Κεφάλαιο 10: Δαιμόνια
«Φίλε, είναι ανατριχιαστικό. Έχει κόκκινα μάτια, σαν εκείνα που βλέπουμε στα θρίλερ με ζόμπι.» είπε ο Γιάννης, κοιτάζοντας ακόμα το ασυνήθιστο κοράκι το οποίο κοιτούσε επίμονα προς το μέρος τους.
«Και γιατί μας κοιτάει έτσι;» αναρωτήθηκε ο Ιάσονας.
«Στην πατρίδα μου πάντως, τα κοράκια τα βλέπουμε ως κακό οιωνό, ως σύμβολο θανάτου.» σχολίασε ο Ηρακλής.
«Και εδώ στον Νότο έτσι τα βλέπουμε. Κοράκια αποκαλούμε επίσης τους νεκροθάφτες.» είπε ο Γιάννης. «Ιφιγένεια; Εσείς πώς τα βλέπετε στην Χώρα των Ξωτικών;»
Το κορίτσι όμως δεν απαντούσε. Τότε παρατήρησαν όλοι πως είχε παγώσει όπως ήταν στη θέση της και ακίνητη κοιτούσε με τρόμο το κοράκι, ενώ δεν έλεγε λέξη.
«Έι... Τι συμβαίνει; Τόσο πολύ τα φοβάσαι;» τη ρώτησε ο Ιάσονας δίπλα της ανήσυχος. Και τότε το κοράκι άνοιξε τις φτερούγες του και πέταξε μακριά τους.
Η Ιφιγένεια σηκώθηκε, εξακολουθούσε όμως να κοιτάζει τρομοκρατημένη προς το σημείο όπου βρισκόταν προηγουμένως το παράξενο πτηνό.
«Ιφιγένεια; Τι έπαθες;» τη ρώτησε.
«Με συγχωρείτε... Δεν νιώθω πολύ καλά. Θα πάω σπίτι.» κατάφερε τελικά να μιλήσει και έφυγε τρέχοντας. Ο Ιάσονας έτρεξε αμέσως ξοπίσω της, ενώ οι άλλοι δυο έμειναν στη λίμνη να αναρωτιούνται τι της συνέβη κι αν την επηρέασε το κοράκι που μόλις είδαν.
Την πρόλαβε στην είσοδο του κυρίως κτηρίου.
«Στάσου.» της είπε. «Θα έρθω μαζί σου. Μη μείνεις μόνη σου...»
«Δεν χρειάζεται.» του απάντησε αποφεύγοντας να τον κοιτάξει στα μάτια.
«Όχι, χρειάζεται. Ξέρω ότι για κάποιο λόγο σε τρομοκράτησε το κοράκι που είδαμε. Δεν πρέπει να μένεις μόνη σου όταν φοβάσαι... Άσε με τουλάχιστον να σε συνοδεύσω μέχρι το σπίτι σου.»
«Δεν θέλω να χάσεις κι εσύ την τελευταία ώρα...»
«Δεν με πειράζει. Θα πούμε στους άλλους να μας καλύψουν , να πουν ότι κάτι έγινε. Εξάλλου, έχουμε Κοινωνική και Πολιτική Αγωγή την τελευταία ώρα, οπότε αφορμή έψαχνα για να κάνω κοπάνα.» αστειεύτηκε για να την κάνει να γελάσει, δεν κατάφερε τίποτα όμως.
«Εντάξει.» συμφώνησε εκείνη. «Πάμε να μαζέψουμε τα πράγματα μας και να φύγουμε.»
Λίγη ώρα μετά, περπατούσαν οι δυο τους προς το σπίτι της. Η Ιφιγένεια είχε ηρεμήσει κι είχε αρχίσει να ξεχνιέται με την παρέα του Ιάσονα, ο οποίος εξακολουθούσε όμως να ανησυχεί και να αναρωτιέται τι ακριβώς της συνέβη, κι ας μην το έδειχνε. Είχε κάποιες υποψίες, αλλά δεν ήθελε να την πιέσει να του μιλήσει. Πάντως σίγουρα εκείνο το κοράκι δεν βρέθηκε τυχαία εκεί, και τα μάτια του κάθε άλλο παρά φυσιολογικά ήταν.
