⚫️Κεφαλαιο 51
Είχαν περάσει 3 ωρες απο τοτε που ο Αντρεας μπήκε στο χειρουργείο και δεν ειχα ακούσει νέα του απο κανεναν.
Κόντευα να τρελαθώ απο την αγωνία μου και κανένας δεν νοιαζόταν να με ενημερώσει.
Οι γονεις του έτρεχαν απο δω και απο κει και κανένας δεν μου έλεγε τι συμβαίνει.
Φαίνονταν ανήσυχοι.
- Συγνωμη. Κυρία Κατερινα, τι συμβαίνει;
Ρώτησα και εκεινη γύρισε απότομα να με κοιτάξει.
Σταμάτησε να περπατάει και μου χαμογέλασε.
- Υπήρξε μια επιπλοκή. Η καρδιά του σταμάτησε για μερικά δευτερόλεπτα και αναγκάστηκαν να σταματήσουν την εγχείρηση για λίγο.
Εξήγησε και παραλίγο να σταματήσει η δικιά μου η καρδιά.
- Τι;
Σχεδον φώναξα.
- Ηρέμησε. Ολα ειναι καλα τωρα.
Σχολίασε χαμογελώντας αδύναμα.
- Μα πως να ηρεμήσω;
- Η εγχείρηση σε λιγο θα τελειώσει και θα μπορείς να τον ξανα δεις.
Σχολίασε και με αγκάλιασε σφιχτά.
Τελείως αναπάντεχα.
- Ολα καλά.
Ψιθύρισε όσο ακόμα με κρατούσε.
POV Αντρεα
*3 ωρες πριν*
- Αντρεα. Ήρθε η ωρα.
Άκουσα την φωνή του γιατρού μου και η μητερα μου έσφιξε το χερι μου.
Ένιωσα τα χείλη της στα μάγουλα μου και το καθησυχαστικό χτύπημα του πατέρα μου στην πλατη μου.
- Σ'αγαπαω.
Άκουσα την φωνή της Λυδιας να μου ψιθυρίζει στο αυτί και τα χείλη της με φίλησαν.
- Το ξερω.
Χαμογέλασα υπεροπτικά και δέχτηκα μια μικρή μπουνιά στον ωμο.
Σηκώθηκα όρθιος και με την βοήθεια, απο οτι φαντάζομαι, του γιατρού απομακρύνθηκα απο την οικογένεια μου.
Η πόρτα άνοιξε, περπατήσαμε και η πόρτα έκλεισε ξανα.
Κρεβάτι.
- Ξάπλωσε.
Ειπε η φωνή και εγω υπάκουσα.
Ξάπλωσα στο κρεβάτι και περίμενα.
Ενα τσίμπημα στο χερι μου.
- Μέτρα μεχρι το δέκα και θα σε πάρει ο ύπνος πριν τελειώσεις.
Ειπε ο γιατρός και ένιωσα το χερι του στον ωμο μου.
- 10, 9, 8, 7, 6, 5, 4, 3, 2....
"- Δεν έμαθα ακόμα το όνομα σου.
- Λυδία.
- Αντρεας. Χάρηκα.
- Αρκετά δυνατή χειραψία για κάποια που θέλει να αυτοκτονήσει."
"- Αντρεα... Έκοψα τις φλέβες μου στο ενα χέρι. Γι'αυτο γαβγίζει ο Αλεξ.
- ΤΙ;;
- Ηρέμησε και καθησύχασε τον σκύλο.
- Πως να ηρεμήσω;
- Μην ακουμπάς την πληγή. Ουτε εγω πρεπει, μπορει να μολυνθεί.
- Ασε με να το κανω Αντρεα..."
"- Δεν σε ξερω πολυ καιρό αλλά... Ειναι κατι που θελω να σου πω.
- Ενταξει... Τι θες να μου πεις;
- Μου αρέσεις Λυδια. Απο την πρώτη στιγμή που σε γνώρισα.
- Μα...
