7. Ο Νέος Πάπας
Αυτό το κεφάλαιο είναι αφιερωμένο στην elenapaxi, για να την ευχαριστήσω για τη στήριξη της σε αυτήν την ιστορία μου. Ελπίζω να απολαύσεις το κεφάλαιο όπως και όλοι όσοι το διαβάσετε ❣
Δύο μήνες πέρασαν γρήγορα, χωρίς να τους καταλάβει κανείς. Πολλά είχαν αλλάξει. Η Ελένη έλαμπε από ευτυχία, ήταν ανανεωμένη και τα μαλλιά της είχαν μακρύνει κάπως και είχαν στρώσει. Η Ναταλία ήξερε καλά πως όλη αυτή η ευτυχία οφειλόταν στον Μάρκο, με τον οποίο η Ελένη τα πήγαινε περίφημα και μάλιστα από τότε δεν τον είχε ξαναδεί με άλλη γυναίκα.
Στην εκκλησία των Αυστηρών, η Μεγκάνα είχε παρατηρήσει μια διαφορά στη συμπεριφορά της Ουρανίας, η οποία τις περισσότερες φορές δεν αισθανόταν και πολύ καλά.
Όμως, δεν κατάφερε να ασχοληθεί μαζί της, γιατί βγήκε ανακοίνωση στον Νότο πως ο Υψιστος Πάπας του Κέντρου πέθανε και πως υπήρχε ευκαιρία ο Νότος να συμμαχήσει με το Κέντρο. Η Μεγκάνα λυπήθηκε όταν το έμαθε, όμως ο Πάπας ήταν πολύ γέρος και τώρα τη θέση του έπρεπε να πάρει κάποιος νεότερος. Ο Λόρδος Ντέριος την κάλεσε στο παλάτι για να συζητήσουν για αυτό το θέμα.
"Μα, πως θα συμμαχήσουμε με το Κέντρο, Μεγαλειότατε; Και πως μπορώ να βοηθήσω εγώ σε όλο αυτό;"
Ο Ντέριος χαμογέλασε και της είπε:
"Εσύ, αγαπητή Ιέρεια Μεγκάνα, είσαι υπεύθυνη για να ορίσεις τον νέο Πάπα, ο οποίος θα αναγκάσει το Κέντρο να έρθει με το μέρος μας. Εγώ έχω ήδη ορίσει έναν υποψήφιο, εσύ το μόνο που θα κάνεις είναι να τον εκπαιδεύσεις. Ας περάσει ο υποψήφιος, παρακαλώ." Μια πόρτα άνοιξε και εμφανίστηκε το μόνο άτομο που δεν περίμενε με τίποτα να δει η Μεγκάνα: ο κατάσκοπος Δανιήλ, το δεξί χέρι του βασιλιά.
Ήταν ξανθός, με κοντό περιποιημένο μούσι και γυμνασμένο σώμα. Η Μεγκάνα τον κοίταξε έκπληκτη κι έπειτα στράφηκε στον βασιλια:
"Θα στείλετε έναν κατάσκοπο να παριστάνει τον υποψήφιο;"
"Δεν είναι ένας οποιοσδήποτε κατάσκοπος. Ξέρει τι πρέπει να κάνει. Η αποστολή του είναι άκρως μυστική και εσύ πρέπει να τον βοηθήσεις. Πηγαίνετε τώρα. Ο Δανιήλ θα μείνει όσο χρειαστεί στην εκκλησία σας."
Η Μεγκάνα δεν μπόρεσε να προβάλλει αντίσταση. Ο Δανιήλ πλησίασε και με αργές κινήσεις, της έπιασε το χέρι και το φίλησε.
"Πάμε, ωραία μου κυρία." Της είπε.
Ξεκίνησαν για την εκκλησία.
"Καταρχάς, θα ήθελα να ξεκαθαρίσω τη θέση μου." Του είπε καθώς προχωρούσαν. "Σε εμένα δεν περνάνε αυτά, δηλαδή γλυκές και γοητείες. Γι' αυτό μη δοκιμάσεις ξανά να με φλερτάρεις. " Ο Δανιήλ γέλασε.
"Ανοησίες. Καμία γυναίκα δεν έπαθε τίποτα από ένα αθώο φλερτ."
"Είμαι άνθρωπος του Θεού, Δανιήλ. Ούτε να το διανοηθείς να ξανακάνεις κάτι τέτοιο. Έγινα κατανοητή;"
"Εντάξει." Απάντησε ο Δανιήλ, γελώντας πάλι.
"Μπορώ να μάθω τι βρίσκεις τόσο αστείο;" τον ρώτησε φανερά εκνευρισμένη.
"Τίποτα, απλώς...μ' αρέσει ο δυναμισμός σου."