Έφτασαν έξω από το σπίτι της, και τότε η Ιφιγένεια το πήρε απόφαση ότι έπρεπε σε εκείνον τουλάχιστον να μιλήσει.
«Θέλεις να έρθεις μέσα; Αφού τώρα ξέρεις ότι δεν μένω με τους γονείς μου, δεν έχω κάτι να κρύψω και επιπλέον, νιώθω πως θέλω να σου εκμυστηρευτώ κάποια πράγματα.»
«Ναι, φυσικά και θα έρθω.» δέχτηκε εκείνος και πλησίασαν την είσοδο.
Η Ιφιγένεια έβγαλε τα κλειδιά της, άνοιξε και μπήκαν σε ένα μικρό προθάλαμο όπου κρέμασαν τα σακάκια της στολής τους. Μπροστά μια καμάρα χωρίς πόρτα οδηγούσε στο σαλόνι, στα δεξιά τους ήταν η κουζίνα ενώ στα αριστερά ένα WC, το οποίο από ότι εξήγησε η Ιφιγένεια ήταν για τους επισκέπτες. Τον ξενάγησε στην κουζίνα και στο σαλόνι, που είχαν απλή και λιτή επίπλωση, σε γήινα χρώματα, κυρίως καφέ και πράσινο και μπες τοίχους. Το σαλόνι οδηγούσε από τη μια σε μία βεράντα και από την άλλη, μια σκάλα οδηγούσε στον επάνω όροφο. Την ανέβηκαν. Εκεί του έδειξε τη μια κρεβατοκάμαρα στην οποία υπήρχε μόνο ένα διπλό κρεβάτι, το μπάνιο και τέλος μπήκαν στο δωμάτιο της, που είχε επίσης απλή επίπλωση και διακόσμηση: ένα μονό κρεβάτι, ένα γραφείο με την καρέκλα του και μία καφέ ξύλινη ντουλάπα, ενώ υπήρχαν δύο παράθυρα, ένα που έβλεπε στην πρόσοψη κι ένα στην πλαϊνή μεριά του σπιτιού, όπου βρισκόταν ένα ψηλό δέντρο. Στον έναν τοίχο η Ιφιγένεια είχε κολλήσει μερικά ασημένια αυτοκόλλητα σε σχήμα λουλουδιών και στον άλλο είχε μια αφίσα- πίνακα που απεικόνιζε ένα όμορφο τοπίο με γρασίδι, λουλούδια και έναν καταρράκτη.
«Ήταν ήδη επιπλωμένο το σπίτι όταν το αγόρασαν οι γονείς μου για να μείνω εδώ, έτσι δεν είχα την ευκαιρία να επιλέξω εγώ τα έπιπλα. Το διακόσμησα όμως όπως μπορούσα.» εξήγησε η Ιφιγένεια.
«Είναι πολύ όμορφο.» σχολίασε χαμογελώντας γλυκά ο Ιάσονας.
«Ευχαριστώ. Όμως είναι μεγάλο σπίτι και φαίνεται κενό όταν μένει κανείς μόνος του. Δεν μπορώ να το χαρώ.» είπε με μια μελαγχολία στη φωνή της η κοπέλα.
«Θα πρέπει να σου είναι πολύ δύσκολο.»
«Αρκετά. Όμως τώρα έχω αρχίσει να συνηθίζω.»
«Ίσως... Αν καλούσες φίλους εδώ; Μπορούμε να κάνουμε και ένα πάρτι, να φανεί πιο γεμάτο το σπίτι.»
