Κεφάλαιο 1

Ο νεαρός πρίγκιπας κάλπαζε πάνω στο άλογο του, μέσα στο πυκνό δάσος που ήταν κοντά το βασίλειο του. Οι  δυνατοί μύες του αλόγου σφίγγονταν καθώς έτρεχε στο καταπράσινο δάσος. Μετά από κάμποση ώρα τρεξίματος το ελάφι που κυνηγούσε τον οδήγησε σε ένα λιβάδι. Ο πρίγκιπας είχε βγει για κυνήγι μόνος του. Τον βοηθούσε για να αδειάσει το μυαλό του από τα προβλήματα του και από την σκέψη ότι εκείνος σύντομα θα έπρεπε να στεφτεί βασιλιάς και να διαχειρίζεται ολόκληρο βασίλειο. Δεν τον τρόμαζε η υπευθυνότητα που έπρεπε να έχει γι' αυτό τον σκοπό. Το μόνο πρόβλημα ήταν ότι σύντομα έπρεπε να διαλέξει κάποια σύζυγο και να νυμφευτεί για να γίνει βασιλιάς. Καμία ποτέ δεν του είχε γεννήσει την επιθυμία να παντρευτεί και να ζήσει μαζί της μέχρι να τους χωρίσει ο θάνατος. Ο πατέρας του πια είχε μεγαλώσει και σύντομα έπρεπε να πάρει τα ινία ο πρωτότοκος γιος αναλαμβάνοντας εκείνος την βασιλεία και την ευθύνη όλων. Αυτό δεν τον τρόμαζε. Από μικρό παιδί το ήξερε ότι κάποτε όλα θα περνούσαν στα δικά του χέρια. Το μόνο πρόβλημα ήταν ότι ο χρόνος όλο και μειωνόταν και έπρεπε να διαλέξει σύντομα ποια θα είναι η σύζυγος του.

Κάποια στιγμή το ελάφι είχε εξαφανιστεί από μπροστά του και τράβηξε με δύναμη τα χαλινάρια του άλογου. Εκείνο σταμάτησε κουνώντας το κεφάλι του και τινάζοντας την πλούσια χαίτη του. Κατέβηκε από το άλογό και κοίταξε τριγύρο. Το καταπράσινο λιβάδι με τα λουλούδια που τον είχε οδηγήσει το ελάφι ήταν πανέμορφο και σε κάθε του βήμα, σμήνος από πεταλούδες πεταγόντουσαν από το παχύ χορτάρι και πετούσαν μακριά. Μετά από λίγο ανέβηκε πάλι στο άλογο του και συνέχισε να καλπάζει. Κάμποση ώρα αργότερα είχε αρχίσει να βραδιάζει και δεν μπορούσε να δει καθαρά για να συνεχίσει το κυνήγι. Σταμάτησε το άλογο και κατέβηκε.

<<Σύντομα θα πέσει πυκνό σκοτάδι. Και τώρα να ξεκινήσουμε για το κάστρο δεν θα προλάβουμε να πάμε προτού μας βρει η μαύρη νύχτα στην διαδρομή>> είπε χαϊδεύοντας την χαίτη του αλόγου. <<Πρέπει να σταματήσουμε και να βρούμε κάπου ασφαλής να ξαποστάσουμε και να επιστρέψουμε μόλις έρθει το ξημέρωμα>>.

Το βλέμμα του ταξίδεψε πάνω από το απέραντα λιβάδι. Προσπαθώντας να διακρίνει κάτι μέσα στο μισοσκόταδο, οι κόρες των καστανών ματιών του μεγάλωσαν... Στο βάθος του λιβαδιού είδε ένα μικρό, ξύλινο σπιτάκι. Δεν υπήρχε κίνηση τριγύρω και έτσι δεν φαινόταν αν ήταν κατοικημένο η εγκαταλελειμμένο. Πλησίασε το σπιτάκι κρατώντας το χαλινάρι του αλόγου στο χέρι του. Λίγο πριν φτάσει εκεί μια κοπέλα είχε ξεπροβάλει μέσα από το ετοιμόρροπο σπίτι.

Ο πρίγκιπας κοντοστάθηκε αλλά η κοπέλα με το πανέμορφο πρόσωπο και τα μαύρα μακριά μαλλιά τον πλησίασε.

<<Καλώς ορίσατε πρίγκιπα στο φτωχικό μου>> του είπε με βελούδινη φωνή. Εκείνος την κοίταξε μαγεμένος με την ομορφιά της.