Η εκπαίδευση ξεκίνησε την επόμενη κιόλας μέρα, αφού ο Δανιήλ τακτοποιήθηκε σ' έναν ξενώνα και γνώρισε την Ουρανία. Το πρώτο μάθημα ήταν μια λειτουργία που έκανε η Μεγκάνα στους πιστούς, την οποία παρακολούθησε κι ο Δανιήλ. Μετά τη λειτουργία, η Μεγκάνα του εξήγησε κάποια πράγματα:
"Η λειτουργία είναι ένα σημαντικό κομμάτι της θρησκείας μας, καθώς φέρνει τους πιστούς μας πιο κοντά στο Μάτι και τονώνει την πίστη τους."
Εκείνος την άκουγε με ενδιαφέρον. Τα επόμενα μαθήματα ήταν η εξομολόγηση και η συμμετοχή κάποιου στη θρησκεία των Αυστηρών. Τις επόμενες μέρες, ακολούθησαν κάποια μαθήματα που αφορούσαν τους τρόπους που πρέπει να έχει ένας ιερέας, το πώς πρέπει να φέρεται και τον κώδικα ντυσίματος. Η Ουρανία άκουγε κι εκείνη προσεκτικά, γιατί σκεφτόταν κι εκείνη να γίνει ιέρεια. Τέλος, η Μεγκάνα τον έντυσε με την επίσημη ενδυμασία την Αυστηρών.
"Αισθάνομαι γελοίος." Είπε ο Δανιήλ και η Μεγκάνα γέλασε, γιατί τον είχε συνηθίσει τόσες μέρες με τα καθημερινά σκούρα ρούχα του.
Φορούσε έναν μακρύ, άσπρο χιτώνα με μοβ λεπτομέρειες, με το χρυσοκέντητο μάτι στο κέντρο του στήθους. Στο κεφάλι του φορούσε ένα τεράστιο στέμμα που έμοιαζε με κοχύλι.
"Για πες μου άλλη μια φορά, τι θα τους πεις εκεί που θα πας;" τον ρώτησε. Ο Δανιήλ ξεκίνησε να λέει:
"Λοιπόν, βλάκες, δεν είμαι υποψήφιος πάπας. Είμαι ο κατάσκοπος του Λόρδου Ντέριου και ήρθα εδώ για να σας πιω το αίμα. Γι' αυτό τελειώνετε. Η θα υπογράψετε η σας κομμάτιαζω όλους."
Η Μεγκάνα είχε πιάσει το κεφάλι της οσο τα άκουγε αυτά και όταν τελείωσε, η υπομονή της εξαντλήθηκε. Έτρεξε γρήγορα, βγήκε έξω και κάθισε σ' ένα παγκάκι. Άρχισε να κλαίει απ' τα νεύρα της. Η Ουρανία κάθισε δίπλα της.
"Ιέρεια Μεγκάνα; Τι πάθατε;" τη ρώτησε.
"Μα δεν τον άκουσες; Δεν θα τα καταφέρει ποτέ. Θα τα θαλασσώσει ο άσχετος και μετά ο Λόρδος Ντέριος θα κατηγορήσει εμένα." Της είπε.
"Ελάτε, ηρεμήστε. Στο τέλος θα τα καταφέρει, είμαι σίγουρη. "
"Πως, Ουράνια; Πώς θα τα καταφέρει όταν τόσες ημέρες εδώ δεν έμαθε τίποτε;"
Ο Δανιήλ πλησίασε. Είδε τη Μεγκάνα και της είπε:
"Πλακα έκανα. Ξέρω τι θα πω. Άλλωστε εγώ είμαι γεννημένος για τέτοιες αποστολές. Μην ανησυχείς για τίποτα." Η Μεγκάνα όμως σηκώθηκε και του φώναξε ειρωνικά:
"Ωραίες πλάκες κάνεις!" Και πήγε να κλειστεί στο δωμάτιο της.
"Μα τι έχει παθει;" ρώτησε ο Δανιήλ την Ουρανία.
"Μην ανησυχείς. Είναι λίγο αγχωμένη, αυτό είναι όλο. Όταν δει ότι όλα θα πάνε καλά, θα ηρεμήσει." Τον καθησύχασε εκείνη.
Η μέρα που ο Δανιήλ θα αναχωρούσε για το Κέντρο έφτασε. Εκείνος και η Μεγκάνα σηκώθηκαν από νωρίς στην εκκλησία, ετοιμάστηκαν και βγήκαν στην αυλή. Η Μεγκάνα του έδωσε τις τελευταίες οδηγίες και του είπε:
"Να προσέχεις. Και εγώ θα προσεύχομαι συνέχεια για σένα, για να πάνε όλα καλά."
"Όλα θα γίνουν όπως πρέπει, είτε προσεύχεσαι είτε όχι, Ιέρεια Μεγκάνα. " είπε ο Δανιήλ και αφού φόρτωσε το σάκο του στο άλογο του, ανέβηκε πάνω του και ξεκίνησε, ενώ η Μεγκάνα πήγε μέσα για να προσευχηθεί.
