Είδηση-8

"Τι εννοείς;" ο Βλάσης ήταν μπερδεμένος. Δεν είχε αναφέρει πουθενά στην πρόσκληση για αυτό. Η Μιρέλα απέναντι του έκανε κύκλους στο γραφείο.

"Εννοώ πως ο τύπος μας την έφερε. Μας κάλεσε στο τραπέζι για τις λεπτομέρειες και για να υπογράψουμε λογικά"είπε σκεφτόμενει πως θα έκανε αν αρνιόταν την πρόταση. Ο άντρας έβαλε το χέρι στον αυχένα του. Σκεφτόταν.

"Θα υπογράψεις;"

"Δεν ξέρω, δεν είμαι μόνη μου σε αυτήν την εταιρία. Εσύ τι λες;" ήλπιζε ο φίλος του πατέρα της να την έβγαζε από την δύσκολη θέση. Γιατί να αποφασίσει αυτή; Καλά καλά δεν ξέρει ακόμα αν πρέπει να βάψει τον τοίχο της, αυτά θα έχει στο νου της;

"Μιρέλα δεν είμαι εγώ ο διευθυντής. Εγώ είμαι απλά ο διευθύνων σύμβουλος. Η απόφαση θα είναι δική σου" και να αυτό την άγχωσε περισσότερο.

"Ακου, δες τα θετικά που μπορεί να μας προσφέρει και τα αρνητικά. Για αυτό μην απορρίψεις το τραπέζι. Θα πας και αν δεν βγει λες δεν θέλω να συμμετέχω" και οι δύο ήξεραν πως τα πράγματα δεν θα ήταν τόσο απλά αλλά έγνεψε.

"Θα το συζητήσω με την Σπυριδούλα και θα σου πω" η Σπυριδούλα κάτι θα ήξερε. Οικονομικός σύμβουλος είναι, δεν θα ξέρει κάτι παραπάνω από το τι θα κερδίσουν ή όχι;

Η πόρτα στο γραφείο του Βλάση χτυπάει. Φωνάζει ένα "Περαστε". Ο Άγγελος μπαίνει μέσα συγχυσμένος τόσο πολύ που κάνει την Μιρέλα να ανησυχίσει.

"Έχουμε ένα μικρό πρόβλημα" είπε όσο πιο ήρεμα μπορούσε. Η κοπέλα οριακά τα έπαιξε. Θα έπρεπε να διαχειριστεί και άλλο πρόβλημα εκτός από αυτό;

"Μπορεί, μπορεί πάντα, το σχέδιο σας να μην πήγε και πολύ καλά" σήκωσε το φρύδι της. Ήρθε κοντά της με το κινητό στο χέρι. Ήταν ανοιγμένο σε μια ιστοσελίδα. Της το έδωσε να διαβάσει από μόνη της.

Είδηση σοκ!!!

Η Μιρέλα Τριανταφυλλίδη, η γνωστή πλέον διευθύντρια της πρώτης λογιστικής εταιρίας της Ευρώπης Α.Π. Τριανταφυλλίδη, μετά από την μεγάλη απώλεια της βγαίνει και πάλι δημόσια!!!

Εντοπίστηκε χθες το απόγευμα στην εκδήλωση του Κωνσταντίνου Ευθυμιάδη αλλά όχι μόνη της!!!

Σύμφωνα με ενδείξεις πήγε με τον αρραβωνιαστικό της, Άγγελο Ανδρέου, γνωστό ως τον οικονομικό σύμβουλο της εταιρίας.

Πιο κάτω φωτογραφίες που αποδεικνύουν την χθεσινή τους συνάντηση >>>>>

Γούρλωσε απότομα τα μάτια της. Έσυρε το δάχτυλο της πιο κάτω για να δει της υποτιθέμενες φωτογραφίες. Δεν είχε καταλάβει τους παπαράτσι ότι τους είχαν δει απέξω.

Κιομως, στην φωτογραφία ήταν ο Άγγελος να της πιάνει την μέση καθώς έβγαιναν έξω από την αίθουσα. Αυτή του χαμογελούσε. Μωρέ ήξεραν τι βγάζουνε.

"Τι έγινε;" ήρθε κοντά της ο Βλάσης.

Ετοιμαζόταν να φάει το βρίσιμο της ζωής της μιας και ήταν απρόσεκτη. Πήρε το κινητό από τα χέρια της, άρχισε να διαβάζει. Τα μάτια του έγιναν όπως της Μιρέλας μόλις διάβασε την πρώτη κιόλας παράγραφο του κουτσομπολίστικου σαιτ.

