Κεφάλαιο 26: Μια Προφητεία Πραγματοποιείται...

Δεύτερη Σκοτεινή Διάσταση

Ο Αρίσταρχος περπατούσε διασχίζοντας έναν από τους μακρόστενους διαδρόμους του Μαύρου Κάστρου με το κόκκινο χαλί απλωμένο σε αυτόν και τους μαύρους τοίχους, με το δαιμόνιο του, τον μικρό δράκο που δεν μεγάλωνε ποτέ, τον Δούκα, στον ώμο του. Είχε κάτι πολύ σημαντικό να ανακοινώσει στον άρχοντα του το οποίο θα καθόριζε το μέλλον τους. Αν έπαιζαν σωστά τα χαρτιά τους, ο Κόσμος σύντομα θα γινόταν δικός τους. Έπρεπε όμως να προσέχουν, γιατί, όπως και την προηγούμενη φορά, είχε δει και ένα πιθανό μέλλον στο οποίο έχαναν.

Τον βρήκε σε μία από τις αίθουσες λουτρού, να χαλαρώνει μέσα σε μία μεγάλη πισίνα μαζί με δύο από τις πόρνες του, οι οποίες τον φιλούσαν και τον χάιδευαν τρίβοντας τους σκληρούς του μύες. Μία από αυτές ήταν η Λίλιαν. Μετά την ήττα του στρατού τους στην Πρώτη Σκοτεινή Διάσταση, ήταν και εκείνη μία από τους Ξωτικόλακες που ακολούθησαν τον Άρχοντα τους μέσα στη μαύρη τρύπα την οποία άνοιξε στο έδαφος ο Αρίσταρχος η οποία τους μετέφερε στο νέο τους σπίτι. Και δεν υπήρχε περίπτωση να μην τον ακολουθήσει, αφού είχε ορκιστεί να τον υπηρετεί πιστά για όλους τους αιώνες της αθανασίας τους, και επίσης ας μην ξεχνάμε ότι ήταν και παράφορα ερωτευμένη μαζί του σε σημείο εμμονής, σε σημείο να ελπίζει μάταια πως θα την έκανε κάποια στιγμή γυναίκα του.

Μόλις μπήκε ο Αρίσταρχος, ο Άνθιμος έστρεψε τα κόκκινα μάτια του πάνω του, ενώ η Λίλιαν και η άλλη τον κοίταξαν με τον αισθησιασμό να έχει παραμείνει ακόμα στα πρόσωπα τους. Το νερό με τα αιθέρια έλαια, που τους έδιναν μια σχεδόν γαλακτερή απόχρωση, έκρυβε τη γύμνια της.

«Αρίσταρχε! Πέρασε, μη ντρέπεσαι.» είπε ο Άνθιμος στον Πρώτο Λοχαγό του. Ο ξανθός Ξωτικόλακας έκανε ένα βήμα προς τα μέσα και είπε:

«Ζητώ συγνώμη για την ενόχληση, Άρχοντα μου, όμως είδα ένα πολύ σημαντικό όραμα και έπρεπε να σας το πω τώρα.»

«Σε ακούω.» είπε ο Σκοτεινός Άρχοντας, καθώς η Λίλιαν άφηνε φιλιά κατά μήκος του λαιμού του. Παρόλο που ήξερε πως μπορούσε να διαβάσει τις σκέψεις του, ο Αρίσταρχος ήθελε να το πει και φωναχτά, γιατί έτσι θα το εξηγούσε καλύτερα:

«Ήρθε η ώρα, Άρχοντα μου. Τώρα είναι η πιο κατάλληλη στιγμή για να εισβάλλουμε στο Δάσος της Σύγχυσης και να πάρουμε με το μέρος μας τον υιό σας, τον Μαγικό. Η νίκη μας είναι σίγουρη αν εκείνος πολεμήσει στο πλευρό σας, ενώ αν τα Ξωτικά προλάβουν να τον πάρουν με το μέρος τους, η πτώση μας αυτή τη φορά είναι σίγουρη. Όμως δεν πρόκειται να δεχθεί να πολεμήσει με ένα έθνος που τον καταδίκασε.»

