22. ΠΟΛΕΜΟΣ: ΗΜΕΡΑ ΠΡΩΤΗ

Οι δύο στρατοί συγκρούστηκαν με ορμή σαν δυο κύματα που σκάνε πάνω στον ίδιο βράχο. Κάποιοι από τους ιππότες έπεσαν απ' τα άλογα και συνέχισαν να μάχονται έτσι, ενώ μερικοί ποδοπατήθηκαν και σκοτώθηκαν.

Η μάχη συνεχίστηκε για πολλή ώρα. Σπαθιά συγκρούονταν μεταξύ τους, βέλη εκτοξεύονταν απ' τα τόξα τους και οι Μάγοι πολεμούσαν μεταξύ τους με ξόρκια, μαγικά ή χτυπώντας τον αντίπαλο με τα ραβδιά τους. Οι Γιατροί έτρεχαν ανάμεσα και πάσχιζαν να μαζέψουν όποιον τραυματία έβρισκαν. Η Ελένη πίστεψε στον εαυτό της επιτέλους, βρήκε το κουράγιο που χρειαζόταν και πολεμούσε για το καλό του λαού της και του γιου της.

Δίπλα της διέκρινε κάποια στιγμή τον Δανιήλ να σφάζει χωρίς έλεος φωνάζοντας, όμως σύντομα τον έχασε. Σε αρκετή ώρα ο Σουλτάνος διέταξε προσωρινή υποχώρηση, το ίδιο και ο Δαμιανός για να ανασυνταχθούν και να δουν πόσους είχαν χάσει. Οι δυο στρατοί απομακρύνθηκαν και ήταν μια καλή ευκαιρία για τους γιατρούς να μαζέψουν από τη μέση τους τραυματίες και τους νεκρούς, οι οποίοι ήταν πάρα πολλοί.

Οι γιατροί ήταν οι μόνοι που δεν συγκρούστηκαν μεταξύ τους. Κοιτάζονταν μάλιστα με τους αντίπαλους γιατρούς με συμπόνια.

Είμαστε θύματα του ίδιου μίσους. Σκεφτόταν η Πατρίσια. Ο Δαμιανός με ένα σύντομο υπολογισμό βρήκε πως δεν είχε χάσει όσους περίμενε, έτσι το ηθικό όλων αναπτερώθηκε και ιδιαίτερα του Δανιήλ, ο οποίος μετά το ξέσπασμα του στη μάχη ηρέμησε.

«Τα πήγαμε καλύτερα απ' ότι περίμενα.» είπε ο Βασιλιάς στους αξιωματικούς του. «Μπορούμε να τους νικήσουμε αν δεν χάσουμε το θάρρος μας. Ανασυνταχθείτε να δούμε αν θα παραδοθούν ή αν θα συνεχίσουμε.» διέταξε και αυτό έγινε.

Όταν σχηματίστηκαν πάλι οι σειρές, ο Δαμιανός διαπίστωσε έκπληκτος πως οι Ανατολικοί είχαν πολλές περισσότερες απώλειες κι όμως ήταν έτοιμοι για μία ακόμα επίθεση.

«Παραδώσου, Σουλτάνε!» του φώναξε. «Κοντεύεις να μας φθάσετε σε αριθμό! Εμείς πολεμάμε ως ένας προς πέντε!»

«Το ηθικό μου δεν έχει πέσει ακόμα για να παραδοθώ, Δαμιανέ!» απάντησε ο Πασάς και στράφηκε στους δικούς του: «Μην δειλιάσετε τώρα! Ελάτε να τους κάνουμε να μετανιώσουν που τα έβαλαν μαζί μας!»

Έπειτα πήρε πάλι θέση δίπλα στον γιο του.

«Δεν θα σ' απογοητεύσω, πατέρα.» του είπε αυτός. «Οι Νότιοι θα πληρώσουν που παραλίγο να διαλυθεί ο αρραβώνας μου.» Εκείνος έγνευσε πως συμφωνούσε και ύψωσε ψηλά τη χαντζάρα του.