"Αυτό μας έλειπε τώρα" μουρμούρισε μέσα από τα δόντια. Έκατσε πίσω στην καρέκλα του με σκοπό να πάρει χίλια τηλέφωνα μέχρι να κατεβάσουν την είδηση. Άλλη όρεξη δεν είχαν, να βγουν και φήμες.

"Πάμε να φύγουμε καλύτερα" ψιθύρισε η κοπέλα στον άντρα δίπλα της. Όσο και αν δεν της φαινόταν τον φοβόταν τον Βλάση. Όχι πως θα της κάνει κακό ή κάτι, απλά ήταν κάτι σαν δεύτερος πατέρας για αυτήν. Τον είχε μάθει και την είχε μάθει. Κάποτε της έκανε και την νταντά.

Βγήκαν έξω από το γράφει και κοιτάχτηκαν μεταξύ τους. Την κοιτούσε λες και έκανε κάποια αταξία. Ξαφνικά ένιωσε μικρή.

"Δεν φταίω εγώ! Που να το φανταστώ πως θα μας στήνανε καρτέρι" δικαιολόγησε τον εαυτό της. Βέβαια αυτό δεν του έφτανε. Αυτή ήταν η κατάσταση που ήθελε να αποφύγει. Το βλέμμα του την έκαιγε.

"Δες τα θετικά" συνέχισε μετά από κάτι δευτερόλεπτα κοιτάζοντας τον τοίχο. Της σήκωσε το φρύδι.

"Τα οποία είναι;"

"Ε, ξέρω εγώ, θα παμε παντού μαζί"

"Και αυτό είναι θετικό;"

"Αυτό θα έπρεπε να το πάρω ως προσβολή αλλά το προσπερνάω γιατί είναι. Θα με προλάβεις πριν πω καμιά κοτσάνα" γύρισε το κεφάλι της και τον κοίταξε πλάγια. Ακόμα νεύρα της είχε. Τότε της ήρθε φλασιά.

"Ωχ! Μηπως είσαι με κάποια; Δεν το ήξερα. Αν δεν καταλαβαίνει μπορώ εγώ να της εξηγήσω την κατ-" την διέκοψε αμέσως.

"Αν ήμουν με κάποια πιστεύεις πως αυτήν την στιγμή θα μέναμε μαζί;" ρώτησε ειρωνικά. Το σκέφτηκε λίγο. Δίκιο έχει. Αλλά το γεγονός πως της μιλάει στον ενικό εν ώρα εργασίας σημαίνει πως όντως είναι νευριασμένος.

"Τοτε γιατί εκνευρίζεσαι;"

Η αλήθεια είναι πως όντως η συμπεριφορά του δεν ήταν κανονική για αυτήν. Δηλαδή αφού δεν ήταν με κάποια, γιατί νευριάζει;

"Μήπως είσαι με κάποιον;"

"Μιρέλα"

"Τι δεν είναι κακό εγώ θα σε υποστήριξω. Έχω πολλούς στο πανεπιστήμιο-"

Της έκλεισε το στόμα. Αν την άκουγε να μιλάει λίγο ακόμα νομίζει θα έκανε φόνο. Και μετά θα τον κυνηγούσαν λογικά η μισή χώρα, χωρίς υπερβολές. Οπότε προτίμησε το χέρι του παρα τον φονο της.

Η κοπέλα έσμιξε τα φρύδια της. Έκανε το πιο δραστικό και παιδιάστικο, πρώτο πράγμα που σκέφτηκε. Τον δάγκωσε.

Έβγαλε ένα επιφώνημα πόνους μιας και δεν το περίμενε και τον κοίταξε με κουταβήσια ματιά.

"Μιρέλα τα πράγματα είναι πιο σοβαρά από ο,τι νομίζεις" της είπε σε απόλυτα σοβαρό τόνο. Από την μία δεν καταλάβαινε γιατί δεν καταλάβαινε. Το πράγμα ήταν ξεκάθαρο.

"Δεν είναι, απλά θα προσποιείθουμε το ζευγάρι σε όλους"

"Ναι, μέχρι πόσο;" αυτό δεν το είχε σκεφτεί. Ξανακοιτάξε τον τοίχο απέναντι της. Για κάποιο λόγο της φαινόταν πιο ενδιαφέρον από την συζήτηση τους.