<<Από πού με ξέρεις;>> την ρώτησε.

<<Όλα τα γνωρίζω για εσάς>> του απάντησε η κοπέλα. <<Παρακαλώ να δεχτείτε την φιλοξενία μου για απόψε το βράδυ>>.

<<Πολύ ευχαρίστως δεσποσύνη μου...>> της απάντησε εκείνος.

Μπήκαν μέσα στο σπίτι και εκείνη του πρόσφερε την φιλοξενία της απλόχερα. Μέσα στην νύχτα έκαναν έρωτα πολλές φόρες. Αμέσως η καρδιά του άντρα αιχμαλωτίστηκε από την μυστήρια καλλονή που του τα έδωσε όλα χωρίς δισταγμό.

<<Πώς σε λένε;>> ρώτησε την κοπέλα ο πρίγκιπας το πρωί που ξύπνησε πλάι της.

Τα χίλιο φιλημένα χείλι της κοπέλας λίγο έτρεμαν.

<<Με λένε Λουτσία...>> του απάντησε. <<Δεν χρειάζεται να μου πεις εσύ το όνομα σου. Είσαι ο Ηλιόμορφος. Το ξέρω>>.

<<Από πού με ξέρεις; Το βασίλειο είναι μακριά από' δω>>.

<<Ξέρω πάρα πολλά πράγματα για σένα βασιλεία μου>> του απάντησε η κοπέλα.

<<Όχι ακόμα βασιλείας όμορφη μου δεσποσύνη. Είμαι πρίγκιπας προς το παρόν, σύντομα όμως θα πρέπει να στεφτώ βασιλείας. Πρώτα όμως πρέπει να παντρευτώ. Λουτσιά  έλα στο βασίλειο μου μαζί μου. Έλα για να σε παντρευτώ και να βασιλέψουμε μαζί την χώρα>>.

Εκείνη τον κοίταξε σαν να το περίμενε αυτό. Παρ' όλα αυτά του είπε. <<Είναι πολύ ξαφνικό αυτό. Δεν με γνωρίζεται καν άρχοντα μου>>.

<<Εσύ μου είπες ότι ξέρεις πολλά πράγματα για μένα. Εγώ θα σε μάθω με τον καιρό>> της απάντησε.

<<Άρχοντα μου...>> ψιθύρισε η κοπέλα... <<Δεν με γνωρίζεται. Δεν ξέρετε ποια είμαι. Τι έχω κάνει...>>.

<<Δεν έχει καμία σημασία. Θέλω να σε κάνω βασίλισσα μου. Αν δεν δεχτείς εσύ είμαι αναγκασμένος να παντρευτώ άλλη. Οπότε ακολούθησε με στο βασίλειο μου... Σε εκλιπαρώ δεσποσύνη>>. Εκείνη τον κοίταξε μερικές στιγμές προτού απαντήσει. <<Θα έρθω πρίγκιπα μου. Θα σε παντρευτώ>>.

Ο άντρας σηκώθηκε και ντύθηκε για να φύγει. Μόλις ντύθηκε και η κοπέλα, ο νεαρός πρίγκιπας άπλωσε το χέρι του για να την βοηθήσει να ανέβει πάνω στο άλογο αλλά εκείνη δεν ανταποκρίθηκε.

<<Επιστρέψτε μόνος και θα έρθω και εγώ σύντομα. Όσο πιο σύντομα μπορώ>> του είπε.

<<Γιατί δεν έρχεσαι τώρα μαζί μου;>>.

<<Έχω να κάνω κάποια πράγματα πρώτα βασιλεία μου. Θα έρθω σύντομα>>.

<<Και αν δεν έρθεις; Πως μπορώ να είμαι σίγουρος;>>.

<<Θα έρθω σύντομα. Αύριο κιόλας θα είμαι στο κάστρο>>.

Ο πρίγκιπας επέμενε λίγο ακόμα χωρίς να μπορεί να πείσει την κοπέλα. <<Εντάξει>> είπε στο τέλος ο Ηλιόμορφος. <<Θα περιμένω να έρθεις αύριο. Αλλά αν δεν έρθεις να ξέρεις ότι θα επιστρέψω εδώ να σε βρω>>.

<<Θα έρθω βασιλεία μου...>>.

Εκείνος την πίστεψε και τελικά πήρε τον δρόμο για τον γυρισμό.

