Άτιτλο κεφάλαιο 6

   Η Κλαίρη ψώνιζε στη λαϊκή όταν άξαφνα συνάντησε την Ευρυδίκη. Έτυχε να έρθει να ψωνίσει στην ίδια αγορά λόγω πλήθους φρέσκων φρούτων, λαχανικών και οικονομικών τιμών. Ρίγος διαπέρασε και τις δύο αλλά με διαφορετική μορφή. Η Ευρυδίκη ένιωσε ανείπωτη χαρά και συγκίνηση που την ξαναέβλεπε, σαν να της προσέφεραν το οξυγόνο που στερήθηκε από τον ψυχικό της κόσμο. Η Κλαίρη από την άλλη ταράχτηκε στιγμιαία και είπε μέσα της πως θα ήταν καλύτερα να το βάλει στα πόδια τώρα επιτόπου για να μην προλάβει να την πλησιάσει η...μαμά της.

Δεν το έκανε όμως, προτίμησε να σταθεί εκεί και να της δείξει το πιο σοβαρό και άγρια παγερό βλέμμα για να το λάβει ως ενθύμιο σε όλη της τη ζωή και να μεγαλώσει τις ενοχές της. Η Ευρυδίκη βημάτισε δειλά προς το μέρος της και τη ρώτησε γλυκά:'' Πως είσαι; Καλή χρονιά ελπίζω να πέρασες όμορφα στις γιορτές. "

" Καλή χρονιά. Ναι μπορεί να μην πέρασα τις γιορτές μαζί σου αλλά σε πληροφορώ ότι ήταν πολύ καλά! Απορώ με το ενδιαφέρον σου, αφού μερίμνησες να με καταστρέψεις συναισθηματικά με τα ψέματα σου τώρα με ρωτάς αν είμαι καλά και πως περνώ τις γιορτές. Ακόμα πονάω! ύψωσε οργισμένη το τόνο της φωνής της. " Να' ναι καλά η Βάσω που μου στάθηκε και έκανε τα πάντα για να μου φτιάξει το κέφι ώστε να φανεί ένα μονάχα χαμόγελο στα χείλη μου την ώρα που στολίζαμε το χριστουγεννιάτικο δέντρο και όταν άλλαζε ο χρόνος. Αν δεν είχα την συμπαράσταση της μπορεί να είχα αποπειραθεί να αυτοκτονήσω."

" Σε παρακαλώ μη μιλάς έτσι παιδί μου, σου ζητώ ταπεινά συγγνώμη. Κάνε μου τη χάρη να έρθεις να με δεις ένα απόγευμα στο σπίτι μας και να με ακούσεις. Πρέπει να σου εξηγήσω πολλά και τα μικρά θέλουν να σε δουν, ρωτούν συνέχεια γιατί δεν γυρίζεις σπίτι εδώ και τόσες βδομάδες. Δεν πείστηκαν φαίνεται από την εξήγηση που τους έδωσες στο τηλέφωνο.''

 " Να σου κάνω χάρη; Έχεις τρομερή αναίδεια μου φαίνεται μετά από αυτά που μου έκανες. Με εξαπάτησες και τώρα περιμένεις να ξαναγυρίσω στο σπίτι μας έτσι απλά. Μόνο για το χατίρι των παιδιών θα έρθω να ξέρεις, γιατί βλέπεις εγώ έχω τύψεις που εγκατέλειψα αυτά τα καημένα που δεν φταίνε σε τίποτα.  Όχι σαν εσένα που δεν έχεις διόλου τύψεις για το θέατρο που έπαιζες." συνέχισε το ίδιο άπονα η Κλαίρη.

" Σε ικετεύω να έρθεις στο σπίτι, λυπάμαι και έχω φοβερές τύψεις δεν με δικαιολογώ αλλά δεν μπορούσα να πράξω αλλιώς στο παρελθόν. Άκουσε αυτά που έχω να σου πω.'' τη παρακάλεσε πονεμένα η μητέρα της.

" Μην περιμένεις να γίνει αυτό σύντομα, προς το παρόν θα μένω στην κολλητή μου. Και όταν αποφασίσω να επισκεφτώ τον Θάνο και τη Μαρκιανή κάποιο απόγευμα να μεριμνήσεις να λείπεις από το σπίτι. Δεν θέλω να σε βλέπω!" έδωσε την κοφτή παγερή διαταγή της η κοπέλα και της γύρισε την πλάτη για να απομακρυνθεί. Η Ευρυδίκη την κοίταζε λυπημένη καθώς απέτυχε να την μεταπείσει να της δώσει την δυνατότητα για εξηγήσεις.

                                 ....

  Οι φίλοι της Ευρυδίκης καταλάβαιναν πως αν δεν συνδράμουν και οι ίδιοι η Κλαίρη δεν υπήρχε περίπτωση να πειστεί να συναντήσει την μητέρα της από κοντά προκειμένου να μιλήσουν ειλικρινά για πρώτη φορά όσο δεν έκαναν ποτέ άλλοτε. Έτσι ο Μένιος τηλεφώνησε στην Κλαίρη και αφού μίλησαν για διάφορα καθημερινά πράγματα, πέρασε το ακουστικό στη γυναίκα του μιας και εκείνη τα κατάφερνε καλύτερα με την πειθώ.

" Γεια σου Κλαίρη μου τι κάνεις;"

"Γεια σας κυρία Ξένια καλά είμαι, για να με παίρνετε σημαίνει πως κάτι θέλετε σημαντικό να μου πείτε."

" Ναι αφορά την μητέρα σου. Είναι σκέτο ράκος από τότε που έφυγες μακριά της και δεν την βλέπω να συνέρχεται σύντομα. Έτσι όπως πάει μόνο ένας ψυχολόγος θα μπορούσε να την βοηθήσει, αλλά που να βρει τα λεφτά για τις συνεδρίες; Ευτυχώς έπιασε καινούρια δουλειά μέσης απασχόλησης με πενιχρό βέβαια μισθό.

Τέλος πάντων, αυτό που προσπαθώ να πω είναι ότι πρέπει να έρθεις σε επαφή μαζί της και να ακούσεις ότι έχει να σου πει. Σου οφείλει εξηγήσεις για το παρελθόν σας και δεν θα ησυχάσει αν δεν στις δώσει."

