Κεφάλαιο 18: Η Εκδρομή

Σε πέντε μέρες από εκείνη τη συζήτηση που είχε με τους φίλους του και την αποκάλυψη σχετικά με τους εφιάλτες του, χιόνισε μετά από είκοσι ολόκληρα χρόνια στο Βασίλειο του Νότου, όπως ακριβώς είχε προβλέψει ο Ιάσονας. Τα παιδιά έπαιζαν χιονοπόλεμο και έφτιαχναν χιονάνθρωπους, απολαμβάνοντας το πρωτόγνωρο για αυτούς φαινόμενο. Ήξεραν ότι χιόνιζε πάντα τον Χειμώνα στο Βασίλειο του Βορρά και στα βόρεια τμήματα των βασιλείων της Δύσης, της Ανατολής και του Κέντρου, όπως κανένας από αυτούς δεν είχε τύχει να ταξιδέψει εκεί αυτή την εποχή. Πρωτόγνωρο ήταν επίσης και για την Ιφιγένεια, που επίσης δεν χιόνιζε ποτέ στο Βασίλειο των Ξωτικών αφού το κλίμα του ήταν παρόμοιο με εκείνο του Νότου. Το πιο κοντινό σε χιόνι που είχε δει ήταν όταν ένα Ξωτικό του Πάγου, που ήταν υβρίδιο μεταξύ Ξωτικού της Γης και του Νερού, έκανε να χιονίσει γύρω του χρησιμοποιώντας τη δύναμη του, όμως αυτό ήταν πολύ λίγο σε σχέση με το λευκό τοπίο που αντίκριζε γύρω της.

Και τα τέσσερα μέλη της παρέας είχαν ξεχαστεί και το βαρύ κλίμα δεν υπήρχε πια αναμεταξύ τους. Ο Ιάσονας όντως ένιωθε σαν να είχε φύγει ένα βάρος από πάνω του τώρα που είχε αποκαλύψει αυτό το μυστικό στους φίλους του και, κατά έναν περίεργο τρόπο, δεν έβλεπε πια εφιάλτες κάθε νύχτα. Έτσι και οι γονείς του μπορούσαν με τη σειρά τους να κοιμηθούν ήσυχοι, αφού έβλεπαν τον γιο τους καλύτερα.

Οι φίλοι του όμως δεν ήθελαν να το αφήσουν έτσι. Του είχαν υποσχεθεί να τον βοηθήσουν να βρει μια λύση και έψαχναν συνεχώς για αυτό.

«Μη σκας. Μπορεί να είσαι μάντης κι όχι προφήτης.» του είπε ο Γιάννης μια μέρα που είχαν μαζευτεί στο σπίτι του Ιάσονα, καθώς έπιναν ζεστή σοκολάτα που τους είχε ετοιμάσει η Ευτυχία και χάζευαν το χιόνι έξω απ' τα παράθυρα.

«Όντως. Δεν ξέρουμε ακόμα αν μπορείς με τη θέληση σου να δεις ένα πιθανό μέλλον. Δεν προσπάθησες καν.» είπε η Ιφιγένεια. Ο Ιάσονας όμως, για κάποιο λόγο, ήταν σίγουρος πως όλα εκείνα τα οράματα που έβλεπε στον ύπνο του θα γίνονταν πραγματικότητα.

«Και με ποιο τρόπο μπορούμε να το διαπιστώσουμε αυτό;» απόρησε ωστόσο. «Το έχω ψάξει και αυτές οι μαγικές συσκευές που χρησιμοποιούν οι μάντεις βρίσκονται μόνο στη Χώρα των Μάγων, και ακόμα περιμένουμε απάντηση από το Συμβούλιο για το αν θα στείλουν κάποιον δικό τους ώστε να μπορέσω να μιλήσω και για αυτό.»

«Μα καλά, και εκείνοι ακόμα το συζητούν;» απόρησε ο Ηρακλής.

«Ο πατέρας μου είχε πει ότι μπορεί να πάρει και μήνες για να έρθει μια απάντηση. Το Συμβούλιο έχει κι άλλα πράγματα που προηγούνται για να διαπραγματευθούν.»