Αφού πέρασε πρώτα απ' το Παλάτι για να αναγγείλει στον Λόρδο Ντέριο την αναχώρηση του, ο Δανιήλ καλπάσε ως τα σύνορα και ύστερα πέρασε στο Κεντρικό Βασίλειο. Διέσχισε μια πεδιάδα και μπήκε στο Τελευταίο Δάσος. Αφού πέρασε πολλά ακόμα δάση, πεδιάδες και υψώματα, έφτασε στην Πρωτεύουσα, το Κέντρο του Κεντρικού και γενικά όλων των Βασιλείων. Ήταν περιφραγμένη με ψηλά τείχη απ' όλες τις μεριές της και μέσα βρισκόνταν όλα τα κτήρια της και το Παλάτι.
Είχε μεσημεριάσει. Ο Δανιήλ ήταν ήδη ντυμένος με τη στολή του ιερέα. Τίποτα δεν έπρεπε να πάει στραβά. Έφτασε στην πύλη.
"Καλησπέρα." Του είπε ένας φρουρός.
"Καλησπέρα. Είμαι ένας απ' τους υποψήφιους ιερείς. Μπορώ να περάσω;"
"Φυσικά. Καλώς ήλθατε." Είπε ο φρουρός και του άνοιξε.
"Σ' ευχαριστώ. Είθε το Μάτι να σε φυλάει από ψηλά."
Ένας άλλος εφιππος φρουρός τον συνόδευσε ως την εκκλησία, μια Αυστηρή εκκλησία πολύ μεγαλύτερη και πλουσιότερη σε διακόσμηση από εκείνη του Νότου. Συστήθηκε με τους υπόλοιπους υποψηφίους και μετά τον οδήγησαν σε ένα απ' τα πολλά δωμάτια της εκκλησίας. Εκεί ξεκουράστηκε. Την επόμενη μέρα υπήρχε πρωινό εγερτήριο και λειτουργία, στην οποία ο κάθε ιερέας προσπαθούσε να εμπνεύσει το φόβο σε όσους πιστούς παρακολουθούσαν, φέρνοντας τους έτσι πιο κοντά στο Μάτι και κερδίζοντας την εμπιστοσύνη των κριτών, οι οποίοι ήταν κάποιοι άνθρωποι της αυλής της βασίλισσας.
Ο Δανιήλ ήταν πολύ άνετος, σε αντίθεση με πολλούς άλλους υποψηφίους τους οποίους κατέτρωγε το άγχος και έτσι έχαναν τα λόγια τους. Θυμόταν καθαρά τα λόγια που έλεγε η Μεγκάνα στις λειτουργίες κι επαναλάμβανε πολλά από αυτά. Πώς ήταν άλλωστε δυνατόν να τα ξεχάσει, τόσο δυναμικά και ωραία που τα έλεγε εκείνη; Όταν τελείωσε η λειτουργία, οι κριτές απέκλεισαν από τους είκοσι υποψηφίους τους δέκα κι έτσι έμειναν οι δέκα καλύτεροι.
Το μεσημέρι γευμάτισαν σε μια μεγάλη τραπεζαρία και μετά αναχώρησαν για το Παλάτι, όπου θα τους μιλούσε η Βασίλισσα Στέλλα του Κέντρου. Ήταν μια γυναίκα αρκετά γοητευτική, με σταρένια επιδερμίδα και καστανά σγουρά μαλλιά.
Οι δέκα στάθηκαν σε σειρά μπροστά από το θρόνο. Η βασίλισσα ξεκίνησε το λόγο της:
"Αγαπητοί υποψήφιοι ιερείς. Όπως ήδη γνωρίζετε, πριν από λίγες μέρες, ο Ύψιστος Πάπας του Κέντρου άφησε τον μάταιο τούτο κόσμο σε αρκετά προχωρημένη ηλικία. Αυτό το γεγονός μας έκανε όλους να λυπηθούμε. Όμως τώρα, μια νέα εποχή ξεκινά για το βασίλειο μας, καθώς τη θέση του θα πάρει κάποιος καινούργιος. Ένας νέος, δυναμικός ιερέας, που θα γοητεύει και θα φοβίζει με τα λόγια του τους πιστούς της Αυστηρής θρησκείας, κάνοντας τους έτσι περισσότερους από εκείνους των Καλών. Διότι ο φόβος, αγαπητοί μου υποψήφιοι, υπερνικά πολλές φορές την αγάπη."
Από εκείνο το σημείο και έπειτα, ο Δανιήλ ήθελε να χασμουρηθεί, γιατί άκουγε λόγια τα οποία είχε ακούσει εκατοντάδες φορές, δηλαδή για τους δύσκολους και χαλεπούς καιρούς και τα τοιαύτα. Όμως συγκρατήθηκε, γιατί βρίσκονταν υπό το άγρυπνο βλέμμα των κριτών. Μια λάθος κίνηση και θα τον απέκλειαν από τους πέντε.
