⚫️Κεφαλαιο 35
- Εχουμε κανενα νέο;
Ρώτησα την Πολυξένη και εκεινη ουτε που γύρισε να με κοιτάξει.
- Σχετικά με...;
- Με δουλεύεις; Με τον αντρα σου.
- Α... Ναι! Πήραν τηλέφωνο χθες οι απαγωγείς.
Απάντησε κοιτώντας τα χαρτιά που ειχε μπροστα της.
Αχ θα την πνίξω.
- Και;
Ρώτησα ανυπόμονα.
- Ζήτησαν 80.000.000 €.
- Α ενταξει... Θα τους τα δώσεις και ολα μια χαρα.
- Εισαι τρελη; Ειναι ολα όσα λεφτα εχουμε στην Ελλάδα. Σιγα μην τους τα δώσω.
Σχολίασε με απόλυτη ψυχραιμία.
- Και τι θα κανεις δηλαδη; Θα περιμένεις να μας στείλουν τα κομματάκια του;
- Δεν πρόκειται να τον ακουμπήσουν. Θα περιμένουμε να τους εντοπίσει η αστυνομία.
Εξήγησε κοιτάζοντας με νωχελικά.
- Νομιζα οτι εσείς οι δυο δεν με αγαπήσατε ποτε αλλα τελικά... Εσυ δεν αγάπησες ουτε εκείνον.
Σχολίασα κοιτώντας την στα μάτια και της χαμογέλασα.
Ανέβηκα τις σκάλες χωρις να με νοιάζει που φώναζε οτι αγαπούσε τον πατέρα μου πιο πολυ απο ολα και οτι εγω και ο αδελφός μου τους καταστρέψαμε την ζωη και οταν εφτασα στο δωματιο μου χτύπησα την πόρτα με δύναμη πισω μου.
Ηταν ωρα να ετοιμαστω.
Εκανα ενα γρήγορο μπάνιο και ίσιωσα τα μαλλιά μου.
Στο κινητο μου έπαιζε το pacify her της Melanie Martinez.
Pacify her. She's getting on my nerves. You don't love her, stop lying with those words.
Τραγούδησα δυνατά διαλέγοντας τα ρούχα που θα φόραγα.
Φόρεσα μια μαύρη ψιλόμεση παντελόνα και μια κοντή Μπορντό μπλούζα.
Λιγο αργότερα ήμουν έτοιμη πάνω στην ωρα μου.
8 ακριβώς.
Φόρεσα ενα ζευγάρι μαύρες πλατφόρμες και πήρα την τσάντα μου.
Κατέβηκα τις σκάλες και συνάντησα τον Αντρεα έξω απο την έπαυλη.
- Εισαι πανέμορφη.
Σχολίασε οταν κατάλαβε οτι τον πλησίασα.
- Αφου εισαι τυφλός.
- Δεν εχει σχέση... Ειμαι σίγουρος οτι εισαι μια κούκλα.
Χαμογέλασα προσφέροντας μου το χερι του.
Εγω πιάστηκα πάνω του και ξεκινήσαμε να περπατάμε.
- Ο Αλεξ;
Ρώτησα στην διαδρομή.
- Αποφάσισα να τον αφήσω πισω. Ο ιδιοκτήτης της παμπ δεν πολυ χάρηκε την προηγούμενη φορα.
Εξήγησε και εγω έγνεψα χαμογελώντας.
- Συγνωμη για αυτο. Ο Κυριάκος ειναι πολυ καλός αλλα καποιες φορές ξεφεύγει. Ειναι σαν τον πατέρα που ποτε δεν ειχα.
Εξήγησα και εκείνος χαμογέλασε πλατιά.
- Πες οτι τον συμπάθησα.
Γέλασε δείχνοντας μου ενα διπλωμένο μπαστούνι που κρατούσε.
- Με αυτό ήρθα μέχρι εδώ. Δεν ήταν εύκολο.
Εξήγησε.
- Συγνώμη. Δεν το σκέφτηκα οτι ο Αλεξ δεν επιτρεπόταν στο μαγαζι.
- Δεν πειράζει. Πρέπει να συνηθίσω το μπαστούνι και ας μην το θελω.
Σχολίασε χαμογελώντας.
Μετα απο λιγο περπάτημα φτάσαμε στην παμπ.
