3. Ο Γάμος
Μια εβδομάδα είχε περάσει. Όλα κυλούσαν πολύ βαρετά για την Ελένη. Το μόνο που έκανε ήταν να προπονείται μαζί με τους στρατιώτες στην αυλή, ενώ ο βασιλιάς δεν της είχε αναθέσει καμία άλλη αποστολή και έτσι όλη την υπόλοιπη μέρα απλά καθόταν στο Κάστρο η βολόδερνε τριγύρω. Περίμενε η ζωή ως Ιππότης στον Νοτο να είναι πιο συναρπαστική. Κάι σαν να μην έφταναν όλα αυτά, ο Σταύρος δεν είχε εμφανιστεί και η Ελένη τον σκεφτόταν μέρα- νύχτα. Μέχρι που μια μέρα, την επισκέφθηκε στο Κάστρο.
"Γεια." Του είπε. "Πέρασε μέσα."
"Γεια." Της είπε. "Θέλω να μιλήσουμε."
"Που χάθηκες;"
"Θα σου πω μόλις τώρα." Την πλησίασε. Η Ελένη ήταν πολύ σίγουρη για αυτό που ήθελε να της πει.
Την κοίταξε στα μάτια.
"Έχω να σου κάνω μια πρόταση."
"Ναι, Σταύρο μου..."
"Κοίτα, Ελένη, είμαστε φίλοι πολλά χρόνια και ειλικρινά πιστεύω πως πρέπει να εμβαθύνουμε αυτή τη σχέση. Αν το θέλεις κι εσύ." Τον κοίταξε με μάτια που έλαμπαν.
Αχ, γιατί δεν μου το λέει επιτέλους; έλεγε από μέσα της.
"Φυσικά και θέλω." Είπε. "Ποια είναι η πρόταση σου;"
"Θέλω να γίνεις η κουμπάρα μου."
Η Ελένη τα έχασε για λίγο. Έμεινε να τον κοιτάζει, με μάτια που ήταν έτοιμα να δακρύσουν.
"Παντρεύομαι. " της εξήγησε. "Όλες αυτές τις μέρες που έλειπα, γνώρισα μια κοπέλα, την Ουράνια, η οποία κατάλαβα πως είναι ο έρωτας της ζωής μου. Γι' αυτό εξαφανίστηκα. Τι λες, θα μας παντρέψεις;" Η Ελένη μόλις και μετά βίας κρατιόταν να μην κλάψει. Ο πόνος ήταν αβάσταχτος που ένιωθε στην καρδιά της.
Όχι, δεν θα κλάψω μπροστά του. Σκέφτηκε. Δεν θα του δώσω δικαιώματα.
Και ξαφνικά συνήλθε και του είπε:
"Θα ήταν τιμή μου. "
"Ευχαριστώ. Όμως, υπάρχει ένα εμπόδιο."
"Τι εμπόδιο;"
"Ο Βασιλιάς. Αν το μάθει, θα πρέπει να κάνουμε το γάμο μας δημόσια. Όμως εμείς δεν θέλουμε. Θέλουμε να παντρευτούμε κάπου ήσυχα. Στην παραλία, για παράδειγμα. Μόνο εγώ, η Ουρανία κι η κουμπάρα μας. Εσύ, δηλαδή."
"Εντάξει. Ο βασιλιάς δεν θα μάθει τίποτα. Θα παντρευτείτε κρυφά και θα το μάθει μετά το γάμο. Τότε δεν θα μπορεί να κάνει τίποτα. "
"Έχεις δίκιο. Όμως...δεν ξέρω. Έχω κακό προαίσθημα."
"Μην ανησυχείς. Ότι κι αν γίνει, εγώ θα είμαι δίπλα σου να σε στηρίξω."
Και όντως έτσι θα έκανε. Δεν προσποιούνταν. Παρόλο που την πλήγωσε, παρόλο που ήταν ακόμα ερωτευμένη μαζί του, τον αγαπούσε και σαν φίλο της. Ότι κι αν γινόταν θα τον στήριζε. Το ίδιο και την αρραβωνιαστικιά του που θα γινόταν γυναίκα του. Θα ήταν πάντα δίπλα τους.
