Με δυο μητέρες

28 Αυγούστου 2004

«Η Νατάσα Πρενατόφ ετοιμάζεται για το καθοριστικό άλμα που πιθανότητα θα της χαρίσει το χρυσό μετάλλιο. Την βλέπουμε που παίρνει βαθιές ανάσες και τεντώνει τα χέρια της. Ο πυροβολισμός ακούστηκε. Η Πρενατόφ ετοιμάζεται.... Τρέχει και πηδάει! Χριστέ μου τι έγινε; Η Πρενατόφ προσγειώνεται στο έδαφος πιάνοντας την κοιλιά της και ουρλιάζοντας....»

Η Μαριέττα έτρεξε πανικόβλητη προς το μέρος της αθλήτριας μαζί με τον προπονητή και τους υπεύθυνους. Η αθλήτρια ούρλιαζε και έβριζε θεούς και δαίμονες στην μητρική γλώσσα της δίχως να πάρει τα χέρια της από την ελάχιστα φουσκωμένη κοιλιά της. Η Μαριέττα της ζήτησε ψύχραιμα να ηρεμήσει αλλά η αθλήτρια την αγριοκοίταξε.

«Τι έπαθες Νατάσα; ΤΙ ΕΠΑΘΕΣ, ΠΟΥ ΝΑ ΠΑΡΕΙ;» φώναξε έξαλλος ο ρώσος προπονητής στην πεσμένη γυναίκα που σφάδαζε από τον πόνο.

«Σας παρακαλώ, μην εξάπτεστε.» του είπε η Μαριέττα διακρίνοντας την ένταση του. «Νατάσα, πού πονάς;» ρώτησε την αθλήτρια και η γυναίκα τής έδειξε όλη την περιοχή της λεκάνης της. Ξαφνικά, ένα κόκκινο υγρό άρχισε να βγαίνει ανάμεσα από τα πόδια της Νατάσας και η Μαριέττα γούρλωσε τα μάτια της. Έσπρωξε απαλά τα πόδια της γυναίκας και είδε πως η περιοχή του αιδοίου της ήταν γεμάτη αίματα όπως και τα μπούτια της.

«ΦΕΡΤΕ ΕΝΑ ΦΟΡΕΙΟ ΚΑΙ ΚΑΛΕΣΤΕ ΣΤΟ 166!!!!! ΤΩΡΑ!!!!!» ούρλιαξε η Μαριέττα και οι βοηθοί υπάκουσαν αμέσως. Ξεκούμπωσε με απαλές κινήσεις το κορμάκι της αθλήτριας προκειμένου να μην πιέζει περισσότερο την περιοχή της και την ψηλάφισε με τα χέρια της. «Πόσο μηνών είσαι Νατάσα;»

Η αθλήτρια την κοίταξε φοβισμένη. Οι υποψίες της είχαν βγει αληθινές. «Στον μήνα μου.» απάντησε με ψιθυριστή φωνή στα αγγλικά.

Η Μαριέττα κούνησε το κεφάλι της καθησυχάζοντας την πως όλα θα πάνε καλά ενώ οι βοηθοί έφερναν τρέχοντας το φορείο.

«Ποιον μήνα σου; ΝΑΤΑΣΑ ΤΙ ΛΕΕΙ ΑΥΤΉ;» οι φωνές του προπονητή ήχησαν και πάλι στον αγωνιστικό χώρο. Οι κάμερες καθώς και χιλιάδες άνθρωποι γίνονταν μάρτυρες της γέννησης ενός παιδιού που η μητέρα του δεν γνώριζε την ύπαρξη του.

«ΣΚΑΣΤΕ ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ!» του απάντησε η Μαριέττα με δυνατή φωνή και με την βοήθεια των βοηθών της, τοποθέτησε την μέλλουσα μητέρα στο φορείο. Ο προπονητής σιώπησε.

«Πηγαίνετε την στο ασθενοφόρο και πείτε στον οδηγό να μην φύγει αν δεν έρθω πρώτα εγώ. Έχουμε ακόμη χρόνο. Δεν είναι μεγάλη η διαστολή της άρα θα γεννήσει φυσιολογικά στην κλινική. Τηλεφωνήστε τον θείο μου και πείτε του να τσακιστεί να έρθει στην κλινική.»

«Μα κυρία...» διαμαρτυρήθηκε ο ένας από τους βοηθούς.

