Κεφάλαιο 31: Η Αρχή της Εκπαίδευσης

Όταν τα θεωρητικά μαθήματα τελείωσαν, οι μαθητευόμενοι, ο Σωκράτης και ο Αχιλλέας, ο οποίος εθελοντικά θα επόπτευε την εκπαίδευση, μεταφέρθηκαν σε έναν ανοιχτό χώρο σαν ξέφωτο μέσα στους κήπους.

Ο Ιάσονας είχε φέρει το σπαθί του Ντέριου μαζί, πράγμα το οποίο χαροποίησε ιδιαίτερα τον πρώην άρχοντα.

«Επιτέλους, φρέσκος αέρας!» τον άκουσε να λέει. Ο Σωκράτης ήπιε λίγο απ' το κονιάκ που είχε φέρει μαζί του και ξεκίνησε να λέει:

«Λοιπόν, παιδιά μου, όπως γνωρίζετε, ή όπως κάποιοι πιθανόν να μη γνωρίζετε, πολλοί από εμάς τους μάγους έχουμε ισχυρή μαγεία, τόσο ισχυρή που πολλές φορές μας κάνει να χάνουμε τον έλεγχο.»

Ο Ιάσονας θυμήθηκε τότε που υπερασπίστηκε την Ιφιγένεια, πάλεψε με τον Τεό και τον χτύπησε πολύ δυνατά, αφήνοντας άθελα του την οργή να τον κυριεύσει.

«Για να μειώσουμε αυτή την πιθανότητα λοιπόν, οι περισσότεροι επιλέγουμε να μεταφέρουμε μέρος της ενέργειας μας σε όπλα, όπως ραβδιά, σκήπτρα ή σπαθιά, και να μαχόμαστε με αυτά.» Έβγαλε από το εσωτερικό του σακακιού του ένα ξύλινο ραβδί.

«Έχεις ραβδί;!» απόρησε έκπληκτος ο Ιάσονας.

«Δεν είναι ένα απλό ραβδί. Δηλαδή, μπορώ να επιτεθώ με αυτό...» Το τέντωσε μπροστά και εκτόξευσε μια μάζα πράσινης ενέργειας μπροστά, ίδιας με εκείνη του Ιάσονα. «Όμως αν δυσκολεύουν τα πράγματα μπορώ να το μετατρέψω σε κάτι πιο φονικό.» Κράτησε το ραβδί οριζόντια μπροστά του. «Επεκτάσιους.» είπε και τότε το ραβδί μάκρυνε αρκετά, μετατράπηκε σε ένα κοντάρι με δύο λόγχες στα άκρα του.

«Ουάου!» αναφώνησε ο Γιάννης. Την ίδια στιγμή άναψαν πράσινες φλόγες στις λόγχες του.

«Απλά αφήνω την πράσινη ενέργεια να εισέλθει μέσα στο κοντάρι και να ποτίσει τις λόγχες. Η Μαγεία σου, Ιάσονα, είναι δυνατή, αλλά ακατέργαστη ακόμα και αν πολεμήσεις χωρίς εκπαίδευση, θα υπάρξουν παράπλευρες απώλειες γύρω σου. Συμφωνείς, καθηγητή Αχιλλέα;» ρώτησε. Το ξωτικό ένευσε.

«Έτσι είναι. Φαντάσου την ενέργεια σου σαν ένα σμαράγδι, που όμως δεν έχει κοπεί και οι άκρες του, άγριες ακόμα θα μπορούσαν να τραυματίσουν κάποιον αν δεν το πιάσει σωστά. Αν όμως στείλουμε για κοπή αυτό το σμαράγδι, θα μετατραπεί σε κάτι λείο, λαμπερό και όμορφο.»

«Κατάλαβα.» είπε ο Ιάσονας, που έπιασε αμέσως τον παραλληλισμό της πράσινης ενέργειας του με το σμαράγδι.

