κεφάλαιο 8

"Είσαι σίγουρα καλά; Μήπως έγινε κάτι με την Άννα και δεν μου το λες;"
Τη ρώτησε ο Δημήτρης,ενώ είχαν ήδη ξεκινήσει για το σπίτι.

"Τι φαντάσματα βλέπεις βρε Δημήτρη; Τι να έγινε με την Άννα; Απλώς δεν έφαγα καλά σήμερα και ένιωσα μια αδυναμία, αυτό είναι όλο..."

Ο γιατρός τη κοίταξε καχύποπτα και έμεινε σκεπτικός για λίγο. Την ήξερε καλά την Άννα,όταν ένιωθε φόβο για κάτι, έβγαζε νύχια.
Από τη μέρα που της είχε πει πως η Έλενα γύρισε,είχε φαγωθεί να μιλάει άσχημα για τη φιλία τους.
Δεν μπορεί να ήταν τυχαίο που αφού γύρισαν από τη τουαλέτα η Έλενα θέλησε να φύγει.

"Εντάξει,πάω πάσο για τώρα,αλλά θα τη μάθω την αλήθεια." Της απάντησε τελικά και τη κοίταξε για ένα δευτερόλεπτο.

"Καλά,κάτσε με τα φαντάσματα σου εσύ." Του απάντησε νιώθοντας χάλια μέσα της,μα με προσπάθεια να φανεί άνετη.

Την πείραξαν πάρα πολύ τα λόγια της Άννας. Δεν έδωσε κανένα δικαίωμα για να ακούσει αυτά που άκουσε,όμως δεν ήταν και του χαρακτήρα της να μην παλεύει για τον εαυτό της.
Μα πώς μπόρεσε να σκεφτεί πως εκείνη...πως εκείνη θα έβλεπε ερωτικά τον...Τον Δημήτρη.

Γύρισε το κεφάλι της και τον κοίταξε. Οι φλέβες στο πρόσωπο του ήταν τσιτωμένες, φαινόταν πως ήταν ανήσυχος.
Πρέπει να την ήξερε καλά την Άννα.
Απογοητεύτηκε τόσο πολύ μετά το σκηνικό που της έκανε.

Ήταν απαράδεκτη η συμπεριφορά της,όμως δεν είχε σκοπό να τη δώσει στον Δημήτρη.
Δεν υπήρχε λόγος,εφόσον εκείνος την είχε επιλέξει για σύντροφο του,αυτή ν μπει ανάμεσα τους.

Όταν πάρκαρε ο Δημήτρης το αυτοκίνητο στην αυλή τους δεν βιάστηκε να κατέβει,ούτε και η Έλενα όμως.
Γύρισε προς το μέρος της και έβαλε το χέρι του στο μέτωπο της.
Το χρώμα της είχε επιστρεψει στο φυσιολογικό.
Εκείνη δέχτηκε το χάδι του και έκλεισε τα μάτια ακουμπησμενη στο κάθισμα και στραμμένη σε εκείνον.

"Είσαι καλύτερα; Το χρώμα σου επέστρεψε και πάλι." Τη ρώτησε με ανησυχία στη φωνή εκείνος.

"Είμαι πολύ καλά." Του απάντησε και πριν τραβήξει εκείνος το χέρι του,εκείνη το κράτησε και το έφερε στο μάγουλο της.
"Σ ευχαριστω που είσαι αυτός που είσαι." Του είπε αυθόρμητα και άνοιξε τα μπλε της μάτια.
Τα μάτια της τον καθήλωναν πάντα.
Ήταν μπλε ανοιχτό,σαν το γαλάζιο της θάλασσας που δεν θέλεις να πάρεις το βλέμμα σου από πάνω.
Δεν είχε δει πιο ωραία μάτια σε σχήμα και χρώμα στη ζωή του.

"Σ ευχαριστώ που δεν καταστρέψαμε τη φιλία μας." Της είπε εκείνος και ένιωσε τη καρδιά του να σφίγγεται.

Εκείνη χαμήλωσε τα μάτια και για λίγο άλλαξε όλο η έκφραση του προσώπου της.
Γιατί συνέχιζε να νιώθει περίεργα δίπλα του; Γιατί τα χάδια του την έφερναν πια σε άβολη θέση; Τα ήθελε και τα επιζητούσε και όταν εκείνος ακουμπούσε το χέρι του πάνω της,εκείνη ένιωθε ένα περίεργο ηλεκτρισμό να τη διαπερνά.

Σήκωσε τα μάτια και αφού του χαμογέλασε νοσταλγικά,χάιδεψε τα μούσια του και άνοιξε τη πόρτα.
"Καληνύχτα Δημήτρη."

"Καληνύχτα Έλενα." Απάντησε συννεφιασμένος εκείνος.