«Δεν ξέρω για το πάρτι, αλλά μπορούμε να κανονίζουμε να έρχεστε και εδώ μερικές φορές τα Σαββατοκύριακα ή μετά το σχολείο. Έτσι κι αλλιώς, τώρα το ξέρει κι η Έλενα ότι μένω μόνη μου, αλλά θα το πω και στα άλλα κορίτσια.» Η Ιφιγένεια έπειτα θέλησε να αλλάξει θέμα. Πήρε μια βαθιά ανάσα και είπε:
«Θέλω να σου δείξω κάτι, Ιάσονα. Μην τρομάξεις.» Έπειτα έκανε μια κίνηση με το χέρι της στα δεξιά της και τότε άνοιξε μια μικρή, στρογγυλή γαλάζια πύλη από το πουθενά, τρομάζοντας ελαφρώς τον Ιάσονα. Η τρομάρα του όμως ήταν ακόμα μεγαλύτερη, όταν μέσα από την πύλη ξεπήδησε μια γάτα, χρώματος λευκού και μπεζ. Ο νεαρός έκανε δυο βήματα πίσω από το ξάφνιασμα, όμως η Ιφιγένεια τον καθησύχασε γελώντας:
«Μη φοβάσαι. Είναι το δαιμόνιο μου, η Νάρα.» Η γάτα νιαούρισε δυνατά μια φορά, πλησίασε τον Ιάσονα κι άρχισε να τρίβεται στα πόδια του. «Σε συμπάθησε.» Γέλασε πάλι το ξωτικό.
«Δαιμόνιο;» απόρησε, ακόμα συγχυσμένος, εκείνος.
«Ναι. Όλα τα ξωτικά έχουμε από ένα δαιμόνιο, που είναι πνεύματα με μορφές ζώων. Το κάθε ξωτικό αποκτά το δαιμόνιο του λίγο μετά τη γέννηση του, όταν εκείνο λίγες μέρες μετά εμφανίζεται δίπλα στο μωρό από τη Διάσταση των Δαιμονίων, μέσω μιας μικρής πύλης σαν αυτής που είδες. Τα δαιμόνια μοιάζουν εξωτερικά με ζώα ή άλλα μαγικά πλάσματα, αλλά είναι κάτι παραπάνω. Για το κάθε ξωτικό το δαιμόνιο του είναι φύλακας, προστάτης και φίλος για όλη του τη ζωή, ενώ τα περισσότερα έχουν κυρίως αμυντική μαγεία και ειδικές ικανότητες για να προστατεύουν τον αφέντη τους, και όταν εκείνος πεθάνει αποσύρονται για πάντα στη Διάσταση των Δαιμονίων. Επικοινωνούν με τους αφέντες τους μέσω της σκέψης και μόνο εκείνοι μπορούν να ακούσουν τι λένε.»
«Απίστευτο...» είπε ο Ιάσονας, που έσκυψε κι άρχισε να χαϊδεύει τη Νάρα πίσω από τα αυτιά.
«Η Νάρα λέει ότι όντως σε συμπαθεί και θέλει να γνωρίσει και τους άλλους φίλους μου.» μετέφρασε τη σκέψη του δαιμονίου της η Ιφιγένεια.
«Μα πως και δεν είχε γίνει γνωστή η ύπαρξη τους στους ανθρώπους τόσα χρόνια;» αναρωτήθηκε ο Ιάσονας. «Πως τα κράτησαν κρυφά ακόμα και στον πόλεμο με τους Βάρβαρους;»
«Επειδή φοβόμαστε μήπως οι άνθρωποι θελήσουν να εκμεταλλευτούν τα δαιμόνια για πειράματα και άλλα εγωιστικά οφέλη.»
«Δεν έχετε και άδικο. Ο άνθρωπος μπορεί να γίνει πολύ άπληστος ορισμένες φορές.»
«Το λες αυτό σαν μάγος ή σαν άνθρωπος;»
«Και τα δύο.» απάντησε ο Ιάσονας κι έπειτα σηκώθηκε και κάθισε στο κρεβάτι. Η Νάρα ανέβηκε και κάθισε δίπλα του.
«Και την καλείς όποτε θέλεις εσύ;» ρώτησε, θέλοντας να μάθει περισσότερα για αυτά τα αξιολάτρευτα πλάσματα.