«ΕΠΙΘΕΣΗ!» φώναξαν και οι δύο αντίπαλοι ηγέτες μαζί. Στη δεύτερη επίθεση έγινε χαμός και οι Νότιοι τα πήγαν ακόμα καλύτερα. Ο Σουλτάνος επιτέθηκε στον Δαμιανό σε μια προσπάθεια να τον σκοτώσει, μάταια όμως.

Πολέμησαν για ώρα αρκετή επάνω στα άλογα τους, κάποια στιγμή όμως ο Σουλτάνος με μια ύπουλη σπρωξιά τον πέταξε κάτω. Ο Δαμιανός έκανε να σηκωθεί και από πάνω του είδε τον Καράπα, επίσης χωρίς άλογο.

«Ο Βασιλιάς Δαμιανός έπεσε. Τι κρίμα...» τον ειρωνεύτηκε. Ο Δαμιανός άπλωσε το χέρι του να πιάσει το σπαθί του, όμως ο Καράπας του το πάτησε με το πόδι του.

«Τον κακόμοιρο Σύμβουλο Άρη...» συνέχισε στον ίδιο ειρωνικό τόνο. «Εξαιτίας του ανεξέλεγκτου έρωτα του για τη Λαίδη Λίνα, κατέληξε νεκρός από αυτή εδώ τη χαντζάρα.» συνέχισε και χάιδεψε το ξίφος του.

Ο Δαμιανός σφάδαζε απ' τον πόνο, έχοντας ακόμα το πόδι του Πρίγκιπα επάνω στο χέρι του. Όμως το αίμα του ανέβηκε στο κεφάλι με αυτά που άκουγε.

«Δεν θα γλιτώσεις από αυτόν τον πόλεμο, κτήνος.» του είπε με σφιγμένα δόντια. Ο Καράπας γέλασε και φάνηκε ένα χρυσό ψεύτικο δόντι.

«Τι θα κερδίσεις με την εκδίκηση; Τίποτα. Δεν θα πάρεις πίσω τον Άρη. Ενώ εγώ πήρα πίσω τη Λίνα μου. Και αν σας νικήσουμε, θα κερδίσω και μια περιοχή του βασιλείου σας.»

«Θα πεθάνεις, τέρας!» του φώναξε παλεύοντας να ελευθερώσει το χέρι του.

«Εσύ θα πεθάνεις! Να δω τι θα κάνουν μετά οι Νότιοι χωρίς ηγεσία!» του απάντησε και σήκωσε απειλητικά τη χαντζάρα του.

Εκείνη τη στιγμή ένας Νότιος στρατιώτης ήρθε και συγκρούστηκε μαζί του, για να καταφέρει ο Δαμιανός να σηκωθεί και να αρπάξει το σπαθί του επιτέλους. Την ίδια στιγμή είδε τον στρατιώτη του να πέφτει αιμόφυρτος. Θολωμένος από μίσος, όρμησε στον Καράπα. Πάλευαν και οι δυο σαν δαίμονες, καθώς τα σπαθιά συγκρούονταν σαν κεραυνοί. Κάποια στιγμή ο Καράπας έκανε ένα λάθος και ο Δαμιανός του τραυμάτισε το χέρι.

Η χαντζάρα του έπεσε και με μια κλοτσιά του Δαμιανού έπεσε και εκείνος ανάσκελα στο έδαφος. Τώρα ο Νότιος Βασιλιάς βρισκόταν από πάνω του και όχι το αντίθετο όπως πριν.

«Θα σε λιώσω σαν σκουλήκι.» του είπε.

«Ω, όχι, Μεγαλειότατε... Σας παρακαλώ... Συγνώμη για όσα σας είπα. Παραδίνομαι.» Ο Καράπας εκμεταλλευόταν την καλοσύνη που έκρυβε αυτός ο σπουδαίος βασιλιάς. Και όντως η καρδιά του γέμισε με οίκτο για λίγα λεπτά, καθώς ο Πρίγκιπας τον κοιτούσε με τα σκούρα μάτια του ικετευτικά.

