Κεφάλαιο 11
ΙΟΛΗ
Το βλέμμα του εξερευνάει κάθε σπιθαμή του σώματος μου και νιώθω σχεδόν γυμνή μπροστά του. Τον βλέπω που αναστατώνεται, μιας και έχει κοκκινίσει ολόκληρος και δεν μπορώ να κρύψω πως κατά βάθος χαίρομαι για αυτό. Έπειτα με κοιτάζει ξανά στα μάτια και περπατάω προς το μέρος του αργά και σταθερά.
«Το φαγητό που παρήγγειλες.»
«Πρόσεχε πως μου μιλάς. Μην ξεχνάς ποιος είμαι..»
«Μήπως είσαι κανένα τιμώμενο πρόσωπο της περιοχής και δεν το ξέρω;»
«Εδώ μέσα είτε σου αρέσει είτε όχι είμαι το αφεντικό σου και θα δείχνεις τον κατάλληλο σεβασμό στο πρόσωπο μου.» μου φωνάζει και προσπαθώ να συγκρατήσω τα νεύρα μου
«Ορίστε!» αρπάζει τη σακούλα απότομα από τα χέρια μου, με αποτέλεσμα να πέσω πάνω του. Πριν προλάβω να αντιδράσω πλησιάζει το αφτί μου με το στόμα του και μου ψιθυρίζει με αργή φωνή «Ορίστε κύριε Κουντουριώτη.». Προσπαθώ να καταλάβω τι εννοεί, πριν προλάβω να πω το οτιδήποτε συμπληρώνει «Όσο βρίσκεσαι στο γυμναστήριο μου θα μου μιλάς στον πληθυντικό. Έγινα κατανοητός Ιόλη;»
Ήρεμα Ιόλη! Αν του πεις όλα όσα σκέφτεσαι αυτή τη στιγμή έχεις πάρει ήδη πόδι από εδώ μέσα. Δεν θα του κάνουμε τη χάρη όμως! Ο,τι και να σου πει κυρία εσύ!
«Μάλιστα κύριε Κουντουριώτη!» πετάω με δυσκολία τις λέξεις μέσα από τα δόντια μου και προτού προλάβει να πει κάτι άλλο γυρνάω και φεύγω προς το γραφείο μου.
Προσπαθώ να ηρεμήσω και να ελέγξω τα νεύρα μου, πριν κάνω καμιά βλακεία. Άκου εκεί να του μιλάω στον πληθυντικό και να μην ξεχνάω ποιος είναι! Εκμεταλλεύεται το γεγονός πως είναι αφεντικό μου και νομίζει πως θα με έχει σήκω-σήκω κάτσε-κάτσε. Ευτυχώς που είναι και ο Μιχάλης εδώ αλλιώς δεν πρόκειται να τα έβγαζα πέρα μαζί του..
Η υπόλοιπη μέρα στη δουλειά περνάει γρήγορα, μιας και υπάρχει πολλή δουλειά στο γραφείο με τις αιτήσεις και μέχρι και τα τελευταία λεπτά είμαι απασχολημένη. Πριν φύγω περνάω από το γραφείο του Μιχάλη και τον αποχαιρετώ -όσο για τον Αχιλλέα ούτε για αστείο! Για καλή μου τύχη δε χρειάστηκε να τον ξανά συναντήσω από εκείνη την ώρα και δεν είχα κανένα σκοπό να το κάνω.
Όταν έφτασα σπίτι αφού φάγαμε με την Ιωάννα καθίσαμε να χαζέψουμε τίποτα στην τηλεόραση και έπειτα αρχίσαμε να ετοιμαζόμαστε για το βράδυ. Ο Δημήτρης είχε κανονίσει να έρθει να μας πάρει με το αμάξι μαζί με την Νικολέτα και να βγούμε οι τέσσερις μας σε ένα μπαράκι στο Φαληράκι. Το Φαληράκι είναι ένα πανέμορφο παραθαλάσσιο χωριό της Ρόδου και φημίζεται ιδιαίτερα για τη νυχτερινή ζωή του. Φόρεσα ένα από τα αγαπημένα μου φορέματα, το οποίο είχε ράψει η μητέρα μου στα 18α γενέθλια μου. Το χόμπι της μαμάς μου ήταν από πολύ μικρή ηλικία το ράψιμο και ομολογουμένως ήταν πολύ καλή στο να σχεδιάζει και να υλοποιεί τις ιδέες της στο ύφασμα. Πολλά από τα ρούχα μου ήταν φτιαγμένα από τα χεράκια της ειδικά για εμένα! Το συνδύασα με το χρυσό κολιέ μου και τα αγαπημένα μου χρυσά πέδιλα. Όταν ήμασταν επιτέλους έτοιμες τηλεφωνήσαμε στον Δημήτρη για να έρθει να μας πάρει.
