Κεφάλαιο 36: Η Γιορτή του Καλοκαιριού
«Ιφιγένεια;!» Η φωνή του πατέρα της ακούστηκε πίσω απ' τον ψηλό βράχο.
«Να πάρει...» μουρμούρισε ο Ιάσονας και αμέσως απομακρύνθηκαν ο ένας απ' τον άλλον και σηκώθηκαν, την ίδια στιγμή που ο Ζαχαρίας φάνηκε.
«Τι κάνετε εδώ;» ρώτησε.
«Τίποτα, πατέρα. Απλώς μιλούσαμε.» είπε η Ιφιγένεια χαμηλώνοντας το βλέμμα της αμήχανα.
«Α. Εντάξει. Πηγαίνετε να καθίσετε με τους υπόλοιπους, σας παρακαλώ. Ανησυχώ αν δεν σας βλέπω. Βρισκόμαστε σε ένα μέρος που δεν γνωρίζουμε καλά, το οτιδήποτε θα μπορούσε να σας συμβεί.» τους είπε, ωστόσο ήξεραν κατά βάθος πως ήταν η δικαιολογία του για να μην τους αφήσει απομονωμένους. Ευτυχώς δεν είχε προλάβει να δει ότι λίγο έλειψε να φιληθούν, ή ίσως να φώναξε επίτηδες προτού εμφανιστεί έχοντας προβλέψει κάτι τέτοιο, για να μη γίνει ακόμα πιο αμήχανη η στιγμή.
Τα δυο παιδιά επέστρεψαν στην υπόλοιπη παρέα, όπου δεν έλειπαν τα πονηρά βλέμματα από όλους που τους είδαν να επιστρέφουν μαζί από κάπου που βρίσκονταν οι δυο τους μόνο.
«Δεν μου λες... Σας έπιασε στα πράσα ο πεθερός;» ρώτησε τον Ιάσονα χαμηλόφωνα ο Ηρακλής.
«Τι είναι αυτά που λες...; Δεν κάναμε τίποτα... Δεν προλάβαμε πάλι. Από ότι φαίνεται, ούτε η ίδια η μοίρα δεν μας θέλει μαζί.» είπε με μελαγχολικό ύφος και κοίταξε την Ιφιγένεια που σίγουρα θα μιλούσε για το σκηνικό που προηγήθηκε στην Ηλέκτρα αντίστοιχα.
«Ένας καταδικασμένος έρωτας είναι και ο πιο γλυκός, φίλε μου.» του είπε ο Γιάννης και δεν μπόρεσε να διαφωνήσει μαζί του...
Γύρισαν λίγο αργότερα, δείπνησαν όλοι μαζί και μετά αποσύρθηκαν όλοι για ύπνο. Ο Ιάσονας άργησε να κοιμηθεί. Σκεφτόταν πάλι την Ιφιγένεια, πόσο ήθελε να τη φιλήσει... Θα το έκανε και τις δύο φορές που έτυχε, αν τους διέκοπταν. Θα αθετούσε την υπόσχεση που είχε δώσει στον Ζαχαρία. Η έλξη που ένιωθαν ο ένας προς τον άλλον ήταν τόσο δυνατή, που την επόμενη φορά που θα τύχαινε να βρεθούν τόσο κοντά δεν θα της αντιστεκόταν. Θα έκανε εκείνο που τον πρόσταζε η καρδιά του και δεν θα υπολόγιζε τις συνέπειες.
Την επόμενη μέρα το πρωί, αφού έφαγαν ένα ελαφρύ πρωινό, όλη η παρέα κατέβηκε στην παραλία για μπάνιο, μιας και η μέρα ήταν από τώρα ζεστή. Δεν πήγαν στο σημείο που θα γινόταν το φεστιβάλ, αλλά σε ένα οργανωμένο σημείο της παραλίας με ξαπλώστρες, ομπρέλες, καντίνα και διάφορα θαλάσσια σπορ. Απόλαυσαν τον ήλιο, τη θάλασσα και τα αναψυκτικά ή τους καφέδες τους. Η Ιφιγένεια ήταν υπέροχη με το μαγιό και όσο θυμόταν και το προηγούμενο βράδυ που είχαν έρθει τόσο κοντά, ο Ιάσονας δεν μπορούσε να πάρει τα μάτια του από πάνω της.