Η κόκκινη ταμπέλα "Wild Rose" κουνιόταν μπρος πισω με τον αέρα και τα φώτα απο το εσωτερικό σε τράβαγαν να μπεις μεσα.
- Θα ειναι εδω και κάποιοι φίλοι. Ελεγα να τους γνωρίσεις. Αν θες!
Σχολίασα και εκείνος έγνεψε.
- Φυσικά. Ελπίζω να τους εχεις προετοιμάσει για την αναπηρία μου.
Χαμογέλασε καθώς άνοιξα την πόρτα.
Δεν απαντησα.
Κοίταξα τριγύρω στο γεμάτο μαγαζι και εντόπισα την Ηλεκτρα με τον Πετρο.
- Γεια σας παιδιά.
Χαιρέτησα οταν τους πλησιάσαμε.
- Γεια σας.
Χαμογέλασε η Ηλεκτρα και ο Πετρος.
- Παιδια απο εδω Αντρεας. Αντρεα, στα αριστερα σου ειναι η Ηλεκτρα και δεξιά ο Πετρος.
Τους σύστησα και ο Αντρεας χαμογέλασε πλατιά.
- Χαιρομαι που σας γνωρίζω.
Χαιρέτησε εκείνος και τους έσφιξε τα χέρια.
- Και εμείς. Έχουμε ακούσει πολλα για εσένα.
Χαμογέλασε ο Πετρος και ο Αντρεας με κοίταξε.
- Πολλα σαν να λεμε ολα;
- Ναι... Ξέρουν.
Εξήγησα και εκείνος έγνεψε.
- Τι να σας φερω παιδιά;
Ρώτησε ο Κυριάκος που μας πλησίασε.
- Μια μπίρα για εμένα.
- Και εγω το ίδιο.
Ειπε ο Αντρεας και ο Κυριάκος έγνεψε.
- Εισαι το αγόρι με τον σκύλο ε; Συγνώμη για τοτε.
Απολογήθηκε ο Κυριάκος και ο Αντρεας χαμογέλασε.
- Δεν πειραζει.
- 2 μπίρες λοιπον.
Ειπε ο Κυριάκος και απομακρύνθηκε με γρήγορα βήματα.
~~~
Ήπιαμε και γελάσαμε με την παρέα του Πέτρου και της Ηλεκτρας.
Ειχε ερθει και ο Δημητρης και απο οτι καταλαβα δεν έπαιρνε τα μάτια του απο πάνω μου.
Δεν ήρθε ομως να μας μιλησει κατι που έδειχνε την ενοχή του.
- Εμείς θα φύγουμε σιγα σιγα. Ξερεις πως ειναι τα πραγματα με τους γονεις του Πέτρου.
Εξήγησε η Ηλεκτρα και εγω έγνεψα.
- Καληνύχτα παιδιά.
Χαιρετίσαμε με τον Αντρεα και εκείνοι απομακρύνθηκαν.
Βγήκαν απο το μαγαζι και απο την ανοιχτή πόρτα που άφησαν, μπήκε ο Αντώνης με την παρέα του.
- Πλάκα μου κανεις;
Ψέλλισα και ο Αντρεας με κοίταξε ανήσυχα.
- Έγινε κατι;
- Θες να φύγουμε; Ελπίζω ναι γιατι εγω το θελω.
Σχολίασα και τον τράβηξα απο το χερι.
Είχαμε πληρώσει πιο πριν και οταν πλησιάσαμε τον Αντώνη εκείνος με σταμάτησε.
Οχι που θα'χανε.
- Πας κάπου μωρο;
Ρώτησε χαμογελώντας πλατιά.
Ο Αντρεας έμεινε σιωπηλός πισω μου σφίγγοντας μου το χερι.
- Σε ειδα να μπαίνεις και είπα να φύγω.
Εξήγησα όσο το χερι του πλησίαζε το πρόσωπο μου.
- Αντώνη σταματα.
Τσίριξα σχεδόν οταν το χέρι του χάιδεψε τα μαλλιά και τον λαιμό μου.
- Μην το παίζεις δύσκολη γλύκα. Ολοι ξέρουμε οτι δεν εισαι.
Γέλασε μαζι με τα τσιράκια του.
Ολο το μαγαζι μας κοιτούσε.
- Πρόσεξε πως μιλάς.
Αγρίεψε ο Αντρεας και με έσπρωξε πιο πισω.