" Κυρία Ξένια η Ευρυδίκη ξέρει πως δεν θέλω να έχω καμιά επαφή μαζί της και η πληροφορία που λαμβάνω από εσάς σχετικά με την κατάσταση της δεν είναι αρκετή για να με κάνει να την συμπονέσω. Δεν έπρεπε να με προδώσει με τόσο άσχημο τρόπο, με έχει απογοητεύσει και με έκανε να θυμώσω πολύ.'' επέμενε σταθερά και αποφασιστικά στην άποψη της η κοπέλα.

" Κάν'το για έμενα τουλάχιστον, όσο και αν σου είναι δύσκολο πρέπει να βρεις το σθένος, σε παρακαλώ χρυσή μου. Δώσε της αυτή τη χαρά να σε δει για λίγο από κοντά έστω και αν απαιτηθεί να σου εξιστορήσει αναλυτικά το οικογενειακό της δέντρο και τις αναμνήσεις των νιάτων της."

" Καλά θα το σκεφτώ.. αλλά μόνο επειδή εσείς μου το ζητάτε ως χάρη και δεν σας κρατώ κακία να ξέρετε. Η Ευρυδίκη είναι άλλωστε μεγαλύτερη υπεύθυνη για το ότι έχασα την ψυχολογική μου ηρεμία.''

" Σε ευχαριστώ Κλαίρη μου το ήξερα ότι θα το σκεφτόσουν πιο λογικά και συνετά. Σου έχει μείνει ίχνος καλοσύνης μέσα σου."

 Η Κλαίρη τηλεφώνησε αργότερα στον Αιμίλιο- με τον οποίο η φιλική σχέση και παρέα εξελισσόταν μέρα με την μέρα- και ζήτησε τη δική του γνώμη σχετικά με το αν θα κάνει σωστά να επισκεφτεί την μητέρα της για να ακούσει την ιστορία της. Εκείνος της συνέστησε να το κάνει οπωσδήποτε και έπειτα να αποφασίσει μόνη της αν θα την συγχωρέσει και θα ξαναγυρίσει στο σπίτι τους ή θα επιμείνει να ζει μακριά της.

                              



                        ....

  Κόμπο στο λαιμό και ιδρωμένα δάχτυλα είχε η κοπέλα όσο κατευθυνόταν στη γειτονιά της. Έφτασε έξω από το σπίτι και ακόμα αναρωτιόταν αν έκανε καλά που πήρε την απόφαση να δει την μητέρα της. Η Ευρυδίκη άνοιξε αμέσως, σαν να αισθανόταν τον ερχομό του παιδιού της.

Πήγε να της χαϊδέψει τα μαλλιά αλλά η Κλαίρη αποτραβήχτηκε θορυβημένη. "Αποφάσισα να έρθω να σε ακούσω, δεν θέλω καμία εκδήλωση αγάπης προς το παρόν. Μόλις τελειώσεις τις εξηγήσεις σου θα διαλέξω αν θα φύγω μόνιμα ή αν θα ξαναγυρίσω σε εσένα. Γι' αυτό πρόσεχε τι θα μου πεις."

'' Εντάξει κοριτσάκι μου πήγαινε εσύ στο σαλόνι, θα σου ετοιμάσω δύο ποτήρια νερό και πιατέλες με κουλουράκια... θέλεις;''

" Ευχαριστώ, αλλά δεν πεινάω ιδιαίτερα και δεν ξέρω αν θα μπορέσω να κατεβάσω μπουκιά μετά από όσα ακουστούν'' είπε η Κλαίρη καθώς έβγαζε το μπουφάν της και το άπλωνε στον καλόγερο. Η Ευρυδίκη επέστρεψε με το δίσκο σε δευτερόλεπτα, δεν είχε προλάβει να καθίσει καλά καλά στον καναπέ η Κλαίρη.

Η αγωνία και το άγχος της να μιλήσει με το παιδί της και να του πει όλα όσα προετοίμαζε στο νου της επί μήνες, ήταν πολύ μεγάλη για να νοιαστεί για οτιδήποτε άλλο εκείνη την ώρα. Πήρε μια θέση κοντά της που εξασφάλιζε μια μικρή απόσταση καθώς ήξερε πως η κόρη της δεν επιθυμούσε να την νιώθει πολύ κοντά της λόγω της άβολης κατάστασης. 

  Η γυναίκα ξεκίνησε τη περιγραφή: ''Πριν χρόνια, λίγο πριν την δεκαετία του εβδομήντα, ένα ευτυχισμένο δεκαεπτάχρονο κορίτσι-εγώ δηλαδή- κατοικούσε σε ένα σπίτι στη κορυφή του λόφου απ' όπου έβλεπε θέα τη θάλασσα. Ο πατέρας του ναυτικός και η μητέρα του γαιοκτήμονας διατηρούσαν μια φάρμα με λίγα άλογα. Μια μέρα  κατά τη διάρκεια μιας βόλτας στην μικρή πόλη, το κορίτσι πρόσεξε έναν πανέμορφο νέο άντρα ωριμότερο και μεγαλύτερο από εκείνη δεκατρία χρόνια. Μαγεύτηκε, καθώς η ομορφιά του θύμιζε τους αστέρες του κινηματογράφου.

Πήγαινε με τη καλύτερη της φίλη κρυφά για να τον βλέπει μετά τα μαθήματα του σχολείου θηλέων, άλλοτε σε ένα ζαχαροπλαστείο και άλλοτε σε ένα τυπογραφείο-βιβλιοπωλείο. Εκεί σύχναζε ο ωραίος 'αστέρας' ο οποίος αντιλήφθηκε τα ντροπαλά κοιτάγματα του κοριτσιού, όμως δεν την πλησίαζε για να την γνωρίσει από κοντά. Ίσως να μην του είχε κινήσει το ενδιαφέρον ούτε τόσο δα. Για να λέμε την αλήθεια, εγώ χαιρόμουν απλώς και μόνο για το ότι είχα την δυνατότητα να τον φαντάζομαι ως τον πλατωνικό μου έρωτα. Η κολλητή μου στο μεταξύ είχε βαρεθεί να με συνοδεύει δύο φορές τη βδομάδα στα στέκια που σύχναζε ο αγαπημένος μου. 

