Εμφύλιος στη Σκοτεινή Διάσταση: Επανάσταση
Τον τελευταίο καιρό, ο Λόρδος Άνθιμος συμπεριφερόταν πολύ περίεργα. Πολύ συχνά αποσυρόταν στα ιδιαίτερα διαμερίσματα του στο Κόκκινο Κάστρο, δίνοντας διαταγή να μην τον ενοχλήσει κανένας, κι έπειτα παρέμενε εκεί για ώρες ολόκληρες, μπορεί και ολόκληρες νύχτες κάποιες φορές. Ο Αδάμ απορούσε. Τι μπορεί να έκανε τόσες ώρες στο δωμάτιο του ο Άρχοντας τους και γιατί αποζητούσε τη μοναξιά; Μήπως δεν ήταν καν εκεί; Μήπως μέσα από το δωμάτιο του άνοιγε πύλες προς άλλες διαστάσεις και έφευγε; Που να πήγαινε όμως και γιατί; Ο Άνθιμος τους είχε μάθει να μη ρωτούν πολλά, όμως η περιέργεια τον έτρωγε, έτσι μοιράστηκε τις υποψίες τους με τη Δεύτερη και τον Τρίτο Λοχαγό, την Εύα και τον Αρίσταρχο.
«Έχω την υποψία ότι ο Άρχοντας μας φεύγει κρυφά, ανοίγοντας πύλες από το δωμάτιο του προς άλλες διαστάσεις.» τους είπε.
«Και εγώ το έχω υποπτευθεί, αγαπημένε μου.» του απάντησε η Εύα. «Γιατί κλείνεται στα ιδιαίτερα του για ώρες και επικρατεί απόλυτη ησυχία αν τύχει να περάσεις απ' έξω. Όμως, αν πήγαινε κάπου δεν θα το έλεγε τουλάχιστον σε εσένα;»
«Πράγματι... Έχεις κάποια πρόβλεψη σχετικά με αυτό;» ρώτησε έπειτα ο Αδάμ τον Αρίσταρχο.
«Όχι, τίποτα ακόμα.» απάντησε εκείνος. «Δηλαδή υποπτεύεσαι ότι φεύγει κρυφά και πηγαίνει κάπου αλλού;»
«Ναι, αυτό ακριβώς υποπτεύομαι.»
«Τι να σχεδιάζει άραγε;» αναρωτήθηκε η Εύα.
«Ας κάνουμε υπομονή και να μην πούμε τίποτα σε κανέναν. Είμαι σίγουρος ότι ο Άρχοντας μας, ό,τι και αν ετοιμάζει θα μας εμπιστευθεί και θα μας το αποκαλύψει σύντομα, όπως και το λόγο αυτών των απουσιών του, αν φεύγει όντως από τη Σκοτεινή Διάσταση κρυφά.»
Πέρασε αρκετός καιρός και ο ανεξήγητος «εγκλεισμός» του Άνθιμου στα δώματα του συνεχιζόταν, όλο και πιο συχνά, ώσπου μια μέρα κάλεσε κοντά του τους τρεις πρώτους Λοχαγούς και τους είπε:
«Βλέπω τώρα τελευταία στις σκέψεις σας πως υποψιάζεστε διάφορα για εμένα και θέλω να σας πω πως έχετε δίκιο. Όντως αυτές τις ώρες που δήθεν κλείνομαι στο δωμάτιο μου και ζητώ να μη ενοχλήσει κανένας, στην πραγματικότητα λείπω από τη Σκοτεινή Διάσταση.»
«Συγνώμη για το θάρρος που παίρνω, Άρχοντα μου, όμως γιατί φεύγετε κρυφά από εμάς χωρίς να μας πείτε που πηγαίνετε;» τον ρώτησε ο Αδάμ.
«Διότι δεν σας αφορά που πηγαίνω και τι κάνω, Πρώτε.» του απάντησε αυστηρά. «Τέλος πάντων, σας κάλεσα εδώ σήμερα για να σας αποκαλύψω και κάτι ακόμη σχετικά με αυτό. Θα χρειαστεί να λείψω για κάποιο καιρό από τη Σκοτεινή Διάσταση.»
Οι τρεις Λοχαγοί κοιτάχτηκαν αναμεταξύ τους, όμως κανένας δεν τόλμησε να ρωτήσει που θα πήγαινε και γιατί. Σίγουρα θα είχε κάποια πολύ σοβαρή δουλειά, η οποία θα είχε σχέση με το σχέδιο τους για την κατάκτηση του Κόσμου. Όλοι τις ίδιες σκέψεις έκαναν μα κανένας δεν τις εξέφρασε φωναχτά.