- Γιατι ρε; Τι σου ειναι;
Ρώτησε ο Αντώνης χαμογελώντας.
- Η κοπελα μου.
Φωναξε σχεδόν ο Αντρεας.
Τι;
- Τοτε πρεπει να την προσεχεις λιγο. Δεν ανέφερε κατι τετοιο χθες στις τουαλέτες. Φαινόταν να απολαμβάνει τα δάχτυλα μου.
Γέλασε δυνατά και πριν το καταλάβω ο Αντρεας του έδωσε μια δυνατή μπουνιά.
Το πρόσωπο του Αντώνη γύρισε στο πλάι και κοίταζε το πάτωμα σοκαρισμένος.
- Τον πέτυχα καλα; Πόνεσε;
Μου ψιθύρισε ο Αντρεας και εγω του απαντησα καταφατικά.
- ΠΟΥΣΤΗ.
Φώναξε ο Αντώνης και όρμησε πάνω στον αντρεα.
Τελευταία στιγμή ο Κυριάκος μπήκε ανάμεσα τους και τράβηξε τον Αντώνη μακριά.
- Οχι τετοια στο μαγαζι μου.
- Θα τα βαλεις με τυφλό ρε;
Φώναξε ένας απο τους θαμώνες του μαγαζιού.
- Ολοι είδαμε πως της μίλησες.
Φώναξε μια κοπελα παραπέρα.
- Μην ξανα πατήσεις εδω μεσα.
Απείλησε ο Κυριάκος και ο Αντώνης μας κοιτούσε εναν εναν καλα καλα.
Έφτυσε στο πάτωμα και γύρισε να φύγει.
Μου έριξε ενα τελευταίο βλέμμα και έφυγε μαζι με την παρέα του.
- Συγνωμη Κυριάκο.
Μουρμούρισα και τράβηξα τον Αντρεα να φύγουμε.
- Δεν εχω ξανανιώσει καλύτερα απο τοτε που τυφλώθηκα.
Ψιθύρισε ο Αντρεας οταν βγήκαμε απο το μαγαζι.
- Αυτο ηταν... ΓΑΜΑΤΟ.
Φώναξα με μια μεγάλη ανάσα ανακούφισης.
- Ειδες την φάτσα του; Δεν την ειδες αλλα και παλι ηταν οτι καλύτερο.
Γέλασα ενθουσιασμένη.
- Να το ξανα κανουμε τοτε.
Γέλασε ανοίγοντας το μπαστούνι του.
- Παμε μια βόλτα. Δεν θελω να τελειώσει αυτό το βράδυ ακόμα.
Χαμογέλασε και ξεκινήσαμε να περπατάμε.
- Ποιος ηταν αυτός λοιπον;
Ρώτησε μετα απο λιγο.
- Χμ... Το "bad boy" του σχολείου μας. Με την μικρή διαφορά οτι ενώ την πέφτει σε όλες, καμία δεν μασάει. Χόμπι του; Να βγάζει φήμες για όσες τον απορρίπτουν και να τις ξεφτιλίζει.
Εξήγησα και εκείνος χαμογέλασε.
- Σωστός μαλακας δηλαδη.
- Ακριβως.
- Δεν νομίζω να σε ξανα ενοχλήσει.
Σχολίασε χαμογελώντας περήφανα.
- Ουτε εγω. Ευχαριστω που με υπερασπίστηκες.
Είπα με ενα χαμόγελο.
Για μια στιγμή ειχε ακουστεί ωραιο στα αυτιά μου οταν απάντησε οτι ειμαι η κοπελα του.
Μετα θυμήθηκα οτι ισως να μην του αξίζω. Ισως η ζωη του να ειναι πολυ καλύτερη χωρις εμενα.
- Ελπιζω να σε δω σύντομα.
Σχολίασα οταν τα βήματα μας σταμάτησαν έξω απο το σπιτι του.
- Σίγουρα.
Χαμογέλασα και εκείνος έγνεψε.
- Ηταν πολυ ωραία σημερα. Μπορει να μην το πιστευεις αλλα εισαι απο τους λίγους που θέλουν να κάνουν παρέα με εναν τυφλό.
Χαμογέλασε στραβά.
Δεν ξέρουν τι χάνουν...
We don't know,
How to put back the power in our soul.
~Hometown~
~Twenty one pilots~
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top