Διαφορετική Οικογένεια-45

Οι δύο γυναίκες κοιτούσαν επίμονα τον Άγγελο να χτυπάει την πόρτα. Μπορεί να ήταν ένα από τα πιο αγχωτικά πράγματα, χωρίς λόγο και αιτία.

Δεν ακούστηκε κάτι από μέσα οπότε μπήκε μέσα. Οι Μιρέλες περίμεναν απέξω περνώντας τηλέφωνο την Γεωργία να τσακιστεί και να έρθει από εδώ.

Ο Αγγελος κάθισε στο κρεβάτι της Μιρέλας και χάιδεψε απαλά την πλάτη του Παύλου. "Θες να πάμε μια βόλτα;" ρώτησε γλυκά.

"Δεν έχω όρεξη" απάντησε μονότονα. Σπάραζε η καρδιά του. Είναι απλά ένα παιδί που ζητάει πίσω τους γονείς τους. Που θέλει πίσω τα αυτονόητα.

"Το ξέρω. Αλλά... θέλω να σου πω κάποια πράγματα και εγώ. Ως παιδί χωρισμένων γονιών" Δεν είχε ιδέα τι να του έλεγε. Απλά έπρεπε κάπως να τον κάνει να καταλάβει.

"Ναι αλλά εσένα οι γονείς σου δεν έφυγαν" ήθελε να γελάσει, αλλά μετά αντε να εξηγήσει στο παιδί.

"Αν με αφήσεις να σου εξηγήσω θα καταλάβεις πως κάνεις λάθος" σήκωσε το κεφάλι του και τον κοίταξε εξεταστικά. Δεν ήξερε αν έκανε λάθος ή όχι.

Αλλά είναι μεγάλος και οι μεγάλοι πάντα ξέρουν.

"Καλά" ξεφύσησε και ο Άγγελος του χαμογέλασε. Μετά από λίγα λεπτά, χωρίς να χαιρετήσουν, έφυγαν πηγαίνοντας προς το πάρκο.

"Γιαγιά..." έφερε τα γόνατα της στο ύψος του στήθους της και τα αγκάλιασε. Ήθελε να κουρνιάσει και να κλάψει.

"Μιρέλα, μεγάλωσα πέντε παιδιά και-μέχρι στιγμής-εφτά εγγόνια. Πονάει να τον βλέπεις έτσι, αλλά πρέπει να καταλάβεις πώς δεν φταις εσύ" της είπε απόλυτα ειλικρινά και την κοίταξε ευθεία στα μάτια που μοιράζονται.

"Ήταν δουλειά μου ο Παύλος να μείνει έξω από αυτό. Είχα ένα πράγμα και απέτυχα και σε αυτό" η μεγαλύτερη σήκωσε το φρύδι της.

"Una cosa?" ένα πράγμα; "Εγώ σε θυμάμαι με μια εταιρία και ψάχνοντας σπίτι προσπαθώντας να τα τακτοποιήσεις όλα. Αυτό δεν είναι ένα πράγμα, αυτό είναι εκατό"

"Ο Παύλος γιαγια είναι παιδί. Δεν έφταιξε σε τίποτα που του πήραν τους γονείς" σήκωσε τα φρύδια της κοιτάζοντας την εξεταστικά.

"Παραδέχεσαι λοιπόν, επιτέλους πως είναι δολοφονία;" ένευσε θετικά.