Φτάνοντας στo μπαράκι καθίσαμε σε ένα γωνιακό τραπέζι και αφού παραγγείλαμε τα ποτά μας αρχίσαμε ψιλή κουβέντα. Κάποια στιγμή νιώθω δυο χέρια στους ώμους μου να με χαϊδεύουν. Γυρνάω προς τα πίσω και βλέπω τον Παύλο να μου χαμογελάει. Μας είπε πως είχε έρθει νωρίτερα με μια παρέα και λίγο πριν φύγει μας είδε από μακριά. Ο Δημήτρης του πρότεινε να κάτσει μαζί μας και εκείνος χωρίς να διστάσει πήρε μια καρέκλα από το διπλανό τραπέζι και την τοποθέτησε δίπλα μου. Καθ' όλη τη διάρκεια είχε το βλέμμα του στραμμένο αποκλειστικά πάνω μου αδιαφορώντας για την υπόλοιπη παρέα.
Όσο περνούσε η ώρα η διάθεση μου σιγά σιγά έπεφτε.. Δε λέω, η παρέα με τα παιδιά συνήθως είναι υπέροχη, αλλά το να έχω τον Παύλο κάθε τρεις και λίγο πάνω από το κεφάλι μου να μου λέει τη μία ανέκδοτα με ξανθιές και την άλλη για τα ξέφρενα καρναβάλια που πέρασε φέτος στην Πάτρα δεν ήταν και ό,τι καλύτερο. Όσο μου μιλούσε το μυαλό μου ταξίδευε αλλού.. ή καλύτερα σε κάποιον άλλον.. Είχα ακούσει κάποια στιγμή τον Δημήτρη να λέει πως του είχε τηλεφωνήσει νωρίτερα και τον είχε προσκαλέσει να έρθει μαζί με τον Μιχάλη, αλλά είχε περάσει αρκετή ώρα χωρίς να εμφανιστούν οπότε υπέθεσα πως θα του αρνήθηκε. Ίσως να μην ήθελε να έρθει επειδή ξέρει πως θα ήμουν και εγώ και να προσπαθεί να με αποφύγει. Σε φυσιολογικές συνθήκες θα έπρεπε να ήμουν μες την τρελή χαρά που δε θα τον έβλεπα, αλλά για έναν περίεργο λόγο ένιωθα ένα κενό... Αναστέναξα και σε μία προσπάθεια να συνέλθω από τα αλλόκοτα συναισθήματα που είχα συνέχισα να κουβεντιάζω με τον Παύλο.
Ξαφνικά, εκεί που είχα απορροφηθεί σε ένα ακόμα από τα πολλά ανέκδοτα του Παύλου ακούω τη φωνή του! Μας χαιρετάει και συστήνει στα παιδιά τον Μιχάλη, αποφεύγοντας την κάθε οπτική επαφή μαζί μου. Στρέφομαι προς τον Μιχάλη, του νεύω με ένα χαμόγελο και εκείνος μου το ανταποδίδει. Έπειτα η προσοχή μου πέφτει ξανά στον Αχιλλέα, ο οποίος αποφασίζει να καθίσει ακριβώς απέναντι μου. Άθελα μου τον χαζεύω· φοράει ένα λινό λευκό παντελόνι και ένα σκούρο μπλε πουκάμισο που τονίζει το γυμνασμένο του στέρνο. Χωρίς να το περιμένω διασταυρώνει το βλέμμα του με το δικό μου. Η φόρτιση που νιώθω είναι τεράστια που αναγκάζομαι να στραφώ προς την πλευρά της Ιωάννας για να συνέλθω.
Κάποια στιγμή η συζήτηση στρέφεται προς τον Μιχάλη και γρήγορα αποκαλύπτεται πως η νέα μου δουλειά είναι γραμματέας στο δικό τους γυμναστήριο. Ο Δημήτρης εκπλήσσεται με τα νέα και με ρωτάει αν το ήξερα από πριν και δεν είχα πει τίποτα. Το αρνούμαι και παραδέχομαι πως και για μένα έκπληξη ήταν, όπως και για τον Αχιλλέα. Έπειτα, ο Δημήτρης κάνει ένα ειρωνικό σχόλιο για μένα και την σχέση μου με τον Αχιλλέα στον Μιχάλη. Κάνω πως δεν το ακούω και ξεροβήχω για να σπάσω την αμηχανία ανάμεσα σε μένα και εκείνον.