"Σ' ευχαριστώ πάρα πολύ." Είπε ο Σταύρος και της έδωσε ένα φιλί στο μάγουλο. "Αύριο το πρωί θα έρθω να σε πάρω για να γνωρίσεις την Ουρανία και να κανονίσουμε για το γάμο."
"Εντάξει." Είπε η Ελένη και τον πήγε μέχρι την πόρτα.
Μόλις ο Σταύρος έκλεισε την πόρτα πίσω του, η Ελένη ξέσπασε. Ξάπλωσε στο κρεβάτι της κι άρχισε να κλαίει.
Γιατί; σκεφτόταν. Αφού είναι μάγος, γιατί δεν το κατάλαβε πως είμαι ερωτευμένη μαζί του;
Το βράδυ έστειλε γράμμα στη μητέρα της και της έγραψε για ότι είχε γίνει.
Την άλλη μέρα το πρωί, ο Σταύρος πήγε να την πάρει, όπως της υποσχέθηκε.
"Έτοιμη;" τη ρώτησε.
"Έτοιμη." Απάντησε και έφυγαν.
Η Ουρανία τους περίμενε στην παραλία. Η Ελένη έμεινε άφωνη μόλις την είδε.
Είναι πολύ πιο όμορφη από εμένα. Σκέφτηκε μόλις την είδε. Ήταν ξανθιά, με γκρίζα μάτια και τα μαλλιά της έφταναν ως τους ώμους και ήταν περιποιημένα, όχι κοντά και φουντωτά όπως ήταν της Ελένης. Τη ζήλεψε, όμως δεν σκεφτόταν να της κλέψει τον Σταύρο. Ούτε καν της περνούσε απ' το μυαλό. Ήταν καλός άνθρωπος και δεν έκανε τέτοια. Ο Σταύρος τις σύστησε:
"Ελένη, από εδώ η Ουρανία. Ουρανία, η Ιππότης Ελένη, η παιδική μου φίλη."
"Χάρηκα πάρα πολύ." Είπε η Ελένη. Η Ουρανία έκανε μια υπόκλιση και της είπε:
"Είναι τιμή μου που θα μας παντρέψεις, Ελένη. Σ' αυτό ακριβώς το μέρος θα παντρευτούμε. Δεν είναι υπέροχο;"
"Ναι, όντως."
Ο Σταύρος αγκάλιασε απ' τη μέση την Ουρανία και είπε στην Ελένη:
"Θέλουμε να παντρευτούμε το συντομότερο."
"Πόσο σύντομα, δηλαδή;" ρώτησε η Ελένη.
"Αύριο. Ε, αγάπη μου; Συμφωνείς;" είπε η Ουρανία.
"Ναι. Καλύτερα αύριο. Έτσι το νέο θα αργήσει να μαθευτεί από τον βασιλιά." Είπε ο Σταύρος.
"Ωραία." Είπε η Ελένη. "Σήμερα το απόγευμα θα πάω να αγοράσω τις βέρες και το νυφικό. Εσύ, Σταύρο, κοίτα να επιλέξεις τον πιο καλό χιτώνα που έχεις για το γάμο."
Το απόγευμα, η Ελένη πήγε στο Χωριό για να ψωνίσει. Αγόρασε δύο χρυσές βέρες και ένα κατάλευκο νυφικό.
Μετά, πήγε στο σπίτι της Ουρανίας και της παρέδωσε το νυφικό. Εκείνη το φόρεσε, για να δει πως είναι πανω της.
"Ω, Ελένη, είναι πανέμορφο. Σ' ευχαριστώ." Της είπε και την αγκάλιασε.
Μετα πήγε και στον Πύργο του Σταύρου, του είπε πως όλα ήταν έτοιμα για το γάμο και μετά πήγε σπίτι της να κοιμηθεί, γιατί είχε βραδιάσει.