«Οπότε, αυτό που πρέπει να κάνουμε για αρχή στην εκπαίδευση μαγείας είναι να μπορείς να περνάς όποτε θέλεις μέρος της ενέργειας σου στο σπαθί.» συνέχισε ο Σωκράτης. «Αφού το καταφέρεις αυτό, θα μάθεις να πολεμάς σε συνθήκες πραγματικής μάχης, συνδυάζοντας τη μαγεία με τις κινήσεις του σπαθιού σου και συγχρόνως θα μάθεις μερικά ξόρκια που θα σε βοηθήσουν. Θα υπάρξει επίσης μάθημα αλχημείας και ενόρασης. Περιμένω να μου στείλουν μια μαγική σφαίρα από τη χώρα μου.» Ο Ιάσονας ενθουσιάστηκε με αυτή την ιδέα, αλλά τον τρόμαζε κιόλας, όσο θυμόταν τι συνέβη στη σφαίρα ενόρασης στον Πύργο των Μάγων μέσα στην οποία κοίταξε.

Έπειτα ο Σωκράτης προσπάθησε να του δείξει πώς μπορεί να περάσει την ενέργεια του στο σπαθί:

«Κάποιοι μάγοι, όπως εγώ, έχουμε καταφέρει να το κάνουμε μέσω της σκέψης. Σκεφτόμαστε απλά την ενέργεια να ρέει μέσα στο όπλο μας και αυτό γίνεται χωρίς καμία κίνηση. Εσύ θα αργήσεις να φτάσεις σε αυτό το στάδιο. Μέχρι να γίνει αυτό, μπορείς απλά να περάσεις τη μαγική ενέργεια μέσω της παλάμης σου περνώντας την πάνω από τη λεπίδα του σπαθιού.»

Ο Ιάσονας προσπάθησε να κάνει όπως του είπε ο εκπαιδευτής του , το μόνο που κατάφερε όμως ήταν  να κόψει το χέρι του.

«Άουτς!» αναφώνησε και κοίταξε την πληγή να στάζει αίμα στο πράσινο γρασίδι. Με την άκρη του ματιού του είδε τον Αδριανό να πνίγει ένα γέλιο, δεν έδωσε σημασία όμως.

«Τι πήγε στραβά;» ρώτησε.

«Πρέπει να το κάνεις πιο απαλά, όχι να πιέζεις το χέρι σου επάνω.» του επισήμανε ο Σωκράτης. «Ιφιγένεια, θεράπευσε το χέρι του για να προσπαθήσουμε πάλι.»

«Μετά χαράς.» απάντησε η Ιφιγένεια και πλησίασε τον Ιάσονα. Του έπιασε το χέρι και με το γνωστό πλέον τρόπο του το γιάτρευσε ενώ κοιτάχτηκαν στα μάτια για λίγο.

«Μπορείς να το κάνεις, Ιάσονα. Αρκεί να πιστέψεις στον εαυτό σου και στις δυνάμεις σου.» του είπε.

Πήρε μια βαθιά ανάσα, γέμισε με γαλάζια φωτιά την παλάμη του και χάιδεψε απαλά το σπαθί, όμως και πάλι δεν συνέβη τίποτα.

«Χμμ... Ίσως η Γαλάζια Ενέργεια δεν αρκεί, επειδή είναι αμυντική μαγεία. Γιατί δεν δοκιμάζεις την Πράσινη;» τον ρώτησε ο Σωκράτης.

«Επειδή...» Ο Ιάσονας έσκυψε το κεφάλι. «Δεν μπορώ να ελέγξω τι χρώμα ενέργεια θα βγάλω. Αυτή τη στιγμή είμαι ήρεμος, για αυτό βγαίνει μόνο η Γαλάζια.»

«Μα έτσι, δεν θα μπορείς να προστατεύσεις τους συμμάχους στη μάχη αν δεν μπορείς να βάλεις τη Γαλάζια Ασπίδα! Πάντα σε ένταση θα βρίσκεσαι στη μάχη!» αναφώνησε ο μεγαλύτερος μάγος.

