1. Η Απόφαση
2030
Χτύπησε το κουδούνι για το μάθημα. Οι δυο αχώριστες φίλες, η Νατάσα και η Ειρήνη, πήγαιναν χαρούμενες στην τάξη τους για την προτελευταία ώρα. Ο λόγος; Είχαν μάθημα με τον αγαπημένο τους καθηγητή: τον Νικολάου. Απ' τη μια η Νατάσα τον θαύμαζε και καταλάβαινε τα πάντα στη Φυσική, παρόλο που παλιότερα τη μισούσε, ενώ απ' την άλλη η Ειρήνη ήταν απελπισμένα ερωτευμένη μαζί του. Ο Νικολάου, εκτός από Φυσική, τους έκανε επίσης και Αστρονομία, που ήταν πλέον υποχρεωτικό μάθημα γενικής παιδείας και όχι επιλογής, όπως ήταν παλιότερα.
Γενικά ο Λεωνίδας Νικολάου, αν και τριάντα χρονών ακόμα, ήταν ένας αξιοσέβαστος καθηγητής και ένας από τους πιο γοητευτικούς, ίσως ο πιο όμορφος. Ήδη στα τριάντα του, είχε καταφέρει να σπουδάσει Αστροφυσική στο καλύτερο πανεπιστήμιο στην Ελλάδα, και όταν αποφοίτησε στην ηλικία των είκοσι τριών περίπου ξεκίνησε αμέσως να διδάσκει στο Αμερικανικό Κολέγιο, στο οποίο είχε φοιτήσει και ο ίδιος. (Το Αμερικάνικο Κολέγιο είναι στην ουσία Λύκειο). Ωστόσο, πολλοί πίστευαν πως ήταν προορισμένος για μεγαλύτερα πράγματα, όπως για να διδάξει στο Πανεπιστήμιο, ή ακόμα και για τη NASA.
Ο ίδιος ο Λεωνίδας όμως έδειχνε ευχαριστημένος με τη ζωή του, παρόλο που εκείνη είχε κάποια μελανά σημεία. Είχε μεγαλώσει σε ένα ευχάριστο περιβάλλον, με γονείς πολύ αγαπημένους και έναν μεγαλύτερο αδελφό που τον πρόσεχε σαν τα μάτια του.
Από μικρός του άρεσε η μαγειρική και ονειρευόταν να γίνει διάσημος σεφ, ώσπου στα δώδεκα του, ο πατέρας του, ο Κώστας, του έκανε δώρο ένα τηλεσκόπιο και άρχισε να παρατηρεί το νυχτερινό ουρανό, πράγμα το οποίο τον γοήτευσε. Ήθελε να μάθει τα πάντα για τα αστέρια, τους πλανήτες, τους γαλαξίες...και κάθε νύχτα αναρωτιόταν αν υπάρχει ζωή κάπου εκεί έξω. Έτσι του μπήκε το μικρόβιο της Αστρονομίας.
"Αχ... Έχουμε μάθημα με τον κούκλο!" αναφώνησε η Ειρήνη ενθουσιασμένη. "Νατάσα τι θα κάνω; Είμαι τρελά ερωτευμένη μαζί του!"
"Μήπως πρέπει να ξεκολλήσεις λίγο; Είναι τέλειος, ναι, συμφωνώ. Αλλά δεν πρόκειται να κοιτάξει εσένα. Εμείς είμαστε κοριτσάκια μπροστά στη γυναίκα του."
"Ναι, σιγά μην της είναι πιστός. Παντρεύτηκε μικρός, μην το ξεχνάς. Σίγουρα θα έχει βαρεθεί." επέμεινε η Ειρήνη, που επιδίωκε συνεχώς λίγη από την προσοχή του νεαρού καθηγητή και ήλπιζε σε κάτι καλύτερο.
Οι δυο κολλητές έστριψαν δεξιά και μπήκαν στην τάξη τους. Ο Λεωνίδας είχε ήδη πάρει θέση στην έδρα και περίμενε να μπουν και οι τελευταίοι μαθητές του από το διάλειμμα.
"Καλώς τα κορίτσια." τους είπε μόλις τις είδε και η Ειρήνη έλιωσε έτσι όπως την κοίταξε.
Κάθονταν πάντα στο πρώτο θρανίο στο μάθημα του, για να μπορεί να βλέπει από κοντά εκείνα τα υπέροχα πράσινα μάτια του. Τον χαιρέτησαν και κάθισαν.
"Διαβάσατε;" τις ρώτησε. Είχαν Φυσική.
"Αχ, όχι κύριε... Το ξεχάσαμε, συγνώμη." απάντησε η Ειρήνη όλο νάζι και παράπονο.
"Δεν πειράζει." τους είπε ο καθηγητής, χαρίζοντας τους ένα από εκείνα τα αστραφτερά του χαμόγελα. "Είστε τυχερές. Γιατί σήμερα, αποφάσισα να κάνουμε Αστρονομία και να αφήσουμε τη Φυσική για αύριο που έχουμε πάλι μαζί."
"Α, τι ωραία!" πανηγύρισε η Ειρήνη.
"Πως κι έτσι;" ρώτησε η λιγότερο ενθουσιώδης Νατάσα.
"Επειδή, ούτε κι εγώ έχω διαβάσει τίποτα." τους είπε δήθεν εμπιστευτικά κλείνοντας το μάτι.
Η Ειρήνη έλιωσε πάλι. Οι τελευταίοι, πιο φασαριόζικοι συμμαθητές τους μπήκαν στην τάξη, πειράζοντας ο ένας τον άλλον ως συνήθως.
"Ε! Καθίστε κάτω νεαροί. Το διάλειμμα τελείωσε." είπε αυστηρά ο Λεωνίδας.
"Κύριε, δεν διάβασα Φυσική." είπε ο πιο άτακτος μαθητής της τάξης, ο Χάρης Βενετός.
"Πρωτότυπο... Όμως σήμερα θα κάνουμε Αστρονομία."
"Ούτε από αυτό διάβασα."
"Δεν μας είχε βάλει τίποτα, χαζέ!" πετάχτηκε η Ειρήνη.
"Κι εσένα ποιος σε ρώτησε;" είπε ο Χάρης και πλησίασε δήθεν απειλητικά προς το μέρος της.
"Χάρη! Έλα, τελείωνε! Κάτσε κάτω να αρχίσουμε το μάθημα." τον μάλωσε ο Λεωνίδας.
Αφού κατάφερε να πείσει και τους υπόλοιπους να καθίσουν, ξεκίνησε το μάθημα. Πάτησε κάποια κουμπιά αφής πάνω στην έδρα και αμέσως εμφανίστηκε στον ηλεκτρονικό πίνακα μια τρισδιάστατη εικόνα του Γαλαξία μας.
"Με τον όρο Γαλαξίας, με κεφαλαίο 'Γ', αναφερόμαστε στον δικό μας Γαλαξία, στον οποίο ανήκει η Γη και το ηλιακό μας σύστημα, ενώ όταν αναφερόμαστε σε άλλο γαλαξία τον γράφουμε με μικρό 'γ' και ακολουθεί το όνομα του." ξεκίνησε να λέει. "Ο Γαλαξίας μας αποτελείται από τουλάχιστον διακόσια δισεκατομμύρια αστέρες και πιθανότατα έως και τετρακόσια εκατομμύρια, τους οποίους δεν έχουμε ανακαλύψει ακόμα. Ένας από αυτούς τους αστέρες είναι και ο Ήλιος μας με το ηλιακό του σύστημα και συνεπώς και τη Γη. Βρίσκεται κάπου εδώ." έδειξε με το χέρι του στην εικόνα, "σε αυτό που ονομάζουμε Γαλαξιακή κατοικήσιμη ζώνη, αυτή η περιοχή δηλαδή η οποία θεωρείται κατάλληλη να φιλοξενήσει ζωή." Στο μεταξύ η Ειρήνη τον κοιτούσε και τον άκουγε σαν υπνωτισμένη. Ο Λεωνίδας το είχε προσέξει αυτό εδώ και καιρό.
