Κεφάλαιο 36: Προετοιμασίες και Συμβούλια


Δεύτερη Σκοτεινή Διάσταση

Στη μεγάλη τραπεζαρία όπου γίνονταν επίσης τα συμβούλια, είχαν συγκεντρωθεί ο Άνθιμος, οι Τρεις Λοχαγοί και ο Ιάσονας. Όλοι είχαν από ένα ποτήρι αίμα μπροστά τους, εκτός απ' τον Ιάσονα ο οποίος έπινε κρασί.

«Λοιπόν, αγαπητοί μου, σας κάλεσα όλους εδώ γιατί έχω κάποιες ανακοινώσεις να κάνω, καθώς και σχέδια για την κατάκτηση της Χώρας των Ξωτικών.» Στο κέντρο του τραπεζιού βρισκόταν απλωμένος ένας χάρτης της χώρας. «Πριν από αυτό όμως, οφείλω να εξηγήσω στον Ιάσονα πως λειτουργεί ακριβώς το Πετράδι Δημιουργίας Κόσμων, αφού ως Τέταρτος Λοχαγός πρέπει να γνωρίζει. Πρώτα όμως, έχω μια ανακοίνωση να κάνω στους υπόλοιπους από εσάς. Ο Ιάσονας, ως γιος μου, εκτός από Τέταρτος Λοχαγός θα γίνει επίσης και Πρίγκιπας της Σκοτεινής Διάστασης, η οποία θα μετονομαστεί σε Διάσταση της Νύχτας και εμείς θα ονομαζόμαστε Νυχτερινοί, για να ξεχωρίζουμε από τους άλλους, τους προδότες Σκοτεινούς της Ελπινίκης.» Κανένας από τους τρεις δεν έδειξε να χαίρεται με την ανακοίνωση της στέψης του Ιάσονα σε πρίγκιπα, ωστόσο μόνο ο Αντίνοος άφησε να φανεί η δυσαρέσκεια στο πρόσωπο του.

Ο Άνθιμος στράφηκε στον γιο του:

«Λοιπόν, Ιάσονα, ήρθε η ώρα να σου εξηγήσω πώς λειτουργεί το Πετράδι Δημιουργίας Κόσμων. Πού πιστεύεις ότι βρίσκεται αυτό το πολύτιμο και παντοδύναμο πετράδι;» τον ρώτησε σαν δάσκαλος που εξέταζε έναν μαθητή του.

«Είμαι σίγουρος πως βρίσκεται καλά κρυμμένο σε κάποιο υπόγειο κάτω από το κάστρο.» απάντησε εκείνος.

«Λάθος!» αναφώνησε ο Άνθιμος με ένα παιχνιδιάρικο χαμόγελο. «Το Πετράδι Δημιουργίας Κόσμων βρίσκεται μέσα μου, αφού το κατάπια για να αποκτήσω τις δυνάμεις του και να τις αξιοποιήσω στο έπακρο. Δε βρίσκεται σε κάποιο συγκεκριμένο σημείο του σώματος μου, όπως είναι το Μαύρο Πετράδι το οποίο βρίσκεται στην καρδιά μου και δίνει δύναμη μέσα από τις φλέβες μου σε όλο μου το σώμα. Το Πετράδι Δημιουργίας βρίσκεται παντού, έτσι μονάχα εγώ μπορώ να εξαπλώσω τη Σκοτεινή Διάσταση οπουδήποτε θελήσω και να τη διαμορφώσω όπως θέλω. Όταν εξαπλωθεί σε ένα μέρος η Σκοτεινή Διάσταση, οι αλλαγές που γίνονται εκεί είναι μόνιμες και η ενέργεια αυτή δεν αναιρείται ακόμα και αν πεθάνω. Δηλαδή, αν με σκοτώσουν, υποθετικά πάντα γιατί κάτι τέτοιο δεν πρόκειται να γίνει, δεν καταστρέφονται αυτομάτως οι δύο Σκοτεινές Διαστάσεις. Αν με σταματήσει όμως κάποιος την ώρα που δημιουργώ έναν τέτοιο κόσμο, τότε η ενέργεια μπορεί να ακυρωθεί.»

