Έχει Πεθάνει;-28

Ήταν στην μέση του τραπεζιού της κουζίνας. Πάνω στο τραπέζι ήταν η Μιρέλα με διαφορά μολύβια με διαφορετικά χρώματα και σχήματα. Καθόταν οκλαδόν με ένα τετραδιο ζωγραφίζοντας ένα σχέδιο που της ήρθε χθες.

Ήταν λίγο πιο φαντασίας βέβαια αλλά είχε σκοπό να δοκιμάσει να φτιάξει κάτι διαφορετικό από το δικό της απλό.

Ήταν ένα φόρεμα με δύο μακρυά μανίκια χρώματος μπεζ. Όλο το φόρεμα ήταν μπεζ πέρα από τις χρυσές και μπλε λεπτομέρειες στο κορσέ και στο μεταλλικά μανίκια λίγο πιο κάτω από τον λαιμό. Στο τέλος άνοιγε σε μπλε χρώμα ολοκληροτικά και ζάρωνε.

Γινόταν ένα από τα αγαπημένα της σχέδια. Ιδικά στο στήθος που άνοιγε σε σχήμα v, έβαλε χρυσά, σαν γραμμή, κοσμήματα. Δεν ήξερε πού θα το έβαζε αλλά φανταζόταν πως, ήταν ένα φόρεμα που θα το φόραγε μια πολεμίστρια πριγκίπισσα, βλέπε Μουλάν και Μέριντα.

Το κουδούνι χτύπησε με μανία φέρνοντας την σκέψη της πάλι στην πραγματικότητα. Το σιχαινόταν αυτό. Αν ήταν ο Άγγελος θα τον κλείδωνε απέξω που τόλμησε και ξέχασε τα κλειδιά του.

Σηκώθηκε γρήγορα γιατί το κουδούνι δεν σταμάταγε να χτυπάει. Ξεφύσησε νευριασμένη και άνοιξε την πόρτα θυμωμένα. Ομως δεν ήταν ο τύπος που την έκανε να πετάει χθες το βράδυ αλλά η μητέρα του.

Άνοιξε τα μάτια της από έκπληξη και έκανε ένα βήμα πίσω για να την αφήσει να περάσει.
"Κυρία Χριστιάννα; Έγινε κάτι;" ρώτησε με ενδιαφέρον που δεν το εκτίμησε και πολύ.

Η δουλειά της εδώ ήταν μόνο μια.

"Θέλω να μιλήσουμε" αυτό την άγχωσε. Είχε να ακούσει αυτή την φράση πάρα πολύ καιρό. Ένευσε θετικά κάπως σφιγμένα. Της έκανε νόημα να μπει μέσα.

Η Χριστιάννα σαν το σπίτι της πήγε και κάθισε στην κουζίνα. Είδε τα χρώματα και τα χαρτιά πάνω και επιβεβαιώθηκε ακόμα περισσότερο. Έπιασε το τετράδιο με τα σκίτσα και το ξεφύλλισε μέχρι να φτάσει εκεί που ήθελε.

Η Μιρέλα την παρακολουθούσε με περιέργεια. Κάτι πήγαινε λάθος, το ένιωθε, το αισθανόταν. Έτριψε νευρικά τα χέρια της ώσπου μίλησε η μεγαλύτερη.

"Δικά σου είναι όλα;" Δεν είχε πάρει ακόμα το βλέμμα της από αυτό το ένα σκίτσο.

"Ναι, τα περισσότερα είναι από παλιά" προχώρησε για να δει που είχε κολλήσει.

Στο μοναδικό μαύρο σκίτσο που είχε κάνει ποτέ. Σε εκείνο το φόρεμα που στέκεται στο δωμάτιο της πιο καλοφτιαγμένο από ποτέ.

"Ξέρεις, δεν ήθελα να φτάσω εδώ" μονολόγισε. Πήρε μια ανάσα για να συνεχίσει.

Συγγνώμη Αθηνά μου. Αλλά ήρθε η ώρα να προστατέψω και εγώ το παιδί μου, όπως έκανες εσύ τότε με το δικό σου. Και σε συγχώρεσα. Ελπίζω να κάνεις το ίδιο.

"Αλλά νομίζω Σάρα πως το παιχνίδι τελείωσε" γύρισε να την κοιτάξει. Έπρεπε να δει την αντίδραση της.