Η εκδίκηση δεν είναι η λύση. Του έλεγε ο καλός εαυτός του. Όχι! Έχουμε πόλεμο! Όλα επιτρέπονται! Του φώναζε ο άλλος, ο κακός. Τελικά, αυτός ήταν που υπερίσχυσε, αφού ο Βασιλιάς θυμήθηκε πάλι τον αθώο Άρη και τον άδικο χαμό του. Σήκωσε το σπαθί του και το κάρφωσε με δύναμη στο στήθος του, την ίδια στιγμή που ο Σουλτάνος γύρισε και το είδε αυτό.

«ΟΧΙ!!!» ούρλιαξε και έτρεξε κλαίγοντας.

Έσπρωξε μακριά τον Δαμιανό, γονάτισε και πήρε στην αγκαλιά του τον ετοιμοθάνατο γιο του. Έκλαιγε και του έλεγε:

«Μην πεθάνεις, γιε μου. Σε παρακαλώ... Θα σε σώσω.»

«Όχι, πατέρα... Δεν μπορώ... Είμαι πολύ αδύναμος... Συγνώμη που... σε απογοήτευσα...» είπε ο Καράπας και ξεψύχησε. Λίγο πιο πέρα ο Δαμιανός παρακολουθούσε συντετριμμένος τη σκηνή, ενώ γύρω του η μάχη συνεχιζόταν ανελέητα.

Με τι καρδιά, με τι ψυχή θα πολεμούσε τώρα; Δεν τον σκότωσε για τη μάχη ούτε για τον Νότο. Είχε παραδοθεί, και όμως τον σκότωσε από εκδίκηση, λες και με αυτό τον τρόπο θα έπαιρνε πίσω το αίμα του πρώην συμβούλου του. Ούτε ο Σουλτάνος όμως μπορούσε να συνεχίσει. Σηκώθηκε πάνω και φώναξε όσο πιο δυνατά μπορούσε:

«Υποχώρηση! Υποχώρηση οριστική! Παραδινόμαστε!» Όσοι ήταν εκεί κοντά και πολεμούσαν σταμάτησαν απορημένοι.

Μόνο όταν είδαν τον νεκρό Πρίγκιπα κατάλαβαν. Στο μεταξύ οι δυο αντίπαλοι στρατηγοί το μετέφεραν και σ' όσους δεν το είχαν ακούσει. Οι δύο στρατοί υποχώρησαν και οι γιατροί άρχισαν να μαζεύουν και τους τελευταίους. Ο Σουλτάνος πλησίασε απειλητικά προς τον Δαμιανό, το σπαθί του οποίου έσταζε ακόμα απ' το αίμα του γιου του.

«Δεν τελειώσαμε ακόμα, Δαμιανέ.» του είπε με μάτι που γυάλιζε. «Δεν έχω παίξει ακόμα το τελευταίο μου χαρτί.» και γύρισε να ψάξει για το άλογο του.

Ο Δαμιανός πλησίασε τους αξιωματικούς του, οι οποίοι είχαν μαζευτεί και έκαναν απολογισμό της κατάστασης και των απωλειών. Τα πρόσωπα τους έλαμψαν μόλις έφτασε κοντά τους, όμως ο ίδιος δεν φαινόταν καθόλου χαρούμενος.

«Μην επαναπαύεστε. Κερδίσαμε την πρώτη μάχη, αλλά όχι τον πόλεμο. Ο Σουλτάνος σίγουρα μας ετοιμάζει και κάτι ακόμα. Επιπλέον, έχουμε και τους Βόρειους. Πρέπει να κάνουμε κουράγιο και να φροντίσουμε να μη μειωθεί πολύ ο αριθμός μας, μέχρι την άφιξη της βοήθειας απ' το Μικρό Βασίλειο. Ο Στρατηγός Οδυσσέας είπε πως θα έρθουν όσο πιο γρήγορα μπορέσουν.»

«Πότε θα συνεχίσουμε για την Πρωτεύουσα, Μεγαλειότατε;» ρώτησε ο Μαρίνος.