Η αλήθεια ήταν ότι και ο Ιάσονας έβρισκε περίεργο το γεγονός ότι δεν είχαν λάβει μία απάντηση ακόμα. Αλλά για την ώρα το άφησε να περάσει κι αυτό. Αφού οι εφιάλτες του είχαν πλέον ελαττώσει, δεν ανησυχούσε σε τόσο μεγάλο επίπεδο και άρχισε να ξαναβρίσκει τον παλιό του εαυτό.

{...}

Οι μέρες πέρασαν. Το χιόνι έλιωσε στο Βασίλειο του Νότου και ο Μάρτιος που μπήκε έφερε τις πρώτες λιακάδες της Άνοιξης, τα λουλούδια άρχισαν να ανθίζουν και το κλίμα να μην είναι τόσο ψυχρό. Η Ιφιγένεια περιέγραψε στους φίλους της ότι η Γιορτή της Άνοιξης που γινόταν στη χώρα της την πρώτη ημέρα του Μαρτίου, ήταν η αγαπημένη της και η πιο ευχάριστη γιορτή γενικότερα. Οι γυναίκες έπλεκαν στεφάνια από λουλούδια στα μαλλιά τους, υπήρχαν χοροί μέσα σε δάση και λιβάδια ενώ τα Ξωτικά της Γης είχαν την τιμητική τους με τα κόλπα που διασκέδαζαν τους πάντες. Ήταν κάτι σαν φεστιβάλ όπου ομάδες παρουσίαζαν και κάτι διαφορετικό. Το νεαρό ξωτικό- Θεραπεύτρια ήταν κάπως θλιμμένη που δεν μπορούσε να παρευρεθεί εκεί με τους γονείς και τους άλλους φίλους της.

«Μακάρι να ηρεμήσουν τα πράγματα και να βρεθεί μια λύση, και του χρόνου θα πω στους γονείς μου να έρθετε να γιορτάσετε μαζί μας. Θα περάσουμε όλοι υπέροχα.» τους είπε με ελπίδα.

«Του χρόνου τέτοια εποχή, όλα θα έχουν τελειώσει και θα έρθουμε. Στο υποσχόμαστε, ε παιδιά;» είπε ο Ιάσονας και οι υπόλοιποι συμφώνησαν.

Την Άνοιξη το σχολείο στο οποίο φοιτούσαν οι φίλοι μας διοργάνωνε διάφορες εκπαιδευτικές εκδρομές, μιας και ως επί το πλείστον το επέτρεπε ο καιρός. Έτσι και εκείνη την ημέρα, τους ανακοίνωσαν ότι όλοι οι μαθητές μαζί με κάποιους καθηγητές θα επισκέπτονταν την Παλιά Πόλη του Νότου, μια τοποθεσία λίγο έξω από την νέα Πόλη του Νότου, την πρωτεύουσα του Βασιλείου. Η Παλιά Πόλη ήταν κάποτε η πρωτεύουσα, καθώς εκεί βρισκόταν το παλάτι, το κάστρο των ιπποτών, ο πύργος των μάγων και άλλα πολλά κτήρια τα οποία διασώζονταν μέχρι σήμερα και κάποτε είχαν φιλοξενήσει σπουδαίες προσωπικότητες, ανάμεσα τους τον Μάγο Γιλβέρτο, ο οποίος από εκεί ξεκίνησε να γίνεται γνωστός, όταν ο Λόρδος Ντέριος τον επέλεξε ως τον προσωπικό του μάγο. Ωστόσο πλέον δεν κατοικούνταν αυτή η περιοχή, θεωρούνταν ένας μεσαιωνικός διατηρητέος χώρος και τα κτήρια του μουσεία. Τα παιδιά ενθουσιάστηκαν στην ιδέα. Όχι μόνο θα ξέφευγαν λίγο από το μάθημα, αλλά θα έβλεπαν και πολλά ενδιαφέροντα ιστορικά πράγματα.

Η μέρα της εκδρομής έφτασε και τα μέλη της παρέας, ο καθένας στο σπίτι του, ξύπνησαν χαρούμενοι, ετοιμάστηκαν για την εκδρομή και έφαγαν πρωινό, ο Ιάσονας με τους γονείς του, ο Γιάννης με τους δικούς του γονείς σε ψυχρό κλίμα μεταξύ τους ως συνήθως, ο Ηρακλής με την οικογένεια του και η Ιφιγένεια με τη Νάρα παρέα της.