Ο Ιάσονας δεν είχε ιδέα ότι θα λειτουργούσε έτσι. Έτσι εξηγούνταν το όραμα του με τον Άνθιμο να εξαπλώνει τη Σκοτεινή Διάσταση στη Χώρα των Ξωτικών χρησιμοποιώντας μόνο τα χέρια του. Τα είχε σκεφτεί και μελετήσει όλα και, όσο και αν δεν το παραδεχόταν, τον θαύμαζε για το μυαλό του. Ένα βλέμμα επιβεβαίωσης από τον Άνθιμο συνόδευσε αυτές τις σκέψεις του καθώς τις διάβασε και συνέχισε:

«Το πρόβλημα με το συγκεκριμένο πετράδι είναι, ότι για να εξαπλωθεί η Σκοτεινή Διάσταση από μέσα μου και μέσα από αυτό, πρέπει να κάνω το ξόρκι σε ένα κεντρικό σημείο που να διαθέτει μεγάλα αποθέματα μαγείας ή ισχύος, όπως ήταν το Παλάτι στο Βασίλειο του Νότου. Στη Χώρα των Ξωτικών, ένα μέρος που τα διαθέτει και τα δύο είναι το Παλάτι των Ανώτερων Αρχόντων στο Βουνό Δίκορφο, όπως ακριβώς είδε στο όραμα του ο Ιάσονας. Ωστόσο δεν θα είναι καθόλου εύκολο να εισβάλλουμε απευθείας στο παλάτι, ούτε και να ανοίξουμε πύλες μέσα σε αυτό, για αυτό θα πρέπει πρώτα να χτυπήσουμε μερικά στρατηγικά σημεία της Χώρας των Ξωτικών ώστε να τους αποδυναμώσουμε.»

Σε αυτό το σημείο σηκώθηκε, έβγαλε το σπαθί του και άρχισε να δείχνει με τη μύτη του διάφορα σημεία στο χάρτη:

«Ανφάνη. Νότιο Χωριό. Δάσος των Ανθέων. Και τελευταία θα αφήσουμε την Έλφια, θα επιτεθούμε εκεί, θα κατακτήσουμε το Παλάτι και θα συνεχίσουμε μέχρι το Βουνό Δίκορφο, όπου δεν θα μπορούν πλέον να μας σταματήσουν τα ταλαίπωρα Ξωτικά και οι άχρηστοι σύμμαχοι τους. Θα σκοτώσουμε τους Ανώτερους Άρχοντες και τον Άρχοντα Έλιο, ο οποίος σίγουρα θα προσπαθήσει να μας σταματήσει, ο ανόητος... κι ύστερα εγώ θα απλώσω από το Παλάτι των Ανώτερων την αιώνια νύχτα σε όλη τους τη χώρα!» είπε υψώνοντας τη φωνή του στο τέλος με σατανική χαρά. «Συμφωνείτε όλοι με το σχέδιο;» Αυτή η ερώτηση φυσικά ήταν περιττή, αφού ακόμα και αν δεν συμφωνούσαν, ήταν υποχρεωμένοι να τον ακολουθήσουν διαφορετικά θα θεωρούνταν προδότες. Ο Ιάσονας συμφώνησε και εκείνος γέρνοντας το κεφάλι σαν υπόκλιση ή παραίτηση.

Λυπόταν ήδη για τις αθώες ζωές που θα χάνονταν ανάμεσα σε όσους θα άξιζε ο θάνατος, όμως δεν υπήρχε άλλη επιλογή και για εκείνον δεν υπήρχε γυρισμός από τη στιγμή που επέλεξε να ακολουθήσει τον Άνθιμο.

«Θα πρέπει όμως να προστατεύσουμε τον άρχοντα μας όσο εκείνος θα εξαπλώνει τη Διάσταση της Νύχτας, διότι αν του επιτεθούν και χάσει την αυτοσυγκέντρωση του ή κινηθεί, θα πρέπει να επαναλάβει το ξόρκι εξάπλωσης από την αρχή.» διέκοψε τις σκέψεις του η φωνή του Αρίσταρχου.

«Ακριβώς. Σε ευχαριστώ που το επισήμανες, Πρώτε.» είπε ο Άνθιμος.

«Και πότε θα κάνουμε την πρώτη επίθεση, Άρχοντα;» ρώτησε ο κλασικά ανυπόμονος Αντίνοος.

«Σε τρεις μήνες, αγαπητέ Δεύτερε. Για την ακρίβεια, θα χτυπήσουμε την Ανφάνη λίγο μετά τη Γιορτή του Καλοκαιριού, για να τους πιάσουμε απροετοίμαστους, κουρασμένους και πιωμένους από το διάσημο φεστιβάλ. Θα τους είναι τρομερά δύσκολο να αντισταθούν.»

«Γουστάρω! Θα γίνει χαμός!» φώναξε ο Αντίνοος χτυπώντας μια φορά παλαμάκια, όμως σοβαρεύτηκε αμέσως με το αυστηρό βλέμμα του άρχοντα του.

