⚫️Κεφαλαιο 26

Της είπα τα παντα.

Για την λίστα μου, για τον Αντρέα, τον Δημήτρη.

Τις προσπάθειες, το φιλί, το χαστούκι...

Και ένιωσα τόσο καλα.

Σαν ενα μεγάλο βάρος να φεύγει απο πάνω μου.

Παλιότερα είμασταν κολλητές, αχώριστες φίλες και δεν περνούσε μια μέρα που να μην είμασταν μαζί.

Η Ηλέκτρα ήταν ένα από τα πολλά άτομα που έδιωξα μακριά όταν γύρισα τότε από το νοσοκομείο.

- Δεν το πιστεύω...
Μουρμούρισε στο τέλος.

- Δεν στο είπα γιατι δεν ήθελα κανένας να το μάθει. Τελικά όμως... Το έμαθαν σχεδόν όλοι.
Εξήγησα με τα μάτια μου να κοιτάνε το πάτωμα.

- Καταλαβαίνω. Αναρωτιόμουν πολυ έντονα γιατί είχες απομακρυνθεί τόσο αλλά ποτε δεν φαντάστηκα...
Σχολίασε κοιτώντας με στα μάτια καθώς ανέβασα το βλέμμα μου.

- Όλα θα-

- Μην μου πείς οτι ολα θα πανε καλα. Αυτο λεω στον εαυτό μου καθε μερα και τα πραγματα πανε απο το κακό στο χειρότερο. Ολο λεω οτι ισως δεν χρειάζεται να το κανω και ολο κατι με τραβάει πισω. Μην μου το πεις γιατι θα ειναι ψέμα.
Παρακάλεσα κοιτώντας την στα μάτια.

- Ενταξει. Έχω μια ιδέα.
Χαμογέλασε με ενθουσιασμό.

- Παμε για ψώνια.

- Δεν μπορω να καταλάβω πως αυτό θα βοηθήσει.
Παρατήρησα όσο εκείνη ετοίμαζε τα πράγματα της.

- θα κρατήσει το μυαλό σου απασχολημένο και ο Δημητρης θα χτυπάει το κεφάλι του στον τοίχο που σε έχασε.
Εξήγησε με ενα πλατύ χαμόγελο.

- Άμα πιστεύεις οτι θα πιάσει...
Παραδόθηκα στο τέλος.

- Το πιστεύω.
Απάντησε με αυτοπεποίθηση και με τράβηξε απο το χέρι.

- Εχεις λεφτά;

- Έχω.

- Πάμε τότε.
Απάντησε και κάπως ετσι αφήσαμε το σπιτι της πισω μας.

Το αυτοκίνητο της μύριζε βανίλια οπως και εκείνη.

Τα λευκά δερμάτινα καθίσματα ηταν αρκετα για να σου φτιάξουν την διάθεση.

- Οσο για αυτόν τον Αντρέα... Ειναι όμορφος;
Ρώτησε ξαφνικά στην διαδρομή.

- Πολύ.
Γέλασα ρίχνοντας της ενα πονηρό βλέμμα.

- Μου έλειψε η παρέα σου. Συνηθίζαμε να λεμε τα παντα η μια στην άλλη.

- Θα πρεπει να επανορθώσω λοιπόν.
Χαμογέλασα και γύρισα να κοιτάξω τον δρόμο.

- Ελα αύριο σπιτι μου κατά τις 5 να δούμε καμία ταινία και να φάμε.
Πρότεινα και την ειδα να χαμογελά.

- Δεν θα το χάσω.
Υποσχέθηκε έχοντας την προσοχή της παντα στον δρόμο.

Ηταν πολυ καλη οδηγός και ας οδηγούσε λιγότερο απο εναν χρόνο τωρα.

Οι περισσότεροι φίλοι μου έβγαλαν άδεια αυτοκινήτου απο τα 16 τους και πήραν αυτοκίνητο αφου οι οικογένειες τους διέθεταν αρκετα χρήματα.

Εκτός απο εμένα. Εγω δεν είχα καμία προσδοκία για το μέλλον.

- Παμε, παμε.
Αναφώνησε ενθουσιασμένα όταν φτάσαμε στο εμπορικό κέντρο.

Ενα συγκρότημα απο αμέτρητα μαγαζιά με ρούχα, παπούτσια, καφετέριες, σουβλατζίδικα και αλλα fast food centers.

Υπήρχαν τρεις όροφοι γεμάτοι με τα εν λόγου μαγαζιά.

Τριγύρω έβλεπες συνέχεια ανθρώπους της ασφάλειας να κάνουν βόλτες.

Όσο αφορά τον κόσμο... Ηταν πολύς.

Λογικό μιας και Σάββατο πρωί ήταν η συνήθεις ώρα για ψώνια.

Με τράβαγε απο μαγαζι σε μαγαζί δοκιμάζοντας μπλούζες, παντελόνια, φορέματα και παπούτσια.

- Υ-ΠΕ-ΡΟ-ΧΗ.
Σχολίασε με ανοιχτό το στόμα.

Είχα δοκιμάσει ενα φόρεμα απο τα άπειρα που μου ειχε δώσει.

Δεν ηταν για πολυ καλές περιστάσεις.

Μπορούσες άνετα να το φορέσεις όλες τις στιγμές της ημέρας.
Αποφάσισα να κοιταχτώ στο καθρέπτη.

Πρώτη φορα έβλεπα τον εαυτό μου ετσι.

Το φόρεμα ηταν μπλε χωρις σχέδια απλα με δυο άσπρες λωρίδες στο κατω μέρος.