Την επόμενη μέρα το πρωί, ξύπνησε νωρίς για να σουλουπωθεί λίγο, ενώ είχε κανονίσει την προπόνηση των φρουρών εκείνη τη μέρα να αναλάβει άλλος ιππότης. Φόρεσε το καλύτερο ρούχο που είχε, ένα ανάλαφρο, γαλάζιο φόρεμα και χτένισε όσο μπορούσε τα μαλλιά της.
Στην παραλία, ο Σταύρος περίμενε υπομονετικά.
"Είσαι σίγουρη πως δεν σε είδε κανείς να έρχεσαι εδώ;" τη ρώτησε.
"Μην ανησυχείς. Κανένας δεν έχει καταλάβει τι πάμε να κάνουμε. " Ωστόσο, ο Σταύρος ήταν και πάλι πολύ ανήσυχος.
"Τι συμβαίνει;" τον ρώτησε. "Μήπως το μετάνιωσες;"
"Φυσικά και δεν το μετάνιωσα. Την αγαπώ. Όμως έχω ακόμα εκείνο το κακό προαίσθημα και όσο και να προσπαθώ να προβλέψω τι θα γίνει, δεν μπορώ."
"Έλα τώρα, μην τα σκέφτεσαι αυτά. Αυτές οι σκέψεις είναι εμπόδιο στην ευτυχία σου."
Εκείνη την ώρα, είδαν την Ουρανία να κατεβαίνει την κατηφόρα. Ο Σταύρος είχε μείνει άναυδος από την ομορφιά της. Έμοιαζε με νεράιδα μέσα στο κατάλευκο νυφικό της. Τον πλησίασε. Εκείνος της κράτησε τα χέρια και της είπε:
"Είσαι πολύ όμορφη." Μετά στράφηκε στην Ελένη: "Καλύτερα να ξεκινήσουμε αμέσως."
"Εντάξει." Είπε εκείνη. "Σταύρο, δέχεσαι την Ουρανία ως σύζυγο σου, να την αγαπάς και να τη φροντίζεις μέχρι να σας χωρίσει ο θάνατος;"
"Δέχομαι."
"Ουρανία. Δέχεσαι τον Σταύρο ως σύζυγο σου, να τον αγαπάς και να τον σέβεσαι, μέχρι να σας χωρίσει ο θάνατος;"
"Δέχομαι."
"Κατοπιν συμφωνίας και των δύο και με την εξουσία μου ως Ιππότης, σας ονομάζω συζύγους για πάντα. Μπορείς να φιλήσεις τη νύφη."
Πέρασαν ο ένας στον άλλον τις βέρες και φιλήθηκαν, ενώ η Ελένη σκεφτόταν πως θα ήταν να φιλούσε εκείνη ο Σταύρος. Όμως έδιωξε αυτή τη σκέψη απ' το μυαλό της. Όσο κι αν πονούσε, όσο κι αν υπέφερε, θα κρατούσε βαθιά μέσα της τον ανομολόγητο έρωτα της για τον Σταύρο.
Η στιγμή έληξε με πολλούς φρουρούς να τρέχουν προς το μέρος τους.
"Τι συμβαίνει;" ρώτησε ανήσυχη η Ουρανία.
"Μη φοβάσαι..." της είπε ο Σταύρος και την αγκάλιασε.
Η Ελένη πλησίασε τον επικεφαλή της φρουράς και τον ρώτησε τι συμβαίνει.
"Δυστυχώς, πρέπει να έρθετε μαζί μας στον Λόρδο Ντέριο, Ιπποτισσα Ελένη. Αυτός ο γάμος είναι παράνομος."
"Μα... Για μια στιγμή! Εγώ δίνω εντολές σε εσάς!"
"Όχι όταν υπερισχύουν οι διαταγές του βασιλιά, κυρία." Τους πήραν και τους τρεις και τους οδήγησαν στο παλάτι.
Τους έβαλαν να γονατίσουν μπροστά απ' το θρόνο.
"Μπορεί κάποιος να μου πει τίνος ιδέα ήταν αυτή;" ρώτησε ο Λόρδος Ντέριος.
"Δική μου." Είπε ο Σταύρος.