- Δεν σε εχω δει ποτε. Και ουτε πρόκειται. Δεν εχω δει το χαμόγελο σου. Δεν ξερω κάν τι χρώμα μαλλιά εχεις. Αλλα ξερω οτι απο την πρώτη στιγμή η φωνή σου με μάγεψε."
"- Θυμάσαι που σου είπα οτι μου αρέσεις; Το εννοούσα και δεν μπορω να σε βλεπω άλλο να καταστρέφεις τον εαυτό σου.
- Και εμενα μου αρέσεις. Αλλά δεν ειναι καλη στιγμή.
- Καλύτερα να πέσεις για υπνο."
"- Δεν πρόκειται να σε χάσω. Σ'αγαπάω, μ'ακους; Τελειωσα με τα "Δωσε της λιγο χρόνο, θα καταλάβει τι παει να κανει." Δεν θα σε χάσω για τον κάλο που εχεις στον εγκέφαλο σου.
- Αντρεα... Αυτή ηταν η τελευταία προσπάθεια.
- Μην μ'αφήνεις...
- Ποτε."
"- Θες να γινεις το αγόρι μου;
- Μου έκλεψες την ατάκα.
- Σ'αγαπαω.
- Και εγω Σ'αγαπαω."
Ενα δωμάτιο. Περιμενε... Βλεπω.
Μια κοπελα κάθεται στην μέση και μου χαμογελάει παιχνιδιάρικα.
- Λυδια;
Ρωτάω παραξενεμένος.
- Ναι. Το βρήκες.
- Που ειμαστε;
Ρωτάω κοιτώντας τριγύρω.
Το δωματιο ομως ειναι άδειο.
- Ειμαστε στο μυαλό σου, χαζέ. Συγκεκριμένα περιπλανιόμαστε στις καλύτερες σου αναμνήσεις και τις μετατρέπουμε σε... Εφιάλτες.
Εξηγεί εκείνη χαμογελώντας πονηρά.
Τα χερια της πισω απο την πλατη της και το κεφάλι της να γέρνει ελαφρά προς τα δεξιά.
- Τι... Τι εννοείς;
Ρωτάω και εκείνη δυσανασχετεί.
Φέρνει το ενα της χέρι μπροστά που κρατάει σφιχτά ενα όπλο.
- Λυδια τι πας να-
- Δεν ειναι ξεκάθαρο;
Ρωτάει και βαζει το πιστόλι στον κρόταφο της.
- Αντίο.
Χαμογελά πλατιά και πατά την σκανδάλη.
Αίμα στα λευκά μου ρούχα. Αίμα στα χερια μου.
Σκοταδι
POV Λυδιας
*6 ωρες μετα*
- θα μπορείτε να τον επισκεφτείτε σε λιγο.
Είπε ο γιατρός που ρωτήσαμε.
- Ειδες; Ολα καλα πήγαν. Τώρα απλά μένει να δουμε τα αποτελέσματα. Ή μάλλον... Εκείνος να τα δει.
Χαμογέλασε ο κύριος Νεκταριος.
- Ναι. Ολα καλα.
Μουρμούρισα κοιτώντας το κενό.
Ήμουν τόσο χαρούμενη που ηταν ενταξει και που καποια στιγμή θα μπορούσε να ξαναδεί.
Ομως ενα κομμάτι βαθιά μέσα μου ήλπιζε να μην τα καταφέρει.
Μπορει να μην του αρέσω... Μπορει να με δει και να σκεφτεί οτι υπό κανονικές συνθήκες δεν θα έβγαινε ποτε μαζι μου. Αυτα σκεφτόμουν και τρελαινομουν ολο και πιο πολυ.
- Μπορείτε να τον δείτε.
Ειπε πλησιάζοντας μας ένας νοσηλευτής.
Οι γονεις του με κοίταξαν και εγω κούνησα το κεφάλι μου αρνητικά.
- Εσείς πρώτα.
Εκείνοι χαμογέλασαν και μπήκαν στο δωμάτιο.
Έμεινα μόνη μου στον διάδρομο να χαζεύω τις νοσοκόμες που περπατούσαν απο το ενα δωματιο στο αλλο.