Ο Ιάσονας σκεφτόταν ήδη την πανέμορφη Ανφάνη, θυμόταν πόσες στιγμές είχε περάσει εκεί με την παρέα του, όταν ήταν ακόμα ο παλιός Ιάσονας, και απλά αδυνατούσε να τη δει κατεστραμμένη, γεμάτη αίμα και σκόνη. Ήλπιζε τουλάχιστον οι φίλοι του να ήταν ασφαλείς, να μη βρίσκονταν εκεί αυτή τη χρονιά.

«Μέχρι τότε, θα ξεκινήσετε όλοι σκληρή εκπαίδευση στα στρατεύματα σας και όσο για εσένα, Ιάσονα, θα πρέπει να εκπαιδευτείς παράλληλα και να μάθεις πώς λειτουργεί η Διάσταση της Νύχτας.» είπε ο Άνθιμος διακόπτοντας ξανά τις σκοτεινές του σκέψεις. «Και εσείς οι τρεις θα βοηθήσετε στην εκπαίδευση του. Μπορεί ο Ιάσονας να έχει ανοσία στο δηλητήριο μας, συνεπώς να μη μπορεί να μεταμορφωθεί μόνιμα, όμως έχει μια πολύ ισχυρή φύση βρικόλακα, την οποία αν καταφέρουμε να δαμάσουμε και τον βοηθήσουμε να την ελέγχει, θα είναι μια πολύτιμη βοήθεια για εμάς. Ξέρω πως είναι δύσκολο να τον βλέπετε σαν απειλή αυτή τη στιγμή. Όμως, θέλω να τον αγκαλιάσετε και να τον δεχθείτε σαν αδελφό σας, όπως θα δεχόσασταν οποιονδήποτε άλλο λοχαγό.»

{...}

Έλφια, Χώρα των Ξωτικών

Ανυποψίαστοι για τα σχέδια του Άνθιμου, τα Ξωτικά διοργάνωσαν ένα ακόμα συμβούλιο στο Παλάτι της Έλφιας την αμέσως επόμενη μέρα, ένα συμβούλιο μέσα στο άγχος και την αγωνία. Αυτή τη φορά, η Ελπινίκη παρευρέθηκε μόνη της, καθώς η Ροζαλία πρόσεχε τη Φωτεινή, και ο Ορέστης ένιωσε μια θλίψη που δεν την είδε.

Ο Άρχοντας Παύλος πήγε μόνο με τον Αγησίλαο. Η Μοργκάνα απαξιούσε να πάει και ο Σωκράτης δεν είχε το κουράγιο. Η Βασίλισσα Αλεξάνδρα είχε ταξιδέψει στο Κεντρικό Βασίλειο της χώρας, είχε ενημερώσει τους συμβασιλείς της σχετικά με τα τελευταία γεγονότα και παρίσταντο και εκείνοι μέσω βιντεοκλήσης από την αίθουσα συμβουλίων της Πρωτεύουσας.

«Όπως καταλαβαίνετε, αγαπητοί άρχοντες, αξιωματικοί και λοιποί παρευρισκόμενοι, βαδίζουμε ξανά σε πόλεμο.» είπε ο Έλιος. «Μόνο που σε αντίθεση με την προηγούμενη φορά, τώρα δεν γνωρίζουμε τα ακριβή σχέδια του Άνθιμου, που και πότε θα χτυπήσει. Το μόνο που γνωρίζουμε είναι ότι θα επιτεθεί απευθείας στη Χώρα των Ξωτικών, για αυτό και τα στρατεύματα μας έχουν αρχίσει ήδη να προπονούνται, να προετοιμάζονται και να καθησυχάζουν τους πολίτες ότι θα τους κρατήσουν ασφαλείς. Παράλληλα προσευχόμαστε στους Θεούς να στείλουν στη Μάντισσα Ορτανσία κάποιο όραμα που θα μας βοηθήσει.»

«Από μία άποψη, είναι καλό το γεγονός πως θα επιτεθεί εδώ, Άρχοντα μου.» πήρε το λόγο η Άντρια. «Διότι τώρα δεν θα χρειαστεί να χωριστούμε, αλλά θα είμαστε ολόκληρος ο στρατός εδώ. Ακόμα και διασκορπισμένοι σε ολόκληρη τη χώρα αν είμαστε, θα προλάβουμε πιστεύω να στείλουμε εγκαίρως ενισχύσεις από ένα μέρος στο άλλο αν χρειαστεί.»

«Συμφωνώ, Αρχηγέ της Γης. Αρκεί να μη στείλει και εκείνος στρατό σε πολλά μέρη ταυτόχρονα.» είπε ο Νίμος.