Πολλές ήταν οι μαθήτριες που τον ερωτεύονταν κατά καιρούς και ήξερε το γιατί. Δεν ήταν ψώνιο ούτε σνομπ, απλώς είχε γνώση της γοητείας που ασκούσε στο γυναικείο φύλο. Συνήθως, ήταν ένας εφηβικός ενθουσιασμός ο οποίος τους περνούσε σύντομα, όμως η Ειρήνη Βασιλειάδου παραήταν κολλημένη μαζί του.
"Αυτό σημαίνει ότι μπορεί να υπάρχει ζωή σε άλλους πλανήτες στην κατοικήσιμη ζώνη, κύριε;" τον ρώτησε.
Ο Λεωνίδας ήταν σίγουρος για αυτό. Πώς θα το έλεγε όμως στην τάξη;
"Το μέγεθος του Γαλαξία μας, δεν έχει μετρηθεί ακόμα πλήρως. Η διάμετρος του υπολογίζεται γύρω στα ογδόντα με εκατό χιλιάδες έτη φωτός. Οπότε, μπορεί κανείς να αντιληφθεί ότι οι αποστάσεις στο Διάστημα είναι ασύλληπτες για τα ανθρώπινα δεδομένα. Με απλά λόγια, μπορεί και να υπάρχουν άλλοι πλανήτες που να φιλοξενούν ζωή, αλλά να βρίσκονται τόσο μακριά μας, που σίγουρα δεν θα μας έχουν ανακαλύψει ακόμα, όπως δεν τους έχουμε ανακαλύψει ούτε εμείς. Αλλά και πάλι, με βάση τα δικά μας δεδομένα, θα χρειάζονταν εκατοντάδες, μπορεί και χιλιάδες χρόνια για να πραγματοποιηθεί ένα τόσο μεγάλο ταξίδι από τη Γη σε ένα μακρινό πλανήτη ή το αντίστροφο." εξήγησε συγκρατώντας άψογα την ψυχραιμία του.
Ο καλύτερος μαθητής της τάξης, ο Ευγένιος Ορφανός, σήκωσε το χέρι του και ο Λεωνίδας του έδωσε το λόγο.
"Ίσως, αν διαθέτουν εξοπλισμό πολύ πιο σύγχρονο από τον δικό μας, να μπορούν να κάνουν ένα τέτοιο ταξίδι με μεγαλύτερη ταχύτητα και συνεπώς σε λιγότερο χρόνο."
"Σωστή παρατήρηση." συμφώνησε ο Λεωνίδας. Δεν άντεχε. Ήθελε να τους το πει:
"Ίσως έχουν γίνει τέτοια ταξίδια. Τα τελευταία χρόνια, πολλοί παρατηρητές των άστρων έχουν διακρίνει κάποιες κινήσεις στον ουρανό. Ισχυρίζονται πως είναι περίεργα αεροσκάφη, που διαφέρουν απ΄τα δικά μας διαστημόπλοια και αεροπλάνα."
"Εννοείται ιπτάμενους δίσκους. UFO." συμπέρανε η Ανθή Χατζοπούλου με κάποια αβεβαιότητα.
"Ακριβώς. Φυσικά, έχουν γίνει πολλές αναφορές σχετικά με αυτά. Αποκλείεται όλοι αυτοί οι άνθρωποι να τα έχουν φανταστεί." είπε, νιώθοντας τους παλμούς του να ανεβαίνουν αλλά χωρίς να δείχνει το παραμικρό ίχνος ταραχής εξωτερικά.
"Όμως, κύριε, στο 2030 που ζούμε, δεν θα έπρεπε να έχουν επικοινωνήσει μαζί μας; Να μας δώσουν κάποιο σημάδι ότι υπάρχουν;" ρώτησε ο Στάθης Φράγκος.
"Αυτό δεν το γνωρίζουμε. Ίσως μας παρακολουθούν, ίσως θέλουν πρώτα να καταλάβουν αν ο πλανήτης μας είναι εχθρικός ή όχι. Αν εμείς είμαστε εχθρικοί ή όχι. Ίσως έχουν επικοινωνήσει με κάποιους ανθρώπους και εκείνοι να το κρατάνε μυστικό. Ίσως..." Τα χέρια του άρχισαν να τρέμουν. Είχε παθιαστεί, όπως και τότε. Και αυτό δεν ήταν καθόλου σωστό.
Όμως έπρεπε να το τελειώσει:
"...Ίσως η ARAK μας κρατάει μυστικά." Η ARAK ήταν μια θυγατρική εταιρεία- οργάνωση της NASA η οποία έκανε έρευνες σχετικά με απόρρητα θέματα του Διαστήματος. "Μυστικά, τα οποία θα αποκαλυφθούν κάποια στιγμή στο μέλλον. Ένα είναι το σίγουρο." Η Ειρήνη τον κάρφωνε πάλι με το βλέμμα της. "Υπάρχει ζωή σε άλλους πλανήτες. Κοντά μας ή μακριά, δεν έχει σημασία. Πάντως υπάρχει. Και κάποια στιγμή ίσως συναντηθούμε μαζί τους." Έπειτα έφτιαξε αμέσως ένα ψεύτικο χαμόγελο και είπε ευχάριστα: "Ξεφύγαμε απ' το θέμα μας όμως. Μιλούσαμε για τον Γαλαξία μας."
Αργότερα, στο διάλειμμα, ο Λεωνίδας συνάντησε στο διάδρομο προς τα γραφεία των καθηγητών τη Νικόλ, τη γυναίκα του αδελφού του, η οποία δίδασκε Γαλλικά στο ίδιο τμήμα.
"Γεια σου Νικόλ." της είπε.
"Καλησπέρα Λεωνίδα. Σχόλασες;"
"Ναι. Πίνω έναν καφέ και φεύγω. Τι κάνει ο Θοδωρής; Τα παιδιά;"
"Καλά είναι, δόξα τον Θεό. Η Έλσα και η Άννα;"
"Μια χαρά. Θα έρθουμε επίσκεψη καμιά μέρα."
"Ναι βρε Λεωνίδα... Χαθήκαμε."
"Θα τα πούμε. Καλό μάθημα."
"Καλή ξεκούραση."
Ο Λεωνίδας πήγε να φύγει, όμως η Νικόλ τον σταμάτησε πάλι:
"Α! Παραλίγο να το ξεχάσω. Σε ζήτησε ένας κύριος."
"Εμένα; Και που είναι τώρα;"
"Έξω απ' τα γραφεία των καθηγητών, αν δεν έφυγε."
"Σου είπε ποιος είναι και τι θέλει;"
"Όχι, απλώς άκουσα που ρώτησε για σένα και του είπα να περιμένει το διάλειμμα. Κάτι μου θύμιζε πάντως. Πολύ γνωστή φυσιογνωμία."
"Καλά, θα τον δω τώρα. Τα λέμε."
Ήταν ένας πολύ περιποιημένος κύριος, σαν άρχοντας. Με το γκρίζο μαλλί του χτενισμένο προς τα πίσω, το μουστάκι και το πανάκριβο κοστούμι του θύμιζε άλλες εποχές.
"Καλησπέρα. Είστε ο κύριος Λεωνίδας Νικολάου;"
"Μάλιστα. Εσείς;" Ο άντρας του συστήθηκε:
"Ονομάζομαι Μύρωνας Γεωργίου. Έχω ακούσει πολλά για εσάς και ήρθα να σας βρω για ένα πολύ σημαντικό ζήτημα. Ίσως είστε ο μόνος που μπορεί να με βοηθήσει."
Ο Λεωνίδας πάγωσε. Οι Γεωργίου ήταν πολύ γνωστό όνομα και θυμόταν τον Μύρωνα, τότε που έβγαινε συνεχώς στα κανάλια και το δράμα του είχε συγκινήσει το πανελλήνιο. Γιατί ήρθε σε εκείνον όμως και τι ήθελε να του ζητήσει;
"Ο κύριος Γεωργίου. Φυσικά." είπε μόλις ξαναβρήκε τη φωνή του. "Πώς μπορώ να σας φανώ χρήσιμος;"
"Θα ήθελα να μιλήσουμε κάπου ιδιαιτέρως."
