⚫️Κεφαλαιο 13

- Πρεπει να φύγω.
Ανακοίνωσε ώρες μετά, το πρωί που ξυπνήσαμε.

- Γιατι;
Ρώτησα σκυθρωπά, μην θελωντας να αφήσω την ημερα να ξεκινήσει.

- Ξεχνάς τι είναι σήμερα;
Ρώτησε και τον κοίταξα παραξενεμένη.

Γρήγορα όμως γουρλωσα τα μάτια και πετάχτηκα όρθια.

- Η πρώτη μέρα στο σχολειο.
Παρατηρήσα έκπληκτη.

Το καλοκαίρι είχε περάσει πολύ πιο γρήγορα απο οτι περίμενα και καθόλου όπως το περίμενα.

Πίστευα οτι μέχρι τώρα θα ήμουν νεκρή και δεν θα χρειάζονταν να ξαναδώ τις ψηλομύτες του σχολείου μας.

- Γαμωτο...
Ξεφύσηξα και κοίταξα την ώρα.

Ήταν 7:45. Μια αρκετά καλή ώρα για να αρχίσω να ετοιμάζομαι.

- Φεύγω.
Είπε ο Δημήτρης μόλις ντύθηκε και μου έδωσε ενα πεταχτό φιλί.

- Θα σε περιμένω στο αυτοκίνητο.
Συνέχισε και περπάτησε προς την πόρτα.

- Μην σε δει κανείς. Σε παρακαλώ.

- Τα λέμε.
Χαιρέτησε και έφυγε.

Εγω έτρεξα στο μπάνιο όπως κάθε πρωί και έπλυνα το πρόσωπο και τα δόντια μου με μεγάλη ευλάβεια.

Έπιασα τα μαλλιά μου σε έναν ψηλό κότσο. Μετά τα άφησα κατω και ξεφύσηξα νευριασμένα. Τελικά κατέληξα παλι στην αλογοουρά ως λύση και άρχισα να ψάχνω στην ντουλάπα μου για ρούχα.

Έβαλα στην κυριολεξία οτι υπήρχε μπροστά μου, δηλαδή ενα ψιλόμεσο μαύρο τζιν, μια γαλάζια μπλούζα και τα αθλητικά μου.

Άρπαξα την σχολική μου τσάντα -που δεν πίστευα οτι θα ξανά έπιανα στα χέρια μου-, έχωσα μέσα το κινητό και τα κλειδιά μου και κατέβηκα, σχεδόν, τρέχοντας τα σκαλιά.

- Έτοιμη;
Ρώτησε ο Στέφανος που στέκοταν δίπλα στην πόρτα.

- Ναι... Γιατί ρωτάς;
Ρώτησα καχύποπτα, πλησιάζοντας τον.

- Θα σε πάω εγώ στο σχολείο.
Απάντησε ψύχραιμα.

Εγώ όμως ήμουν έτοιμη να εκραγώ.

- Δεν χρειάζεται να με πας πουθενά. Εχω τον Δημήτρη.

- Οχι δεν κατάλαβες. Δεν προσφέρομαι. Έτσι θα γίνει.
Εξήγησε ανοίγοντας την πόρτα.

- Τώρα πήγαινε πες του να φύγει.
Συνέχισε και μου έκανε νόημα προς το αυτοκίνητο του Δημήτρη.

Προσπέρασα με νεύρο τον πατέρα μου και κατευθύνθηκα τρέχοντας προς τον Δημήτρη.

- Τι έγινε;
Ρώτησε όταν σταμάτησα μπροστά του.

- Θέλει να με πάει ο Στέφανος.
Εξήγησα και στην ουσία του όρμηξα.

Τον φίλησα με πάθος θέλοντας να εκνευρίσω τον πατέρα μου που δεν τον συμπαθούσε.

- Ουαου... Ορεξούλες;
Γέλασε αγκαλιάζοντας με σφιχτά.

- Θα τα πούμε στο σχολειο.
Χαμογέλασα και άρχισα να απομακρύνομαι.

Μπήκα στο αυτοκίνητο του πατέρα μου και μετά απο λιγο ακολούθησε και αυτός.