Όταν επέστρεψε στο κάστρο, η μητέρα του η Φλωρεντία ο πατέρας του ο Ανακτάς, και ο αδελφός του ο Ραφαήλ τον περίμεναν και τον υποδέχτηκαν με τιμές και γλέντια γιατί είχαν τρομάξει που είχε εξαφανιστεί για μια μέρα ο διάδοχος του θρόνου.

<<Γιατί έλειψες τόσο πολύ;>> τον ρώτησε η μητέρα του καθώς ο Ηλιόμορφος στεκόταν μπροστά στον θρόνο τον δικό της και του πατέρα του.

<<Καθώς κυνηγούσα ήρθε το βράδυ και δεν μπόρεσα να επιστρέψω>> τους απάντησε εκείνος. <<Όμως μητέρα και πατέρα, έχετε διπλούς λόγους να χαίρεστε. Όχι μόνο γύρισα αλλά βρήκε και την γυναίκα που θα παντρευτώ. Σύντομα θα έρθει στο παλάτι και τότε θα μπορέσω να στεφτώ βασιλείας>>.

Οι γονείς του πήραν μεγάλη χαρά και είπαν ότι περιμένουν την κοπέλα με ανυπομονησία. Ήρθε το επόμενο ξημέρωμα και ο Ηλιόμορφος περίμενε την Λουτσία με αγωνία. Η μέρα περνούσε, εκείνος περίμενε αλλά εκείνη δεν εμφανιζόταν, κάνοντας την καρδιά του να σπάσει πολλά κομμάτια.

Καθόταν μπροστά στο τεράστιο παράθυρο και κοιτούσε πέρα μακριά μήπως και την έβλεπε να προβάλει πάνω σε κανένα άλογο. Ο μικρότερος αδελφός του, ο Ραφαήλ μπήκε στην καμάρα του και τον πλησίασε.

<<Πώς είσαι αδελφέ μου; Σε βλέπω προβληματισμένο>> του είπε.

<<Ανησυχώ ότι εκείνη δεν πρόκειται να φανεί ποτέ>> απάντησε ο Ηλιόμορφος.

Ο Ραφαήλ γέλασε με τον μεγάλο του αδελφό. <<Μην κάνεις έτσι. Κανένα θηλυκό δεν αξίζει την στεναχώρια σου και την προσοχή σου τόσο πολύ>>.

<<Εκείνη πίστεψε με. Αξίζει>> του απάντησε ο Ηλιόμορφος. Ο Ραφαήλ άφησε ένα περιφρονητικό γέλιο δείχνοντας φανερά ότι διαφωνεί.

Λίγο πριν πέσει η νύχτα η Λουτσία είχε εμφανιστεί στο κάστρο με μυστήριο τρόπο, καθώς ούτε άλογο είχε μαζί της, όπως φυσικά επίσης κανένα άλλο μεταφορικό μέσον. Όταν την αντίκρισε ο πρίγκιπας από το παράθυρο έτρεξε κάτω και διέταξε να ανοίξουν την πύλη του κάστρου. Η πύλη άνοιξε και ο πρίγκιπας έτρεξε στην κοπέλα και την αγκάλιασε.

<<Φοβήθηκα μήπως και δεν έρθεις Λουτσία>> της είπε εκείνος.

<<Καλύτερα άρχοντα μου να μην μπω μέσα. Καλύτερα να φύγω>> του είπε.

<<Τι; Όχι. Τι είναι αυτά που λες; Πέρασε μέσα. Οι γονείς μου σε περιμένουν. Σύντομα θα γίνει ο γάμος και θα στεφτώ βασιλείας και εσύ θα είσαι πλάι μου βασίλισσα>>.

Εκείνη προσπαθούσε να αντισταθεί αλλά εκείνος την τράβηξε μέσα και κλείσανε πίσω τους την πόρτα. Εκείνη με ανήσυχο βλέμμα σφίχτηκε πάνω του και εκείνος την χάιδεψε καθησυχαστικά στην πλάτη. Μετά από λίγο εμφανίστηκε μπροστά του ο μικρός αδελφός του για να συστηθεί. Μα, όταν αντίκρισε την Λουτσία τότε τα μάτια του γέμισαν από την ομορφιά της και η καρδιά του μέσα στα στήθη του χτύπησε δυνατά και μόνο για εκείνη. Ο ερωτάς του ήταν ακαριαίος σαν να τον πέτυχε κάποιος με βέλη κατευθείαν πάνω στην καρδιά του, που τώρα πια ήταν δοσμένη ολοκληρωτικά στην μυστήρια και πανέμορφη κοπέλα.