«Για πόσο καιρό, Άρχοντα μου;» τον ρώτησε η Εύα.
«Δεν γνωρίζω. Μήνες, ίσως. Αδάμ, σε αφήνω υπεύθυνο εδώ. Εσύ θα είσαι από εδώ και στο εξής ο επικεφαλής της Σκοτεινής Διάστασης για όσο χρειαστεί να λείψω.»
«Μάλιστα, Άρχοντα μου. Όμως, τι θα πούμε στους άλλους Λοχαγούς και στους υπηκόους μας, στο στρατό μας...; Σίγουρα θα αντιληφθούν την απουσία σας και θα ρωτήσουν.» είπε ο Αδάμ.
«Πείτε τους ό,τι σας είπα, ότι θα χρειαστεί να λείψω για δουλειές για λίγο καιρό, τις οποίες δεν αποκάλυψα ούτε σε εσάς.»
Έτσι λοιπόν, ο Λόρδος Άνθιμος αποχώρησε από τη Σκοτεινή Διάσταση προς άγνωστο σε αυτούς προορισμό. Ο Αδάμ διέταξε τους υπόλοιπους Λοχαγούς και το προσωπικό του παλατιού να παρευρεθούν στην κεντρική αίθουσα, επειδή είχε μια πολύ σημαντική ανακοίνωση να τους κάνει.
Οι περισσότεροι απόρησαν που δεν είδαν τον Άρχοντα τους να στέκεται στο βάθρο του θρόνου του. Αντιθέτως, απέναντι από όλους στεκόταν ο Αδάμ, με την Εύα στα δεξιά και τον Αρίσταρχο στα αριστερά του. Μπροστά τους ακριβώς στάθηκαν οι υπόλοιποι Λοχαγοί: ο ψυχρός και ανέκφραστος Ωρίωνας, η αδιάφορη Ελπινίκη, ο αλαζόνας Νικηφόρος, ο εξίσου αλαζόνας και ειρωνικός Φοίβος και η πάντα χαμογελαστή Ροζαλία, η οποία ήταν η Όγδοη και τελευταία - προς το παρόν- Λοχαγός, που μεταμορφώθηκε πριν από τρία περίπου χρόνια.
«Αγαπητοί Λοχαγοί, υπήκοοι και προσωπικό του παλατιού. Σας κάλεσα όλους εδώ διότι έχω μια πολύ σημαντική ανακοίνωση να σας κάνω.» ξεκίνησε ο Αδάμ. «Όπως παρατηρήσατε, ο Λόρδος Άνθιμος δεν βρίσκεται εδώ μαζί μας και δεν θα βρίσκεται για αρκετό καιρό ακόμα.» Μουρμουρητά έκπληξης και απορίας ακούστηκαν σε όλη την αίθουσα.
«Που πήγε;» ρώτησε ο Νικηφόρος.
«Έχει κάποιες πολύ σημαντικές δουλειές εκτός Σκοτεινής Διάστασης, στη Χώρα των Ξωτικών ή των Μάγων, δεν γνωρίζουμε ούτε εμείς με ακρίβεια.» απάντησε ο Αρίσταρχος.
«Το μόνο που μας είπε, είναι ότι αφήνει εμένα επικεφαλής μέχρι να επιστρέψει.» συμπλήρωσε ο Αδάμ. «Για αυτό θα απευθύνεστε σε εμένα για οτιδήποτε σημαντικό συμβαίνει εντός και εκτός παλατιού σε όλη τη Σκοτεινή Διάσταση, και αν συμβεί οποιαδήποτε παράβαση θα είμαι το ίδιο αυστηρός με τον άρχοντα μας. Έγινα κατανοητός;» Όλοι οι Λοχαγοί ένευσαν, κάποιοι απρόθυμα βέβαια, κάποιοι άλλοι πρόθυμα, κάποιοι αδιάφορα. «Είσαστε ελεύθεροι να φύγετε.»
«Θα σκάσω αν δεν μάθω που πήγε.» είπε ο Νικηφόρος όταν αποχώρησαν όλοι και έμειναν μόνο οι τρεις τελευταίοι Λοχαγοί να συζητήσουν για αυτό που άκουσαν.
«Πιστεύετε στα αλήθεια ότι δεν το είπε ούτε στους τρεις πρώτους; Αυτούς τους εμπιστεύεται με κλειστά μάτια.» συμπλήρωσε ο Φοίβος.