«Δεν είμαστε ακόμα έτοιμοι για τόσο σύντομη μάχη μετά από αυτήν, Στρατηγέ. Θα περάσουμε εδώ τη νύχτα και αύριο το πρωί θα φύγουμε. Δανιήλ, στείλε ανιχνευτές στην Πρωτεύουσα για εκτίμηση της κατάστασης. Το βράδυ σας θέλω όλους στη σκηνή μου για συμβούλιο. Η Γιατρός Πατρίσια να έλθει μόνο εάν είναι διαθέσιμη. Πήγαινε να δεις πώς τα πηγαίνει, Ιππότισσα. Μετά φροντίστε όλοι να φάτε για μεσημέρι. Είσαστε ελεύθεροι.»

Λίγο μετά, είδαν τους Ανατολίτες να φεύγουν με κατεύθυνση προς τα ανατολικά και οι περισσότεροι πανηγύρισαν. Αφού έκαναν τις δουλειές που τους ανέθεσε ο Βασιλιάς, γευμάτισαν ανά ομάδες, κάνοντας όμως οικονομία στα τρόφιμα που είχαν φέρει. Το βράδυ έφτασε και όλοι οι αξιωματικοί συγκεντρώθηκαν στη σκηνή του Δαμιανού, που ήταν η μεγαλύτερη από όλες. Η Πατρίσια είχε να φροντίσει πολλούς τραυματίες και έτσι δεν μπόρεσε να πάει.

Τους πιο βαριά τραυματισμένους τους έστειλαν πίσω στον Νότο για παραπάνω ιατρική περίθαλψη, με μια συνοδεία νοσοκόμων, οι οποίοι μετέφεραν επίσης γράμματα κάποιων πολεμιστών για τους συγγενείς τους. Η Ελένη έστειλε έτσι ένα σύντομο γράμμα στη μητέρα της, ενώ ο Δανιήλ δεν πρόλαβε να γράψει στη Μεγκάνα. Στο μεταξύ επέστρεψαν οι ανιχνευτές του λίγο πριν αρχίσει το συμβούλιο και του μετέφεραν άσχημα νέα για να μεταφέρει στον Βασιλιά.

Ο Δαμιανός το πρώτο που τον ρώτησε στο συμβούλιο ήταν τι κατάσταση επικρατούσε στην Πρωτεύουσα.

«Οι Βόρειοι την κατέλαβαν, πράγμα το οποίο ήταν αναμενόμενο.» απάντησε αδιάφορα εκείνος. «Είναι πλέον δικιά τους και αύριο θα έρθουν για εμάς.»

«ΤΙ;!» έκανε ο Βασιλιάς, που νόμιζε πως οι Κεντρικοί θα υπερασπίζονταν καλύτερα τον τόπο τους. Όμως ξαναβρήκε την ψυχραιμία του αμέσως.

«Και που ακριβώς βρίσκονται τώρα;»

«Έχουν κατασκηνώσει γύρω της και πιθανόν να έχουν παγιδεύσει τη Βασίλισσα Στέλλα μέσα στο ίδιο της το παλάτι, για να μη μπορεί να ξεσηκώσει το λαό της.»

«Μάλιστα. Λοιπόν, αγαπητοί μου αξιωματικοί, όπως καταλαβαίνετε η κατάσταση είναι κρίσιμη. Πρέπει να αντιμετωπίσουμε τους Βόρειους, να πολεμήσουμε μαζί τους και να ελευθερώσουμε την Πρωτεύουσα.»

«Εγώ λέω να πολεμήσουμε μόνο για εμάς και να αφήσουμε τους Κεντρικούς να πάθουν αυτό που τους αξίζει, διότι δεν σκόπευαν να μας βοηθήσουν.» είπε με πείσμα πάλι ο Δανιήλ.

«Πάλι τα ίδια, Κατάσκοπε; Δεν είπαμε πως αν τους σώσουμε, θα το εκτιμήσουν και θα μας βοηθήσουν στη συνέχεια;»

«Δεν το νομίζω, Μεγαλειότατε. Εγώ δεν θυσιάζομαι για τα καφέ σκουλήκια.»