«Δεν πιστεύω πως θα ρισκάρει να χωρίσει το στρατό του.» είπε ο Ορέστης. «Κάτι τέτοιο θα οδηγούσε σε πανωλεθρία του όπως την προηγούμενη φορά. Ήδη ο στρατός του είναι περιορισμένος, πέρα από μερικά ξωτικά που δυστυχώς τον ακολούθησαν τους τελευταίους μήνες.»

«Συμφωνώ και εγώ με την Αρχηγό Άντρια. Όντως έχουμε τον κατάλληλο στρατό για να τον πολεμήσουμε.» είπε ο Έλιος.

«Άρχοντα Έλιε, παρά τα τελευταία γεγονότα και παρότι ο εγγονός μου βρίσκεται αυτή τη στιγμή με το μέρος του Άνθιμου, θα σταθούμε για ακόμα μία φορά δίπλα σας και θα πολεμήσουμε στο πλάι σας, όχι για εσάς φυσικά αλλά για τη σωτηρία ολόκληρου του Κόσμου, διότι αν καταφέρει να εξαπλώσει τη Σκοτεινή Διάσταση εδώ, ξέρουμε όλοι πολύ καλά ότι θα ακολουθήσουν και άλλα βασίλεια. Η Χώρα των Ξωτικών θα είναι μόνο η αρχή και εμείς σαν Μάγοι έχουμε το χρέος να τον σταματήσουμε.» είπε ο Παύλος.

«Και εμείς τα Πέντε Βασίλεια ενωμένα, θα στείλουμε επίσης στρατό για ενισχύσεις, και θα πολεμήσουμε με ό,τι δυνάμεις έχουμε.» ανακοίνωσε ο Βασιλιάς του Βορρά και Αρχιβασιλιάς των Πέντε Βασιλείων, ο Λαέρτης.

«Έχω επικοινωνήσει ήδη με τη Λαίδη Βαλεντίνα και τους βρικόλακες της, οι οποίοι δέχθηκαν για ακόμα μια φορά να βοηθήσουν. Εφόσον οι μάχες σίγουρα θα γίνονται νύχτα για να μην καούν ο Άνθιμος και οι δικοί του, θα μπορέσουν να πολεμήσουν και εκείνοι.» είπε η Βασίλισσα Αλεξάνδρα. «Θα ξεκινήσουν άμεσα από τη Χώρα του Φεγγαριού, όμως όπως ξέρουμε όλοι καλά θα χρειαστούν περίπου τρεις μήνες για να φτάσουν σε αυτή την πλευρά του Κόσμου.»

«Ας ελπίσουμε να προλάβουν.» είπε ο Έλιος. «Ευχαριστούμε όλους τους βασιλείς και των Πέντε Βασιλείων. Εσείς, Λαίδη Ελπινίκη, θα διαθέσετε στρατό;» στράφηκε έπειτα στη Σκοτεινή Αρχόντισσα.

«Εννοείται αυτό, όχι μόνο ως εκδίκηση στον Λόρδο Άνθιμο, αλλά και για να συμβάλουμε και εμείς στη σωτηρία του Κόσμου. Για να είμαι ειλικρινής, δεν σας συμπαθούμε ιδιαίτερα και πολλοί από εμάς έχουμε αδικηθεί από το είδος σας, για αυτό άλλωστε στραφήκαμε με το μέρος του Άνθιμου στην αρχή. Όμως έχουμε πάρει όρκο από εδώ και στο εξής να πολεμάμε για το καλό, και αν κυβερνήσει ο Άνθιμος τον Κόσμο, τίποτα καλό δεν θα υπάρχει πια.»

Τα Ξωτικά της αίθουσας κοιτάχτηκαν μεταξύ τους για τις αιχμηρές δηλώσεις της Ελπινίκης, κανένας όμως δεν εξέφρασε παράπονο.

«Και τι θα γίνει με τους νεαρούς από τον Νότο, Άρχοντα μου;» ρώτησε ο Νίμος κοιτάζοντας ανήσυχος τα παιδιά. «Δεν θα ήταν σωστό να τους στείλουμε πίσω στην πατρίδα τους, να είναι πιο ασφαλείς;»