"Ε δεν ξέρω. Όσο πάει"

"Δεν πάει έτσι"

"Μην με αγχώνεις! Τώρα ότι έγινε, έγινε. Θα προσποιειθούμε και στο τέλος θα πούμε πως απλά δεν μας βγήκε" έκανα ένα αυτοσχέδιο όραμα στο μυαλό της. Με το οποίο ο Άγγελος απλά ήθελε να χτυπήσει το κεφάλι του στον τοίχο. Είχε μετανιώσει οικτρά που είχε συμφωνήσει στα πάντα.

"Μήπως να το πούμε από τώρα;"

"Εσύ είσαι ο έξυπνος εδώ περα και πετάς μαλακίες. Αν το πούμε τώρα θα μας καταλάβουν. Και στο κάτω κάτω πρέπει να πάμε και σε εκείνο το τραπέζι" είπε την τελευταία πρόταση βαριεστημένα. Αλλά θα το ανεχόντουσαν.

Εξάλλου σιγά, δεν θα είναι και για πολλές φορές.

[...]

Γύρισαν και οι δύο σπίτι μετά από τον τσακωμό τους. Βέβαια ούτε δύο αμάξι ήταν ήρεμοι. Δεν υπήρχε ένταση μόνο στην ατμόσφαιρα. Φώναζαν και πατούσαν κόρνες, ενας θεός ξέρει πως δεν τους βρήκε το επόμενο λεπτό σε κάθε κολόνα της ΔΕΗ.

Ο καθένας είχε τον δικό του λόγο να τσακωθεί. Ο Άγγελος γιατί η Μιρέλα δεν έλεγε να καταλάβει την σοβαρότητα της καταστάσεις που θα βρίσκονται τον επόμενο καιρό. Και η Μιρέλα να βρίζει τον Αγγελο που τα βλέπει όλα τόσα βουνό.

Οι γείτονες τις πολυκατοικίας ήταν πολύ καλοί. Ναι, εκτός από κάποιες συγκεκριμένες. Είχαν δει το άρθρο στο κουτσομπολίστικο και το είχαν πιστέψει χωρίς δεύτερη σκέψη. Εξάλλου γιατί να έμεναν αυτοί οι δύο μαζί; Έλεγαν όλοι την ώρα.

Μπορούσες να τους ακούσεις να φωνάζουν από το ασανσέρ. Όταν βγήκαν βέβαια ήταν σαν να είχαν βγει από εμπόλεμη ζώνη. Η κοπέλα έβγαλε τα κλειδιά της για να ανοίξει πρώτη την πόρτα για να του την κοπανήσει μετά στο κεφάλι.

Εν τέλει απλα τον άφησε να μπει μέσα.

"Ο Ευθυμίου φταίει, αν δεν υπήρχε τώρα αυτός όλα καλά θα ήταν" μονολόγισε ο άντρας. Η Μιρέλα αν άκουγε άλλη μια γκρίνια λογικά θα του πετούσε το τακούνι στο κεφάλι. Χωρίς να παραδεχτεί πως ο απέναντι της έχει δίκιο.

"Παω μέσα, αν δεν έχουμε σειρήνες πολέμου μην με διακόψεις" του είπε πεισματικά πηγαίνοντας μέσα στο δωμάτιο της.

Ο Άγγελος ξεφύσησε. Αυτή η κατάσταση μπορεί να έβγαινε εκτός ελέγχου. Και πάνω από όλα θα έβγαινε έξω από τα δικά του όρια. Τα οποία τα έχει βάλει μόνος του στον εαυτό του.

Μπήκε μέσα στο δωμάτιο και άρπαξε το μωβ τετράδιο της. Το άνοιξε από εκεί που είχε μείνει χωρίς να την νοιάζει η συνέχεια.

31/10/16

Ήταν μπροστά από τον καθρέφτη της ντουλάπας της. Προσπαθούσε να στρώσει το φόρεμα πάνω της όσο πιο όμορφα μπορούσε. Ήταν ένα απλό κολλητό κόκκινο, σιχενόταν το μαύρο, μόνο μια φορά στην ζωή της είχε βάλει, χωρίς υπερβολές.

Η Μαρίνα καθόταν στο κρεβάτι της κολλητής της και όλο ακουγόταν αυτός ο ήχος από το πληκτρολόγιο. Μπορούσε να σπάσει τα νεύρα στην Μιρέλα αλλά το κατάπιε.