Λίγο μετά, ξεκίνησαν οι πρώτες δραστηριότητες του φεστιβάλ. Μία από αυτές ήταν αγώνας σέρφινγκ μεταξύ ξωτικών του νερού, στον οποίο συμμετείχε και ο Νίμος. Η θάλασσα άδειασε εκείνη την ώρα, γιατί τα ξωτικά θα σήκωναν με τις δυνάμεις τους κύματα τα οποία θα ήταν επικίνδυνα για τους λουόμενους, έτσι παρακολουθούσαν όλοι από μακριά τον αγώνα. Ο τρόπος με τον οποίο τα ξωτικά του νερού δάμαζαν τα κύματα και στη συνέχεια έτρεχαν σ' αυτά με τις σανίδες τους ήταν πραγματικά εντυπωσιακός. Ο Νίμος όπως ήταν φυσικό ως ο καλύτερος όλων βγήκε νικητής. Αυτό δεν φάνηκε να ενοχλεί κανέναν από τους άλλους διαγωνιζόμενους, αφού δεν συμμετείχαν για την πρωτιά αλλά για την εμπειρία και για τη Γιορτή του Καλοκαιριού.
Εν τω μεταξύ, στο σημείο του φεστιβάλ, οι προετοιμασίες συνεχίζονταν πυρετωδώς, καθώς η πρώτη νύχτα της γιορτής ολοένα και πλησίαζε. Όλοι ανυπομονούσαν να περάσουν οι ώρες για να έρθει το βράδυ, και ειδικά τα αγόρια από το Βασίλειο του Νότου, που περίμεναν πως και πώς να πάρουν μέρος σε αυτή τη χαρούμενη γιορτή και να δουν όλα εκείνα που τους είπαν.
Γύρισαν το μεσημέρι από τη θάλασσα και αφού ξεπλύθηκαν έφαγαν μαζί με τους υπόλοιπους, συζητώντας για την επερχόμενη πρώτη νύχτα του φεστιβάλ.
«Όλα είναι έτοιμα σχεδόν.» είπε ικανοποιημένος ο Νίμος. «Θα σας αρέσει πάρα πολύ και θα περάσουμε όλοι τέλεια, σας το εγγυώμαι.»
{...}
Το βράδυ έφτασε επιτέλους και μόλις ο ήλιος έδυσε, άρχισε να καταφθάνει κόσμος στην παραλία. Ο Ιάσονας παρακολούθησε για λίγο το πλήθος από το μπαλκόνι του δωματίου του, έπειτα μπήκε πάλι μέσα για να ντυθεί και να ετοιμαστεί. Φόρεσε ένα γαλάζιο καλοκαιρινό πουκάμισο με λευκά μικρά σχέδια, ένα μπεζ παντελόνι και αθλητικά παπούτσια, όχι τόσο πρόχειρα αλλά ούτε και επίσημα, ότι πρέπει για πάρτι στην παραλία. Χτένισε και τα μαλλιά του ομοιόμορφα με τζελ, έβαλε κολόνια και ήταν έτοιμος. Για κάποιο λόγο είχε τρομερό άγχος για τη στιγμή που θα έβλεπε την Ιφιγένεια, σχεδόν σαν να πήγαινε σε ραντεβού μαζί της. Χαμογέλασε μελαγχολικά στο είδωλο του στον καθρέφτη και πήγε στο δωμάτιο των φίλων του.
Ήταν κι εκείνοι έτοιμοι. Ο Γιάννης είχε φορέσει ένα τζιν πουκάμισο με λευκό t-shirt από μέσα και ένα σκούρο τζιν ενώ ο Ηρακλής ένα πουκάμισο καρό στα χρώματα του κόκκινου και του μαύρου και μπεζ βερμούδα.
«Πώς είμαι;» ρώτησε ο Ιάσονας.
«Σένιος, αδερφέ.» του είπε ο Ηρακλής ρίχνοντας του μια ματιά μέσα απ' τον καθρέφτη, καθώς διόρθωνε λίγο το μαλλί του και έφτιαχνε όσο μπορούσε τις ατίθασες μπούκλες του.