Ο Άνθιμος ξαφνιασμένος, έσπρωξε από πάνω του τη Λίλιαν και την άλλη πόρνη, έγειρε λίγο μπροστά και επικεντρώθηκε στις σκέψεις του Αρίσταρχου. Ναι, ήταν αλήθεια, όντως ο χαρισματικός Πρώτος Λοχαγός είχε δει τον Ιάσονα να πολεμάει στο πλευρό του, καθώς και ένα πιθανό μέλλον στο οποίο κέρδιζαν και κυβερνούσε στο πλάι του ολόκληρο τον Κόσμο, ο οποίος είχε βυθιστεί σε ένα αιώνιο σκοτεινό, άγονο τοπίο με κόκκινο ουρανό.

«Πρέπει όμως να πάμε όσο πιο σύντομα γίνεται, Άρχοντα μου, γιατί και η Μάντισσα του Άρχοντα Έλιου έχει δει σχεδόν τα ίδια οράματα με εμένα, και σύντομα να ειδοποιήσει τον Άρχοντα της για αυτά και τα Ξωτικά θα πάνε να διασώσουν και εκείνοι τον Ιάσονα, με σύμμαχους τους Μάγους, τους Ανθρώπους και την προδότρια Ελπινίκη. Πρέπει να τους προλάβουμε και να τους σταματήσουμε με κάθε κόστος, κι έπειτα να πείσουμε τον Μαγικό να έρθει μαζί μας.»

«Έχεις δίκιο, Αρίσταρχε και αυτό θα κάνουμε. Σε ευχαριστώ που με ενημέρωσες εγκαίρως. Ειδοποίησε σε παρακαλώ τους άλλους και συγκάλεσε τους για συμβούλιο. Θα έρθω σύντομα.»

Ο Αρίσταρχος βγήκε από την αίθουσα και όταν απομακρύνθηκε αρκετά, άφησε επιτέλους τις σκέψεις του ελεύθερες. Στο μυαλό του είχε άπειρες αμφιβολίες για την προσθήκη του Ιάσονα στην ομάδα. Τον είχε δει σε όραμα να τους προδίδει τελικά, αλλά είχε δει και ένα άλλο στο οποίο παρέμεινε πιστός στον πατέρα του και εκείνος τον κράτησε στο πλευρό του ως τον βιολογικό του γιο, ενώ τον Αρίσταρχο τον πέταξε σαν σκουπίδι, όπως είχε κάνει με τον Αδάμ και την Εύα. Όμως δεν μπορούσε να του κρύψει και το όραμα το οποίο μόλις του περιέγραψε, γιατί αυτό θα το έβλεπε ούτως ή άλλως στις σκέψεις του.

«Διακρίνω μεγάλο προβληματισμό στις σκέψεις σου, Αφέντη. Πιστεύεις στα αλήθεια ότι ο Μαγικός θα σου πάρει τη θέση;» τον ρώτησε ο Δούκας. Ο Αρίσταρχος του μίλησε μέσω της σκέψης, για να μην τον ακούσει κανένα αδιάκριτο αυτί:

Πιστεύω ότι οι μαντικές μου δυνάμεις θα του είναι άχρηστες τη στιγμή που ο Μαγικός προβλέπει ένα σίγουρο μέλλον. Εγώ είμαι ο πρωτότοκος και ο διάδοχος του, όμως θα προτιμήσει εκείνον για αυτό το ρόλο ως βιολογικό του γιο, και εμένα δεν θα διστάσει να με ξεφορτωθεί όπως έκανε με τον Αδάμ, το πρώτο του δημιούργημα. Όμως, αν είναι η μοναδική μας ελπίδα να κερδίσουμε, θα τον ανεχτώ.

