Ενότητα 2-Τι Συμφωνία;

Κεφάλαιο 4

Περνάω τον δρόμο απέναντι και αγκαλιάζω τον εαυτό μου για να με κρατήσω ζεστά. Αυτή η μέρα δεν μπορούσε να πάει χειρότερα. Μισώ την ζωή μου και μισώ τον εαυτό μου άλλο τόσο που τον επέτρεψα να έρθει σε αυτό το σημείο. Άμα ήμουν σαν τον Λούσιφερ, δεν θα είχα απολυθεί ούτε θα ζούσα υπό τέτοιες συνθήκες. Και όχι, δεν εννοώ πλούσια σαν εκείνον, αλλά να είχα τον δυναμισμό του.

Ξέρω ότι δεν είναι και το καλύτερο παράδειγμα, εξαιτίας της ανώριμης συμπεριφοράς του που και που, αλλά σήμερα, σε σχέση με χθες, είδα μια διαφορετική πλευρά του εαυτού του. Βλέπω ότι ξέρει να είναι ανεξάρτητος, δεν στηρίζεται στην λογική τον άλλων﮲έχει την δική του. Μπορεί με ευκολία να ξεφύγει μια κατάσταση, η οποία δεν τον ευνοεί, και είναι επιλεκτικός.

Ψάχνω τις τσέπες μου και βρίσκω τα κλειδιά. Όταν μπαίνω στο κτήριο, κατεβάζω το κεφάλι και προσπαθώ να αποφύγω τον σπιτονοικοκύρη, ο οποίος πάντα κάθεται στην είσοδο και την φυλάσσει. Υπάρχουν πολλοί περίεργοι σε αυτή την γειτονία και πιστεύει πως μπορεί να μας προστατέψει.

Όχι ότι δεν μπορεί.

Βασικά κάποτε ήταν πυγμάχος, όμως τα παράτησε επειδή τραυμάτισε την πλάτη του τόσο άσχημα που οι γιατροί του απαγόρευσαν να συνεχίσει. Το πρόσωπο του κύριου Γουόλις είναι γεμάτο ουλές και συνεχώς κρατάει τα φρύδια του σουφρωμένα. Το σώμα του είναι τεράστιο και ογκώδης, κάνοντας σε να νιώθεις ότι μιλάς σε κάποιο βουνό, όχι άνθρωπο. Αυτό που με τρομάζει περισσότερο πάνω του είναι η φωνή, η οποία είναι βαθιά και τρομαχτική.

«Χέδερ!» τον ακούω να φωνάζει.

Ωχ, Θεέ μου...

«Κύριε Γουόλις», λέω αμέσως μετά, αφού καταπιώ τρομοκρατημένη το σάλιο μου και γυρίσω προς το μέρος του.

«Πως είσαι;» ρωτάει αδιάφορα, κρυμμένος πίσω από την εφημερίδα του.

«Υποθέτω... καλά».

«Δεν θα έπρεπε», δηλώνει κρύα και την αφήνει στο μικρό τραπεζάκι που έχει μπροστά του.

Τα γαλανά μάτια του συναντούν τα δικά μου και τα πόδια μου μουδιάζουν από το άγχος. Το κάτω μέρος της κοιλιάς μου πονάει και δεν ξέρω άμα είναι από το κρύο ή το γεγονός ότι φοβάμαι για την ζωή μου.

«Ξέρεις ότι δεν μπορείς να με αποφεύγεις για πάντα, Χέδερ», σηκώνεται από την θέση του, ενώ η δυνατή φωνή του ηχεί σε όλη την είσοδο. «Έχεις μια εβδομάδα να μου φέρεις τα λεφτά, αλλιώς θα αναγκαστώ να σε πετάξω έξω, κι όχι μόνο, αλλά να μείνω από πάνω σου μέχρι που να βρεις τα λεφτά».

Τα μάτια μου βουρκώνουν και η καρδιά μου χτυπά τόσο γρήγορα, που για ένα δεύτερο νομίζω ότι θα την χάσω. Με πλησιάζει τόσο που η έντονη μυρωδιά του τσιγάρου τρυπάει την μύτη μου και με κάνει να βήξω. Καταπίνω το σάλιο μου για να υγραίνω λίγο τον ξερό λαιμό μου και τον κοιτάω στα μάτια τρομαγμένη.