"Μπράβο φιλενάδα μου που αποφάσισες να κάνεις μια προσπάθεια να τον βγάλεις απ το μυαλό σου, γιατί είχα κουραστεί και ανησυχήσει λίγο. Που θα πήγαινε όλο αυτό, να τον κοιτάζουμε κρυφά λες και είμαστε τίποτα πράκτορες που παρακολουθούμε τις κινήσεις του. Τώρα όμως προσοχή μη ν σε αντιληφθούν οι δικοί σου. Μην υποψιαστούν ότι σε περιτριγυρίζει το ρομαντικό συναίσθημα, γιατί κάηκες. Δεν θα στο συγχωρήσουν, θα σε κλειδώσουν σε κάποια σοφίτα του σπιτιού "θυμάμαι χαρακτηριστικά τα λόγια της. Όμως εγώ δεν την πήρα στα σοβαρά τόσο, παρόλο που γνώριζα ως ένα σημείο την αυταρχικότητα των γονιών μου.

Πράγματι ήρθε η στιγμή που επαληθεύτηκαν οι προειδοποιήσεις της. Πριν όμως φτάσω σε αυτό το θέμα, θα ήθελα να σου περιγράψω κόρη μου το πόσο υπέροχος ήταν ο πρώτος μου έρωτας που έγινε η αιτία να μην αφήσω τη καρδιά μου ελεύθερη για πολλά χρόνια''.


Η Κλαίρη τέντωσε τα αφτιά της για να ακούσει τη συνέχεια προσεκτικά, με ανανεωμένο ενδιαφέρον και περιέργεια. Η Ευρυδίκη το έπιασε από το σημείο που το άφησε:'' Η πρώτη γνωριμία μας έγινε κάτω από απρόσμενες συνθήκες. Ήταν λίγο πριν το μεσημέρι της Κυριακής...εγώ σαν καλοντυμένη πανέμορφη ντεμπιτάντ της καλής κοινωνίας με το φουντωτό γαλαζοάσπρο φόρεμα μου,  είχα βγει μια βόλτα με την φίλη μου  και τη παρέα της και κάποια στιγμή σκορπιστήκαμε με αποτέλεσμα να μείνω μόνη μου περιμένοντας τους να γυρίσουν από την εξόρμηση τους σε ένα μαγαζί ρούχων.

Έτυχε προς σημαντική μου λύπη, να αποτελέσω θύμα κλοπής από έναν άγνωστο νεαρό ο οποίος βούτηξε την ντελικάτη τσάντα μου μέσα από τα χέρια μου και με έσπρωξε άγαρμπα στην άκρη. Όμως, παρουσιάστηκε ένα σημαντικό πρόσωπο που βοήθησε στο να πάρω τη τσάντα μου πίσω. Ο αγαπημένος μου. Αφού κυνήγησε τον κλέφτη μέχρι το τέρμα της κεντρικής αγοράς κατάφερε να τον ακινητοποιήσει και να του πάρει τη τσάντα. Επέστρεψαν και οι δύο κοντά μου προς μεγάλη μου έκπληξη. 

« Ζήτα συγνώμη από την δεσποινίδα και εξήγησε της την αιτία της άνομης πράξης σου » του μίλησε ισχυρογνώμονα  ο Λαέρτης και ο κλέφτης υπάκουσε καθώς είχε παραλύσει από τον φόβο. Έδειξε πόσο δειλός και άγουρος ήταν στη πραγματικότητα.

Ο ντροπιασμένος κακοποιός μου ομολόγησε πως το έκανε, επειδή λειτουργούσε ως συνεργός μιας συμμαθήτριας μου που ζήλευε την κάθε επιτυχία μου στο σχολείο και στα αγωνίσματα του ιππικού ομίλου. 'Έπαιρνε διαταγές' από εκείνη την φθονερή κοπέλα για να με βλάψει με κάθε πιθανό τρόπο. Στην αρχή θα ξεκινούσε με την κλοπή ενός βασικού μου αντικειμένου και στη συνέχεια θα μου έβαζαν άλλες τρικλοποδιές.

Όμως επειδή ο ίδιος ο Κρείττων δεν ήταν τόσο κακός κατά βάθος, μου ζήτησε εύκολα συγνώμη και υποσχέθηκε πως θα έπειθε τη φίλη του να πάψει να ασχολείται κακοβούλως μαζί μου, γεγονός που συνέβη. Καθώς ο Λαέρτης μου παρέδιδε τη τσάντα μου, ένα ψήγμα ντροπαλότητας φάνηκε στο ανάστατο βλέμμα μου και στα χέρια μου έτσι όπως έτρεμαν.

''Τι όμορφο, θαυμάσιο πρόσωπο σαν τον πρίγκιπα τον ονειρεμένο για μια αιωνιότητα. Έτσι τον φανταζόμουν με βάση τα βιβλία που μελετούσα. Θα μου επέτρεπε άραγε να μπω σε μια είσοδο της καρδιάς του;'' σκεφτόμουν μέσα μου ενώ τον κοίταζα μαγεμένη. Τον ευχαρίστησα για την ηρωική του πράξη, αλλά εκείνος απλώς ένευσε ευγενικά το παρακαλώ και αποχώρησε.

Τον κοιτούσα όπως απομακρυνόταν προς άγνωστη κατεύθυνση και έμεινα αμίλητη και λίγο μουτρωμένη. Ο Κρείττων μου χαμογέλασε με συμπάθεια επειδή είχε καταλάβει με τη μία, το τι συνέβαινε στην ατμόσφαιρα.  ''Πριγκίπισσα- σινιορίνα  φαίνεσαι ονειροπαρμένη και ερωτευμένη. Γιατί δεν το παραδέχεσαι; ''  

'' Αλήθεια, φαίνεται τόσο πολύ; Πράγματι, είναι η αλήθεια. Τι να κάνω όμως; Δεν ξέρω αν θα μπορέσω να τον ξαναδω '' απάντησα με τα ευαίσθητα, άμαθα για την ζωή κοριτσίστικα μάτια μου. Φαίνονταν έντονα και λαμπερά, όχι όμως σε σημείο που να φαίνομαι ανάστατη και αποδιοργανωμένη.

'' Θα τον ξαναδείς σίγουρα. Αφού τον σκέφτεσαι και τον αγαπάς, γιατί να μην ελπίζεις; Στείλε την επιθυμία και τα όνειρα σου ως ευχές στο σύμπαν για να σου τις πραγματοποιήσει στην αληθινή ζωή '' 

'' Τι αγνός,

  αισιόδοξος και ρομαντικός  είσαι '' του μίλησα με τρυφερότητα.