"Ετοιμη;" την ρώτησε καθώς την είδα να κλείνει την ντουλάπα. Έφτιαξε το δικό της μαύρο φόρεμα και σηκώθηκε όρθια να πάει κοντά της. "Έλα μια χαρά είσαι πάμε" την τράβηξε απο το χέρι.

"Μαρίνα είσαι σίγουρη;" συνήθως σε αυτή την ερώτηση η πρώτη λέξη είχε διαφορετικό όνομα. Η κοπέλα ξεφύσησε. Την είχε φέρει οριακά στα όρια της.

"Ήθελες να πάμε να τους βρούμε ναι ή όχι;"

"Ναι" είπε λίγο πιο διστακτικά καθώς σκεφτόταν αν πρέπει ή όχι.

"Ωραία, σκάσε τότε και κούνα τον κωλο σου να τους βρούμε. Δεν με έπρηξες εμένα να πάμε μαζί και στο τέλος να μου το ακυρώνεις. Άσε που το κραγιόν που σου πήρα ταιριάζει με τα μάτια μου. Τελείωνε"

Την πήρε από το χέρι και αφού χαιρέτησαν όλο το σπίτι, βγήκαν έξω. Κατέβηκαν τις σκάλες με την Μιρέλα ακόμα σε σκέψεις. Δεν ήταν ότι δεν το είχε σκεφτεί καλά-βασικά δεν το είχε σκεφτεί γενικός.

Για να σας βάλω στο θέμα, μετά από ό,τι έγινε στο σχολείο δεν ξαναμιλήσαν με τα αγόρια. Αυτό της Μαρίνας της ήταν αρκετά ευχάριστο μιας και δεν της άρεσε ο,τι έκαναν. Ήθελε την ηρεμία της. Από την άλλη όμως η Μιρέλα τους ήθελε πίσω. Αυτή η αδρεναλίνη της άρεσε και μάλιστα το είχε πει και στον Ηλία. Σύμφωνα με αυτήν με έγραψε κανονικότατα.

Οπότε η παλαβή ιδέα της Μιρέλας ποια ήταν; Είχε ακούσει στο διάλειμμα πως σήμερα θα πήγαιναν στο σινηκιακό κλαμπ της γειτονιάς. Το συζητούσαν περίπου μπροστά της οπότε δύσκολο να μην ακούσει οπότε η ιδέα του ξεσαλώματος της χτυπούσε την πόρτα.

Έφτασαν κιόλας απέναντι από το κλαμπ. Η Μαρίνα ήταν εκείνη που τελικά μετάνιωσε και έλεγε μήπως θα ήταν κακό να μπούνε και αυτές μέσα επίτηδες γιατί ήταν αυτοί. Η καστανομάλλα δίπλα της την έγραψε κανονικά και μπήκαν μέσα.

Μυρωδιές από διάφορα τσιγάρα και ποτά ήρθαν στο πρόσωπο τους. Η Μιρέλα προσπαθούσε να τους εντοπίσει και να πάνε τυχαία δίπλα τους. Καθ' όλη αυτή την διάρκεια κρατούσε το χέρι της Μαρίνας η οποία είχε μετανιώσει την ώρα και στην στιγμή που αποφάσισαν να πάνε.

"Δεν τους βλέπω"

"Και είχα μια φαγούρα"

"Τους βρήκα!!" η κοκκινομάλλα μόνο που δεν έκλαψε. Έκατσαν σε ένα σημείο στην μπάρα. Ήταν λίγο μακριά από αυτούς οπότε έπρεπε να παρατηρήσουν καλά για να τις δούνε.

"Μην κοιτάς τόσο έντονα" την χτύπησε στην μέση. Την κοίταξε δολοφονικά. Δεν κοιτούσα πια και τόσο!! Γύρισε πάλι το κεφάλι της προς το μέρος τους.

"Μωρέ μπας και σου γυάλισε" την ρώτησε η Μαρίνα πονηρά. Καταβάθος ήταν ανήσυχη. Δεν της άρεσε πολύ ούτε αυτός αλλά ούτε και οι φίλοι του. Είχε ένα κακό προαίσθημα που δεν μπορούσε να το προσδιορίσει.

"Τι;" γύρισε το κεφάλι της προς το μέρος της.

Ηξεραν πως άκουσε και οι δύο. Οπότε δεν επανέλαβε αυτό που είπε και απλά περίμενε να απαντήσει.

"Απλά μου αρέσει η παρέα τους" ανασήκωσε τους ώμους της. Η αλήθεια ήταν πως μέχρι στιγμής όντως αυτό γινόταν. Τουλάχιστον έτσι πίστευε. Για το μόνο που ήταν σίγουρη είναι πως της άρεσε το πως περνούσαν μαζί.