«Έγινα κατανοητός;» ρωτάει ο κύριος Γουόλις αγριεμένος και νεύω το κεφάλι μου καταφατικά.

Κάνω ένα βήμα στα αριστερά μου και απομακρύνομαι με μουδιασμένα πόδια, τα οποία με κάθε βήμα μου προκαλούν ένα περίεργο γαργαλητό στην κοιλιά.

«Χέδερ», η δυνατή φωνή του με κάνει να σταματήσω απότομα. «Είδα τι είπαν για σένα στην τηλεόραση. Δεν ξέρω πως θα βγάλεις άκρη με αυτό, αλλά δεν μου αρέσει η εικόνα που δίνεις. Και να βρεις τα λεφτά, η απόφαση μου να φύγεις είναι οριστική».

Γυρνάω να τον δω με ένα ζορισμένο χαμόγελο. Δεν έχει νόημα να του εξηγηθώ, γι'αυτό απλά φεύγω και κατεβαίνω τα σκαλιά, χωρίς να αντιδράσω σε τίποτα. Σέρνω τα πόδια μου στο γκαράζ και όταν φτάσω την πόρτα του διαμερίσματος μου, την ξεκλειδώνω. Ναι, είναι στο γκαράζ. Ναι, είναι ανυπόφορο, αλλά τότε που το πήρα είχε καλεί τιμή για τον μισθό που έπαιρνα και ήταν σπάνιες οι ημέρες που κοιμόμουν εδώ.

Κλείνω την πόρτα με το πόδι μου και πετάω τα κλειδιά στον πάγκο της κουζίνας. Είναι αρκετά στενό σαν σπίτι, όμως είναι βολικό για κάποιον σαν εμένα, δηλαδή που δεν έχει την οικονομική άνεση για κάτι καλύτερο. Έχει μια μικρή κουζίνα μαζί με το σαλόνι και δίπλα ένα υπνοδωμάτιο, το οποίο χωρά μόνο ένα κρεβάτι και μια ντουλάπα. Το μπάνιο δεν χωράει ούτε εμένα βασικά.

Βγάζω τα ρούχα μου βιαστικά και αλλάζω σε κάτι πιο ζεστό και στεγνό. Απλώνω τα άλλα πάνω στον καναπέ του σαλονιού και ύστερα βάζω νερό να βράζει. Κοιτάω τα χαρτιά με τους λογαριασμούς στο πάτωμα και δεν κάνω καν την προσπάθεια να τα ελέγξω. Μόνο από τις κόκκινες σφραγίδες πάνω μπορώ να καταλάβω ότι τα ποσά μέσα στους φακέλους θα μου προκαλέσουν καρδιακό.

Περνάω τα δάχτυλα στα κοντά μαύρα μαλλιά μου και ύστερα φτερνίζομαι από το κρύο. Μόλις βράσει το νερό, το χύνω μέσα σε ένα φλιτζάνι, το οποίο κρατάω στα χέρια για να ζεσταθώ. Κάθομαι στον πάγκο και φέρνω το ζεστό ποτήρι στο πρόσωπο μου. Παίρνω βαθιές ανάσες και νιώθω την μύτη μου να γαργαλιέται. Δεν ξέρω πως αλλιώς μπορώ να την ξεβουλώσω και το να είμαι άρρωστη, καθώς ψάχνω για δουλειά, δεν είναι καθόλου ευνοϊκό.

Ακούω ένα αυτοκίνητο να περνά απ'έξω και σκέφτομαι υπό πόσο απαίσιες συνθήκες ζω. Στο μυαλό μου περνάει το υπέροχο σπίτι του Άρτσι και δεν μπορώ να μην ζηλέψω. Θέλω κι εγώ να έχω τόσο μεγάλο χώρο, να περπατάω ελεύθερα, να χορεύω πάνω στο χαλί, να φοράω καλοκαιριάτικα ενώ έξω χιονίζει. Θέλω το μεγάλο κρεβάτι, να κοιμάμαι για ώρες και μετά να κάνω βόλτες στο πολυτελές αυτοκίνητο μου.