«Έλεος πια με εσάς τους δύο! Τόσο πολύ κουτσομπολεύετε πάντα;» αναφώνησε η Ροζαλία. «Για να μην το είπε ούτε σε εκείνους, θα υπάρχει κάποιος λόγος. Και είμαι σίγουρη ότι θα επιστρέψει σύντομα και θα μας εξηγήσει.»
«Μήπως... Μήπως πλησιάζει η στιγμή που θα κατακτήσουμε τον Κόσμο; Για αυτό έφυγε, για να κανονίσει τις λεπτομέρειες;» συνέχισε ο Νικηφόρος, που περίμενε αυτή τη στιγμή εδώ και χρόνια, από τότε που μεταμορφώθηκε και ανέλαβε το ρόλο του Έκτου Λοχαγού.
«Άδικα εξάπτεστε.» άκουσαν μια φωνή πίσω τους και αναπήδησαν.
Ήταν η Ελπινίκη, της οποίας την παρουσία κανένας δεν είχε αντιληφθεί στην αίθουσα.
«Δεν πρόκειται να μας πουν, ακόμα και αν γνωρίζουν, διότι αυτό το θέμα προφανώς και δεν μας αφορά. Καλά θα κάνετε να επιστρέψετε στις δουλειές σας και να σταματήσετε να το συζητάτε.» και απομακρύνθηκε χωρίς να περιμένει απάντηση. Ο Νικηφόρος την κοίταξε τρίζοντας τα δόντια. Για κάποιο λόγο του την έδινε στα νεύρα αυτή η γυναίκα, η Πέμπτη Λοχαγός. Βρισκόταν μόλις ένα σκαλί από πάνω του στην εξουσία και νόμιζε ότι αυτό της έδινε το δικαίωμα να του δίνει διαταγές, ειδικά τη στιγμή που η ίδια δεν έκανε τίποτα. Είχε παραιτηθεί από τα καθήκοντα της εδώ και καιρό και σπάνια έβγαινε από το Κόκκινο Κάστρο, ακόμα και από το δωμάτιο της, και κάθε φορά που τον συναντούσε είχε εκείνο το δήθεν αδιάφορο βλέμμα, το οποίο όμως ήξερε πως έκρυβε υπεροψία. Έπρεπε να τη βάλει στη θέση της. Ήταν σίγουρος πως άδικα είχε κερδίσει τη θέση της Πέμπτης Λοχαγού, ενώ δεν είχε καν τα προσόντα και τις απαραίτητες δυνάμεις.
Δεν ήταν καν καθαρόαιμο ξωτικό στην προηγούμενη ζωή της, όπως είχε πληροφορηθεί από τα κουτσομπολιά που κυκλοφορούσαν στο παλάτι. Ο μόνος λόγος που ήταν Πέμπτη ήταν επειδή μεταμορφώθηκε μαζί με τον Ωρίωνα, και για κάποιο λόγο ο Λόρδος Άνθιμος δεν θέλησε να τους χωρίσει. Ο Νικηφόρος ήταν σίγουρα πιο δυνατός από αυτήν και δεν είχε πάρει τη θέση του Λοχαγού με «μέσον», όπως εκείνη. Αν την προκαλούσε σε μονομαχία για διεκδίκηση της θέσης της, ήταν βέβαιος πως θα νικούσε. Ίσως τώρα που έλειπε ο άρχοντας τους να έβρισκε την ευκαιρία να το κάνει, κάτω από τη μύτη του Αδάμ, ο οποίος δεν θα καταλάβαινε τι σχεδίαζε διότι εκείνος δεν διάβαζε τις σκέψεις...
...
Η τηλεπάθεια του Άνθιμου και η ικανότητα του να ελέγχει τους πάντες διαβάζοντας σκέψεις και συναισθήματα, ήταν εκείνο που έκανε τα περισσότερα Σκοτεινά Ξωτικά να τον φοβούνται και να μην εναντιώνονται, ακόμα και αν δεν συμφωνούσαν με τους αυστηρούς νόμους που επέβαλλε, η με το σύστημα ιεραρχίας. Για αυτό, το νέο της απουσίας του, το οποίο διαδόθηκε γρήγορα σε όλη τη Σκοτεινή Διάσταση, χαροποίηση κάποιους και τους έδωσε μία αίσθηση ελευθερίας, ότι θα μπορούσαν να επαναστατήσουν ευκολότερα τώρα που είχε αφήσει τον Πρώτο Λοχαγό στη θέση του.