"Και να που σήμερα..." κατέληξε η Βασίλισσα. "Έχω μπροστά μου τους δέκα καλύτερους υποψηφίους για αυτή τη θέση. Οι υπόλοιποι δέκα από εσάς αποκλείστηκαν σήμερα το πρωί, αφού απέτυχαν στην πρώτη σας δοκιμασία που ήταν η λειτουργία. Η επόμενη δοκιμασία θα γίνει τώρα, από την οποία μόνο πέντε θα περάσουν. Πέντε, τους οποίους αυτή τη φορά δεν θα επιλέξουν οι κριτές αλλά εγώ. Ο κάθε ένας από εσάς θα πρέπει να βγάλει ένα λόγο σε εμένα και αν μου αρέσει, θα αποφασίσω στο τέλος αν θα είναι στους πέντε καλύτερους."
Οι υποψήφιοι κοιτάχτηκαν μεταξύ τους απορημένοι. Η δεύτερη δοκιμασία ήταν τελείως μυστική και κανένας δεν ήξερε για αυτήν έως τώρα. Ήταν όλοι τους απροετοίμαστοι και τώρα έπρεπε να αυτοσχεδιάσουν. Η βασίλισσα επέλεγε τυχαία έναν τους και εκείνος προσπαθούσε να τη γοητεύσει με τα λόγια του. Όταν επέλεξε τον Δανιήλ, εκείνος συνειδητοποίησε ότι οι προηγούμενοι δεν είχαν πει τίποτα ενδιαφέρον, οπότε αποφάσισε να επιστρατεύσει όλη του τη γοητεία. Έκανε ένα βήμα μπροστά, μια ελαφριά υπόκλιση και ξεκίνησε:
"Όπως όλοι μας γνωρίζουμε, Βασίλισσα Στέλλα, είστε μια φανατική οπαδός της θρησκείας των Αυστηρών και για αυτό στηρίζετε αυτόν τον διαγωνισμό και βοηθάτε στην εκλογή του νέου πάπα. "
Η Βασίλισσα έδειξε να συμφωνεί. Ο Δανιήλ αποφάσισε να το ρισκάρει:
"Εκτός από αυτό, όμως, είστε πάνω από όλα μια πολύ γοητευτική γυναίκα. Και όμορφη κυρίως. Σίγουρα θα υπάρχουν πολλοί άντρες που θα επιθυμούν να γίνετε σύζυγος τους." Σε αυτό το σημείο, το πρόσωπο της φωτίστηκε και χαμογέλασε. Με την άκρη του ματιού του, ο Δανιήλ διέκρινε την έκπληξη στα πρόσωπα κάποιων υποψηφίων.
Σας την έφερα! σκέφτηκε.
"Ομολογώ ότι μ' έχετε εντυπωσιάσει και αν είχα την κατάλληλη κοινωνική θέση, θα ζητούσα κι εγώ το χέρι σας."
Μερικοί ψίθυροι αποδοκιμασίας ακούστηκαν στην αίθουσα.
" Όμως εσείς παραμένετε ένας βράχος ηθικής, πιστή πάντα στις αρχές σας, μια δυναμική και ικανή βασίλισσα που δεν αφήνεται να παρασυρθεί από θνητά συναισθήματα όπως ο έρωτας. Έτσι, δεν μαλακώνετε ποτέ, κυβερνώντας χωρίς να επηρεάζεστε από κανέναν πέρα από το δικό σας μυαλό. Και αυτό είναι πολύ σημαντικό για να διατηρηθεί η μοναρχία. Αυτά είχα να πω. Ελπίζω να κέρδισα την εμπιστοσύνη σας."
Και επέστρεψε στη θέση του, ενώ οι υπόλοιποι υποψήφιοι ψιθύριζαν μεταξύ τους ότι της είπε λόγια τολμηρά και άπρεπα, όμως εφόσον η ομιλία του άρεσε στη βασίλισσα, δεν διαμαρτυρήθηκε κανείς φωναχτά. Είχε κερδίσει την εύνοια της. Στο τέλος, άρχισε να ανακοινώνει τα ονόματα που περνούσαν στην επόμενη φάση με πρώτο φυσικά εκείνο του Δανιήλ. Εκείνος και οι υπόλοιποι τέσσερις επέστρεψαν στην εκκλησία, όπου είχαν την υπόλοιπη μέρα τους ελεύθερη.
Την επόμενη μέρα, η τρίτη δοκιμασία ήταν η εξομολόγηση των πιστών. Αμαρτωλοί πιστοί κατέφθαναν στην εκκλησία από το πρωί ως το βράδυ και τους εξομολογούσαν ανά βάρδιες οι ιερείς, ενώ οι κριτές παρακολουθούσαν και αντάλλασσαν απόψεις. Παρόλο που δεν συμπαθούσαν τον Δανιήλ, δεν μπορούσαν να μην τον περάσουν στους τρεις τελικούς υποψηφίους, καθώς έβαλε τα δυνατά του και ήταν τέλειος. Η τελευταία δοκιμάσια διήρκεσε τρεις μέρες και αφορούσε την καθημερινή ζωή των ιερέων.