«Είναι μάταιος κόπος, δάσκαλε.» είπε ο Αδριανός και πλησίασε. «Δεν έχει τα προσόντα. Μπορεί να έχει μαγικές δυνάμεις, αλλά είναι αδύναμος και αφήνει να παρασυρθεί πολύ εύκολα από συναισθήματα, βάζοντας σε κίνδυνο τους γύρω του! Αυτό ακριβώς συνέβη στο Νότιο Βασίλειο!»

«Έι! Έτσι και ξαναπείς άσχημη κουβέντα για τον φίλο μου θα...!» φώναξε ο Γιάννης, όμως το ξωτικό τον διέκοψε:

«Πάψε, φύτουλα! Δεν καταλαβαίνεις ότι εξαιτίας του θα κινδυνεύσετε ξανά όλοι;!»

«Αδριανέ...» γρύλισε ο Ιάσονας κοιτάζοντας τον απειλητικά και τότε πράσινες φλόγες άναψαν στο ελεύθερο χέρι του.

«Χα! Ευκαιρία να ανάψεις το σπαθί! Τώρα, Ιάσονα! Πέρνα το χέρι σου πάνω απ' τη λεπίδα!» φώναξε ο Σωκράτης. Ο Ιάσονας κοίταξε τη μαγεία του, είχε θυμώσει με τον Αδριανό και για αυτό έβγαινε ένα έντονο πράσινο. Πέρασε γρήγορα το χέρι του πάνω απ' το σπαθί και το κοίταξε με έκπληξη να ανάβει και να γίνεται πράσινο, σαν να ανάβλυζε πράσινη φωτιά από μέσα του, ενώ άκουγε συγχρόνως τη φωνή του Ντέριου:

«Ναι! Αυτό είναι, Ιάσονα! Μπορώ να νιώσω τη δύναμη σου! Θα είμαστε ανίκητοι!»

«Δούλεψε.» είπε χαρούμενος ο Ιάσονας, κοιτάζοντας, όπως όλοι, το εντυπωσιακό θέαμα του σπαθιού με τις πράσινες φλόγες. «Και ο Ντέριος είπε πως δέχτηκε τη μαγεία μου. Είναι απίστευτο!» αναφώνησε. Δεν θέλω να το παραδεχτώ, αλλά χάρη στον Αδριανό κατάφερα να το πετύχω. Αλλά δεν πρόκειται να τον ευχαριστήσω για αυτό. Ο Αδριανός δεν μίλησε άλλο.

Στη συνέχεια, ο Σωκράτης προσπάθησε να μάθει τα βασικά στον Ιάσονα, όπως για παράδειγμα μερικές βασικές τεχνικές του σπαθιού, στις οποίες βοηθούσε και ο Αχιλλέας ο οποίος ήταν άψογος ξιφομάχος. Ο Ντέριος δεν έκανε τίποτα, καθώς του είπε ότι θα αναλάμβανε εκείνος τον έλεγχο του σπαθιού. Οι φίλοι του, τόσο ο Γιάννης με τον Ηρακλή όσο και οι καινούργιοι φίλοι εκτός από τον Αδριανό- που ούτως η άλλως δεν τον θεωρούσε φίλο του- χειροκροτούσαν ενθουσιασμένοι κάθε φορά που τα πήγαινε καλά και φώναζαν επευφημώντας τον.

«Εντάξει, αρκετά για σήμερα.» είπε ο Σωκράτης στο τέλος λαχανιασμένος και, πλησιάζοντας το σακάκι του το οποίο είχε βγάλει και είχε αφήσει σε ένα παγκάκι στη σκιά ενός δέντρου, όπου παρακολουθούσαν οι υπόλοιποι, έβγαλε το κονιάκ του και ήπιε λίγο. Η Ναυσικά έβγαλε νερό από τα χέρια της κρατώντας τα προς τα κάτω, σαν βρύση, έτσι ήπιαν όλοι.