«Όλοι κούκλοι είμαστε.» είπε ο Γιάννης. «Άντε, Ηρακλή. Πάμε. Μια χαρά είναι το μαλλί σου. Ούτε ραντεβού να πήγαινες.» και τον τράβηξε σχεδόν για να φύγουν.
Στο διάδρομο προς τις σκάλες συνάντησαν την Ηλέκτρα που φορούσε ένα λευκό φόρεμα με διάσπαρτα κίτρινα λουλούδια και τη Φωτεινή, που φορούσε ένα ασπρόμαυρο κοντομάνικο φόρεμα με δαντέλα στα μανίκια.
«Α, κι εσείς έτοιμοι είστε; Πάμε. Η Ιφιγένεια είπε πως θα έρθει σε λίγο με τους γονείς της και θα μας βρει εκεί. Η Ναυσικά κι ο Αδριανός έχουν ήδη κατέβει με τους δικούς τους.» τους είπε το ξωτικό της φωτιάς. Η Ηλέκτρα σφύριξε με θαυμασμό μόλις τους είδε.
«Δεν ήξερα ότι οι θνητοί μπορούν να γίνουν τόσο κούκλοι αν ντυθούν και χτενιστούν τόσο όμορφα... Πώς δεν σας είχα προσέξει τόσο καιρό;» είπε με ένα παιχνιδιάρικο χαμόγελο.
«Και εσείς δεν πάτε πίσω όμως... Αν δεν απαγορεύονταν οι σχέσεις ανάμεσα σε θνητούς και ξωτικά, μπορεί και να φλέρταρα κάποια από τις δυο σας.» τους είπε ο Γιάννης.
«Γιατί, ποιος σε εμποδίζει; Απαγορεύονται οι γάμοι μεταξύ των ειδών μας, όχι να φλερτάρουμε. Και ειδικά απόψε δεν μας εμποδίζει κανένας να περάσουμε καλά... Γιατί, νομίζεις όλα τα ξωτικά κάνουν σεξ πρώτη φορά με εκείνον ή εκείνη που παντρεύονται;» Ο Γιάννης κοκκίνισε ολόκληρος με αυτά τα λόγια της Ηλέκτρας και ο Ιάσονας δεν μπόρεσε να μη γελάσει...
«Ε, τώρα το παράκανες κι εσύ. Μην τον φέρνεις σε δύσκολη θέση...» της είπε η Φωτεινή.
«Έλα, σε πειράζω. Άλλωστε εγώ είμαι ερωτευμένη με άλλον.» είπε η Ηλέκτρα.
«Για τον μάγο της παρέας μας δεν είπες τίποτα όμως, μόνο για εμάς τους θνητούς.» άλλαξε θέμα ο Ηρακλής.
«Καλά εσύ Ιάσονα δεν το συζητάμε, εσύ θα μας μαγέψεις απόψε. Για την ακρίβεια μία μόνο θα μαγέψεις.» τον πείραξε η Ηλέκτρα, και φυσικά κατάλαβε ο Ιάσονας ποια εννοούσε...
«Λοιπόν; Πάμε;» ρώτησε ανυπόμονα η Φωτεινή.
«Πάμε.» απάντησε ο Ιάσονας και κατέβηκαν όλοι μαζί στην παραλία.
Μόλις έφτασαν στο χώρο του φεστιβάλ, συνάντησαν και τον Αδριανό, ο οποίος είχε φορέσει ένα κόκκινο παντελόνι, κόκκινο γιλέκο αμάνικο και ξεκούμπωτο μπροστά και είχε στολίσει τα μυτερά αυτιά του με αρκετά ασημένια σκουλαρίκια και αλυσίδες.
«Βρε καλώς τους... Είστε έτοιμοι να δείτε πώς γιορτάζουμε εμείς τα ξωτικά;» ρώτησε τους τρεις Νότιους.
«Εννοείται αυτό!» απάντησε ο Γιάννης και για τους τρεις.
«Μήπως να περιμένουμε την Ιφιγένεια πριν προχωρήσουμε; Έχει πολύ κόσμο, πώς θα μας βρει μετά;» είπε ο Ιάσονας.
«Θα μας βρει αυτή, μην αγχώνεσαι. Λογικό είναι να αργήσει, απόψε ετοιμάζεται ειδικά για κάποιον συγκεκριμένο.» του είπε ο Αδριανός κοιτάζοντας τον με νόημα.