«Εγώ πιστεύω ότι δεν πρέπει να φοβάσαι, Αφέντη. Εσύ θα παραμείνεις ο Πρώτος Λοχαγός του, ο επικεφαλής όλων. Εσένα δεν θα σε πετάξει, γιατί εσύ διαθέτεις πειθαρχία και θα εκτιμήσει το γεγονός ότι παρέμεινες πιστός σε εκείνον μέχρι την ήττα του από τον Μαγικό, τον έσωσες και εκτέλεσες με επιτυχία το Σχέδιο Β και την απόδραση μας εδώ. Θα μπορούσες να πας με το μέρος της Αρχόντισσας Ελπινίκης, ειδικά αν λάβουμε υπόψη και τα αισθήματα σου για αυτήν. Όμως δεν το έκανες. Προτίμησες τον Άρχοντα μας και πατέρα όλων. Και δεν είναι μονάχα η μαντική σου ικανότητα που σε κάνει μοναδικό και χρήσιμο. Είναι επίσης οι πολεμικές και ηγετικές σου ικανότητες. Εσύ έχεις πείρα και σοφία αιώνων στις πλάτες σου, ενώ εκείνος είναι ακόμα ένα παιδί που μεγάλωσε σαν θνητός. Για αυτό, παρά τα οράματα που έχεις δει, πιστεύω πως δεν πρέπει να ανησυχείς.»

Ελπίζω να έχεις δίκαιο, Δούκα.  Του είπε ο Αρίσταρχος. Διότι αν ανακαλύψω ότι ο Μαγικός σχεδιάζει να μου κλέψει τα πρωτεία, δεν θα διστάσω να τον βγάλω από τη μέση, όταν και εφόσον κατακτήσουμε τον Κόσμο.

«Τότε φρόντισε να κρατάς αυτές τις σκέψεις σφραγισμένες στο πίσω μέρος του μυαλού σου όταν είναι παρόν ο Άρχοντας, γιατί ποιος ξέρει τι θα σου κάνει αν τις ακούσει.»

Αυτό θα κάνω. Απάντησε ο Πρώτος και συνέχισε να περπατάει κατά μήκος των διαδρόμων για να πάει να βρει τους άλλους δύο – προς το παρόν Λοχαγούς και να τους ενημερώσει.

{...}

Έλφια, Χώρα των Ξωτικών

Ο Άρχοντας Έλιος και η συνοδεία του είχαν μόλις επιστρέψει και τακτοποιηθεί μετά το ταξίδι τους στο Δάσος των Ανθέων και τη Γιορτή της Άνοιξης. Η Αθηνά πήγε να ξαπλώσει για να ξεκουραστεί, αφού η κοιλιά της είχε αρχίσει να τη βαραίνει και να την ταλαιπωρεί η μέση της πλέον, ενώ οι καλεσμένοι του σκορπίστηκαν είτε στα δωμάτια τους, είτε στους κήπους.

Ο Έλιος καθόταν στην κεντρική σάλα μαζί με τη μητέρα του και συζητούσαν, όταν άκουσαν έναν βιαστικό καλπασμό αλόγου να σταματάει έξω, στην αυλή, και ύστερα ένας φρουρός μπήκε στην αίθουσα.

«Άρχοντα μου! Η Μάντισσα Ορτανσία ήρθε να σας δει. Έχει κάτι πολύ επείγον να σας ανακοινώσει.» Ο Έλιος και η Ανδριάνα θορυβήθηκαν. Για να επισκέφθηκε η ίδια η Ορτανσία το παλάτι και να μην έστειλε γράμμα με το περιστέρι της, κάτι σοβαρό θα ήταν.

«Πες της να περάσει.» διέταξε τον φρουρό ο οποίος αποχώρησε. Λίγα μόλις δευτερόλεπτα αργότερα, η Μάντισσα μπήκε φουριόζα στο σαλόνι, με το γκρίζο της μανδύα και το σκήπτρο της ως συνήθως και τα λευκά της μαλλιά ανακατεμένα.

«Άρχοντα μου... Αρχόντισσα μου...» είπε κάνοντας υπόκλιση, ακόμα λαχανιασμένη.

«Ελάτε, Μάντισσα, καθίστε να ξεκουραστείτε λίγο.» της είπε η Ανδριάνα και την τράβηξε απαλά για να τη βάλει να καθίσει, όμως η ηλικιωμένη Μαγική αρνήθηκε και παρέμεινε όρθια λέγοντας:

«Είδα ένα όραμα, Άρχοντα μου... Ένα τρομερό όραμα και έπρεπε να τρέξω επειγόντως να σας το πω.»