«Λοιπόν, Ιάσονα, τα πήγες πολύ καλά για πρώτο μάθημα. Πρέπει όμως να συνεχίσεις την εξάσκηση και με τον Ντέριο, για να μπορέσετε να συγχρονιστείτε και να πολεμάτε σαν ένα, αξιοποιώντας και τις δικές του ικανότητες. Αύριο θα ξεκινήσουμε τα βασικά για τα ξόρκια. Δυστυχώς, σε αυτό το μάθημα δεν επιτρέπεται να είστε όλοι, θα είμαστε μόνο εγώ και εσύ σε μια από τις αίθουσες προπόνησης.» είπε ο Σωκράτης και έληξε και αυτό το μάθημα.

{...}

«Δεν τον πιστεύω αυτόν τον τύπο! Τι πρόβλημα έχει μαζί σου;!» αναφώνησε εκνευρισμένος ο Γιάννης καθώς θυμόταν τον τρόπο που είχε προσβάλλει για μία ακόμα φορά ο Αδριανός τον φίλο του. Είχαν μαζευτεί οι τρεις τους, εκείνος, ο Ιάσονας και Ηρακλής στο δωμάτιο του.

«Δεν καταλαβαίνεις;» είπε με νόημα ο Ηρακλής. «Γουστάρει την Ιφιγένεια, όπως και ο Ιάσονας και τον βλέπει σαν απειλή επειδή εκείνον η Ιφιγένεια τον βλέπει μόνο φιλικά.»

«Ααα, έτσι εξηγείται...! Ναι, αλλά δεν μπορεί να σε κατηγορεί μπροστά στα μούτρα σου ότι κινδύνευσε και θα κινδυνεύσει ξανά η Ιφιγένεια εξαιτίας σου.... Αν ήταν εκείνος στο Μεγάλο Ξέφωτο, νομίζετε θα έτρωγε λιγότερο ξύλο; Ένας Θεραπευτής είναι, δεν φτάνει ούτε στο ελάχιστο τις δυνάμεις σου, Ιάσονα.»

«Η Ιφιγένεια μου είπε ότι ξέρει να πολεμάει με σπαθί. Ορισμένοι θεραπευτές, ανάμεσα τους και ο πατέρας της, μαθαίνουν να μάχονται για δική τους ασφάλεια στις μάχες, για να βοηθάνε αλλά κυρίως για να φτάνουν πιο εύκολα τους τραυματίες, κάνοντας έτσι πιο εύκολο το έργο τους.»

«Και πάλι όμως, δεν ελέγχει κανένα στοιχείο της φύσης. Τι τον κάνει να θεωρεί τον εαυτό του καλύτερο από σένα, γιατί το ύφος του αυτό δείχνει.»

«Δεν είναι αυτό.» διαφώνησε ο Ηρακλής. «Απλά ζηλεύει γιατί πιστεύει ότι η Ιφιγένεια θα επιλέξει τον Ιάσονα στο τέλος, ενώ θεωρεί ότι το σωστό θα είναι να καταλήξει μαζί του εφόσον ανήκουν στο ίδιο είδος.»

«Δεν το κόβετε;» τους είπε ο Ιάσονας. «Ό,τι πρόβλημα και αν έχει, δεν θα τον αφήσω να με επηρεάσει. Αν και, οφείλω να παραδεχτώ ότι η συμπεριφορά του σήμερα με νευρίασε και χάρη σ' εκείνον κατάφερα να βγάλω την Πράσινη Ενέργεια. Έχει δίκιο όμως. Αφήνω τα συναισθήματα να επηρεάζουν τις δυνάμεις μου.» παραδέχτηκε.

Το ίδιο απόγευμα, η Ιφιγένεια του είπε πως τσακώθηκε με τον Αδριανό, γιατί του είπε πως την ενόχλησε η συμπεριφορά του εναντίον του. Έκαναν πάλι βόλτα στους κήπους.

«Δεν ήθελα να τσακωθείτε εξαιτίας μου...» της είπε. «Εξάλλου, όσο και αν δεν θέλω να το παραδεχτώ, άθελα του με βοήθησε κάνοντας με να θυμώσω.»

«Και πάλι όμως, δεν μπορώ να τον αφήσω να σε προσβάλλει έτσι, Ιάσονα.»