Όλα ξεκίνησαν σε ένα μπαρ κάπου στη Σκοτεινή Διάσταση, έξι μήνες μετά τη μυστηριώδη φυγή του Άνθιμου. Εκεί ήταν το στέκι όπου μαζεύονταν Σκοτεινοί από τον Έβδομο Λόχο, όταν κατάφερναν να ξεφύγουν για λίγο από τα καθήκοντα τους στο κάστρο.
Μια από αυτούς, πίνοντας ποτά με αίμα μέσα εννοείται, σε μια γοτθική ατμόσφαιρα και ακούγοντας σκληρή μέταλ μουσική, άρχισαν να αναρωτιούνται που βάδιζε η Σκοτεινή Διάσταση και ποιος ήταν άραγε ο σκοπός τους εκεί, βυθισμένοι καθώς ήταν στην κατάθλιψη.
«Ως πότε θα ζούμε έτσι αδέλφια, μέσα στη μιζέρια και την αυτολύπηση;» είπε ο Αντίμαχος, ο αρχηγός της «συμμορίας». Ήταν ένας Ξωτικόλακας με ατίθασα μαλλιά στο χρώμα του σταχιού, ρούχα δερμάτινα με αλυσίδες και τατουάζ που κάλυπταν ολόκληρα τα χέρια του.
«Ο Άνθιμος μας υποσχέθηκε μια καλύτερη ζωή και που 'ν' τη; Είμαστε καταδικασμένοι εδώ, να ακολουθούμε διαταγές, να υπηρετούμε τους Λοχαγούς και τον Άνθιμο και να πίνουμε αίμα. Τα χρόνια περνούν και η επανάσταση που μας είπε πως θα αλλάξει τον Κόσμο δεν έρχεται. Ως πότε θα περιμένουμε;!» φώναξε τέλος χτυπώντας τη γροθιά του στο τραπέζι.
Τώρα είχε την προσοχή όλου σχεδόν του μαγαζιού. Ανέβηκε πάνω στο τραπέζι με ένα σάλτο και άρχισε να φωνάζει:
«Ο Λόρδος Άνθιμος έφυγε! Μας εγκατέλειψε εδώ και δεν τον ενδιαφέρουμε πια, ενώ μας έταξε δόξα και εξουσία σε έναν Νέο Κόσμο!»
«Κάτσε κάτω, Αντίμαχε! Θα γυρίσει ο Άρχοντας μας! Ετοιμάζει το έδαφος για τον πόλεμο που έρχεται!» του φώναξε ο μπάρμαν.
«Όχι, δεν πρόκειται να επιστρέψει!» φώναξε κάποιος.
«Ναι! Έξι μήνες πέρασαν!» συμπλήρωσε κάποιος άλλος.
«Τώρα είναι η ευκαιρία να κάνουμε εμείς την επανάσταση μας! Να κατακτήσουμε το Κόκκινο Κάστρο και στη συνέχεια όλη τη Σκοτεινή Διάσταση και να την κάνουμε όπως εμείς θέλουμε! Γιατί να απολαμβάνουν μόνο οι ανώτεροι μας φρέσκο αίμα και εμείς να πίνουμε το μπαγιάτικο;! Γιατί αυτοί να έχουν εξουσία και εμείς να είμαστε απλοί υπηρέτες και πόρνοι, να ικανοποιούμε τις ορέξεις τους;! Αυτή είναι η ζωή που περιμένατε όταν σας στρατολόγησε ο Άνθιμος;!» συνέχισε με πάθος ο Αντίμαχος.
Όλοι άρχισαν να φωνάζουν και οι περισσότεροι συμφώνησαν μαζί του.
«Ελάτε λοιπόν! Ακολουθήστε με για να δείξουμε στους Λοχαγούς και στους υπόλοιπους του παλατιού πόσο σάπιο είναι το σύστημα της ιεραρχίας τους! Απόλυτη ισότητα για όλους και αναρχία! Κάτω η εξουσία!» φώναξε ο Αντίμαχος ακόμα δυνατότερα. Όλοι φώναξαν ομόφωνα τα ίδια λόγια, η μουσική δυνάμωσε, άρχισαν να χτυπιούνται στους ρυθμούς της και ο μπάρμαν άρχισε να φτιάχνει ποτά σαν τρελός.