«Πάρε μια ανάσα πρώτα, Μάντισσα και πες μας για το όραμα.» της είπε ο Έλιος με την ανησυχία να φαίνεται ξεκάθαρα στο πρόσωπο του.

«Η προφητεία... Η προφητεία που είχα πει λίγο μετά την εξορία του Ιάσονα...» συνέχισε χωρίς να πάρει κανονική ανάσα η Ορτανσία. «Ήρθε η ώρα να επαληθευτεί, Άρχοντα μου...»

«Ο Σκοτεινός Άρχοντας θα επιστρέψει, το ίδιο και ο Μαγικός...» επανέλαβε η Ανδριάνα τα πρώτα λόγια της προφητείας.

«Ακριβώς. Και τώρα ήρθε η ώρα ο Μαγικός να επιστρέψει... στο πλευρό του Άνθιμου ως εχθρός μας. Αυτό είδα στο όραμα μου, Άρχοντες... Όμως... όμως μπορούμε να προλάβουμε το κακό. Αν πάρουμε τον Ιάσονα από το Δάσος της Σύγχυσης, αν τον σώσουμε πρώτοι διορθώνοντας το λάθος που κάναμε μήνες πριν, τότε θα πολεμήσει μαζί μας και θα κερδίσουμε. Αυτό δεν το είδα ξεκάθαρα, το όραμα μου ήταν πολύ μπερδεμένο, όμως αυτή είναι η μόνη μας ελπίδα. Όμως θα δεχτεί να μας ακολουθήσει, ή θα έχει ήδη πάρει η καρδιά του το σκοτεινό το δρόμο; Αχ, και σας το έλεγα πως ήταν λάθος να τον εξορίσετε, Άρχοντα Έλιε! Δεν με ακούσατε όμως!»

«Έλα, ηρέμησε, Μάντισσα.» προσπάθησε να την ηρεμήσει ο Έλιος, παρόλο που μέσα του ο ίδιος δεν ήταν καθόλου ήρεμος μετά από αυτά που άκουσε, και τελικά την έβαλαν μαζί με τη μητέρα του να καθίσει.

«Δηλαδή...» της είπε και κάθισε απέναντι της. «Πρέπει να πάμε στο Δάσος της Σύγχυσης και να τον πάρουμε πίσω;» θέλησε να επιβεβαιώσει τα λεγόμενα της.

«Ακριβώς. Είναι η μόνη μας ελπίδα σωτηρίας. Χωρίς αυτόν, είμαστε χαμένοι, γιατί είναι ο μοναδικός που μπορεί να κερδίσει, ίσως και να σκοτώσει τον Λόρδο Άνθιμο. Πρέπει να τον φέρουμε στη χώρα μας και να εκπαιδευτεί ως ξωτικό, για να διώξουμε το σκοτάδι απ' την καρδιά του.»

Ο Έλιος δεν μπορούσε παρά να συμφωνήσει. Ήθελε και ο ίδιος να σώσουν τον Ιάσονα, όχι μόνο επειδή ήταν η μόνη τους ελπίδα όπως έλεγε η Μάντισσα, αλλά επίσης για να διορθώσει το λάθος που είχε κάνει τη μισή Χώρα των Ξωτικών να τον μισήσει. Έπρεπε να συγκαλέσει συμβούλιο με τους Αξιωματικούς και τους Αρχηγούς των Τεσσάρων Στοιχείων, αφού έστελνε πρώτα ένα γράμμα στους Ανώτερους Άρχοντες για να λάβει την έγκριση τους. Ήλπιζε και εκείνοι να έβαζαν πρώτα από όλα το καλό της χώρας τους, και ήξερε ότι τα οράματα της Ορτανσίας είχαν ιδιαίτερη βαρύτητα ακόμα και για αυτούς. Έτσι θα τους εξηγούσε στο γράμμα και θα τους έπειθε.