«Όχι!» πρόλαβε και αναφώνησε ο Γιάννης και σηκώθηκε όρθιος. «Θα πολεμήσουμε και εμείς, είτε με τη στολή των Ξωτικών είτε του Νότου, Άρχοντα Έλιε. Έχουμε μερίδιο ευθύνης που ο Ιάσονας πήγε με την πλευρά του εχθρού, και αν υπάρχει έστω και μία πιθανότητα να τον συναντήσουμε στη μάχη και να τον συνεφέρουμε, δεν θα καθίσουμε πίσω με σταυρωμένα τα χέρια.» Ο Ηρακλής ένευσε συμφωνώντας καθώς σηκώθηκε δίπλα του και το λόγο με τη σειρά της πήρε η Ιφιγένεια:

«Και εγώ αιτούμαι να καταταγώ ξανά στους Θεραπευτές και να πολεμήσω, Άρχοντα Έλιε. Και αν συναντήσω τον Ιάσονα, θα κάνω ό,τι μπορέσω και εγώ για να του εξηγήσω και να τον πείσω να αλλάξει γνώμη.»

«Θα είναι επικίνδυνο όμως. Είναι πολύ πιθανόν ο Άνθιμος να κάνει πλύση εγκεφάλου στον Ιάσονα και να μη σας βλέπει πια ως φίλους αλλά σαν εχθρούς.» διαφώνησε ο Ξωτικός Άρχοντας.

«Δεν αντίθεση με όλους εσάς που τον καταδικάσατε, εμείς τον ξέρουμε καλά τον Ιάσονα.» είπε πιο επιθετικά αυτή τη φορά ο νεαρός Μάγος της Φωτιάς.

«Γιάννη...» προσπάθησε να τον συνετίσει ο φίλος του.

«Όχι, Ηρακλή. Άσε με να τους πω την αλήθεια. Εξαιτίας τους βρίσκεται ο Ιάσονας τώρα στη θέση που βρίσκεται! Ένιωσε ανεπιθύμητος, ένιωσε πως θέλαμε όλοι να τον χρησιμοποιήσουμε και με το δίκιο του!» ύψωσε τη φωνή.

«Ίσως να μας είχε ακολουθήσει τελικά αν δεν αποκάλυπτε ο Άνθιμος την κρυφή σχέση που είχατε με τη Θεραπεύτρια Ιφιγένεια κλέβοντας την από τον φίλο σας!» του φώναξε ο Αρχιθεραπευτής Νικόδημος.

«Δεν υπήρξε καμία σχέση! Είπαν πως ήταν ένα στιγμιαίο λάθος!» πήρε θέση ο Ζαχαρίας, μην αντέχοντας να ακούει να κατηγορούν έτσι την κόρη του.

Ο Γιάννης κάθισε ξανά ταραγμένος. Μπορεί να ήταν υπερβολικό αυτό που είπε ο Νικόδημος όμως είχε μια δόση αλήθειας. Έφταιγαν και εκείνοι. Η Ιφιγένεια κρατιόταν με το ζόρι να μη δακρύσει.

«Σας παρακαλώ, μην τους κατηγορείτε άλλο, Αρχιθεραπευτή. Αρκετά άσχημα αισθάνονται. Είπαμε πως θα το αφήσουμε πίσω μας αυτό.» τους υποστήριξε όπως μπορούσε ο Έλιος, έπειτα στράφηκε σε εκείνους: «Μπορείτε να παραμείνετε εδώ και να πολεμήσετε με τα χρώματα του βασιλείου σας, Γιάννη και Ηρακλή. Έτσι και αλλιώς, είσαστε πλέον ένα αναπόσπαστο κομμάτι του Παλατιού μου. Όσο για εσένα, Ιφιγένεια, μπορείς να πολεμήσεις με τη στολή των ξωτικών και την καρφίτσα των θεραπευτών. Το ίδιο ισχύει και για εσένα και τη σύζυγο σου, Ζαχαρία.»

Ο Ζαχαρίας και η Χρυσάνθη κοιτάχτηκαν μεταξύ τους κι ήταν σαν να μίλησαν με τα μάτια. Ήξεραν ήδη ποια απόφαση θα έπαιρναν. Όπου βρισκόταν η κόρη τους, θα βρίσκονταν κάπου εκεί κοντά και αυτοί.

«Θα μείνουμε και θα πολεμήσουμε και εμείς, Άρχοντα Έλιε, όχι για εσάς αλλά για να βρισκόμαστε κοντά στην Ιφιγένεια.» είπε ο Ζαχαρίας. «Επιθυμώ να ρίξω την υπερηφάνεια μου και να καταταγώ ξανά στους Θεραπευτές, έστω και αν δεν είμαι πια ο αρχηγός τους.»

«Και εγώ το ίδιο, θα πολεμήσω στο πλευρό του συζύγου μου και της κόρης μου.» είπε η Χρυσάνθη.