Έτσι λοιπόν, αυτοί οι λίγοι μετέδωσαν το μήνυμα της επανάστασης σε όλο το υπηρετικό προσωπικό του παλατιού και έπεισαν τους περισσότερους να ξεσηκωθούν. Όλα αυτά φυσικά, χωρίς να τα γνωρίζει ο Λοχαγός τους, ο Φοίβος. Μια μέρα, ο Αδάμ βρισκόταν στα ιδιαίτερα διαμερίσματα του που μοιραζόταν με την Εύα. Βρίσκονταν γυμνοί στο βασιλικών διαστάσεων κρεβάτι τους και τα χείλη του κατέβαιναν με φιλιά προς τα κάτω στο κορμί της, ακολουθώντας ένα γνώριμο μονοπάτι με ένα προορισμό ο οποίος, αν και γνωστός, δεν σταματούσε να τους συγκλονίζει κάθε φορά, καθώς ποτέ δεν βαριούνταν ο ένας τον άλλον όπως άλλοι Ξωτικόλακες και Βρικόλακες, που δεν μπορούσαν να παραμείνουν με ένα ερωτικό ταίρι για καιρό. Τα επίμονα χτυπήματα στην πόρτα τους όμως τους διέκοψαν και εκνεύρισαν τον Αδάμ.
«Λόρδε Αδάμ! Ανοίξτε! Είναι επείγον!» άκουσαν μια φωνή απ' έξω.
«Φαίνεται πως δεν θα μας αφήσει σε ησυχία, ακόμα κι αν τον αγνοήσουμε. Επιστρέφω αμέσως.» είπε ο Αδάμ και αφού έδωσε ένα ακόμα φιλί στην Εύα η οποία σκεπάστηκε με τα μεταξωτά σεντόνια, σηκώθηκε και πέταξε μια βυσσινί, σατέν ρόμπα επάνω του προτού ανοίξει. Πίσω από την πόρτα είδε έναν φρουρό με φανερή την αγωνία στο πρόσωπο του.
«Τι είναι αυτό που δεν μπορεί να περιμένει, φρουρέ;» είπε και στηρίχθηκε επιδεικτικά στην κάσα της πόρτας, δείχνοντας τη δυσαρέσκεια του.
«Λόρδε μου... Καταστροφή! Όλο σχεδόν το υπηρετικό προσωπικό αρνείται να δουλέψει! Έχουν συγκεντρωθεί στη μπροστινή αυλή και απειλούν να καταλάβουν το παλάτι! Ζητούν να παραδώσετε την εξουσία!» αναφώνησε εκείνος.
«Τι;!» έκανε έκπληκτος ο προσωρινός άρχοντας.
«Τι πράγμα;!» αναφώνησε και η Εύα απ' το κρεβάτι, που άκουσε τον φρουρό.
«Συγκέντρωσε τους υπόλοιπους Λοχαγούς και όσους περισσότερους φρουρούς μπορείς. Θα ντυθούμε και θα έρθουμε αμέσως.» είπε ο Αδάμ.
Όταν ο φρουρός έφυγε, ο Αδάμ στράφηκε προς την Εύα.
«Ο Λόρδος Άνθιμος με εμπιστεύθηκε, Εύα.» είπε. «Με άφησε υπεύθυνο στη Σκοτεινή Διάσταση και εγώ τι έκανα; Άφησα να ξεφύγει ο έλεγχος, να υποκινηθεί επανάσταση κάτω από τη μύτη μου!» φώναξε εξοργισμένος στο τέλος.
«Δεν φταις εσύ, καλέ μου...» είπε εκείνη και με ταχύτητα βρικόλακα βρέθηκε μπροστά του και άγγιξε το πρόσωπο του για να τον ηρεμήσει και να καταφέρει να σκεφτεί λογικά. «Απλώς... Βρήκαν ευκαιρία τώρα που λείπει ο Λόρδος Άνθιμος και...»
«Τι θέλεις να πεις; Ότι εγώ δεν είμαι αρκετός; Ότι δεν με φοβούνται;» είπε και αφαίρεσε το χέρι της.
«Δεν εννοούσα αυτό... Όμως είσαι ο Πρώτος Λοχαγός. Το όνομα του Άρχοντα Άνθιμου έχει άλλη βαρύτητα.»
