Φήμες-43

Έτριβε νευρικά τους κροτάφους της. Έπρεπε να διαβάσει τα πάντα για αυτόν τον καθηγητή. Πάντα έβαζε τα εκτός ύλης.

Είχε αρχίσει επίσημα η τελευταία της εξεταστική. Έπρεπε να περάσει, έπρεπε να περάσει με καλό βαθμό. Μετά να κάνει ένα μεταπτυχιακό και να τελειώνει.

Της περνούσε τόσο αδιάφορη η λογιστική και η διοίκηση επιχειρήσεων. Επειδή ήταν καλή δεν σημαίνει πως αυτό θέλει να κάνει όλη της την ζωή.

Ξάπλωσε το κεφάλι της πάνω στα χαρτιά. Κοίταζε απέξω το παράθυρο. Ο ήλιος έκαιγε και αυτή ήταν αναγκασμένη να κάθετε εδώ μέσα.

Η εταιρία ποτέ δεν ήταν το δεύτερο της σπίτι. Συνήθιζε να πηγαίνει μόνο όταν ο Αποστόλης δεν μπορούσε να είναι εκεί. Μπορεί και να τον είχε δει μια φορά στην δουλειά όταν ήταν μικρή.

Όταν ήρθε ο Άγγελος δεν έλειπε ποτε, οπότε δεν χρειαζόταν να πατήσει το πόδι της.

Δεν ήθελε ποτέ να την πάρει. Μέσα της ήλπιζε να την δώσουν στα αδέλφια της ή στον Άγγελο. Αλλά φυσικά και δεν θα γινόταν αυτό.

Ακούστηκαν χτυπήματα στην πόρτα. Ήξερε πως θα είναι ο Άγγελος, οπότε δεν έκανε καν τον κόπο να σηκώσει το κεφάλι της. "Περάστε" και άνοιξε την πόρτα.

Την είδε να κάθετε έτσι και έγυρε ακουμπώντας τον τοίχο. Έβαλε τα χέρια στις τσέπες κοιτάζοντας την λίγο ακόμα.

"Εσύ τώρα διαβάζεις;" την ρώτησε με ειρωνικό τρόπο. Και εκείνη ξεφύσησε.

"Είναι καλοκαίρι, θα έπρεπε να είναι έγκλημα το διάβασμα με τέτοιον καιρό" εκείνη πάντως σοβαρά το είπε αλλά ο Άγγελος γέλασε.

"Ελα βρε Μιρελάκι, δίνεις και τέλος" προσπάθησε να της φτιάξει το κέφι αλλα εκείνη σήκωσε το κεφάλι της βαριεστημένα.

"Και μετά και μεταπτυχιακό"

"Ενας ακόμα χρόνος και μετά μπορείς να κάνεις ο,τι θέλεις" χαμογέλασε ενθαρρυντικά και πέταξε ένα αχνό χαμόγελο.

Θα μπορούσε μετά να συνεχίσει με τα σεμινάρια μόδας. Μπορεί να μην της χρησίμευαν ποτέ στην ζωή της αλλά δεν είχε πρόβλημα. Είναι κάτι που της αρέσει.

Πήγε προς το μέρος της και της χάιδεψε απαλά την πλάτη. "Πάμε; Σήμερα κλείνει ο Βλάσης" την ενημέρωσε για κάτι που ήδη ήξερε.

"Πάμε" σηκώθηκε όρθια και άρχισε να μαζεύει τα πράγματα που είχε έξω. Την κοίταζε εξεταστικά με ένα μικρό χαμόγελο.

Η Μιρέλα γύρισε και συνάντησε το βλέμμα του "Γιατί με κοιτάς έτσι;" κοίταξε λίγο τον εαυτό της για να σιγουρευτεί πως είναι εντάξει.

"Τίποτα, απλώς σε κοιτάω, πειράζει;" πήγε λίγο πιο κοντά του και τύλιξε τα χέρια της γύρω από τον αυχένα του. Γύρισε το κεφάλι της στο πλάι.