Ο Παύλος μου πιάνει την κουβέντα ξανά και η ώρα περνάει γρήγορα χωρίς να το καταλάβω. Κάποια στιγμή ο Δημήτρης και η Νικολέτα αποχωρούν, καθώς εκείνη δεν ένιωθε καλά και θα την γυρνούσε σπίτι. Λίγο ύποπτο όλο αυτό, αλλά θα το ερευνήσω άλλη στιγμή..!
Κάποια στιγμή βλέπω με την άκρη του ματιού μου τον Αχιλλέα να σηκώνεται και να απομακρύνεται προς το μπαρ. Προσπαθώ να κοιτάξω τι κάνει αλλά ο Παύλος μου αποσπά την προσοχή και τον χάνω απ' το οπτικό μου πεδίο. Η ώρα περνάει και ο Αχιλλέας ακόμα να φανεί.. Σιγά σιγά ξεχνιέμαι με τη συζήτηση με τον Παύλο μέχρι που πέφτει τυχαία το μάτι μου προς τις τουαλέτες, όπου και κατευθύνεται ο Αχιλλέας με μια κοκκινομάλλα. Το βλέμμα μου παγώνει πάνω τους και το μόνο που νιώθω είναι θυμός. Ο Παύλος μου μιλάει αλλά το μυαλό μου είναι πέρα για πέρα αλλού για να ακούσω οτιδήποτε βγαίνει από το στόμα του. Τα λεπτά περνάνε βασανιστικά αργά και εκείνοι ακόμα να φανούν..
Ο Παύλος μετά από ένα τηλεφώνημα μου ανακοινώνει γεμάτος λύπη πως κάτι του έτυχε και θα έπρεπε να φύγει. Η αλήθεια είναι πως εκείνη τη στιγμή το τελευταίο πράγμα που περνούσε από το μυαλό μου ήταν ο Παύλος! Τον καθησύχασα πως θα ήμουν εντάξει και τον καληνύχτισα βιαστικά.
Ο Μιχάλης και η Ιωάννα παρά ήταν απορροφημένοι στη συζήτηση τους και χωρίς να θέλω να τους διακόψω έβγαλα το κινητό μου από την τσάντα μου και άρχισα να χαζεύω στα social media. Μετά από μερικά λεπτά νιώθω την παρουσία του ξανά στο τραπέζι χωρίς καν να χρειαστεί να σηκώσω το βλέμμα μου από το κινητό. Ακούω τον Μιχάλη να τον ρωτάει που χάθηκε και εκείνος τον πειράζει απορώντας πως το πρόσεξε μιας και ήταν τόσο προσηλωμένος στην Ιωάννα.
Μερικά λεπτά αργότερα έχοντας ζαλιστεί από την οθόνη του κινητού μου το αφήνω στο τραπέζι και κοιτάζω προς τα παιδιά. Η Ιωάννα και ο Μιχάλης κλασικά μιλάνε μεταξύ τους, ενώ ο Αχιλλέας κοιτάζει το πάτωμα μην έχοντας τι να κάνει. Σαν να αισθάνθηκε το βλέμμα μου, αυτόματα με κοιτάζει πίσω. Νιώθω μια ένταση στην ατμόσφαιρα και αντανακλαστικά παίρνω πάλι το κινητό από το τραπέζι και προσποιούμαι πως κοιτάζω κάτι, ενώ στην πραγματικότητα πηγαίνω πέρα-δώθε στην οθόνη αφετηρίας.
«Καλό;» με ρωτάει από το πουθενά και ξαφνιάζομαι
«Ορίστε;»
«Λέω καλό αυτό βλέπεις στο κινητό σου με τόσο ενδιαφέρον;» ωχ, μας έπιασε!
«Αρκετά.»
«Δε σε άντεξε και πολύ ο φιλαράκος σου από ότι βλέπω.» άκουσα καλά ή με γελούν τα αφτιά μου; «Δεν τον αδικώ βέβαια. Εγώ ούτε λεπτό δε θα άντεχα δίπλα σου!»
Το θράσος του δεν περιγράφεται! Ποιος του έχει δώσει το δικαίωμα να με προσβάλει έτσι όποτε θέλει;
«Όχι ότι σε αφορά, αλλά αν θες να ξέρεις ήθελε πολύ να κάτσει δίπλα μου και να μου κρατήσει παρέα, δυστυχώς όμως του έτυχε κάτι και έπρεπε να φύγει.»
«Τώρα του έτυχε κάτι το λέμε!»