Ο αβρός Κρείττων με εμψύχωνε και κάθε αρνητική γνώμη που είχα σχηματίσει αρχικά γι αυτόν διαλύθηκε. Θα ζητούσα στη πορεία απ τους γονείς μου την άδεια να γίνει σχολικός μου φίλος, πράγμα που και συνέβη. Μάλιστα έγινε σαν σωματοφύλακας μου αφού  με συνόδευε στο ρέμα των μύλων του δάσους και γενικά καιροφυλακτούσε για να μην με βάλει στο μάτι κανένας πονηρός κακός στα ελάχιστα χιλιόμετρα κυκλοφορούσα μόνη.

Μια τέτοια μέρα που βρισκόμασταν εκεί, ο Κρείττων μου μίλησε για να με βγάλει απ τις σκέψεις μου και να  κερδίσει τη προσοχή μου, αφού είχα αφεθεί να παρατηρώ το κελάρυσμα του ποταμού πολύ προσεκτικά και μαγεμένα σαν να μην είχα ξαναδεί ένα τόσο όμορφο θέαμα της φύσης και τα μάτια μου σαν να 'έλαμπαν' ζωηρά στη προσπάθεια τους να προσελκύσουν τη μαγεία της εικόνας.

« Τόσο αγαθή, όμορφη, αξιοσέβαστη, αξιοπρόσεκτη ντεμπιτάντ είσαι Ευρυδίκη.  Σίγουρα οι δικοί σου θα σκέφτονται-αν δεν το έχουν κάνει ήδη- να σε παρουσιάσουν σε χορούς της υψηλής αριστοκρατίας με στόχο την εξασφάλιση ενός πιθανού γάμου και σκοπό το μερίδιο μιας ενωμένης περιουσίας.  Σε ρωτώ λοιπόν, επειδή τρέφω περιέργεια για την οπτική σου, εσύ θα πήγαινες σε τέτοιες χοροεσπερίδες;»

« Έχω παρευρεθεί σε πέντε τέτοιες και ξέρω πως είναι. Όχι δεν το θεωρώ σημαντικό να ξαναπάω πολλές ακόμα φορές. Αφού...βρήκα την αγάπη της ζωής μου στο πρόσωπο εκείνου του κυρίου » του συμπλήρωσα με τέτοια γλύκα και αθωότητα στη φωνή και στο βλέμμα.

« Ναι κατάλαβα σε ποιον αναφέρεσαι. Όμως μην επιτρέψεις στη μελαγχολία να σε καταβάλλει σε περίπτωση που δεν πάνε τα πράγματα όπως θελήσεις »

« Γιατί να μην πάνε; Εσύ δεν έλεγες πως όλα είναι δυνατά να συμβούν στη ζωή;»

« Ναι απλά σαν υπόθεση το λέω, δεν σημαίνει πως δεν θα πάνε απαραίτητα καλά τα πράγματα με βάση του  τι επιθυμείς. Να προσέχεις τους δικούς σου όμως. Μπορεί να μην είναι τόσο υποστηρικτικοί στα όνειρα σου και να σε πονέσουν λόγω της αυστηρότητας που τους χαρακτηρίζει » μου είπε ο Κρείττων με φανερό νοιάξιμο, επειδή μέσα του ήξερε και υποψιαζόταν πως οι γονείς μου δεν λάμβαναν υπόψη την προσωπικότητα και τα θέλω μου μπροστά σε αυτό που θεωρούσαν οι ίδιοι πρέπον για εμένα. Η συνειδητοποίηση τον έθλιβε και τον έκανε να με λυπάται.

Στο μεταξύ, είχα λίγο πάψει να φέρνω στο νου μου τη πιθανότητα να δω τον Λαέρτη στη πόλη μας, ήταν σαν να άλλαξε μέρος για πάντα. Προτίμησα να αφιερώσω χρόνο στα φιλολογικά μαθήματα, τα οποία ήταν τα αγαπημένα μου. Θα διεξάγονταν σύντομα στο αμφιθέατρο δύο σχολείων της περιοχής μας, ένας διαγωνισμός ορθογραφίας και ιστορικών γνώσεων. Διακρίθηκα στην τρίτη θέση προς μεγάλη μου υπερηφάνεια.

 Ένα απόγευμα κάποιο καιρό μετά, μόλις είχα κλείσει τα δεκαοκτώ...στη πλατεία όπου περπατούσα μετά το σχολείο, εμφανίστηκε εκείνος ο άντρας και με έπιασε ευγενικά από το μπράτσο αιφνιδιάζοντας με. Φορούσα μια άσπρη μπλούζα με σκούρο μπλε φόρεμα από πάνω και καφετί σκαρπίνια το χαρακτηριστικό ντύσιμο των κοριτσιών του λυκείου θηλέων. Έγινα κατακόκκινη και δεν μου έβγαιναν οι λέξεις, σαν περιεργαζόμουν από τόσο κοντά για δεύτερη φορά το πανέμορφο πρόσωπο του έρωτα μου. Η τσάντα τι και αν την κρατούσα σφιχτά νόμιζα πως θα μου έπεφτε κάτω επιτόπου από την αναστάτωση.

Ο Λαέρτης μου μίλησε σιγανά και ήρεμα:'' Γεια σου μικρή δεσποινίς, μη φοβάσαι δεν έχω σκοπό να σε τρομάξω, θυμόμουν πως με κοιτούσες  το προηγούμενο καιρό και δεν άντεξα απέναντι στη περιέργεια μου, γι' αυτό αποφάσισα να σταθώ εδώ στη πλατεία να σε περιμένω να γυρίσεις από το σχολείο. Είναι ασφαλές το σημείο, το κανόνισα για να μην μας δει κανείς. Πως σε λένε;''

" Ευρυδίκη'' ψέλλισα τότε εγώ μόλις βρήκα το κουράγιο μου να αφήσω να βγουν οι λέξεις από το στόμα.