Εδώ, Χέδερ, δεν έχεις δίπλωμα, θες και αυτοκίνητο...

Αφήνω το φλιτζάνι στον πάγκο δίπλα μου και πάω να ξαπλώσω στο κρεβάτι. Ο απαίσιος πονοκέφαλος που με έπιασε στο ασανσέρ όταν ξέσπασα σε κλάματα, δεν λέει να μου περάσει. Ένας καλός ύπνος για να με ξεκουράσει και να με κάνει να ξεχαστώ, δεν θα ήταν κακός. Άλλο όμως ότι δεν μπορώ να κλείσω μάτι από την υπερένταση και τις σκέψεις.

Ξαπλώνω χαλαρά το σώμα μου στην σκληρή επιφάνεια του κρεβατιού και μαζεύομαι, αφού κρυφτώ κάτω από τα παλιά παπλώματα μου. Προσπαθώ να ζεσταθώ απεγνωσμένα, αλλά μόνο τρέμω και ανατριχιάζω. Κλείνω τα μάτια και τα δάκρυα αυθόρμητα απελευθερώνονται.

Δεν πρόκειται να βρω ποτέ δουλειά έτσι. Είμαι ένα μαύρο χάλι με μια κατεστραμμένη φήμη. Τουλάχιστον ελπίζω να έφτιαξα λίγο την ζωή της Σαμάνθας. Ελπίζω να είναι χαρούμενη που με ποδοπάτησε οριστικά για κάτι που δεν ήταν ικανή να κάνει μόνη της. Ποιος θα θέλει να συνεργαστεί τώρα με μένα, η οποία εκβίασα την κόρη της μεγάλης και τρανής Μαράια Σερράνο; Κανένας.

Προσπαθώ να κοιμηθώ, όμως μου φαίνεται αδύνατον να μπορέσω να ηρεμήσω με όλα αυτά που γίνονται αυτή την στιγμή στη ζωή μου. Είμαι αγχωμένη, δεν ξέρω πως να αντιδράσω. Με όλο το Σιάτλ να γνωρίζει τι "έχω κάνει", τον σπιτονοικοκύρη μου να με εκβιάζει να του βρω τα λεφτά σε μια εβδομάδα και ότι θα με πετάξει έξω ούτως ή άλλως, δεν γίνεται να κοιμηθώ και να παριστάνω ότι δεν είναι η πραγματικότητα, η ζωή μου.

Σηκώνομαι όρθια και καθαρίζω τα δάκρυα από τα μάγουλα μου. Πέφτω κάτω με τα γόνατα και αρπάζω το κουτί με τα πράγμα που μάζεψα από το γραφείο μου χθες, το οποίο είναι κάτω από το κρεβάτι μου. Το ανοίγω και ξεφυσάω λυπημένη. Παίρνω στα χέρια μου το τετράδιο με τις σημειώσεις που κρατούσα και ξεφυλλίζω τις σελίδες με την καρδιά να με βαραίνει στο στήθος μου. Δεν θέλω να παρατήσω αυτή τη δουλειά. Θα προσπαθήσω αύριο ξανά να δοκιμάσω την τύχη μου, μήπως και κάποιος εκτιμήσει το ταλέντο μου.

Τα υπόλοιπα είναι τυπικά είδη γραφείου, στην ουσία σκουπίδια πια. Βλέπω ένα χαρτάκι στο πλάι του κουτιού και το ανοίγω. Ο αριθμός και το όνομα του Άρτσι είναι γραμμένα επάνω με όμορφο και καλλιτεχνικό τρόπο. Χαμογελάω με τον εαυτό μου και βάζω το χαρτί μέσα στο τετράδιο για να μην το χάσω.

Με τον Άρτσι έχουμε περάσει τόσα πολλά στην παιδική μας ηλικία. Η γνωριμία μας είναι πραγματικά για κλάματα. Είχα μια φίλη τότε στο γυμνάσιο και εκείνη τρελαινόταν για πάρτη του. Ο Άρτσι μόλις είχε έρθει από Αγγλία και παρόλο που δεν του άρεσε η προσοχή, την είχε από τα περισσότερα κορίτσια. Είχα βαρεθεί να ακούω την φίλη μου να μου μιλάει συνεχώς για εκείνον, γι' αυτό μια μέρα πήγα στο τραπέζι του μαζί της και γνωριστήκαμε.