Προσπάθησε να μην γουρλώσει τα μάτια της. Η έκπληξη έφυγε και τώρα φοβόταν. Ηξερε; Την κοίταξε απλά με σμιγμένα φρύδια.

"Σάρα;" ήξερε.

Έψαξε την τσάντα της και έβγαλε άλλο ένα σχέδιο. Σχεδόν ίδιο με αυτό. Απλά με λιγότερες λεπτομέρειες. Αυτό είναι το πρώτο της σχέδιο που το ειχε δώσει στην Μαρίνα. Πως κατέληξε στην Χριστιάννα;

"Που το βρήκατε αυτό;" φυσικά και δεν θα της έλεγε. Δεν ήταν η ώρα να μάθει.

"Οποίος ψάχνει βρίσκει"

"Δεν καταλαβαίνω" το έπαιξε ανήξερη πολύ καλά. Στην Χρίστη όμως δεν περνάνε αυτά. Όχι πλέον. Δεν θα το παίξει ξανά χαζή.

"Ξέρω, Σάρα. Ξέρω τα πάντα. Μην μου παιζεις εμένα την χαζή. Ξέρουμε καλά και οι δύο πως η Σάρα δεν πέθανε όπως είπαν, αλλά είσαι εσύ, πάντα εσύ" Δεν άντεχε άλλο. Την κοιτούσε στα μάτια όσο της τα έλεγε. Ήθελε να φύγει από εκεί.

"Η Σάρα έχει πεθάνει εδώ και χρόνια" είπε μέσα από τα δόντια της. Οχι, δεν μπορούσε να το περάσει αυτό ξανά.

"Στα χαρτιά" της είπε με τρομερή απάθεια στο βλέμμα της. Έχασε την γη κάτω από τα πόδια της. Όχι απλώς ήξερε ποια ήταν αλλά ήξερε και τα πάντα.

Τι ήθελε από εκείνη; Θα έκανε τα πάντα, τα πάντα όμως, απλά να μην μαθευτεί σε κανέναν το ποια είναι. Η μαμά και ο μπαμπάς θα απογοητευτούν τόσο πολύ από εμένα αν καταστρέψω τα πάντα.

"Τι θέλετε από εμένα; Λεφτά; Σπίτια; Ποσοστά; Τι θέλετε;" μιλούσε σοβαρά. Θα έδινε τα πάντα για να μην μαθευτούν τα λάθη του παρελθόντος.

Πεταξε ένα φάκελο φωτογραφίες μπροστά της.

"Τίποτα από αυτά δεν θέλω. Θέλω να φύγεις από την ζωή του γιού μου. Δεν θα αντέξω να χάσω και άλλο παιδί από αυτούς Σάρα, το καταλαβαίνεις;" η φωνή εκείνης της μάνας έσπασε. Η Μιρέλα πισωπάτησε.

"Κυρία Χριστιάννα, έχω φύγει από αυτούς καιρό τώρα, τελείωσα μαζί τους. Δεν-"

"Σε ψάχνουν! Το καταλαβαίνεις πως σε ψάχνουν μέσο του γιου μου;! Δες τις φωτογραφίες! Εσύ είσαι μαζί με τον Αγγελο παντού, όπου βγαίνεται. Μου τις έστειλαν αυτοί" μονολόγισε έτοιμη να κλάψει. Δεν θα άντεχε, όχι κι άλλο.

Ηρέμησε τον εαυτό της πριν μιλήσει πάλι."Η Αθηνά και ο Πέτρος δεν είναι πλέον εδώ. Δεν μπορούν να σε προστατέψουν όπως έκαναν. Αν θες να μην έχεις την κατάληξη τους εσύ και το παιδί μου βοήθα τον εαυτό σου. Βοήθα τα αδέλφια σου Μιρέλα"

Έβαλε την τσάντα στον ώμο της και την προσπέρασε. Αν καθόταν λίγο ακόμα θα έλεγε πολλά πράγματα και βαριά λόγια που η Μιρέλα δεν έφταιγε σε τίποτα. Και το ήξερε, αλλά παράλληλα ήταν και η Σάρα.

Πάντα θα είναι η Σάρα.

Η Μιρέλα κάθισε στην καρέκλα αποκαμωμένη. Τα δάκρυα έτρεχαν πριν καν το καταλάβει. Ήταν απαίσιο το πως το παρελθόν την κυνηγά και θα το κάνει για μια ζωή.