«Κεριά και λιβάνια. Όπως σας τα είπα. Κατά λέξη!»

Οι δυο άνδρες έφυγαν από κοντά της μεταφέροντας την Νατάσα με το φορείο στο ασθενοφόρο. Οι γυναίκες κοιτάχτηκαν μεταξύ τους και η Μαριέττα χαμογέλασε αμυδρά προσπαθώντας να ηρεμήσει την αθλήτρια. Έπειτα στράφηκε προς τον εύσωμο προπονητή και τους υπεύθυνους.

«Η Νατάσα Πρενατόφ θα μεταφερθεί στην κλινική Λητώ προκειμένου να γεννήσει ήρεμα και φυσιολογικά. Σας παρακαλώ, αν δεν είστε σε θέση να αντιμετωπίσετε το όλο θέμα ψύχραιμα, μην μας ακολουθήσετε. Και επίσης, κύριε Βλαντιμίρ περίμενα πως εσείς θα το ξέρατε.» τους ενημέρωσε και παίρνοντας το βαλιτσάκι της από το έδαφος, έφυγε τρέχοντας προς την έξοδο.

***

«Σπρώξε Νατάσα. Σπρώξε!» την παρακίνησε ο μαιευτήρας και η αθλήτρια ούρλιαξε και ανασηκώθηκε σπρώχνοντας άλλη μια φορά. Η Μαριέττα δίπλα της, τής χάιδευε τα μαλλιά που ήταν υγρά από τον ιδρώτα και σκούπιζε το μέτωπο της. Βρίσκονταν στην αίθουσα τοκετού τουλάχιστον έξι ώρες παρακινώντας την Νατάσα να σπρώξει προκειμένου να γεννηθεί το μωρό της. Μα η αθλήτρια κάθε φορά που τους άκουγε, μόρφαζε ενοχλημένη και απέστρεφε το βλέμμα της από το δικό τους.

«Εγεννήθη!» αναφώνησε ο γιατρός και η Νατάσα εξαντλημένη έριξε το σώμα της στην πλάτη του κρεβατιού και έκλεισε τα μάτια της. «Να σου ζήσει το κοριτσάκι σου!» της είπε ο Χαρίλαος αλλά εκείνη παρέμενε απαθής. Η Μαριέττα έγνεψε στον θείο της να μην πει τίποτα άλλο και ο άνδρας τοποθέτησε προσεχτικά το βρέφος στην αγκαλιά της νοσοκόμας για να το καθαρίσει και να το φασκιώσει.

Ο Χαρίλαος ένευσε στην ανιψιά του να έρθει κοντά του και η Μαριέττα τον πλησίασε γνωρίζοντας καλά τι θα της έλεγε.

«Τι συμβαίνει;» αναρωτήθηκε ο μεσήλικος άνδρας.

«Η Νατάσα δεν είχε ενημερώσει κανέναν για την εγκυμοσύνη της. Άλλωστε δεν φαινόταν και πολύ, το είδες και μόνος σου. Η κοιλιά της ήταν μικρή, λες και βρισκόταν στους πρώτους μήνες.» του απάντησε η Μαριέττα και έριξε ένα βλέμμα πάνω από τον ώμο της στην νέα μητέρα. Ξεφύσησε απογοητευμένη με την απαθή στάση της και στράφηκε ξανά προς τον θείο της.

«Ποιος είναι ο πατέρας ξέρουμε;»

«Όχι, το όνομα του πατρός θα δηλωθεί αγνώστων στοιχείων. Μάλλον δεν ξέρει ούτε η Νατάσα τον πατέρα. Θέλω όμως μια χάρη. Πριν δηλώσεις την γέννηση της μικρής, περίμενε με. Θέλω να κάνω κάτι, ίσως αρκετό ριψοκίνδυνο.»

Ο Χαρίλαος κοίταξε καχύποπτος την ανιψιά του αλλά δεν της απάντησε, μονάχα έγνεψε καταφατικά. Η Μαριέττα αποχώρησε από το δωμάτιο σκυθρωπή. Οι νοσοκόμες έχοντας καθαρίσει το μικρό βρέφος το έφεραν στην μητέρα του αλλά εκείνη τις έδιωξε χωρίς να κοιτάξει την κόρη της. Ο Χαρίλαος, τις παρακάλεσε να μην σχολιάσουν τίποτα και να μεταφέρουν το μωρό στην αίθουσα νεογνών. Οι γυναίκες υπάκουσαν και κατευθύνθηκαν προς τα εκεί.