«Πολύ καλά λοιπόν, είσαστε και πάλι ευπρόσδεκτοι στους Θεραπευτές.» είπε ο Έλιος. «Ο Αρχιθεραπευτής Νικόδημος θα σας δώσει στολές και θα σας ενημερώσει για τυχόν αλλαγές που έγιναν κατά την απουσία σας.»

Έτσι λοιπόν, το συμβούλιο έληξε και οι τρεις φίλοι αποφάσισαν να μείνουν. Όσο και αν ήθελαν να επιστρέψουν έστω και για λίγο στην πατρίδα τους φοβούνταν μήπως δεν προλάβαιναν να επιστρέψουν. Η Ιφιγένεια πλησίασε την Ελπινίκη μόλις βγήκαν από την αίθουσα. Παρόλο που φοβόταν για τον Ιάσονα, είχε και μια φίλη που θα γινόταν σύντομα ξωτικόλακας και ανησυχούσε και για εκείνη.

«Πώς είναι η Φωτεινή;» ρώτησε τη Σκοτεινή Αρχόντισσα.

«Ξύπνησε.» της απάντησε εκείνη. «Όμως η μεταμόρφωση της ξεκίνησε και... δεν είναι τόσο ευχάριστο θέαμα. Πονάει παντού και υποφέρει, όμως την προσέχει η Ροζαλία.» Η Ιφιγένεια δάγκωσε τα χείλη της με αγωνία. «Μην ανησυχείς. Δεν θα είναι για πολύ.» συμπλήρωσε η Ελπινίκη σαν να ήθελε να την καθησυχάσει.

«Δεν είχα ιδέα ότι ήταν τόσο επώδυνη η μεταμόρφωση.» είπε η νεαρή.

«Δεν το έχω νιώσει. Εγώ ήμουν από τους... τυχερούς Ανώτερους Πέντε, τους οποίους ο Άνθιμος είχε ναρκωμένους διότι έπρεπε να μας κάνει πειράματα και να μας δώσει τις ιδιαίτερες δυνάμεις μας. Για την ακρίβεια, εγώ και ο Ωρίωνας δεν ήμασταν απλά ναρκωμένοι αλλά νεκροί... περίπου. Τώρα όμως δεν έχουμε τις κατάλληλες γνώσεις ώστε να ναρκώσουμε τη φίλη σου.»

«Σε ευχαριστώ που την έσωσες, Ελπινίκη. Όλοι σε ευχαριστούμε.» της είπε η Ιφιγένεια και διέκρινε μια υποψία χαμόγελου στα χείλη της Σκοτεινής γυναίκας. «Θα μεταφέρω τα νέα στην Ηλέκτρα και τη Ναυσικά, αν και δεν θα τους μιλήσω για το πόσο πολύ πονάει. Δεν θέλω να στεναχωρηθούν...»

{...}

Το ίδιο βράδυ, ο Νίμος πήγε για ένα ποτό με τον καλό του φίλο Ορέστη, σε μία παμπ στο κέντρο της Έλφιας. Η παμπ ήταν χτισμένη μέσα σε έναν γιγάντιο κορμό δέντρου, εξ' ου και το στρογγυλό της σχήμα. Παρόλο που πείραζαν συχνά ο ένας τον άλλον επειδή οι δυνάμεις τους ήταν αντίθετες, υπήρχε μια βαθιά σχέση φιλίας και εμπιστοσύνης ανάμεσα τους. Ο Νίμος ήπιε την πρώτη γουλιά από το αγαπημένο του κοκτέιλ με βάση το ρούμι και γεύσεις καρύδας και ανανά, που του θύμιζε τα καλοκαίρια στην Ανφάνη, και είπε:

«Ποιος ξέρει, φίλε μου... Αυτό ίσως να είναι το τελευταίο ποτό που πίνουμε μαζί, γιατί ποιος ξέρει τι μας περιμένει...;»

«Συμφωνώ. Από αύριο θα είμαστε συνεχώς απασχολημένοι με την οργάνωση των στρατευμάτων και τις συνεχείς προπονήσεις, οι οποίες θα είναι ακόμα πιο δύσκολες όταν καταφθάσουν και τα στρατεύματα από τα Πέντε Βασίλεια.» είπε ο Ορέστης και ήπιε λίγο από το δικό του ποτό, βότκα με χυμό ρόδι.

Μετά από μερικές γουλιές ακόμα, έφτασε η ώρα των εξομολογήσεων:

«Ξέρω ότι μπορώ να σε εμπιστευθώ, φίλε μου... Και εδώ που φτάσαμε θέλω κάπου να το πω. Είμαι ερωτευμένος.» είπε ο Νίμος κάποια στιγμή. Ο Ορέστης δεν έδειξε καμία έκπληξη.