Πήρε το τηλέφωνο της και έψαξε εκείνο το νούμερο.

Ηλίας.

Δεν κατάφερε να το πατήσει. Ένας λυγμός ξέφυγε από τα χείλη της και άφησε το κινητό. Έβαλε τα χέρια στο πρόσωπο της.

Συγγνώμη μαμά μου. Συγγνώμη μπαμπά μου. Συγγνώμη που τα χάλασα όλα.
Συγνώμη που δεν τα κατάφερα.

Στο μυαλό της ήρθε η πρόταση που είπε η Χριστιάννα. Σε ψάχνουν μέσο του γιου μου. Που κολλάει ο Άγγελος σε αυτό;

Η πόρτα άνοιξε. Μπήκε μέσα εκείνος που δεν είχε ιδέα για το τι είχε συμβεί πριν από λίγα λεπτά.

"Μιρέλα;" φώναξε. Ήταν να την πάει στην σχολή σήμερα. Πήγε προς το δωμάτιο της πρώτα και αφού το ίδιο άδειο πήγε και προς την κουζίνα.

Την βρήκε με τα χέρια της να κρύβουν το πρόσωπο της και να κλαίει σιωπηλά, λες και δεν θα την δει, δεν θα την ακούσει. Ντρεπόταν, ντρεπόταν πολύ που δείχνει το αληθινό συναίσθημα.

Γούρλωσε τα μάτια του. Ήταν λες και είχε πέσει βόμβα στο δωμάτιο. Διάσπαρτες φωτογραφίες, μολύβια και χαρτιά παντού. Και στην μέση μια κοπέλα με πολλά δάκρυα να κυλάνε στα μάγουλα της.

"Μιρελάκι μου τι έγινε;" πήγε δίπλα της ανήσυχος. Είχε κοκκινήσει λες και δεν μπορούσε να πάρει ανάσα. Οι ανάσες της ήταν κοφτές. Πάθαινε κρίση πανικού.

Δεν μπορούσε να μιλήσει. Βέβαια δεν μπορούσε έτσι και αλλιώς να του πει κάτι. Όσο και να την ξάφνιασε η Χριστιάννα έχει δίκιο. Είναι μάνα. Νοιάζεται ακόμα για το παιδί της γιατί έχασε ένα από αυτούς.

Την βοήθησε να σηκωθεί να ρίξει λίγο νερό στο πρόσωπο της. Μπορεί να σταμάτησε μετά από λίγο να κλαίει αλλά περισσότερες τύψεις δημιουργήθηκαν.
Πως τελείωνε κάτι που δεν είχε αρχίσει;

28/3/17

"Που πας πάλι;" ρώτησε ο Πέτρος μέσα στα νεύρα. Δεν μπορούσε πλέον να το παίζει χαλαρός! Η κόρη του όλη την ώρα έβγαινε έξω και γυρνούσε αργά. Την άκουγε αρκετές φορές. Δεν ήθελε να το πει στην γυναίκα του βέβαια για να μην την αγχώσει. Αν και είχε καταλάβει κάτι.

"Στην Μαρίνα να δούμε καμιά ταινία" μίλησε κατευθείαν γυρνώντας να τον κοιτάξει με πλήρη απάθεια. Το είχε το ψέμα πολύ εύκολα. Εμαθε.

"Α ναι; Εγώ ρώτησα την Εύη και είπε πως η Μαρίνα θα έρθει εδώ για ταινία" της σήκωσε το φρύδι. Εκείνη έμεινε για μια στιγμή στήλη άλατος.

"Πας και ρωτάς τους γονείς του κόσμου για τις βόλτες μου ρε μπαμπά!;" η φωνή της βγήκε ασυναίσθητα ψηλά. Σταύρωσε τα χέρια στο στερνό του.

"Μιρέλα μην νομίζεις πως δεν ακούω τι ώρες γυρνάς. Και ναι θα ρωτάω αν μου λες ψέματα!" της αντιμίλησε πίσω. Ο Πέτρος πάντα είχε μια απάντηση για όλα, δεν την έπαιρνε.

"Εντάξει, καμία φορά ξεχνιόμαστε. Πως κάνεις έτσι;" ρώτησε νευριασμένη κουνόντας τα χέρια της πέρα δώθε δίνοντας έμφαση. Σιχαινόταν να της κάνουν έλεγχο. Λες και αυτή δεν μπορούσε να ελέγξει τον εαυτό της.