"Το ξέρω, αλλά δεν έχουμε καμία απόδειξη, δεν μας άφησαν καμία απόδειξη. Δεν θα έχει νόημα, έχουν πολλούς εχθρούς όλο και κάποιος θα ήθελε να τους κάνει κακό. Δεν ξέρω αν ήθελαν σε αυτό το σημείο αλλά τώρα έγινε. Έκλαψα, στενοχωρήθικα, μου λείπουν όσο τίποτα άλλο, ο,τι και να έγινε ήταν πάντα δίπλα μου, και ο Παύλος είναι ακόμα παιδί. Δεν του αξίζει κάτι τέτοιο. Ούτε στην Γεωργία, ούτε σε κανένα παιδί. Σε παρακαλώ, μην αναφέρεις τίποτα για δολοφονία. Άσε τους να πιστεύουν πως ήταν σε λάθος μέρος, την λάθος στιγμή. Μπορεί να μην ακούσαμε ποτέ την τελευταία τους επιθυμία αλλά είμαι σίγουρη πως θα ήταν αυτό που έλεγαν πάντα. Να είμαστε ενωμένοι και αγαπημένοι. Γιατί η μαμά και μπαμπάς πάντα έκαναν τα πάντα για εμάς, όσο και να μην το έβλεπα. Οπότε δεν θα αφήσω να χαλάσει το μόνο πράγμα που ήθελαν αληθινά. Να είμαστε μια οικογένεια"

Η Μιρέλα βούρκωσε. Ήταν τόσο περήφανη για την εγγόνι της, για όλα τα εγγόνια της. Αν και ήταν προφανές η αδυναμία που της έχει.

"Πάντα ήσουν ο πιο καλός άνθρωπος Μιρελάκι μου, ακόμα και όταν πίστευες πως είσαι ο χειρότερος. Ξέρεις πως η μαμά σου με έχει πάρει τότε το δεκαοκτώ, και μου είχε πει πως μόνο εγώ μπορώ να σου βάλω μυαλό; Νοιαζόταν πάρα πολύ mia amore, όπως και ο Πέτρος. Σας αγαπούσε σαν τα μάτια του. Δεν θα άφηνε να πάθετε τίποτα"μπορεί να μην το έδειχνε πλέον, αλλά είχε πονέσει πιο πολύ από όλους για τον θάνατο του παιδιού της.

Η μικρή σηκώθηκε όρθια. Πήγε πίσω από την καρέκλα της γιαγιά της και την πήρε αγκαλιά. Άφησε ένα απαλό φιλί στην κορυφή του κεφαλιού της.

"Ο Παύλος δεν θα μάθει για αυτά, μακάρι να μπορούσα να τα σβήσω και από την μνήμη της Γεωργίας, αλλά δεν μπορώ. Πλέον δεν με κατηγορώ για όλα, αλλά θα κάνω τα πάντα για να μας κρατήσω ασφαλείς. Στο υπόσχομαι"

"Είναι σίγουρη για αυτό Il mio cuore" καρδιά μου. Γιατί είχαν η μία την άλλη, και θα την έχουν.

[...]

"Το ξέρεις πως σε αγαπάνε ακόμα;" τον ρώτησε ο Άγγελος μόλις έκατσαν σε ένα από τα παγκάκια. Περίμενε να είχε κόσμο αλλά, καλύτερα για αυτούς, δεν είχε σε εκείνο το σημείο.

"Ναι, αλλά τι να το κάνω αν δεν είναι εδώ" τα ματάκια του ήταν πάλι βουρκωμένα και η φωνή του δεν ταίριαζε με αυτά που λέει. Ένιωθε λες και μιλάει με μεγάλο.

"Δεν φταίνε αυτοί βρε Παύλο μου" Δεν ήξερε τι έπρεπε να του πει. Έβλεπε πως αυτό που του είπε δεν τον γέμιζε. Οπότε ήρθε η ώρα να ανοίξει την παιδική του ηλικία σε ένα παιδί εννέα χρονών.

"Ωραία, όταν ήμουν δώδεκα χρονών οι γονείς μου χώρισαν" άρχισε και δεν περίμενε κάποια συγκεκριμένη αντίδραση. "Και ξέρεις κάτι; Ήταν η καλύτερη απόφαση που μπορούσαν να πάρουν!"

Γύρισε και τον κοίταξε με μια περιέργεια στο βλέμμα του. "Αλήθεια;" ρώτησε δύσπιστα.