"Δεν θα μου πεις να κάνω πιο γρήγορα ή πως είναι ώρα δουλειάς δεν μπορούμε να μιλάμε κάτι πέρα από επαγγελματικά;" μίλησε όπως τις έλεγε κάθε φορά που ήταν λίγο πιο φιλική στην εταιρία.

Γέλασε ελαφρά. "Θες να το πω;" την ρώτησε προκαλώντας την ενώ κοιτούσε να χείλη της.

"Όχι" είπε λίγο πριν ενώσει τα χείλη τους. Θα μπορούσε να της πει χίλια δυο πράγματα, πως μπορεί να μπει ο οποιοσδήποτε και να τους δει, πως η πόρτα είναι ξεκλείδωτη, πως ο ένας τοίχος είναι γυάλινος, θολό γυαλί βέβαια. Αλλά δεν είπε τίποτα.

Έβαλε τα χέρια του στην μέση της περπατώντας προς το γραφείο. Την ανέβασε πάνω, η Μιρέλα χαμογέλασε μέσα στο φιλί τους καθώς έβαλε το σώμα του ανάμεσα από τα πόδια της.

Δάγκωσε το κάτω χείλος της και αναφώνησε ελαφρά. Έκανε το φιλί τους πιο έντονο καθώς έφεραν ο ένας τον άλλον ακόμα πιο κοντά.

"Άγγελε θα μας..." Δεν την άφησε να μιλήσει. Ήθελαν ο ένας τον άλλον εδώ και τώρα. Δεν ήθελε να του το χαλάσει τίποτα.

Έβαλε το χέρι του στο μπούτι της και άρχισε να κάνει μικρούς κύκλους με τον αντίχειρα του. Πήγε το κεφάλι του λίγο πιο κάτω αρχίζοντας να γλύφει και να δαγκώνει απαλά τον λαιμό της.

Εκείνη άφηνε μικρά αναφωνητά ενώ παράλληλα δάγκωνε τα χείλη της για να μην ακουστούν. Δεν ήταν η ώρα να μάθει η εταιρία το ότι είναι όντως μαζί, με αυτόν τον τρόπο.

"Είμαστε μαζί και δεν σε έχω κάνει ακόμα δική μου" είπε την σκέψη του και δάγκωσε τα χείλη της. Έβαλε τα χέρια της στα μάγουλα του και σήκωσε το κεφάλι του.

"Κάνε με τότε" τον προκάλεσε και την φίλησε πάλι. Οι γλώσσες τους ήταν συγχρονισμένες, σίγουρες, και ανυπόμονες για αυτό που θα έρθει.

Άρχισαν να ξεκουμπώνουν ο ένας το πουκάμισο του άλλου με γρήγορους ρυθμούς. Έριξε το κεφάλι της πίσω καθώς πιπιλούσε το στήθος της.

Δάγκωνε με μανία τα χείλη της και έβαλε τα χέρια της στα μαλλιά του, τα τραβούσε απαλά όταν το χέρι του πήγε κάτω από το παντελόνι της.

Έβαλε δύο δάχτυλα μέσα της και αναστέναξε από την διαφορά θερμοκρασίας. Κρύο κόντρα στο ζεστό.

Τα κουνούσε κυκλικά μέσα της και τύλιξε τα πόδια της γύρω του πιέζοντας τον ακόμα πιο κοντά. Είχε αρχίσει να ζεστένετε υπερβολικά πολύ.

Έπιανε το σώμα του παντού. Ήθελε να τον νιώσει στο εκατό τοις εκατό. Τα δάχτυλα του άρχισαν να κινούνται πιο γρήγορα μέσα της.

Σκέπασε τους αναστεναγμούς της με τα χείλη του. Τα έβγαλε απότομα από μέσα της. Εκείνη κλαψούρισε και άνοιξε τα μάτια της μόνο για να τον παρατηρήσει.

Ήταν πανέμορφος. Ήθελε να τον βλέπει πιο συχνά με κόκκινα, δαγκωμένα χείλη.

Του ξεκούμπωσε το παντελόνι και έβγαλε έως σε ένα σημείο το δικό του. Μπήκε μέσα της έντονα.

Την ξάπλωσε ήρεμα πίσω και συνέχισε να της φίλα όλο το σώμα καθώς έμπαινε γρήγορα και άγρια μέσα της.