"Χμμ... Μάγε Σταύρο, το ήξερες ότι αυτός ο τρόπος γάμου είναι παράνομος και καταδικάζεται;"
"Το ήξερα, Μεγαλειότατε."
"Το έκανες, όμως."
"Μάλιστα, Μεγαλειότατε."
"Γιατί, Μάγε Σταύρο;"
"Επειδή...Δεν θέλαμε δημόσιο γάμο, Μεγαλειότατε. Δεν χρειαζόμαστε μάρτυρες την ώρα που δίνουμε όρκους για την αγάπη μας."
"Θα μου επιτρέψετε να συμφωνήσω μαζί του, Μεγαλειότατε." Είπε η Ελένη. "Δεν μπορείτε να καταδικάσετε κάποιον επειδή απλά και μόνο αγάπησε και παντρεύτηκε κάποιον άλλον. Υπάρχει ακόμα αγάπη στον κόσμο αν δεν το ξέρατε, Μεγαλειότατε. Και πάντα θα υπάρχει."
Ο Λόρδος Ντέριος το σκέφτηκε για λίγο.
"Πες μου, Μάγε Σταύρο. Έχετε ολοκληρώσει με τη Δεσποινίδα Ουρανία;"
"Μα..." Ο Λόρδος τον διέκοψε:
"Σε παρακαλώ, Μάγε. Είναι πολύ σημαντικό. Πες μου, ολοκληρώσατε το γάμο σας;"
"Όχι, Μεγαλειότατε." Είπε ο Σταύρος με σκυμμένο το κεφάλι. Ο Λόρδος Ντέριος το ξανασκέφτηκε. Έπειτα κάλεσε τον βασιλικό του σύμβουλο και κλείστηκαν στο γραφείο του.
Συζήτησε μαζί του για αρκετή ώρα και μετά επέστρεψε στο θρόνο του.
"Η Ιππότης Ελένη απαλλάσσεται από κάθε κατηγορία." Είπε. "Ο Μάγος Σταύρος και η Δεσποινίδα Ουρανία όμως, θα πρέπει μέχρι τη δυση του ήλιου να έχουν ολοκληρώσει το γάμο τους και να το έχουν ανακοινώσει σε εμένα, διαφορετικά θα συλληφθούν και θα οδηγηθούν στο Τέρας της Τιμωρίας." Η Ελένη κοίταξε το νιόπαντρο ζευγάρι γεμάτη ελπίδα.
Ίσως τελικά να μην τελείωσαν όλα. Σκέφτηκε.
"Πηγαίνετε τώρα." Τους είπε ο βασιλιάς και οι φρουροί τους άφησαν να φύγουν.
"Ότι και να γίνει, θέλω να είσαι δυνατή." Είπε ο Σταύρος στην Ελένη μόλις βγήκαν απ' το Παλάτι.
"Δεν θα γίνει τίποτα. Όλα θα πάνε καλά. "
Ο Σταύρος την πήρε κάπου απόμερα και είπε στην Ουρανία να περιμένει εκεί που ήταν.
"Κοίτα." Της είπε. "Όταν δύσει ο Ήλιος, θέλω να πας στον πύργο μου..."
"Μα..."
"Θα με σκοτώσει ούτως ή άλλως, Ελένη. Ζήτησε να δω το μέλλον του...Και είδα ότι θα πεθάνει και μάλιστα σχετικά σύντομα. Θα τον δηλητηριάσουν. Δεν του άρεσε αυτό, ίσως μάλιστα με θεώρησε εχθρό του γιατί κάτι κακό σχεδιάζει και με θεωρεί απειλή επειδή μπορώ να προβλέψω το μέλλον. Ίσως να καθυστερεί επίτηδες την εκτέλεση για να με αφήσει να ζήσω τουλάχιστον την πρώτη νύχτα του γάμου. Αφορμή έψαχνε. Για αυτό θέλω να πάρεις την Ουρανία και να την οδηγήσεις σε ασφαλές μέρος. Κάπου όπου θα έχει άσυλο. Σε μια από τις δύο εκκλησίες για παράδειγμα. Και μη μιλήσεις σε κανέναν για αυτά που σου είπα." Η Ελένη τον κοίταξε ανήσυχη. Ήθελε να δακρύσει, μα συγκρατήθηκε για χάρη της Ουρανίας που τους παρακολουθούσε από μακριά χωρίς να ακούει. Σίγουρα ο Σταύρος θα είχε δει και το δικό του θάνατο.