- Καλημέρα κύριε Γιώργο, Κωστα.
Χαιρέτησα τον σοφέρ και τον φύλακα του πατέρα μου, πριν ο Στέφανος μπει στο αυτοκίνητο.

- Που παμε κύριε;
Ρώτησε ο σοφέρ τον πατέρα μου.

- Στο σχολειο. Θα ακολουθήσεις την πορεία πισω απο το αυτοκίνητο των υπολοίπων.
Απάντησε δείχνοντας ενα μαύρο τζιπ με φιμέ τζάμια έξω απο το σπιτι.

Υπέθεσα οτι πρόκειται για την υπόλοιπη συνοδεία του πατέρα μου που φυσικά δεν θα άφηναν μόνο του στο δρόμο για το σχολειο.

- Και... Γιατι πάμε όλοι μαζι, οικογενειακά;
Ρώτησα ειρωνικά και τον ειδα να χαμογελά.

- Με κάλεσαν να βγάλω λόγο για την καινούργια σχολική χρονια.

- Ο διευθυντής ειναι ψηφοφόρος σου ε; Καλό αυτό...
Σχολίασα σκεπτόμενη.

- Μην βάλεις τίποτα στο μυαλό σου. Δεν πρέπει να-

- Ξέρω ξέρω... Δεν πρέπει να σας εκθέσω.
Τον έκοψα απότομα.

Μια απόλυτη σιωπή απλώθηκε. Ο κύριος Γιώργος απέφευγε να μας κοιτάξει και οδηγούσε σιωπηλά ενώ ο Κωστας με κοιτούσε έντονα και μισούσα την λύπηση στο βλέμμα του.

- Πάμε σε σχολείο. Δεν νομίζω οτι χρειάζεσαι όλους αυτούς μαζι σου.
Σχολίασα αναφερόμενη στους οπλοφόρους "φίλους" του.

- Πάντα χρειάζονται.
Απάντησε κοιτώντας έξω απο το παράθυρο.

- Οι άνθρωποι ειναι απρόβλεπτοι. Μικροί ή μεγάλοι.

- Ω έλα τωρα. Κάνεις δεν θα σε δολοφονήσει σε ενα σχολείο γεμάτο με παιδιά.
Απάντησα.

Εκείνος με κοίταξε επιδεικτικά για λίγα δευτερόλεπτα και μετα τον δρόμο χωρίς να απαντήσει.

Με τον πατέρα μου δεν είχαμε καλές σχέσεις αλλά τουλάχιστον δεν θέλαμε να δολοφονίσουμε ο ένας τον άλλον οταν βρισκόμασταν στο ίδιο δωματιο πάνω απο πέντε λεπτά όπως με την μητέρα μου.

- Φτάσαμε.
Σχολίασε ο Κύριος Γιώργος σταματώντας το αυτοκίνητο.

Ετσι, ο Κώστας βιάστηκε να βγεί απο το αυτοκίνητο και να ανοίξει την πόρτα μου μιας και οι άλλοι "βοηθοί" του πατέρα μου άνοιξαν την δίκη του.

- Είσαι πανέμορφη σήμερα.
Σχολίασε ο Κωστας ψιθυριστά.

- Όχι δεν είμαι.
Ψιθύρισα αγνοώντας την καλή του θέληση για κοπλιμέντα.

Υπάρχουν άνθρωποι που δεν δέχονται κοπλιμέντα γιατι πιστεύουν οτι θα ερθει κάποιος και θα τους πει "Σκάσε, εισαι.". Υπάρχουν ομως και αυτοί που δεν τον κάνουν για να τραβήξουν την προσοχή. Υπάρχουν και αυτοί που δεν δέχονται κοπλιμέντα γιατι πολυ απλά δεν το βλέπουν. Άνθρωποι που κοιτάνε τον αυτο τους στο καθρέπτη και βλέπουν σπυράκια, λίπος που δεν χρειάζεται ή πολυ λεπτα χέρια και πόδια, βλέπουν "άσχημα" σημάδια και κουρασμένα, άχαρα πρόσωπα.

Εγω ανήκω στην δεύτερη κατηγορία.

Προσπέρασα τον Κώστα και στάθηκα δίπλα στον πατέρα μου.

- Μην με κάνεις ρεζίλι.