Οι κριτές τους παρατηρούσαν συνεχώς, κρυφά ή φανερά, όταν έτρωγαν, όταν κοιμούνταν, όταν ξυπνούσαν και φυσικά στις λειτουργίες. Όταν, τη δεύτερη μέρα της δοκιμασίας, είδαν πως και οι τρεις ήταν άψογοι (και ενώ ο Δανιήλ είχε αφηνιάσει από μέσα του και τα έβαζε με τον εαυτό του που δέχθηκε αυτήν την αποστολή), αποφάσισαν να κάνουν τα πράγματα πιο δύσκολα για να μπορέσουν να πάρουν την τελική απόφαση. Τους προσέφεραν κρασί και χαρτοπαικτικά παιχνίδια με στοιχήματα, ενώ το βράδυ έφεραν μέχρι και πληρωμένες τολμηρές γυναίκες.
Εκείνοι έμειναν βράχοι. Ο Δανιήλ λίγο έλειψε να τα παρατήσει, όμως τελικά τα κατάφερε και δεν ενέδωσε. Την επόμενη μέρα, κατάλαβε πως και οι δύο αντίπαλοι του ήταν πολύ σκληροί. Έτσι, αποφάσισε να βάλει σε εφαρμογή ένα σχέδιο που είχε συμφωνήσει με τον Λόρδο Ντέριο και εννοείται πως δεν το ήξερε η Μεγκάνα γιατί ήταν απατεωνιά. Μπήκε κρυφά στο δωμάτιο του ενός, του Ισίδωρου, του έκλεψε την επίσημη ενδυμασία που θα έπρεπε να φοράει στην τελετή της απόφασης και της υπογραφής συμβολαίου και την έβαλε στο δωμάτιο του άλλου, του Ιγνάτιου.
Όταν η μέρα της τελετής έφτασε, ο Ισίδωρος δεν βρήκε την ενδυμασία του και ρώτησε τον Δανιήλ αν είχε ιδέα πού βρίσκονταν τα ρούχα του.
"Φίλε μου, δεν είμαι σίγουρος, αλλά έχω μια υποψία ότι ο Ιγνάτιος έκλεψε τα ρούχα σου." του είπε ψιθυριστά, μην τυχόν και τους ακούσει κανένας κριτής.
"Και τι σε κάνει να το πιστεύεις αυτό;" τον ρώτησε ο Ισίδωρος.
"Σε θεωρεί ισχυρό αντίπαλο και θέλει να αποκλειστείς από την τελική δοκιμασία. Γιατί αν πας στην τελετή μη φορώντας την επίσημη ενδυμασία, οι κριτές θα σε αποκλείσουν σίγουρα. Και φοβήθηκα μήπως κλέψει και τα δικά μου ρούχα, όμως από ότι βλέπεις αυτή τη στιγμή είμαι ντυμένος με αυτά."
"Και πως θα μάθω αν όντως μου τα πήρε αυτός;"
"Είναι απλό, φίλε μου. Εγώ θα σε βοηθήσω. Θα πάω να τον απασχολήσω, όσο εσύ θα μπεις κρυφά στο δωμάτιο του να δεις. Ψάξε παντού, ειδικά στη ντουλάπα και στο μπαούλο του."
Έτσι, ο Ισίδωρος έφυγε τρέχοντας για το δωμάτιο του Ιγνάτιου, καθώς βιαζόταν γιατί σε λίγο έπρεπε να φύγουν για να πάνε στην τελετή. Ο Δανιήλ πήγε κι έπιασε τον Ιγνάτιο για να του μιλήσει.
"Τι θέλεις, καλέ μου άνθρωπε;" ρώτησε εκείνος. "Πρέπει να πάω να ντυθώ."
"Εμ... Ήθελα να σου ευχηθώ καλή επιτυχία. Πιστεύω πως αξίζεις να γίνεις πάπας όσο κι εγώ." Ο Ιγνάτιος τον κοίταξε με απορία.
"Επίσης." του είπε αδιάφορα κι έκανε να φύγει.
"Στάσου!" αναφώνησε ο Δανιήλ και τον σταμάτησε. "Ποια είναι η άποψη σου για τον άλλον, τον Ισίδωρο;"
"Ποια να είναι η άποψη μου; Ομολογώ ότι τον συμπαθώ περισσότερο από εσένα, όμως δεν ξέρω αν θα μπορέσει να ανταπεξέλθει ως πάπας."
"Ρωτάω, γιατί νομίζω πως μας ετοιμάζει μια κομπίνα."
"Τι μας ετοιμάζει;"
"Μια...κλεψιά, ήθελα να πω. Απατεωνιά, τέλος πάντων."
"Σαν τι απατεωνιά;"
"Δεν ξέρω. Επειδή είμαστε σκληροί αντίπαλοι, σκέφτεται να μας ξεγελάσει για να μας αποκλείσει κατά κάποιον τρόπο."
Ο Ιγνάτιος έδειχνε να το σκέφτεται.
"Τώρα που το λες, μπορεί." είπε και βιάστηκε να φύγει, όμως είδαν τον Ισίδωρο να πλησιάζει τρέχοντας προς το μέρος τους, κρατώντας στα χέρια του τον τσαλακωμένο πλέον μανδύα του και το στέμμα.