Η Μαρίνα πήγε να αντιμιλήσει αλλά δεν πρόλαβε. Ακούστηκε κάτι να σπάει. Γυαλιά. Ήταν πολύ δυνατό οπότε γύρισαν και οι δύο το κεφάλι τους στην πόρτα η οποία ήταν γυάλινη.

Μπούκαραν μέσα κάποιοι άνθρωποι με μαύρα ρούχα και κουκούλες. Γούρλωσαν και οι δύο τα μάτια τους. Η Μαρίνα πήγε να ουρλιάξει με την τύχη τους αλλά η Μιρέλα της έκλεισε το στόμα πριν προλάβει.

Ήταν πέντε άτομα εκ των οποίων τα τρία είχαν έξω τα όπλα και σημάδευαν αθώο κόσμο. Δεν έριχναν σφαίρες αλλά μόνο απειλούσαν. Κρύφτηκαν στην άκρη της μπάρας διότι αυτοί ήταν στην πόρτα και δεν άφηναν κόσμο να βγει έξω.

Επικρατούσε ένας πανικός. Μια γυναίκα η οποία ούρλιαζε ήταν το πρώτο θύμα. Ακούστηκαν αλλά τόσα επιφωνήματα μετά από την πρώτη σφαίρα, την δεύτερη, την τρίτη...

Η Μαρίνα ήταν έτοιμη να πάθει κρίση πανικού. Δεν μπορούσε να σηκώσει το κεφάλι της γιατί συχαινόταν και το αίμα. Η Μιρέλα προσπαθούσε να είναι χαλαρή για χάρη της φίλης της. Μην της μείνει και στα χέρια.

Κοίταξε για λίγο δίπλα της και είδε τον Ηλία να σηκώνετε πάνω. Γούρλωσε τα μάτια της. Εντάξει το παιδί είναι ηλίθιο. Αλλά αυτό που έκανε αυτή ήταν πιο ηλίθιο.

Σηκώθηκε όρθια με σκοπό να τραβήξει την προσοχή του Ηλία ενώ οι σφαίρες πήγαιναν από εδώ και από εκεί. Η Μαρίνα δίπλα της είχε πάθει ήδη πενήντα εγκεφαλικά και με αυτό έπαθε και άλλο ένα.

"Ηλία!" φώναξε αρκετά δυνατά αλλά όχι τόσο όσο να ακουστεί πάνω από την βαβούρα που επικρατούσε. Μπορεί να μην την είδε αλλά την είδε ο Βασίλης. Άνοιξε διάπλατα τα μάτια του. Κατευθείαν έτρεξε για να την φτάσει.

"Είσαι καλά κοπέλα μου;" την ρώτησε έξαλλος. Την έπιασε από τους ώμους και την έβαλε πάλι να καθίσει κάτω. "Τι πας και κάνεις;"

"Εγω φταίω ή που ο φίλος σου είναι ηλίθιος και πάει μπροστά τους" τον ρώτησε ενοχλημένει.

"Ε ρε πούστη μου τι τραβάω" μουρμούρισε."Άσε τον φίλο μου και κοίτα την δικιά σου δουλειά" εκνευρισμένος έκατσε για λίγο δίπλα της γιατί άκουσε έναν δυνατό πυροβολισμό. Ήταν κοντά τους.

Η Μιρέλα πήρε αγκαλιά την κολλητή της που έτρεμε σαν το ψάρι και άφησε τον Βασίλη να κάνει την δουλειά του. Κρυφοκοίταξε τον κολλητό του ο οποίος είχε βγάλει το όπλο και προσπαθούσε να μην χτύπησε πολίτες. Έλα όμως που αυτό δεν το είδε μόνο αυτός.

"Τι κάνει αυτός με το όπλο;" φώναξε έκπληκτη. Τον έβλεπε να πετυχαίνει έναν έναν τους τύπους. Όλοι οι πολίτες είχαν φύγει από το μαγαζί, όσοι ήταν καλά τουλάχιστον. Μέχρι και ο μπάρμαν είχε φύγει.

Πήγε να της κλείσει το στόμα αλλα είχε ξεχάσει πως φαινόταν. Πέρασε μια σφαίρα ξυστά από το αφτί του. Αυτό έκανε την Μαρίνα να ουρλιάξει και να χωθεί πιο πολύ στην αγκαλιά της φίλης της.