- Σαν να μην σε ξερω.

Και συνεχίσαμε σε διαφορετικές πορείες.

Εγω έφυγα και συνάντησα τον Δημήτρη λιγο πιο κάτω που μιλούσε με την υπόλοιπη παρέα μας ενώ ο πατέρας μου συνέχισε προς το γραφείο του διευθυντή.

- Γεια παιδιά!
Χαιρέτησα και φίλησα τον Δημήτρη.

Μετα αγκάλιασα τον Πέτρο, την Ηλεκτρα και τον Σακη.

Ηταν όλοι στην ηλικία μου και συνεπώς μια τάξη μεγαλύτερη απο εμένα.

- Καιρό είχαμε να σε δουμε.
Σχολίασε η Ηλεκτρα χαμογελώντας.

- Καπνισες το τελευταίο χόρτο που είχα. Σου κρατάω μούτρα.
Γέλασα σπρώχνοντας τον Πέτρο πάνω της.

- Έμαθα τι έγινε μεταξυ σας την προηγούμενη εβδομάδα.
Σχολίασα πονηρά, χαμογελώντας.

- Ολο το σχολείο το ξέρει πλέον.
Γέλασε ο Σάκης και άφησε το βλέμμα του να περιπλανηθεί στα πρόσωπα τριγύρω.

- Λοιπόν; Πήγαινε να του μιλήσεις.
Η Ηλεκτρα πίεσε τον Σακη που κοιτούσε ενα παιδί απο το Γ'4.

- Έχασα κατι;
Ρώτησα κοιτάζοντας τους όλους έναν έναν.

- Ο Σάκης φασωθηκε με τον Παπαιωάννου την προηγούμενη εβδομάδα.
Χαμογέλασε ο Δημήτρης περνώντας το χέρι του γύρω απο την μέση μου, τραβώντας με κοντα του.

- Αλήθεια;;
Ρώτησα έκπληκτη.

- Δεν ήξερα οτι ήταν γκει.

- Ειναι μπάϊ.

- Μανάρι ειναι.

- Ήρεμα εσυ.
Απάντησε ο Πετρος στην Ηλεκτρα που γέλασε δυνατά.

- Εισαι τόσο γλυκός οταν ζηλεύεις.
Χαμογέλασε και ξεκίνησαν να φιλιούνται.

- Get a room.
Φώναξε ο Σάκης γελώντας.

- Μα τι περιμένεις; Πήγαινε να του μιλησεις!
Χαμογέλασα προσπαθώντας να του δώσω λιγο θάρρος.

- Ενταξει...
Παραιτήθηκε τελικά και απομακρύνθηκε με αργα βήματα.

Λίγα λεπτα μετα το κουδούνι χτύπησε και ολοι ξεκίνησαν να πλησιάζουν τους καθηγητές στο προαύλιο. Ετσι και εμείς ακολουθήσαμε και χωρίστηκα με τον Δημήτρη και την παρέα.

Ο καυτός ήλιος ηταν ανυπόφορος. Ένιωθα την ζέστη να καίει το κεφάλι μου και η μόνη ανακούφιση ηταν ο παπάς με τον αγιασμό.

Μετα την ομιλία του διευθυντή, σειρά ειχε ο πατέρας μου.

- Αγαπητοί μαθητές και καθηγητές. Σήμερα, το σχολικό έτος 2017-2018 ξεκινάει και μια λαμπρή χρονιά αναμένεται να ακολουθήσει. Ανάμεσα σας, και η πολυαγαπημένη κόρη μου. Βλεπω πρόσωπα που ήξερα απο μικρά παιδιά. Πρόσωπα που δέχτηκα στο σπιτι μου και πρόσωπα που θα φροντίσω να έχουν την καλύτερη ζωη που θα μπορούσα να τους δώσω. Σημερα, ειναι μια μερα που διαγράφουμε το παρελθόν και ξεκινάμε για κατι καινούργιο. Μαθητές της τρίτης λυκείου, ακολουθεί μια χρονια κούρασης και κόπου ενώ μαθητές της πρώτης και της Δευτέρας, φέτος βάζετε τα θεμέλια για μια ολοκληρωμένη ζωη. Αγαπητοί μαθητές, πιστεύω σε εσας και πιστεύω οτι είσαστε το μέλλον αυτής της χώρας. Δεν θελω ομως να σας κουράσω. Οι ευχές μου ειναι οι συνηθισμένες: μια όμορφη χρονια με πολλες επιτυχίες και λίγες αποτυχίες που μονο σοφότερους θα σας κάνουν.
Ειπε και εγω κοίταξα τριγύρω για εντυπώσεις.