Περπατούσα και εγω γύρω γύρω και προσπαθούσα να απασχολησω τον εαυτό σε οτιδήποτε αλλο. Εξάλλου ο Αντρεας θα περνούσε καιρός για να μπορέσει να δει αν η εγχείρηση ηταν πετυχημένη.
Ωραιο νοσοκομείο. Ιδιωτική κλινική βασικά αλλα σε όλους μας αρέσει να γενικεύουμε τα πάντα. Γαλάζιοι τοίχοι και μπεζ κουρτίνες στα παράθυρα. Αναπαυτικές πολυθρόνες, μικρά, χαριτωμένα, ξύλινα τραπεζάκια του καφέ, πεντακάθαροι διάδρομοι.
Μετα απο ωρα οι γονεις του βγήκαν απο το δωμάτιο. Χαμογελούσαν πλατιά, ευχαριστημένοι.
- Η σειρα σου.
Μου χαμογέλασε η Κυρια Κατερινα και εγω έγνεψα με ενα μικρό χαμόγελο.
Περπάτησα διπλα τους και στάθηκα πισω απο την κλειστή πόρτα.
Πηρα μια βαθιά ανάσα και άνοιξα.
Στην μέση του δωματίου υπήρχε ενα κρεβάτι. Απέναντι μια τηλεόραση, ενα τραπέζι και δυο πολυθρόνες.
Στο κρεβάτι ηταν καθισμένος ο Αντρεας που ηταν στραμμένος προς την πόρτα.
- Λυδια;
Ρώτησε και εγω χαμογέλασα.
Έκλεισα την πόρτα πισω μου και τον πλησίασα με σταθερά βήματα.
- Ναι. Εγω ειμαι.
- Αυτο ηταν. Περίμενα τρία χρόνια και τωρα ειναι λες και τιποτα δεν συνέβη.
Σχολίασε με λίγη απογοήτευση στην φωνή του.
- Αυτα τα πραγματα θέλουν χρόνο. Ο γιατρός ειπε οτι θα κρατήσεις τους επιδέσμους στα μάτια σου για τουλάχιστον 1 μήνα.
- Εναν ολόκληρο μήνα;
- Ναι... Μην παραπονιέσαι. Είχες μια ευκαιρία που άλλοι δεν έχουν.
Παρατήρησα και κάθισα σε μια καρέκλα διπλα του.
- Εχεις δικιο. Συγνώμη.
Μουρμούρισε.
Σηκώθηκα ξανα και του έδωσα ενα φιλί στο μέτωπο.
- Με κοψοχόλιασες. Τι έγινε εκει μεσα;
Ρώτησα και εκείνος χαμογέλασε.
- Λες για την ανακοπή;
- Ναι...
- Ειχα κάποιες αναμνήσεις στο μυαλό μου και ειδα και ενα καθόλου ευχάριστο όνειρο, οπότε...
Εξήγησε και εγω έγνεψα ανακουφισμένη που ολα είχαν πλέον τελειώσει.
- Πως νοιωθεις;
- Σου είπα. Σαν να μην έγινε τιποτα.
Απάντησε ακουμπώντας πισω.
- Σε ενα μήνα απο τωρα θα βλέπουμε μαζι το ηλιοβασίλεμα.
Σχολίασα και εκείνος γέλασε.
- Ναι. Σωστα...
- Εκεινη την ημερα στο πάρκο μου είπες οτι μια μερα θα το δουμε μαζι. Θα κρατήσεις την υπόσχεση σου. Το πιστεύω.
Χαμογέλασα και τον φίλησα.
- Σ'αγαπαω τόσο πολύ. Δεν θελω να σε χάσω.
Ψιθύρισε και με φίλησε ξανα.
- Δεν πρόκειται. Και εγω.
Τον καθησύχασα χαϊδεύοντας τα μαύρα κοντα μαλλιά του, μπλέκοντας τα στα χερια μου.
- Τα καλύτερα έρχονται...
I'm a goner. Somebody catch my breath.
~Goner~
~twenty one pilots~
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top