"Ναι, βεβαίως. Πάμε στο γραφείο μου."
"Μετά από εσάς, κύριε Νικολάου."
Ο Λεωνίδας τον οδήγησε μέσα στην αίθουσα και στη συνέχεια στο γωνιακό του γραφείο, που ήταν κάπως απομονωμένο από τα υπόλοιπα. Οι περισσότεροι καθηγητές είχαν σχολάσει.
"Παρακαλώ. Καθίστε." του είπε.
Οι δυο άντρες κάθισαν. Ο Λεωνίδας ήταν αρκετά αγχωμένος.
"Λοιπόν;"
"Όπως ήδη γνωρίζετε, η σύζυγος μου εξαφανίστηκε πριν δέκα χρόνια." Ο Λεωνίδας ξεροκατάπιε. Τι στο καλό; Πρώτα η συζήτηση που είχε με τους μαθητές στην τάξη και τώρα αυτό; Τον παρακολουθούσαν;
"Φυσικά. Το θυμάμαι." είπε. Απ' την αρχή, απ' τη στιγμή που του συστήθηκε, είχε εκείνο το άσχημο προαίσθημα ότι θα του ζητούσε βοήθεια σχετικά με τη γυναίκα του. Ήταν είκοσι χρονών, όταν έγινε.
Είχε βουίξει ο τόπος. Οι ειδήσεις στα κανάλια και φυσικά το ίντερνετ μιλούσαν συνεχώς για τη μυστηριώδη εξαφάνιση της Βάσιας Μιχαλοπούλου- Γεωργίου, στις 2 Ιουλίου 2020. Η φωτογραφία της με ένα κόκκινο φόρεμα κυκλοφορούσε παντού και ο Μύρωνας Γεωργίου, γνωστός επιχειρηματίας και επιστήμονας στον τομέα των νέων εφευρέσεων, ήταν απαρηγόρητος. Πρόσφερε αμοιβή σε όποιον την έβρισκε, έστω και το σώμα της αν ήταν νεκρή για να μπορέσει να ταφεί στο ιδιωτικό νεκροταφείο της οικογένειας.
Τελικά, η Βάσια Γεωργίου δεν βρέθηκε ποτέ, ούτε απαγωγείς υπήρχαν. Έγινε μια γυναίκα- θρύλος, βγήκαν πολλές ιστορίες, γράφτηκαν βιβλία και γυρίστηκε και μια σειρά με την υπόθεση της. Κάποιοι έλεγαν πως έφυγε γιατί είχε βαρεθεί τα πλούτη και τον άντρα της, άλλοι είπαν πως κάποιος τη δολοφόνησε και εξαφάνισε το πτώμα της. Το περίεργο ήταν πως κανένας δεν την είχε δει τη μοιραία εκείνη νύχτα, εκτός από τα παιδιά της και τον άντρα της, με τον οποίο τσακώθηκαν πριν εξαφανιστεί.
Βασικός ύποπτος για τη 'δολοφονία' της ήταν ένας υποψήφιος εραστής της, φίλος της οικογένειας και μεγάλος καρδιοκατακτητής, ο Ντίνος Λούθερης. Λεγόταν ότι εκείνος τη σκότωσε, επειδή αρνήθηκε να κοιμηθεί μαζί του, όμως ο Λούθερης τη γλίτωσε λόγω έλλειψης αποδεικτικών στοιχείων. Πάντως αυτή ήταν η θεωρία που πίστευαν οι περισσότεροι. Τέλος, υπήρχαν κι ελάχιστοι που είπαν ότι η Βάσια Γεωργίου έπεσε θύμα απαγωγής από εξωγήινους, όπως και πολλά άτομα που είχαν εξαφανιστεί τα τελευταία χρόνια ανά την υφήλιο. Αυτούς, φυσικά, τους έβγαλαν τρελούς.
Ο Λεωνίδας επανήλθε στο παρόν.
"Δεν καταλαβαίνω πώς μπορώ να σας βοηθήσω. Και γιατί ασχολείστε ακόμα με την υπόθεση, μετά από τόσα χρόνια; Είναι σχεδόν απίθανο να βρεθεί η γυναίκα σας."
"Το ξέρω, όμως...από τότε που πήρα διαζύγιο από τη δεύτερη σύζυγο μου, νιώθω μια απέραντη μοναξιά. Η κόρη μου έχει δική της οικογένεια και ο γιος μου ζει μόνος του στον δικό του κόσμο. Η δεύτερη σύζυγός μου, που λέτε, η Νάντια Καλογήρου, μου έριξε λάσπη στα μάτια και κατάφερε να με πείσει ότι η Βάσια είναι νεκρή. Ήταν ο μόνος τρόπος για να καταφέρει να με παντρευτεί, η ξεδιάντροπη. Τώρα όμως, χρειάζομαι κάτι να ελπίζω. Γι΄αυτό και αποφάσισα τελικά να πιστέψω τη θεωρία του γιου μου."
"Η οποία είναι...;"
Ο Μύρωνας έγειρε προς το μέρος του εμπιστευτικά και είπε:
"Ότι η γυναίκα μου απήχθη από εξωγήινους, στην ίδια μας την ταράτσα. Δεν πήγε στον Λούθερη. Δεν βγήκε καθόλου από το σπίτι εκείνη τη νύχτα."
Ο Λεωνίδας σφίχτηκε από θυμό.
"Και γιατί το λέτε σε εμένα;"
"Επειδή, είστε ο μόνος που βγήκε δημόσια να υποστηρίξει αυτή τη θεωρία και επιπλέον, πιστεύετε απόλυτα και στην ύπαρξη εξωγήινων."
"Και που ήσασταν τότε, πριν από δέκα χρόνια, όταν μ' έβγαλαν τρελό και μ' έκλεισαν μέσα; Γιατί δεν βγήκατε να με υποστηρίξετε; Σας είχε τυφλώσει ο έρωτας για την Καλογήρου, ε;"
"Κύριε Νικολάου, δεν σας επιτρέπω!" φώναξε ο Μύρωνας χτυπώντας το χέρι του επάνω στο γραφείο.
Η τελευταία καθηγήτρια που έφευγε εκείνη την ώρα γύρισε και τους κοίταξε τρομαγμένη.
"Λυπάμαι, κύριε Γεωργίου. Δεν μπορώ να σας βοηθήσω. Όπως δεν μπορέσατε να με βοηθήσετε κι εσείς τότε." είπε παραιτημένος ο Λεωνίδας.
"Ο γιος μου όμως σας πίστεψε. Με αυτόν θα πρέπει να μιλήσετε." επέμεινε ο μεγαλύτερος άντρας.
"Κύριε Γεωργίου..." Ο Λεωνίδας σηκώθηκε όρθιος και έγειρε λίγο προς το μέρος του: "Οι εξωγήινοι δεν επισκέφθηκαν ποτέ τη Γη και δεν απήγαγαν τη γυναίκα σας." είπε τις φράσεις που σαν ρομπότ τον είχαν μάθει να λέει.
"Καλά. Κατάλαβα." είπε ο Γεωργίου και σηκώθηκε φανερά ενοχλημένος. "Εγώ να πηγαίνω."
"Ναι, να πηγαίνετε, γιατί κι εγώ έχω σχολάσει και θέλω να γυρίσω σπίτι μου."
"Αν αλλάξετε γνώμη, κύριε Νικολάου..."
"Δεν πρόκειται να αλλάξω γνώμη. Αντίο σας."
Τον παρακολούθησε με το βλέμμα του ώσπου να φύγει και ύστερα μάζεψε τα πράγματα του. Πήγε στην καφετιέρα που έφτιαχνε αυτόματα καφέ. Αποθήκευε στη μνήμη της πώς έπινε τον καφέ του ο καθένας και αρκούσε ένα δαχτυλικό αποτύπωμα για να τη φτιάξει σε δευτερόλεπτα. Ο Λεωνίδας πήγε να βάλει το δάχτυλο του στην ειδική υποδοχή, όμως το μετάνιωσε, γιατί τελικά δεν ήθελε καφέ. Ήθελε κάτι πιο δυνατό. Πρέπει να είχε μερικά ποτά στο αυτοκίνητο. Βγήκε απ' το σχολείο και μπήκε στο πάρκινγκ.