Θα μάθει αργά ή γρήγορα πως δεν μπορεί να ελέγξει πολλά, ένα από αυτό θα είναι και ο εαυτός της.

"Καταλαβαίνεις πως είσαι ακόμα δεκαέξι Μιρέλα; Είναι ανήλικη! Δεν μπορείς να τριγυρνάς σε όλη την Αθήνα και να έρχεσαι σπίτι σου άγρια χαράματα" της είπε πιο ήρεμα αυτή την φορά με την φωνή του να ακούγεται τρανταχτή σε όλο το σπίτι. Δεν είχε καταλάβει πως είχε χάσει έτσι τον έλεγχο.

Μέχρι πριν λίγο καιρό ήταν καλά! Την έβλεπε! Δεν είχε σημασία που περνούσε ώρα στην εταιρία, ήξερε τι γίνεται μεσα στο ίδιο του το σπίτι, μέσα στην οικογένεια του. Μετά την νέα χρονιά είχε χάσει ακόμα περισσότερο τον έλεγχο.
Δεν θα σχολιάσει καν το κόκκινο μαλλί.

"Είμαι αρκετά μεγάλη όμως για να διαβάζω συμβόλαια και άλλα τόσα; Άσε μας ρε μπαμπά" πήρε τα κλειδιά της και άνοιξε την πόρτα. Όταν την έκλεισε ήχησε δυνατά σε όλο το σπίτι κάνοντας την Αθηνά να έρθει τρέχοντας από το δωμάτιο του μικρού νομίζοντας πως έγινε κάτι.

"Πέτρο;" κοίταξε δεξιά και αριστερά."Όλα καλά;" ρώτησε αφήνοντας κάτω τα αυτοκινητάκια του μικρού.

"Ναι" είπε αδιάφορα. Ευτυχώς, η Αθηνά δεν ήταν τόσο χαζή.

"Αστην, ζει την εφηβεία της. Ας το κάνει τώρα που μπορεί στο κάτω κάτω" του χάιδεψε απαλά το στερνό σκεπτόμενη. "Άσε που μπορεί να έχει βρει και κάνα αγόρι! Όλη την ώρα χαμογελάκια στο κινητό βλέπω" τον κοίταξε πονηρά και εκείνος με ένα βλέμμα αποδοκιμασίας.

"Δεκαέξι είναι ακόμα Αθηνά"

"Εντάξει εγώ στα δεκαέξι μου-"

"Δεν θέλω να ξέρω" την διέκοψε. Ήταν πολύ ήσυχη μικρή αλλά ήξερε τα καμώματα τους με τα κορίτσια.

Χρόνια μετά κατάλαβαν πως δεν ήταν η εφηβεία αλλά ένα παρελθόν που θα χτυπάει την πόρτα.

Ημερολόγιο
10/4/17

Ήταν μόνοι τους στο στέκι. Δεν περίμεναν κανέναν κιόλας. Ο Ηλίας δεν ήθελε να πάνε σπίτι του, δεν του άρεσε πάντα αυτό το μέρος.

Καθόταν στην άκρη κουλουριασμένη με μια κουβέρτα βλέποντας τον να βάζει σε σακουλάκια προσεκτικά τον μπάφο.

"Έχει διαφορετικό χρώμα" σχολίασε. Είχε δει και άλλους να κάνουν στα τελευταία μπαρ που έχουν πάει. Εκείνος γέλασε απαλά.

"Ναι γιατί αυτός είναι επεξεργασμένος. Ο αυθεντικός είναι αυτός. Αν δεν κάνω λάθος, στην Ολλανδία καλλιεργούν αυθεντικά" την πληροφόρησε και τις ρούφηξε όλες σαν σφουγγάρι. Κοίταζε με προσήλωση κάθε του κίνηση κλείνοντας σιγά σιγά τα μάτια της. Είχε πάει αργά.