«Τι κάθομαι και σου απαντάω; Πήγαινε πίσω στην κοπελίτσα, θα σε περιμένει! Αλλά τι λέω; Τόσο σε άντεξε η καημενούλα, δεν μπόρεσε άλλο. Και για τόσο δηλαδή που έκατσε μαζί σου πολύ είναι, θα έχει φαίνεται μεγάλες αντοχές!» ε δεν άντεξα, ήθελε να τα ακούσει!
«Αν θες να ξέρεις η κοπελίτσα που λες είναι ολόκληρη γυναίκα ·τι γυναίκα δηλαδή γυναικάρα! Και όχι δεν άφησε εκείνη εμένα, αλλά εγώ εκείνη.» σκύβει προς το μέρος μου πάνω από το τραπέζι και συνεχίζει κλείνοντας μου το μάτι «Α, και όσο για τις αντοχές θα συμφωνήσω απόλυτα μαζί σου! Έχει αρκετές!»
Δεν τον πιστεύω!!! Το θράσος του έχει περάσει σε άλλο επίπεδο! Άκου εκεί να μου λέει για τις αντοχές της.... ο πρόστυχος! Πολύ που με νοιάζει τι κάνει στο κρεβάτι του, που λέει ο λόγος κρεβάτι δηλαδή, με την κάθε λυσσασμένη που τριγυρνάει από μπαρ σε μπαρ μήπως και πιάσει κάνα γκόμενο. Πριν προλάβω να του απαντήσω το οτιδήποτε με προλαβαίνει η φωνή της Ιωάννας «Πέρασε η ώρα, σιγά σιγά να πηγαίνουμε καλύτερα.»
«Ναι, ας πηγαίνουμε γιατί αν κάτσω κι άλλο θα πλήξω από τη βαρεμάρα εδώ μέσα!» λέω ρολάροντας τα μάτια μου και σηκώνομαι από το σταντ. Αρπάζω την τσάντα μου από το τραπέζι και κατευθύνομαι προς την έξοδο χωρίς να κοιτάξω πίσω μου. Μετά από μερικά λεπτά εμφανίζονται και τα παιδιά. Δυστυχώς μαζί με τον Δημήτρη είχε φύγει και το μεταφορικό μας μέσο, με αποτέλεσμα να έπρεπε να βασιστούμε στον Μιχάλη και στον .... ακατανόμαστο. Περπατάμε μέχρι το πάρκινγκ· ενώ τα παιδιά κουβεντιάζουν, το δικό μου μυαλό έχει μείνει στα ειρωνικά σχόλια του Αχιλλέα. Όταν φτάνουμε η Ιωάννα με σκουντάει ενθουσιασμένη και επανέρχομαι στην πραγματικότητα. «Ιόλη!! Δες την! Πρώτη φορά βλέπω τέτοια μηχανή! Δεν το πιστεύω πως θα έχω την ευκαιρία να την καβαλήσω! Μιχάλη σε λατρεύω!!» λέει με μια φωνή μες την τρελή χαρά και εγώ προσπαθώ να καταλάβω τι έχω χάσει. Μπροστά μου βρίσκεται παρκαρισμένη μία μαύρη μεγάλων κυβικών μηχανή Hoda, την οποία βάζει μπρος ο Μιχάλης. Έπειτα κατεβαίνει και φοράει το κράνος του στην Ιωάννα. «Και εσύ τι θα φοράς;» τον ρωτάει «Δεν έχω ανάγκη εγώ! Σε εμπιστεύομαι!» της απαντάει και της κλείνει το μάτι. Η Ιωάννα με κοιτάζει με γλυκά ματάκια και μου ψιθυρίζει «Θα μου κάνεις αυτή την χάρη έτσι φιλενάδα;»
Για ποια χάρη μιλάει; «Τι εννοείς;» «Που είσαι τόση ώρα βρε Ιόλη μου; Τόση ώρα δεν άκουγες που μου έλεγε ο Μιχάλης για την μηχανή του και όταν του είπα πως λατρεύω τις μηχανές προσφέρθηκε να με αφήσει να την καβαλήσω;» Σιγά σιγά αρχίζω να ενώνω τα κομμάτια και η κατάληξη που σκέφτομαι δε μου αρέσει καθόλου! «Και εγώ πως θα γυρίσω;;» της φωνάζω ψιθυριστά και εκείνη κοιτάζει προς την μεριά του Αχιλλέα.
Όχι... όχι.. Ας μου ζητήσει ό,τι άλλο θέλει, αλλά αυτό όχι!