Πέρασαν δυο μέρες και η γέννηση της μικρής δεν είχε δηλωθεί. Η Νατάσα θα παρέμενε για άλλες τρεις μέρες στην κλινική καθώς τα ράμματα στην περιοχή της ήταν αρκετά και ο Χαρίλαος τής πρότεινε πλήρη ακινησία. Η Μαριέττα στεκόταν επί ώρες έξω από την αίθουσα των νεογνών κοιτώντας το μικρό βρέφος που ομόρφαινε μέρα με την μέρα. Και καθώς την κοιτούσε, η απόφαση της όλο και ενισχυόταν.

Ήταν μεσάνυχτα και η Μαριέττα κοιτούσε για άλλη μια φορά, την μικρή που κοιμόταν γαλήνια στο γυάλινο κρεβατάκι της. Άκουσε βήματα στο διάδρομο και τρομαγμένη γύρισε να δει ποιος ήταν ξύπνιος μαζί της. Η Νατάσα έχοντας το χέρι της στην περιοχή της λεκάνης της, την πλησίαζε με αργά βήματα. Μια σπίθα ελπίδας άναψε μέσα στην Μαριέττα. Η Νατάσα είχε αποφασίσει να δει την κόρη της.

Της χαμογέλασε πλατιά αλλά η αθλήτρια δεν ανταπέδωσε. Στάθηκε δίπλα της χωρίς να πει λέξη και με το βλέμμα της έψαξε να βρει την κόρη της.

«Εκεί, στα αριστερά!» της έδειξε η Μαριέττα ενθουσιασμένη. Η νέα μητέρα παρέμεινε το ίδιο ανέκφραστη και σε δεύτερα απέστρεψε το βλέμμα της.

«Την αγαπάς;» ρώτησε την νεαρή νοσηλεύτρια και κάθε σπίθα ελπίδας έσβησε. Η Νατάσα δεν είχε έρθει να δει την κόρη της αλλά την ίδια.

«Δεν την ήθελες εε;» της αντιγύρισε θέλοντας να μάθει περισσότερα για την ύπαρξη αυτού του μωρού.

Η Νατάσα έγνεψε θετικά. «Ήταν απλά ένα βράδυ. Δεν ξέρω με ποιον και ούτε με νοιάζει. Ήταν απλά ένα βράδυ.»

«Το ήξερες; Το ήξερες ότι ήσουν έγκυος;»

«Είχα μονάχα υποψίες. Το συνειδητοποίησα σήμερα που με ρώτησες πόσο μηνών ήμουν και υπολόγισα τους μήνες. Δεν μπορούσα να είμαι σίγουρα γιατί σε κάθε περίοδο αγώνα, ο κύκλος μου εξαφανιζόταν.» της εξήγησε και η Μαριέττα κούνησε το κεφάλι της απογοητευμένη.

«Τι σκέφτεσαι να κάνεις;»

«Δεν μπορώ να παρατήσω την ρυθμική. Η καριέρα μου βρίσκεται στα ύψη και η ύπαρξη αυτού του μωρού, θα τα καταστρέψει όλα.»

Οι γυναίκες κοιτάχτηκαν όλο νόημα. Σε εκείνη την κλινική, η μοίρα έμελλε στην ζωή της μικρής να υπάρξουν δυο μητέρες. Η πρώτη, αυτή που την γέννησε και την κυοφόρησε και η δεύτερη, εκείνη που θα στεκόταν δίπλα της σε κάθε στιγμή.

«Μάλιστα. Θα έρχεσαι να την βλέπεις; Έστω τα πρώτα χρόνια;»

«Ναι, θα έρχομαι. Αλλά δεν θέλω ποτέ να μάθει την πραγματική μας σύνδεση. Θα είναι η κόρη σου και εγώ απλά μια γνωστή. Τίποτα παραπάνω. Όσο για την υιοθεσία θα κάνω ό, τι μου ζητήσεις.»

«Δεν χρειάζονται πολλά. Θα δηλώσουμε το παιδί στο δικό μου όνομα και εσύ θα βγεις να πεις πως αυτό που σε καθήλωσε στο νοσοκομείο ήταν μια ισχυρή γαστρεντερίτιδα.» την πρόσταξε δίχως να την κοιτάζει.