Κανένας τους δεν ήθελε να φύγει εκείνο το βράδυ,μα κανένας τους δεν προσπάθησε και να μείνει.
Ίσως γιατί ξέρανε μέσα τους και οι δύο πως αν άφηναν ελεύθερο τον εαυτό τους,το πράγμα θα πήγαινε αλλού.

Η Έλενα μπήκε στο σπίτι της και με γρήγορα βήματα βρέθηκε στο δωμάτιο της προσπερνώντας τους γονείς της που κάθονταν στο σαλόνι.
Κλείδωσε τη πόρτα και δεν άνοιξε το φώς.
Πήγε στο παράθυρο και κόλλησε το βλέμμα στο δικό του.

Εκείνος μετά από λίγο άναψε το φως και τράβηξε τη κουρτίνα. Έβγαλε τη μπλούζα του και κάθησε στο κρεββάτι.
Η Έλενα δεν μπορούσε να σταματήσει να τον χαζεύει.
Το αλλοτινό κοκκαλιάρικο σώμα του,είχε αντικατασταθεί από έναν άντρα με πλάτες και μπράτσα.
Έναν άντρα που έβλεπες και έλεγες πως αν σε έκλεινε στην αγκαλιά του,θα ένιωθες προστατευμένη.

Εκείνος καθόταν και είχε τα χέρια του στο πρόσωπο του.
Τι τον προβλημάτιζε; Να σκεφτόταν ακόμα για τη σκηνή της Άννας που υποπτεύθηκε;
Προσπάθησε πολύ η Έλενα να τον πείσει για το αντίθετο.
Τον χαζευε και οι σκέψεις την κατέτρωγαν.

Εκείνος ένιωθε άσχημα. Ένιωθε άσχημα που είχε αρχίσει να συνειδητοποιεί πως με την Έλενα πια είχε διαφορετικά συναισθήματα.
Ένιωθε άσχημα που η αθωότητα ανάμεσα τους είχε πια χαθεί.

Του ήταν ξεκάθαρο πλέον πως όσο και αν προσπαθούσε να σταματήσει τις σκέψεις να έρχονται,τόσο εκείνες γυρνούσα περισσότερες.
Του άρεσε σαν γυναίκα και όσο πιο γρήγορα το αποδεχόταν,τόσο πιο ελεύθερος θα ένιωθε.

Για εκείνον όμως ήταν μια κόκκινη γραμμή η Έλενα,μια γραμμή που αν την περνούσε δεν θα είχε γυρισμό.
Θα ήταν ή όλα ή τίποτα.
Και το φοβόταν το τίποτα...
Το είχε ζήσει εδώ και χρόνια και δεν του άρεσε...

Σκατά... Σκέφτηκε και πέταξε το μαξιλάρι με δύναμη κάτω.

Η Έλενα όμως είχε ήδη ξαπλώσει και δεν είδε αυτή του την αντίδραση.
Είχε ξαπλώσει και είχε πάρει αγκαλιά το μαξιλάρι της.

Την επόμενη μέρα

"Βρε κάτι της είπε αυτή στη τουαλέτα,αλλά τι; Ότι έγινε το ξέρουμε,τι έγινε όμως!"
Είπε εκνευρισμένη η Μαίρη στον Δημήτρη.

"Να σκάσω είμαι ρε Μαίρη." Της απάντησε εκείνος και χτύπησε τη παλάμη του στο γραφείο.

"Τι να σκάσεις είσαι ρε βλάκα; Δεν βλέπεις ότι η άλλη δεν κάνει για σένα; Στειλ τη αγόρι μου και είμαι σίγουρη πως θα βρεις σύντομα...άλλη!"
Του είπε πονηρά η Μαίρη και του έκλεισε ματιά.

"Τι λες ρε Μαίρη, γιατί να τη χωρίσω; Απλώς πρέπει να τους τα βρω και να της αποδείξω πως δεν έχει να ζηλέψει και να φοβηθεί τίποτα..." Είπε εκείνος προβληματισμένος.

"Ναι μην ξεχάσεις να ανακαλύψεις και τη χαμένη Ατλαντίδα. Άσε που δεν είμαι σίγουρη για το δεύτερο..."

"Ποιο δεύτερο;" Ρώτησε εκείνος νευρικά.

"Μη μου κάνεις το Κινέζο Δημητράκη,σε έχω δει πως το κοιτάς το Ελενάκι. Και εγώ φίλη σου είμαι αλλά δεν με κοίταξες ποτέ με τέτοιο βλέμμα..." Είπε και κοιτούσε τριγύρω σαν να μην έλεγε κάτι σημαντικό.

"Τι μου λες ρε Μαίρη,ότι γουστάρω την αδερφή μου; Εγώ αιμομιξίες δεν κάνω κορίτσι μου!"

"Αλλά λένε τα βλέμματα σας Δημήτρη μου!" Του είπε εκείνη τονίζοντας τις λέξεις.

