Άλλη-21
Αυτό που δεν καταλάβαινε η Μιρέλα είναι πως έμοιαζε τραγικά πολύ με την Μαρίνα. Και δεν εννοώ εξωτερικά.
Τονίζω το Μιρέλα. Όχι Σάρα. Έφτασε ο καιρός που αυτές τις δύο πρέπει να τις ξεχωρίζουμε. Δεν άργησε είναι η αλήθεια. Πολύ εύκολα μπορεί να αλλάξει ο εαυτός σου από την μία μέρα στην άλλη. Οι καταστάσεις σε κάνουν να αλλάξεις.
Δεν μπορούσε να το εξηγήσει, αλλά έμοιαζαν. Είχαν παρόμοια καλοσύνη. Τι εννοώ;
Εννοώ πως η Μιρέλα τα έκρυβε όλα μέσα της. Όπως και η Σάρα. Ήταν η μεγάλη αδελφή, αυτή που δεν θα έπρεπε να κάνει λάθος, η πρωτότοκη κόρη που θα συνέχιζε το έργο των γονιών της. Δεν θα έπρεπε να απογοητεύσει την οικογένεια.
Δίκιο δεν έχω;
Θα έπρεπε να δείχνει καλή. Θα έπρεπε να δείχνει υπόδειγμα. Ομως, η Μιρέλα, δεν ήθελε μόνο να δείχνει, ήθελε να είναι. Δεν της άρεσε το φαίνεσθαι.
Οπότε κάπως έτσι η καλοσύνη άρχισε να πηγάζει από μέσα της. Ήταν αυτή που θα βοηθούσε τον συμμαθητή της με την άσκηση, αυτή που θα καθόταν μέσα στο διάλειμμα για να παρηγορήσει την Αγάπη που χώρισε, αυτή, αυτή, αυτή.
Στους "φίλους" της όμως δεν το έδειχνε. Δεν το άξιζαν όλοι. Ιδικά στην αρχή. Σιγά σιγά, όμως, αυτό άλλαξε. Έβλεπε τον εαυτό της μέσα από την Μαρίνα.
Έδειχνε φοβισμένη; Δεν της άρεσε να φαίνεται έτσι. Κυρίως γιατί δεν είναι.
Έχει προγραμματιστεί όλη της η ζωή από την μέρα που γεννήθηκε, πλάκα μου κάνεις; Θα δείχνει φοβισμένη; Πιο εύκολα θα την τρόμαζε η τάξη που της είχαν επιβάλλει.
Μάθε πως είναι ίδιες. Κάτι, κάπου, κάποιος, ήθελε να συναντηθούν, να βρεθούν, να γίνουν αχώριστες. Έως να πάψει η αποστολή τους. Η μοίρα να δώσει την ευκαιρία της και τελευταία στιγμή να το πάρει πίσω.
Βλέπεις τις ζωές τους; Ακούς, διαβάζεις; Πάλι, κάτι, κάποιος, κάπου, τις ενώνει.
Γιατί;
Ακόμα και μακρυά η μία από την άλλη. Ο Άγγελος τις ενώνει.
Τις ένωσε.
Τώρα όμως πρέπει να μάθει να τις ξεχωρίζει.
Γιατί;
Γιατί αυτή είναι η άλλη, η δεύτερη γυναίκα.
Τώρα
Κοιμήθηκαν όντως μαζί τελικά. Το προηγούμενο βράδυ τους πήρε η πάρλα και έτσι κατά τη μία είχαν ήδη κοιμηθεί.
Είχαν ακόμα δύο μέρες εκεί και η Μιρέλα ήθελε και άλλο, αν και ήξερε πως δεν γινόταν. Αναγκαστικά έπρεπε σε τρεις ώρες να πάνε στο συμβούλιο και μετά αύριο πάλι να κλείσουν την συμφωνία.
Περίμενε λίγο ο Άγγελος να ενθουσιαστεί, του αρέσουν κάπως αυτά. Και αυτό όμως έδειχνε να μην ήθελε καν να είναι εδώ.
Νιώθει πιο άνετα και ασφαλής στο σπιτάκι του πάρα τόσα χιλιόμετρα μακρυά. Οπότε τι έκανε; Απλά κοίταζε την Μιρέλα που προσπαθούσε να βαφτεί.