«Το ξέρω. Με τη μητέρα του Γιάννη, την Αντιγόνη, την οποία πολιορκεί και ο Μάγος Σωκράτης, σωστά;» είπε χαμηλόφωνα. Ο Νίμος γούρλωσε τα μάτια του έκπληκτος.

«Πώς το είχες καταλάβει;»

«Σας είχα δει που χορεύατε στη Γιορτή της Άνοιξης και χθες σας είδα μαζί στους κήπους. Από την αρχή είχα προσέξει το φλερτ σας και ήθελα να σε προειδοποιήσω, όμως δεν ήθελα να σε φέρω σε δύσκολη θέση... Σε προειδοποιώ όμως τώρα: πρόσεχε. Γιατί όπως σας είδα και σας κατάλαβα εγώ, άνετα θα μπορούσε να σας καταλάβει και ο Έλιος ή, ακόμα χειρότερα, οι σπιούνοι των Ανώτερων Αρχόντων.» Ο Νίμος ξεροκατάπιε και κοίταξε τριγύρω, όμως ευτυχώς το τραπέζι τους βρισκόταν αρκετά απομονωμένο και μακριά από αδιάκριτα αυτιά.

«Δεν έχει συμβεί τίποτα ακόμα μεταξύ μας. Όσο για τον Σωκράτη, από ότι μου είπε εκείνη, επέστρεψε στη Χώρα των Μάγων αφήνοντας της ένα γράμμα που έλεγε πως δεν ήθελε να συνεχίσουν. Θα μπορούσα να πω ότι το πεδίο είναι ελεύθερο για εμένα, όμως δεν θέλω να την πιέσω και από την άλλη δεν τολμώ, γιατί ξέρω πόσο ενάντια στους κανόνες είναι. Οι Ανώτεροι δεν πρόκειται να χαριστούν, θα με θεωρήσουν κακό πρότυπο για όλα τα Ξωτικά του Νερού, οπότε δεν τη γλιτώνω.» είπε και ήπιε το υπόλοιπο από το ποτό του.

«Εγώ πάντως δεν πρόκειται να πω τίποτα, ούτε να σε κρίνω σκοπεύω. Έχω βρεθεί και εγώ στη θέση σου και πρόσφατα κατάλαβα ότι ακόμα είμαι.» είπε ο Ορέστης.

«Τι; Και εσύ με θνητή;» προσπάθησε να μην αναφωνήσει ο Αρχηγός του Νερού.

«Όχι. Όχι με θνητή, αλλά με ξωτικό από άλλο είδος. Που λες λοιπόν, φίλε Νίμο, πριν από είκοσι περίπου χρόνια, προτού παντρευτώ, είχα κρυφό δεσμό με ένα ξωτικό του Αέρα. Την αγαπούσα και με αγαπούσε και είχε σπάνια ομορφιά, γκρίζα μάτια, μαλλιά γκριζορόζ και ένα κορμί θεϊκό. Και ξέρεις πως την έλεγαν; Κρατήσου γιατί θα πάθεις σοκ: Ροζαλία.»

Ο Νίμος ανοιγόκλεισε τα μάτια του μερικές φορές μέχρι να κάνει τη σύνδεση.

"Ροζαλία; Δεν εννοείς τη γνωστή Ροζαλία, τη Λοχαγό της Λαίδης Ελπινίκης...;»

«Αυτήν ακριβώς εννοώ. Εκείνη αγαπούσα και είχαμε σχέση προτού μεταμορφωθεί, όμως δεν έμελλε να κρατήσει. Διότι μας ανακάλυψαν οι οικογένειες μας και μας χώρισαν, εμένα με ανάγκασαν να παντρευτώ τη Λυδία και από τότε δεν ξαναείδα την αληθινή μου αγάπη. Η αλήθεια είναι πως την πλήγωσα τότε, επειδή προτίμησα να τα παρατήσω και να ακολουθήσω το νόμο και να παντρευτώ ένα ξωτικό όμοια μου, παρά να παλέψω για εμάς. Και τώρα την είδα ξανά μετά από τόσα χρόνια. Μου είπε πως έχασε τα πάντα τότε εξαιτίας μου και για αυτό ακολούθησε τον Άνθιμο. Είχα καταφέρει να τη βγάλω απ' το μυαλό μου, αν και πολλές φορές την είχα ονειρευτεί όλα αυτά τα χρόνια. Η επανεμφάνιση της με έκανε να καταλάβω ότι την αγαπώ ακόμα και μετανιώνω πικρά που δεν πάλεψα τότε, που δεν τα παράτησα όλα να το σκάσω μαζί της.»