«Δεν με πρόσβαλλε. Δεν είπε τίποτα που να μην ισχύει.» σταμάτησε το βάδισμα τους και την κοίταξε. «Νοιάζεται για σένα όσο κι εγώ και θέλει να είσαι ασφαλής. Και, όσο κι αν με πονάει αυτό, το πιο σωστό θα είναι να καταλήξεις μαζί του και όχι μαζί μου, Ιφιγένεια.» Τα λόγια του αυτά βγήκαν φωναχτά άθελα του, ενώ θα έπρεπε να παραμείνουν απλά σαν σκέψεις στο μυαλό.

«Τι εννοείς;» είπε πληγωμένη η Ιφιγένεια. «Σαν ζευγάρι; Μα... τον βλέπω μόνο φιλικά, δεν μπορώ να τον δω αλλιώς, Ιάσονα...» Εσένα θέλω! Ήθελε να του πει, όμως ήξερε πως, αν το έλεγε αυτό, ίσως οδηγούσε σε άλλα, επικίνδυνα μονοπάτια στα οποία θα καταστρέφονταν και οι δύο.

«Και... εμένα; Εμένα πώς με βλέπεις, Ιφιγένεια;» τη ρώτησε ο Ιάσονας. Το κορίτσι δεν του απάντησε. Έσκυψε το κεφάλι χαμηλώνοντας το βλέμμα, όμως εκείνος έγειρε μπροστά και της ανασήκωσε απαλά το πιγούνι για να τον κοιτάξει. Τα μάτια τους ενώθηκαν, καθώς έλεγαν όσα δεν μπορούσαν να εκφράσουν με λόγια και οι καρδιές τους χτυπούσαν πιο δυνατά. Τα χείλη τους απείχαν ελάχιστα εκατοστά μεταξύ τους...

«Εδώ είστε;! Και σας έψαχνα!» ακούστηκε μια φωνή και βιάστηκαν να απομακρυνθούν ο ένας απ' τον άλλον αμήχανα. Ήταν η Ηλέκτρα με το δαιμόνιο της τη Φίλια. 

«Ουπς... Συγνώμη... Διέκοψα κάτι;» είπε με την ίδια αμηχανία το ξωτικό του ηλεκτρισμού.

«Εμ... Όχι βέβαια. Τι να διακόψεις; Απλά μιλούσαμε.» ανέλαβε να απαντήσει η Ιφιγένεια.

«Ναι, αυτό ακριβώς. Μιλούσαμε μόνο.» συμπλήρωσε ο Ιάσονας με τα χέρια πίσω από την πλάτη του.

«Μάλιστα...» έκανε η Ηλέκτρα με ύφος που δεν έδειχνε να είχε πειστεί... «Τέλος πάντων, ήρθα να σας βρω, γιατί λέγαμε με τα παιδιά να κατέβουμε στο κέντρο της Έλφιας, να ξεναγήσουμε τους φιλοξενούμενους μας, να τους δείξουμε τα στέκια μας και να καθίσουμε κάπου για καφέ. Τι λέτε; Ιάσονα, θα ψήνονται οι κολλητοί σου;»

«Ναι, φυσικά και θα ψήνονται. Πάω να τους βρω και να τους το πω.»

«Οκ, ραντεβού σε μισή ώρα έξω από τις πύλες.» του είπε η Ηλέκτρα προτού απομακρυνθεί.

Όταν ο Ιάσονας έφυγε, η Ηλέκτρα έβγαλε μια τσιρίδα η οποία τρόμαξε την κολλητή της.

«Είδα καλά;! Πες μου ότι δεν με γέλασαν τα μάτια μου και ότι όντως φιληθήκατε...!» αναφώνησε με ενθουσιασμό. Η Ιφιγένεια κοκκίνισε ολόκληρη, όχι στα λόγια της κολλητής της αλλά στη σκέψη μόνο ότι λίγο έλειψε τα χείλη τους να ενωθούν.

«Εμ, όχι ακριβώς. Παραλίγο.» απάντησε.