Τα χείλη της είχαν ματώσει και δεν άντεξε. Αναστέναξε και της έκλεισε το στόμα με το ελεύθερο χέρι του. Σήκωσε το κεφάλι του και πήγε από πάνω της.

"Κάνε ησυχία, μωρό μου" είπε με βραχνή φωνή και αναστέναξε στο χέρι του μόνο και μόνο από αυτό. Τα πόδια της άρχισαν να τρέμουν από την ένταση που έβαζε.

Πετούσε στον έβδομο ουρανό και το λάτρευε αυτό. Ακουμπούσε το σώμα του αισθησιακά, της άρεσε να ακούει τους δικούς του αναστεναγμούς. Μπορούσε να ακούει συνέχεια αυτόν τον ήχο.

Εκείνος από την άλλη, εκτιμούσε αφάνταστα το ποσό ευάλωτη φαινόταν. Λάτρευε που τον άφηνε να φιλήσει ακόμα και τις μικρές ελίτσες που είχε στο σώμα της.

Μετα από λίγο που προσπαθούσαν κάνουν και οι δύο ησυχία η Μιρέλα δεν άντεξε. Ήταν κοντά.

Επιτάχυνε και φιλούσαν ο ένας τον άλλον με μανία μέχρι, σκέπαζαν μαζί τους αναστεναγμούς τους. Μετά από δύο δυνατές εισχωρήσεις τελείωσαν μαζί. Έμειναν εκεί ακίνητοι κοιτώντας ο ένας τον άλλον ξέπνοοι.

Ένωσαν τα μέτωπα τους μένοντας εκεί για κάτι δευτερόλεπτα.

"Μιρέλα!!" ακούστηκε από τον διάδρομο μαζί με κάποιους βηματισμούς. Γούρλωσαν τα μάτια και σηκώθηκαν όρθιοι κατευθείαν.

Μόλις πάτησε τα πόδια της στο πάτωμα πονούσαν αλλά δεν ήταν η ώρα για αυτό. Δεν ήξερε πως μπορεί να κουμπώσει ένα πουκάμισο μέσα σε τρία δευτερόλεπτα.

Η πόρτα χτύπησε και στην ώρα που είχε όταν είπε "Περάστε!" σουλουπώθηκε όπως μπορούσε, ήταν σίγουρη πως το μαλλί της ήταν ακόμα έξαλλο. Ο Άγγελος ήταν έτοιμος και προσπαθούσε να την βοηθήσει, μέχρι που μπήκε ο Βλάσης μέσα πήρε πίσω το σοβαρό του βλέμμα.

Δεν ήξερε πως μπορούσε να είναι σοβαρός μετά από όλο αυτό, αλλά ζήλευε.

"Τα πάντα είναι σχεδόν έτοιμα. Το μόνο που θέλω είναι να ελέγξεις αυτά τα χαρτιά του Παπαγεωργίου-" άφησε τον πάγκο με τα χαρτιά πάνω στο γραφείο και την κοίταξε από πάνω μέχρι κάτω. "Διακόπτω κάτι;"

Τα μάγουλά της έκαιγαν και ο Άγγελος δίπλα της που ήταν έτοιμος να σκάσει στα γέλια, δεν βοηθούσε.
Θα τον σκοτώσω.

"Οχι! Εδώ ετοίμαζα τα πράγματα μου αλλά αν θες να κάτσω μπορώ" άλλαξε όσο πιο γρήγορα μπορούσε θέμα και πήγε δίπλα του για να μην σκεφτεί τίποτα άλλο.

Κοιτάζονταν που και που έτοιμοι να σκάσουν στα γέλια, αλλά μετά που να εξηγούν στον Βλάση. Κατέληξαν πως θα τα κάνει αύριο μόλις έρθει.

Της έριξε άλλη μια τελευταία ματιά. Του φαινόταν πολύ περίεργη. "Αντε να πας σπίτι να ξαπλώσεις γιατί φαίνεται λες και έχεις πυρετό" έπιασε το κούτελο της αλλά ήταν μια χαρά δροσερή.

Γέλασε απαλά. "Θα πάω, τα λέμε" του είπε και βγήκε από την πόρτα κατευθυνόμενος προς το γραφείου του.

