κεφάλαιο 3

Αγγλία, Λονδίνο

Είχε περάσει ένα τέταρτο που η Έλενα πέρασε τον έλεγχο και τριγυρνούσε στα duty free σαν το φάντασμα,δήθεν πως χάζευε τα προϊόντα.
Το στομάχι της κόμπος από τον αποχωρισμό της με τους φίλους της στο Λονδίνο.
Μα πιο πολύ είχε δεθεί κόμπος για την επιστροφή της στην Ελλάδα.
Ήταν όλα τόσο μπερδεμένα μέσα στο κεφάλι της.
Ο μοναδικός άνθρωπος που έβλεπε συνέχεια από τότε που είχε φύγει,ήταν η αδερφή της η Φαίη.

Ερχόταν συχνά στο Λονδίνο για να τη δεί,ενώ οι γονείς της δεν είχαν έρθει καθόλου. Μιλούσαν μόνο από το τηλέφωνο και της είχαν λείψει πάρα πολύ,ειδικά η μητέρα της.
Άλλωστε ότι είχε κάνει ήταν για εκείνη.
Δεν ήταν πια όμως μικρό κορίτσι.
Είχε γίνει γυναίκα και έπρεπε να αντιμετωπίσει όλα τα φαντάσματα του παρελθόντος όπως τους άξιζε.

Η πτήση της διήρκησε όσο ένας αιώνας μέσα στο μυαλό της. Η ίδια σκέψη από εκείνο το απόγευμα που έπεσε στα χέρια της η φωτογραφία με το Δημήτρη, ταλάντευε το μυαλό της.
Όχι πως περίμενε να δει τη φωτογραφία για να τον σκεφτεί,αλλά ήταν και λίγο ο γυρισμός της στην Ελλάδα,λίγο και ότι είχαν να μιλήσουν χρόνια.

Φοβόταν πως ίσως όλα είχαν χαθεί για πάντα. Πως ίσως η φιλία τους είχε τελειώσει εκείνη τη μέρα,σ εκείνο το αεροδρόμιο πριν φύγει για το Λονδίνο.

Κατέβηκε από το αεροπλάνο και πήγε να παραλάβει τη βαλίτσα της.
Παρατηρούσε το κόσμο γύρω της.
Άλλοι χαρούμενοι, άλλοι σκυθρωποί,άλλοι τσέκαραν τα κινητά τους.
Έβγαλε τη φωτογραφική της από τη θήκη γρήγορα και άρχισε να παίρνει λήψεις.
Πρόσωπα, συναισθήματα ζωγραφισμένα στην έκφραση τους.

Αφού έφυγε και ο τελευταίος,άρπαξε τη βαλίτσα της και ξεκίνησε για τη στιγμή που περίμενε εδώ και μέρες,όχι και τόσο ανυπόμονα.
Προχωρούσε με αργό βήμα και σκεφτόταν αν υπάρχει άλλη έξοδος που να μην τη περιμένει κανείς.
Πάντα έτσι ήταν, ανήσυχο πνεύμα.

Τα πρόσωπα των δικών της ανθρώπων είχαν αρχίσει να ξεπροβάλλουν μπροστά στα μάτια της,εκείνη όμως έψαχνε ένα συγκεκριμένο ανάμεσα τους.
Έφτασε κοντά τους και οι αγκαλιές έδιναν και έπαιρναν,σε συνδιασμό με τα φιλιά.
Εκείνη όμως συνέχιζε να ψάχνει με τα μάτια της για εκείνον.

Τελικά μάλλον η φιλία τους είχε καταλήξει στον κάδο των αχρήστων.
Ένα τσίμπημα στη καρδιά ήρθε μαζι με τη σκέψη της αυτή.

"Παιδί μου,παιδάκι μου,πόσο μου έχεις λείψει να ήξερες. Αχ πόσες φορές δεν σκέφτηκα να έρθω αλλά έχε χάρη αυτός ο φόβος μου με τα αεροπλάνα." Της έλεγε η μαμά της όπως μπήκανε στο αυτοκίνητο και κάθησε πίσω μαζί της.

"Φτάνει βρε Μάρη,την έχεις ζαλίσει ακόμα δεν ήρθε,τι θες να αλλάξει πάλι γνώμη και να έρθει σε δέκα χρόνια ξανά;" Δήλωσε ο πατέρας της,κάνοντας την Έλενα και την αδερφή της να γελάσουν.

"Μη φοβάστε,δεν έχω σκοπό να ξανά φύγω." Τους είπε σίγουρη εκείνη και κοίταξε έξω από το παράθυρο.