"Απατεώνα! Κλέφτη!" φώναξε στον Ιγνάτιο.
"Μα τι λες τώρα, άνθρωπε μου;!" ρώτησε εκνευρισμένος εκείνος.
"Τι λέω;! Ξέρεις πολύ καλά τι λέω! Μου έκλεψες τα ρούχα για να μην μπορώ να ντυθώ για την τελετή!"
"Τι;! Ψέματα λες! Εγώ δεν κάνω τέτοια πράγματα!"
Εκείνη την ώρα, έσπευσαν οι κριτές για να δουν τι συνέβαινε.
"Τι γίνεται εδώ, κύριοι; Γιατί φωνάζετε;" ρώτησε ο πρώτος κριτής.
"Ο κύριος Ιγνάτιος από εδώ μου έκλεψε τα ρούχα για να με εμποδίσει να δείχνω άψογος στην τελετή!" φώναξε ο Ισίδωρος.
"Είναι αλήθεια αυτό, υποψήφιε Ιγνάτιε;" ρώτησε ο δεύτερος κριτής.
"Όχι!" απάντησε δυνατά ο Ιγνάτιος.
Ο Δανιήλ ένιωθε απίστευτα ικανοποιημένος με τον εαυτό του που πετύχαινε μέχρι στιγμής το σχέδιο. Οι δυο υποψήφιοι τσακώνονταν σαν μωρά παιδιά.
"Ψέματα λέει! Μόλις βρήκα τα ρούχα μου στο δωμάτιο του!" φώναξε ο Ισίδωρος, δείχνοντας το κουβάρι στους κριτές.
"Τι λες, ρε βρωμερό σκουλήκι;!"
"Ποιον είπες βρωμερό σκουλήκι, ρε!" Οι δυο άντρες πιάστηκαν στα χέρια.
Οι κριτές τους χώρισαν αγανακτισμένοι. Ο Δανιήλ βοήθησε.
"Αρκετά πια!" φώναξε ο τρίτος κριτής.
"Δεν φερθήκατε καθόλου κόσμια. Όποιος και αν έχει δίκιο, δεν είναι καθόλου πρέπον ένας ιερέας να πιάνεται στα χέρια και να λογομαχεί έτσι. Ο μόνος που συγκράτησε την ψυχραιμία και την αυτοκυριαρχία του είναι ο ιερέας Δανιήλ, για αυτό και είναι λογικό να επιλέξουμε εκείνον ως τον νέο πάπα." είπε ο πρώτος.
"Οπότε, όπως καταλαβαίνετε, εσείς οι δυο πρέπει να αποχωρήσετε και εσείς, Δανιήλ, πρέπει να μας ακολουθήσετε στο παλάτι." συμπλήρωσε ο δεύτερος.
Οι δυο πρώην αντιπάλοι του έφυγαν για να μαζέψουν τα πράγματα τους, ρίχνοντας άγριες ματιές ο ένας στον άλλον. Τώρα έμενε το τελευταίο σκέλος της αποστολής του: η υπογραφή του συμβολαίου της ΝοτιοΚεντρικής συμμαχίας αντί του συμβολαίου του νέου πάπα.
"Ελάτε, ιερέα Δανιήλ." είπε ο τρίτος κριτής.
"Κύριοι κριτές, σας παρακαλώ, μπορώ να ανέβω στο δωμάτιο μου για μια σύντομη προσευχή; Δεν θα αργήσω. Μόνο για να πάνε όλα καλά."
Οι κριτές τον άφησαν και εκείνος ανέβηκε γρήγορα στο δωμάτιο του και έβγαλε απ' το μπαούλο του την περγαμηνή όπου ήταν γραμμένο το συμβόλαιο.
"Καιρός να τελειώνουμε μ' αυτήν την ιστορία." είπε στον εαυτό του καθώς την έκρυβε μέσα στον χιτώνα του. Ανυπομονούσε να ανέβει στον Νότο για να πει τα καλά νέα στον Λόρδο Ντέριο και, κατά βάθος, ήθελε να ξαναδεί τη Μεγκάνα. Έμενε μόνο να πετύχει το τελευταίο βήμα.
Κατέβηκε και έφυγε μαζί με τους τρεις κριτές. Έφτασαν στο παλάτι και μπήκαν στην Αίθουσα του Θρόνου. Στο κέντρο υπήρχε ένα τραπέζι με το συμβόλαιο. Η αίθουσα ήταν γεμάτη με ανθρώπους της αυλής, φρουρούς, αξιωματικούς, κάποιους απλούς πολίτες, καθώς και κάποιους ιερείς που είχαν αποκλειστεί από προηγούμενες δοκιμασίες. Και φυσικά, ο Δανιήλ δεν μπορούσε να μην ξεχωρίσει στο πλήθος τη Βασίλισσα Στέλλα του Κέντρου... Φορούσε την επίσημη ενδυμασία της: ένα άσπρο- καφέ φόρεμα με το χρυσοκέντητο φίδι στο στήθος, σύμβολο του Κεντρικού Βασιλείου και στο κεφάλι ένα χρυσό στέμμα.