Συναντήθηκαν στο προαύλιο του σχολείου, όπου υπήρχε μια μικρή ανακατωσούρα μέχρι να τακτοποιηθούν οι μαθητές σε τμήματα για να πάρουν παρουσίες και να συνεργαστούν για να ξεκινήσουν. Η γνωστή παρέα συζητούσαν ευχάριστα σχετικά με όσα θα έβλεπαν, μαζί με τον Δήμο, την Άσπα και τη Γιώτα. Λίγα μέτρα παραπέρα, ο Γιάννης διέκρινε την Έλενα. Κοιτούσε κάτι στο κινητό της και χαμογελούσε, λίγο απομακρυσμένη από την υπόλοιπη παρέα της. Άραγε μιλούσε με κάποιο καινούργιο φλερτ; Οι μαθητές δεν ήταν υποχρεωμένοι να φοράνε τη στολή τους, εφόσον ήταν εκδρομή, έτσι η Έλενα είχε ντυθεί πάλι με το στυλ που είχε πλέον υιοθετήσει: μπεζ κοντή φούστα, ένα μαύρο επίσης κοντό μπλουζάκι που δεν άφηνε και πολλά στη φαντασία, πάνω απ' οποίο ευτυχώς είχε ρίξει ένα δερμάτινο τζάκετ και τα συνηθισμένα της μποτάκια με λίγο τακούνι.

Μα γιατί κάθομαι και την κοιτάω; Και γιατί προσέχω τι φοράει; Και τι με νοιάζει εμένα αν μιλάει με κάποιον στο κινητό; Είπε από μέσα του ο Γιάννης και επέστρεψε το βλέμμα του στους φίλους του και την προσοχή του στη συζήτηση που είχαν.

«Την προσοχή σας, παρακαλώ!» τους διέκοψε η φωνή του διευθυντή, ο οποίος στεκόταν στα σκαλιά της κεντρικής εισόδου και είχε πάρει μικρόφωνο για να ακουστεί πάνω από τη βαβούρα. «Σε λίγη ώρα θα ξεκινήσουμε για την Παλιά Πόλη. Παρακαλώ να κατευθυνθείτε ΗΣΥΧΩΣ ως τα πούλμαν, οι μαθητές της πρώτης στο πούλμαν που θα βρίσκονται οι υπεύθυνοι καθηγητές σας, οι μαθητές της δευτέρας στο αντίστοιχο πούλμαν και οι μαθητές της τρίτης στο πούλμαν της τρίτης. Οι υπεύθυνοι καθηγητές θα σας κατευθύνουν. Όταν φτάσουμε στην Παλιά Πόλη, θα λάβετε όλοι στην είσοδο ένα ενημερωτικό φυλλάδιο και έναν χάρτη της περιοχής για περίπτωση που κάποιοι από εσάς χαζέψουν, μείνουν πίσω και χαθούν.» Κάποια γέλια συνόδευσαν αυτά τα λόγια του. «Τα κτήρια που θα επισκεφθούμε είναι τρία: το Κάστρο των Ιπποτών, το Παλιό Παλάτι και ο Πύργος των Μάγων. Κάθε τάξη θα επισκέπτεται και ένα κτήριο, θα ξεναγείται σε αυτό και στη συνέχεια θα περνάει στο επόμενο, ώστε να τα δείτε όλοι και τα τρία κτήρια και να μη δημιουργηθεί συνωστισμός, γιατί θα υπάρχουν και άλλοι επισκέπτες, τουρίστες και ντόπιοι. Παρακαλώ να είστε κόσμιοι! Δεν θέλουμε να εκτεθούμε σαν σχολείο, καθώς πρόκειται για μια πολύ σημαντική περιοχή που αφορά την ιστορία μας. Όποιοι δημιουργήσουν προβλήματα θα υποστούν τις συνέπειες. Αυτά είχα να σας πω. Και τώρα παρακαλώ προχωρήστε ΗΣΥΧΩΣ, το τονίζω, προς τα πούλμαν.»

