Κεφάλαιο 16: Εβελίνα

"Ποιος;" είχα ξαπλώσει μπρούμυτα στο κρεβάτι και είχα χώσει το κεφάλι μου μέσα στο μαξιλάρι. Δεν ήθελα να σκεφτώ όσα είχαν γίνει όμως το μυαλό μου είχε κερδίσει, όμως ευτυχώς οι σκέψεις μου διακόπηκαν από το κτύπημα στην πόρτα.

"Άλεξ" είπε από την άλλη πλευρά της πόρτας. Του είπα να περάσει και έκατσα γρήγορα στο κρεβάτι πριν μπει μέσα. Μπήκε μέσα διστακτικά και έκατσε και αυτός στην άλλη άκρη του κρεβατιού και με κοιτούσε για μερικά
δευτερόλεπτα χωρίς να λέει τίποτα. Το βλέμμα του άφησε τα μάτια μου και πήγε στα χέρια του, φαινόταν προβληματισμένος, σαν να προσπαθούσε να πάρει μια απόφαση για κάτι. Λίγο μετά, θα είχε πάρει την απόφαση αφού διστακτικά τεντωσε το χέρι του προς το μέρος μου, πάγωσε εκεί και μετά άνοιξε το χέρι του και μου έδωσε το περιεχόμενο.
Το δακτυλίδι.
Η ανάσα μου είχε κοπεί.
Το κοίταζα με γουρλωμένα μάτια.
Πως βρήκε ο Άλεξ το δακτυλίδι;
Γιατί το έχει αυτός;
Άνοιξα το στόμα μου να μιλήσω αλλά πριν το κάνω μίλησε αυτός.

"Σκέφτηκα πως έπρεπε να στο επιστρέψω" σηκώθηκε να φύγει αλλά τον τράβηξα δυνατά από το χέρι.

"Τι εννοείς;" η ανάσα μου ακόμη δεν είχε επιστρέψει. Αντιθέτως, όσο περνούσε η ώρα όλο και περισσότερο την έχανα.

"Δικό σου δεν είναι;" είπε σαν η απάντηση να ήταν ναι. Αλλά αφού αυτό δεν ήταν δικό μου. Το δικό μου το είχε επιστρέψει πριν χρόνια.

Τον κοίταξα προβληματισμένα, προσπαθώντας να βγάλω νόημα μέσα από αυτά που λέει. "Δεν το επέστρεψα ποτέ" απάντησε βιαστικά και δυνατά σαν να άκουσε τις σκέψεις μου.

"Είναι υπέροχο" πήδηξα πάνω του και τον αγκάλιασα μη μπορώντας να συγκρατήσω τον ενθουσιασμό μου. Τον αγκάλιασα τόσο σφιχτά που νομίζω πως άκουσα ένα κόκαλο να σπάει. Είχαμε συζητήσει μερικές φορές το θέμα του γάμου και καταλήξαμε πως θέλουμε να παντρευτούμε αλλά ήμαστε ακόμη μικροί. Όταν είδα το χρυσό δακτυλίδι με το στρογγυλό διαμάντι στο κέντρο του μαγεύτηκα από την ομορφιά του.
Μου εξήγησε πως αυτό το δακτυλίδι συμβολίζει τον έρωτα μας, σαν μια υπόσχεση. Μια υπόσχεση για το μέλλον. Μέχρι να αντικατασταθεί από εκείνο του γάμου μας.

"Βασικά θα στο άφηνα στο δωμάτιο σου, κάπου που δεν θα μπορούσε να το δει η Βέρα αν έμπαινε μέσα αλλά δεν πρόλαβα...την άκουσα να με ψάχνει το πρωί όταν ήμουν στο δωμάτιο σου και έψαχνα που να το αφήσω έτσι το άφησα βιαστικά δίπλα από το μπάνιο, κάτω στο πάτωμα. "

Τα μάτια μου είχαν γουρλώσει ξανά και η καρδιά μου κτυπούσε σαν τρελή. Νόμιζα πως εκείνο το δακτυλίδι που βρήκα στο μπάνιο ήταν της Βέρας, ότι της έπεσε όταν... αλλά τελικά το άφησε ο Άλεξ; ήταν το δικό μου δακτυλίδι; Νόμιζα πως το είχε επιστρέψει, δεν ήξερα πως το είχε κρατήσει τόσα χρόνια. Αλλά εκείνο το δακτυλίδι το είχα βάλει στην τσέπη μου και μετά δεν ήταν πλέον εκεί. Δεν έχω ιδέα πως.. εξαφανίστηκε, δεν έβρισκα άλλη λέξη για να εξηγήσω αυτό που είχε συμβεί. Γιαυτό η Βέρα φορούσε το δακτυλίδι της, αφού ήταν το δικό της. Αλλά εκείνο στην τσέπη μου;

"Να ζήσετε" η ειρωνεία στο πρόσωπο μου ήταν φανερή αλλά δεν με ένοιαζε να την κρύψω. "Και το δακτυλίδι πολύ ωραίο, πολύ..." κοίταξα πάνω, προσπαθώντας να βρω την σωστή λέξη "...πρωτότυπο." Είπα ξανά ειρωνικά και ο Άλεξ άφησε ένα αναστεναγμό αγανάκτησης.

"Αυτό της άρεσε, τι να έκανα;" μιλούσε σιγά για να μην μας ακούσει η Βέρα που είχε πάει στην τουαλέτα, όμως ο εκνευρισμός στον τόνο της φωνής του ήταν φανερός.

"Υπάρχουν ένα σωρό δακτυλίδια και θες να πιστέψω πως από όλα επέλεξε το ίδιο με εκείνο που μου είχες δώσει;" ο Άλεξ με κοίταζε λες και ήταν όντως τυχαίο το ότι η Βέρα διάλεξε εκείνο το δακτυλίδι αλλά δεν ήταν. Αποκλείεται να ήταν. "Προφανώς το έκανε επίτηδες" συμπλήρωσα "της είχα δείξει το δακτυλίδι που μου πήρες τότε και δήθεν τυχαία επέλεξε το ίδιο για τον γάμο σας;"

Ο Άλεξ κοίταζε τριγύρω του, φοβόταν πως θα μας ακούσει η Βέρα και σταύρωσε τα χέρια του στο στήθος του εκνευρισμένος, λες και όλο αυτό δεν γινόταν εξαιτίας αυτού και της Βέρας αλλά εξαιτίας μου. Όταν με χώρισε για να είναι με την Βέρα θα έπρεπε να τους παρατήσω και τους δύο. Αλλά δεν το έκανα. Ήταν η καλύτερη μου φίλη και αυτός ο άντρας που πίστευα πως θα περνούσα μαζί την υπόλοιπη μου ζωή. Μου έκλεψε τον Άλεξ λες και ήταν ένα παιχνίδι, λες και δεν ήταν τίποτα. Με γέμισε φτηνές δικαιολογίες ότι δήθεν προσπάθησε να μείνει μακριά του αλλά κατάλαβε πως και αυτός ήταν ερωτευμένος μαζί της και δεν μπορούσαν άλλο να καταπιέζουν τα συναισθήματα τους. Εξαιτίας μου. Λες και έφταιγα εγώ που ο Άλεξ ήταν μαζί μου. Παρολαυτά, δεν μπορούσα να αποχωριστώ τους πιο κοντινούς μου ανθρώπους. Αλλά θα έπρεπε. Ποτέ δεν είναι αργά.

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top