Πρώτα όμως, όφειλε να ενημερώσει όσους βρίσκονταν στο παλάτι εκείνη τη στιγμή, και κυρίως τους φίλους του Ιάσονα και τον Σωκράτη. Όφειλαν να ξέρουν. Έτσι, κάλεσε εκείνους, την οικογένεια του Ηρακλή καθώς και την Ιφιγένεια με την οικογένεια τους. Κατέβηκε και η Αθηνά από την κάμαρη τους, την οποία είχε πληροφορήσει ήδη. Όλοι τους θορυβήθηκαν με την παρουσία της Μάντισσας Ορτανσίας, η οποία στεκόταν πλέον στο πλευρό του Άρχοντα Έλιου πιο ήρεμη από πριν. Εκείνη πλησίασε τον Γιάννη και έπιασε το χέρι του με την παλάμη προς τα επάνω, και την κοίταξε σαν να διάβαζε κάτι πάνω σε αυτή.

«Εσύ είσαι το Αγόρι της Φωτιάς.» κατάλαβε αμέσως.

«Μάλιστα, εγώ είμαι.» είπε εκείνος φανερά περίεργος για τη συνέχεια.

«Χμμ... Βλέπω μεγάλη δύναμη μέσα σου, η οποία όμως έχει αρχίσει να δαμάζεται. Η αγάπη σου για τους φίλους θα σε κάνει να ακολουθήσεις το καλό και να παλέψεις για αυτό. Όμως να προσέχεις, διότι στο τέλος ο φίλος θα γίνει εχθρός. Βλέπω προδοσία και μάχη μεγάλη με έναν παλιό φίλο.» του είπε χαμηλόφωνα.

Ο Γιάννης τράβηξε απότομα το χέρι του. Δεν χρειαζόταν πολλή σκέψη για να καταλάβει ποιος ήταν αυτός ο φίλος... Όμως όχι, δεν θα το επέτρεπε. Ποτέ δεν θα πολεμούσε ενάντια στον Ιάσονα, ακόμα και αν αυτός στρεφόταν εναντίον τους κι έπαιρνε το μέρος του Άνθιμου. Θα προσπαθούσε να τον συνετίσει και να τον επαναφέρει στον ίσιο δρόμο. Η Μάντισσα απομακρύνθηκε με πίσω βήματα, εξακολουθώντας να τον κοιτάζει στα μάτια σαν να διάβαζε τις σκέψεις του.

«Πρόσεχε...» του ξαναείπε με χαμηλωμένη και ελαφρώς ανατριχιαστική φωνή. Ο Γιάννης κοίταξε τον Ηρακλή, είχε κι εκείνος την ίδια αγωνία στο πρόσωπο του.

«Μάντισσα Ορτανσία; Σε τι οφείλουμε την τιμή της επίσκεψης σας;» ακούστηκε η φωνή του Ζαχαρία, ο οποίος μαζί με την Χρυσάνθη και την Ιφιγένεια έφτασαν εκείνη την ώρα στο παλάτι.

«Σε σκοτεινά νέα.» απάντησε εκείνη. «Ωστόσο χαίρομαι που επιστρέψατε εσείς και η οικογένεια σας, Αρχιθεραπευτή Ζαχαρία, έστω και αν η επιστροφή σας εδώ δεν είναι μόνιμη.»

Οι τρεις τους τη χαιρέτησαν με σεβασμό, έχοντας το ίδιο άγχος με τους υπόλοιπους σχετικά με το τι θα τους έλεγε. Η Ιφιγένεια ήξερε περίπου με τι είχε να κάνει, η καρδιά της χτυπούσε δυνατά στη σκέψη ότι θα είχε δει η Μάντισσα κάποιο όραμα με τον Ιάσονα.