«Όπως θες. Μα αν γίνει καμιά στραβή και σε πιάσουν;» ρώτησε μες τον τρόμο η Νατάσα.

«Προσέλαβε έναν καλό δικηγόρο και κίνησε την διαδικασία της υιοθεσίας. Για πόσο καιρό μπορείς να μείνεις στην Ελλάδα;»

«Ο γιατρός μου είπε πως πρέπει να προσέχω σαράντα μέρες. Δεν μπορώ να γυρίσω στην Ρωσία τώρα. Θα μείνω και τις σαράντα μέρες.»

«Ωραία. Θα μείνεις στο διαμέρισμα μου. Για αυτό το χρονικό διάστημα δεν πρέπει να σε δει κανένας.»

Η Νατάσα έγνεψε καταφατικά. Έσφιξε δυνατά το χέρι της νοσηλεύτριας που θα έπαιρνε τον ρόλο της ευχαριστώντας την και επέστρεψε στο δωμάτιο της. Η Μαριέττα την κοίταξε μέχρι που χάθηκε πίσω από τους τοίχους και έπειτα γύρισε το πρόσωπο της προς την κόρη της.

«Όλα θα πάνε καλά, μωρό μου.» μονολόγησε και προσευχήθηκε σιωπηλά στον Παντοδύναμο για να της δώσει δύναμη.

***

12 Σεπτεμβρίου 2016

Είχαν περάσει δώδεκα χρόνια και η Νατάσα δεν κράτησε την υπόσχεση της. Δεν επισκέφτηκε ποτέ την κόρη της και κάθε φορά που η Μαριέττα προσπαθούσε να επικοινωνήσει μαζί της, ένας τεράστιος τοίχος υψωνόταν μπροστά της. Η διαδικασία της υιοθεσίας κράτησε ενάμιση χρόνο με την Νατάσα να κινεί τα νήματα από την έδρα της και να δωροδοκεί κάθε αρμόδιο. Η Φένια, όπως την ονόμασε η Μαριέττα, μεγάλωσε σε ένα περιβάλλον γεμάτο αγάπη που απαρτιζόταν από παππούδες, θείους και θείες που την λάτρευαν και μια μητέρα που δεν έφυγε λεπτό από κοντά της.

Ήταν ένα όμορφο κορίτσι με ξανθιές μπουκλίτσες και λαμπερά ανοιχτόχρωμα μάτια, ψηλή και λυγερόκορμη όπως η Νατάσα. Η Μαριέττα μπήκε πολλές φορές στον πειρασμό να στείλει μια φωτογραφία της Φένιας στην Νατάσα αλλά τελευταία στιγμή το μετάνιωνε.

Η Νατάσα Πρενατόφ, στα τριάντα τρία χρόνια της είχε γίνει μια παγκοσμίου φήμης αθλήτρια στο χώρο της ρυθμικής γυμναστικής. Είχε παντρευτεί έναν Αμερικάνο ποδοσφαιριστή και μόλις πριν από λίγους μήνες είχαν ανακοινώσει πως περίμεναν το πρώτο τους παιδί. Η Μαριέττα δεν έμαθε ποτέ αν η Νατάσα αποκάλυψε στον σύζυγο της την ύπαρξη της Φένιας. Μάλλον η κόρη της, εκείνο το μωρό που θα της στοίχιζε την καριέρα της, είχε διαγραφτεί από την μνήμη της.

Όσο για την Μαριέττα, η νέα μητέρα αφοσιώθηκε πλήρως στην κόρη της. Παραιτήθηκε από το νοσοκομείο που εργαζόταν ως νοσηλεύτρια, ξενοίκιασε το διαμέρισμα που έμενε στο κέντρο της Αθήνας και επέστρεψε στο πατρικό της όπου και οι γονείς της ξετρελαμένοι με την εγγονή τους, τής πρότειναν να εγκατασταθεί.