Δεν είναι ότι δεν ήξερε. Φυσικά και ήξερε. Απλά όταν είναι σε διαφορετικούς καθρέφτες από αυτούς που έχει συνηθίσει και δεν της βγαίνει. Έτσι είπε τουλάχιστον.
Έξω έβρεχε και της χαλούσε ακόμα πιο πολύ η διάθεση. Της άρεσε ο καλοκαιρινός ήλιος βασικά, όταν έχει λιακάδα, χωρίς κανένα σύννεφο.
"Να σε βοηθήσω;" ρώτησε μιας και έβλεπε την απελπισία της από τον καθρέφτη. Εκείνο γύρισε να τον κοιτάξει.
"Ξέρεις να βάφεις;"
"Οχι... αλλά έχω δει να το κάνουν" έλεγε καθώς σηκωνόταν. Είχε ένα μικρό κρύο αλλά η Μιρέλα αμέσως ζεστάθηκε. Ήταν με ένα άσπρο φανελάκι που άνετα μπορούσε να δει τα πάντα από μέσα. Έστρεψε το βλέμμα της στον καθρέφτη προσπαθώντας να μην σκεφτεί παραπάνω πράγματα.
Πήρε στα χέρια του τα μάγουλα της και την έστρεψε προς το μέρος του. Την ακινητοποίησε μπροστά του, την έβαλε να κοιτάει τα μάτια του. Την κοίταξε πρώτα αναλυτικά, λες και δεν έχει ξαναδεί το πρόσωπο της.
Πήρε το μωρομάντιλο από το τραπεζάκι μπροστά της. Καθάρισε τα μάτια της ελαφρώς, μόνο εκεί που είχε γεμίσει από το μαύρο υγρό.
Κανονικά θα έπρεπε να έχει κλειστά τα μάτια της αλλά δεν μπορεί. Τον κοίτα, κοίτα τους μυς του που κουνιούνται αρμονικα καθώς κούνα τα χέρια του. Μέσα από την μπλούζα του διαγράφεται η σιλουέτα του, αναπνέει ήρεμα, αλλά, με κάθε ανάσα, φαινόταν πιο έντονα το εσωτερικό.
Κάποιος θα μπορούσε να την πει στερημένη αλλά δεν ήταν. Μόνη της είχε αποφασίσει πως τέλος όλοι. Τουλάχιστον για λίγο καιρό. Δεν άντεχε αλλά δράματα, δεν άντεχε ζήλιες, αμφιβολίες. Ήθελε ένα διάλειμμα. Που εν τέλει κράτησε τρία χρόνια σχεδόν. Δεν το μετανιώνει βέβαια.
Πήρε το ρουζ στα χέρια του και έβαλε απαλά στα μάγουλα της. Πάντα του άρεσε αυτή η πινελιά πάνω της. Της ταίριαζε, την έκανε ακόμα πιο γλυκιά. Ταίριαζε με το άρωμα της.
Δεν ήξερε ακριβώς τι έκανε. Ηλπιζε να μην την κάνει σαν κανάβαρλο. Κοιτούσε προσεκτικά τα μάγουλα της οπότε δεν παρατήρησε τα μάτια της που οριακά έβγαζαν καρδούλες. Σε λίγο θα μπορούσε να άκουγε τις σκέψεις της.
Πήρε το λιπγλος στα χέρια του και το άνοιξε. Το βλέμμα του επεσε τα χείλη της που ήταν απαλά. Κατέβηκε λίγο παραπάνω στο ύψος της καθώς της το έβαζε πάνω με μαεστρία.
Το χρώμα ήταν ένα απαλό ροζ ομως πάνω στα χείλη της έδινε έναν ωραίο τόνο. Επίσης, μύριζε καρπούζι! Μπορεί να μην το ήξερε η Μιρέλα αλλά ήταν το αγαπημένο του φρούτο.
"Είσαι έτοιμη" της είπε μετά από λίγο και ξαναστάθηκε στο ύψος του. Η Μιρέλα κοκκίνησε ακόμα περισσότερο. Ξαφνικά νιώθει πως ο αέρας λιγοστέυει στο δωμάτιο. Χαμογέλασε σφιγμένα.
Γύρισε το κεφάλι της στον καθρέφτη και-προς μεγάλη της έκπληξη-δεν έβαλε τίποτα παραπάνω ή τίποτα λιγότερο. Χαμογέλασε άλλη μια φορά λέγοντας "Ευχαριστώ".