«Απίστευτό...» ψιθύρισε ο Νίμος. «Και η γυναίκα σου;»

«Δεν την αγαπάω τη Λυδία, όχι με τον τρόπο που αγαπώ τη Ροζαλία, τέλος πάντων. Έχω μάθει να ζω μαζί της από συνήθεια. Για το μόνο πράγμα που δεν μετανιώνω είναι ο γιος μας.»

Ο Ορέστης τελείωσε το ποτό του και έκανε νόημα στη σερβιτόρα να τους φέρει έναν ακόμα γύρο.

«Αλλά δεν βαριέσαι... Εκείνη ούτε ζωγραφιστό δεν θέλει να με βλέπει. Στο Δάσος της Σύγχυσης δεν έκρυψε λεπτό τη δυσαρέσκεια της που έτυχε να είμαστε στην ίδια ομάδα και είπε ότι με έσωσε αναγκαστικά κάποια στιγμή που κινδύνευσα, όχι ότι νιώθει κάτι αλλά επειδή είμαστε σύμμαχοι. Αν και... τώρα που το ξανασκέφτομαι, με έσωσε παραπάνω από μία φορές...» Έμεινε σιωπηλός για λίγο. Ο Νίμος δεν ήξερε τι να του πει.

«Δεν ξέρω, έχω πιάσει τον εαυτό μου αυτές τις μέρες να σκέφτομαι να τα παρατήσω όλα και να την κερδίσω ξανά, όμως έπειτα σκέφτομαι τις συνέπειες, όχι την τιμωρία τη δική μου, αυτό καθόλου δεν με νοιάζει. Όμως δεν θέλω να πληγώσω τη Λυδία, ο Τηλέμαχος θα στιγματιστεί εξαιτίας μου και οι Ανώτεροι Άρχοντες θα τον έχουν στο μάτι για όλη την υπόλοιπη ζωή του. Ωστόσο, εφόσον δεν υπάρχουν πια αισθήματα από τη δική της τη μεριά, τότε δεν υπάρχει κίνδυνος να παρασυρθώ και να ανταποκριθεί, σωστά;»

«Δεν ξέρω τι να σου πω, φίλε μου... Πλέεις σε επικίνδυνα νερά, ή μάλλον, για να μιλήσω και τη γλώσσα σου, παίζεις με τη φωτιά. Πάντως, για κάποιο λόγο πιστεύω ότι εκείνη έχει ακόμα αισθήματα για εσένα, απλώς δεν θέλει να τα παραδεχθεί ούτε να συμβεί κάτι μεταξύ σας και λογικό εφόσον πληγώθηκε τότε.»

«Όμως έρχεται πόλεμος, δεν ξέρουμε τι μας ξημερώνει και πότε θα πεθάνουμε. Γιατί να φύγουμε από αυτή τη ζωή έχοντας απωθημένα;» απόρησε ο Ορέστης. «Γιατί να ζούμε τόσο καταπιεσμένοι σε αυτή τη χώρα;» Ο Νίμος συμφώνησε σιωπηλά. Πολλά Ξωτικά είχαν καταπιεστεί και αδικηθεί από το είδος τους, για αυτό πολλοί από αυτούς ακολούθησαν τον Άνθιμο. Ακόμα και ο νεαρός Μαγικός Ιάσονας, που αγαπούσε τη νεαρή Θεραπεύτρια Ιφιγένεια ήξερε πόσο καταδικασμένος ήταν ο έρωτας τους και πως ήταν ένας από τους λόγους που τον ακολούθησε και αυτός. Είχε αρχίσει να τον καταλαβαίνει από μια άποψη, και ας μην ήταν ο δρόμος που είχε επιλέξει εκείνος και τόσα άλλα Σκοτεινά Ξωτικά ο σωστός.



********************************************************************************

Είχε πολλές συζητήσεις σε αυτό το κεφάλαιο και ελπίζω να μην βαρεθήκατε. Ο Άνθιμος σχεδιάζει να χτυπήσει διάφορα στρατηγικά και "συμβολικά" θα έλεγα σημεία της Χώρας των Ξωτικών με πρώτη την Ανφάνη, ενώ οι ήρωες μας δεν έχουν ιδέα πότε θα συμβεί αυτό. 

Δεν έχω ιδέα τι άλλο να προσθέσω ως σημείωμα συγγραφέα, οπότε δεν θα σας ζαλίσω άλλο και θα αφήσω τα σχόλια σε εσάς.

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top