Μόλις η πόρτα έκλεισε κοιτάχτηκαν μεταξύ τους και έσκασαν στα γέλια σαν μικρά παιδιά. Η Μιρέλα έπεσε στον καναπέ και έπιασε την κοιλιά της.

"Θεέ μου, ήταν το πιο άβολο πράγμα που έχω ζήσει" του είπε έτοιμη να αρχίσει να κλαίει από τα γέλια.

"Εμενα μου λες" συνέχισε γελώντας και την βοήθησε να σηκωθεί να πάνε σπίτι επιτέλους.

"Το ξέρεις πως πρέπει να μάθει πως είμαστε όντως μαζί, έτσι;" ρώτησε ο Άγγελος μετά από λίγο που είχαν βγει ήδη έξω από την εταιρία. Ένευσε θετικά.

"Ναι, αλλά έχει λίγη πλάκα να μην ξέρουν τίποτα" είπε με ένα σατανικό χαμόγελο και την κοίταξε σαν να είναι παιδάκι που ήθελε να παίξει και άλλο με τις κούκλες του.

Τι να την κάνω;

1992

Μπήκε μέσα στο στέκι. Ήταν πανέμορφο. Ήταν η δημιουργία του, όπως και το υπόγειο στο σπίτι του. Ήταν τεράστιο.

"Αυτούς τους δύο θέλω" είπε στον πιστό του συνεργάτη από την αρχή και εκείνος ένευσε θετικά. Είχε ήδη κάποια άτομα αλλά ήθελε και άλλα μέσα στην οργάνωση.

Έπρεπε η δουλειές του να γίνουν σωστά. Και για να γίνουν σωστά η Χριστιάννα μου δεν πρέπει να μάθει τίποτα.

Όλα αυτά είναι δικά του. Θα βγάλει φήμη, δόξα, χρήμα. Όλα αυτά που έπρεπε να πάρει.
Που μου αξίζουν.

[...]

"Που είσαι;" είπε νευριασμένα η Χρίστη στο τηλέφωνο. Όλο αργούσε τελευταία και όλο έλεγε πως κάτι θέλει να της πει. Ε δεν ήθελε και πολύ να νευριάσει.

"Ερχομαι, έρχομαι" της είπε πιστεύοντας πως δεν θα μπορέσει να της πει την έκπληξη.

Ήταν μαζί επίσημος ένα χρόνο μαζί. Ήταν το μόνο πράγμα που αγαπούσε πάνω στον κόσμο. Θα έκανε τα πάντα για αυτήν, όπως λέει.

Θα έμπαινε πάνω από την οργάνωση;

Η αλήθεια είναι πως και εκείνη τον αγαπούσε. Όσο και να τον έβριζε ήξερε πως μαζί του πετάει στα ουράνια. Ακόμα και αν στην αρχή δεν τον συμπαθούσε καν.

Μέσα σε αυτόν τον ένα χρόνο είχαν μάθει ο ένας τον άλλον. Είχαν περάσει καλά και άσχημα. Είχαν μείνει στο αμάξι βραδιά μόνο και μόνο γιατί δεν ήθελαν να αποχωριστούν ο ένας τον άλλον-

"Μου ζητάς να σε αρραβωνιαστώ;" ρώτησε μεσα στο ίδιο αμάξι που έκαναν όλα τα προηγούμενα. Ακόμα και το πρώτο τους φιλί είχαν εκεί μέσα.

"Νομίζω πως ναι" είπε χαλαρός και εκείνη ήταν έτοιμη να ουρλιάξει. Δεν ήξερε αν ήταν από χαρά ή από άγχος.

"Αποστόλη ξες τι πας να κάνεις τώρα έτσι;"

"Απόλυτα" κοίταξε μια αυτόν, μια το δαχτυλίδι, μια αυτόν, μια το δαχτυλίδι. Εν τέλει, τον κοίταξε έντονα στα σκούρα του μάτια.