''  Υπέροχο και εκλεπτυσμένο όνομα για μια δεσποινίδα πάνω στην γη. Και πρέπει να είσαι η μειλίχια  κόρη της θεάς της ομορφιάς που όμοια της δεν έχω συναντήσει ποτέ άλλοτε.'' Ακούγοντας τα αυτά φοβόμουν ότι θα καταρρεύσω μπροστά του  όχι από τη ζαλάδα και το σοκ, άλλα από την ευτυχία. Τον ερωτευόμουν κάθε μέρα και περισσότερο. Βγαίναμε περίπου τέσσερις μήνες σε ήσυχα μέρη όπως η πλατεία και η κρυφή παραλία που βρίσκονταν από τη πίσω μεριά του σπιτιού μου μερικά χιλιόμετρα απόσταση. Ευτυχώς κανείς δεν μας πήρε χαμπάρι.

Μου έπιανε τα χέρια τόσο τρυφερά και προσεκτικά στα δικά του και με κοιτούσε στα μάτια με λατρεία λέγοντας μου διαρκώς:'' Μη φοβάσαι, κανείς δεν θα μας δει, είσαι δική μου αγάπη μου και θα σε προστατεύσω μες στην μεγάλη αγκαλιά μου.'' Μόνο με ένα του βλέμμα εγώ ένιωθα να λιώνω και να βυθίζομαι στα υγρά καστανά του μάτια.

Μια μέρα με πήρε από το χέρι και με οδήγησε στη σπηλιά της κρυφής παραλίας όπου ήρθαμε για πρώτη φορά σε ερωτική επαφή. Με πήγε σε έναν άλλον κόσμο ανεξερεύνητο στην αρχή μεν, με μυριάδες χρώματα και αισθήματα δε. Μόνο εκείνος κατόρθωσε να μου γνωρίσει τον έρωτα χωρίς φόβο και βιαστικές κινήσεις, ο  πολύτιμος άντρας των ονείρων και κατά επέκταση ο πραγματικός μου.''

" Μετά τι έγινε; Κάτι μου λέει ότι η συνέχεια δεν θα ακουστεί τόσο ευοίωνη '' συμπέρανε η Κλαίρη από το προβληματισμένο ύφος της μαμάς της.

" Ναι όντως η συνέχεια δεν θα σου φανεί τόσο παραμυθένια και ονειρική. Επανέρχομαι στην αφήγηση...δεν είχαν περάσει πολλές βδομάδες από τις δύο ερωτικές μας επαφές, όταν κάποιο πρωί με έπιασε μια τρομερή αναγούλα και επειδή η μαμά μου έτυχε να είναι κοντά τη στιγμή εκείνη, ανησύχησε και μου σύστησε να μην πάω στο σχολείο μέχρι να καλέσει έναν γιατρό να με εξετάσει. Κάτι της έλεγε ότι ήταν πιο σοβαρό αυτό που μου συνέβαινε και δεν θα το έπαιρνε αφ'  υψηλού. Ο γυναικολόγος που με εξέτασε όντας έμπειρος κατάλαβε πως κάτι δεν πήγαινε καλά με εμένα και ζήτησε επειγόντως μια πλήρη εξέταση που θα κρατούσε λίγο παραπάνω. Η μητέρα μου έξω από το δωμάτιο μου περίμενε αγωνιώντας και βεβαιωνόταν πως τίποτα καλό δεν θα άκουγε όταν θα τελείωνε την εξέταση ο γιατρός.

Η διάγνωση του ήταν σαφής: κυοφορούσα μωρό δύο εβδομάδων. Η μητέρα μου σε απόγνωση δεν ήξερε τι θα έλεγε στον πατέρα όταν θα επέστρεφε λίγο αργότερα στο σπίτι. Πάντως σίγουρα δεν θα του το κρατούσε κρυφό. Ο μπαμπάς μου σοκαρίστηκε και έγινε έξαλλος μόλις το έμαθε πρωταρχικά με τον αγαπημένο μου  και μετά με εμένα. Τα ήθη της εποχής ήταν αυστηρά και τέτοια που δεν επέτρεπαν μια ανήλικη κοπέλα εγκυμονούσα και ανύπαντρη ταυτόχρονα.

 » Οι γονείς μου ήταν πολύ αυστηροί, αφού οι αντιλήψεις τους αντικατόπτριζαν την παλιά σχολή. Από την πρώτη στιγμή με μάλωσαν και με επέπληξαν για την πράξη μου. Ακόμα μου έμεινε εκείνη η εικόνα στη μνήμη με τις φωνές οργής των γονιών μου να ακολουθούνται από ερωτήματα που εξέφραζαν ένα μεγάλο 'γιατί'  για το κακό που έπεσε σαν κεραυνός στο άλλοτε ήρεμο, περήφανο για την αίγλη του σπιτικό μας.

Εγώ έκλαιγα ρουφώντας τη μύτη μου και είχα κατεβασμένο το κεφάλι καθώς γνώριζα πως ότι και αν έλεγα, οι δικοί μου δεν θα με άκουγαν ούτε θα με καταλάβαιναν. Δεν ήταν σε θέση. Ο πατέρας μου συνήλθε πρώτος από το συναισθηματικό παραλήρημα θυμού, έξαψης ανάκατης με απελπισία και με κοίταξε έντονα στα μάτια ρωτώντας με:'' που είναι ο αλήτης που σε άφησε έγκυο;'' 

Εγώ του έδωσα τη διεύθυνση του σπιτιού του Λαέρτη και το στέκι της πλατείας που συναντιόμασταν κρυφά, επειδή τα μάτια του μπαμπά μου ζητούσαν έμμεσα μια επιτακτική απάντηση και ας μην ακουγόταν η μήνις στη φωνή του ξεκάθαρα. Έφυγε λοιπόν άμεσα και δεν άργησε να βρει τον αγαπητικό μου.

Αφού πρώτα προνόησε να με κλειδώσει στη σοφίτα-ένα ευρύχωρο και ζεστό χώρο μολαταύτα- του δευτέρου ορόφου για τιμωρία. Κοιτούσα δακρυσμένη τον νυχτερινό ουρανό με τα αμέτρητα αστέρια του σαν ζωγραφισμένα σε καμβά έτσι σπάνια και όμορφα, όπως μου φάνηκαν και μάτι δεν έκλεισα σχεδόν όλη τη νύχτα μετά από όλα όσα έζησα.