<<Θα μου επιτρέψετε να συστηθώ. Ραφαήλ...>> της είπε εκείνος και της πρόσφερε το χέρι του. Έδωσε και εκείνη το χέρι της και είπε το όνομα της.

<<Λουτσία... Γοητευμένος από την ομορφιά σας δεσποσύνη μου>> είπε εκείνος κοιτάζοντας την εκστασιασμένος, καθώς της έκανε χειροφίλημα.

<<Έλα να σε γνωρίσω στους γονείς μου>> είπε ο Ηλιόμορφος και την τράβηξε πιο πέρα, καθώς του φάνηκε περίεργη η τόση ευγένεια από τον αδελφό του.

Η κοπέλα αντιστάθηκε και δεν ήθελε να μπει μέσα στο παλάτι.

<<Πρέπει να φύγω. Ήταν λάθος μου που ήρθα...>> ψιθύρισε.

<<Καλή μου ηρέμησε. Όλα θα πάνε καλά. Θα δεις ότι θα σε λατρέψουν και σύντομα θα έχουμε γάμους...>>.

Ο Ηλιόμορφος την παρέσυρε μέσα στο κάστρο και ο Ραφαήλ έμεινε να κοιτάει με κομματιασμένη καρδιά προτού τους ακολούθησε και εκείνος. Μπήκαν μέσα στο κάστρο και την οδήγησε στο βάθος που ήταν καθισμένοι ο βασιλείας και η βασίλισσα στους θρόνους τους. Όσο πιο πολύ τους πλησιάζανε τόσο πιο πολύ φοβόταν η κοπέλα και έτρεμε. Όταν βρέθηκαν μπροστά τους ο Ηλιόμορφος με περηφάνια μίλησε στους γονείς του.

<<Μητέρα, πατέρα. Θέλω να σας γνωρίσω την κοπέλα που θα παντρευτώ και που θα την κάνω βασίλισσα μου>>.

<<Καλωσόρισες δεσποσύνη>> της είπε ο βασιλείας.

<<Καλώς ήρθες μέλλουσα κόρη μας...>> είπε η βασίλισσα.

<<Είδες που σου έλεγα ότι όλα θα πάνε καλά;>> της ψιθύρισε ο πρίγκιπας στο αυτί. Εκείνη δεν απάντησε.

<<Μα, για μια στιγμή. Μου θυμίζετε κάτι όμορφη μου δεσποσύνη. Πιο είναι το όνομα σας;>> ρώτησε ο βασιλείας.

Η κοπέλα δεν απάντησε και ορθάνοιξε τα μάτια της. Ήξερε ότι από στιγμή σε στιγμή θα την θυμόντουσαν και τότε δεν θα είναι καθόλου χαρούμενοι που μπήκε μέσα στο κάστρο τους.

<<Μην ντρέπεσαι καλή μου. Πες μας το όνομα σου>> την ενθάρρυνε η Φλωρεντία. Η κοπέλα πάλι δεν απάντησε.

<<Πες το όνομα σου και μην ντρέπεσαι>> της είπε ο Ηλιόμορφος και μετά κοίταξε τους γονείς του. <<Την μέλλουσα γυναίκα μου την λένε Λουτσία...>> είπε.

Αμέσως ο βασιλείας και η βασίλισσα σηκώθηκαν από τους θρόνους τους.

Η Φλωρεντία είπε. <<Πώς;>> και ο βασιλείας έκραξε. <<Πώς τολμάς να μπαίνεις μέσα στο κάστρο μου παλιό μάγισσα!>> φώναξε στην Λουτσία.

<<Φρουροί!!! Κλείστε τώρα την πύλη και πιάστε την!>>.

Αμέσως έκλεισαν την πύλη και οι φύλακες έτρεξαν όλοι προς το μέρος τους κρατώντας τόξα και βέλη. Την περικύκλωσαν όλοι και την σημάδευαν.

<<Τι συμβαίνει; Τι κάνετε;>> τους ρώτησε ο Ηλιόμορφος.

<<Που την βρήκες αυτήν την μάγισσα;>> τον ρώτησε ο βασιλιάς.

<<Μένει σε ένα σπιτάκι, πολύ πιο έξω από το βασίλειο>> απάντησε ο πρίγκιπας.

<<Εκεί που την εξορίσαμε δηλαδή>> απάντησε ο Ανακτάς.

<<Πατέρα μου, τι είναι αυτά που λέτε;>> τον ρώτησε ο Ηλιόμορφος.