"Σάρα μην κοιμάσαι. Σε λίγο θα τα κάνεις και εσύ αυτά. Αντε να μαθαίνεις" άνοιξε κατευθείαν πάλι τα μάτια της. Μα που σκατά την είδε;

"Ει! Δεν φτάνει που μετράω με ακρίβεια τις ποσότητες ή που κάθομαι μέχρι αργά και τσακώνομαι με τους γονείς μου;"

"Οχι. Εκτός από ότι και εμείς τα περάσαμε αυτά, κάνουμε όλες τις δουλειές. Είναι δύσκολο όλο αυτό γιατί γίνεται κρυφά. Ξέρεις σε πόσες χώρες στέλνουμε τα αποθέματα μας;" ρώτησε ρητορικά. Φυσικά και ήξερε! Τέσσερις χωρες και δέκα πόλεις της Ελλάδας. Όλα τα οικονομικά είχαν παει σε αυτήν. Καλά σχεδόν όλα, πολλά τα είχαν ακόμα κρυφά, δεν την είχαν εμπιστευτεί τόσο ακόμα.

"Με το ζόρι μας βάλατε στην οργάνωση όμως"

"Εσύ δεν ήσουν που λατρεύεις την δράση;"

"Ο μαζοχισμός πάει έως ένα σημείο ρε Ηλία!" και ξέσπασε σε γέλια. Είχε πλάκα όταν νευρίαζε και προσπαθούσε να υπερασπιστεί τον εαυτό της.

"Τι γελάς ρε;" τον κλώτσησε ελαφρά στην πλάτη, εκεί που έφτανε από εκεί που καθόταν. Άφησε τα πράγματα κάτω και σηκώθηκε σχεδόν απειλητικά.

Της χαμογέλασε αθώα πριν πέσει πάνω της και αρχίσει να την γαργαλάει. "ΜΗ" Άρχισε να κοπανιέται και να ακούγεται το γέλιο της σε όλο το δωμάτιο.

"ΣΤΑΜΑΤΑ" είχε κοκκινήσει από τα γέλια και κουνούσε τα πόδια και τα χέρια πέρα δώθε. Ο Ηλίας το διασκέδαζε υπερβολικά πολύ για να σταματήσει.

Ανέβηκε κανονικά από πάνω της και εγκλώβισε τα πόδια της στα δικά του. Συνέχισε να την γαργαλάει για λίγο ακόμα ώσπου έβγαλε τα χερια του από την κοιλιά της και έπιασε τα δικά της χέρια. Τα έβαλε από πάνω από το κεφάλι της.

Δεν την άφησε να πάρει μια ανάσα και ξεκίνησε να την φιλάει στα χείλη. Η ανάσα της κόπηκε. Πάντα την εκανε να έχει εκατομμύρια πεταλούδες στην κοιλιά με ό,τι και αν έκανε.

Πάντα ήξερε να κάνει κάθε φιλί ξεχωριστό και για αυτό της άρεσε. Δεν του είχε εκμυστηρευτεί πως την ενοχλούσε το αόριστο. Τον ήθελε ολοκληρωτικά δικό της.

Αρχισα να βαθαίνει το φιλί έτοιμος για ένα παραπάνω βήμα. Βέβαια, ο Θεός τους είχε αλλά σχέδια.

Η πόρτα άνοιξε διάπλατα. Ο Άλφα μπήκε μέσα χωρίς να τον ενδιαφέρει τίποτα. Τους έριξε ένα βλέμμα αποδοκιμασίας πριν κλείσει την πόρτα τρανταχτά πίσω του.

Η Σάρα τον απομάκρυνε αμέσως από πάνω της φτιάχνοντας τα ανακατεμένα μαλλιά της. Τυλίχτηκε με την κουβέρτα προστατευτικά λες και ήταν γυμνή. Χαμογέλασε άβολα στο αφεντικό της.

"Για δουλειά σε έφερα εδώ Ηλία, όχι για να πηδηχτείς με την γκόμενα" στριφογύρισε τα μάτια του. Δεν γούσταρε να του μιλάει έτσι.

"Μιλά λίγο καλύτερα. Διαφορετικό το γκόμενα και διαφορετικό το κοπέλα" η Σάρα άνοιξε τα μάτια της και τον κοίταξε ελαφρά. Ήταν έτοιμος να τσακωθεί, το έβλεπε.

Με είπε έμμεσα κοπέλα του;
Μπροστά στον Αλφα;
Οπότε το επισημοποίησε;
Θα πεθάνω.

"Συγκινήθηκα" άφησε ο,τι πράγμα είχε στο τραπέζι πριν τον ξανακοιτάξει βαριεστημένα.