Μπροστά της ξεπρόβαλλε το σπίτι της.
Πόσο της είχε λείψει αυτή η γειτονιά.
Τι παιχνίδια είχαν κάνει ως παιδιά με τον Δημήτρη.
Και το σπίτι του,όλα ίδια,σαν να έφυγε χθες και γύρισε.

Τίποτα όμως δεν έμοιαζε το ίδιο μέσα της.
Βγήκε από το αμάξι και στάθηκε να κοιτάζει το σπίτι του.
Το παράθυρο του δωματίου του,που μιλούσαν ο ένας στον άλλο με τα μάτια.

Της είχε λείψει πολύ γαμώτο. Μετά από εκείνον είχε πολύ ψηλά τα στάνταρ της στις φιλίες.
Τη πείραζε πολύ που εκείνος είχε απομακρυνθεί έτσι.
Και σήμερα τον περίμενε στο αεροδρόμιο,πίστευε πως θα γυρνούσε και εκείνος θα τη περίμενε.

Δεν τους είχε χωρίσει τελικά μόνο η απόσταση,μα και η ζωή.

Ο πατέρας της πήρε τις αποσκευές και της φώναξε να ακολουθήσει τους υπόλοιπους στο σπίτι.
Αφού κοίταξε για λίγα δευτερόλεπτα ακόμα γύρω της γεμάτη θύμισες,ξεκίνησε να προλάβει τους υπόλοιπους που ήδη είχαν βρεθεί μέσα.

"Καλωσηρθεεεεεςςςς" φώναξαν όλοι με ένα στόμα και μια φωνή όταν μπήκε εκείνη στο σπίτι και τρόμαξε τόσο που τινάχτηκε ολόκληρη.

Το σπίτι τους είχε γεμίσει μπαλόνια και ένα τραπέζι πέρα ως πέρα γεμάτο φαγητά.
Μα φυσικά,έλειψε τόσο καιρό που είχε σχεδόν ξεχάσει ποια ήταν μητέρα της.
Η βασίλισσα των πάρτυ έκπληξη.

Η οικογένεια της, μαζεμένη για να την υποδεχτεί, ακόμα και η Έλλη και ο Πρόδρομος και... και...
"Δημήτρη;" Είπε σιγά σαν βρέθηκε μπροστά της εκείνος.

"Καλώς ήρθες." Της είπε σχεδόν ψυχρά, ενώ μέσα του έκαιγε. Άπλωσε το χέρι του τυπικά και εκείνη έκανε πως δεν το είδε.

Όρμηξε στην αγκαλιά του και τον έσφιξε πιο δυνατά από ποτέ.
"Δημήτρη, άλλαξες..." Ψέλλισε η Έλενα και έκανε πίσω να τον κοιτάξει καλύτερα.
"Λίπασμα σου έριξαν; Έχεις ψηλώσει σίγουρα ένα κεφάλι ακόμα από τότε που έφυγα." Ο Δημήτρης είχε γίνει ένας πανέμορφος άντρας. Εκείνο το αμούστακο αγόρι που άφησε πίσω τότε δεν υπήρχε πουθενά. Τα χέρια του,το σώμα του,είχαν ανατρέψει πια.

"Πολλά άλλαξαν από τότε που έφυγες." Της είπε και πάλι ψυχρά.

"Δημήτρη..." Πήγε να μιλήσει η Έλενα όμως ένα χέρι τη τράβηξε και σύντομα συνειδητοποίησε πως ήταν του θείου της του Παύλου.
Η καρδιά της χτυπούσε περίεργα δυνατά.

Τα μάτια της όμως έμειναν καρφωμένα σε εκείνα του Δημήτρη. Της είχε θυμώσει; Άραγε κατηγορούσε εκείνη για τη κατάληξη της σχέσης τους;

Η Έλενα δεν σταμάτησε ποτέ να μαθαίνει νέα του. Σε κάθε της κλήση,σε κάθε της κουβέντα με τους δικούς της ρωτούσε για εκείνον.
Είχε μάθει τα πάντα ακόμα και για τη σχέση του με την Άννα.

Τον παρατηρούσε από πάνω ως κάτω. Είχε αλλάξει πολύ από την τελευταία φορά που τον είχε δεί.
Σε λίγο θα ξεκινούσε ειδικότητα στην οδοντιατρική.
Της φαινόταν τόσο αστείο που ήταν γιατρός.

Ο Δημήτρης,ο αγαπημένος της φίλος γιατρός!

Αφού πέρασε από τα χέρια όλων των συγγενών και της άφησαν λίγο από το σάλιο τους στα μάγουλα της,κατάφερε και πάλι να τους ξεφύγει και να βρεθεί κοντά του.
Όχι ότι έπαιρνε το βλέμμα της από εκείνον όλη αυτή την ώρα.