Άρχισαν να προχωρούν, αν και όχι και τόσο ησύχως, άσχετα αν το τόνισε δύο φορές κιόλας ο διευθυντής, προς τα πούλμαν, κάποιοι συζητώντας σε παρέες των δύο η παραπάνω ατόμων και κάποιοι γελώντας μεταξύ τους.

Οι φίλοι μας μαζί με τους υπόλοιπους μαθητές της τρίτης βρήκαν το πούλμαν τους. Υπεύθυνοι καθηγητές που τους συνόδευαν θα ήταν η ιστορικός φυσικά και (προς κακή τύχη μερικών) ο διευθυντής, τον οποίο περίμεναν αρκετή ώρα μέχρι να καταφθάσει. Άρχισαν να μπαίνουν ένας – ένας ενώ στην είσοδο η ιστορικός σημείωνε τα ονόματα για να βεβαιωθούν ότι δεν έμεινε κανένας πίσω. Το πούλμαν ήταν μεγάλο και διώροφο, έτσι τους χώρεσε όλους.

Ο Ιάσονας και οι φίλοι του κάθισαν κάπου στις πρώτες θέσεις στον επάνω όροφο, εκείνος με την Ιφιγένεια και από πίσω τους ο Γιάννης με τον Ηρακλή. Στη γαλαρία κάθισαν οι πιο φασαριόζηδες μαθητές, όπως για παράδειγμα ο Τεό με τη «συμμορία» του, οι οποίοι δεν σταματούσαν να φωνάζουν σαν παιδάκια του νηπιαγωγείου και ας ήταν οι φωνές τους «ώριμων» σχεδόν ενηλίκων.

«Πρέπει να μιλήσεις στην Έλενα.» είπε ο Ηρακλής στον Γιάννη κάποια στιγμή κατά τη διάρκεια της διαδρομής. «Σε είδα που την κοιτούσες πριν. Ακόμα τη θέλεις.»

Ο Γιάννης κοίταξε αμήχανα στις γύρω θέσεις, για να βεβαιωθεί ότι δεν καθόταν κάπου κοντά η Έλενα με την παρέα της.

«Τι λες, ρε; Πας καλά;» είπε χαμηλόφωνα.

«Φίλε, είπαμε όχι μυστικά. Ξέρω τι νιώθεις. Όποτε βρεις ευκαιρία, πιάσε την και μίλησε της. Όχι να της πεις απαραίτητα ότι τη θες ακόμα, απλά να κάνεις έστω μια συζήτηση. Έχει περάσει καιρός από τότε που έσπασε απ' την παρέα μας και έχουν ηρεμήσει λίγο τα πράγματα. Θα καθίσει να σε ακούσει.» Ο Γιάννης τελικά υποχώρησε:

«Εντάξει. Έχεις δίκιο. Απλά θα της μιλήσω να δω τι κάνει όμως. Τίποτα άλλο.» είπε και ο φίλος του ένευσε.

Μετά από περίπου μισή ώρα, τα τρία μεγάλα πούλμαν πέρασαν τις πύλες της Παλιάς Πόλης. Εκεί υπήρχε μία μεγάλη αυλή όπου πάρκαραν και οι μαθητές άρχισαν να αποβιβάζονται. Τους είπαν πως είχαν λίγο ελεύθερο χρόνο για να πάνε τουαλέτα όσοι ήθελαν μέχρι να ξεκινήσει η ξενάγηση.

Τότε ο Γιάννης είδε την Έλενα, πάλι να έχει απομακρυνθεί από την υπόλοιπη παρέα της και να ασχολείται με το κινητό της.

Ή τώρα ή ποτέ. Είπε από μέσα του καθώς θυμόταν τα λόγια του Ηρακλή στο λεωφορείο. Την πλησίασε με την καρδιά του να χτυπάει δυνατά.

«Γεια σου Έλενα.» είπε. Το κορίτσι πήρε για λίγο το βλέμμα από το κινητό και τον κοίταξε.

«Γεια.» του είπε χαμογελώντας.

