπισμένα τις πόρτες. Δεν μπορούσε να βοηθήσει κανέναν τους. Αν το έκανε, ίσως δεν προλάβαινε να σώσει την Έλσα και τον εαυτό του και τότε η κόρη τους θα έμενε ορφανή.

Σε κάποια σημεία, είχε ενεργοποιηθεί ο μηχανισμός πυρόσβεσης και πετούσε νερό απ' το ταβάνι, δεν μπορούσε όμως να σβήσει όλες τις εστίες φωτιάς που συνεχώς αυξάνονταν από τις μολότοφ που έπεφταν μέσα στο κτήριο. Ανέβηκε κι άλλες σκάλες, σε άλλους ορόφους, ακολουθώντας τις πινακίδες που έδειχναν προς τα γραφεία της διεύθυνσης και αποφεύγοντας τα παράθυρα. Θυμόταν την Έλσα να του λέει πως από το γραφείο της είχε "φοβερή θέα", που σήμαινε πως ήταν κάπου ψηλά, στον τελευταίο όροφο ίσως. Όντως, τα γραφεία της διεύθυνσης ήταν εκεί. Πέρασε μια σπασμένη γυάλινη πόρτα και έτρεξε ως το βάθος του διαδρόμου, αναζητώντας την σε κάθε γραφείο που περνούσε φωνάζοντας το όνομα της.

Μπήκε στην τελευταία αίθουσα. Η Έλσα ήταν κρυμμένη κάτω απ' το γραφείο της, ο υπολογιστής της από πάνω ήταν σπασμένος και κάτω απ' το απέναντι γραφείο βρισκόταν επίσης μια συνάδελφος της. Φαίνονταν φοβισμένες, αλλά ψύχραιμες. Πλησίασε και γονάτισε μπροστά της, βγάζοντας την κουκούλα και κατεβάζοντας το μαντήλι για να τον γνωρίσει.

"Λεωνίδα;! Τι κάνεις εδώ;!" του φώναξε.

"Γιατί δεν τρέχεις να σωθείς;!" τη ρώτησε.

"Δεν μπορώ! Δεν μου το επιτρέπει η θέση μου!"

"Ποια θέση σου;! Πας καλά;! Δεν σκέφτεσαι καθόλου την Άννα;!" της φώναξε εξαγριωμένος και τη σήκωσε με το ζόρι.

"Άσε με!" αντιστάθηκε εκείνη, αλλά ο Λεωνίδας την κράτησε σφιχτά με τα χέρια του. "Είσαι κι εσύ μπλεγμένος σ' αυτή την ιστορία! Φταις κι εσύ! Ήρθες μαζί με τους υπόλοιπους αναρχικούς!" του φώναξε προσπαθώντας να ελευθερωθεί.

"Ναι, ήρθα! Όμως δεν πρόκειται να σε αφήσω να πεθάνεις εδώ μέσα!"

"Άφησε με!" του φώναξε πάλι.

"Έλσα, αν μείνεις εδώ να καείς, θα μείνω κι εγώ. Δεν φεύγω χωρίς εσένα! Θες να μείνει η Άννα χωρίς γονείς;!" την ταρακούνησε ο Λεωνίδας.

Εκείνη τη στιγμή, μια μολότοφ πετάχτηκε μέσα απ' το σπασμένο τζάμι και όλο το γραφείο έπιασε φωτιά. Ο Λεωνίδας τράβηξε έξω την Έλσα και άρχισαν να τρέχουν στο διάδρομο.

"Στάσου! Πρέπει να σώσουμε και την Έλενα!" του είπε.

"Ξέχνα το! Δεν προλαβαίνουμε να τους σώσουμε όλους!"