"Ναι. Ο μπαμπάς μου ήταν... περίεργος. Βλέπεις δεν είχε καλό παρελθόν και αυτό επηρέαζε την οικογένεια. Δεν φερόταν καλά στην μαμά μου ούτε σε εμένα, ούτε στον αδελφό μου" Δεν υπήρχε περίπτωση να έλεγε τα πάντα, αλλά μόνο αυτά που έπρεπε να ακούσει.

"Έχεις αδελφό!;"

"Ναι αλλά δεν μιλάμε πλέον. Όταν χώρισαν οι γονείς μου, ο μπαμπάς μου πήρε την κηδεμονία"

Εσμιξε τα φρυδάκια του."Αφού είστε αδέλφια..."

"Μακάρι να ήταν όλες οι οικογένειες αγαπημένες σαν την δική σου. Σε ένα σπίτι γεμάτο αγάπη δεν χρειάζεται να τους έχεις όλους. Φυσικά και θα θες μια στιγμή την μαμά και τον μπαμπά σου αλλά σε βλέπουν από ψηλά και σε καμαρώνουν. Θα έρχονται στα όνειρα σου και θα σου λένε πόσο σε αγαπάνε και πόσο γενναίος έχεις γίνει" Δεν υπήρχε περίπτωση να του έλεγε την λέξη πέθαναν ή έφυγαν. Ήθελε απλά να του πει πως είναι ψηλά και τον αγαπάνε όσο τίποτα άλλο στον κόσμο.

"Δεν καταλαβαίνεις. Εσένα οι γονείς σου είναι ζωντανοί, απλά δεν είναι ζευγάρι" του έκανε εντύπωση που χρησιμοποίησε αυτή την λέξη.

"Σε αγαπάνε ακόμα όμως Παύλο. Είχες και θα έχεις αγάπη για το υπόλοιπο της ζωής σου. Εγώ είχα μόνο την μαμά μου"

"Τι εννοείς;" τον κοίταξε ευθεία στα μάτια. Άρχισε να συνειδητοποιεί πόσο μοιάζει με την αδελφή του σε πολλά χαρακτηριστικά του προσώπου.

"Εννοώ πως δεν χρειάζεσαι μόνο τους γονείς σου για να σε αγαπάνε. Έχεις ιδέα πόσο πολύ σε αγαπάει η γιαγιά σου; Η Γεωργία και η Μιρέλα; Όλοι σε αγαπάνε Παύλο μου και όλοι θέλουν να είσαι καλά. Ακόμα και οι γονείς σου, όσο και αν δεν το πιστεύεις" ο μικρός έβγαλε σιγά σιγά ένα χαμόγελο. Τελικά μπορεί και να έχει δίκιο.

"Ναι αλλά... τα άλλα παιδάκια τα αγαπάνε περισσότερο και έχουν τους γονείς τους;" σηκώθηκαν όρθιοι και τον πήρε ψηλά στην αγκαλιά του.

"Σε αγαπάνε τόσο πολύ που πήγαν ψηλά στον ουρανό για σένα και τις αδελφές σου" γιατί ο Πέτρος και η Αθηνά θα προστάτευαν τα παιδιά τους πάσι θυσία.

[...]

Η Γεωργία ξέμπλεκε νευρικά τα μαλλιά της αδελφής της καθώς περίμεναν τα αγόρια.

Όταν την πήραν τηλέφωνο αγχώθηκε τόσο πολύ. Ένιωσε όμως παράλληλα και τόση λύπη που ο Παύλος της έκλαιγε και δεν μπορούσε να κάνει τίποτα για αυτό.

"Ragazze, non preoccupatevi Angel ce l'avrà fatta" κορίτσια, μην αγχώνεστε ο Άγγελος θα τα έχει καταφέρει.

"Άλλο πάλι και τούτο. Αφήσατε τον Άγγελο να κανει την δουλειά και όχι εμάς;" τον συμπαθούσε πολύ, δεν είχε θέμα, απλά της φαινόταν πολύ περίεργο. Δεν ήξερε πως η Μιρέλα τον εμπιστεύεται τόσο...