"Αντε, ντύσου να πάμε για πρωινό"
[...]
Δεν ξέρει πως κατέληξαν έτσι αλλά περπατούσαν μέσα στην βροχή μόλις είχαν τελειώσει από το συμβούλιο. Κρατούσε τις μπεζ γόβες της στα χέρια της. Την έχανε πεθάνει και ήτανε μόνοι τους στον δρόμο!
"Όταν ήμουν μικρή ο Πέτρος μου έκανε κοτσιδάκια στα μαλλιά όταν η Αθηνά δεν μπορούσε! Πίστεψε το!" του είπε γελώντας καθώς είχε μείνει άφωνος.
Είχαν μόλις χάσει το λεωφορείο και είπαν να το πάνε με το πόδι. Οπότε τι καλύτερο να έκαναν; Έλεγαν ιστορίες τους από όταν ήταν παιδιά. Ο Άγγελος ωστόσο δεν μιλούσε τόσο πολύ. Προτιμούσε να ακούει.
"Η μάνα μου ήθελε πάρα πολύ κοριτσάκι. Η κολλητή της είχε κοριτσάκια και όλοι την ώρα τους έφτιαχνε τα μαλλιά" είπε μια από την λίγες αστείες αναμνήσεις που θυμάται. Δεν είναι πως θυμάται τις άσχημες και πολύ. Απλά τα διέγραφε με τον καιρό.
"Τη μέρα που γεννήθηκε ο Παύλος ήμουν δεκατρία και μου είχε έρθει πρώτη φορά περίοδος. Ακόμα λυπάμαι τον πατέρα μου που πάθαινε το ένα εγκεφαλικό μετά το άλλο εκείνη την μέρα" γέλασε δυνατά. Ω, θα ήθελε πολύ να δει τον Πέτρο να κλαίει με τον γιο του αλλά παράλληλα να τα χάνει που η κόρη του έγινε γυναίκα.
"Στο δημοτικό η Χριστιάννα με είδε να χαιρετάω μια κοπέλα από την τάξη μου και πίστευε πως είμαστε μαζί μέχρι να πάω δεύτερα γυμνάσιου που άλλαξε σχολείο" ήταν η σειρά της τώρα να γελάσει.
"Η Γεωργία είχε βρει προφυλακτικά στην τσάντα μου, που δεν ήταν καν δικά μου, τα είχαμε πάρει για πλάκα για να τα κάνουμε μπαλόνια. Και πήγε και τους έδειξε το άδειο πακετάκι. Ακόμα θυμάμαι την φάτσα τους" θυμήθηκε τον καιρό λίγο πριν φύγει η Αγάπη και πάει Θεσσαλονίκη. Τι ωραία που περνούσαν.
Ο Άγγελος γέλασε δυνατά αλλά δεν ήξερε τι άλλο να πει από την παιδική του ηλικία. Πίστευε πως δεν είχε κάτι άλλο να πει για αυτόν. Οπότε άλλαξε θέμα.
"Νομίζω ο Ευθυμίου μετά από αυτήν την συνάντηση θα σε μισεί ακόμα πιο πολύ" συνέχισε γελώντας και την κοίταξε για λιγο. Το πουκάμισο είχε κολλήσει πάνω του και είχε αρκετή υγρασία και ζέστη. Έσκαγε οριακά.
"Α δεν φταίω! Ας ήξερε και αυτός Ιταλικά!" είπε τινάζοντας το μαλλί της με περηφάνια. Είχε δίκιο πάντως πως θα γινόταν έξαλλος. Η συνάντηση, φυσικά και πήγε πολύ καλά. Το σχέδιο του πως θα τους κάνει καλή εντύπωση η Μιρέλα, ήταν αλήθεια! Αυτό που τον πείραξε είναι πως έπιασαν και ψηλή κουβεντούλα! Εξαιτίας αυτού της έβαλαν ψηλά στα στάνταρ τους.
Όχι πως δεν είμαι.
"Δεν νομίζω να σε συμπαθήσει ποτέ"
"Δεν τσακωνόμουν εγώ με καθηγητές για την ισότητα για να έρθει αυτός και να αρχίσει τα σεξιστικά του. Στο κάτω κάτω δεν θα μπω εγώ με μικρά γράμματα στην πλακέτα" συνέχισε ειρωνικά. Καταβάθος εννοούσε ό,τι είπε, ο Άγγελος της χαμογέλασε περήφανα. Του άρεσε που είχε φωνή σε τέτοια θέματα.