Είδαν την Έλενα να τρέχει ξοπίσω τους και έπειτα σταμάτησε για να βοηθήσει έναν τραυματία και έτσι έμεινε πίσω. Δεν ήθελαν να ξέρουν τι συνέβη στη συνέχεια. Έτρεξαν μέσα από γεμάτες καπνό αίθουσες, βήχοντας, πασχίζοντας να αναπνεύσουν. Βγήκαν απ' την έξοδο κινδύνου στο πίσω μέρος και συνέχισαν να τρέχουν χωρίς να χωριστούν τα χέρια τους. Διέσχισαν ένα μικρό δασάκι κι έφτασαν σ' ένα ύψωμα, όπου ήταν ασφαλείς από κουκουλοφόρους και αστυνομία.

Από εκεί είδαν το κτήριο της Λιβανός ΑΕΑΕ να αναβλύζει καπνό από παντού. Η Έλσα είδε όλα της τα όνειρα να γίνει σπουδαία και άξια κληρονόμος της οικογένειας της, να καίγονται μαζί με το φλεγόμενο κτήριο. Ξέσπασε σε κλάματα και κραυγές οδύνης. Ο Λεωνίδας την κρατούσε σφιχτά στην αγκαλιά του, μην την πιάσει η τρέλα και γυρίσει πίσω. Ήταν και πάλι δική του.

"Πάμε σπίτι μας." της είπε όταν ηρέμησε κάπως και φίλησε τα μαλλιά της, που μύριζαν καπνό.

Στη διαδρομή για το σπίτι, η Έλσα καθόταν κουλουριασμένη στο κάθισμα του συνοδηγού και έκλαιγε βουβά. Για τα καμένα όνειρα, τις ελπίδες της και για όσους συναδέλφους της κάηκαν ζωντανοί. Ο Λεωνίδας είχε είκοσι αναπάντητες στο κινητό του απ' τον πατέρα του. Έβαλε αυτόματο οδηγό και τον κάλεσε.

"Λεωνίδα;! Δόξα το Θεό, παιδί μου! Πού είσαι; Είσαι καλά; Η Έλσα;" άρχισε να τον ρωτάει τρελαμένος απ' την αγωνία.

"Μπαμπά, ηρέμησε, σε παρακαλώ. Εγώ και η Έλσα είμαστε καλά και πάμε σπίτι μας." του απάντησε ήρεμα.

"Πώπω! Εγκεφαλικό κόντεψα να πάθω. Βλέπω τα επεισόδια στην τηλεόραση. Χαμός γίνεται. Τώρα πήγε η πυροσβεστική και τα ασθενοφόρα. Ευτυχώς που προλάβατε και φύγατε, γιατί έγιναν και συλλήψεις."

"Ναι, πάλι καλά." συμφώνησε ο Λεωνίδας. "Να σου πω... Μπορείς να πας να πάρεις την Άννα απ' το σχολείο; Θέλω να μιλήσω με την Έλσα οι δυο μας."

"Ναι, φυσικά. Θα την πάρω και θα πάμε στον Θοδωρή για φαγητό."

"Ευχαριστούμε. Τα λέμε αργότερα."

Έφτασαν σπίτι και μπήκαν χωρίς να μιλήσουν καθόλου μεταξύ τους. Η Έλσα έβγαλε το σακάκι της και πήγε στο μπάνιο να πλύνει το πρόσωπο της, ενώ ο Λεωνίδας έβγαλε το φούτερ του και ξεσκονίστηκε όσο μπορούσε. Είδε τις στάχτες απ' τα μαλλιά του να πέφτουν σαν γκρίζο χιόνι στο πάτωμα. Η Έλσα επέστρεψε στο σαλόνι και κατευθύνθηκε ως την κουζίνα αμίλητη, χωρίς καν να τον κοιτάξει. Την ακολούθησε. Ήθελε να της πει πολλά, αλλά δεν έβγαιναν οι λέξεις. Η Έλσα ρύθμισε την καφετιέρα να φτιάξει καφέ και ο Λεωνίδας πλησίασε.