«Φυσικά. Όταν δεν είναι μαζί μας, τα δαιμόνια ξεκουράζονται στη διάσταση τους, ή συναναστρέφονται εκεί με άλλα δαιμόνια. Και με μία κίνηση του χεριού μας, ανοίγουμε την πύλη που είδες και τα καλούμε κοντά μας.» Πήγε και κάθισε κι εκείνη δίπλα του.
«Άρα δεν ήσουν τελείως μόνη σου όλο αυτό το διάστημα στο σπίτι.»
«Ακριβώς. Την είχα συντροφιά μου, αλλά την κρατούσα κρυφή μέχρι να νιώσω έτοιμη να την αποκαλύψω, αλλά και μέχρι να νιώσει κι εκείνη έτοιμη.» Πήρε μια βαθιά ανάσα που ακούστηκε και λίγο σαν μελαγχολικός αναστεναγμός. «Το κοράκι που είδαμε, με καταδιώκει από τη Χώρα των Ξωτικών. Εκείνο ήταν ο λόγος που οι γονείς μου με φυγάδευσαν εδώ. Πιστεύουμε πως είναι το δαιμόνιο κάποιου εχθρού, πιθανόν κάποιου ξωτικού του αέρα εφόσον είναι πετούμενο, όμως το χρώμα των ματιών του είναι αφύσικο.»
Ο Ιάσονας είχε σοκαριστεί με τη νέα αποκάλυψη. Ώστε από αυτό ήθελαν τα την προστατεύσουν οι γονείς της.
«Και είναι βέβαιοι πως θέλουν να σε βλάψει;» ρώτησε ανήσυχος.
«Δεν γνωρίζουμε αν είναι όντως απειλή. Μόνο υποθέσεις κάνουμε. Πάντως η Μάντισσα, μια γυναίκα με διορατικές ικανότητες που υπηρετεί ως σύμβουλος εδώ και χρόνια τον Άρχοντα Έλιο, το ερμήνευσε ως κακό οιωνό για εμένα, και μέχρι να μάθουν τις προθέσεις εκείνου που το στέλνει, συμβούλευσε τους γονείς μου να με στείλουν εδώ για ασφάλεια.»
«Γιατί εδώ όμως;» αναρωτήθηκε ο Ιάσονας. «Γιατί συγκεκριμένα στο Νότιο Βασίλειο της Χώρας μας;»
«Τα δαιμόνια έχουν την ικανότητα να ανιχνεύουν μαγεία. Είναι κάτι σαν την οσμή για τους σκύλους. Έτσι υπέθεσαν ότι, αν με έστελναν κάπου ανάμεσα στους θνητούς, οι οποίοι δεν διαθέτουν μαγεία και εγώ με τη σειρά μου δεν θεράπευα, η μαγεία μου θα έπαυε να είναι ορατή στο δαιμόνιο. Επέλεξαν τη χώρα αυτή ως την πιο πυκνοκατοικημένη για να υπάρχει περισσότερη ασφάλεια. Για αυτό μου είχαν απαγορεύσει να θεραπεύσω. Εγώ όμως τους παράκουσα και το ρίσκαρα, πρώτα με τον Τεό και τώρα με τον Γιάννη, πίστευα πως θα ήταν πολύ δύσκολο να με βρει. Κι όμως, με βρήκε μέχρι κι εδώ.»
Ο Ιάσονας κοίταξε το πάτωμα. Η Ιφιγένεια δεν ένιωθε πια ασφαλής και ο ίδιος δεν ήξερε τι να κάνει για να το αποτρέψει αυτό. Διέθετε μαγικές δυνάμεις όμως και δεν θα δίσταζε να τις χρησιμοποιήσει για να την προστατεύσει αν χρειαζόταν. Όμως...
«Ιφιγένεια, υπάρχει η πιθανότητα να επηρέασε το γεγονός ότι και εγώ έχω μαγεία;» ρώτησε. «Να εντόπισε και τη δικιά μου ενέργεια και για αυτό να σε βρήκε τόσο εύκολα;» Δεν θα συγχωρούσε ποτέ τον εαυτό του αν την έβαζε σε κίνδυνο κατ' αυτόν τον τρόπο.