«Αχ, και σας διέκοψα εγώ; Τι χαζή που είμαι... Έπρεπε να το φανταστώ.» Το ύφος της φίλης της σοβάρεψε απότομα.

«Έκανες πολύ καλά, γιατί αυτό δεν έπρεπε ούτως η άλλως να γίνει... Είναι λάθος, Ηλέκτρα... Ότι αισθάνομαι για τον Ιάσονα και ό,τι αισθάνεται εκείνος για μένα... Είναι τελείως λάθος. Οι δικοί μας ποτέ δεν πρόκειται να το δεχτούν.»

«Αχ, αγάπη μου...» είπε με λυπημένο ύφος η Ηλέκτρα και την αγκάλιασε. «Ξέρεις κάτι όμως; Ποτέ δεν ξέρεις. Να σου υπενθυμίσω ότι κι εμένα οι γονείς μου ήταν από διαφορετικά στοιχεία και ποτέ δεν πίστεψαν ότι θα τους επιτρεπόταν να είναι μαζί. Οι Ανώτεροι Άρχοντες φοβούνταν τι παρενέργειες θα μπορούσε να έχει αυτή η ένωση, τι είδους παιδί θα έκαναν... Όμως έκαναν πίσω τελικά, τους επέτρεψαν να παντρευτούν και να 'μαι.»

«Αυτό ήταν διαφορετικό. Οι γονείς σου ήταν και οι δύο ξωτικά. Ο Ιάσονας ανήκει σε άλλο είδος... Ποτέ δεν επέτρεψαν σχέση ανάμεσα σε ξωτικό και μάγο, ή ξωτικό και θνητό. Δεν έχουμε καμία ελπίδα.»

«Το ξέρω, ψυχή μου.» της είπε τελικά αναστενάζοντας η φίλη της. «Το ξέρω. Να σου πω κάτι όμως; Ζήσε το και όσο κρατήσει. Δεν είναι ανάγκη να το μάθουν... Εξάλλου, προς πόλεμο βαδίζουμε. Δεν ξέρουμε τι μας ξημερώνει, οπότε τι μας εμποδίζει να ζήσουμε όπως θέλουμε μέχρι τότε;»

«Έχεις δίκιο.» είπε μόνο η Ιφιγένεια, όμως και πάλι δεν θα έπαυε να διστάζει και να φοβάται, ειδικά τη στιγμή που ένιωθε μέσα της τόσο δυνατά συναισθήματα.

{...}

«Παραλίγο να φιλήσω την Ιφιγένεια.» είπε ο Ιάσονας στους δύο κολλητούς του, τους οποίους βρήκε στο δωμάτιο του Γιάννη. Εκείνοι έμειναν με ανοιχτό στόμα για λίγο.

«Τι εννοείς παραλίγο;» ρώτησε ο Γιάννης όταν τελικά κατάφερε να μιλήσει. «Μετάνιωσες και δεν το έκανες, τελικά;»

«Δεν το μετάνιωσα... Μας διέκοψε η Ηλέκτρα.»

«Να πάρει...» είπε απογοητευμένος ο Ηρακλής. Ο Ιάσονας έβαλε το χέρι ανάμεσα στα μαλλιά του ξεφυσώντας.

«Ευτυχώς από μία άποψη.» είπε. «Γιατί, όσο και να τη θέλω και εκείνη το ίδιο... δεν μπορούμε να είμαστε μαζί. Δεν είναι μόνο οι τεράστιες διαφορές ανάμεσα στα είδη μας και οι Ανώτεροι Άρχοντες που δεν θα μας το επιτρέψουν...» Περπάτησε και κάθισε στο κρεβάτι πλάι στον Γιάννη για να συνεχίσει: «Στο ρεβεγιόν της Πρωτοχρονιάς, που είχε έρθει μαζί με τους γονείς της στο σπίτι μου, εγώ και ο Ζαχαρίας μιλήσαμε και με λίγα λόγια με έβαλε να του υποσχεθώ ότι δεν θα επιχειρήσω τίποτα ερωτικό. Προηγουμένως στον κήπο, που πήγε να γίνει αυτό... Ένιωσα ότι πήγα να αθετήσω την υπόσχεση μου. Δεν θέλω να επαναληφθεί κάτι τέτοιο. Δεν πρέπει.»