«Τότε πρέπει να τους δείξω με πράξεις ότι δεν είμαι λιγότερο σκληρός και αμείλικτος από εκείνον, γιατί μάλλον δεν το έκανα ξεκάθαρο με τα λόγια μου.» είπε ο πρώτος Λοχαγός και άρχισε να ντύνεται. Το ίδιο έκανε και η Εύα καθώς του έλεγε:
«Μην κάνεις βιαστικές κινήσεις, σε παρακαλώ. Χρειαζόμαστε τον Έβδομο Λόχο. Πρέπει να βρούμε ποιοι το ξεκίνησαν αυτό και να τιμωρηθούν μόνο εκείνοι. Οι υπόλοιποι έπεσαν απλά θύματα πλύσεως εγκεφάλου, προφανώς.»
«Έχεις δίκιο. Για την ώρα όμως, πρέπει να πάμε να δούμε τι γίνεται κάτω και να τους αναχαιτίσουμε.»
Η κατάσταση ήταν αυτή ακριβώς που περιέγραψε ο φρουρός και ακόμα χειρότερη: ολόκληρος σχεδόν ο Έβδομος Λόχος είχαν συγκεντρωθεί στη μπροστινή είσοδο, φώναζαν και απειλούσαν να φύγουν οι Λοχαγοί και να τους παραδώσουν το Παλάτι, ενώ μια σειρά φρουρών υπό τις διαταγές του Ωρίωνα πάλευαν να τους συγκρατήσουν. Πίσω βρίσκονταν οι υπόλοιποι Λοχαγοί, εκτός από την Ελπινίκη, έτοιμοι επίσης να υπερασπιστούν το Κόκκινο Κάστρο. Κάποιες αψιμαχίες είχαν ξεκινήσει μεταξύ των επαναστατών και των φρουρών.
«Φοίβο!» φώναξε ο Αδάμ. Ο Έβδομος Λοχαγός έτρεξε αμέσως κοντά του.
«Μάλιστα, Πρώτε.»
«Τι συμβαίνει εδώ; Έχεις καμία σχέση με όλο αυτό;»
«Όχι! Ορκίζομαι, δεν γνώριζα τίποτα! Ζητώ συγνώμη που δεν κατάλαβα τι σχεδίαζαν οι δικοί μου.» απάντησε εκείνος και φαινόταν ειλικρινής.
«Εντάξει, σε πιστεύω. Αλλά θα φροντίσεις να βρεθούν οι υπαίτιοι και να τιμωρηθούν όταν τεθεί η κατάσταση υπό έλεγχο εδώ.»
«Μάλιστα, Πρώτε.»
Εκείνη τη στιγμή κάποιος από τους επαναστάτες έβγαλε ένα μαχαίρι και ένας φρουρός έπεσε αιμόφυρτος. Τότε ξεκίνησε μια σκληρή μάχη, καθώς οι υπόλοιποι φρουροί εξαγριώθηκαν, χρησιμοποιώντας βίαια μέσα, βγήκαν σπαθιά και οι επαναστάτες αντεπιτέθηκαν, κάποιοι με σπαθιά και κάποιοι άλλοι με λαβές και γροθιές ενώ όλο και έσπρωχναν τη φρουρά προς τα μέσα. Ο Αδάμ κοίταξε το χαμό γύρω του, ανίκανος να αντιδράσει για λίγο. Ένιωθε υπεύθυνος για όλο αυτό, και όταν επέστρεφε ο άρχοντας του θα ήταν πολύ απογοητευμένος μαζί του. Τελικά δεν γλίτωσαν τη μάχη, και πάνω στον πανικό που επικρατούσε σίγουρα δεν θα τον άκουγε κανένας.
Πως επέτρεψα να συμβεί αυτό; αναρωτιόταν.
«Αφέντη!» άκουσε τη φωνή του Έλυρου στο μυαλό του. «Αφέντη, πρέπει να συνέλθεις! Δεν έχει σημασία τι και πως έγινε, αλλά το παρόν, και τώρα πρέπει να υπερασπιστείς το Κόκκινο Κάστρο και να οδηγήσεις τους υπόλοιπους Λοχαγούς! Σε εσένα βασίζονται! Θυμήσου τις δυνάμεις σου!»
«Τι θα κάνουμε, Αδάμ;!» άκουσε και τη φωνή της Εύας δίπλα του.
Τότε, σαν να ξύπνησε από λήθαργο, έβγαλε το σπαθί του και με αποφασιστικό ύφος φώναξε:
«Λοχαγοί! Υπερασπιστείτε το Κάστρο μας! Μην τους αφήσετε να περάσουν!» Όρμησε στη μάχη, δίνοντας διαταγές. Κάποιοι είχαν πέσει ήδη νεκροί.