Ήταν είκοσι τέσσερα χρονών, δοσμένη σε έναν ρόλο που δεν είχε παίξει ποτέ ξανά στην ζωή της. Λίγο πριν η Φένια κλείσει τα δυο χρόνια της, στην ζωή της Μαριέττας μπήκε με το έτσι θέλω ο Δημήτρης. Ήταν ο παιδίατρος της μικρής που από την πρώτη στιγμή δεν έκρυψε το ενδιαφέρον του για την νεαρή μητέρα. Προσπάθησε να την προσελκύσει φιλικά όπου η Μαριέττα το δέχτηκε ένθερμα. Μια νύχτα του Ιούλη, η διάθεση της Μαριέττας ήταν στα τάρταρα. Η μικρή περνούσε ανεμοβλογιά και η ίδια δεν ήξερε πώς να διαχειριστεί την όλη κατάσταση. Δεν άντεχε να την βλέπει να πονάει και προσπαθεί να απαλύνει τον πόνο της ξύνοντας τις πληγές της. Τηλεφώνησε στον Δημήτρη, μισομεθυσμένη και εκείνος βρέθηκε αμέσως δίπλα της. Μέχρι πρότινος, η Μαριέττα δεν του είχε αποκαλύψει τίποτα για πώς η Φένια ήρθε στην ζωή της.

Κούρνιασε στην αγκαλιά του και έβαλε τα κλάματα.

«Γιατί κλαις κορίτσι μου;» την ρώτησε ο Δημήτρης χαϊδεύοντας της τα καστανά μαλλιά της. Τα δάκρυα της φούντωσαν και κλείνοντας μες τις χούφτες της την μπλούζα του, τον έσφιξε πάνω της. Σήκωσε το κεφάλι της και με τα δάκρυα να κυλάνε στα μάγουλα της, ένωσε τα χείλη της με τα δικά του. Ο Δημήτρης σάστισε μα γρήγορα πέρασε το χέρι του γύρω από την μέση της και την κάθισε στα πόδια του.

«Θέλω να σου μιλήσω για την γέννηση της Φένιας.» του είπε μόλις έσπασε το φιλί τους.

«Δεν είσαι καλά Μαριέττα. Μια άλλη στιγμή.» την σταμάτησε ο Δημήτρης αλλά η Μαριέττα ήταν αποφασισμένη να του μιλήσει.

«Όχι, πρέπει να σου πω. Πρέπει να σου πω τα πάντα.»

Και πράγματι του τα είπε όλα. Το πώς η Νατάσα εγκατέλειψε την κόρη της χωρίς ντροπή, το πόσο πάλεψε να ανταπεξέλθει ως μητέρα, τις δύσκολες μέρες που πέρασε μέχρι να βγει η απόφαση του δικαστηρίου και τέλος την απόφαση της να μιλήσει στην Φένια.

Ο Δημήτρης την άκουγε σοκαρισμένος μα από μέσα του σύγχαιρε τον εαυτό του που αγάπησε μια τόσο δυνατή γυναίκα. Αγάπησε το παιδί μιας άλλης σαν δικό της και το ανέθρεψε με τόση στοργή. Όταν η Μαριέττα τελείωσε την εξιστόρηση της, την φίλησε με ένταση και της υποσχέθηκε πως θα ήταν δίπλα της σε κάθε απόφαση που θα έπαιρνε.

Παντρεύτηκαν έναν χρόνο μετά και ο Δημήτρης έγινε ο πατέρας που άρχισε να ζητάει η Φένια. Ενάμιση χρόνο μετά, η Μαριέττα έμεινε έγκυος και η Φένια ως μεγάλη αδελφή ενθουσιάστηκε με τον ερχομό του νέου μωρού. Πλησίαζε τα πέντε και πλέον καταλάβαινε τα πάντα. Τελικά, οι γονείς της τής χάρισαν δυο αδελφάκια δίδυμα και η χαρά της Φένιας ήταν απερίγραπτη. Ο Κυριάκος και η Λυδία, οι οποίοι γεννήθηκαν με διαφορά λεπτών, επισφράγισαν την αγάπη και τον γάμο του ζευγαριού.

Όταν η Φένια ήταν εννιά χρονών, τα δίδυμα πλησίαζαν τα τέσσερα και ο Δημήτρης μαζί με την Μαριέττα αποφάσισαν πως είχε έρθει η ώρα η Φένια να μάθει όλη την αλήθεια. Είχαν επισκεφτεί έναν παιδοψυχολόγο για να συζητήσουν αυτό το θέμα και ο ειδήμων τους είχε συμβουλέψει να της αποκαλύψουν ότι η ίδια ζητήσει.