«Αυτό είναι άδικο! Γιατί να σε βάλει να υποσχεθείς κάτι τέτοιο αντί να σας στηρίξει;!» αναφώνησε ο Γιάννης.

«Επειδή φοβάται για τις συνέπειες. Και ο ίδιος αναγκάστηκε να μου μιλήσει για αυτά, παρόλο που θα μας ήθελε μαζί αν ήταν αλλιώς τα πράγματα. Τον καταλαβαίνω.» Έπειτα σηκώθηκε χαμογελώντας και είπε, αλλάζοντας τελείως διάθεση: «Τέλος πάντων όμως... Σας ήθελα και για κάτι άλλο. Η Ηλέκτρα πρότεινε να πάμε όλοι μαζί βόλτα στο κέντρο της Έλφιας να μας ξεναγήσουν. Είστε μέσα;»

«Εννοείται!» απάντησε αμέσως ο Γιάννης, που ένιωθε χαρούμενος που δεν έπρεπε να ρωτήσει τον πατέρα του και να αγχωθεί για την αρνητική του απάντηση.

«Μέσα.» είπε και ο Ηρακλής.

{...}

Βρέθηκαν με τους υπόλοιπους στις πύλες του παλατιού, όπου είχαν δώσει ραντεβού. Ο Αδριανός, προς μεγάλη ανακούφιση του Ιάσονα, δεν ήταν μαζί τους.

Από εκεί πήραν μία άμαξα, η οποία λειτουργούσε όπως ακριβώς και τα ταξί στον κόσμο των Νοτίων μαθητών, και τους μετέφερε μέσα από το δάσος και τα όμορφα κτήρια που πέρασαν ως το κέντρο της Έλφιας.

Έκαναν βόλτες στα μαγαζιά, ενώ τα ξωτικά ξεναγούσαν τους νέους φίλους και τους έδειχναν τα πάντα. Τα δαιμόνια όλης της παρέας βάδιζαν δίπλα τους. Πολλοί περαστικοί παρατηρούσαν με περιέργεια τους νεοφερμένους, άλλοι με ενδιαφέρον και κάποιοι άλλοι με καχυποψία. Είχε μαθευτεί σε όλη τη χώρα φυσικά ο σκοπός της άφιξης τους και δυστυχώς υπήρχαν και κακόβουλα ξωτικά που δεν ήθελαν καθόλου τους ανθρώπους, ήξεραν όμως καλά πως, αν ήταν η απόφαση του Άρχοντα τους να συμμαχήσουν μαζί τους, δεν μπορούσαν να κάνουν αλλιώς από το να δεχτούν.

«Δεν ξέρω αν το παρατηρήσατε αλλά είμαστε διάσημοι εδώ και τα αυτιά μας προδίδουν.» είπε ο Γιάννης στους δύο φίλους του καθώς περπατούσαν από ένα πολυσύχναστο δρόμο ανάμεσα τους.

Κάθισαν σε μια καφετέρια, η οποία βρισκόταν στον τελευταίο όροφο ενός ψηλού κτηρίου και είχε θέα στο μαγευτικό τοπίο και στον ουρανό ο οποίος είχε πάρει όλες τις αποχρώσεις του πορτοκαλί και του ροζ καθώς ο ήλιος έδυε.

«Υπέροχα δεν είναι;» ρώτησε η Ιφιγένεια τον Ιάσονα, που καθ' όλη τη διάρκεια της βόλτας τους δεν είχαν σταματήσει να ρίχνουν κλεφτές ματιές ο ένας στον άλλον.

«Ναι, είναι όντως πανέμορφα.» συμφώνησε μαζί της ο μάγος. «Μαγικά.» Μαζί σου πάντα είναι όλα μαγικά, Ιφιγένεια, όπου και αν βρίσκομαι. Ήθελε σαν τρελός να της πει, αλλά δεν έπρεπε.