«Μην τους σκοτώνετε! Προσπαθήστε να τους τραυματίζετε ώστε να ακινητοποιηθούν μόνο! Τους χρειαζόμαστε ζωντανούς για να βρεθούν οι υπαίτιοι!»
«Τέλεια! Και είχα καιρό να τιμωρήσω κάποιον!» είπε ενθουσιασμένος ο Νικηφόρος, που ο Λόχος του ήταν υπεύθυνος για την τιμωρία και το βασανισμό τυχόν παραβατών της Σκοτεινής Διάστασης. Ο Αδάμ συνέχισε να δίνει εντολές:
«Φοίβο! Προσπάθησε να μιλήσεις στους δικούς σου, όσο αυτό είναι δυνατόν και να τους εκλογικεύσεις.» Έπειτα με υπερταχύτητα βρέθηκε δίπλα στη Ροζαλία.
«Όγδοη! Πήγαινε στη δεξιά μεριά! Εσύ, Νικηφόρε, στην αριστερή, και εσύ, Εύα, πίσω μου. Αρίσταρχε, αναλαμβάνεις τη φύλαξη της εισόδου. Κανένας να μη μπει μέσα στο παλάτι.»
Ύστερα βρέθηκε στην πρώτη γραμμή, όπου ο Ωρίωνας βοηθούσε τους φρουρούς χτυπώντας όσο λιγότερο θανατηφόρα γινόταν τους επαναστάτες, χρησιμοποιώντας σπαθί αλλά και Κόκκινη Ενέργεια ως ασπίδα ενάντια στα χτυπήματα τους. Ήξερε πως αν πολεμούσε με όλη τη δύναμη του θα σκορπούσε παντού θύματα, έτσι έλεγχε τα χτυπήματα του.
«Πολύ καλή δουλειά, Τέταρτε.» του είπε. Έπειτα πέρασε μπροστά, ανάμεσα στο εξαγριωμένο πλήθος των επαναστατών, με την Εύα να ακολουθεί φιλώντας τα νότα του, και βγάζοντας Μαύρη Ενέργεια από το σπαθί του σκότωσε μερικούς για παραδειγματισμό.
Οι υπόλοιποι Λοχαγοί τα πήγαιναν αρκετά καλά. Ήταν άλλωστε τόσο δυνατοί, που θα ήταν αδύνατον να τους σκοτώσει κάποιος απλός Ξωτικόλακας από τον Έβδομο Λόχο.
Μόλις οι υπόλοιποι είδαν πόσο αδίστακτος ήταν ο προσωρινός Άρχοντας της Σκοτεινής Διάστασης, φοβήθηκαν και τράπηκαν σε φυγή. Τέλος, ο Αδάμ χρησιμοποίησε την ειδική δύναμη του. Με υπερταχύτητα βρέθηκε δίπλα σε έναν από αυτούς, τον εγκλώβισε αρπάζοντας τον από πίσω και διέταξε στο αυτί του:
«Βρες μου αυτόν που το ξεκίνησε.» Ο Ξωτικόλακας, σαν υπνωτισμένος, στράφηκε προς μία κατεύθυνση και άρχισε να περπατά ανάμεσα απ' το πλήθος, με τον Αδάμ και την Εύα να ακολουθούν , πετσοκόβοντας όποιον τολμούσε να τους επιτεθεί. Έφτασε σε ένα σημείο κι έδειξε έναν τύπο με κοντά ατημέλητα μαλλιά και τατουάζ, να εμψυχώνει τους δικούς του. Ο Αδάμ όρμησε του έφερε ένα χτύπημα το οποίο ήταν αρκετό για να τον τραυματίσει και να τον ρίξει αιμόφυρτο μπροστά του προτού εκείνος προλάβει να τον αντιληφθεί, τόσο γρήγορα. Έμεινε να τον κοιτάζει έντρομος και βαστώντας την πληγή στον κορμό του. Ο Αδάμ τον κοιτούσε αυστηρά, στεκούμενος επιβλητικά από πάνω του, εμπνέοντας του το φόβο και απειλώντας να τον αποτελειώσει με το σπαθί του.
«Εσύ.» του είπε. «Πίστεψες στα αλήθεια ότι θα καταφέρεις να τα βάλεις με τους Οχτώ Λοχαγούς, να κάνεις κατάληψη στο Κόκκινο Κάστρο και στη Σκοτεινή Διάσταση, και όλα αυτά επειδή λείπει ο Άρχοντας μας; Πίστεψες ότι εγώ θα το άφηνα να περάσει αυτό;»
«Λ... Λόρδε Αδάμ...» έχανε τα λόγια του εκείνος, όμως δεν τον άφησε να μιλήσει καθώς έσπρωξε κι άλλο το σπαθί του προς το λαιμό του.