«Λοιπόν, τώρα που ήρθατε εδώ, ήρθε η ώρα να σας εξηγήσω το λόγο της επίσκεψης της Μάντισσας Ορτανσίας, ανακοινώνοντας συγχρόνως κάτι που σας αφορά όλους.» ξεκίνησε ο Έλιος. «Ωστόσο είναι ανεπίσημη αυτή η ανακοίνωση. Θα το ανακοινώσω και επίσημα σε συμβούλιο που θα παραστούν οι Αρχηγοί των Στοιχείων και οι Αξιωματικοί, μόλις λάβω έγκριση για το σχέδιο από τους Ανώτερους Άρχοντες.» Αυτά τα λόγια του έκαναν όλους να καταλάβουν σίγουρα πλέον πως επρόκειτο για κάτι σοβαρό. Ο Έλιος πήρε μια βαθιά ανάσα και συνέχισε:

«Οι ανέμελες στιγμές μας τελειώνουν. Τα γεγονότα που ζήσαμε αρκετούς μήνες πριν, το Καλοκαίρι του προηγούμενου έτους, σύντομα θα επαληθευτούν. Διότι ο Λόρδος Άνθιμος θα επιστρέψει. Τον είδε σε όραμα η Μάντισσα Ορτανσία, να κατακτάει τη χώρα μας με τον Ιάσονα στο πλευρό του.»

Επιφωνήματα έκπληξης ακούστηκαν από όλους. Η Ιφιγένεια κάλυψε με το χέρι της το στόμα της για να μη φωνάξει από το σοκ και η μητέρα της την αγκάλιασε. Ο Σωκράτης σοκαρισμένος και εκείνος, κάθισε στην πιο κοντινή πολυθρόνα και η Αντιγόνη πλησίασε και ακούμπησε παρηγορητικά τον ώμο του. Ο Γιάννης, ο Ηρακλής και η Άσπα αντάλλαξαν εξίσου σοκαρισμένα βλέμματα.

«Τι εννοείτε, Άρχοντα; Ο Ιάσονας θα πάρει το μέρος του Άνθιμου και θα πολεμήσει εναντίον μας;» θέλησε να επιβεβαιώσει τα λεγόμενα ο Ζαχαρίας παραμένοντας ψύχραιμος.

«Όχι αν το αποτρέψουμε αυτό, σύμφωνα με τα λεγόμενα της Μάντισσας.» είπε ο Έλιος και η Ορτανσία ένευσε προς επιβεβαίωση. «Μπορούμε ακόμα να πάμε στο Δάσος της Σύγχυσης και να σώσουμε τον Ιάσονα, προλαβαίνοντας τα σχέδια του Λόρδου Άνθιμου.» Η Ιφιγένεια ανακουφίστηκε κάπως με αυτά τα λόγια. Δεν είχε χαθεί κάθε ελπίδα τελικά. Το σίγουρο ήταν πως θα έβλεπε ξανά τον Ιάσονα. Δεν μπορούσε να το πιστέψει.

«Και για αυτό,» συνέχισε ο Άρχοντας των Ξωτικών, «θα συγκαλέσω συμβούλιο και θα οργανώσουμε αποστολή διάσωσης για τον Ιάσονα. Είσαστε ελεύθεροι. Θα σας ενημερώσω για ό,τι νεότερο. Μάγε Σωκράτη, φρόντισε να ειδοποιηθεί ο Άρχοντας Παύλος, καθώς και η Αρχόντισσα Ελπινίκη στην Πρώτη Σκοτεινή Διάσταση. Ως σύμμαχος μας οφείλει να γνωρίζει και εκείνη, γιατί θα πέσει και πάνω τους η απειλή του Άνθιμου.»

Άρχισαν όλοι να σκορπίζονται σε διάφορα σημεία του παλατιού. Η Ιφιγένεια βγήκε στους κήπους. Χρειαζόταν λίγο καθαρό αέρα. Ο Γιάννης, ο Ηρακλής και η Άσπα την ακολούθησαν και κάθισαν σε ένα παγκάκι μπροστά από ένα σιντριβάνι. Τα λουλούδια ήταν πιο ανθισμένα από ποτέ και η φύση γιόρταζε, όμως κανένας τους δεν μπορούσε να απολαύσει την Άνοιξη.

«Δεν μπορώ να το πιστέψω.» είπε η Ιφιγένεια με το κεφάλι ανάμεσα στα χέρια της. «Μετά από τόσον καιρό...»

«Λυπάμαι για αυτό που θα πω, Ιφιγένεια, αλλά ο Άρχοντας σας είναι πολύ υποκριτής.» είπε η Άσπα.

«Άσπα, μην το κάνεις χειρότερο...» πήγε να τη συνετίσει ο Ηρακλής.