Τα μέλη της νέας παρέας παρήγγειλαν φανταστικά, πρωτόγνωρα ροφήματα σε διάφορα χρώματα και γεύσεις. Το κάθε τι που δοκίμαζαν εδώ οι νεαροί θνητοί και ο μάγος ήταν τόσο διαφορετικό... ακόμα και οι γεύσεις που τους ήταν γνωστές πίσω στην πατρίδα τους.

Απόλαυσαν το ηλιοβασίλεμα καθώς συζητούσαν και γνωρίζονταν καλύτερα. Είπαν για τα χόμπι τους, για το πώς περνούσαν τις μέρες τους, πώς ήταν τα σχολεία τους... Δεν είχαν και πολύ μεγάλη διαφορά με εκείνους τα ξωτικά τελικά, πέρα από το μαγικό κομμάτι, τα δαιμόνια και όλα αυτά.

Είχε βραδιάσει για τα καλά όταν αποφάσισαν να φύγουν και ο νυχτερινός ουρανός έλαμψε με αρκετά αστέρια, όχι όσα βρίσκονταν στην εξοχή φυσικά γιατί τα φώτα της πόλης έκλεβαν τη λάμψη τους. Περπάτησαν ξανά μέχρι το σημείο όπου περίμεναν σταθμευμένες μερικές άμαξες. Το νυχτερινό τοπίο της Έλφιας ήταν ακόμα πιο απίστευτο, με τα φωτισμένα κτήρια να φαίνονται τώρα πιο έντονα.

«Μένετε όλοι κοντά στο Παλάτι;» ρώτησε ο Ιάσονας.

«Ναι, σχετικά κοντά είμαστε όλοι.» απάντησε η Ηλέκτρα. «Εγώ μένω κοντά με την Ιφιγένεια, η Φωτεινή στις παρυφές του δάσους και ο Σεραφείμ και η Ναυσικά σε μια λίμνη στα περίχωρα, όπου ζουν πολλά ξωτικά του νερού.»

«Θα σας αφήσουμε στο Παλάτι και μετά θα συνεχίσουμε εμείς.» συμπλήρωσε και ο Σεραφείμ.

Αργότερα, όταν επέστρεψαν στο παλάτι και αφού δείπνησαν με τον Άρχοντα Έλιο, την οικογένεια του και τον Σωκράτη, αποσύρθηκαν όλοι στα δωμάτια τους για να κοιμηθούν νωρίς. Ο Ιάσονας, από την ώρα που χωρίστηκαν με την Ιφιγένεια τη σκεφτόταν και θυμόταν το παραλίγο φιλί τους. Πώς να ήταν άραγε; Είχε φιλήσει και άλλα κορίτσια, όμως δεν θυμόταν με καμία να το είχε θελήσει τόσο πολύ. Γιατί να μην ήταν αλλιώς τα πράγματα ώστε να μπορούσε να το κάνει χωρίς ενοχές; 

*****************************

Γεια σας, αγαπημένα μου ξωτικά και γενικά πλάσματα της φύσης...🧝‍♂️🧝‍♀️

Πώς σας φάνηκε το κεφάλαιο; Είδαμε την αρχή της εκπαίδευσης και έτσι η πρώτη μέρα ολοκληρώθηκε. 

Είχαμε επίσης ένα παραλίγο φιλί ανάμεσα στον Ιάσονα και στην Ιφιγένεια 😊😍 Μάλλον το κλίμα της Χώρας των  Ξωτικών τους επηρέασε... Όμως και οι δύο διστάζουν για τους γνωστούς λόγους. Εσείς τι πιστεύετε;

Εννοείται πως δεν θα δούμε αναλυτικά την κάθε μέρα της εκπαίδευσης. Στο επόμενο λέω να προχωρήσουμε λίγο και να δούμε μόνο τα πιο σημαντικά για να μπούμε ξανά στη δράση.


Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top