«Δεν νομίζω, Ιάσονα. Μη νιώθεις άσχημα. Γιατί αν ήταν έτσι, θα με είχε εντοπίσει πολύ νωρίτερα και μόνο με τη δικιά σου ενέργεια. Η χρήση της Θεραπείας μου ήταν εκείνη που με πρόδωσε.» του είπε, δεν τον καθησύχασε όμως καθόλου.
«Και τι θα κάνεις τώρα;» τη ρώτησε. «Πρέπει να ειδοποιήσεις τους γονείς σου να δείτε τι θα κάνετε.»
«Όχι, Ιάσονα. Δεν θέλω να τους ανησυχήσω άδικα και να παραδεχτώ επιπλέον ότι τους παράκουσα. Θα με στείλουν αλλού, σε κάποιο άλλο βασίλειο ή χώρα, ίσως πολύ μακριά από εδώ και... Και δεν θέλω να χάσω εσένα και τους φίλους που έκανα.» Ήταν έτοιμη να δακρύσει καθώς τα έλεγε αυτά. «Έτσι κι αλλιώς, μπορεί και να μην αποτελεί κίνδυνο ο αφέντης του κορακιού. Θα περιμένω για να δω αν θα ξαναεμφανιστεί, ή αν θα κάνει την εμφάνιση του ο ίδιος για να αποκαλύψει τους σκοπούς του.»
Ο Ιάσονας δεν συμφωνούσε με αυτή την απόφαση της να μην τους μιλήσει, γιατί αν όντως κινδύνευε, εκείνοι θα λάμβαναν άλλα μέτρα για να την προστατεύσουν. Δεν ήθελε να τη στείλουν βέβαια μακριά του, όμως αν επρόκειτο για την ασφάλεια της θα το άντεχε. Ωστόσο σεβάστηκε την απόφαση της.
«Θα μείνω εδώ απόψε, μαζί σου.» είπε ξαφνικά ο Ιάσονας και σηκώθηκε όρθιος. «Μην το πάρεις στραβά.» εξήγησε. «Αν υπάρχει ένας άνθρωπος σε αυτό τον κόσμο που να διαθέτει τις δυνάμεις για να σε προστατεύσει, αυτός είμαι εγώ. Και δεν θα είμαι ήσυχος αν σε αφήσω μόνη σου.»
Η Ιφιγένεια σηκώθηκε και εκείνη.
«Ιάσονα, αυτό είναι πολύ γλυκό εκ μέρους σου, όμως... πραγματικά δεν χρειάζεται. Στη Χώρα των Ξωτικών, το κοράκι απλά με παρακολουθούσε χωρίς να κάνει κάποια κίνηση. Δεν με πείραζε, απλά με τρομοκρατούσε. Οπότε, θα είμαι ασφαλής για την ώρα, τουλάχιστον μέσα στο σπίτι μου. Και εκτός αυτού, έχω και τη Νάρα, δεν είμαι μόνη μου.» Ο Ιάσονας σκέφτηκε ότι ίσως δεν ένιωθε άνετα με αυτή την κατάσταση, να βασίζεται σε κάποιον άλλον για την προστασία της. Δεν της άρεσε να δείχνει μια θλιμμένη δεσποσύνη σε κίνδυνο, αλλά μια δυναμική κοπέλα που μπορούσε να τα βγάλει πέρα με ό,τι είχε. Όμως δεν ήταν έτσι. Ο Ιάσονας πάντοτε προστάτευε τους φίλους του, είτε από τραμπούκους στο σχολείο, είτε από ληστές που είχαν τολμήσει να τους επιτεθούν για να τους κλέψουν στο δρόμο.
«Τότε άσε με να μείνω όχι ως προστάτης, αλλά ως φίλος, για παρέα. Μπορώ να φέρω σνακ και επιτραπέζια απ' το σπίτι μου ή να δούμε καμιά ταινία. Μόνο για απόψε, για να βεβαιωθώ ότι θα είσαι όντως καλά.» Η Ιφιγένεια τελικά πείστηκε. Δεν ήθελε ούτε κι η ίδια να μείνει μόνη της απόψε, και το ενδιαφέρον του Ιάσονα την συγκινούσε.
