⚫️Κεφαλαιο 9
- Ειχα ξεχάσει πόσο ωραία είναι η Πλάκα.
Χαμογέλασα κοιτώντας τριγύρω.
- Είναι ενα απο τα μέρη της Αθήνας που αξίζει να επισκέπτεσαι συχνά.
Συμφώνησε και με κοίταξε στα μάτια.
- Ελπίζω να είσαι καλύτερα.
- Είμαι. Πολύ καλύτερα.
Χαμογέλασα κρατώντας το χέρι του σφιχτά στο δικό μου.
- Λοιπόν; Που πάμε;
Ρώτησα και εκείνος έκλεισε το στόμα με το χέρι του.
- Έκπληξη.
Ψιθύρισε στο αυτί μου και η ανάσα του με γαργάλησε.
- Μισώ τις εκπλήξεις.
Σχολίασα και εκείνος γέλασε.
- Το ξέρω.
- Έλα πες μουυ.
Παρακάλεσα ανυπόμονα.
Το χέρι του χάιδεψε το πρόσωπο μου και σταματήσαμε να περπατάμε.
- Εδω πιο κάτω εχει ενα μαγαζί με μεξικανικά φαγητά. Πάω στοίχημα οτι δεν εχεις φάει κατι πιο καυτερό στην ζωή σου.
Γέλασε και συνεχίσαμε να περπατάμε.
- Μμ... Πάντα ήθελα να δοκιμάσω μεξικανικο.
Σχολίασα και έγνεψα ικανοποιημένα.
- Εντάξει λοιπόν. Θα πάμε σε εκείνο το μαγαζί.
Συνέχισα και εκείνος με κοίταξε γελώντας.
- Δεν ζήτησα την άδεια σου. Θα σε πήγαινα, ετσι κι'αλλιώς.
- Όπως με έντυσες και με το ζόρι, ε;
Ρώτησα χαμογελώντας.
- Ακριβώς έτσι.
Είπε και τα βήματα μας σταμάτησαν μπροστά σε ενα μικρό μαγαζάκι.
Άνοιξε την πόρτα και με άφησε να περάσω πρώτη. Οι τοίχοι ηταν βαμμένοι ενα σκούρο κόκκινο χρώμα, η διακόσμηση θύμιζε μεξικανικό σήριαλ και όλα τα τραπέζια ηταν γεμάτα εκτός απο ένα που μας περίμενε.
- Αλήθεια, αυτό το μέρος φαίνεται υπέροχο.
Σχολίασα κοιτώντας τριγύρω πριν κάτσω στην καρέκλα μου.
- Ευχαριστούμε πολύ.
Απάντησε ένας κύριος που φόραγε σομπρέρο και μας είχε πλησιάσει χωρις να το καταλάβω.
Του χαμογέλασα όπως χαμογέλαγε και εκείνος και μας έδωσε δυο καταλόγους.
- Θα έρθω σε λίγο.
Προειδοποίησε και έφυγε βιαστικά.
- Λοιπόν εγώ σου προτείνω να πάρουμε μπουρίτος με κιμά και μεξικανικο ρύζι.
Το ρύζι ειναι πιο καυτερό αλλά νομίζω θα αντέξεις.
Πρότεινε χαμογελώντας.
- Εσύ ξέρεις. Αρκεί να έχω πολύ, πολύ νερό δίπλα μου.
Γέλασα αφήνοντας τον κατάλογο στο τραπέζι.
Με μιμήθηκε και αυτός χαμογελώντας.
- Είστε γρήγοροι.
Σχολίασε ο σερβιτόρος που ήρθε για την παραγγελία.
- Έχω ξανά έρθει. Γι'αυτό.
Χαμογέλασε ο Δημήτρης.
- 2 μπουρίτος με κιμά και μια μερίδα μεξικανικο ρύζι. Το καυτερό.
Συνέχισε και ο σερβιτόρος χαμογέλασε σημειώνοντας την παραγγελία.
- Καλή επιλογή. Θα ειναι έτοιμα σε λίγη ώρα.
Απάντησε, πήρε τους καταλόγους και απομακρύνθηκε.
- Ελπίζω να μην το μετανιώσω.
- Να είσαι σίγουρη οτι θα το μετανιώσεις.
Γέλασε εκείνος κλείνοντας μου το ματι.