"Αν τον έβλεπες πως έκλαιγε και ζητούσε την μαμά και τον μπαμπά, πίστεψε με, το ίδιο θα έκανες" απάντησε η μεγάλη της αδελφή και ένευσε θετικά. Δεν ήθελε να φανταστεί πόσο λυπημένος θα ήταν.

Ακούστηκαν κλειδιά στην πόρτα και οι τρεις γυναίκες σηκώθηκαν απότομα λες και άκουσαν πυροβολισμό.

Μόλις μπήκαν μέσα και είδαν και τις τρεις, ο Παύλος, με πρησμένα ματάκια, έτρεξε πάνω στην Γεωργία να την αγκαλιάσει.

"Είστε όλες εδώ!" φώναξε χαρούμενα. Η Μιρέλα σήκωσε το κεφάλι της και χαμογέλασε στον Άγγελο. Ήταν σίγουρη πως θα τα είχε καταφέρει.

Η Νόννα πήγε και αγκάλιασε τα δύο εγγόνια της κάνοντας νόημα στην Μιρέλα να έρθει. Πήγε εκεί βουρκωμένη από την στιγμή και αγκαλιάστηκαν όλοι μαζί.

Ο Άγγελος τους κοιτούσε συγκινημένος. Μπορεί αυτός να μην είχε τόσα πολλά άτομα στην οικογένεια αλλά χαίρεται που ήταν με το άτομο που τον αγαπάει πραγματικά, την Χριστιάννα. Γιατί αυτή ήταν πάντα δίπλα του.

Έπρεπε να την πάρει ένα τηλέφωνο σήμερα. Είχαν να μιλήσουν δύο μέρες σχεδόν.

Η αρραβωνιαστικιά του σήκωσε το κεφάλι της και του έκανε νόημα να έρθει και αυτός. Αρνήθηκε και το κατάλαβε μόνο με τα μάτια.

Ένα χαζοχαρούμενο χαμόγελο σχηματίστηκε στο πρόσωπο της. Άφησε τους άλλους και τον τράβηξε να έρθει προς το μέρος τους.

Και έτσι αγκαλιάστηκαν όλοι μαζί, σαν μια, αλλιώτικη, οικογένεια. Γιατί οικογένεια δεν είναι αυτός που σε γεννάει, αλλά που σου έδωσε την κατάλληλη ανατροφή, αγάπη και παιδεία για να μεγαλώσεις σωστά.

Μπορεί ακόμα να μην ξέρουν πως όλα ενώνονται, αλλά θα σκάσει η πρώτη βόμβα, σύντομα.

"Αλλά θα κάνουμε πάρτυ για τα γενέθλιά μου" είπε παραπονιάρικα και όλοι γέλασαν. Η Γεωργία τον σήκωσε και τον έκανε μια σβούρα.

"Φυσικά και θα σου κάνουμε! Το καλύτερο πάρτυ της χρονιάς θα είναι. Δεν γίνεσαι συνέχεια εννιά" του τσίμπησε την μύτη πριν τον αφήσει κάτω.

"Ευχαριστώ" του ψιθύρισε η Μιρέλα και τον κοίταξε λοξά.

"Το ξέρεις πως δεν ήταν τίποτα. Θα το ξαναέκανα για σένα" της απάντησε εξίσου ψιθυριστά. Και σαν να ξεχάσανε λίγο τι γίνεται γύρω τους, ένωσαν τα χείλη τους σε ένα απαλό πεταχτό φιλί.

Κοίταζαν ο ένας τον άλλον για λίγο. Γκρι μέσα στο πράσινο και το αντίθετο.

"Ε όχι" αναφώνησε η Γεωργία κοιτάζοντας τους μαζί με τους άλλους δύο. Το ζευγάρι γούρλωσε τα μάτια και έκανε ένα βήμα πίσω ο ένας από τον άλλον.

"Πάρτα Γεωργία!" είπε ο Παύλος με την Μιρέλα δίπλα του να κοιτάει με ένα νικητήριο χαμόγελο. Οι άλλοι δύο κοιτούσαν λες και είδαν εξωγήινο.

