Κεφάλαιο 0: Εισαγωγή

Στην ιστορία των Πέντε Βασιλείων, αλλά και των χωρών και βασιλείων που τα περιβάλλουν, υπάρχουν αρκετοί ήρωες καθώς και κακοί. Πολλοί πρώην ήρωες, ηγέτες που εξελίχθηκαν σε τύραννους και στον αντίποδα τύραννοι που έκαναν στροφή προς το καλό και μετατράπηκαν στους πιο στοργικούς ανθρώπους και έγιναν δίκαιοι βασιλιάδες. Είδαμε όμως και κακούς να τιμωρούνται παραδειγματικά και στο τέλος να κερδίζει πάντα το καλό. Εγώ άραγε, σε ποια κατηγορία ανήκω; Στο καλό ή στο κακό; Στο φως ή στο σκοτάδι; Δεν ξέρω πλέον.

Είμαι ο Ιάσονας, δεκαοχτώ ετών και ζω στο Δάσος της Σύγχυσης. Είμαι Μαγικός, ένα σπάνιο υβρίδιο μεταξύ Μάγου και Ξωτικού, καθώς γάμοι και παιδιά ανάμεσα σε μάγους και ξωτικά κανονικά απαγορεύονται πλην ελαχίστων εξαιρέσεων. Εγώ είμαι η τέταρτη τέτοια περίπτωση, ο τέταρτος Μαγικός σε ολόκληρη την ιστορία του γνωστού Κόσμου. Είμαι όμως και κάτι διαφορετικό συγχρόνως, διότι ο βιολογικός μου πατέρας, ο σατανικός Λόρδος Άνθιμος, που προσπάθησε να κατακτήσει τον Κόσμο, είναι Ξωτικό μεταμορφωμένο σε βρικόλακα. Έτσι, έχω και τη φύση του βρικόλακα μέσα μου, η οποία παραμένει κρυμμένη και μέχρι πρότινος έβγαινε στην επιφάνεια μόνο όταν κινδύνευε η ζωή μου. Συγχρόνως έχω ανοσία στο βαμπιρισμό. Αν με δαγκώσει βρικόλακας, δεν θα μεταμορφωθώ, γιατί το έχω ήδη μέσα μου. Δεν είμαι όμως ένας απλός Ξωτικόλακας όταν μεταμορφώνομαι. Είμαι ένα τέρας, με απόκοσμα μάτια, μυτερά δόντια και φτερά νυχτερίδας, και μια ακόρεστη οργή και δίψα για αίμα.

Χρειαζόταν μονάχα ένα δάγκωμα για να ξυπνήσει για πρώτη φορά, και αυτό συνέβη όταν ο Τέταρτος Λοχαγός του Άνθιμου στην τελική μας μάχη με δάγκωσε. Δεν έφταιγε όμως εκείνος. Όλα ήταν σχέδιο του Λόρδου Άνθιμου, του πατέρα μου.

Τα Ξωτικά με θεώρησαν επικίνδυνο, παρόλο που φέρθηκα σαν ήρωας όπως υποστήριξαν πολλοί και τους έσωσα νικώντας τον Λόρδο Άνθιμο, χρησιμοποιώντας τη σκοτεινή μορφή μου. Έτσι, με εξόρισαν στο Δάσος της Σύγχυσης, με μοναδικό μου σύντροφο το σπαθί μου, μέσα στο οποίο βρίσκεται φυλακισμένη η ψυχή του Λόρδου Ντέριου, του προηγούμενου κατόχου του σπαθιού, ο οποίος είναι επίσης και το δαιμόνιο μου, αφού είμαι μισός ξωτικό. Μαζί, έχουμε καταφέρει να επιβιώσουμε τόσον καιρό εδώ, παλεύοντας με τους λεγόμενους Δαίμονες, τους φύλακες του δάσους. Παρόλο που σκοπός εκείνων των σατανικών πλασμάτων είναι να φυλούν τους εξόριστους μέσα στο δάσος, εκείνοι πολλές φορές ξεφεύγουν από αυτόν και επιτίθενται στους εξόριστους με σκοπό να τους ρουφήξουν την ψυχή, και μονάχα οι πιο δυνατοί επιβιώνουν. Δεν ήταν εύκολο στην αρχή και ένιωθα μέρα με τη μέρα να χάνω τον εαυτό μου. Όμως έχω πλέον συνηθίσει εδώ. Η μάχη με τους δαίμονες και η αναζήτηση τροφής έχει γίνει η καθημερινή μου ρουτίνα.