Κράτησε το χέρι μου σφιχτά στα δικά του και χάιδεψε με τις άκρες των δαχτύλων του την παλάμη μου.
- Ευχαριστώ που με κάλεσες σήμερα. Δεν έπρεπε να το περάσεις όλο αυτό μόνη σου.
Είπε και τον κοίταξα στα μάτια.
- Εγώ ευχαριστώ. Ήσουν πάντα εκεί για εμένα.
Απάντησα και τον φίλησα χαμογελώντας.
- Τελικά; Πότε θα φύγεις;
Ρώτησα και εκείνος κούνησε το κεφάλι του.
- Δεν θα φύγω. Σιγά μην σε αφήσω. Θα πάει η μάνα μου και εγω θα μείνω εδω.
Απάντησε και εγω του χαμογέλασα.
- Νόμιζα οτι ήθελες να πας.
- Στην Αγγλία; Εχω παει τουλάχιστον 5 φορές.
- Δεν χρειάζεται να μείνεις εδώ για εμένα.
Σχολίασα και με κοίταξε ανασηκώνοντας το ενα φρύδι.
- Δεν περιστρέφεται όλος ο κόσμος γύρω σου. Θα μείνω εδώ και για εσένα.
Γέλασε.
Βλάκα. Σκέφτηκα.
- Είσαι βλάκας, το ξέρεις;
Προσποιήθηκα οτι νευρίασα.
- Ναι είμαι. Αλλά σου αρέσω και αυτό κάτι λέει.
Απάντησε χαμογελώντας ναζιαρικα σαν 5χρονο κοριτσάκι.
- Σε αυτό δεν μπορώ να διαφωνήσω.
Και τότε ήρθαν τα φαγητά μας.
Ευχαριστήσαμε τον σερβιτόρο οταν μας σέρβιρε και έφυγε με ενα χαμόγελο.
- Φοβάμαι.
Γέλασα και εκείνος πήρε το μπουρίτος του στο χέρι.
- Δεν καίει. Μην φοβάσαι. Το ρύζι να προσέχεις.
Με προειδοποίησε και δάγκωσε το φαΐ του.
Τον μιμήθηκα και εγω και έμοιαζε αρκετά σαν να τρώω σουβλάκι. Οχι στην γεύση αλλα στην μορφή του. Ηταν και τα δυο τυλιχτά. Το ενα με πίτα και το άλλο με τορτίγια. Μέσα ειχε κιμά και διάφορες πιπεριές. Ηταν πολυ ωραίο και δεν το περίμενα.
- Περνάει την δοκιμασία;
Ρώτησε ναι εγω έγνεψα ικανοποιημένα.
- Άνετα.
Χαμογέλασα και το άφησα κατω.
Πήρα το πιρούνι στα χέρια μου και έβαλα λιγο απο το ρύζι.
- Μια ψυχή που ειναι να βγει, ας βγει.
Μου ειπε και εγω συμφώνησα.
Εβαλα το ρύζι στο στόμα και δεν μου φάνηκε και τόσο καφτερο. Αντίθετα ηταν εξαιρετικά νόστιμο.
Και μετα άλλαξα γνώμη... Συνέχιζε να ειναι νόστιμο αλλα η γλώσσα μου ειχε πάρει φωτιά.
- Βοήθεια.
Ψέλλισα και άρπαξα το νερο.
Ο Δημήτρης έβαλε τα γέλια και εγω όποτε σταματούσα για να πάρω ανάσα του έριχνα κάποια από τα πιο άγρια βλέμματα μου.
- Ξέρεις, το νερο δεν βοηθάει και πολυ. Το γάλα κανει καλο.
- Βλέπεις πουθενά εδω γάλα;
Ρώτησα απότομα και εκείνος συνέχισε να γελάει.
- Ελα εντάξει. Φτάνει με το νερό, θα σκάσεις.
Γέλασε και τράβηξε την κανάτα απο τα χέρια μου.
- Φάε λίγο απο το μπουρίτο σου. Θα βοηθήσει.
Σχολίασε χαμογελώντας.
- Δεσποινίς, είστε καλά;
Ρώτησε ο σερβιτόρος που μας πλησίασε.
- Μια χαρά. Δεν φαίνεται;
Ρώτησα ειρωνικά.