Το θέμα ήταν πως δεν είχε εκεί που έπρεπε.
Συνέχισε να λέει ιστορίες και ο Άγγελος για μια στιγμή θόλωσε. Χάθηκε για λίγο από την μνήμη του εκείνη. Τα φλογέρα της μαλλιά αντικαταστάθηκαν από ένα κάστανο. Τα όμορφα θαλασσί ματιά της έγιναν πράσινα σαν σμαράγδι. Το πρόσωπο της αλλοιώθηκε, η μύτη της έγινε πιο μικρή, τα μάτια της στρογγυλά, δεν είχε εκείνο το φοβισμένο βλέμμα αλλά ένα με χαμόγελο και σοβαρό εκεί που πρέπει, η φωνή της ξαφνικά ήταν πιο δυνατή, πιο γλυκιά. Το σώμα ήταν διαφορετικό. Τα χέρια, τα πόδια, η μέση. Διαφορετικά θέλω, καμία σχέση η μία με την άλλη. Αυτό που, κατά την γνώμη του, ξεχώριζε πιο πολύ, ήταν το άρωμα. Εκείνη μύριζε καλοκαίρι. Αυτή μύριζε κάποιο γλυκό λουλούδι. Αυτό το άρωμα είχε ποτίσει όλο το σπίτι. Ιδικά τα σεντόνια του. Δεν ήταν όμως μέτρο σύγκρισης, η καθεμία ήταν ξεχωριστή. Δεν ξέρει αν θα μπορούσε να τις βάλει στην ίδια πρόταση είναι η αλήθεια ακόμα και αν το έκανε.
Πήρε για λιγο η δεύτερη την θέση της. Η μορφή της δεν άλλαξε για αρκετή ώρα αλλά αρκετή για να κάνει αυτό που μπορεί να σκοτώσει και τους δύο.
Αργά και σταθερά. Έδωσε χρόνο στον εαυτό του να αλλάξει γνώμη.
Έφτασε κοντά της. Τα μάτια της συνάντησαν τα συννεφιασμένα δικά του καθώς του μιλούσε χαμογελαστά.
Χαμογέλασε πίσω, έσκυψε αργά στο ύψος της και την φίλησε.
Και η δεύτερη πήρε για λίγο την θέση της βασίλισσας, εκείνης που δεν υπήρχε μέτρο σύγκρισης, της πρώτης.
2/1/17
"Βρε μαλάκα τι μαλακίες πας και κάνεις πάλι γαμώ το κεφάλι σου;" ρώτησε ο Βασίλης έξαλλος τον κολλητό του.
"Τι έκανα και εσύ; Σιγά. Επειδή εσύ δεν μπορείς να σταυρώσεις μια σχέση της προκοπής θα την πληρώσω εγώ;" έκανε το λάθος να πει στον κολλητό του για το τι έγινε πριν κάτι ώρες με την Μιρέλα στο αμάξι του. Φυσικά και θα άρχιζε το κήρυγμα.
"Καλά ναι, κάτσε να το μάθει ο Άλφα και θα σου πω εγώ. Πας καλά; Την κυνηγάνε. Κ-υ-ν-η-γ-α-ν-ε. Και εσύ φυσικά και θα πας να μπλεχτείς, καλός μαλάκας" τον χειροκρότησε ειρωνικά. Ο Ηλίας του πεταξε ένα άδειο κουτάκι από μπύρα στο μέρος του χωρίς να τον πετύχει.
"Εγώ την θέλω" απάντησε με παιδικό πείσμα. Ο Βασίλης ήθελε απλά να χτυπήσει το κεφάλι του στον τοίχο.
Θα την καταστρέψεις όμως.
"Ρε μαλάκα, επικοινωνείς;"
"Γιατί μωρέ; Εκτός από ότι ο Άλφα δεν παίζει να μάθει κάτι. Η Σάρα τον τρέμει, καλά ας μην μιλήσω για την Μαρίνα" γέλασε απαλά. Έπρεπε να της μάθει να σταματήσει να τον φοβάται, τίποτα δεν μπορούσε να της κάνει. Τουλάχιστον όσο ήταν αυτός ήταν στην μέση.