"Θα μιλήσουμε, επιτέλους;" τη ρώτησε.

"Παράτα με." είπε εκείνη και του γύρισε την πλάτη. Ο Λεωνίδας πήγε στον απέναντι πάγκο, στηρίχτηκε σε αυτόν και την κοίταξε.

"Όχι. Ποτέ ξανά δεν θα σε παρατήσω. Ύστερα από αυτό που έγινε σήμερα κατάλαβα ότι..."

"Τίποτα δεν κατάλαβες." τον διέκοψε. "Σήμερα έγινε κάτι αποτρόπαιο. Άνθρωποι πέθαναν εκεί μέσα, κάηκαν ζωντανοί. Εκτός αυτού, ξέρω τρομερά πράγματα για τα οποία έχω ορκιστεί να μην πω τίποτα σε κανέναν. Κι εσένα το μόνο που σε νοιάζει είναι ο γάμος μας."

"Δεν πρέπει να με νοιάζει; Δεν πρέπει να είμαστε ενωμένοι για να αντιμετωπίσουμε αυτά τα τρομερά πράγματα που λες; Γιατί να μην προσπαθήσουμε;"

"Δεν μπορώ." του είπε, κι έπειτα χωρίς να τον κοιτάξει στα μάτια: "Βγαίνω με τον Πέτρο."

Ο Λεωνίδας έμεινε άγαλμα.

"Με... με τον Πέτρο; Με τον γνωστό Πέτρο; Τον πρώην σου απ' το Λύκειο;" κατάφερε να πει.

"Ναι." είπε η Έλσα. Ο Λεωνίδας ένιωσε το θυμό και τη ζήλια να τον κυριεύουν τόσο πολύ, που σχεδόν φοβήθηκε μήπως χάσει τον έλεγχο. Συγκρατήθηκε όμως και τη ρώτησε ήρεμα:

"Και όταν λες βγαίνετε... Έχετε σχέση; Κανονική;"

"Εννοείς αν κάνουμε σεξ;" είπε η Έλσα, κοιτάζοντας κάπου απροσδιόριστα, στο κενό.

"Αυτό εννοώ." απάντησε εκείνος, σφίγγοντας τις γροθιές του.

"Η απάντηση είναι ναι." είπε η Έλσα κοιτάζοντας κάτω αυτή τη φορά.

Ο Λεωνίδας ήταν έτοιμος να εκραγεί απ' την οργή του. Δεν μπορούσε να αντέξει ότι η γυναίκα του κατάφερε να πάει με άλλον άντρα. Ήξερε ότι έλεγε αλήθεια, και όχι ψέματα για να τον κάνει να ζηλέψει.

Ο Πέτρος ήταν σχεδόν η αντρική εκδοχή της Ανίτας. Ήταν η πρώτη ολοκληρωμένη σχέση της Έλσας, τότε που σε ένα πάρτι του Λυκείου, έφυγε μαζί του, απογοητευμένη που ο Λεωνίδας χόρευε προκλητικά με την αδελφή της, η οποία τον τριγύριζε καιρό. Έκαναν λάθη και οι δύο εκείνη την εποχή, εφηβικά λάθη τα οποία δικαιολογούνταν λόγω του νεαρού της ηλικίας τους. Μετά από καιρό όμως, συγχώρησαν ο ένας τον άλλον και κατάφεραν να ξαναείναι μαζί. Από τότε ο Πέτρος της έγινε τσιμπούρι. Όταν παντρεύτηκε με τον Λεωνίδα, σταμάτησε να την ενοχλεί, όμως μιλούσαν αραιά και πού στο ARAKsocial. Η Έλσα επέμενε ότι οι συνομιλίες τους ήταν τελείως φιλικές, όμως ο Λεωνίδας είχε πετύχει αρκετά μηνύματα του στα οποία της ζητούσε να βγούνε. Τώρα, αναρωτιόταν αν όντως είχε βγει μαζί του και στο παρελθόν, λέγοντας του ψέματα ότι πάει για ψώνια ή για καφέ με τις φίλες της. Ένιωθε να τιμωρείται, από όποια δύναμη τέλος πάντων υπάρχει στο σύμπαν και όλοι την ονομάζουν Θεό, για τα δικά του λάθη και την απιστία με την Ανίτα, όμως δεν ήθελε να το παραδεχθεί.