  » Η μητέρα μου κάθισε λίγες μέρες μετά δίπλα μου στο καναπέ μπροστά στο τζάκι-όταν όλοι είχαμε ηρεμήσει κάπως ψυχολογικά- και μου μίλησε σε ήπιο τόνο αλλά με ακλόνητη την άποψη της:'' αυτός ο νέος κόρη μου δεν είναι καθόλου κύριος και ακόμα και αν συμφωνήσουμε με τον πατέρα σου και δεχτούμε να σας δούμε νυμφευμένους, δεν θα τον βάλουμε ποτέ στην καρδιά μας. Γιατί έκανε κακό σε ένα αγνό ανήλικο κορίτσι και η αμαρτία τούτη θα τον βαραίνει αλύπητα, όταν θα κάτσει να βάλει σε περισυλλογή τις σκέψεις του στο μέλλον αν δεν το κάνει ήδη τώρα.  Κανονικά θα πρέπει να διακόψεις μαζί του και να σταματήσεις να τον αγαπάς, όταν ανακαλύψεις ότι τα πράγματα είναι κάπως...διαφορετικά ίσως στη περίπτωση του.'' 

Τα μελιά μου μάτια την αντίκρισαν με μία στιγμιαία αναστάτωση πριν σχηματίσουν ένα δυσοίωνο και έντονο αίσθημα ενόχλησης.   Τι εννοούσε η μητέρα μου με αυτά τα λόγια, δεν το πίστευα σαν το άκουγα. Τι πάει να πει 'να δεχτούν να μας αφήσουν να παντρευτούμε αλλά να μην τον βάλουν στη καρδιά τους'; Δεν τους ενδιαφέρω εγώ, ο Λαέρτης πως θα νιώθουμε όταν ξέρουμε ότι οι πεθεροί του τον αντιμετωπίζουν εχθρικά σε όλο το κοινό μας μέλλον;

Καθόλου δεν τους νοιάζω εγώ, νοιάζονται μόνο για την επιβολή της σκληρότητας και τις αυστηρές αρχές τους προς εμένα; Με αγαπά αληθινά και πιστά ο Λαέρτης αλλά μόνο εγώ βλέπω την αγάπη του δυστυχώς. Η οικογένεια μου δεν τη δέχεται λες και είναι κάτι ειδεχθές και αφύσικο'' έτσι μονολογούσα στον εαυτό μου.

"Δεν θα τον αγαπώ λιγότερο επειδή το ζητάς εσύ. Η παραίνεση σου δεν θα με σταματήσει και ούτε θα με εμποδίσει σε αυτό που θέλω'' αντέτεινα απέναντι  στη μητέρα μου με θάρρος και μια υπονοούμενη αντιδραστικότητα στη φωνή, καθώς υποστήριξα τη γνώμη μου.  Συνέχισα λέγοντας: ''Κατάλαβε το λάθος του ο Λαέρτης και υποσχέθηκε πως θα με παντρευτεί όταν του το ζητήσει ο μπαμπάς. Εξάλλου έχουμε ακούσει κατά καιρούς περιπτώσεις και άλλων εφήβων κοριτσιών που παντρεύτηκαν ώριμους άντρες, στη περιοχή μας και αλλού στον κόσμο. ''

'' Το ότι άλλα κορίτσια παντρεύονται μεγαλύτερους δεν σημαίνει ότι είναι και το πιο σωστό. Αυτή είναι η δική μου γνώμη. Ελπίζω να έρθει μια εποχή όπου θα προοδεύσουμε σε αυτό το ζήτημα και τα κορίτσια θα πάψουν να θεωρούνται έτοιμα για γάμο στην πιο ευαίσθητη ηλικία '' μου είπε τότε η μητέρα μου.




''Ευρυδίκη τρελάθηκες, η μαμά σου καλά σου έλεγε, εσύ ήσουν ένα αγνό έφηβο ανήλικο κορίτσι και εκείνος σε ξελόγιασε. Μετά μπορώ να μαντέψω πως ενέργησε... σε παράτησε.'' σάρκασε πικρά η Κλαίρη όταν ήρθε η στιγμή να πει την γνώμη της.

" Όχι λάθος μαντεύεις, δεν με παράτησε. Φυσικά δεν θα με εγκατέλειπε αφού με αγαπούσε με όλη τη δύναμη των αποθεμάτων που του έδινε η ψυχή του! Αναγκαστήκαμε λόγω συγκυριών να χωρίσουμε. Θα σου εξηγήσω τι εννοώ με αυτό ακριβώς.''

» Ο πατέρας μου μου ανακοίνωσε μια μέρα ότι σε κοινή συναίνεση με τη μαμά δέχονται και επιβάλουν να με δουν παντρεμένη με τον Λαέρτη, γιατί δεν νοείται να μεγαλώσει το εγγόνι τους χωρίς τον πατέρα του και εκείνος οφείλει να με αποκαταστήσει για να διαφυλάξει την τιμή μου και να αποδείξει ότι του έχει μείνει η δική του αντρική. Ο γάμος μας έγινε σε στενό οικογενειακό κύκλο με παρουσία μόνο των κοντινότερων συγγενών.

Ενώ πλέαμε σε πελάγη ευτυχίας και μολονότι πέρασαν μόλις τέσσερις μήνες από το γάμο, αστυνομικοί επισκέφτηκαν την οικία μας και μας διατάραξαν. Συνέλαβαν τον άντρα μου με τη ψευδή κατηγορία της λογοκρισίας σε ένα θέμα.

Τον προφυλάκισαν για πέντε έτη με αναστολή και το γεγονός αυτό τάραξε για ακόμα μια φορά εμένα και την οικογένεια μου, ήταν μια καινούρια δοκιμασία που έπρεπε να υποστούμε. Ο δικηγόρος δεν μπορούσε να κάνει τίποτα δυστυχώς για να αλλάξει την απόφαση του δικαστή. 

Έτσι δύο  χρόνια μετά,  οι γονείς μου με ενημέρωσαν πως σύμφωνα με τα έθιμα όφειλα να παντρευτώ έναν συγγενή του συζύγου μου, γιατί δεν ήταν δυνατόν να ζήσει μες στην ορφάνια το παιδί μου από τον έναν γονέα. Κάτι τέτοιο αποτελούσε πλήγμα για τις ευγενείς οικογένειες της τότε εποχής. Παντρεύτηκα τον δεύτερο ξάδερφο του Λαέρτη Σόλωνα ο οποίος ήταν μερικά χρόνια μεγαλύτερος του, τριάντα τεσσάρων ετών. Τον αντιπαθούσα εκείνον τον άντρα, κάτι πάνω του έβρισκα περίεργο και δεν μου άρεσε παρόλο που ο Σόλων δεν έκανε, ούτε είπε ποτέ τίποτα προσβλητικό για εμένα. Το ένστικτο μου απλώς μου έλεγε να προσέχω.