Δεν θυμόταν που είχε παρκάρει. Πανεύκολο! Έβγαλε το κινητό του, μπήκε στην εφαρμογή "Εύρεση Αυτοκινήτου" και αυτή τον οδήγησε μέσω GPS στο αυτοκίνητο του. Η ζωή στο 2030 ήταν τόσο εύκολη, που του φαινόταν βαρετή. Το αυτοκίνητο ξεκλείδωσε πάλι με δαχτυλικό αποτύπωμα και πήρε μπρος πάλι με τον ίδιο τρόπο. Ο Λεωνίδας έβαλε στον αυτόματο οδηγό τον προορισμό "Σπίτι" κι έσπρωξε το κάθισμα του πίσω για να ψάξει στο μίνι μπαρ.
Βρήκε ένα μπουκάλι με το πιο βαρύ λευκό κρασί. Έβαλε να πιει και άνοιξε το τάμπλετ για να διαβάσει τις πιο πρόσφατες ειδήσεις στο ίντερνετ, καθώς το αυτοκίνητο πήγαινε προς το σπίτι μόνο του. Ένας χαμός είχε γίνει πάλι στο Σύνταγμα:
Ταραχοποιοί συνελήφθησαν χθες στην πλατεία Συντάγματος. Οι νεαροί προσπαθούσαν να ξεσηκώσουν τους πολίτες κατά της ARAK, η οποία κατά την άποψη τους κρύβει μυστικά σχετικά με εξωγήινους και πιθανή εισβολή τους. Πιο κάτω διάβασε: Ύστερα από το παραπάνω γεγονός, αποφασίστηκε να γίνεται παρατήρηση σε όποιον αναφέρει κάτι παρόμοιο σχετικά με την ARAK, ενώ θα συλλαμβάνεται αν δεν συμμορφώνεται.
Ο Λεωνίδας προσπέρασε τα υπόλοιπα. Η λογοκρισία του την έδινε στα νεύρα. Όποιος εξέφραζε τη γνώμη του δημοσίως, κινδύνευε να πάει φυλακή αν αυτή υπήρχε πιθανότητα να προκαλέσει επανάσταση.
"Μια επανάσταση σας χρειάζεται." μουρμούρισε ο Λεωνίδας μέσα απ' τα δόντια του. "Να βγούμε πάλι στους δρόμους να τα σπάσουμε όλα." Πριν από δέκα χρόνια, σε ηλικία είκοσι χρονών, ο Λεωνίδας είχε κάνει ένα είδος δικής του επανάστασης. Είχε μόλις τελειώσει το πρώτο έτος των σπουδών του και ήταν πολύ ενθουσιασμένος με όσα είχε μάθει.
Εκείνη τη νύχτα, παρατηρούσε τον ουρανό με το τηλεσκόπιο του, ώσπου εντόπισε ένα ιπτάμενο σώμα που πλησίαζε. Το ακολούθησε με το τηλεσκόπιο και το είδε να κατεβαίνει σαν να επρόκειτο να προσγειωθεί, όμως εκείνο έβγαλε μια πράσινη δέσμη φωτός και άρπαξε κάτι μέσα του, προς τα πάνω. Έναν άνθρωπο, ίσως; Ύστερα πέταξε μακριά με ιλιγγιώδη ταχύτητα. Για μέρες το κράτησε μέσα του και δεν είπε τίποτα σε κανέναν, φοβούμενος μην έχει την ίδια τύχη με άλλους ανθρώπους που είδαν κάτι αντίστοιχο και τους έκλεισαν σε ψυχιατρικές κλινικές. Λίγες μέρες μετά, άρχισε ο σάλος με την εξαφάνιση της Βάσιας Γεωργίου. Ο Λεωνίδας συνέδεσε τα γεγονότα και συνειδητοποίησε πως εκείνη η νύχτα της εξαφάνισης ήταν η ίδια νύχτα κατά την οποία ο ίδιος είχε δει τον ιπτάμενο δίσκο να αρπάζει κάποιον. Τη Βάσια Γεωργίου δηλαδή.
Πίστεψε πως αν κατάφερνε να τους πείσει, ίσως έριχνε φως στην υπόθεση. Όμως το έκανε με τον λάθος τρόπο: βγήκε στους δρόμους και άρχισε να φωνάζει σε όλους:
"Η Βάσια Γεωργίου! Είναι ζωντανή! Οι εξωγήινοι την απήγαγαν!" Παράλληλα, εκείνη την εποχή κι άλλοι άνθρωποι είχαν διακρίνει στον ουρανό παράξενα αντικείμενα, τα οποία ισχυρίζονταν πως ήταν ιπτάμενοι δίσκοι εξωγήινων. Ο κόσμος είχε τρομοκρατηθεί και πολλοί τρελαίνονταν.
Έτσι, όταν ο Λεωνίδας έκανε εκείνη την τρέλα, τον έπιασαν και τον έκλεισαν σε ψυχιατρική κλινική για έξι μήνες. Όλο αυτό το διάστημα, οι γονείς του έκαναν ό,τι περνούσε απ' το χέρι τους για να τον βγάλουν από εκεί μέσα. Οι άνθρωποι της κλινικής έφαγαν ένα μεγάλο ποσό απ΄τον πατέρα του, όμως τον γιο του δεν του τον έδωσαν πίσω όπως του υποσχέθηκαν. Στο μεταξύ, μέσα στις αίθουσες της κλινικής, προσπαθούσαν με διάφορες ενέσεις, χάπια, ηλεκτροσόκ και βασανιστήρια να κάνουν πλύση εγκεφάλου στον Λεωνίδα και να τον πείσουν να πιστέψει ότι αυτό που είδε ήταν αποκύημα της φαντασίας του.
Ήταν θαύμα το ότι δεν τρελάθηκε στ' αλήθεια. Όταν έμαθε τελικά το ποίημα "Οι εξωγήινοι δεν επισκέφθηκαν ποτέ τη Γη, πέρασαν αλλά δεν ακούμπησαν και δεν απήγαγαν κανέναν", τον άφησαν να φύγει. Από τότε κρατούσε τις απόψεις του κρυφές, όμως συμμετείχε σε πολλές οργανώσεις που υποστήριζαν την "Επίσκεψη Εξωγήινων" και καταδίκαζαν την ARAK που έκρυβε την αλήθεια.
Κατά καιρούς έπαιρνε μέρος σε διαδηλώσεις με τις οργανώσεις αυτές, οι οποίες κατέληγαν σε συγκρούσεις με την αστυνομία και επεισόδια. Πάντα τα έσπαγε όλα και πάντα γλίτωνε τη σύλληψη. Τον τελευταίο καιρό όμως είχε ξεκόψει από όλα αυτά για να αφοσιωθεί αποκλειστικά στην οικογένεια του και στην καριέρα του ως εκπαιδευτικός.
Είχε αδειάσει το μισό μπουκάλι όταν έφτασε σπίτι. Πλησίασε στην πόρτα και κοίταξε στην κάμερα, η οποία τον αναγνώρισε, εμφάνισε τα στοιχεία του στην οθόνη και τότε η πόρτα άνοιξε, αφήνοντας τον να περάσει.
Στο καθιστικό τον υποδέχτηκε η εξάχρονη κόρη του Άννα, η οποία είχε το όνομα της μητέρας του την οποία έχασε άδικα πριν δύο χρόνια.
"Μπαμπάκα μου!" φώναξε η μικρή και ο Λεωνίδας τη σήκωσε πανεύκολα στην αγκαλιά του.
"Τι κάνει η μικρή μου πριγκίπισσα σήμερα;"
"Καλά."
"Ήσουν φρόνιμο κορίτσι;"
"Ναι, αμέ! Στο σχολείο, έγραψα πολύ καλά την ορθογραφία και η δασκάλα μου είπε μπράβο."