"Ε δεν είναι δίκαιο αυτό!" γύρισε προς το ζευγάρι "Δεν μπορούσατε και εσείς να είστε μαζί μετά το καλοκαίρι!" η Νόννα έβαλε τα γέλια.

"Μας χρωστάς είκοσι ευρώ" της έκανε και ρόλαρε τα μάτια της. Ο Αγγελος και η Μιρέλα κοίταζαν το σκηνικό τρομαγμένοι.

"Συγγνώμη είχατε βάλει στοίχημα;" ρώτησε έτοιμη να σκάσει στα γέλια. Ο Άγγελος από δίπλα της το είχε κάνει ήδη.

"Ναι! Και έχασα! Έλεος ρε Μιρέλα, μια φορά και εσύ να έχεις σωστό τάιμινγκ" πήγε και την αγκάλιασε κοροϊδευτικά. "Δεν πειράζει Γεωργία μου, την επόμενη φορά. Τώρα θα βάλω στοίχημα για σένα και τον Λάζαρο"

Την χτύπησε με τον αγκώνα λες και ήταν ακόμα παιδιά."Αου! Δεν παίζεις δίκαια" και έσκασαν όλοι στα γέλια. Σαν μια οικογένεια που μόλις έμαθε πως ενώθηκε.

Κάπου παραδίπλα ήταν η Αθήνα με τον Πέτρο χαμογελούσαν με το σκηνικό. Όχι απλώς ήξεραν πως αυτό είναι μόνο η αρχή, αλλά θα τους εκπλήξει και πάρα πολύ το τέλος.

Γιατί θυμίσου πως όλοι ενώνονται.
Και όταν λέω όλοι, το εννοώ.

Ημερολόγιο
11/4/18

Μιρέλα

Δεν ξέρω πως κατέληξα εδώ, αλλά η Νόννα έχει πάντα τον τρόπο της.

Χθες που με είδε ήταν στενοχωρημένη, δεν έχει ιδέα τι συμβαίνει εδώ. Έχει κάνει την καλύτερη δουλειά και έχει φύγει μακρυά από τα πάντα.

Κάναμε μια μεγάλη συζήτηση που, δεν θα μετανιώσω ποτέ τα ψέμματα που της είπα. Δεν μπορώ να της πω τι με βασανίζει όντως, δεν θέλω να την ξαναδώ στενοχωρημένη, την αγαπάω πολύ για να την βλέπω έτσι.

Της είπα πως προέκυψαν κάποια προβλήματα με ένα αγόρι και με έχει κατεβάσει ψυχολογικά. Το πίστεψε, τουλάχιστον νομίζω πως το έκανε. Εντάξει, δεν είναι και πολύ ψέματα.

Και κάπως έτσι έχω καταλήξει για ψυχοθεραπεία. Δεν ξέρω πως με έπεισε, το κάνω για αυτήν. Όχι για μένα.

Δυστυχώς, και να θέλω να το κάνω για μένα, δεν μπορώ. Δεν με νοιάζει απαραίτητα να βοηθηθώ αυτή την στιγμή, θέλω απλά να προστατέψω τον Ηλία.

"Σάρα Σωτηροπούλου;" ήρθε η γραμματέας και με ρώτησε. Ενευσα θετικά δείχνοντας πως εγώ είμαι και μου χαμογέλασε απαλά.

"Είστε έτοιμη" Δεν ήθελα να σηκωθώ. Ήταν πολύ ωραίος αυτός ο καναπές. Είχε και ένα ωραίο κρεμ χρώμα. Γενικώς εδώ είχε πολύ ήπιες αποχρώσεις.

Σηκώθηκα όμως και πήγα μέσα στο γραφείο της Δέσποινας. Ήταν γλυκούλα. Δεν πρέπει να με περνάει πολύ, περίπου δέκα χρόνια υπολογίζω.

Έχει μακρυά ξανθά μαλλιά, φυσικά μου φαίνονται. Μου έκανε νόημα να κάτσω. Είχε τον ίδιο καναπέ με έξω αλλά σε καφέ χρώμα. Μου κάνει.