"Αν το κοιτάς συνέχεια δεν θα περάσει γρηγορότερα." Του είπε περιπαικτικά για να του πιάσει κουβέντα,όχι όμως άδικα,καθώς εκείνος κάθε δύο λεπτά κοίταζε το ρολόι του.

"Πρέπει να φύγω" της απάντησε και κοίταξε τα μακριά ξανθά μαλλιά της.
Είχε γίνει εντυπωσιακή γυναίκα η Έλενα.
Το κοντό καρέ μαλλί,είχε αντικατασταθεί με πλούσιο μακρύ μαλλί ως τη μέση της πλάτης της,το πρόσωπο της πια δεν έβγαζε μόνο τη γλύκα που εκείνος θυμόταν,είχε και την θηλυκή πλευρά του πλέον.

Η έκφραση στο πρόσωπο της Έλενας σκλήρυνε.
"Ε μη σε κρατάμε και το ζόρι,δεν είναι ότι έχουμε να τα πούμε και χρόνια." Του απάντησε και γύρισε τη πλάτη της να φύγει.

Το χέρι του έπιασε το μπράτσο της πολύ πιο γρήγορα απ ότι θα προλάβαινε εκείνη να αντιληφθεί.

"Μη μου ζητάς τα ρέστα τώρα. Εφτά χρόνια δεν πάτησες το πόδι σου εδώ να δεις αν ζω ή αν πεθαίνω. Ήρθα για χάρη των γονιών σου,αν ήταν στο χέρι μου δεν θα χαλούσα ούτε ένα λεπτό για να είμαι εδώ... Έλενα."
Της είπε σφίγγοντας τα δόντια του και εκείνη πετάρισε ελαφρώς τα ματοκλαδα της.

"Αουτς." έβγαλε μόνο από το στόμα της και κοίταξε το χέρι του που έσφιγγε το μπράτσο της.
Η αλήθεια ήταν όμως πως δεν το είπε για αυτό,μα για τα λόγια που μόλις είχε ακούσει.

Της άφησε το χέρι και δεν πήρε το βλέμμα του από το δικό της.
"Γαμώτο.." ψέλλισε και έφυγε σε δευτερόλεπτα από κοντά της.

"Φεύγεις κιόλας Δημήτρη μου;" Τον ρώτησε η Μάρη καθώς περνούσε από κοντά της.

"Πρέπει να πάω στο ιατρείο." Της είπε ψέματα και τη φίλησε. "Καλώς τη δεχτήκατε." Συνέχισε και άνοιξε τη πορτα.

Η Έλενα που όλη αυτή την ώρα δεν είχε πάρει τα μάτια της από πάνω του,ένιωθε τη καρδιά της να χάνει και από ένα παλμό σε κάθε του βήμα.
Ακόμα στο μυαλό της έπαιζε σε επανάληψη τις βαριές κουβέντες του.

Αν ήξερε γιατί δεν γύρισε ποτέ της πίσω. Αν τότε είχε βρει τη δύναμη να μοιραστεί τον πόνο της μαζι του,τώρα εκείνος θα στεκόταν πλάι της χαρούμενος,δεν θα τη μισούσε για αυτά τα χρόνια που απουσίαζε.

"Τι έγινε πριγκίπισσα μου; Γιατί έχεις τέτοια μούτρα;" Τη ρώτησε ο πατέρας της.

"Εσύ φταις για όλα!Τι ρωτάς;" Του απάντησε εκτός ελέγχου και έφυγε από κοντά του,ενώ ο Στέφανος ένιωσε τη γη να χάνεται κάτω από τα πόδια του.

Τελικά ο χρόνος δεν βοήθησε τη κόρη του να τον συγχωρέσει.
Είχε όμως υπομονή,θα έκανε τα πάντα για να διορθώσει τα λάθη του.

Βγήκε στη πίσω αυλή του σπιτιού τους και άρχισε να κλαίει.
Έκλαψε τόσο που δεν είχε κλάψει όλα αυτά τα χρόνια.
Τη πλήγωσε πολύ η στάση του Δημήτρη,μακάρι να μπορούσε να του πει την αλήθεια,μακάρι να μην είχαν γίνει όλα αυτά που την έκαναν να φύγει και να χάσει εκείνον.

Δεν είχε αλλάξει μόνο εξωτερικά ο παιδικός της φίλος. Είχε αλλάξει και εσωτερικά. Τίποτα δεν θύμιζε πια το παρελθόν... παρά μόνο οι δικές της αναμνήσεις.

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top