«Πώς σου φαίνεται που είμαστε εδώ και θα δούμε το Παλιό Παλάτι, το κάστρο και όλα αυτά;»

«Υπέροχα.» του απάντησε, πάλι μονολεκτικά και επέστρεψε το βλέμμα της στο κινητό της. Ο Γιάννης πήρε μια βαθιά ανάσα και συνέχισε τη συζήτηση, παρόλο που εκείνη από ότι έβλεπε δεν ενδιαφερόταν.

«Έλενα, δεν χρειαζόταν να αλλάξεις για εμένα.» της είπε, κάνοντας την τελικά να στρέψει ολοκληρωτικά την προσοχή της πάνω του. Αυτή τη φορά, τον κοίταξε σοβαρά.

«Θέλω να πω, είσαι πανέμορφη και έτσι... Αλλά... μου άρεσες περισσότερο όπως ήσουν. Ήσουν ο εαυτός σου τότε.»

«Γιάννη, δεν άλλαξα για σένα. Για εμένα άλλαξα, για να νιώθω εγώ καλά και να αποκτήσω αυτοπεποίθηση. Και από ότι βλέπεις, μια χαρά τα κατάφερα. Έχω φίλους, είμαι δημοφιλής και πολλά αγόρια με φλερτάρουν.»

«Δηλαδή είσαι καλά.» συμπέρανε. Χαιρόταν για εκείνη, γιατί όμως ένιωθε συγχρόνως την καρδιά του να σπάει;

«Ναι.» του απάντησε με σιγουριά. Εκείνη τη στιγμή η Ρεβέκκα τη φώναξε και της έκανε νόημα να πλησιάσει την ίδια και τους άλλους δύο.

«Χαίρομαι για εσένα. Λοιπόν, πάω κι εγώ πίσω στα παιδιά.»

«Τα λέμε, γεια.» τον χαιρέτησε καθώς απομακρυνόταν.

«Να προσέχεις...» είπε, αλλά δεν ήταν σίγουρος πως τον άκουσε.

Οι φίλοι του είχαν δει ότι συζητούσε με την Έλενα και τον κοίταξαν ελαφρώς θλιμμένοι βλέποντας την απογοητευμένη έκφραση του.

«Δεν το πιστεύω... Της μίλησες; Μετά από τόσο καιρό;» έκανε έκπληκτος ο Ιάσονας. Ο Γιάννης απλά ένευσε.

«Έφαγες άκυρο, έτσι;» συμπέρανε ο Ηρακλής.

«Κατά κάποιον τρόπο. Με λίγα λόγια μου είπε ότι τη φλερτάρουν πολλοί και ότι είναι μια χαρά όπως είναι τώρα. Δεν φαινόταν και τόσο να θέλει να συζητήσει μαζί μου...»

«Τουλάχιστον προσπάθησες.»

«Η Έλενα προχώρησε μπροστά, Γιάννη. Το ίδιο πρέπει να κάνεις και εσύ.» του είπε η Ιφιγένεια. Εκείνη την ώρα τους ανακοίνωσαν ότι ήρθε η στιγμή να εισέλθουν σιγά- σιγά ανά τάξεις στον χώρο ώστε να ξεκινήσουν οι ξεναγήσεις.

Μπαίνοντας από μια άλλη, μικρότερη πύλη, έπαιρναν από ένα φυλλάδιο με το χάρτη και πολλές ενδιαφέρουσες πληροφορίες. Ύστερα από λίγο περπάτημα ανάμεσα σε μεσαιωνικά σπίτια και κτήρια, έφτασαν μπροστά από το μεγαλόπρεπο Παλιό Παλάτι. Μπήκαν όλοι σε μια μεγάλη πλακόστρωτη αυλή με ένα εντυπωσιακό σιντριβάνι στη μέση, το οποίο δεν λειτουργούσε, ήταν όμως πολύ καλά διατηρημένο όπως και όλα τα κτήρια. Ευθεία βρισκόταν το παλάτι, στα αριστερά τους το Κάστρο των Ιπποτών, ενώ σε μια σχετικά μεγάλη απόσταση εκτός της αυλής δέσποζε ο Πύργος των Μάγων, χτισμένος ελαφρώς επάνω σε ύψωμα. Εκεί οι τάξεις χωρίστηκαν. Η Πρώτη Λυκείου ξεκίνησε από το Κάστρο των Ιπποτών, η Δευτέρα από το κυρίως παλάτι ενώ οι μαθητές της Τρίτης πήγαν στον Πύργο των Μάγων. Ο Ιάσονας ήταν πολύ ανυπόμονος να δει εκείνο τον πύργο, στον οποίο έζησε και εργάστηκε για αρκετά χρόνια μεταξύ άλλων ο Μάγος Γιλβέρτος.