Ο Κυριάκος και η Λυδία, βρισκόταν στους γονείς του Δημήτρη και έτσι το νεαρό ζευγάρι είχε όλη την ώρα στην διάθεση του για να μιλήσει με την κόρη του. Της ζήτησαν να καθίσει στο σαλόνι μαζί τους γιατί ήθελαν να της πουν κάτι σημαντικό.

«Θα έχω κι' άλλο αδελφάκι;» υπέθεσε αμέσως η Φένια και τσίριξε ενθουσιασμένη. Το ζευγάρι χαμογέλασε σφιγμένα.

«Όχι αγάπη μου, δεν είμαι έγκυος.» της απάντησε η Μαριέττα.

«Ακόμη.» πρόσθεσε γελώντας ο Δημήτρης και η σύζυγος του τον χτύπησε απαλά στο πλευρό.

«Τότε τι συμβαίνει μαμά;» αναρωτήθηκε περίεργη η Φένια.

«Μωρό μου ξέρεις πως εγώ και ο μπαμπάς σε αγαπάμε με όλη μας την καρδιά. Σωστά;»

«Ναι μαμά, το ξέρω. Μπαμπά, τι συμβαίνει;» στράφηκε στον πατέρα της η Φένια.

«Κορίτσι μου, πρέπει να σου αποκαλύψουμε κάτι σημαντικό. Όμως πριν το κάνουμε αυτό, μην ξεχάσεις την αγάπη μας.» την παρακάλεσε ο Δημήτρης και το κορίτσι έγνεψε καταφατικά.

«Σου αρέσει η ρυθμική γυμναστική;» ρώτησε η Μαριέττα.

«Ναι αρκετά. Αλλά γιατί με ρωτάς κάτι τέτοιο;»

«Φένια μου όπως ξέρεις εγώ με την μαμά παντρευτήκαμε όταν ήσουν δυόμιση χρονών. Ξέρεις όμως γιατί συνέβη αυτό;»

«Όχι. Γιατί;»

«Αγάπη μου, εγώ τον μπαμπά τον γνώρισα μετά την γέννηση σου.» της αποκάλυψε η Μαριέττα με σπασμένη φωνή. Ο Δημήτρης την έσφιξε πάνω του δίνοντας της δύναμη να συνεχίσει αλλά η γυναίκα δεν μπορούσε.

«Μπαμπά είναι αλήθεια;» ρώτησε σοκαρισμένη η Φένια.

«Ναι κορίτσι μου.»

«Άρα δεν είσαι εσύ ο μπαμπάς μου.» διαπίστωσε με ψιθυριστή φωνή το κορίτσι. «Τότε ποιος είναι;»

Ο Δημήτρης της ένευσε να πάει κοντά του και η Φένια το έκανε αμέσως, πέφτοντας στην αγκαλιά του. Η καρδιά του σφίχτηκε, δεν ήταν έτοιμοι να της αποκαλύψουν κάτι τέτοιο τελικά. Η Μαριέττα σήκωσε το πρόσωπο της και κοίταξε την κόρη της. Με δάκρυα να κυλούν στα μάγουλα της και να καταλήγουν στο στήθος της, χάιδεψε τρυφερά τα ξανθά μαλλάκια της κόρης της. Έσκυψε ελαφρά και παίρνοντας ένα τετράδιο που ήταν ακουμπισμένο πάνω στο τραπεζάκι που βρίσκονταν μπροστά της, το άνοιξε και έβγαλε από μέσα του μια φωτογραφία. Ο Δημήτρης τής έγνεψε καταφατικά. Η Φένια την κοίταξε απορημένη.

«Αυτή είναι η μητέρα σου μωρό σου. Η Νατάσα Πρενατόφ.» της έτεινε την φωτογραφία και το εννιάχρονο κορίτσι την πήρε και έβαλε τα κλάματα. Αγκάλιασε σφιχτά τον πατέρα της και ξέσπασε σε λυγμούς που τράνταζαν το παιδικό σωματάκι της.

«Είμαι υιοθετημένη δηλαδή;» ρώτησε μες τα αναφιλητά της και έσφιξε περισσότερο τον Δημήτρη. Η Μαριέττα την πήρε από την αγκαλιά του συζύγου της και την τοποθέτησε απαλά στην δική της.