«Εντάξει.» του απάντησε τελικά.
«Θέλεις να έρθεις για μεσημεριανό στο σπίτι μου και μετά να πάρω τα πράγματα μου και να έρθουμε μαζί εδώ;»
«Φυσικά. Σε ευχαριστώ για την πρόσκληση. Όμως πρώτα θα πρέπει να ειδοποιήσουμε τους άλλους. Θα ανησυχούν που φύγαμε έτσι απ' το σχολείο.»
«Θα τους πω να έρθουν και εκείνοι από το σπίτι μου μετά για να τους εξηγήσουμε από κοντά καλύτερα. Αν θέλεις να το μοιραστείς και μαζί τους, φυσικά.»
«Θέλω.» απάντησε η Ιφιγένεια. «Είναι και εκείνοι φίλοι μου και είναι καιρός να μάθουν όλη την αλήθεια.»
Έτσι λοιπόν, έστειλαν μήνυμα στην ομαδική συνομιλία και είπαν στον Γιάννη, στον Ηρακλή και στην Έλενα να μαζευτούν όλοι σπίτι του Ιάσονα το απόγευμα, γιατί η Ιφιγένεια είχε κάτι πολύ σημαντικό να τους πει. Μετά έφυγαν οι δυο τους, αφήνοντας τη Νάρα πίσω, και πήγαν στο σπίτι του Ιάσονα. Η Ευτυχία ως συνήθως χάρηκε που η Ιφιγένεια θα έτρωγε μαζί τους. Όμως, επειδή δεν ήταν κανονισμένο, είχε μαγειρέψει κοκκινιστό κοτόπουλο με μακαρόνια.
«Δεν πειράζει, κορίτσι μου. Τα έφτιαξα ξεχωριστά. Να σου βάλω λίγα μακαρόνια σκέτα με τριμμένο τυράκι;» τη ρώτησε με τη γλυκιά φωνή της.
«Ναι, βέβαια. Λατρεύω τα μακαρόνια και ειδικά τα δικά σας, κυρία Ευτυχία.» είπε το κορίτσι και έπειτα τη βοήθησε να σερβίρουν το τραπέζι.
Δεν ανέφεραν τίποτα στους γονείς του σχετικά με τα σημερινά σκηνικά στο σχολείο, ούτε για τη θεραπεία του Γιάννη μα ούτε και για το κοράκι που είδαν στη συνέχεια, που οδήγησε την Ιφιγένεια στο να αποκαλύψει την αλήθεια στον Ιάσονα. Θα τους ανησυχούσαν χωρίς λόγο εφόσον τίποτα δεν ήταν σίγουρο ακόμα. Μετά το φαγητό, ανέβηκαν οι δυο τους στο δωμάτιο του Ιάσονα.
«Πώς θα τους ανακοινώσουμε ότι θα περάσω τη νύχτα στο σπίτι σου; Ήδη ελπίζουν πως εμείς οι δυο θα γίνουμε... ζευγάρι...» είπε αυτά τα λόγια κοκκινίζοντας ελαφρώς, «και φοβάμαι μην πάει το μυαλό τους στο πονηρό. Η Ιφιγένεια κοκκίνισε και εκείνη. Όμως έδιωξε αμέσως τη σκέψη μιας πιθανής σχέσης της με τον Ιάσονα και επικέντρωσε το μυαλό της στο να βρει μια λύση.
«Τότε, ας πούμε και στα παιδιά να μείνουν σπίτι μου. Θα πούμε στους γονείς σου ότι οργανώσαμε sleepover και δεν χρειάζεται να είναι αυτό ψέμα, γιατί όντως θα το οργανώσουμε. Αρκεί φυσικά να τους αφήσουν οι γονείς τους όλους. Εσύ με τον Γιάννη θα κοιμηθείτε στον ξενώνα, η Έλενα μαζί μου στο δωμάτιο μου και στον Ηρακλή θα στρώσουμε στον καναπέ, κάτω στο σαλόνι. Κανονίστηκε.» Η Ιφιγένεια ακουγόταν ενθουσιασμένη με την ιδέα αυτή, πράγμα το οποίο χαροποίησε ιδιαίτερα τον Ιάσονα.