«Πώς νιώθεις που ξεκινάμε από εκεί;» τον ρώτησε ο Γιάννης καθώς προχωρούσαν όλοι σε μια ανηφόρα.

«Υπέροχα. Σαν να βρίσκομαι σχεδόν... στο στοιχείο μου. Αν και έχω μια μικρή αγωνία η αλήθεια είναι.»

«Γιατί έχεις αγωνία;» τον ρώτησε η Ιφιγένεια.

«Δεν ξέρω. Νιώθω πως ίσως ανακαλύψω κάτι εκεί.»

Έφτασαν σε ένα χτίσμα επίσης φτιαγμένο από γκρίζα πέτρα, χωρισμένο σε δύο τμήματα. Στο αριστερό τμήμα βρισκόταν η Κλινική, όπου επίσης πολλοί σπουδαίοι γιατροί είχαν ενεργήσει στον Μεσαίωνα από ότι τους πληροφόρησε η ξεναγός, και το δεξιό τμήμα ήταν ο πύργος των Μάγων, σε στρογγυλό σχήμα και με τρία επίπεδα. Στο βάθος, κάτω από το ύψωμα φαινόταν η θάλασσα, μια παραλία και το Παλιό Λιμάνι δίπλα.

Μέσα στον πύργο, οι μαθητές έμπαιναν ανά ομάδες, γιατί ήταν λίγο στενός χώρος και θα δημιουργούνταν συνωστισμός.

Έφτασε και η σειρά του Ιάσονα και των φίλων του, οι οποίοι μπήκαν με μερικά ακόμη άτομα. Μπήκαν στο πρώτο επίπεδο, το οποίο ήταν το εργαστήριο του μάγου. Εκεί, υπήρχαν αρκετά ράφια με μαγικά φίλτρα σε φιαλίδια που είχαν διασωθεί. Φίλτρα για πόνους, φίλτρα για έρωτα, μαγικά φίλτρα που έδιναν διάφορες δυνάμεις αλλά και δηλητήρια τα οποία έκαναν κακό. Ήταν όμως κλεισμένα μέσα σε βιτρίνες και κλειδωμένα, έτσι ώστε να μην τολμήσει κάποιος επιτήδειος να κλέψει κάποιο. Άλλο όμως τράβηξε την προσοχή του Ιάσονα. Στη μέση της στρογγυλής αίθουσας βρισκόταν ένα μαρμάρινο τραπέζι και πάνω σε αυτό, μια μαγική σφαίρα ενόρασης. Κατευθύνθηκε προς αυτήν, σαν μαγεμένος, σαν να τον καλούσε.

«Με αυτή τη σφαίρα, οι μάγο- προφήτες μπορούσαν να βλέπουν το μέλλον. Συνήθως οι βασιλιάδες επέλεγαν μάγους με προφητικές ικανότητες, όπως ήταν ο σπουδαίος Μάγος Γιλβέρτος, ώστε να τους προειδοποιούν σχετικά με ευχάριστα και δυσάρεστα γεγονότα που έρχονταν, αν και τα δυσάρεστα δεν άρεσαν σε όλους και για αυτό πολλοί μάγοι που προέβλεψαν ένα δυσοίωνο μέλλον για τον βασιλιά και δεν ήταν κάτι το οποίο ήθελε να ακούσει, οδηγήθηκαν στην εκτέλεση.» είπε η ξεναγός.

Ο Ιάσονας πλησίασε τη σφαίρα. Από μακριά φαινόταν να έχει μια απόχρωση μεταξύ μπλε και μοβ, όταν έφτασε όμως μπροστά της τα χρώματα αυτά κινούνταν σαν να χόρευαν μεταξύ τους, σχηματίζοντας και άλλες αποχρώσεις.