«Μωρό μου, σ' αγαπάμε όσο τίποτα άλλο στον κόσμο και αυτό δεν πρέπει να το αμφισβητήσεις ποτέ. Ρώτα μας ό, τι θες να μάθεις σχετικά με την μητέρα σου και την υιοθεσία σου.» της ζήτησε η Μαριέττα και η Φένια σκούπισε τα δάκρυα από τα ματάκια της και κοίταξε μία τον πατέρα της και μία την μητέρα της.

«Γιατί με έδωσε;»

Ο παιδοψυχολόγος τούς είχε πει πως η πρώτη ερώτηση που κάνει το παιδί όταν μαθαίνει για την υιοθεσία του ήταν η συγκεκριμένη γι' αυτό θα έπρεπε να είναι αρκετά προσεκτικοί.

«Η μητέρα σου ήταν είκοσι ένα χρονών όταν σε γέννησε και ήταν ολυμπιονίκης στην ρυθμική γυμναστική. Δεν γνώριζε ότι ήταν έγκυος σε σένα μέχρι που την έπιασαν οι πόνοι στο γήπεδο ενώ ήταν έτοιμη να πάρει το τρίτο της χρυσό μετάλλιο. Ήμουν η γιατρός της τότε και εγώ της αποκάλυψα πως γεννιόσουν. Ο θείος Χαρίλαος την ξεγέννησε και εγώ δεν έφυγα στιγμή από την αίθουσα. Ακόμη και όταν γεννιόσουν ήσυχη ήσουν.» την γαργάλισε στην κοιλιά γελώντας η Μαριέττα και η Φένια γέλασε με την κίνηση της μητέρας της.

»Αλλά αγάπη μου, η μητέρα σου δεν μπορούσε να σε κρατήσει, έτσι της πρότεινα να σε μεγαλώσω εγώ και δέχτηκε. Ήμουν πολύ χαρούμενη που θα γινόσουν κόρη μου, σε αγάπησα από την πρώτη στιγμή που σε είδα. Λίγο καιρό μετά, γνώρισα τον μπαμπά που με βοήθησε πολύ με την ανατροφή σου.»

Ο Δημήτρης βουρκωμένος έκλεισε μες την θερμή του αγκαλιά τις γυναίκες της ζωής του και φίλησε τρυφερά το μάγουλο της κόρης του.

«Δεν μετανιώνουμε καθόλου που ήρθες στην ζωή μας. Ήσουν το καλύτερο δώρο.» της εκμυστηρεύτηκε και ένα δάκρυ κύλησε στο μάγουλο του.

«Σας αγαπώ! Εσείς είστε οι γονείς μου, κανένας άλλος.» άνοιξε τα μικρά χεράκια της και τους αγκάλιασε σφιχτά. Οι φουρτουνιασμένες καρδιές του νεαρού ζευγαριού ηρέμησαν μες την αγκαλιά της κόρης τους.

Ο Κυριάκος και η Λυδία δεν έμαθαν ποτέ για την υιοθεσία της Φένιας. Ήταν η αδελφή τους, το πρώτο παιδί των γονιών τους κι έτσι θα παρέμενε.

Περάσανε τέσσερα χρόνια από εκείνη την ημέρα. Η Φένια, τον προηγούμενο Ιούνη είχε τελειώσει το δημοτικό με άριστα και σήμερα ήταν η πρώτη της ημέρα ως μαθήτρια γυμνασίου. Έπεσε με φόρα στο κρεβάτι των γονιών της και τους ταρακούνησε με δύναμη για να ξυπνήσουν.

«Έλα ρε Φένια, άσε με!» διαμαρτυρήθηκε ο Δημήτρης που τον φιλούσε ρουφηχτά στα μάγουλα. Έπειτα γύρισε προς την μητέρα της και την αγκάλιασε σφιχτά φιλώντας με δύναμη το μάγουλο της. Η Μαριέττα έκρυψε κάτω από το πάπλωμα το πρόσωπο της και η Φένια αποφάσισε πως ήρθε η ώρα να αναλάβουν οι μεγάλες δυνάμεις. Σηκώθηκε με σιγανά βήματα από το κρεβάτι και ανοίγοντας την πόρτα, ένευσε στα αδέλφια της να μπουν μέσα. Αμέσως ο Κυριάκος και η Λυδία, μπήκαν μέσα με τις ντουντούκες και τα τύμπανα που τους είχε κάνει δώρο ο μπαμπάς του Δημήτρη για μια σχολική γιορτή.