Δεν πρόλαβε να μιλήσει "Εφευγες;" Δεν ήξερε πως αυτοί οι δύο είχαν πάντα μια τόσο... διαφορετική από τους άλλους σχέση. Πάντα θα μιλούσαν πιο ανοιχτά. Οι άλλοι χεζόντουσαν να αντιμιλήσουν στον Αλφα. Όπως και η ίδια.

Αργότερα έμαθε πως ήταν ο πρώτος της οργάνωσης. Βασικά αυτός που είχε μείνει.

"Τολμά να μην τα έχω έτοιμα αύριο και θα σε πάω κάτω" όλοι ήξεραν ποιο ήταν το κάτω. Κάτω στο σπίτι.

"Στο καλό" του χαμογέλασε ειρωνικά, άνοιξε πάλι την πόρτα και έφυγε. Πήρε μια ανάσα όσο η Σάρα έπαιρνε εκατό το δευτερόλεπτο.

Σε κάποιον ακούστηκαν οι σκέψεις της έλεγε. Του χαμογέλασε αναψοκοκκινησμένη. Κοπέλα του.

"Που είχαμε μείνει;" ρώτησε πριν πέσει πάλι πάνω της και ενώσει τα χείλη τους όπως πριν.

17/4/17

Περίμενε στο δωμάτιο της με, σχεδόν ανυπομονησία, για να έρθει μέσα. Ήθελε αληθεια να δει τι δικαιολογία θα του έλεγε πάλι. Ήταν μαζί κάτι μήνες μόνο και τον είχε φλομώσει στο ψέμα.

Βέβαια, δεν τον ενδιέφερε τόσο αυτό όσο η σωματική της ακεραιότητα. Τόσο καιρό έκανε πράγματα που ούτε αυτός ξέρει και ευελπιστεί να μάθει. Θα μπορούσε να είχε χτυπήσει, στην καλύτερη.

Μπήκε μέσα λαχανιασμένη κρατώντας το χέρι της σε ένα σημείο. Καλύτερα να παίρνε ένα τσουβάλι λίρες. Σηκώθηκε όρθιος απότομα.

Η Μαρίνα οριακά ούρλιαξε όταν τον είδε μπροστά της. Είχε ξεχάσει εντελώς πως είχανε ραντεβού σήμερα. Και άργησα μόνο... τρεις ώρες.

"Αγγελε" είπε εύθυμα και έκανε ένα βήμα πίσω όταν πήγε να ακουμπήσει το χέρι της. Έμεινε με τα χέρια μετέωρα περιμένοντας την επόμενη της κίνηση.

"Χαίρομαι πάρα πολύ που σε βλέπω αλλά, ξέρεις, ξεχάστηκα λίγο, είναι αργά. Καλύτερα να πας σπίτι σου" αν μπορούσαν τα μάτια του να έβγαζαν φλόγες, θα το έκαναν. "Τι με κοιτάς έτσι;" κοίταξε εκεί που πήγαινε το βλέμμα του. "Αυτό;" κούνησε το χτυπημένο χέρι της."Αυτό καλέ δεν είναι τίποτα μη το κοιτάς"

Δεν έπιασε και πολύ η προσπάθεια της να γίνει αστεία. Την κάθισε βίαια στο κρεβάτι βγάζοντας το άλλο χέρι που κρατούσε την πληγή."Δεν είναι τίποτα σου λέω" είπε όταν είδε πως το κοίταζε.

"Τίποτα το λες εσύ;" ήταν μια σχετικά βαθιά πληγή από σύρμα. Δεν ήταν μαχαίρι, μπορούσε να το καταλάβει. Ήταν λες και γρατζούνισε το χέρι της σε συρματοπλέγματα.

Στην πραγματικότητα, όντως, αυτό έγινε. Καθώς έτρεχαν από την τελευταία τους στάση για να φτάσουν εγκαίρως στο αμάξι έπρεπε να σκαρφαλώσουν. Και η Μαρίνα δεν το είχε με το σκαρφάλωμα.

"Πως το έπαθες αυτό;" ρώτησε κάπως δυνατά πηγαίνοντας μέχρι το μπάνιο να πάρει ό,τι βρει. Δεν ήξερε καν τα κατατόπια του σπιτιού οπότε του πήρε λίγη ώρα μέχρι να προσαναλιστεί.