"Με τον Πέτρο." είπε πάλι και με ένα βήμα βρέθηκε μπροστά της.

Την κόλλησε στον πάγκο και τη φίλησε άγρια, ενώ εκείνη δεν αντιστάθηκε για πολύ. Στην αρχή προσπάθησε να τον σπρώξει και να αρνηθεί, όμως τελικά τον έσφιξε στην αγκαλιά της και του παραδόθηκε. Ο Λεωνίδας διέκοψε και την κοίταξε στα μάτια.

"Άκου να δεις..." της είπε καθώς της κατέβαζε τη φούστα. "Αυτή τη φορά, δεν θα αφήσω κανένα εμπόδιο να μας χωρίσει." Την ανέβασε στον πάγκο. "Κανένας δεν θα σε ξαναπάρει από μένα. Ούτε η ARAK, ούτε ο Πέτρος, κανένας. Κατάλαβες;" της είπε με πάθος και την κοίταξε με ένταση.

"Λεωνίδα, δεν πάει άλλο..." προσπάθησε να αντισταθεί εκείνη, όμως τον άφησε να της βγάλει τη μπλούζα αφού πρώτα έβγαλε τη δικιά του.

Ο Λεωνίδας κόλλησε πάνω της, την έσφιξε, την ανάγκασε πάλι να τον κοιτάξει.

"Έλσα... Κουράστηκα να μπαίνουν ένα σωρό εμπόδια ανάμεσα μας. Αρκετά. Δεν αντέχω άλλο." και αφού ξεκούμπωσε το τζιν του, μπήκε μέσα της και της έκανε έρωτα σαν να μην υπήρχε αύριο.

Λίγη ώρα μετά, είχαν ντυθεί και κάθονταν στον καναπέ. Η Έλσα έκλαιγε πάλι, κουλουριασμένη στην αγκαλιά του, ενώ ο Λεωνίδας ήθελε να την παρηγορήσει αλλά δεν έβρισκε τα λόγια, ως συνήθως. Το κινητό της που χτύπησε τους τρόμαξε και πετάχτηκαν και οι δυο επάνω. Ήταν ο πατέρας της.

"Μπαμπά...;" το σήκωσε η Έλσα.

"Έλσα παιδί μου, πού είσαι;! Είσαι καλά; Έμαθα τι έγινε κι έσπευσα αμέσως στα γραφεία, αλλά δεν σε βρήκα." της είπε ο Αντώνης γεμάτος αγωνία που όμως φαινόταν ψεύτικη.

"Καλά είμαι." απάντησε η Έλσα. "Είμαι σπίτι μου με τον Λεωνίδα." Ο Αντώνης πάγωσε για λίγα δευτερόλεπτα.

"Τα ξαναβρήκατε;" τη ρώτησε έπειτα.

"Λέμε να προσπαθήσουμε, για χάρη της Άννας."

"Δεν καταλαβαίνω..." ενοχλήθηκε ο Λιβανός. "Μα...μετά από όλα αυτά που έγιναν, νόμιζα ότι τον σιχαινόσουν τον Λεωνίδα...και είμαι σίγουρος ότι πήρε κι εκείνος μέρος σ' αυτά τα φρικτά επεισόδια που έγιναν!" ύψωσε απότομα τη φωνή του, χωρίς να νοιάζεται που ο Λεωνίδας ήταν εκεί και τον άκουγε. "Εσύ και αυτός δεν μπορείτε να είστε μαζί! Ποτέ δεν έπρεπε να σου επιτρέψω να τον παντρευτείς! Είναι εχθρός της ARAK!"