«Είναι σύμμαχοι!» νευρίασε ο Δαμιανός.

«Εξαιτίας της πλεκτάνης του Ντέριου! Είναι με το ζόρι μαζί μας!»

«Συγνώμη που επεμβαίνω, κύριοι.» μπήκε στη μέση ο Στρατηγός Μαρίνος. «Μα γιατί αλλάξατε γνώμη, Κατάσκοπε; Ενώ στην αρχή τους θέλατε για συμμάχους, γιατί τώρα αφήνετε να φανεί το μίσος και η οργή σας;»

«Απλά δεν μου αρέσει η Πρωτεύουσα, Στρατηγέ. Και επειδή νόμισα πως η Πρωτεύουσα θα ήταν ισχυροί σύμμαχοι, αλλά τελικά έκανα λάθος. Είναι ισχυροί μόνο στο να εξουσιάζουν την Εκκλησία των Αυστηρών.»

«Ας μην ανακατεύουμε τις θρησκείες.» είπε η Ελένη. «Πιστεύω ότι η Βασίλισσα Στέλλα ήθελε να μας στείλει βοήθεια, αλλά δεν ήξερε αν θα την έβρισκε εγκαίρως. Δεν διαφωνώ ότι έπρεπε να το φροντίσει, όμως οι Κεντρικοί ως φιλειρηνικός λαός είναι απροετοίμαστοι σε καιρό πολέμου. Σ' όλα τα άλλα είναι ισχυροί.»

Ο Δανιήλ παραδέχθηκε πως είχε δίκιο. Ό,τι κι αν είχε γίνει, ήταν σύμμαχοί τους κι έπρεπε να τους απαλλάξουν από τους Βόρειους. Άλλωστε δεν είχε ξεχάσει πώς η Στέλλα τον συγχώρεσε και τον άφησε να φύγει, έχοντας δεχθεί τη συνθήκη συμμαχίας με αυτό τον τρόπο... μ' ένα μικρό αντάλλαγμα, φυσικά! Συζήτησαν άλλα θέματα στη συνέχεια του συμβουλίου και κυρίως τον τρόπο επίθεσης στους Βόρειους. Μετά αποσύρθηκαν όλοι στις σκηνές τους για ύπνο, εκτός απ' τον Δανιήλ.

Η Ελένη τον είδε από μακριά να κάθεται σε ένα πεσμένο κορμό δέντρου και να κοιτά προς νότια. Δεν τον πλησίασε, όπως ήθελε να κάνει. Ακόμα ήταν θυμωμένη μαζί του εξαιτίας του εγωισμού του. Δεν της ζήτησε ούτε καν συγνώμη για τα λόγια που της είπε τη μέρα που έχασαν τον Μάρκο, αλλά ούτε και για την άρνηση του να βρουν τη Ναταλία.

Πήγε στη σκηνή της και παραδόθηκε σε ένα ταραγμένο ύπνο γεμάτο εφιάλτες με αίματα και φωτιές.

********

Καλημέρα με πρωινό κεφάλαιο πριν φύγω για τη δουλειά. Καλά ήμουν δύο μέρες που είχα ρεπό... Βαριέμαι να δουλέψω σήμερα χάχα!

Πως σας φάνηκε η μάχη με τους Ανατολικούς; Ο Σουλτάνος είπε ότι δεν έχει παίξει ακόμα το τελευταίο του χαρτί. Τι πιστεύετε πως ετοιμάζει; 

Στο επόμενο κεφάλαιο, οι Νότιοι φθάνουν στην Πρωτεύουσα, όπου συναντούν το στρατό των Βορείων και η Βασίλισσα Λομπέλια τους καλεί σε συμβούλιο, όπου τους αποκαλύπτει πολλά. Κάνει μια δελεαστική πρόταση στον Δαμιανό, ενώ η Ελένη δέχεται και αυτή μια δυσάρεστη έκπληξη. (Ίσως είναι και λίγο ευχάριστη βασικά, θα δείτε και θα καταλάβετε)!!

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top