Αγκάλιαζε το σωμα μου μεχρι την μέση και έπειτα έπεφτε στα πλαγιά σε ίσια γραμμή.

- Εχεις το ιδανικό σωμα. Το ξερεις; Κλεψύδρα. Μεγάλο στήθος, λεπτή μέση και ανοιχτοί γοφοι. Κα-μπυ-λες.
Συλλάβισε χαμογελώντας πλατιά.

- Μα γιατι να θες να πετάξεις τέτοιο σωμα;

Η Ηλεκτρα χρόνια τώρα πίστευε στην μετενσάρκωση και για αυτό δεν έκανε κάποια προσπάθεια να μου αλλάξει γνώμη στο θεμα της αυτοκτονίας. Θεωρούσε οτι θα ξαναγεννηθώ πιο τυχερή την επόμενη φορα.

- Θα το πάρω.
Χαμογέλασα αποφασισμένη.

- Δεν υπήρχε η προοπτική του να το αφήσεις.
Εξήγησε και με συνόδεψε μεχρι το δοκιμαστήριο.

- Τωρα άλλαξε και παμε να πληρώσουμε.

Ετσι και εγω ακολουθησα τις διαταγές της γυρίζοντας στα ρούχα μου.

- Ελπίζω να μην παμε και για αλλα ψώνια. Πόνεσαν τα πόδια μου.
Παραπονέθηκα κάνοντας της τα γλυκά ματάκια.

- Ελεγα να παμε να φάμε.
Απάντησε αφού πληρώσαμε.

- Είμαι μέσα. Με τα χίλια!
Χαμογέλασα πλατιά, ευχαριστημένη με την απάντηση της.

- μπέργκερ ή-

- Σουβλάκι φυσικά. Με ξερεις καθόλου;
Γέλασα δήθεν προσβεβλημένη.

- Δεν φταίω εγω. Μπορει να άλλαξαν τα γούστα σου.
Γέλασε λιγο πριν φτάσουμε στο αγαπημένο μας σουβλατζίδικο.

Δεν ήξερα αν ηταν αξιοθρήνητο ή αξιολάτρευτο το γεγονός οτι όλοι μας ήξεραν εκεί μέσα.

Αφού τελειώσαμε με το φαΐ μας σκεφτήκαμε οτι ίσως έπρεπε να γυρίσουμε πίσω.

- Νομίζω οτι χρειάζεσαι λίγη ξεκούραση.
Σχολίασε και εγώ χαμογέλασα.

- Και εσύ να χωνέψεις όλες τις νέες πληροφορίες που σου έδωσα σήμερα.
Γέλασα κοιτώντας την στα μάτια.

Περπατούσαμε προς το αυτοκίνητο το οποιο βρήκαμε σχετικά εύκολα.

- Μου έλειψες.
Σχολίασε κλείνοντας με στην αγκαλια της.

- Ξέρω οτι θες να αυτοκτονήσεις αλλά σκέψου πόσους ανθρώπους θα πληγώσεις αν το κάνεις...

Πληγώνω πιο πολλούς όσο δεν το κάνω. Σκέφτηκα αλλά σώπασα.

- Θα σε περιμένω αύριο λοιπόν.
Χαμογέλασα στην διαδρομή για τον γυρισμό.

- Εννοείτε. Αλλα μην περιμένεις να μείνουμε όλη την ωρα μέσα.
Προειδοποίησε κοιτώντας με με θάρρος.

- Τι εννοείς;

- Εννοώ οτι δεν θα κάτσεις να κλαις την μοίρα σου λόγω του Δημήτρη. Θα βγούμε εκεί έξω και θα του δείξουμε οτι υπάρχει ζωή μετά από εκείνον.
Χαμογέλασε με ενα επαναστατικό βλέμμα.

- Δεν ξερω...
Μουρμούρισα και εκείνη με κοίταξε με γουρλωμένα μάτια.

- Ξέρω εγώ. Και ξέρω οτι αξίζεις πολλά παραπάνω απο όσα νομίζεις.
Απάντησε.

- Κοιτά... Μην πεις τι έγινε στον Πετρο και τον Σακη. Καλύτερα να τους πει εκείνος. Δεν θα ήθελα να χαλάσω την σχέση τους.

- Παλι σκέφτεσαι μόνο τους άλλους; Τέλος πάντων δεν θα πω κάτι αλλά... Το δίκιο ειναι με το μέρος σου. Το ξερεις ετσι;
Ρώτησε και εγω έγνεψα με ενα χαμόγελο.

- Το ξερω.
Απάντησα και είδα οτι φτάσαμε.

- Τα λεμε αυριο.
Χαιρέτησα βγαίνοντας από το αυτοκίνητο.

- Στις 5 θα είμαι εδώ.
Απάντησε χαμογελώντας και έστριψε το τιμόνι.

Την είδα να φεύγει και να χάνεται στις στροφές.

Μετά απο λίγο πήρα μια βαθιά ανάσα και γύρισα.

- Γεια σου ξανά Λυδια. Ελπίζω να είχες ένα ωραίο πρωινό.
Χαιρέτησε ο φύλακας ανοίγοντας την πόρτα.

- Το καλύτερο.
Ειρωνεύτηκα χωρις όρεξη για γέλια και χαρές.

Ήθελα να πιέσω το κεφάλι στο μαξιλάρι μου και να κλάψω μέχρι να με πάρει ο ύπνος.


No one looks up anymore cause you might get a raindrop in your eye and heaven forbid they see you cry.

~March to the sea~
~Twenty one pilots~

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top