Ένα ακόμα θέμα που με δυσκόλεψε είναι εκείνο της τροφής. Δεν βρίσκει κανείς εύκολα τροφή εδώ. Υπάρχουν κάποιοι καρποί που φυτρώνουν στα δέντρα και στο έδαφος, οι οποίοι είναι δυσεύρετοι. Υπάρχουν επίσης κάτι περίεργα ζώα, τα οποία στην αρχή κυνηγούσα με το σπαθί και αναγκαζόμουν να παλέψω μαζί τους για να τα σκοτώσω με σκοπό την επιβίωση. Όμως έχω πλέον καταφέρει να μεταμορφώνομαι κατά βούληση, ειδικά όταν είμαι νηστικός και μυρίζω από μακριά το αίμα τους. Έτσι, μεταμορφώνομαι σε έναν άγριο θηρευτή, σε εκείνον τον βρικόλακα- τέρας με τα φτερά νυχτερίδας, και τα σκοτώνω πανεύκολα, τους πίνω το αίμα και έπειτα φυλάω το κρέας τους για αργότερα.

Μερικές φορές φοβάμαι μήπως η σκοτεινή μου φύση με καταπιεί, μήπως μείνω για πάντα σε εκείνη τη μορφή. Παρόλο που επιλέγω πότε θα μεταμορφωθώ, δεν επιλέγω και πότε θα τελειώσει αυτό. Και για αυτό δεν θέλω να σωθώ, παρόλο που στην αρχή είχα εκείνη την ελπίδα ότι θα καταφέρω να βγω από εδώ. Όμως υπάρχουν και στιγμές που μου λείπουν όλα τα αγαπημένα μου πρόσωπα. Μου λείπουν οι γονείς μου, εκείνοι που με μεγάλωσαν και για εμένα είναι πολύ πιο αληθινοί γονείς από ότι ο Άνθιμος. Ο Σωκράτης, ο βιολογικός θείος μου, και οι βιολογικοί παππούδες μου, ο Άρχοντας Παύλος και η Αρχόντισσα Μοργκάνα των Μάγων. Μου λείπουν οι φίλοι μου, όλοι τους μα κυρίως ο Γιάννης, ο Ηρακλής και φυσικά η Ιφιγένεια, που δεν κατάφερα να της πω πόσο την αγαπώ ή μάλλον, δεν έπρεπε να της το πω. Ορισμένες φορές σκέφτομαι: τι να κάνουν άραγε; Πώς περνούν τις μέρες τους; Τους λείπω καθόλου ή με έχουν ξεχάσει; Η Ιφιγένεια με αγαπά ακόμα, ή έχει επιλέξει άλλον η καρδιά της, κάποιον όμοιο της, κάποιον φυσιολογικό;

«Τι γράφεις εκεί;» τον διέκοψε μια φωνή. Ο Ιάσονας σήκωσε το κεφάλι του και κοίταξε τον άνδρα μέσα από τις τούφες των μαλλιών του που πλέον είχαν μακρύνει. Ήταν ο Ντέριος, τον οποίο έβλεπε πλέον με σάρκα και οστά. Δεν μπορούσε να εξηγήσει πώς έγινε αυτό. Απλώς μία μέρα, τον φαντάστηκε ολοζώντανό μπροστά του και τον σχημάτισε με τη Γαλάζια Φλόγα του, έτσι εκείνος στη συνέχεια εμφανίστηκε κανονικά μπροστά του. Από τότε εμφανιζόταν όποτε εκείνος το επέλεγε, διαφορετικά παρέμενε κρυμμένος μέσα στη Διάσταση του Σπαθιού.

Ο Ιάσονας γύρισε βιαστικά από την άλλη τη φλούδα από τον κορμό δέντρου πάνω στην οποία έγραφε με ένα κάρβουνο και είπε:

«Τίποτα, απλά κάποιες σκέψεις μου. Σαν ημερολόγιο, για να μη χάσω τελείως το μυαλό μου.» Ο Ντέριος χαμογέλασε πονηρά.

«Και γιατί το κρύβεις; Δεν έχει νόημα αφού μπορώ να διαβάσω τις σκέψεις σου... Έγραφες για την Ιφιγένεια, σωστά;»

«Ναι, και για εκείνη μα κυρίως έγραφα για όσα συνέβησαν που μας οδήγησαν εδώ.» απάντησε ο Ιάσονας. Ο καστανός άντρας πλησίασε και κάθισε δίπλα του.