"Θα σε πληγώσει" θα την πληγώσεις.
"Δεν μπορεί"
Σήκωσε το φρύδι του. Περίμενε την μαλακία που θα πέταγε."Γιατί;"
"Γιατί είμαι ο καλύτερος" στριφογύρισε τα μάτια του. Ήρθε μπροστά του και τον κοίταξε λοξά με μάτια μισόκλειστα. Του άρπαξε το τσιγάρο από το χέρι και το έσβησε. Είχε μυρίσει το σπίτι άσχημα.
"Κόψε τις μαλακίες και όταν είσαι καλά, έλα να τα πούμε σοβαρά"
Ημερολόγιο
"ΑΠΟΚΛΕΙΕΤΑΙ" φώναξε η Μαρίνα μέσα από το δωμάτιο της Μιρέλας. Ήταν το επόμενο πρωί και είχαν αποφασίσει να μην πάνε πρώτη ώρα.
"Μην φωνάζεις!" μπορεί να ήταν μόνοι σπίτι αλλά και οι τοίχοι έχουν αφτιά.
"Και δηλαδή έτσι στο ξεκάρφωτο σε φίλησε;" ρώτησε σκεπτική. Η αλήθεια είναι πως δεν του το είχε. Φαινόταν ξινός και απόμακρος, κάτι που θα γέμιζε την Μιρέλα άλλο χρώμα από αυτό που ήθελε.
Ανασήκωσε τους ώμους της. "Ναι! Απλά το θέμα είναι πως δεν με είπε Σάρα. Αυτό σημαίνει ότι την Μιρέλα θέλει όχι την άλλη!" εξήγησε την σκέψη της ενθουσιασμένη.
Η Μαρίνα ήθελε πολύ να συμφωνήσει μαζί της. Μπορεί ο τύπος όντως να έχει καρδιά απλά όχι για τους άλλους. Μπορεί να την κράτα μόνο για αυτόν. Τουλάχιστον αυτήν την εξήγηση δίνει στον εαυτό της για μία ευκαιρία.
"Η Αγάπη τι λέει;" η Μιρέλα δαγκώθηκε. Δεν ήξερε τίποτα η Αγάπη για το γίνεται στην Αθήνα. Το πως θα την αντιμετώπιζε το καλοκαίρι ήταν άλλο θέμα.
"Η Αγάπη...ε, το μόνο που ξέρει για τον Ηλία είναι, το ότι είναι ένα παιδί από το σχολείο που έχουμε έρθει κοντά τελευταία. Το ξέρω βλακεία μου αλλά δεν θέλω να την μπλέξω" ο, τι είπε το είπε σιγά. Ντρεπόταν. Ήθελε τόσο πολύ να πει κάτι στην Αγάπη, απλά το θέμα είναι πως μπορούσε. Δεν ήθελε να την βάλει μέσα σε όλο αυτό.
Η Μαρίνα της χαμογέλασε απαλά. Ήρθε δίπλα της και χώθηκε στην αγκαλιά της.
"Είσαι πολύ καλή φίλη Μιρέλα. Καλό θα ήταν αν της μιλήσεις ποτέ να το κάνεις όταν τελειώσουν όλα αυτά" την καθησύχασε μιλώντας ήρεμα. Της χάιδεψε λίγο την πλάτη.
Της έλειπε η κολλητη της και το έβλεπε. Φυσικά και δεν ζήλευε, δεν ήταν εδώ για να της πάρει την θέση. Ισα ίσα, την καταλάβαινε έως ένα σημείο. Και εκείνη δεν μπορούσε να πει κάτι στον Άγγελο. Ήταν διαφορετικό το ένα με το άλλο αλλά καταλάβαινε.
"Μαρίνα, κάνω βλακεία;" ήθελε την γνώμη της οπωσδήποτε. Είχε ανάγκη κάποιος να την βρίσει πριν κάνει έτσι και αλλιώς του κεφαλιού της. Εκείνη της χαμογέλασε απαλά.
"Ναι, αλλά, ο,τι και να σου πω αυτό που θες θα γίνει" απάντησε ειλικρινά. Ούτε που νευριάσε. Μόνο ένα στοίχημα έβαζε με τον εαυτό της.
Θα της αποδείκνυε το αντίθετο.
Τραγικό που έχασε το ίδιο της το στοίχημα.
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top