- Μην την παρεξηγείς. Είναι η πρώτη της φορά.
Γέλασε ο Δημήτρης και ευχαρίστησε τον σερβιτόρο.
- Είμαι ανώμαλη αν θέλω να φάω κι'αλλο;
Ρώτησα και εκείνος χαμογέλασε.
- Λένε ότι ο πόνος είναι εθιστικός.
Να'σαι σίγουρος... Σκέφτηκα χαμογελώντας.
Πήρα άλλη μια γενναιόδωρη μπουκιά και κατάπια γρήγορα.
Τι το ήθελα;
Η καρδιά μου χτύπαγε δυνατά και είχα πάρει φωτιά ολόκληρη.
- Λυδία. Κοίταξε με, Λυδία.
Είπε και εγώ τον κοίταξα όσο πάλευα να μην βάλω τα κλάματα.
- Απόλαυσε το. Ηρέμησε την καρδιά και την ανάσα σου. Άσε το κάψιμο που νιώθεις στην γλώσσα και τον λαιμό να σε χαλαρώσει. Δεν είναι τόσο τρομερό. Πίστεψε με.
Συνέχισε και χάιδεψε το χέρι μου.
Είχε δίκιο. Μόλις ηρέμησα το κάψιμο ήταν γλυκό και δεν με ενοχλούσε πλέον. Μου άρεσε, τελικά.
~~~
- θα μετρήσω την σημερινή ως νίκη!
Σχολίασε χαμογελώντας πλατιά.
Περπατούσαμε στα δρομάκια της πλάκας για αρκετή ώρα. Με κράταγε από το χέρι και μιλούσαμε για τα πάντα.
Σχεδόν.
- Καλά θα κάνεις.
Απάντησα χαμογελώντας.
- Ήταν πολύ ωραία.
Συνέχισα κοιτώντας το έδαφος μπροστά μου.
- Όλα καλά;
Ρώτησε και εγώ έγνεψα.
- Απλά... είναι κάτι που θέλω να σου πώ.
Απάντησα και τον ένιωσα να σφίγγεται δίπλα μου.
- Δεν θέλεις να με χωρίσεις, έτσι;
Ρώτησε και εγω του χαμογέλασα πλατιά.
- Όχι βέβαια. Ηρέμησε.
Τον καθησύχασα και εκείνος ξεφύσηξε.
-Τοτε;
- Ξερω οτι είχαμε συμφωνήσει να εχουμε ελεύθερη σχέση. Και δεν ειναι σωστο να θελω να αλλάξω κατι τέτοιο αλλα... Συνειδητοποίησα οτι σε αγαπαω. Πολυ. Και σε θελω μονο δικό μου. Δεν μπορω να ξερω οτι θα σε μοιράζομαι με καποια άλλη.
Έβγαλα τις σκέψεις απο το μυαλό μου χωρις να πάρω ανάσα.
Κοίταζα κατω και δεν ήθελα να δω την έκφραση του προσώπου του. Φοβόμουν.
Τελικά ομως δεν άντεξα και τον κοίταξα. Ειχε ενα μεγάλο, χαζό χαμόγελο στα χείλη του.
- Δεν ξερεις ποσο το θελω.
Απάντησε και με αγκάλιασε σφιχτά.
- Σ'αγαπω και πίστεψε με, πριν απο εσένα ανησυχούσα υπερβολικά πολύ για αυτη την συμφωνία. Δεν ήθελα να βλεπω κανεναν διπλα σου.
Συνέχισε και μου έδωσε ενα αργό, βασικά υπέροχο, φιλί.
Ο κόσμος γύρω μας, μας κοιτούσε είτε επικριτικά είτε στοργικά. Δεν το συνήθιζα να φιλάω το αγόρι μου με τέτοιο τροπο μπροστα σε κόσμο.
Αλλα δεν μας ένοιαζε πλέον. Ήμασταν χαμένοι στον κόσμο μας και το μονο που μπορούσα να σκεφτώ ειναι το ποσο τον αγαπούσα. Και ήξερα οτι με αγαπούσε και αυτός.
Αυτο ηταν το καλύτερο συναίσθημα απο ολα.
I'm not sure I want to give you tools that can destroy my heart.
~Air Catcher~
~Twenty one pilots~
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top