"Αλήθεια; Μπράβο και από μένα, λοιπόν." της είπε και φίλησε το ξανθό κεφάλι της.
Πλησίασε και η γυναίκα του, η Έλσα.
"Γεια σου αγάπη μου." του είπε. "Πώς πήγε η δουλειά;"
"Καλά μωρέ... τα συνηθισμένα. Η δική σου δουλειά;"
"Τα ίδια." απάντησε η Έλσα. Ο Λεωνίδας άφησε κάτω την Άννα, η οποία πήγε στο δωμάτιο της να παίξει.
"Και η μεγάλη μου πριγκίπισσα; Τι κάνει;" τη ρώτησε και την πλησίασε με νόημα.
"Με θεωρείς μεγάλη;" ρώτησε εκείνη δήθεν με παράπονο.
"Όχι βέβαια. Δεν το εννοούσα έτσι. Απλώς, η Άννα είναι η μικρή μου πριγκίπισσα και εσύ η μεγάλη. Ή μήπως θα έπρεπε να πω καλύτερα βασίλισσα;" της είπε ο άντρας της αγκαλιάζοντας την.
Πήγε να τη φιλήσει, μα εκείνη τραβήχτηκε όταν μύρισε το αλκοόλ στην αναπνοή του.
"Ήπιες πάλι;"
"Όχι πολύ. Μισό μπουκάλι κρασί. Το είχα στο μπαρ του αυτοκινήτου."
"Μεσημεριάτικα; Λεωνίδα, χειροτερεύεις." είπε η Έλσα και πήγε στην κουζίνα. Ο Λεωνίδας την ακολούθησε. Την κοιτούσε καθώς έβγαζε τα πιάτα απ' το πλυντήριο και τα τακτοποιούσε, ενώ σκεφτόταν αν έπρεπε να της πει για την περίεργη συνάντηση του η οποία έγινε αφορμή για να πιει. Τα πράγματα δεν είχαν πάει και τόσο καλά στο γάμο τους... Και οι δύο είχαν κάνει λάθη, αλλά αυτός είχε κάνει τα χειρότερα. Αρκούσε μία λάθος κίνηση και η Έλσα θα τον χώριζε και αυτή τη φορά οριστικά.
Σκέφτηκε όμως πως αυτό δεν έπρεπε να της το κρύψει.
"Ξέρεις..." είπε διστακτικά. "Ήρθε και με βρήκε ο Μύρωνας Γεωργίου." Της Έλσας παραλίγο να της φύγει ένα πιάτο.
"Τι άκυρο είναι πάλι αυτό; Τι σε ήθελε;"
"Θέλει να τον βοηθήσω να ξαναφέρει στο φως την υπόθεση της γυναίκας του. Τώρα πια πιστεύει τη θεωρία μου και...ξέρεις τώρα. Όμως εγώ αρνήθηκα."
"Και πολύ καλά έκανες." είπε η Έλσα. "Αυτό μας έλειπε τώρα, να ξαναμπλεχτείς στην ίδια ιστορία. Και τώρα είσαι μαζί μου, υπάρχει και η κόρη μας..." Πλησίασε και άγγιξε το πρόσωπο του. "Δεν θα αντέξω να σε ξαναστείλουν σε εκείνο το μέρος...και ειδικά τώρα που τα πράγματα έχουν χειροτερεύσει."
"Ηρέμησε. Δεν πρόκειται να ξανασχοληθώ με τίποτα τέτοιο. Του το ξεκαθάρισα ότι δεν πρόκειται να αλλάξω γνώμη." την καθησύχασε ο Λεωνίδας κρατώντας τα χέρια της.
"Και θα το κρατήσεις αυτό; Μου το υπόσχεσαι;"
"Στο υπόσχομαι." της είπε και σφράγισε την υπόσχεση του με ένα φιλί.
Το ίδιο απόγευμα αποφάσισε να επισκεφθεί τον πατέρα του. Ο Κώστας Νικολάου ζούσε εδώ και πολλά χρόνια σε ένα μεγάλο σπίτι με πισίνα, στην κορυφή ενός λόφου στην Κηφισιά. Ο Λεωνίδας είχε μεγαλώσει σε εκείνο το σπίτι και είχε κυρίως όμορφες αναμνήσεις. Θα έλεγε κανείς για τον πατέρα του πως ήταν κολλημένος στο παρελθόν. Δεν είχε πόρτα που αναγνώριζε πρόσωπα, οδηγούσε αυτοκίνητο χωρίς αυτόματο οδηγό, άκουγε ακόμα ροκ μουσική τη στιγμή που όλοι άκουγαν τραπ, ηλεκτρονική και ποπ. Είχε επίσης μεγάλη συλλογή από CD, πράγμα πολύ σπάνιο να βρει κανείς το 2030.
Γενικά υπήρχαν πολλοί άνθρωποι που επέλεγαν να μη χρησιμοποιούν τις νέες μεθόδους και τεχνολογίες. Αυτή η αντίδραση ξεκίνησε περίπου το 2020, λίγο μετά το κλείσιμο όλων των σόσιαλ μίντια που γνωρίζουμε. Η ARAK, τα αρχικά της οποίας κανένας πολίτης δεν ήξερε τι σημαίνουν, φρόντισε να κλείσει πρώτα το Φέισμπουκ και όλα τα υπόλοιπα σόσιαλ με τελευταίο το Youtube, για να μην "παραπληροφορείται" ο κόσμος και πιστεύει οτιδήποτε έβλεπε εκεί, όπως για παράδειγμα βίντεο που ανέβαζαν κάποιοι χρήστες με ιπτάμενους δίσκους.
Η ARAK, γνωρίζοντας πως οι νέοι δεν μπορούσαν να ζήσουν εντελώς χωρίς σόσιαλ μίντια, εφηύρε κάτι ανάμεσα σε όλα τα προηγούμενα, ένα μέσο κοινωνικής δικτύωσης με το όνομα ArakSocial. Μόνο που σε αυτό, όλα τα βίντεο περνούσαν πρώτα από αυστηρό έλεγχο και αν "κρίνονταν κατάλληλα", ανέβαιναν, ενώ οι συνομιλίες των χρηστών παρακολουθούνταν συνεχώς, όπως και οι κλήσεις στα νέα κινητά τηλέφωνα.
O Κώστας είχε ζήσει με τη γυναίκα του σχεδόν σαράντα χρόνια και ο χαμός της το 2028 τον διέλυσε. Η Άννα Νικολάου έφυγε πολύ άδικα από τη ζωή σε ηλικία εξήντα ετών, δύο χρόνια μεγαλύτερη απ' τον Κώστα. Ήταν χημικός πολλά χρόνια στα εργαστήρια του Νίκου Λιβανού, διάσημου επιχειρηματία. Ο Νίκος και η γυναίκα του Ζωή είχαν μία κόρη και ένα γιο, τον Αντώνη, ο οποίος στη συνέχεια παντρεύτηκε και έκανε δύο δίδυμες κόρες, την Έλσα, που παντρεύτηκε τον Λεωνίδα, και την Αννίτα για την οποία θα μιλήσουμε πολύ σύντομα.
Μια μέρα, έγινε μια έκρηξη στα χημικά εργαστήρια. Η Άννα τη γλίτωσε με ελαφρά εγκαύματα, όμως το αέριο που εισέπνευσε ήταν θανατηφόρο και τη σκότωσε λίγους μήνες αργότερα, όπως και τόσα άλλα άτομα που γλίτωσαν από εκείνη την έκρηξη.
Τα χημικά εργαστήρια έκλεισαν, όμως δεκάρα δεν έδωσε ο Λιβανός, γιατί είχε τόσες άλλες επιχειρήσεις. Κάποιοι είπαν μάλιστα ότι μπορεί ο ίδιος να προκάλεσε την έκρηξη επίτηδες για τους δικούς του εγωιστικούς λόγους. Μία από τις επιχειρήσεις του ήταν η Livanos ΑΕΑΕ, η οποία συνεργαζόταν με την ARAK και είχε υπό την κατοχή της πολλούς δορυφόρους και τον μοναδικό Ελληνικό διαστημικό σταθμό. Οπότε, καταλαβαίνετε πόσο πλούσια και ισχυρή ήταν εκείνη η οικογένεια. Όλες οι επιχειρήσεις είχαν περάσει πλέων στα χέρια του Αντώνη Λιβανού, καθώς ο Νίκος βρισκόταν σε πολύ προχωρημένη ηλικία και η άνοια δεν τον έκανε πλέων ικανό να διοικεί.