"Είμαστε νέοι ακόμα, μπορεί στο μέλλον να το μετανιώσουμε και-"

"Εσύ θα το μετανιώσεις;" Δεν μίλησε για δύο δευτερόλεπτα. Τα ήθελε για να σκεφτεί καθαρά την απάντηση της. Ήθελε να δείχνει σίγουρη.

"Οχι" είπε τελικά και σχηματίστηκε ένα χαμόγελο στα χείλη του.

"Ούτε εγώ" χαμογέλασε και αυτή. Της έβαλε το ασημένιο δαχτυλίδι με το μικρό διαμαντάκι στο χέρι και την φίλησε.

Την φίλησε έντονα. Γιατί μέσα και σε αυτό το αμάξι πρέπει να φτιαχτεί το επόμενο στάδιο της ζωής τους και της σχέσης τους.

Μέχρι που θα χαλούσε αυτό.

"Χριστιάννα τι πηγές και έκανες..." είπε η μαμά της λες και έχασε μόλις την κόρη της. Ο πατέρας της σε μια γωνιά να παρατηρεί απογοητευμένος.

"Αγάπησα μαμά, και έκανα αυτό που πίστευα σωστό" υπερασπίθηκε την θέση της. Ήταν τόσο αρνητικοί γενικώς με τον Αποστόλη χωρίς λόγο.

Τον έλεγαν ψεύτη και περίεργο μόνο και μόνο επειδή δεν τους άρεσε το όνομα του πατέρα του. Γονείς.

"Όχι δεν αγάπησες καλή μου, την ζωή σου κατέστρεψες αρραβωνιάζοντας αυτόν τον άνθρωπο" ο πατέρας του θεωρούταν απατεώνας, αλλά κανείς πότε δεν το επιβεβαίωσε. Μόνο φήμες.

Πάντα οι επιχειρηματίες που χρεωκοπούσαν από μια στιγμή και μετά τους έβγαζαν φήμες. Οπότε η Χρίστη το έβρισκε άκρως εκνευριστικό αυτό. Της είχε αποδείξει πολλές φορές πως ο πατέρας του δεν είναι έτσι. Τον έχει γνωρίσει κιόλας τον άνθρωπο! Ευγενέστατος.

"Μαμά τώρα υπερβάλλεις" της είπε και έκανε ένα βήμα πίσω. Κοίταξε μια τον έναν και μια τον άλλον και ξεφύσησε. Δεν πρόκειται να τους έπειθε, με τίποτα.

"Δεν γίνεται να πιστεύετε τις φήμες και όχι εμένα. Σας λέω οι άνθρωποι είναι ευγενέστατοι. Τώρα όταν κάποιος βγάζει αυτά τα πράγματα συνήθως ζηλεύει" είπε και κοιτάχτηκαν μεταξύ τους.

"Γιατί δεν είναι φήμες, μήπως; Χριστιάννα, έχεις δει μόνο μια πλευρά αυτής της οικογένειας, αυτό δεν σημάνει πως είναι η αληθινή" πήρε ο πατέρας της τον λόγο που δεν ήθελε αυτόν τον τύπο μέσα στο σπίτι του.

"Ωραία, και να είναι, ο Αποστόλης δεν είναι έτσι. Πρέπει να καταλάβετε πως δεν είναι οι γονείς ίδιοι με τα παιδιά!" είχε αρχίσει να νευριάζει. Δεν της άρεσε που την αμφισβήτούσαν.

"Όλοι αυτό λένε στην αρχή" της είπε με ήρεμο τόνο.

"Δεν πειράζει, θα σας αποδείξω το αντίθετο" ειρωνεύτικε πίσω και πήρε την τσάντα της να φύγει από εκεί μέσα. Αν έβγαινε άλλη μια λέξη από το στόμα τους, ήταν σίγουρη, πως αυτό δεν θα καταλήξει καλά.

Φήμες.

"Τι σκοπεύετε να κάνετε;" ρώτησε πάλι η μάνα και ανασήκωσε τους ώμους της καθώς άνοιγε την πόρτα.

"Ελπίζω να έχεις αλλάξει γνώμη την επόμενη φορά που θα έρθεις" ακούστηκε από το βάθος και ο πατέρας της αφού έκλεισε την πόρτα.

Μία φορά να την πιστέψουν, μια φορά.




























~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top