«Πάντως, ομολογώ ότι μια χαρά τα έχουμε καταφέρει μέχρι στιγμής, δεν νομίζεις;»

«Έχουμε επιβιώσει.» απάντησε ο Μαγικός, και έπειτα από έναν αναστεναγμό συμπλήρωσε: «Πόσος καιρός έχει περάσει, Ντέριε;» Ο Ντέριος μέτρησε τους μήνες με τα δάχτυλα του:

«Για να δούμε... Σε εξόρισαν Ιούλιο... Αύγουστος, Σεπτέμβρης, Οκτώβρης, Νοέμβρης... Πέντε μήνες. Είναι Δεκέμβριος τώρα που μιλάμε στον έξω κόσμο. Κρύο θα έχει στον Νότο, εδώ που τα λέμε. Μια χαρά είμαστε εδώ που δεν υπάρχουν εποχές.»

«Θα πλησιάζουν Χριστούγεννα...» είπε ο Ιάσονας σαν να μονολογεί, καθώς θυμόταν τα προηγούμενα Χριστούγεννα έναν χρόνο πριν, που τα είχε περάσει με όλη την παρέα και την Ιφιγένεια... Πολύ πριν εμφανιστεί ο Άνθιμος και καταστραφούν όλα.

«Είναι πραγματικά πολύς καιρός... Ποιον κοροϊδεύω; Κανένας δεν νοιάζεται πλέον για εμένα... Όλοι με έχουν ξεχάσει. Κανένας δεν θα με σώσει.»

«Έλα, δεν θέλω αρνητικές σκέψεις...» τον επέπληξε ο Ντέριος. «Και που ξέρεις ότι δεν προσπάθησαν οι δικοί σου, ειδικά ο θείος και ο παππούς σου, να σε σώσουν, αλλά δεν τα κατάφεραν; Δεν είναι εύκολο να ανοίξει κανείς πύλη στο Δάσος της Σύγχυσης. Ο Χρονομάγος που σε οδήγησε εδώ την άνοιξε επειδή αυτό ήταν το κατάλληλο σημείο, ένας Σύνδεσμος, όπως λέγεται. Σύνδεσμοι υπάρχουν ελάχιστοι στον Κόσμο και είναι δυσεύρετοι. Ένας άλλος τρόπος για να μπουν, είναι να εισέλθουν κανονικά από οποιοδήποτε Δάσος της Σύγχυσης, καθώς όλα συνδέονται μεταξύ τους. Όμως για να φτάσουν εδώ από κάποιο άλλο δάσος θα πρέπει να περάσουν από πολλούς δαίμονες χωρίς να σκοτωθούν και χωρίς να χάσουν το μυαλό τους.»

"Ίσως είναι καλύτερα όμως να μη με σώσουν... Έχω αλλάξει τόσο εδώ μέσα, που δεν ξέρω αν θα μπορέσω να προσαρμοστώ ξανά στην έξω ζωή, ειδικά τώρα που η σκοτεινή μου φύση έχει γίνει πιο ισχυρή."

Έτσι λοιπόν περνούσε τις μέρες του ο Ιάσονας στο Δάσος της Σύγχυσης. Αμφιταλαντευόταν κάθε μέρα ανάμεσα στην απελπισία και την ελπίδα, στο φως και το σκοτάδι, και μόνο οι όμορφες αναμνήσεις του από τον έξω κόσμο τον κρατούσαν στα λογικά του.

***************

Επέστρεψα πολύ σύντομα με το σήκουελ, αγαπημένα μου ξωτικά!! Δεν μπορούσα να περιμένω άλλο... Πώς σας φάνηκε ο Πρόλογος; Κανονικά αυτή η σκηνή με τις σκέψεις και την σκοτεινή αυτή καθημερινότητα του Ιάσονα δεν θα έμπαινε από την αρχή αλλά λίγο αργότερα στην ιστορία, όμως θεώρησα σωστό να τον δούμε από τώρα αφού είναι ο κεντρικός ήρωας.

Υπόσχομαι και αυτό το βιβλίο να έχει πολλές ανατροπές, δράση και περιπέτεια, και ελπίζω να έχει την ίδια ανταπόκριση που είχε και το πρώτο. Ήδη έχω γράψει πλάνο για τα δέκα πρώτα κεφάλαια και έρχονται πολλές σοκαριστικές εκπλήξεις ήδη από την αρχή.

Όσο για τον Ιάσονα, μιας και πήραμε μία γεύση τώρα, θα αργήσουμε να τον ξαναδούμε στην ιστορία. Τα πρώτα κεφάλαια επικεντρώνονται στους φίλους του και ιδιαίτερα στον Γιάννη, ο οποίος αρχίζει να αλλάζει και τελικά ανακαλύπτει κάτι σοκαριστικό σχετικά με τον εαυτό του...

Είσαστε έτοιμοι; Θα τα πούμε στο πρώτο κεφάλαιο, το οποίο θα ανέβει σύντομα (ελπίζω).

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top