"Γαμώτο" ψιθύρισε ο Βασίλης καθώς έρχονταν προς το μέρους τους ο τελευταίος. Σήκωσε και τις δύο και πήγαν κάτω από το μπαρ με την ελπίδα να μην τους δουν.

Ομως τους είδαν.

Η Μιρέλα άρπαξε το πρώτο μπουκάλι που βρήκε μπροστά της, το οποίο ήταν κάτω από την μπάρα. Σηκώθηκε όρθια και το πέταξε πάνω στον τύπο με τα μαύρα.

Δεν πρόλαβε να σκεφτεί πως χτυπάει έναν άνθρωπο ακόμα και αν στην συνέχεια το μετάνιωνε ή και όχι, ήταν ή αυτός ή η ζωή τους. Έπρεπε να πάρει μια απόφαση γρήγορα.

Το διάφανο ποτό μαζί με τα γυαλιά πετάχτηκε παντού με την δύναμη που του έβαλε. Πάλι καλά δεν τον σκότωσε όπως φοβόταν. Απλά τον είχε αφήσει λιπόθυμο. Αυτό δεν βόλευε μόνο αυτήν αλλά και αυτούς.

"Τι κάνεις εσύ εδώ;" ρώτησε ξεκάθαρα νευριασμένος ο Ηλίας. Πριν προλάβει όμως να πει κουβέντα μπήκε μέσα στο μαγαζί ένας άντρας.

Ο άντρας ήταν γύρω στο 1,90 και η Μιρέλα φοβήθηκε μόνο από την κορμοστασιά του. Είχε αυστηρό βλέμμα όπως και ρούχα. Κοίταξε πρώτα κάτω του τα πτώματα. Χαμογέλασε όταν είδε πως μεσα τους ήταν και αυτοί με τα μαύρα.

Δεν μπορούσε να διακρίνει καθαρά το πρόσωπο του. Είχε πολύ σκοτάδι εκεί, είχαν πυροβολήσει τα περισσότερα φώτα. Το μόνο που φώτιζε ήταν η πορτοκαλί λάμπα απέξω και μια μικρή κόκκινη του κλαμπ.

Σήκωσε πάλι το κεφάλι του, πήγε να μιλήσει στον Ηλία αλλά εκείνη την στιγμή σηκώθηκε ο Βασίλης και η Μαρίνα. Του τράβηξε την προσοχή η κίνηση που είδε με την άκρη του ματιού του. Μόλις είδε συν έξτρα άτομα τρελάθηκε.

"Ποιες σκατά είναι αυτές;!" απευθύνθηκε στον Ηλία. Εκείνος ξεροκατάπιε. Πλησίασε πιο κοντά. Είδε την Μιρέλα με λίγα αίματα στα χέρια της και γυαλιά σκορπισμένα γύρω της.

"Εσύ το έκανες αυτό;" η φωνή του ήταν βαριά. Ένιωθε λες και περνούσε από ανάκριση. Έδειχνε κάτω τον τύπο και γύρω γύρω τα γυαλιά. Ήθελε να σιγουρευτεί.

"Ναι"

"Αφεντικό... "πήγε να πει ο Βασίλης. Τα είχαν κάνει θάλασσα. Ένα τσακ ήθελε το αφεντικό να σπάσει.

"Μπορείτε να φύγετε" έδωσε το ελεύθερο στα δύο κορίτσια, τα οποία εξεπλάγειν με αυτό που τους είπε ο ψηλός άντρας.

Ο Ηλίας της έκανε νόημα από πίσω. Δεν ήταν ώρα για ερωτήσεις. Πήρε την Μαρίνα από το χέρι και πήγαν προς την πόρτα.

Η ξαφνική ευγένεια έκανε εντύπωση και στις δύο. Αλλά δεν μπορούσαν να πουν κάτι. Ουσιαστικά τους χάριζε 'ελευθερία' μετά από όλο αυτό το σκηνικό χωρίς κάτι παραπάνω.

Χαζές ήταν να μην δεχτούν;

Βγήκαν έξω από την σπασμένη πόρτα. Εκεί όμως τις περίμεναν δύο άλλοι άντρες. Κρατούσαν ένα πανί ο καθένας. Ο ένας έπιασε την μία και ο άλλος την άλλην. Τους έβαλαν το πανί με το υγρό πάνω στο στόμα και πίεζαν με μανία.

Πριν προλάβουν καν να φωνάξουν, όλα μαύρισαν.

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top