«Είσαι βέβαιη για αυτό;» τη ρώτησε ωστόσο. «Θα νιώθεις άνετα με τόσα άτομα στο σπίτι σου;»
«Φυσικά θα νιώθω άνετα με τους φίλους μου. Είχες δίκιο, Ιάσονα. Δεν πρέπει να απομονώνομαι. Πρέπει να σας καλώ και εγώ στο σπίτι μου μερικές φορές. Έτσι δεν θα μου φαίνεται πάντα άδειο.»
«Εντάξει τότε. Στέλνω στην ομαδική στα παιδιά, για να τους πω να ρωτήσουν από τώρα τους γονείς τους. Δεν πιστεύω να μην τους αφήσουν, αφού είναι Παρασκευή και αύριο δεν έχουμε σχολείο.»
Στη συνέχεια, ο Ιάσονας ανακοίνωσε στους γονείς του ότι θα περνούσε όλη η παρέα τη νύχτα στο σπίτι της Ιφιγένειας.
«Οι γονείς σου δεν θα έχουν πρόβλημα;» ρώτησε ο Φαίδωνας, και για λίγο οι δυο μαθητές έκαναν αγχωμένοι την ίδια σκέψη, μήπως ζητήσει να μιλήσει ο ίδιος με τους γονείς της.
«Μα και βέβαια όχι, κύριε Φαίδωνα. Όλοι οι φίλοι μου είναι καλοδεχούμενοι στο σπίτι μου.»
«Εντάξει, λοιπόν. Δεν υπάρχει πρόβλημα ούτε από τη δικιά μας την πλευρά. Ωστόσο καλό θα είναι να γνωρίσουμε και εμείς τους γονείς σου κάποια στιγμή, Ιφιγένεια. Έχουμε ακούσει τόσα για αυτούς κι όμως δεν τους έχουμε συναντήσει ποτέ από κοντά.»
«Μάλιστα, κύριε Φαίδωνα. Θα το κανονίσουμε.» απάντησε η Ιφιγένεια, προσπαθώντας να κρύψει την αμηχανία της.
Ήξερε ότι κάτι τέτοιο ήταν αναπόφευκτο. Είχαν δίκιο οι άνθρωποι να θέλουν να γνωρίσουν τους γονείς της κοπέλας με την οποία έκανε παρέα ο γιος τους. Δεν ήθελε όμως να τους αποκαλύψει ακόμα την αλήθεια. Δεν ήθελε να φορτώσει κι άλλα άτομα με ανησυχίες για εκείνη. Ωστόσο ήξερε πως αν ο πατέρας του Γιάννη άνοιγε το στόμα του, θα μπορούσε να αποκαλύψει τα πάντα σε όλους. Και ποιος ξέρει τι άλλο είχε μάθει; Αυτός ο άνθρωπος πραγματικά είχε άκρες παντού και μάθαινε ό,τι επιθυμούσε.
********************************
Οι γονείς του Γιάννη όπως ήταν φυσικό δεν τον άφησαν να κοιμηθεί σε «ξένο σπίτι», όπως είπαν, του είπαν όμως να μείνει με την παρέα του μέχρι τις έντεκα εφόσον ήταν Παρασκευή βράδυ.
Η παρέα είχε μαζευτεί πλέον στο σπίτι της Ιφιγένειας, όπου εκείνη σύστησε και σε εκείνους τη Νάρα. Η γάτα βρισκόταν ήδη στο σπίτι, δεν βγήκε μέσα από τη Διάσταση των Δαιμονίων αυτή τη φορά, έτσι τα παιδιά πίστεψαν πως ήταν μια συνηθισμένη γάτα στην αρχή και η Έλενα έσκυψε να τη χαϊδέψει κατευθείαν, καθώς είχε αδυναμία σε όλα τα κατοικίδια. Έπειτα όμως η Ιφιγένεια τους εξήγησε τι ακριβώς είναι, όπως τα είχε εξηγήσει το μεσημέρι και στον Ιάσονα. Εκείνοι άκουγαν εντυπωσιασμένοι.