Εκείνος έδειξε ένα ευγενικό, καλλιεργημένο πρόσωπο στους δικούς μου κερδίζοντας την εύνοια τους. Δυστυχώς ανακάλυψα μετά από τους πρώτους μήνες της συμβίωσης μας πως έδειχνε ψεύτικο πρόσωπο, μία βιτρίνα για να αποκρύπτει την σκατοψυχία του και τον σαδισμό του.

 » Τα γλυκόλογα και οι αγκαλιές του αντικαταστάθηκαν από άγριες φωνές, παρατηρήσεις άνευ λόγου και αιτίας και ξύλο. Με χτυπούσε παντού-με τη δικαιολογία πως με τιμωρούσε επειδή κατάλαβε πως αγαπώ μόνο τον Λαέρτη ενώ τον ίδιο ποτέ δεν θα μπορούσα- και εγώ παράλληλα είχα να μεριμνήσω για την ασφάλεια σου, γιατί δεν άντεχα τη πιθανότητα να σηκώσει χέρι πάνω σου ο παλιάνθρωπος ή να σου κάνει κάτι χειρότερο.

Προτιμούσα να πεθάνω η ίδια παρά να τον αφήσω να σε χτυπήσει και εσένα. Έφερνε στο σπίτι την ερωμένη του και με ανάγκαζε να τους βλέπω να χαριεντίζονται, την ώρα που βρισκόμουν δεμένη με σκοινιά σε μια άβολη ξύλινη καρέκλα. Ζούσα το χείριστο κολαστήριο της ζωής μου εκεί μέσα.

Οι γονείς μου έντρομοι σε πήραν κοντά τους και σε κράτησαν στο σπίτι τους, γιατί δεν ήθελα να βιώνεις τα ίδια βάσανα με εμένα και ήθελα να σε προστατεύσω. Ήταν ο μόνος τρόπος. Τους είπα τη μισή αλήθεια ότι μεν είχα προβλήματα με τον Σόλων, αλλά δεν ανέφερα το ξύλο που έτρωγα. Οι δικοί μου την ίδια χρονική περίοδο λόγω ατυχιών  χρεοκόπησαν και άρχισαν να ζουν πολύ μετρημένα.

Είχαν ανάγκη την οικονομική υποστήριξη του Σόλωνα και κάτι τέτοιο θα γινόταν μόνο μέσω της διατήρησης του γάμου μου μαζί του. Με παρακαλούσαν να κάνω υπομονή και αν συνέχιζαν τα προβλήματα στο γάμο να τον χώριζα, αλλά όχι αφού πρώτα δεν ορθοποδούσε οικονομικά ο μπαμπάς έστω.

 »Έτσι υπέμενα και υπέφερα γιατί και ο ίδιος ο Σόλων με απείλησε μια μέρα πως αν τον χωρίσω, θα πάψει να στηρίζει οικονομικά τους γονείς μου και θα φροντίσει να μας εμποδίσει την όποια εύρεση εργασίας στο μέλλον, πόσο μάλλον την αποκατάσταση της κοινωνικής ανόδου. Τόσο κακόψυχος ήταν. Εκείνος πλέον γινόταν ο ισχυρός δήμαρχος της πόλης, ανέβαινε σκαλοπάτι στην κοινωνία καθημερινά.

Εν τω μεταξύ ο Λαέρτης στη φυλακή αγνοούσε το δράμα μου, δεν του ανέφερα ποτέ τον γάμο και το μαρτύριο μου με τον ξάδερφο του, γιατί θα πίστευε με το δίκιο του πως τον πρόδωσα και τον ξέχασα ενώ δεν ίσχυε απλά οι συνθήκες ήταν τέτοιες. Τελικά κατάφερα να χωρίσω τον Σόλων φεύγοντας κρυφά από το σπίτι του με τη βοήθεια ενός πολύ καλού  φίλου δικηγόρου, ο οποίος τον έσυρε επιβλητικά με το ζόρι στην αστυνομία και εκείνος αναγκάστηκε να ομολογήσει τα βασανιστήρια του προς εμένα.

Τότε πληροφορήθηκαν οι γονείς μου και ο υιοθετημένος μικρότερος αδερφός μου, ο συμπαθέστατος Αλφρέδος τα καθέκαστα. Είδαν επιτέλους, όταν βρεθήκαμε όλοι μαζί στο αστυνομικό τμήμα, πρώτη φορά τα σημάδια και τις μελανιές στα μάγουλα μου τα οποία συνήθιζα να κρύβω τέλεια μέχρι εκείνη τη στιγμή.

Ανακουφισμένοι που επιτέλους θα οδηγούνταν στη δικαιοσύνη ο αλήτης, με αγκάλιασαν τρέμοντας συγκινημένοι και υποσχέθηκαν πως θα με έπαιρναν να ζήσω κοντά τους μόνιμα και να φύγω μόνο όταν επιστρέψει ο Λαέρτης.

Ο Λαέρτης δεν επέστρεψε σε εμένα, με κάποιο τρόπο έμαθε πως παντρεύτηκα τον Σόλων και στεναχωρήθηκε πολύ. Δεν έμαθε για τα βίαια ξεσπάσματα του πρώην ανδρός μου. Προφανώς κάποιος γνωστός του Σόλων επιθυμούσε να μπει αναμεσά μας για να με εκδικηθεί για την φυλάκιση του Σόλωνα και ξεφούρνισε παραμύθι στον Λαέρτη πως τάχα ο δεύτερος γάμος μου έγινε από έρωτα και για να γυρίσω κεφάλαιο στη ζωή μου.

Έτσι αποφάσισε και ο Λαέρτης να πάψει να επικοινωνεί μαζί μου μέσω των λιγοστών τηλεφωνημάτων από την φυλακή και να προχωρήσει και αυτός στη ζωή του. Το έπραξε γνωρίζοντας μια δικηγορίνα την οποία παντρεύτηκε μετά την αποφυλάκιση του.