«Δεν γίνεται να γίνει χειρότερο!» αναφώνησε. «Τόσον καιρό τον είχε ξεχάσει μέσα στο Δάσος της Σύγχυσης, και τώρα που τον χρειάζεται θέλει να τον σώσει! Δεν θα απορήσω καθόλου αν ο Ιάσονας αρνηθεί να πολεμήσει στο πλευρό των Ξωτικών.»

«Θα δεχτεί όμως, όχι για τον Έλιο και για αυτούς που τον καταδίκασαν, αλλά για εμάς, τους φίλους και την οικογένεια του, έτσι δεν είναι;» είπε ο Γιάννης.

Όλοι κοιτάχτηκαν μεταξύ τους και κανένας δεν απάντησε.

«Παιδιά, ελάτε τώρα... Για τον Ιάσονα μιλάμε. Δεν πρόκειται να δεχθεί να ακολουθήσει εκείνο το σαδιστικό κάθαρμα τον Άνθιμο, ότι και αν του τάξει.»

«Δεν ξέρω αν θα είναι πια ο ίδιος, Γιάννη... ποιος ξέρει τι θα του πει για να τον πείσει εκείνος, και σε συνδυασμό με όσα θα έχει περάσει στην εξορία...» είπε η Ιφιγένεια αβέβαιη. «Όσο για τον Άρχοντα Έλιο και για τους υπόλοιπους, έχει απόλυτο δίκιο η Άσπα. Εγώ η ίδια τους αποκάλεσα υποκριτές στο συμβούλιο που αποφάσισαν να τον εξορίσουν. Όχι τόσο τον Άρχοντα Έλιο, όσο τους Ανώτερους Άρχοντες. Διότι εκείνοι εξουσιάζουν και ορίζουν τα πάντα σαν θεοί, ενώ ο εκάστοτε άρχοντας της χώρας μας οφείλει να τους υπακούσει ειδάλλως θα έχει βαριές ποινές. Έτσι και ο Άρχοντας Έλιος, καταλαβαίνω πως δεν είχε άλλη επιλογή εφόσον ήταν δική τους απόφαση.»

Έμειναν όλοι σιωπηλοί για λίγο, έπειτα μίλησε ξανά το Ξωτικό:

«Όμως ίσως ο Γιάννης να έχει δίκιο. Ίσως ο Ιάσονας να προτιμήσει να έρθει με το μέρος μας. Η αγάπη που νιώθει για εμάς και όλα όσα έχουμε ζήσει μαζί θα επικρατήσουν, αν φτάσουμε πρώτοι σε αυτόν. Και εγώ έχω αποφασίσει ήδη να πάω στην αποστολή στο Δάσος της Σύγχυσης.» ανακοίνωσε.

«Και εγώ το ίδιο. Αν μας δει, θα θυμηθεί όσα ζήσαμε και θα θελήσει να πολεμήσει μαζί μας για άλλη μια φορά. Κι αν δεν δεχτεί, σηκωτό εγώ ο ίδιος θα τον πάρω και θα τον φέρω εδώ.» είπε ο Γιάννης, προσπαθώντας με λίγο χιούμορ να ελαφρύνει το κλίμα.

«Κι εγώ μαζί σου, φίλε μου. Θα τον πάρουμε  και με το ζόρι αν χρειαστεί.» συμπλήρωσε και ο Ηρακλής. Ο Γιάννης κοίταξε ξανά την Ιφιγένεια:

«Οπότε έκλεισε. Εμείς οι τρεις θα ανακοινώσουμε την απόφαση μας στο συμβούλιο και θα τους αναγκάσουμε να δεχτούν να πάμε μαζί.»

«Θα έρθω κι εγώ μαζί σας.» είπε τότε η Άσπα και όλα τα μάτια στράφηκαν πάνω της. «Θα του κάνει καλό να μας δει όλη την παρέα μαζί... Ή σχεδόν όλη.» Αυτή ήταν η μισή αλήθεια. Η άλλη μισή, ήταν πως δεν ήθελε να αποχωριστεί πάλι τον Ηρακλή, αφήνοντας τον αυτή τη φορά να πάει σε κάτι τόσο επικίνδυνο. Τουλάχιστον ας ήταν μαζί του, και ας μη μπορούσε να προσφέρει και πολλά.