Δεν έγινε κάτι με την κοπέλα εκείνη, διότι ο Άρτσι δεν ψαχνόταν για σχέση, αλλά παρέμεινε φίλος μου. Μιλούσαμε κάθε μέρα και πιο πολύ, κάτι που με χαροποιούσε ιδιαίτερα εφόσον ήταν ευχάριστη παρέα. Σε λιγότερο από έναν χρόνο, είχαμε γίνει κολλητοί. Ξέραμε τα πάντα ο ένας για τον άλλον, ήταν ο άνθρωπος μου. Θυμάμαι που έκλαιγα στον ώμο του με τις ώρες, ενώ εκείνος απλά... με καταλάβαινε. Ένιωθα τόσο άσχημα που τον παράτησα έτσι, αλλά ήθελα τρελά να κυνηγήσω τα όνειρα μου τότε.

Οι αναμνήσεις περνάνε απ' το μυαλό μου σαν ταινία και ξαπλώνω ξανά στο κρεβάτι. Με βοηθάνε τόσο να ηρεμήσω εκείνες οι ημέρες που ήμουν ενθουσιασμένη για τα όνειρα μου και θα έκανα τα πάντα για να τα καταφέρω. Παράτησα την οικογένεια μου και έχω να μάθω νέα της εδώ και οχτώ χρόνια, για όνομα του Θεού. Ήμουν τόσο πεισματάρα και ξεροκέφαλη, όμως βλέπω πως κατάντησα.

Τώρα που βρήκα τον Άρτσι μπορώ να μάθω πως κύλησαν τα πράγματα αφού έφυγα. Θέλω και πολύ να καταλάβω τον λόγο που ο Λούσιφερ ήταν το μοναδικό μυστικό του. Αυτές τις δύο μέρες που είχα την ευκαιρία να τον γνωρίσω, μπορώ να πω ότι είναι ένας περίπλοκος χαρακτήρας. Κρύβει την πονηριά και εξυπνάδα του πίσω από ένα πέπλο ανωριμότητας, σαν να μην θέλει οι άλλοι να καταλάβουν ότι μπορεί να τους πατήσει εύκολα.

Βεβαία είναι και άντρας, δεν μπορεί να απορρίψει κάποιες από τις ανάγκες του, οι οποίες τον οδηγούν στο να αντιδρά σαν παιδί. Ας πούμε χθες, έκανε ολόκληρο σκηνικό με μένα για να διώξει την γοητευτική κοπέλα. Και ας μην με γνώριζε καθόλου, είδε την ευκαιρία και την άρπαξε. Πολύ βλακώδες και ανώριμο εκ μέρους του να το κάνει όλο αυτό.

Μετά πάλι σήμερα, έδινε προσοχή σε μένα μόνο όταν τον σύμφερε ή τον ένοιαζε. Αν έλεγα κάτι πέρα από τις αρέσκειες του, θα με αγνοούσε κανονικότατα σαν να μην υπήρχα. Ο Άρτσι βεβαίως, αν και μικρότερος του, είναι πιο μετρημένος. Ξέρει τα όρια του και δεν τα ξεπερνά. Ο Λούσιφερ δεν φαίνεται να έχει όρια, εκτός από 'κει που τον επηρεάζει σαν μπούμερανγκ ύστερα.

Αρχίζω να νυστάζω επιτέλους, όμως δεν κάνω τον κόπο να μπω κάτω από τα παπλώματα. Νιώθω ότι άμα κουνηθώ, θα με πιάσει η υπερένταση και δεν θα μπορέσω να κοιμηθώ. Δεν φτάνει που δεν έχω τίποτα να κάνω, εκτός από το να ανέχομαι τον απαίσιο πονοκέφαλο, καλύτερα να κοιμηθώ για να περάσει η ώρα. Ίσως έτσι νιώσω και καλύτερα.

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top