"Τι εννοείς "μας"; Είδες κάτι που δεν είδα;" Τη ρώτησε γεμάτος ενδιαφέρον.

"Κοίτα Δημήτρη,εμένα με ξέρεις. Την Άννα δεν τη πάω μία,αλλά το δίκιο της δεν το τρώω. Ο τρόπος που κοιτούσατε ο ένας τον άλλο δεν ήταν... φιλικός. Δεν ήθελε μυαλό για να το καταλάβεις!"

"Δηλαδή τι μου λες τώρα; Ότι η Έλενα με κοιτούσε...με κοιτούσε ερωτικά;" Ρώτησε και πάλι με ενδιαφέρον εκείνος.

"Κοίτα ρε ένα γόη,μεγάλο παιδί είσαι, ένωσε τις τελείες μόνος σου!" Του δήλωσε και σηκώθηκε όρθια να φύγει.
"Εγώ αρκετά είπα. Φεύγωωω." Έβγαλε τη ρόμπα της και φόρεσε το μπουφάν της.

"Κάτσε ρε Μαίρη,μου πετάς τις βόμβες και εξαφανίζεσαι..."

"Φιλάκιαααα." Του έστειλε φιλιά με το χέρι της και βγήκε από το γραφείο.

Οι σκέψεις του σαν αγώνας ράλι. Η βόμβα που του πέταξε η Μαίρη στα χέρια,ήταν έτοιμη να εκραγεί.
Η Έλενα να τον κοιτάζει με διαφορετικό τρόπο;
Όλο βλακείες λέει η Μαίρη.
Κάθε σκέψη και διαφορετική εκδοχή.

Ένιωθε πως θα εκραγεί το κεφάλι του.
Ένα ήταν σίγουρο όμως,η πρόταση γάμου που σκόπευε να κάνει στην Άννα είχε μπει στο ντουλάπι.
Ίσως ήταν μια βιαστική κίνηση που σίγουρα θα μετάνιωνε μετά.

Απόψε της είχε υποσχεθεί να πάνε για ταινία.
Όχι ότι το ήθελε βέβαια,εκείνος είχε στο μυαλό του να καλέσει και την Έλενα,όμως ήξερε πως θα είναι αρκετά άβολο για όλους.

Το κινητό του άρχισε να χτυπά και τον έβγαλε από τον λαβύρινθο των σκέψεων του.

"Έλενα;" Είπε εύθυμα καθώς απάντησε στη κλήση.

"Θες να πάμε μια βόλτα σήμερα; Ή έχεις κανονίσει;"
Τον ρώτησε κατευθείαν η Έλενα καθώς εδώ και ώρα καθόταν πάνω από το κινητό και ντρεπόταν να καλέσει.
Ως που στο τέλος θύμωσε τόσο με τον εαυτό της,που είχε φτάσει να φοβάται να καλέσει τον καλύτερο της φίλο και πήρε αμέσως.

"Θέλω." Απάντησε αυθόρμητα εκείνος χωρίς να σκεφτεί τίποτα. "Που θες να πάμε;" Τη ρώτησε και άρχισε να παίζει με το στυλό του χαμογελαστός.

"Αυτό είναι έκπληξη. Στις οχτώ είναι καλά;" Απάντησε η Έλενα που η διάθεση της είχε φτιάξει.

"Είναι τέλεια. Ραντεβού έξω στο δρόμο;"

"Ακριβώς. Φιλιά." Του είπε και τερμάτισε τη κλήση.

Ο Δημήτρης έπιασε το σφυγμό του και άφησε έναν αναστεναγμό.
Κάλεσε την Άννα και σκεφτόταν τι θα της πει.
Εκείνη δεν απάντησε και της άφησε ένα μήνυμα στον τηλεφωνητή.
"Έλα αγάπη μου,δεν νιώθω πολύ καλά." Άρχισε να βήχει ψεύτικα. "Νομίζω πως ανεβάζω πυρετό,ας το αφήσουμε για σήμερα,θα σε καλέσω εγώ αύριο." Της είπε και έκλεισε το τηλέφωνο.

Σηκώθηκε όρθιος και άρχισε να περπατάει πάνω κάτω.
Στεναχωριόταν που της έλεγε ψέματα,αλλά από την άλλη δεν θα τον καταλάβαινε αν της έλεγε πως ήθελε να περάσει λίγο χρόνο με τη φίλη του.

Έκλεισε τα μάτια για λίγο και σε δευτερόλεπτα μπροστά του ήρθε η εικόνα της Έλενας.
Τα άνοιξε απότομα και χτύπησε με το χέρι του το πρόσωπο του.
"Είσαι μαλάκας αγόρι μου τελικά... Πολύ μεγάλος μαλάκας."
Είπε στον εαυτό του δυνατά.

Α ρε Μαίρη τι μας έκανες,α ρε Μαίρη...

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top