Κοίτα εξέλιξη ο Αδριανός... Τώρα μου πετάει και υπονοούμενα για την Ιφιγένεια και μας θέλει μαζί! Είπε από μέσα του ο νεαρός μάγος.
Τελικά αποφάσισε να ακολουθήσει τους υπόλοιπους και προχώρησαν ανάμεσα απ' τους πάγκους οι οποίοι περιείχαν άλλοι σνακ και ποτά, άλλοι ήταν για να λάβεις μέρος σε δραστηριότητες ενώ σε κάποιους άλλους διάφοροι μικροπωλητές πωλούσαν την πραμάτεια τους, από χειροποίητα καλοκαιρινά κοσμήματα μέχρι μπιμπελό και στολίδια για το σπίτι. Στο βάθος ακουγόταν μουσική από μια από τις μπάντες που έπαιζε στη σκηνή. Καθώς προχωρούσαν ανάμεσα στους πάγκους, ο Ιάσονας και οι δύο κολλητοί του κοιτούσαν εντυπωσιασμένοι κάθε τι πρωτόγνωρο που έβλεπαν. Σε μια μικρή πίστα, ξωτικά της φωτιάς έκαναν κόλπα δαμάζοντας τη φωτιά, στριφογυρνώντας την ανάμεσα στα χέρια τους ή φτιάχνοντας διάφορα σχήματα με αυτήν, σε μια άλλη πίστα γινόταν το ίδιο αλλά με ξωτικά του νερού. Στο μπαρ, ο Ιάσονας κατάφερε να διακρίνει τον Σωκράτη να πίνει ένα εξωτικό κοκτέιλ. Κλασικός Σωκράτης. Είπε μέσα του και γέλασε.
Ο Άρχοντας Νίμος τους είδε και τους πλησίασε χαρούμενος. Ήταν ντυμένος αρκετά εκκεντρικά, με ένα γαλάζιο μεταξωτό πουκάμισο ανοιχτό στο στήθος ως συνήθως και διάφορα πολύχρωμα σχέδια, καθώς και ασορτί παντελόνι.
«Καλώς τους!» αναφώνησε και έκανε μια αγκαλιά ανάμεσα στον Γιάννη και τον Ιάσονα. «Καλώς ήλθατε στο φεστιβάλ της Ανφάνης, το καλύτερο φεστιβάλ για τη Γιορτή του Καλοκαιριού! Σας εύχομαι να το απολαύσετε και να περάσετε τέλεια! Καλό Καλοκαίρι να έχουμε!» και έφυγε για να χαιρετήσει κι άλλο κόσμο, γνωστούς του που κατέφθαναν συνεχώς.
Λίγο πιο πέρα, βρήκαν τη Ναυσικά και τον Σεραφείμ με τους γονείς τους. Τα δυο νεαρά ξωτικά πλησίασαν την παρέα και χωρίστηκαν με τους ενήλικες.
«Οι δικοί σας γονείς που είναι;» ρώτησε ο Ιάσονας τους υπόλοιπους.
«Κάπου εδώ γύρω θα είναι. Οι δικοί μου έχουν έρθει από νωρίς.» απάντησε η Φωτεινή.
«Καλύτερα που δεν είναι μαζί μας, γιατί θα άρχιζαν τα δικά τους. Μην πιείτε πολύ, να προσέχετε και λοιπά.» είπε η Ηλέκτρα.
Όλοι στο φεστιβάλ περνούσαν υπέροχα, κάποιοι περπατούσαν παρέα με τα δαιμόνια τους φυσικά ανάμεσα στους πάγκους, κάποιοι άλλοι χόρευαν... Η παρέα πήραν ποτά από το μπαρ και πλησίασαν την εξέδρα συναυλιών όπου έπαιζε ένα συγκρότημα κι άρχισαν να χορεύουν ανακατεμένοι με τον υπόλοιπο κόσμο. Η μουσική που έπαιζε το συγκεκριμένο συγκρότημα ήταν ροκ με κάποιες πιο απαλές νότες, ενώ η τραγουδίστρια που έκανε φωνητικά είχε πολύ μελωδική φωνή που τους μάγευε όλους.