«Ο Λόρδος Άνθιμος με άφησε υπεύθυνο εδώ. Και δεν θα σε αφήσω να καταστρέψεις όσα με κόπο έχτισε εδώ και χρόνια.»
«Ο Λόρδος Άνθιμος δεν θα επιστρέψει!» πήρε το θάρρος να μιλήσει τελικά εκείνος. «Μας εγκατέλειψε! Δεν θα κάνει πράξη την υπόσχεση του για έναν καλύτερο Κόσμο! Θα μείνουμε κλεισμένοι στη Σκοτεινή Διάσταση αιώνια και εμείς θα είμαστε αναγκασμένοι να υπηρετούμε εσάς!»
Μια κλωτσιά από τον Αδάμ τον έκανε να αναφωνήσει δυνατά από πόνο ενώ τον εκτόξευσε δύο μέτρα μακριά. Ο Αδάμ βρέθηκε από πάνω του ξανά και τον πάτησε κάτω.
Έτσι εξηγείται! Είπε από μέσα του. Διαδόθηκε η φήμη ότι ο Λόρδος Άνθιμος δεν θα επιστρέψει, έτσι αυτό έδωσε την ευκαιρία σε μερικούς να ξεσηκωθούν.
«Ο Άρχοντας μας θα επιστρέψει.» του είπε απειλητικά. Αυτή τη φορά έγειρε από πάνω του και ψιθύρισε στο αυτί του, όχι διατάζοντας τον αλλά εμπνέοντας του το φόβο: «Ακόμα και αν δεν επέστρεφε όμως, δεν είχες κανένα δικαίωμα να πράξεις όσα έπραξες και να σκοτωθούν τόσοι σύντροφοι σου εξαιτίας σου. Και αν νομίζεις ότι εγώ θα σου δείξω έλεος επειδή είμαι απλά ένας λοχαγός, κάνεις μεγάλο λάθος. Ωστόσο, αν το λήξεις όλο αυτό όσο είναι καιρός, μπορεί και να σου χαρίσω τη ζωή αφού πρώτα βασανιστείς και τιμωρηθείς παραδειγματικά. Έγινα κατανοητός;»
«Μ... Μάλιστα, Πρώτε...» είπε έντρομος εκείνος, κι αν μπορούσε να κλάψει από το φόβο του θα το έκανε σίγουρα.
Τον άφησε να σηκωθεί και έπειτα εκείνος έδωσε το σύνθημα στους δικούς του για υποχώρηση:
«Σταματήστε! Τέλος! Ακυρώνεται η επανάσταση!» φώναξε και όσοι τον άκουσαν σταμάτησαν να πολεμούν, ενώ κάποιοι πιάστηκαν αιχμάλωτοι από φρουρούς και τους Λοχαγούς. Ο Αδάμ κοίταξε την Εύα και χαμογέλασαν ο ένας στον άλλον.
Η τάξη άρχισε ξανά να αποκαθίσταται, τα πλήθη να ηρεμούν. Ήταν σίγουρος πως ο Άνθιμος, θα τον επαινούσε για την ικανότητα του να σταματήσει ετούτο τον εμφύλιο προτού λάβει μεγάλες διαστάσεις. Ο Άρχοντας του θα ήταν περήφανος για αυτόν.
************************************************************
Αυτό ήταν το πρώτο μέρος του εμφυλίου, φίλοι μου. Πως σας φάνηκε; Είχαν δίκιο τα Σκοτεινά Ξωτικά που ξεσηκώθηκαν;
Στο επόμενο, θα δούμε τους υπεύθυνους για όλον αυτόν το σαματά να τιμωρούνται παραδειγματικά. Επίσης θα δούμε ένα άλλο είδος εμφυλίου, δύο από τους Λοχαγούς να μονομαχούν. Ποιοι θα είναι; Άφησα ήδη κάποια hints εδώ, αλλά όσοι έχετε διαβάσει το πρώτο βιβλίο του Μαγικού ίσως να θυμάστε σε ποιους αναφέρομαι. Θα τα πούμε στο επόμενο διήγημα λοιπόν με τη συνέχεια της «κρίσης» αυτής στη Σκοτεινή Διάσταση, αλλά να περιμένετε και νέο κεφάλαιο στο δεύτερο βιβλίο ❤️
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top