«Δείξε μου...» ψιθύρισε χωρίς να τον ακούσει κανένας. Ήθελε απαντήσεις, τι ακριβώς θα συνέβαινε; Η ξεναγός μιλούσε για κάτι άλλο εκείνη την ώρα και δεν τον είχε δει. Έβαλε τα χέρια του επάνω στη σφαίρα... Και είδε ξανά να εμφανίζονται μπροστά του εικόνες απ' τον πόλεμο, ξωτικά, μάγοι και άνθρωποι να σφάζονται από τις φιγούρες του εχθρού οι οποίοι ήταν... ξωτικά; Ναι, σίγουρα ήταν ξωτικά. Αν και θολές οι φιγούρες τους, μπορούσε να δει τα μυτερά αυτιά τους. Είδε και τον εαυτό του να μάχεται με σπαθί και μαγικές δυνάμεις. Έπειτα, του πετάχτηκε ξανά εκείνο το τέρας, τόσο απότομα που τον τρόμαξε και τον πέταξε έξω από το όραμα. Βρέθηκε να είναι πεσμένος στο πάτωμα της αίθουσας.

«Είπα να μην αγγίξετε τίποτα!» φώναξε η ξεναγός καθώς οι φίλοι του έτρεξαν γύρω του και τον ρωτούσαν αν ήταν καλά και τι είδε. Τότε σοκαρισμένη πλησίασε τον Ιάσονα.

«Για μια στιγμή... Εσύ δεν είσαι ο νεαρός μάγος; Έχω ακούσει για εσένα και οι καθηγητές σου με προειδοποίησαν. Δεν έπρεπε να σε αφήσουμε να μπεις εδώ... Βγες για λίγο έξω να ηρεμήσεις...» Χωρίς λέξη παραπάνω ο Ιάσονας σηκώθηκε και βγήκε έξω ενώ οι τρεις φίλοι του τον ακολούθησαν.

Κάποιοι συμμαθητές τον κοιτούσαν με φόβο, σίγουροι πως κάτι είχε συμβεί εφόσον ήξεραν για τις δυνάμεις του, κάποιοι με οίκτο, κάποιοι άλλοι με έκπληξη.

«Τι συνέβη εκεί μέσα, Ιάσονα; Τι είδες στη σφαίρα;» τον ρώτησε ο Γιάννης ανήσυχος.

«Είδα... Είδα ξανά τον πόλεμο... Αυτή τη φορά πιο καθαρά.» είπε εκείνος. «Δεν φαίνονταν βέβαια καλά οι εχθροί όμως... Όμως νομίζω πως θα είναι ξωτικά. Θα είναι εμφύλιος μεταξύ των ξωτικών, στον οποίο και οι άνθρωποι μα και οι μάγοι θα μπλεχτούν.» εξήγησε εκείνος χαμηλόφωνα για να μην τον ακούσουν. Δεν ήθελε να τα ομολογήσει σε κανέναν άλλον όλα αυτά εκτός από τους φίλους του.

Λίγο μετά, όταν ολοκληρώθηκε η ξενάγηση της συγκεκριμένης ομάδας, τη συνέχεια της οποίας έχασαν ο Ιάσονας και οι φίλοι του αλλά δεν τους ένοιαζε πλέον, βγήκε η ξεναγός και ενημέρωσε τους καθηγητές σχετικά με το τι συνέβη στον μαθητή τους. Ο διευθυντής τον πλησίασε.

«Ιάσονα, παιδί μου, γιατί άγγιξες τη σφαίρα;» τον ρώτησε.

«Δεν ξέρω. Για κάποιο λόγο δεν μπορούσα να αντισταθώ. Ένιωθα λες και με καλούσε.»

«Και τι είδες μέσα της;» τον ρώτησε η ιστορικός.

«Άσχημα πράγματα, για τα οποία δεν θέλω να μιλήσω ακόμα.» Ο διευθυντής και η καθηγήτρια κοιτάχτηκαν μεταξύ τους.

«Θα τα συζητήσουμε στο σχολείο αυτά τη Δευτέρα.» είπε ο διευθυντής, καθώς ήταν Παρασκευή.