Όμως, όσο ωραία και αν περνούσε ο Ιάσονας, έψαχνε παντού γύρω του με το βλέμμα την Ιφιγένεια. Που βρισκόταν; Γιατί δεν είχε κατέβει ακόμα στην παραλία; Μήπως δεν θα ερχόταν; Μήπως δεν ένιωθε καλά ή της συνέβη κάτι;
Την ίδια στιγμή, η οικογένεια του Αρχιθεραπευτή Ζαχαρία εισερχόταν στο χώρο τραβώντας πολλά βλέμματα πάνω τους με την ομορφιά και τη λάμψη τους. Ο Ζαχαρίας φορούσε ένα λινό άσπρο κοστούμι και είχε μαζέψει τα μισά μαλλιά του πίσω, ενώ η Χρυσάνθη ένα αεράτο, μακρύ λαχανί φόρεμα κι είχε τα σγουρά μαλλιά της στο πλάι. Όσο για την Ιφιγένεια, είχε επιλέξει ένα πράσινο δαντελένιο φόρεμα, κοντό μπροστά και με ουρά που έφτανε μέχρι λίγο πιο κάτω απ' το γόνατο πίσω, διακοσμημένο με μικροσκοπικά ροζ λουλουδάκια εδώ κι εκεί, και χαμηλά χρυσά σανδάλια. Τα μαλλιά της ήταν τα μισά πλεγμένα και μαζεμένα προς τα πίσω, ενώ στα αυτιά της είχε περάσει μερικά χρυσά σκουλαρίκια με αλυσίδες. Είπε στους γονείς της πως θα πήγαινε να βρει τους φίλους της και απομακρύνθηκε ανάμεσα στον κόσμο.
Ένα νέο συγκρότημα ανέβηκε στην εξέδρα, η κεντρική τραγουδίστρια του οποίου ήταν ένα κατάξανθο ξωτικό, με σχεδόν λευκά μαλλιά και φρύδια. Φορούσε ένα αέρινο γαλάζιο φόρεμα. Ξεκίνησαν να παίζουν ένα χορευτικό, αλλά πολύ μελωδικό συγχρόνως κομμάτι.
https://youtu.be/Dc3PCWhPQLc
Ο Ιάσονας όπως ήταν φυσικό δεν είχε αντιληφθεί ακόμα την παρουσία της Ιφιγένειας στο χώρο και χόρευε αφηρημένα. Κάποια στιγμή έγειρε στο αυτί του Γιάννη και είπε:
«Ρε συ, που είναι η Ιφιγένεια; Αρχίζω και ανησυχώ. Μήπως να πάμε να τη βρούμε;»
«Να τη.» του είπε τότε ο Γιάννης, κοιτάζοντας σαν μαγεμένος προς ένα συγκεκριμένο σημείο. Ο Ιάσονας κοίταξε προς τα εκεί και μαγεύτηκε και εκείνος, η καρδιά του χτύπησε δυνατότερα και χάρηκε όσο ποτέ που επιτέλους την είδε. Το φόρεμα της ήταν πρωτότυπο και παραμυθένιο συγχρόνως και το μακιγιάζ της ανάλαφρο τόνιζε το όμορφο πρόσωπο της, το οποίο έλαμψε ακόμα περισσότερο όταν είδε τον Ιάσονα. Πλησίασε και άρχισε να χορεύει κατευθείαν μαζί του, ενώ ο Γιάννης απομακρύνθηκε διακριτικά.
Χόρευαν χωρίς να αγγίζονται στην αρχή, όμως τα σώματα τους κινούνταν σε απόλυτη αρμονία μεταξύ τους στο ρυθμό και την απαλή, μαγική φωνή της τραγουδίστριας. Έπειτα ο Ιάσονας έπιασε τα χέρια της και την έκανε μία σβούρα.
«Είσαι υπέροχη απόψε, Ιφιγένεια.» της είπε χωρίς να αφήσει τα χέρια τους.
«Και εσύ το ίδιο, Ιάσονα. Καλό Καλοκαίρι να έχουμε.»
«Καλό Καλοκαίρι.» ευχήθηκε, αν και δεν ήξεραν κατά πόσο θα ήταν όντως καλό με όλα όσα έρχονταν...