» Εγώ πόνεσα πολύ με τον δρόμο επιλογής του Λαέρτη και επειδή άργησα πολύ να του εξηγήσω πως ήταν αλλιώς τα πράγματα. Εκείνος έφυγε σε άλλη χώρα και δεν ειδωθήκαμε ξανά, μάθαινα με τα χρόνια νέα του από κοινούς γνωστούς μας. Έλεγαν πως καλυτέρευσε πάλι οικονομικά και συνέχισε τη καριέρα του στη δημοσιογραφία ενώ απέκτησε και παιδιά με τη νέα του σύζυγο. Έπρεπε να το δεχτώ λοιπόν πως αυτή ήταν η μοίρα μας και να αφοσιωθώ στο μεγάλωμα σου. Εσύ είχες φτάσει τεσσάρων χρονών και αποκαλούσες τον παππού και τη γιαγιά 'μπαμπά και μαμά' καθώς κοντά τους μεγάλωσες και έμαθες τις πρώτες σου κουβέντες, εγώ ήμουν απούσα επειδή ζούσα στο σπίτι-κολαστήριο.

Στερήθηκα πολύτιμες στιγμές μαζί σου και έτσι δεν γινόταν να έρθω και να σου πω πως εγώ ήμουν η μαμά σου, είτε θα σε πλήγωνα είτε δεν θα μπορούσε το παιδικό σου μυαλουδάκι να καταλάβει. Συμφωνήσαμε με τους δικούς μου να σε αναθρέψουν εκείνοι ως 'γονείς' και εγώ να γινόμουν η 'αδερφή 'σου. Δεν πρόλαβαν ούτε εκείνοι να σε χαρούν πολύ, πάλι η μοίρα μας επιφύλαξε άσχημες στιγμές, όταν σκοτώθηκαν σε σύγκρουση με νταλίκα λίγες μέρες πριν κλείσεις τα πέντε σου χρόνια.

Σε αγάπησαν πολύ όμως κοριτσάκι μου. Θα θυμάμαι τις λιγοστές στιγμές ευτυχίας που πέρασες δίπλα τους και τους ευγνωμονώ που σε φρόντιζαν, όσο εγώ πάλευα να βγω νικήτρια από την άβυσσο στην οποία με υπέβαλλε ο Σόλων.

«Μάλιστα, αυτή λοιπόν είναι η ιστορία σου, τόσο συγκλονιστική. Πέρασες τόσα φρικιαστικά πράγματα και κατάφερες να βγεις νικήτρια από τις δοκιμασίες, σε θαυμάζω για το κουράγιο και την τόση πυγμή που σίγουρα χρειάστηκες δεδομένου ότι ήσουν νεότατη εκείνη την εποχή. Συγγνώμη αλλά πιστεύω πως έπρεπε να μου μιλήσεις να μου πεις την αλήθεια, θα ένιωθες λιγότερο βάρος μέσα σου » έκανε στοργικά και συμπονετικά η Κλαίρη.

« Το ξέρω αγάπη μου αλλά δεν γινόταν αλλιώς. Το προτιμούσα έτσι, εσύ όσο μεγάλωνες είχες συνηθίσει να με φωνάζεις αδερφή η Ευρυδίκη σκέτο. Εξάλλου σε περνούσα μόνο δεκαεπτά χρόνια και επόμενο ήταν να μοιάζω πιότερο με μεγαλύτερη αδερφή σου παρά με μάνα σου. Συγγνώμη.

Μετανιώνω πικρά για το μυστικό που κρατούσα και την ανικανότητα μου να σου εξομολογηθώ την αλήθεια λίγο πιο νωρίς. Όχι ότι θα ταραζόσουν ή αντιδρούσες λιγότερο αλλά ίσως δεν θα έφευγες από το σπίτι κάνοντας με να τρελαίνομαι από την αγωνία και να στεναχωριέμαι  » κατέβασε ντροπιασμένη και λυπημένη το κεφάλι η Ευρυδίκη.

« Συγγνώμη και εγώ σου οφείλω που σε έκανα να περάσεις αγωνία και θλίψη, φέρθηκα εγωιστικά και ανόητα, δεν σε νοιάστηκα καθόλου. Εσύ βίωσες αλλεπάλληλες δυσκολίες και δυσάρεστες καταστάσεις-ορισμένες που άκουσα από την εξιστόρηση σου τόσο αποτρόπαιες - πράγμα που με συγκλόνισε και με έκανε να αναρωτιέμαι πόσα αποθέματα δύναμης ψυχής χρειάστηκες για να τα ξεπεράσεις όλα αυτά. Σε αγαπώ πολύ...» χώθηκε στην αγκαλιά της μητέρας της και οσφράνθηκε την τόσο θερμή και απαλή αίσθηση της νιώθοντας διαφορετικά τώρα.

Αγκάλιασε και άλλες φορές την Ευρυδίκη αλλά σαν αδερφή, τώρα αισθανόταν τι θα πει μαμά για πρώτη φορά και ήταν πολύ χαρούμενη και ευτυχισμένη γι' αυτό. Τυλίχτηκε με τη πλεκτή μπλε κουβέρτα της Ευρυδίκης και έγειρε πάνω της. « Δεν πρόκειται να σε παρατήσω ποτέ ξανά και δεν θέλω ούτε εσύ να κρατήσεις μυστικά πια από εμένα. Να μου μιλάς για τα πάντα »

« Ναι καρδούλα μου, ποτέ δεν θα κρατήσω άλλα μυστικά από εσένα. Σε αγαπώ πάρα πολύ δεν ξέρω τι θα κάνω χωρίς εσένα, είσαι το μόνο ανεκτίμητο κομμάτι που μου απέμεινε μαζί με τα μικρά ξαδέρφια σου από τον αδικοχαμένο θετό αδερφό μου » μιλούσε με σιγανή σταθερή φωνή χαϊδεύοντας την κόρη της με λατρεία.

Η Κλαίρη της τόνισε ότι θα της ήταν λίγο δύσκολο αρχικά να συνηθίσει και ίσως να της έπαιρνε καιρό για να είναι σε θέση να την αποκαλέσει μητέρα και η Ευρυδίκη το δέχτηκε καθώς ήταν πρόθυμη να κάνει υπομονή για όσο έπρεπε σε ότι αφορούσε την κόρη της.

















Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top