Ο Λεωνίδας είχε τα κλειδιά του πατρικού του για να πηγαίνει όποτε ήθελε. Με το που μπήκε μέσα, τον υποδέχτηκε γεμάτη χαρά η Αφρούλα, το άσπρο μαλλιαρό μαλτέζ που είχε ο ίδιος σώσει από το δρόμο όταν ακόμα ήταν κουτάβι, λίγο μετά τον θάνατο της μητέρας του. Αν και δεν πίστευε στα σημάδια από το σύμπαν και όλα τα σχετικά, θεώρησε πως για κάποιο λόγο είχε βρεθεί η σκυλίτσα αυτή στο δρόμο του και έτσι αποφάσισε να τη χαρίσει στον πατέρα του για να του κρατάει συντροφιά. Και κάθε φορά που τον έβλεπε έκανε σαν τρελή από τη χαρά της, όπως και τώρα.
"Ποιος είναι, κοπέλα μου;!" άκουσε τη φωνή του πατέρα του απ' το χολ.
Μπήκε στην κουζίνα, ενώ ο Λεωνίδας έπαιζε με την Αφρούλα.
"Τι κάνει το κορίτσι μου το όμορφο; Σου έλειψα;" της είπε και εκείνη γύρισε ανάσκελα για να χαϊδέψει την κοιλίτσα της.
"Και βέβαια της έλειψες. Όπως και σε εμένα." είπε ο Κώστας. Πλησίασε και αγκάλιασε το γιο του.
"Πώς είσαι, πατέρα;"
"Μια χαρά, εσύ; Θες καφέ;"
"Εννοείται."
Κάθισαν στο τραπέζι της κουζίνας να πιουν τον καφέ τους, ενώ η Αφρούλα άραξε στα πόδια τους.
"Τι νέα;" ρώτησε ο Λεωνίδας.
"Τα ίδια. Νομίζω πως έχω αρχίσει να συνηθίζω την απουσία της μητέρας σου. Η Αφρούλα με βοηθάει πολύ σε αυτό."
"Καιρός ήταν. Δύο χρόνια πέρασαν, για πόσο ακόμα θα την πενθούσες;"
"Δεν έχεις δίκιο. Δεν μπορείς να φανταστείς πόσο δύσκολο είναι να ζω σε ένα σπίτι που είναι γεμάτο αναμνήσεις από εκείνη. Θα σου πω κάτι και αν θες το πιστεύεις. Η μητέρα σου δεν έχει φύγει τελείως. Ένα κομμάτι της ζει ακόμα μέσα σε αυτό το σπίτι. Μερικές φορές τη νιώθω κοντά μου."
Ο Κώστας είχε μια ισχυρή πίστη πως οι νεκροί ζουν ανάμεσα μας και μας προσέχουν. Ο Λεωνίδας δεν μπορούσε να το δεχτεί αυτό, ως επιστήμονας που ήταν. Δεν πίστευε στο Θεό, δεν πίστευε σε τίποτα. Μόνο στους νόμους της Φυσικής πίστευε και στη Χημεία από την οποία είχε φτιαχτεί ολόκληρο το σύμπαν. Θα ήθελε όσο τίποτα άλλο βέβαια να υπάρχει ζωή μετά το θάνατο, όμως γνώριζε πολύ καλά ότι κάτι τέτοιο δεν ήταν εφικτό.
Αποφάσισε να αλλάξει θέμα και να μοιραστεί με τον πατέρα του αυτό το οποίο τον βασάνιζε:
"Ήρθε και με βρήκε στο σχολείο ο Μύρωνας Γεωργίου." είπε και ο Κώστας ξαφνιάστηκε.
"Σοβαρά; Και τι ήθελε;"
"Μου είπε πως άλλαξε γνώμη για την υπόθεση εξαφάνισης της γυναίκας του και πως τώρα πια θα με υποστηρίξει αν βγω και ξανακάνω λόγο για απαγωγή από εξωγήινους. Αν θέλω, λέει, μπορώ να συνεργαστώ με τον γιο του." του εξήγησε.
"Και τι θα κάνετε; Ακόμα και αν αποδειχθεί η αλήθεια, πώς θα φέρετε πίσω τη Γεωργίου;"
"Ιδέα δεν έχω. Ίσως ο Αλέξανδρος Γεωργίου ξέρει κάτι παραπάνω. Μπορεί να μην τη φέρουμε πίσω, αλλά τουλάχιστον ίσως ανακαλύψουμε τα αίτια της απαγωγής της. Θα ρίξουμε φως στην υπόθεση. Μπορεί ακόμα και να έρθουμε πιο κοντά στην ύπαρξη εξωγήινων."
"Με την Έλσα το συζήτησες αυτό;"
"Η Έλσα είναι τελείως αρνητική, γι' αυτό και της είπα ότι δεν θα το ξανασκεφτώ. Φοβάται μην προκαλέσω πάλι το χάος και με βάλουν πάλι εκεί μέσα. Δεν πρόκειται να με στηρίξει αν πάρω την απόφαση." είπε ο Λεωνίδας απογοητευμένος. "Εσύ όμως; Θα με στηρίξεις;"
"Κοίτα... Η αλήθεια είναι ότι κι εγώ πιστεύω πως μπορεί να προκαλέσεις το χάος εάν η θεωρία σου αποδειχθεί αληθινή...όμως, Λεωνίδα, εγώ πάντα στήριζα εσένα και τον αδελφό σου, όποια απόφαση και αν παίρνατε. Και αν ζούσε η μητέρα σου, ξέρεις τι θα σου έλεγε. Να ακολουθήσεις την καρδιά σου."
Ο Λεωνίδας συμφώνησε, όμως ιδέα δεν είχε τι του έλεγε η καρδιά του. Σίγουρα το ταξίδι για την ανακάλυψη και την απόδειξη της αλήθειας θα ήταν πολύ δύσκολο, αλλά συγχρόνως συναρπαστικό. Και θα αποδείκνυε σε όλους όσους τον αμφισβήτησαν ότι δεν τρελάθηκε εκείνη τη νύχτα της 2ας Ιουλίου 2020.
Μια ηλεκτρονική μελωδία τους διέκοψε. Ήταν το κινητό του Λεωνίδα. Στην οθόνη εμφανίστηκε η φωτογραφία της Ανίτας Λιβανού.
Τι να θέλει αυτή πάλι;
"Με συγχωρείς λίγο..." είπε στον πατέρα του και βγήκε έξω στην πισίνα. Το σήκωσε και βγήκε μια μικρή τρισδιάστατη οθόνη με το πρόσωπο της μέσα.
"Τι θες;"
"Λεωνίδα, αγάπη μου! Μια χαρά σε βλέπω σήμερα." είπε η ξανθιά καλλονή.
"Τελείωνε και λέγε τι θες, Ανίτα. Είμαι στον πατέρα μου."
"Αυτό που θέλω από σένα δεν μπορώ να το έχω..." έκανε η Ανίτα δήθεν λυπημένη.
"Όχι πια."
"Τέλος πάντων όμως... Θέλω να σε δω. Να μιλήσουμε. Πότε μπορείς;"
Ήξερε πως δεν θα τον άφηνε σε ησυχία αν δεν κανόνιζε μια συνάντηση μαζί της, γι΄αυτό ξεφύσηξε και της είπε:
"Απόψε στις εννιά. Αλλά μόνο για λίγο, για κανένα μισάωρο." την προειδοποίησε.
"Μη φοβάσαι καλέ, δεν θα σε βιάσω. Εκτός κι αν το θέλεις..."
"Άσε τις μαλακίες και πες μου το μέρος που θες να συναντηθούμε."