Συνέχισαν να χορεύουν, χωρίς να σταματούν στιγμή να κοιτάζονται στα μάτια, ενώ στη συνέχεια ήρθαν πιο κοντά, η Ιφιγένεια τοποθέτησε τα χέρια της στο στέρνο του και ο Ιάσονας άγγιξε απαλά τη μέση της καθώς εξακολουθούσαν να κινούνται στο ρυθμό. Πρώτη φορά ένιωθαν τόση έλξη ο ένας για τον άλλον... Μπορεί ο Ιάσονας να ήταν μάγος, όμως απόψε τα μάτια της είχαν μαγέψει εκείνον. Παρασυρμένοι και οι δυο από τη μουσική και το πάθος ανάμεσα τους, τα πρόσωπα τους ήρθαν κοντά και τότε, καθώς εκείνη η ακατανίκητη έλξη έγινε ακόμα πιο δυνατή, τα χείλη τους ενώθηκαν, χωρίς να μπορούν να συγκρατηθούν άλλο και να κρύψουν όσα ένιωθαν.
Δεν τους ένοιαζε τίποτα εκείνη τη στιγμή, δεν σκέφτονταν το μετά, ούτε ότι τους έβλεπαν τόσα μάτια, δεν νοιάζονταν αν γινόταν γνωστός ο έρωτας τους δημόσια ... Το μόνο που είχε σημασία ήταν τα χείλη τους που χόρευαν πλέον αντί για τα σώματα. Ο Ιάσονας άνοιξε απαλά με τη γλώσσα του τα χείλη της για να συναντήσει τη δική της, και συμμετείχαν και εκείνες αργά στο χορό σαν να το έκαναν χρόνια αυτό, καθώς οι καρδιές τους χτυπούσαν δυνατά σαν μία... Ένιωθαν λες και βρίσκονταν μόνο οι δυο τους, σαν να στέκονταν μόνοι εκεί ή σαν να είχαν περάσει σε άλλη διάσταση.
Με μισή καρδιά διέκοψε ο Ιάσονας το φιλί. Δεν του ήταν αρκετό, αλλά η λογική επικράτησε και έπρεπε να σταματήσουν προτού τους δει κάποιος που θα μπορούσε να τους μαρτυρήσει... Ένωσε το μέτωπο του με το δικό της καθώς κρατούσε το πρόσωπο της ξέπνοος. Δεν είπαν τίποτα, μόνο συνέχισαν να χορεύουν με περισσότερο πάθος και χωρίς να χωρίζονται οι ματιές τους.
Ευτυχώς, γύρω τους η συναυλία και ο χορός συνεχιζόταν χωρίς να τους έχουν αντιληφθεί οι περισσότεροι.
{...}
Ο Γιάννης είχε απομακρυνθεί χορεύοντας και κάποια στιγμή, γύρισε προς το μέρος του Ιάσονα και της Ιφιγένειας και τους είδε να φιλιούνται. Ένιωσε την καρδιά του να σπάει εκείνη τη στιγμή, ένιωσε να πληγώνεται χωρίς να μπορεί να εξηγήσει το λόγο και μια μικρή ζήλεια για τον φίλο του. Συνειδητοποίησε πως πονούσε περισσότερο από την απόρριψη της Έλενας.
Εδώ και καιρό έπνιγε τα συναισθήματα του. Έπειθε τον εαυτό του ότι δεν ένιωθε τίποτα παραπάνω από φιλία για εκείνη, ότι απ' την αρχή ανήκε στον Ιάσονα κι ότι τον ίδιο δεν θα τον έβλεπε διαφορετικά. Έλεγε ότι χαιρόταν που είχαν έρθει πιο κοντά οι δυο τους και στα αλήθεια χαιρόταν και παρότρυνε τον Ιάσονα να προχωρήσει και να κάνει αυτό που ένιωθε, ωστόσο δεν περίμενε πως θα πονούσε τόσο να τους βλέπει έτσι μαζί. Ένιωθε χάλια με τον εαυτό του, ένιωθε ο χειρότερος φίλος που ήθελε κρυφά την κοπέλα του κολλητού του.