Την πλησίασε, χαιρετώντας όσους αναγνώριζαν τον (υποτιθέμενο) νέο πάπα, έκανε υπόκλιση και της φίλησε το χέρι.
"Μεγαλειότατη, είστε εκθαμβωτική απόψε." της είπε.
"Σε ευχαριστώ για τα καλά σου λόγια, πάτερ."
"Μπορείτε να με φωνάζετε Δανιήλ. Να μείνει μεταξύ μας όμως." είπε κλείνοντας το μάτι κι αμέσως απομακρύνθηκε μυστηριωδώς. Πήγε και στάθηκε ακριβώς μπροστά από το τραπέζι. Κοίταξε γύρω του και αφού είδε ότι κανένας δεν τον έβλεπε, άλλαξε τις δυο περγαμηνές.
Πάει κι αυτό. σκέφτηκε. Λίγα λεπτά μετά, η βασίλισσα ανέβηκε στο βάθρο του θρόνου και μετά από ένα σύντομο λόγο, κατέβηκε και πήγε στο τραπέζι. Ο Δανιήλ στάθηκε δίπλα της.
"Και τώρα θα παρακαλούσα τον καινούργιο πάπα να υπογράψει το συμβόλαιο του." είπε εκείνη. Ο Δανιήλ την κοίταξε στα μάτια και έπειτα άνοιξε την περγαμηνή και χωρίς να αφήσει το βλέμμα του από πάνω της, έβαλε μια υπογραφή του Λόρδου Ντέριου. Η Στέλλα εντελώς μαγεμένη από τη γοητεία του, υπέγραψε κι εκείνη χωρίς καν να διαβάσει το συμβόλαιο!
Αυτό ήταν! Η συνθήκη συμμαχίας είχε υπογραφεί και δεν μπορούσε να αλλάξει τώρα πια.
"Ξεχάσατε να διαβάσετε πρώτα το συμβόλαιο, Μεγαλειοτάτη." Της ψιθύρισε η σύμβουλος της. Η Στέλλα έδειξε σαν να ξυπνούσε από λήθαργο.
"Ε...; Ναι, έχεις δίκιο, Βάσια." Πήρε την περγαμηνή στα χέρια της και άρχισε να διαβάζει: " Το κάτωθι συμβόλαιο, υπογεγραμμένο από τον Λόρδο..."
Έκανε μια απότομη παύση, ενώ όλοι την κοιτούσαν απορημένοι.
"Πρέπει να το διαβάσετε όλο." Της είπε η Βάσια. "Ότι κι αν λέει." Η Στέλλα συνέχισε:
"...από τον Λόρδο Ντέριο του Νότιου Βασιλείου και τη Βασίλισσα Στυλιανή του Κεντρικού Βασιλείου, επιτρέπει εις τα δύο άνωθεν βασίλεια να συμμαχήσουν μεταξύ τους, εις περίοδον ειρήνης η πολέμου, δια τα επόμενα εκατό χρόνια."
Είχε ιδρώσει και τα χέρια της έτρεμαν. Από κάτω είδε με τρόμο πως υπήρχε το όνομα του Λόρδου Ντέριου και η υπογραφή του, την οποία είχε βάλει ο Δανιήλ. Κάτω από αυτό βρισκόταν το δικό της όνομα και η υπογραφή της, την οποία ασυναίσθητα είχε βάλει η ίδια επειδή ο Δανιήλ την εξαπάτησε, χρησιμοποιώντας όλη τη διπλωματία του ως κατάσκοπος και τη γοητεία του. Κανένας στην αίθουσα δεν το κατάλαβε αυτό.
Μόνο ο Δανιήλ της χαμογέλασε πονηρά.
"Με ξεγέλασες..." του είπε ξέπνοα.
"Τι πρέπει να κάνω για να με συγχωρήσετε;" τη ρώτησε εκείνος με νόημα. Η Στέλλα κοίταξε τριγύρω τους κι έπειτα του απάντησε:
"Έλα στην κρεβατοκάμαρα μου. Διακριτικά." Και πήγε προς τις σκάλες, αγνοώντας όσους τη ρωτούσαν απορημένοι γιατί το έκανε αυτό. Ο Δανιήλ μετά από λίγο απομακρύνθηκε κι αυτός όσο πιο διακριτικά μπορούσε, πέρασε το πλήθος και ανέβηκε τη σκάλα που οδηγούσε κατευθείαν στην κρεβατοκάμαρα της βασίλισσας...