Στη συνέχεια, τους αποκάλυψε την αλήθεια σχετικά με το δαιμόνιο που την καταδίωκε, τις σκέψεις των δικών της πίσω στην πατρίδα, καθώς και το λόγο για τον οποίο την έστειλαν στο Βασίλειο του Νότου. Οι φίλοι της άκουγαν σοκαρισμένοι αυτή τη φορά. Όμως, στο τέλος τη διαβεβαίωσαν πως θα έμεναν δίπλα της ό,τι κι αν συνέβαινε. Η Ιφιγένεια συγκινήθηκε που είχε αποκτήσει τέτοιους φίλους εδώ. Μπορεί να μην είχαν μαγικές δυνάμεις (εκτός απ' τον Ιάσονα φυσικά), όμως θα έκαναν τα πάντα για να την προστατεύσουν με ό,τι είχαν.
Πέρασαν το βράδυ τους βλέποντας ταινία, τρώγοντας πίτσα που παρήγγειλαν και πίνοντας αναψυκτικά. Γελούσαν με την κωμωδία και τη σχολίαζαν που και που, και η Ιφιγένεια δεν ένιωθε πλέον φόβο ούτε μοναξιά.
Η ταινία τελείωσε στις έντεκα παρά, οπότε ο Γιάννης με βαριά καρδιά τους αποχαιρέτησε και κίνησε για το σπίτι του, τοποθετώντας ξανά το χέρι του στον ψεύτικο γύψο για τα μάτια των γονιών του. Με τη βοήθεια του Ηρακλή τον είχαν κόψει σε ένα σημείο, ώστε να μπορεί να μπαίνει και να βγαίνει άνετα χωρίς να φαίνεται η τομή. Οι τέσσερις νεαροί που έμειναν έπαιξαν επιτραπέζιο, έτσι ξεχάστηκαν και δεν κατάλαβαν πότε πέρασε η ώρα, ώσπου άρχισαν τα πρώτα χασμουρητά της νύστας.
Τότε αποφάσισαν πως ήταν ώρα να πάνε για ύπνο. Η Έλενα κοιμήθηκε στο δωμάτιο της Ιφιγένειας μαζί της και ο Ηρακλής με τον Ιάσονα στο διπλό κρεβάτι του ξενώνα.
Η νύχτα όμως δεν έμελλε να είναι ήσυχη για όλους...
******************************************************
Γεια σας ξωτικά μου 🧝♀️🧝♂️
Πώς σας φάνηκε το κεφάλαιο; Τα δαιμόνια και η Νάρα συγκεκριμένα; Ελπίζω να απέδωσα σωστά τις πληροφορίες σχετικά με αυτά και να τις καταλάβατε.
Στο επόμενο κεφάλαιο, θα δούμε τον Ιάσονα να βλέπει κι άλλο εφιάλτη, κατά τη διάρκεια της διανυκτέρευσης στο σπίτι της Ιφιγένειας.
Θα ήθελα πολύ να δω τις θεωρίες σας. Τι πιστεύετε ότι σημαίνουν αυτοί οι εφιάλτες και γιατί τους βλέπει ο Ιάσονας;
Δεν σας ρωτάω ακόμα σχετικά με το τι πιστεύετε ότι είναι ο Ιάσονας, γιατί είναι νωρίς ακόμα. Όμως αν πιστεύετε ότι έχετε κάποια ιδέα, εκφράστε την ελεύθερα. Μου αρέσουν οι θεωρίες των αναγνωστών, είτε είναι σωστές είτε όχι!! Ωστόσο δεν θα σας απαντήσω αν πέσατε μέσα ή έξω για να μη γίνει spoiler άθελα μου!!
Θα τα πούμε στο επόμενο 😘
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top