Δεν μπορούσε να μείνει άλλο εκεί. Κοίταξε γύρω του. Είδε τον Ηρακλή στις πρώτες σειρές των θεατών της συναυλίας μαζί με τον Αδριανό και τη Ναυσικά, λίγο πιο πέρα είδε την Ηλέκτρα να χορεύει με τον Σεραφείμ... Απομακρύνθηκε και πέρασε μέσα από τον κόσμο. Ήθελε να μείνει μόνος του για λίγο, να πάει κάπου ήσυχα να καθίσει να σκεφτεί και να βάλει σε μια σειρά όσα ένιωθε.
Περπάτησε για αρκετά μέτρα κατά μήκος της παραλίας. Το τραγούδι και οι φωνές απ' το πλήθος ακούγονταν ολοένα και λιγότερο αφού είχε απομακρυνθεί από το χώρο του φεστιβάλ. Λίγα μέτρα πιο πέρα, είδε μια μορφή να κάθεται πάνω σε ένα βράχο και να αγναντεύει τη θάλασσα. Διέκρινε την κάφτρα ενός τσιγάρου και τα κόκκινα μαλλιά της. Πλησίασε και επιβεβαιώθηκε ότι η μορφή που καθόταν και κάπνιζε στο βράχο ήταν η Φωτεινή.
«Τι κάνεις εδώ μόνη;» τη ρώτησε. Εκείνη ανασηκώθηκε απότομα, ηρέμησε αμέσως όμως μόλις είδε πως ήταν ο Γιάννης.
«Με τρόμαξες. Δεν ξέρει κανένας ότι καπνίζω, ούτε οι φίλοι μου. Έλα, κάθισε μαζί μου.» του είπε και έκανε χώρο στο βράχο. Ο Γιάννης κάθισε δίπλα της.
«Θέλεις κι εσύ ένα;» τον ρώτησε και του έτεινε το πακέτο τα τσιγάρα.
«Κανονικά ούτε εγώ καπνίζω, πολύ σπάνια και επίσης κρυφά από όλους. Τώρα όμως νομίζω πως έχω ανάγκη ένα.» Η Φωτεινή χαμογέλασε και του έδωσε ένα τσιγάρο, εκείνος το έβαλε στο στόμα του και του το άναψε με φωτιά που έβγαλε από το δάχτυλο της αντί για αναπτήρα.
«Τα καλά του να είσαι ξωτικό της φωτιάς. Δεν ανησυχείς ποτέ αν θα έχεις πάνω σου αναπτήρα.» του είπε χαριτολογώντας.
Ο Γιάννης έκανε μια γερή ρουφηξιά αφήνοντας τον καπνό να εισχωρήσει στον οργανισμό του και τον χαλάρωσε αμέσως. Κοίταξε προς τα επάνω, στα αστέρια, καθώς έβγαζε τον καπνό.
«Λοιπόν; Τι σε κάνει να έχεις ανάγκη το τσιγάρο απόψε; Δεν απολαμβάνεις το φεστιβάλ;» τον ρώτησε η Φωτεινή. «Αν θέλεις μου λες, φυσικά.» Ο Γιάννης ένιωσε την ανάγκη να εκμυστηρευτεί όσα ένιωθε σε κάποιον και το νεαρό ξωτικό, με την οποία είχαν έρθει αρκετά κοντά σε φιλικό επίπεδο καθώς εκπαιδεύονταν στους τοξότες μαζί, ήταν το κατάλληλο άτομο για να τον ακούσει. Ήξερε ότι δεν θα μιλούσε σε κανέναν, ούτε στην Ιφιγένεια και ας ήταν φίλη της.
«Γίνεται να έχει κανείς αισθήματα για δύο άτομα ταυτόχρονα;» τη ρώτησε. Η Φωτεινή το σκέφτηκε λίγο και απάντησε:
«Αν εννοείς να είσαι ερωτευμένος με αυτά τα άτομα, φυσικά και γίνεται, με το καθένα με διαφορετικό τρόπο βέβαια. Όμως αργά ή γρήγορα, η καρδιά θα κάνει την επιλογή της.» Ο νεαρός θνητός χαμογέλασε μελαγχολικά.
«Ήταν ένα κορίτσι πίσω στην πατρίδα, για την οποία είχα αισθήματα. Και ακόμα έχω. Σου μοιάζει λίγο εδώ που τα λέμε, έχει και εκείνη κόκκινα μαλλιά... Ένιωθα ότι και εκείνη είχε αισθήματα, και ήθελα πολύ να προσπαθήσουμε να είμαστε μαζί... μέχρι που ήρθε η Ιφιγένεια.» κατέληξε.