« Μην ανησυχείς, δεν ήταν δικό σου το φταίξιμο." τον διαβεβαίωσε η ιστορικός. " Από ότι φαίνεται, η μαγεία σου είναι πολύ πιο ισχυρή από ότι νομίζαμε και έχεις και προφητικές ικανότητες εφόσον είδες το μέλλον στη σφαίρα." 

"Για την ώρα όμως, προσπάθησε να μείνεις μακριά από μπελάδες.» συμπλήρωσε ο διευθυντής.

Ο Ιάσονας ανησύχησε ακόμα περισσότερο με αυτά τα λόγια της ιστορικού.

«Μήπως πρέπει να μιλήσεις στη Βασίλισσα για αυτό;» του πρότεινε ο Γιάννης λίγο αργότερα, όταν ηρέμησαν κάπως τα πράγματα. Κάθονταν οι τέσσερις τους κοντά στο γκρεμό και κοίταζαν προς τη θάλασσα, περιμένοντας να τελειώσουν και οι άλλες ομάδες τις ξεναγήσεις τους.

«Δεν ξέρω αν θα με πάρει στα σοβαρά. Μα ακόμα και αν με πιστέψει, τι θα μπορέσει να κάνει; Δεν αλλάζει το μέλλον που βλέπω, τώρα πια είμαι σίγουρος για αυτό.»

«Δεν βλέπεις όμως και την κατάληξη αυτού του πολέμου, σωστά; Μπορεί να συμβούν όλα αυτά που είπες, αλλά στο τέλος να βγούμε νικητές και να επιστρέψει η ειρήνη στις χώρες μας.» του είπε η Ιφιγένεια με αισιοδοξία.

«Όντως αυτό δεν το ξέρω. Το σίγουρο πάντως είναι ότι θα πολεμήσουμε όλοι μας. Δεν θέλω όμως να ασχοληθώ άλλο με όλα αυτά. Για την ώρα, θέλω απλά να απολαύσω την εκδρομή.» τους δήλωσε.

Ευτυχώς, οι επόμενες ξεναγήσεις θα γίνονταν στο Κάστρο των Ιπποτών και στο Παλάτι, οπότε εκεί δεν θα υπήρχαν μαγικά αντικείμενα τα οποία θα επηρέαζαν τον Ιάσονα.

Ή τουλάχιστον έτσι νόμιζε...

********************************

Χμμ... Μυστήρια τα τελευταία λόγια της συγγραφέως στο κλείσιμο, ε; Τι λέτε να σημαίνουν; Τι άλλο θα συμβεί στον Ιάσονα στην εκδρομή αυτή; Τα άλλα δύο μεσαιωνικά κτήρια θα κρύβουν και αυτά μαγικές εκπλήξεις; 

Τα μεσαιωνικά κτήρια τα οποία περιέγραψα, θα τα θυμάστε όσοι έχετε διαβάσει το "Μεσαίωνας στα Πέντε Βασίλεια". Ένιωσα μια νοσταλγία που πλέον είναι ακατοίκητα και λειτουργούν ως μουσεία. Στο επόμενο κεφάλαιο θα δούμε το Κάστρο των Ιπποτών και το Παλάτι.

Τι άλλο σας έκανε εντύπωση στο συγκεκριμένο κεφάλαιο; Αισθανθείτε ελεύθερα να σχολιάσετε ό,τι θέλετε.

Ακολουθούν κεφάλαια με ακόμα μεγαλύτερη δράση καθώς και ένα από τα αγαπημένα μου κεφάλαια (νομίζω θα είναι το επόμενο ή το μεθεπόμενο), καθώς εκεί θα εμφανιστούν οι δύο πρώτοι απ' τους εχθρούς και θα αποκαλυφθεί ποιος είναι ο αφέντης του μυστηριώδους κορακιού. Προσωπικά ανυπομονώ να αρχίσω να συστήνω σιγά- σιγά τους κακούς της ιστορίας, χε χε!!

Μέχρι το επόμενο κεφάλαιο, φιλιά αγαπημένα μου ξωτικά 🧝‍♀️🧝‍♂️

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top