Γύρισε πίσω με το κουτάκι πρώτων βοηθειών που το βρήκε στο ντουλάπι και έξτρα χαρτί. Αρχίσε να καθαρίζει την ανοιχτή πληγή.

"Επεσα καθώς ερχόμουν από το σπίτι της Σάρας" θα έξυνε τον αυχένα της νευρικά αλλά δεν μπορούσε. Ήταν απαίσια στα ψέματα και το ήξεραν και οι δύο.

"Και είπες 'Δεν πέφτω πάνω στα συρματοπλέγματα'; Σε ποιόν τα πουλάς αυτά ρε Μαρίνα;" την ρώτησε ειρωνικά βγάζοντας το μπενταντίν. Μόλις το είδε κατσούφιασε, τσούζει αυτό, αλλά αγνόησε παντελώς το βλέμμα της.

"Πιο ήρεμα!" του φώναξε σιγανά. Πονούσε, δεν ήταν πλαστική. Μουρμούρισε ένα συγγνώμη και το παγωμένο υγρό ξαναήρθε σε επαφή με την πληγή. Ήθελε να φωνάξει αλλά δεν ήταν ώρα να μπουν μέσα οι γονείς της.

"Πως το έπαθες αυτό;" ρώτησε ξανά ήρεμα χωρίς να παίρνει το βλέμμα του από εκείνο το σημείο. Ξεροκατάπιε.

Δεν μπορούσε να πει. Και όχι γιατί φοβάται μην πάθει αυτή κάτι αλλα για αυτόν. Είναι επικίνδυνο να ξέρει κάποιος άλλος πέρα από αυτές τις δύο. Τους το είχαν κάνει ξεκάθαρο από την αρχή.

"Έπεσα σου είπα" συνέχισε. Δεν ήθελε να τον βάλει σε κίνδυνο. Μπορεί να μην ηταν μαζί πολύ καιρό αλλά τον ένιωθε πολύ κοντά της. Ήθελε να είναι καλά και ας μην ήξερε.

Έκανε στην άκρη τα κόκκινα μαλλιά της που τόσο λάτρευε και την κοίταξε πλάγια.

"Μαρίνα, πες, δεν θα θυμώσω" Δεν είχε κάτι συγκεκριμένο στο μυαλό του.

Και η Μαρίνα εκείνη την ώρα σαν να μπήκαν οι προηγούμενες σκέψεις σε σίγαση, διηγήθηκε την ιστορία αφαιρώντας κάποιες λεπτομέρειες. Όπως ποια είναι η Σάρα ή πως λένε τους άλλους ή που είναι το στέκι.

Είχε μείνει άφωνος. Θα ήταν ψέματα αν πει πως δεν είχε ήδη στο μυαλό του ποιος το έκανε αλλά δεν ήθελε ακόμα να της το πει. Θα έκανε την έρευνα του.

Έβλεπε το αγχωμένο βλέμμα της καθ' όλη την διάρκεια που τα έβγαζε από μέσα της. Κατάλαβε πόσο ήθελε να προστατέψει την κολλητή της. Βέβαια αυτού δεν του γέμιζε καθόλου το μάτι. Του έβγαζε κάτι περίεργο.

"Είπες δεν θα θυμώσεις"

"Έλα να ξαπλώσουμε" ήταν το μόνο πράγμα που δεν περίμενε να πει. Αφού της τύλιξε το χέρι την έβαλε να ξαπλώσει στην μέση του κρεβατιού.

"Αγγελε, το ξέρεις πως δεν πρέπει να πεις τίποτα ή να δείξεις πως ξέρεις, έτσι;" τον ρώτησε μόλις ήρθε από πάνω της. Της ακούμπησε απαλά τα χείλη.

"Το ξέρω"

Άρχισε να την φιλάει παντού. Να πάρει τις αμαρτίες της και να τις κάνει δικές του. Δεν ήθελε η πυρόξανθη του να έχει τόσες τύψεις μέσα της.

Και κάπως έτσι ήταν η πρώτη τους φορά. Γλυκιά, απαλή, με σκοπό να μην κρύψουν ποτέ ξανά τίποτα ο ένας από τον άλλον. Τελικά δεν κράτησαν αυτόν τον σκοπό.

Γιατί ο Άγγελος και η Μαρίνα είναι (ήταν) προορισμένοι να γεράσουν μαζί.

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top