«Α, ώστε αυτή είναι το δεύτερο άτομο...» συμπέρανε η Φωτεινή. «Μην ανησυχείς. Δεν θα πω τίποτα. Συνέχισε.»
Και της αφηγήθηκε την ιστορία απ' την αρχή, για το πώς εντελώς ξαφνικά άρχισε να νιώθει πράγματα για την Ιφιγένεια από τη στιγμή που μπήκε στην παρέα τους, όμως έκανε πίσω επειδή έβλεπε πως υπήρχε μια σπίθα ανάμεσα σε εκείνη και στον κολλητό του, για τον τρόπο που πλήγωσε την Έλενα όταν της το εκμυστηρεύτηκε κι ύστερα εκείνη εξαιτίας του έγινε μια άλλη και κατέληξε σε σχέση με ένα άτομο το οποίο δεν της ταίριαζε, για να καταλήξει στο φιλί του Ιάσονα και της Ιφιγένειας του οποίου έγινε μάρτυρας.
«Εν μέρει καταλαβαίνω πως νιώθεις.» του είπε στο τέλος. «Γιατί και εγώ είμαι ερωτευμένη με τον Σεραφείμ, όμως εκείνος από ότι φαίνεται θέλει την Ηλέκτρα. Για εκείνον έκανε λόγο προηγουμένως στο σπίτι προτού κατέβουμε εδώ, που είπε πως είναι ερωτευμένη με κάποιον... Ξέρω πως δεν έχω ελπίδες μαζί του, ούτε η Ηλέκτρα έχει βέβαια γιατί είναι και οι δυο υβρίδια και οι Ανώτεροι Άρχοντες θα φοβούνται τι θα προκύψει από μια τέτοια ένωση αν στο μέλλον παντρευτούν και κάνουν παιδί. Όμως και μόνο που ξέρω ότι η καρδιά του ανήκει σε εκείνη, ότι μπορεί να κάνουν σχέση έστω και κρυφά, με πονάει.» Έκανε μία ακόμα τζούρα απ' το τσιγάρο της και συμπλήρωσε: «Βέβαια στη δική σας περίπτωση πρόκειται για ερωτικό τετράγωνο αντί για τρίγωνο, οπότε τα πράγματα περιπλέκονται ακόμα περισσότερο.»
Παρόλο που δεν βρήκαν λύση στα ερωτικά τους προβλήματα, οι δυο φίλοι ένιωσαν καλύτερα που μίλησαν ο ένας στον άλλον και επέστρεψαν με κάπως ελαφρύτερη καρδιά στο φεστιβάλ και συνέχισαν να γιορτάζουν μαζί με τους υπόλοιπους ως αργά τη νύχτα.
*********************************************************************
Επιτέλους!! Σας έβγαλα την πίστη το ξέρω, αλλά επιτέλους φιλήθηκαν τα παιδιά μας!! Από τα πρώτα κεφάλαια περίμενα να γράψω αυτή τη στιγμή 😍 Πώς σας φάνηκε;
Αυτό όμως δεν είναι κάτι θετικό για όλους, αφού ο έρωτας του Γιάννη για την Ιφιγένεια δεν είχε περάσει όπως νόμιζε, απλώς είχε θαφτεί. Τα ερωτικά μπερδέματα όμως υπάρχουν ακόμα και ανάμεσα στα ξωτικά, αφού όπως είδαμε η Φωτεινή είναι ερωτευμένη με τον Σεραφείμ αλλά υπάρχει κάτι ανάμεσα σε εκείνον και την Ηλέκτρα. Κατά τα άλλα, μας είχε πει η Ιφιγένεια σε κάποιο από τα πρώτα κεφάλαια ότι οι σχέσεις των ξωτικών δεν είναι τόσο περίπλοκες 😂
Στο επόμενο κεφάλαιο ετοιμαστείτε, γιατί έχουμε μια τεράστια ανατροπή!!
Σημείωση: Δεν μου ανήκουν τα τραγούδια. Τα χρησιμοποιώ χωρίς κανένα κέρδος μόνο για τις ανάγκες αυτού του κεφαλαίου.
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top