"Μου το υπόσχεσαι;" τη ρώτησε.
"Ναι." Είπε τελικά.
Ο Σταύρος και η Ουρανία πήγαν στον πύργο τους.
"Λοιπόν, αν δεν κάνουμε έρωτα, θα πεθάνουμε. Πώς σου φαίνεται;" τη ρώτησε.
"Καλύτερα να το κάνουμε αμέσως." Του είπε εκείνη.
"Πρέπει να φάμε κάτι πρώτα." Της είπε ο Σταύρος, γιατί είχε μεσημεριάσει. Έφαγαν σκέτο ζωμό και μετά μάζεψαν τα πιάτα και ξάπλωσαν στο κρεβάτι. Ήξερε πως η Ουρανία ήταν αγνή και δεν ήθελε να βιαστούν η να την πονέσει, όμως, έπρεπε να το κάνουν, μήπως ο Λόρδος Ντέριος τους έδινε τελικά χάρη.
Την αγκάλιασε και της είπε:
"Κοίτα, δεν θέλω να σε πονέσω, αλλά..."
"Μη σε νοιάζει αυτό, αγάπη μου..." του είπε εκείνη. Έκλεισε τα μάτια της και παραδόθηκε στα φιλιά του και στα χάδια του. Παρά το άγχος μήπως δεν προλάβουν, παρά το άγχος και τον πόνο της πρώτης φοράς, ήταν όλα υπέροχα. Όταν τελείωσαν, αρκετή ώρα μετά, ήταν μούσκεμα στον ιδρώτα και οι δύο. Έμειναν αγκαλιασμένοι, ξεχάστηκαν κι από την κούραση τους πήρε ο ύπνος.
Είχε πλέον βραδιάσει όταν ξύπνησε ο Σταύρος. Πέρασαν μερικά λεπτά μέχρι να συνειδητοποιήσει ότι ο ήλιος είχε δύσει. Σηκώθηκε, ντύθηκε γρήγορα και έφυγε.
Πήγε τρέχοντας στο παλάτι. Ήξερε ότι , αν και ο γάμος είχε ολοκληρωθεί, είχε περάσει η προθεσμία και ο Βασιλιάς θα ήταν ανένδοτος.
Ελπίζω να γλιτώσει τουλάχιστον η Ουρανία... σκέφτηκε. Στην είσοδο του παλατιού όμως, είδε δύο φρουρούς να έρχονται κατά πάνω του.
"Ξερω ότι έρχεστε για μένα!" Τους είπε ψύχραιμος σηκώνοντας τα χέρια ως ένδειξη παράδοσης. "Και είμαι έτοιμος να δεχθώ τις συνέπειες των πράξεων μου."
Η Ουρανία ξύπνησε από την απαλή φωνή της Ελένης.
"Ουρανία, ξυπνά. Πρέπει να φύγουμε."
Άνοιξε τα μάτια της και την κοίταξε.
"Τι συμβαίνει;" τη ρώτησε. "Που είναι ο Σταύρος μου;"
"Τον συνέλαβαν." Της απάντησε καθώς τη βοηθούσε να ντυθεί. "Όμως εσύ θα είσαι ασφαλής. Θα σε πάω στην εκκλησία."
"Τι θα του κάνουν;" τη ρώτησε δακρυσμένη και κοιτάζοντας την ανήσυχα η Ουρανία. Η Ελένη ακούσε κάτι στρατιώτες να πλησιάζουν στον Πύργο.
"Πρέπει να βιαστούμε. Θα είσαι ασφαλής στην εκκλησία." Της είπε, αντί για απάντηση στο ερώτημα της.
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top