"Γειά σου Σάρα"

"Γειά σας"

"Μπορείς να μου μιλάς στον ενικό" ένευσα θετικά και ένα απαθές βλέμμα. Δεν είναι πως θα ήθελα καθόλου να είμαι εδώ αλλά μου περνάει αδιάφορο.

"Γιατί είσαι εδώ;" Δεν ξέρω τι ερώτηση είναι αυτή αλλά άφησα ένα απαλό γέλιο.

"Γιατί με ανάγκασαν" έσμιξε τα φρύδια της διασκεδασμένη. Καλά είμαι σίγουρη πως πολλά παιδιά της το έχουν πει αυτό.

"Νομίζω πως αν δεν ήθελες δεν θα ερχόσουν έτσι και αλλιώς, όπως έκανες στις αρχές"

Σήκωσα το φρύδι μου. "Πως φαίνεται πως δεν ξέρεις τίποτα για εμένα" Δεν μου άρεσε το εξεταστικό της βλέμμα.

"Ναι, όντως, δεν ξέρω. Για αυτό περιμένω εσένα να μου πεις" κοίταξε λοξά συνεχίζοντας με αυτό το σπαστικό χαμογελάκι.

"Δεν έχω κάτι να πω"

"Αν δεν έχεις, δεν θα ήσουν εδώ"

"Μου την σπας" έβαλε τα γέλια. Εγώ σοβαρά το είπα πάντως.

"Προσπαθώ να καταλάβω όλο αυτό από που προέρχεται, αλλά δεν μπορώ. Και αν σου είπαν πως είναι εφηβεία, δεν είναι" μου ξεκαθάρισε και είναι η πρώτη φορά που ακούω μια άλλη άποψη.

"Μπορεί να είναι μια φάση" είπα κοροϊδευτικά.

"Ξέρουμε και οι δύο πως δεν είναι" απαντά πολύ διπλωματικά αυτή η γυναίκα. Μ' αρέσει.

Η ώρα πέρασε με εμένα να την φλομώνω στο ψέμα και εκείνη να το έχει καταλάβει. Δεν έγραψε τίποτα στο τετραδιο της, μόνο κάνα δυο πράγματα που ξέφυγαν. Όπως το πως δεν αντέχω άλλο.

"Ελπίζω την επόμενη φορά να μου πεις την αλήθεια" Δεν της έριξα δεύτερο βλέμμα. Έφυγα σαν κυνηγημένη.

Τουλάχιστον τον προστάτεψα.

Τρίτο πρόσωπο
1993

"Αι στο διάολο που θα κάτσω να σκάσω κιόλας. Εγώ ξέρω καλύτερα από αυτούς. Βγάζουν συμπεράσματα μόνοι τους" είχε νευριάσει με τους γονείς της φριχτά πολύ.

Δεν μπορούσαν να την καταλάβουν, ήταν λες και είχαν κολλήσει χρόνια πίσω που άκουγες φήμες της γειτονιάς και γινόταν νόμος.

"Γονείς σου είναι βρε αγάπη μου, δεν πρέπει να τους κάνεις να καταλάβουν;" την ρώτησε ο Αποστόλης πίνοντας λίγο από τον καφέ του.

"Αν είναι ξεροκέφαλοι δεν φταίω εγώ. Όταν θα καταλάβουν το λάθος τους θα έρθουν πίσω. Αυτό πάντα γίνεται"

"Μπορώ να τους μιλήσω εγώ αν θες" είπε μια ιδέα η οποία, ναι μεν θα μπορούσε να βοηθήσει, αλλά όχι στην συγκεκριμένη περίπτωση.

"Δεν νομίζω να καταλάβουν Αποστόλη"

Και είχε δίκιο. Δεν θα την καταλάβαιναν. Γιατί όσο και να απεχθανομάστε όταν οι γονεις μας δεν πιστεύουν όταν τους εξηγούμε όταν κάνουν λάθος, άλλο τόσο έχουν πάντα δίκιο.


































~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top