Όταν κατέβηκε πάλι κάτω, η ώρα ήταν περασμένη και οι περισσότεροι καλεσμένοι είχαν φύγει. Οι λιγοστοί που είχαν απομείνει συζητούσαν ακόμα για το γεγονός εκείνο το οποίο τους έκανε να απορήσουν. Καθώς έβγαινε από την αίθουσα, ο Δανιήλ άκουσε κάτι αυλικούς να λένε:
"Τελικά, αυτός ο διαγωνισμός για τον νέο πάπα ήταν μια πρόφαση για να υπογράψει η Μεγαλειότατη συμμαχία με το Νότιο Βασίλειο;"
"Και ο Λόρδος Ντέριος; Γιατί δεν υπέγραψε ο ίδιος;"
"Προφανώς, ο ιερέας Δανιήλ ήταν ο απεσταλμένος του, στον οποίο είχε δώσει την άδεια να υπογράψει αντ' αυτού. Να τος! Ας τον ρωτήσουμε."
Όμως ο Δανιήλ έτρεξε και χάθηκε μέσα στη μαύρη νύχτα. Η εκκλησία ήταν έρημη μόλις έφτασε. Ανέβηκε τρέχοντας στο δωμάτιο του, έβγαλε τα γελοία ρούχα του ιερέα και φορέσε τα δικά του και από πάνω μια μαύρη κάπα με κουκούλα. Πήρε το σάκο του, μέσα στον οποίο έβαλε γρήγορα τα πράγματα του απ' το μπαούλο και κατέβηκε για να πάει στους στάβλους. Ίππευσε το άλογο του και καλπάσε όσο πιο γρήγορα μπορούσε. Οι φρουροί στη Νότια Πύλη της Πρωτεύουσας τον άφησαν να φύγει νομίζοντας πως ήταν ένας απλός ταξιδιώτης που έφευγε για ταξίδι.
Όταν απομακρύνθηκε, ανέβηκε σ' ένα ύψωμα και κοίταξε προς τα κάτω την Πρωτεύουσα. Τότε άφησε να του ξεφύγει ένα γέλιο θριάμβου, αλλά και ανακούφισης. Η αποστολή εξετελέσθη. Ήταν πλέον ελεύθερος να επιστρέψει στον Νότο και να πει τα καλά νέα στον Λόρδο Ντέριο και φυσικά στη Μεγκάνα. Για το μόνο που δεν θα μιλούσε σε κανέναν ήταν η σύντομη "περιπέτεια " που είχε με τη Βασίλισσα Στέλλα. Επειδή ακριβώς ήταν σύντομη, δεν σημαίνε τίποτα για εκείνον.
Έφτασε περίπου ξημερώματα στον Νότο. Το πρώτο μέρος όπου πήγε ήταν η εκκλησία, για να μαζέψει κάποια πράγματα του που είχε αφήσει εκεί και να πει τα καλά νέα στη Μεγκάνα, η οποία είχε ήδη ξυπνήσει και τον περίμενε.
"Αποστόλη εξετελέσθη. Τα καταφέραμε. Το Κέντρο είναι σύμμαχος του Νότου πλέον." Της ανακοίνωσε.
"Αλήθεια; Χαίρομαι τόσο πολύ για σένα... Το Μάτι σε βοήθησε, επειδή προσεχόμουν συνέχεια." Είπε εκείνη γεμάτη χαρά.
Αφού ξημέρωσε λίγο, πήγε στο παλάτι και το ανακοίνωσε και στον Λόρδο Ντέριο.
"Τα συγχαρητήρια μου, Κατάσκοπε Δανιήλ. Θα διοργάνωσω μια δεξίωση απόψε για να το γιορτάσουμε. Πήγαινε να ξεκουραστείς και φρόντισε να παρευρεθείς στη δεξίωση που θα γίνει στη Μεγάλη Αίθουσα." Ο Δανιήλ υποκλίθηκε και αποσύρθηκε στο διαμέρισμα του, στην πιο ανατολική άκρη του παλατιού, κοιμήθηκε λίγο, πέρασε την υπόλοιπη μέρα του φτιάχνοντας φίλτρα για μυστικούς πελάτες και το βράδυ ετοιμάστηκε και πήγε στη Μεγάλη Αίθουσα, όπου η δεξίωση είχε ήδη ξεκινήσει.
Τα τραπέζια στη μέση της αίθουσας ήταν γεμάτα φαγητά, τα βαρέλια με άφθονα ποτά και κόσμος πηγαινοερχόταν η χόρευε στους ρυθμούς της μουσικής της Ναταλίας. Ανάμεσα τους χόρευε και ο Λόρδος Ντέριος! Τέλος, σε μια άκρη της αίθουσας διέκρινε την Ιέρεια Μεγκάνα με τη βοηθό της Ουρανία. Η Μεγκάνα μιλούσε με την Ουρανία και μόλις διαπίστωσε ότι ο Δανιήλ την κοιτούσε έντονα, του έριξε μια κλέφτη μάτια και έπειτα πήρε την Ουρανία κι απομακρύνθηκαν.
****************************
Γνωρίσαμε και τον τελευταίο βασικό ήρωα! Ποιος είναι ο αγαπημένος σας μέχρι στιγμής; Εγώ έχω μια ιδιαίτερη αδυναμία στον Δανιήλ και θα διαπιστώσετε στη συνέχεια γιατί!
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top