Η Μαριέττα και ο Δημήτρης πετάχτηκαν από το κρεβάτι. Μόλις είδαν το πάρτι που γινόταν στην κρεβατοκάμαρα της, έβαλαν τα γέλια και αγκαλιάστηκαν.

«Θα πάω στο γυμνάσιο!» τους θύμισε η Φένια φωνάζοντας και τα εφτάχρονα δίδυμα την ακολούθησαν.

«Θα πάει στο γυμνάσιο!» φώναξαν ταυτόχρονα και άρχισαν να χτυπάνε τα τύμπανα που ήταν δεμένα στους ώμους τους.

«Ας πάμε λοιπόν!» είπε με δυνατή φωνή ο Δημήτρης και όλοι έσπευσαν να ετοιμαστούν για την πρώτη μέρα της Φένιας στο γυμνάσιο.

***

«Μην έχεις καθόλου άγχος, όλα καλά θα πάνε.» την συμβούλευσε ο Δημήτρης και φίλησε την κορυφή του κεφαλιού της τρυφερά.

«Αν θες έρχομαι κι εγώ μέσα, δεν έχω θέμα.» της πρότεινε συγκινημένη η Μαριέττα και η Φένια στριφογύρισε τα μάτια της. Δεν μπορούσε να συνειδητοποιήσει πως η κόρη της είχε μεγαλώσει τόσο πολύ και τόσο γρήγορα.

«Μαμά, σταμάτα! Με κάνεις ρεζίλι.»

«Εγώ φταίω που σ' αγαπάω.» μούτρωσε η Μαριέττα και έδεσε τα χέρια της στο στέρνο της. Ο Δημήτρης πέρασε το χέρι του γύρω από την μέση της και την έσφιξε πάνω του, γελώντας με την συμπεριφορά της.

Η Φένια της έδωσε ένα πεταχτό φιλί στο μάγουλο. «Και εγώ σ' αγαπάω μαμά μου.» Τους χαιρέτησε και ενθουσιασμένη για την νέα σχολική χρονιά πέρασε το κατώφλι του κτηρίου όπου στεγαζόταν το γυμνάσιο. Εντόπισε από μακριά την Αναστασία, την συμμαθήτρια και φίλη της και μαζί μπήκαν μες την αίθουσα που θα περνούσαν εννιά μήνες μάθησης.

Ο υπεύθυνος καθηγητής δεν είχε έρθει ακόμη και έτσι τα παιδιά συζητούσαν και γελούσαν μεταξύ τους. Η Φένια μαζί με την Αναστασία πλησίασαν την υπόλοιπη παρέα όπου η Ανδρονίκη εξιστορούσε την γέννηση της μικρής αδελφής της.

«Η μαμά μου γέννησε στο σπίτι γιατί δεν ήθελε γιατρούς και νοσοκομεία. Και ήμασταν όλοι μπροστά. Ήταν πολύ ωραία. Εσάς πως σας γέννησε η μαμά σας;»

«Εγώ γεννήθηκα σε ένα δάσος γιατί η μαμά μου ήταν ορειβάτης και δεν πρόλαβε να πάει στο νοσοκομείο.» απάντησε πρώτη η Ελίνα.

«Κι εμένα η μαμά μου στο σπίτι με γέννησε. Αρκετά πρωτότυπο για εκείνη την εποχή.» υπερηφανεύτηκε η Αναστασία και τίναξε τα μαλλιά της με αέρα ντίβας και γέλασε.

«Εσένα Φένια; Πώς σε γέννησε η μαμά σου;» αναρωτήθηκε η Ανδρονίκη. Η Φένια κοίταξε την Αναστασία. Ήταν η μόνη που γνώριζε για την υιοθεσία της. Πήρε μια βαθιά ανάσα και μίλησε.

«Εμένα η μαμά μου με γέννησε από την καρδιά της.»

ΤΕΛΟΣ

{Ο λόγος που τόσες μέρες δεν ανέβασα κεφάλαιο στο Άρωμα είναι γιατί έχασα την όρεξη μου. Προσπάθησα να την ξανακερδίσω και κατέληξα στο συμπέρασμα πως μόνο αν δεν σταματήσω το γράψιμο, θα έχω όρεξη και μάλιστα αρκετή. Αυτό το διήγημα με βοήθησε πολύ. Αύριο ή μεθαύριο κεφάλαιο στο Άρωμα λοιπόν! 

Φιλιά, 

Χαρά!}

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top