"Για να σκεφτώ... Κάπου ήσυχα, να μην υπάρχουν παπαράτσι. Τι λες για... τα εγκαταλειμένα εργαστήρια του παππού μου;"
Ο Λεωνίδας δυσανασχέτησε πάλι.
"Καλά. Ας είναι. Εννέα το βράδυ, στα εγκατελειμένα εργαστήρια Λιβανός. Τα λέμε."
"Bye!" τον αποχαιρέτησε τραγουδιστά κι έκλεισαν. Μπήκε μέσα.
"Η Ανίτα ήτανε. Θέλει να συναντηθούμε." είπε στον πατέρα του.
"Τι θέλει πάλι από σένα; Δεν της το έχεις ξεκόψει;"
"Ναι, όμως...ακόμα με ενοχλεί και με απειλεί μια στο τόσο. Απόψε θα της δείξω ότι δεν τη φοβάμαι και ότι οι απειλές της δεν περνάνε σε εμένα."
H Ανίτα Λιβανού ήταν η δίδυμη αδελφή της Έλσας, αν και καθόλου δεν έμοιαζαν. Παρόλο που στο δημοτικό ήταν ολόιδιες, μετά άρχισε να φαίνεται μια αλλαγή και μια διαφορετικότητα τόσο στην εμφάνιση, όσο και στους χαρακτήρες τους. Η Ανίτα είχε πάντα βαμμένο ξανθό μαλλί, ενώ η Έλσα άλλαζε συνεχώς στυλ και χρώματα. Τον τελευταίο καιρό είχε επιλέξει ένα μαύρο, μακρύ καρέ με μια ασημένια ανταύγεια στη μέση και φράντζα μπροστά. Και οι καριέρες τους όμως ήταν πολύ διαφορετικές: η Έλσα δούλευε στα κεντρικά γραφεία διοικήσεως της εταιρείας του πατέρα τους, "Λιβανός ΑΕΑΕ".
Η Ανίτα, απ' την άλλη, ήταν διάσημη τραγουδίστρια και DJ, ενώ δεν την ενδιέφεραν καθόλου οι οικογενειακές επιχειρήσεις και ούτε είχε ασχοληθεί ποτέ της. Δεν ήταν παντρεμένη, αλλά είχε ένα γιο δέκα χρονών, τον Αντώνη, που θα γινόταν κάποια στιγμή ο κύριος κληρονόμος της οικογένειας Λιβανός. Κανένας δεν ήξερε ποιος ήταν ο πατέρας του Αντώνη, παρά μόνο η ίδια η Ανίτα. Η μήπως ούτε εκείνη ήξερε;
Ο Λεωνίδας δεν είχε ιδέα γιατί ήθελε να βρεθούνε σε εκείνο το έρημο μέρος, έξω απ' τα συντρίμμια των εργαστηρίων. Ήταν θεοσκότεινα και άναψε το φακό στο κινητό του.
Πουθενά η Ανίτα. Άρχισε να ανησυχεί. Μήπως ήταν παγίδα; Για όλα ήταν ικανή εκείνη η αδίστακτη γυναίκα.
Θα περιμένω πέντε λεπτά και μετά θα φύγω. είπε από μέσα του. Την ίδια στιγμή, είδε την Ανίτα να πετάγεται μέσα απ' τα σκοτάδια πάνω του. Τον κόλλησε στον τοίχο και τον φίλησε, όμως ο Λεωνίδας την έσπρωξε με δύναμη προς τα πίσω και την απώθησε.
"Έκπληξη...! Σε τρόμαξα;" του είπε.
"Δεν με τρομάζεις πια, Ανίτα. Παρ' το απόφαση." της είπε. "Λέγε τι θέλεις να τελειώνουμε."
"Λοιπόν, αφού δεν έχω πια ελπίδες μαζί σου, μόνο ένα πράγμα μου απομένει: θα πάρω εκδίκηση από εσένα και από τη σιχαμένη την αδελφή μου." του είπε κοιτάζοντας τον με μίσος.
"Ανίτα... Εγώ την Έλσα αγαπούσα απ' την αρχή." προσπάθησε να της εξηγήσει ήρεμα. "Γιατί δεν μπορείς απλά να το δεχτείς αυτό;"
"Δεν με νοιάζει! Εμένα φίλησες πρώτη! Και ύστερα ήρθε αυτή και σε πήρε μέσα από τα χέρια μου!" του φώναξε. Ο Λεωνίδας αγρίεψε. Την άρπαξε και την κόλλησε εκείνος στον τοίχο αυτή τη φορά, κρατώντας το ένα χέρι της πάνω απ' το κεφάλι της.
"Και που ήσουν τότε που σε χρειαζόμουν;!" φώναξε μπροστά στο πρόσωπο της. "Με εγκατέλειψες! Δεν ήθελες να έχεις σχέση με έναν τρελό! Η Έλσα με στήριξε και γι' αυτό προτίμησα εκείνη από εσένα! Για να μη μιλήσω για τα κέρατα όσο καιρό ήμασταν μαζί!"
Η Ανίτα ξέσπασε σε ένα υστερικό γέλιο ξαφνικά.
"Γιατί γελάς;" τη ρώτησε τρέμοντας ακόμα απ' τα νεύρα του. Η Ανίτα σταμάτησε να γελάει και απάντησε:
"Τώρα που είπες κέρατα...κάτι θυμήθηκα. Σίγουρα στην Έλσα δεν θα αρέσει καθόλου να μάθει ότι την έχεις κερατώσει μαζί μου όσο καιρό είσαστε παντρεμένοι...όπως επίσης, δεν θα είναι καθόλου καλό για τη φήμη σου αν μαθευτεί ότι ο Αντώνης είναι γιος σου και εσύ δεν ήθελες να τον αναγνωρίσεις."
"Τι...;" έκανε έκπληκτος και την άφησε ελεύθερη απ' τη λαβή του.
"Αυτό που άκουσες." του είπε.
"Λες ψέματα!" της φώναξε πάλι. "Θα τον αναγνώριζα αν το ήξερα! Εσύ η ίδια το αρνήθηκες όταν βγήκα απ' την κλινική!"
"Ναι, γιατί δεν ήθελα να έχει έναν άχρηστο πατέρα σαν εσένα! Τώρα όμως, μπορώ να το χρησιμοποιήσω εναντίων σου αυτό! Όπως επίσης θα πω δημόσια ότι με βίασες τη νύχτα που τρελάθηκες!"
"Δεν θα καταφέρεις τίποτα με ψέματα!"
"Ναι, ε; Γιατί, ψέματα είναι, Λεωνίδα;" Ο Λεωνίδας δεν θυμόταν. Πού να θυμάται τι ακριβώς είχε γίνει εκείνη τη νύχτα; Τα είχε όλα τόσο μπερδεμένα στο κεφάλι του...
"Ποιον θα πιστέψουν αλήθεια; Εμένα, που είμαι διάσημη και έχω μεγάλη επιρροή σε όλη τη Σόου Μπιζ, η εσένα που τρελάθηκες κι έβλεπες UFO και απαγωγές από εξωγήινους;" συνέχισε η Ανίτα με ένα ειρωνικό χαμόγελο στα χείλη. "Και το καλύτερο είναι, ότι δεν θέλω να ξαναγίνει κάτι μεταξύ μας όσο θυμάμαι όλα αυτά και ξενερώνω. Μόνο να σε ξεφτιλίσω δημοσίως θέλω και να καταλάβει το ζώον η αδελφή μου με τι μαλάκα έμπλεξε. Άντε γεια!" Και έφυγε κουνώντας υπερβολικά τους γοφούς της, περπατώντας καμαρωτά επάνω στις ψηλοτάκουνες μπότες της.
Ο Λεωνίδας δεν την ακολούθησε. Δεν τη φοβόταν. Όλο λόγια ήταν και ποτέ δεν έκανε πράξη τα όσα έλεγε. Ωστόσο αυτή τη φορά, κάτι στο βλέμμα της την έκανε να φαίνεται αρκετά αποφασισμένη. Και εκείνο που είπε για τον Αντώνη, που παραδέχτηκε ότι είναι γιος του; Κάθισε σε ένα πεζούλι, έκλεισε το φακό και προσπαθούσε μάταια να συνέλθει απ' τον καταιγισμό συναισθημάτων που ένιωθε.