"Τότε, θα παραιτηθώ από την ARAK." δήλωσε τελείως ψύχραιμη η Έλσα, ρίχνοντας μια ματιά στον Λεωνίδα.

Εκείνος την κοίταξε έκπληκτος από την ξαφνική της απόφαση.

"Τι είπες...;" απόρησε ο πατέρας της.

"Η ARAK είναι υπό διάλυση, πατέρα. Κανένας δεν είναι πια με το μέρος μας και χωρίς τη στήριξη της NASA, είμαστε ένα τίποτα. Το μόνο που απομένει είναι να πούμε στον κόσμο την αλήθεια." εξήγησε ήρεμα η Έλσα.

"Έλσα, έτσι και κάνεις τίποτα τέτοιο, θα...!"

"Εγώ δεν θα πω τίποτα." τον διέκοψε. "Δεν θα με πάρει κανείς στα σοβαρά. Εσύ πρέπει να βγεις δημόσια και να τα πεις. Εγώ τελείωσα μαζί σας. Θα περάσω αύριο απ' το σπίτι να υπογράψω την παραίτηση μου. Να μου την έχεις έτοιμη."

"Δεν μπορείς να μου το κάνεις αυτό! Είσαι κόρη μου!"

"Μόνο όποτε σε συμφέρει. Αντίο." του είπε και του το έκλεισε.

Ο Λεωνίδας σηκώθηκε και την αγκάλιασε.

"Πάει κι αυτό, Λεωνίδα." του είπε. "Ήθελα τόσο καιρό να το κάνω αυτό, όμως φοβόμουν. Και τώρα φοβάμαι." Ο Λεωνίδας της κράτησε τα χέρια.

"Να μη φοβάσαι όσο είσαι μαζί μου." της είπε.

"Θέλω να σου πω την αλήθεια. Εσύ είσαι ο πρώτος που θα πρέπει να τη μάθεις ύστερα από όλα αυτά που πέρασες."

"Την ξέρω ήδη."

"Τι ακριβώς ξέρεις, δηλαδή;"

"Ο Αλέξανδρος έχει ανακαλύψει τα πάντα σχετικά με τη συμφωνία που είχε ο πατέρας σου με τον Βασιλιά εκείνου του πλανήτη, που απαγάγουν Γήινους εδώ και τόσα χρόνια, όλα αυτά. Εκείνο που δεν έχουμε ανακαλύψει ακόμα είναι τι συμφωνία ήταν αυτή. Όμως μη φορτίζεσαι περισσότερο. Αρκετά πέρασες σήμερα. Σύντομα, όλος ο πλανήτης θα μάθει τα πάντα. Οι εκπρόσωποι της ARAK δεν θα αντέξουν την τόση πίεση και θα ομολογήσουν."

"Έχεις δίκιο." είπε η Έλσα. "Αν και...ούτε κι εγώ ξέρω τι είδους συμφωνία απέτυχε μεταξύ του πατέρα μου και των εξωγήινων." Ο Λεωνίδας κούνησε το κεφάλι του με κατανόηση.

"Έλα, πάμε να κάνουμε ένα μπάνιο τώρα και μετά θα πάμε στον αδελφό μου, να καθίσουμε λίγο και να πάρουμε την Άννα. Θα ανησυχούν όλοι." πρότεινε και η Έλσα συμφώνησε μαζί του.

Την οδήγησε μαζί στο λουτρό κι έκαναν μαζί μπάνιο. Όπως παλιά, σαν να μην είχαν συμβεί όλα αυτά ανάμεσα τους.

**************

Πώς σας φάνηκε; Από εδώ και πέρα θα έχουμε πολλές εξελίξεις και πολύ σπάνια θα αναπαύονται οι ήρωες μας 😉

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top