«Ξέχνα το.» της είπε όμως εκείνος. «Εσύ θα επιστρέψεις στον Νότο μαζί με τους δικούς μου, να είστε ασφαλείς. Θα είναι επικίνδυνα στο Δάσος της Σύγχυσης και ο Έλιος αποκλείεται να δεχτεί να έρθεις εφόσον δεν ξέρεις να πολεμάς.»

«Τότε θα με μάθετε.» επέμεινε εκείνη. «Πάντα ήθελα να μάθω να χειρίζομαι σπαθί. Σε πόσον καιρό θα φύγουμε; Δεν προλαβαίνω να εκπαιδευτώ;» ρώτησε ελπιδοφόρα.

«Δεν είναι τόσο απλά τα πράγματα. Θα χρειαζόσουν αρκετό καιρό εκπαίδευση και δεν έχουμε χρόνο. Η αλήθεια όμως είναι, ότι νοιάζομαι για σένα και δεν θέλω να κινδυνεύσεις. Δεν θέλω να έχω και εσένα έγνοια όταν θα χρειαστεί να πολεμήσουμε με- ένας Θεός ξέρει- τι πλάσματα εκεί. Για αυτό θα επιστρέψεις στην πατρίδα και θα βρεθούμε μόλις όλο αυτό τελειώσει.»

Η Άσπα είχε συγκινηθεί από το ενδιαφέρον του να την προστατεύσει, παρόλο που έτρεμε κι η ίδια στην ιδέα πως θα κινδύνευε πάλι όπως στον προηγούμενο πόλεμο. Τότε βέβαια ήταν ακόμα φίλοι, κι όμως νοιαζόταν για εκείνον και ανησυχούσε όπως και για όλους τους. Τώρα όμως, όσα ένιωθε για εκείνον ήταν δυνατότερα, και μαζί τους μεγάλωνε και ο φόβος της να τον χάσει. 

*********************************************************************************************

Είχαμε μεγάλες αποκαλύψεις σε αυτό το κεφάλαιο και είδαμε παλιούς  γνώριμους. Η ώρα πλησιάζει. Ο Άνθιμος βάζει σε εφαρμογή το σχέδιο του να κατακτήσει τον Κόσμο (ξανά) και εμπιστευόμενος τα οράματα του Αρίσταρχου, αποφασίζει να σώσει τον Ιάσονα από το Δάσος της Σύγχυσης. Την ίδια στιγμή, και η αγαπητή Ορτανσία (την οποία επίσης πρώτη φορά βλέπουμε σε αυτό το βιβλίο) βλέπει παρόμοια οράματα και ειδοποιεί εγκαίρως (?) τον Άρχοντα Έλιο, έτσι και εκείνος αποφασίζει να σχεδιάσει αποστολή διάσωσης. 

Από ότι καταλάβατε, πλησιάζουν μάχες, με πρώτη τη μάχη για το ποιος θα πάρει με το μέρος του τον Ιάσονα. Εσείς ποιοι πιστεύετε ότι θα κερδίσουν; Ποιους θα ακολουθήσει άραγε ο Ιάσονας και τι άλλαξε από την τελευταία φορά που τον είδαμε, στην Εισαγωγή συγκεκριμένα; Πέρασαν τρεις ακόμα μήνες εξορίας για αυτόν, συνολικά είναι εξόριστος οχτώ μήνες. Μπορεί να μην ακούγεται τόσο μεγάλο διάστημα σε κάποιους, αλλά πιστέψτε με, σε ένα τέτοιο μέρος χάνεις την αίσθηση του χρόνου υποτίθεται, δεν περνάει ο καιρός, οπότε στον Ιάσονα μας θα φαίνεται πολύ παραπάνω. 

Όλα τα παραπάνω ερωτήματα θα απαντηθούν σε κεφάλαια που ακολουθούν 

😘🧝‍♀️🧝‍♂️🧙‍♂️🧙‍♀️

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top