"Τι θα κάνω; Μακάρι να ήσουν εδώ, μητέρα." είπε. Ζήλευε που ο πατέρας του μπορούσε να τη νιώσει κοντά του, έστω και αν αυτό ήταν μια ψευδαίσθηση. Γιατί να μην μπορεί να τη νιώσει και ο ίδιος; Όλα ήταν φαντασίες. Δεν υπήρχαν φαντάσματα, δεν υπήρχε ζωή μετά το θάνατο. Διαφορετικά η μητέρα του θα του είχε δώσει ένα σημάδι αυτά τα δύο χρόνια που είχε φύγει. Και τώρα την είχε περισσότερη ανάγκη από ποτέ.
Έκλεισε τα μάτια του και προσπάθησε να τη φανταστεί φέρνοντας την εικόνα της στο μυαλό του. Εκεί όπου βρισκόταν τώρα ήταν το σημείο που ξεκίνησαν όλα. Εκεί έγινε η έκρηξη, της οποίας το αέριο τη σκότωσε. Και σε εκείνο το σημείο, δύο χρόνια μετά, ένιωσε για πρώτη φορά το χάδι της στα μαλλιά του.
Μη φοβάσαι, Λεωνίδα. Όλα θα πάνε καλά. Ακολούθα την καρδιά σου και θα τη βρεις τη λύση. την άκουσε να του λέει. Άνοιξε τα μάτια του και κοίταξε δίπλα του, πίσω του, παντού. Η μητέρα του δεν ήταν πουθενά, κι όμως ήταν σίγουρος πως την άκουσε να του ψιθυρίζει και ένιωσε το άγγιγμα της σαν να ήταν εκεί. Ήταν πολύ αληθινό για να το φαντάστηκε. Μήπως ο πατέρας του είχε δίκιο, τελικά;
Γύρισε σπίτι του σαν υπνωτισμένος, δύο ώρες μετά. Είχε πιει πάλι στο αυτοκίνητο, αυτή τη φορά σκέτη βότκα. Η Έλσα είχε ανησυχήσει.
"Πού ήσουν;" τον ρώτησε και σηκώθηκε απ' τον καναπέ. "Άργησες."
"Πήγα...στα χημικά εργαστήρια, εκεί όπου έγινε η έκρηξη." Δεν ήθελε να της πει για την Ανίτα, γιατί θα γινόταν κι αυτή έξαλλη.
"Ο Χριστός κι η Παναγία! Τι πήγες να κάνεις εκεί νυχτιάτικα;!"
"Ήθελα να νιώσω κοντά στη μητέρα μου. Και τα κατάφερα. Πρώτη φορά. Ήταν εκεί, μαζί μου."
Η Έλσα τον πλησίασε ανήσυχη. Ο άντρας της δεν μιλούσε ποτέ έτσι, ούτε πίστευε σε αυτά. Και κάτι άλλο του συνέβαινε, ήταν σίγουρη.
"Και ήπιες πάλι." κατάλαβε από το βλέμμα του και τη μυρωδιά του αλκοόλ.
"Ναι." της απάντησε. Δεν ήθελε να του κάνει κήρυγμα και να τσακωθούν πάλι.
"Η μικρή;" τη ρώτησε.
"Μόλις κοιμήθηκε. Περίμενε εσένα να της πεις καμιά ιστορία για τα αστέρια, αλλά τελικά την πήρε ο ύπνος."
"Ωραία. Τότε...πάμε κι εμείς στο κρεβάτι μας, σιγά- σιγά;" της είπε με νόημα και την αγκάλιασε απ' τη μέση.
"Τι θα κάνω με εσένα, μου λες;"
Αντί για απάντηση, τη φίλησε με πάθος, οδηγώντας την προς την κρεβατοκάμαρα. Κλείδωσε πίσω τους και συνέχισαν να φιλιούνται ώσπου κατέληξαν στο κρεβάτι. Η Έλσα είχε άσχημο προαίσθημα. Δεν ήξερε τι είχε πάθει ο άντρας της, πάντως σίγουρα είχε να κάνει με εκείνη τη συνάντηση με τον Γεωργίου. Όμως δεν ήθελε να χαλάσει τη στιγμή, γι' αυτό δεν του είπε τίποτα όταν τελείωσαν. Του θύμισε μόνο πόσο τον αγαπούσε και ότι δεν ήθελε να τον χάσει και έπειτα κοιμήθηκε στην αγκαλιά του. Τα υπόλοιπα θα τα συζητούσαν άλλη φορά.
Ο Λεωνίδας δεν είχε ύπνο. Σκεφτόταν όλα αυτά που έγιναν σήμερα. Πρώτα έγινε εκείνη η κουβέντα σχετικά με τους εξωγήινους στην τάξη και αμέσως μετά ήρθε και τον βρήκε ο Μύρωνας Γεωργίου. Δεν πίστευε στις συμπτώσεις, όμως πραγματικά αν ίσχυε όντως κάτι τέτοιο, τότε το σύμπαν είχε συνωμοτήσει εναντίων του. Ή απλά του έστελνε μηνύματα.
Και σαν να μην έφταναν αυτά, είχε κι εκείνη την "πατσαβούρα" την Ανίτα, που τον εκβίαζε πάλι και παραδέχτηκε πως ο Αντώνης Λιβανός ο νεώτερος είναι γιος του και θα το αποκάλυπτε δημοσίως προκαλώντας μεγάλο σκάνδαλο. Πώς δεν το είχε καταλάβει ο ίδιος τόσα χρόνια; Ο μικρός του έμοιαζε αρκετά και του είχε μεγάλη αδυναμία. Επιπλέον, πολλές φορές είχαν βγει με την Ανίτα, εννοείται κρυφά από την Έλσα, και τον είχε πάρει μαζί της, σαν να τον παρακινούσε να περάσει χρόνο μαζί του. Για να μη μιλήσουμε για εκείνη την ημέρα που ο μικρός αρρώστησε και ο Λεωνίδας ήταν το πρώτο άτομο που σκέφτηκε η Ανίτα για να τον πάνε στο νοσοκομείο...
Ήμουν τόσο ηλίθιος... είπε στον εαυτό του. Φημιζόταν για το μυαλό του και για τις γνώσεις του σχετικά με το διάστημα, όταν όμως επρόκειτο για ανθρώπινες σχέσεις τα έκανε πάντα θάλασσα.
Μόνο ένα πράγμα του έμενε να κάνει για να ηρεμήσει: σηκώθηκε, ντύθηκε πρόχειρα και βγήκε στη βεράντα. Είχε ξαστεριά εκείνη τη νύχτα. Κοίταξε στο τηλεσκόπιο, τα αστέρια στον αστερισμό του Ωρίωνα, τον πλανήτη Δία στα νοτιοδυτικά... Άραγε θα κατάφερνε ποτέ να ανακαλύψει κάποιον πλανήτη στον οποίο υπάρχει ζωή;
"Πού να είσαι, Βάσια;" ρώτησε, λες και τον άκουγε. "Είσαι κάπου εκεί ψηλά;" Και τότε, εκείνη την ανήσυχη νύχτα, πήρε τη μεγαλύτερη απόφαση της ζωής του: "Θα σε βρω, Βάσια. Όσα έτη φωτός μακριά και αν είσαι, εγώ θα ψάξω να σε βρω, ακόμα και αν δεν καταφέρω τίποτα. Τουλάχιστον θα αποκαλύψω σε όλους τι σου συνέβη. Όποιες και αν είναι οι συνέπειες."
****************************************************************************************
Και εδώ ταιριάζει απόλυτα το τραγούδι που έβαλα επάνω! Αυτό ήταν το πρώτο κεφάλαιο φίλες και φίλοι. Ήταν ο μεγαλύτερος πρόλογος που έχω γράψει σε βιβλίο. Ελπίζω να σας άρεσε και να μη σας κούρασε...
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top