«Μήπως άλλαξες γνώμη;» την ρωτάει ο Μιχάλης παιχνιδιάρικα και αυτή χωρίς δεύτερη σκέψη ανεβαίνει στην μηχανή με εκείνον από πίσω. Η Ιωάννα βάζει γκάζι και μέσα σε δευτερόλεπτα έχουν χαθεί από το οπτικό μου πεδίο. Παίρνω μια βαθιά ανάσα και στρέφομαι προς τον Αχιλλέα. Εκείνος σταυρώνει τα χέρια στο στήθος του και μου χαμογελάει στραβά. Έχει αντιληφθεί πως το όλο γεγονός μου την έχει δώσει στα νεύρα και παίζει μαζί μου. Αυτό μου έλειπε, να νομίζει πως έπεσα και στην ανάγκη του. Αν νομίζει πως πρόκειται να του χαρίσω τέτοια ευχαρίστηση είναι βαθιά γελασμένος! Χωρίς να το περιμένει περπατάω με γρήγορο βηματισμό προς την αντίθετη κατεύθυνση, αφήνοντας τον πίσω μου. Δεν προλαβαίνω να διανύσω τρία μέτρα και νιώθω ένα χέρι να με τραβάει πίσω, αναγκάζοντας με να γυρίσω.
«Που ακριβώς νομίζεις ότι πας;»
«Αυτό δε σε αφορά.»
«Μπες στο αμάξι.»
«Μωρέ τι μας λες; Από πότε υπακούω στις εντολές σου και δεν το ξέρω;»
«Άκουσε με προσεχτικά, γιατί μάλλον δεν έχεις καταλάβει πως πάει το πράγμα. Τώρα την ευθύνη να γυρίσεις σπίτι σου την έχω εγώ είτε σου αρέσει είτε όχι. Πρώτα θα σε αφήσω στην είσοδο και μετά είσαι ελεύθερη να κάνεις και να πας όπου θέλεις· ούτε που με αφορά.»
«Και τώρα άκουσε με εσύ προσεχτικά! Δεν μου είσαι τίποτα για να μου λες τι θα κάνω και να με διατάζεις λες και είμαι καμία από τις κοπελίτσες που σε περιτριγυρίζουν. Οπότε κάνε στην άκρη να φύγω πριν σε σπρώξω.»
Περιμένω να φύγει αλλά τίποτα. Παραμένει ακίνητος μπροστά μου με με τα χέρια σταυρωμένα χωρίς να κουνήσει ούτε βλέφαρο. Εφόσον δεν λέει να κουνηθεί αυτός θα φύγω εγώ πρώτη. Κάνω να τον προσπεράσω και να φύγω αλλά πριν προλάβω να πανηγυρίσω για τη νίκη μου με πιάνει από τη μέση και με στριφογυρνάει πάλι πίσω.
«Δε θα το ξανά πω. Μπες μέσα με το καλό να τελειώνουμε.» μου λέει με σταθερή φωνή, ενώ τα μάτια του βγάζουν καπνούς
«Και μετά ξύπνησες!» κάνω μία μάταιη προσπάθεια να απελευθερωθώ από τη λαβή του και χωρίς να το καταλάβω σε κλάσματα δευτερολέπτου με έχει αρπάξει στην πλάτη του σα σακί με πατάτες και με κουβαλάει μέχρι την πόρτα του αμαξιού του. Χτυπιέμαι με τα άκρα μου πάνω του σαν υστερική, αλλά τίποτα. Ανοίγει την πόρτα του συνοδηγού και με πετάει στο κάθισμα άτσαλα. Κλείνει την πόρτα και κάνει το γύρο για τη θέση του οδηγού. Από το μυαλό μου περνάει η σκέψη να προσπαθήσω να αποδράσω ξανά αλλά δεν πιστεύω πως έχει και κανένα νόημα πλέον. Δε θα διστάσει να με ξανά φέρει πίσω σηκωτή πριν προλάβω καν να κάνω ένα βήμα.
Όσο οδηγεί λίγο το αλκοόλ, λίγο οι στροφές του δρόμου, μου προκαλούν μία ζάλη, με αποτέλεσμα να κλείσω τα μάτια μου και να χυθώ στο αναπαυτικό του κάθισμα, καθώς με παίρνει γλυκά ο ύπνος.
——————————————————————
Δεν είχαμε πολλές εξελίξεις σε αυτό το κεφάλαιο, αλλά ήταν απαραίτητη η πλευρά της Ιόλης στα γεγονότα. Στο επόμενο θα έχουμε περισσότερα!!!
Μην ξεχνάτε αστεράκι αν σας άρεσε και κάποιο σχόλιο!! 💙💙💙
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top