Ηταν ο χειρότερος λόγος που είχα ακούσει. Ήμουν σίγουρη οτι δεν τον ειχε κάν προετοιμάσει.

Κανεις δεν μίλησε, μονο χειροκροτήματα ακούστηκαν και κάποια, καθόλου διακριτικά, βλέμματα έπεσαν πάνω μου.

"Μα καλα που ζεις; Η κόρη του ειναι. Δεν βλέπεις το ίδιο άχαρο σουλούπι;"

Άκουσα απο πισω και αποφάσισα να αγνοήσω την κοπελα που έκανε το σχόλιο.

- Περάστε στις τάξεις για να πάρετε τα βιβλια σας.
Ανακοίνωσε ο διευθυντής και ένα κύμα μαθητών ξεκίνησε να ανεβαίνει τις σκάλες.

Άλλη μια χρονιά βασάνων είχε ξεκίνησε.

- Ωραίος λόγος.
Γέλασε ο Πέτρος, σπρώχνοντας με.

- θα του το μεταφέρω.
Απάντησα και απομακρύνθηκα με γρήγορα βήματα προς την τάξη μου.

Οι ίδιες φάτσες με πέρσι.

Τα ιδια σχόλια με πέρσι.

"Ακομα στην τάξη μας ειναι αυτη;"

"Αφου έχασε έναν χρόνο."

"Κοπάνες;"

"Την κακοποιούσε το αγόρι της."

Ήμουν πρώτο θεμα στο σχολειο για μήνες. Θαρρείς πως ολοι ήξεραν την ιστορία μου ή τουλάχιστον τις φήμες περί αυτήν. Ωστόσο, το να αναμασάς παλιά γεγονότα και κουτσομπολιά ηταν το αγαπημένο τους πραγμα στον κόσμο.

Κοίταξα την τάξη και σύντομα εντόπισα μια θέση στο τέλος της αίθουσας.

Βολεύτηκα εκει πριν προλάβει κάποιος να μου την κλέψει.

- Καλημέρα παιδιά. Καλη σχολική χρονια.
Χαιρέτησε ο Κυριος Γεωργίου, καθηγητής μαθηματικών.

- Θα φωνάζω ονόματα και θα έρχεστε να παίρνετε τα βιβλια σας.
Ανακοίνωσε και έφερε μπροστα του ένα Α4 χαρτί.

Το κράτησε σε μια μεγάλη σχετικά απόσταση απο το κεφάλι του προσπαθώντας να δει.

- Μαυρουλέα Μαρια.

...

- Παπασπύρου Σπύρος.

...

- Παπασταύρου Λυδία.
Ειπε επιτέλους και εγω σηκώθηκα με βιασύνη.

Τον κοίταξα επιδεικτικά ώσπου πηρα τα βιβλια στα χέρια μου.

- Ανυπομονώ να τα διαβάσω ΟΛΑ.
Κορόιδεψα και αρκετα γελάκια ακούστηκαν στην αίθουσα.

- Ευχαριστούμε για την πληροφόρηση.
Απάντησε και εγω του χαμογέλασα πλατιά.

Έπειτα γύρισα στην υπόλοιπη τάξη και εκανα μια βαθιά υπόκλιση.

- Κακή σχολική χρονιά.
Ευχήθηκα με ενα πλατύ, ειρωνικό, χαμόγελο.

Οταν έφυγα απο την τάξη βρήκα τον Δημήτρη να με περιμένει με την υπόλοιπη παρέα.

- Λεμε να παμε καμία βόλτα. Θα έρθεις;
Ρώτησε ο Πετρος και εγω έγνεψα.

- Αφήνω τα βιβλια μου και... ειμαι όλη δίκη σας.

We're broken people.

~Screen~
~Twenty one pilots~

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top