<<Είναι μάγισσα. Χρόνια προτού γεννηθείς την γνωρίζουμε και πολεμάει το βασίλειο μας με άλλες μάγισσες. Στο τέλος την πιάσαμε και την εξορίσαμε με συμφωνία να μην ξανά πλησιάσει ποτέ εδώ. Τώρα όμως ξανά ήρθε και αθέτησε την συμφωνία. Σκοτώστε την!>> διέταξε τους φρουρούς.

Αμέσως πήγαν να εκτοξεύσουν τα βέλη τους πάνω της και να την σκοτώσουν αλλά εκείνη την στιγμή ο Ραφαήλ πετάχτηκε μπροστά τους με σπάθη, έτοιμος να πολεμήσει για να μην πειράξουν την κοπέλα. Όλοι τον κοίταξαν έκπληκτοι.

<<Αφήστε την ήσυχη!>> τους φώναξε. <<Να μην την πειράξει κανείς!>>.

<<Εσύ γιατί ανακατεύεσαι;>> τον ρώτησε ο βασιλιάς Ανακτάς.

<<Την αγαπώ!!!>> φώναξε με όλη του την δύναμη ο μικρός αδελφός του Ηλιόμορφου.

<<Πρόλαβε και σε μάγεψε αυτή!>> φώναξε ο πατέρας του. <<Πάρτε την από' δω και κλείστε την στο μπουντρούμι!>> διέταξε τους φρουρούς. <<Αύριο θα αποκεφαλιστεί η μάγισσα>>.

Έσυραν την κοπέλα μακριά από εκεί, στα υπόγεια και σκοτεινά μπουντρούμια και την φυλάκισαν.

Ο Ηλιόμορφος και ο Ραφαήλ κοίταξαν τους γονείς τους δυσαρεστημένοι με αυτή την εξέλιξη.

<<Αφήστε την να βγει από την φυλακή. Δεν έκανε τίποτα κακό>> είπε ο Ηλιόμορφος.

<<Είναι εχθρός του βασιλείου μας. Είκοσι χρόνια πριν μας πολεμούσε μαζί με άλλες μάγισσες>> απάντησε ο Ανακτάς.

<<Είκοσι χρόνια πριν ήταν. Είκοσι ολόκληρα χρόνια. Εγώ ακόμα δεν είχα γεννηθεί και ο Ραφαήλ θα γεννιόταν σε τρία χρόνια από τότε. Πέρασε πολύς καιρός. Δεν μπορούμε να τα ξεχάσουμε όλα και να την αφήσουμε ελεύθερη;>> είπε ο Ηλιόμορφος.

<<Είχαμε κάνει συμφωνία να της χαρίσουμε την ζωή και εκείνη για αντάλλαγμα δεν θα ξανά ερχόταν ποτέ εδώ. Αθέτησε στην συμφωνία. Της αξίζει ο θάνατος>> απάντησε ο βασιλείας.

<<Μπορούμε απλά να την αφήσουμε να πάει πάλι να μείνει εκεί που έμενε. Δεν χρειάζεται να την σκοτώσουμε. Αρκεί να την στείλουμε μακριά>> επέμενε ο Ηλιόμορφος.

<<Πιθανόν να μην κάνει πια χρήση της μαγιάς. Ακίνδυνη φαίνεται>> είπε ο Ραφαήλ.

<<Κάνει σίγουρα χρήση της μαγιάς>> απάντησε η βασίλισσα. <<Απόδειξη ότι δεν έχει γεράσει μέσα σε είκοσι χρόνια ούτε μια μέρα. Οι μάγισσες όταν σταματάνε να χρησιμοποιούν τα μάγια τους τότε γερνάνε. Αλλιώς μένουν πάντα ίδιες>>.

<<Σας μάγεψε και τους δύο και πρέπει να πεθάνει, προτού γίνουν χειρότερα τα πράγματα>> είπε ο βασιλείας δίνοντας τέλος σε αυτή την συζήτηση. Ο Ηλιόμορφος πήγε με νεύρα στην καμάρα του και δεν μίλησε σε κανέναν.

Ο Ραφαήλ σκέφτηκε ότι η κοπέλα θα πρέπει να πεινάει μέσα στην φυλακή. Πήγε στα μαγειριά του κάστρου για να δει τι υπάρχει από φαγητό. Βρήκε χοιρινό κρέας και τους διέταξε να του το δώσουν με νερό και ψωμί. Τα πήρε ο ίδιος και κατέβηκε στα μπουντρούμια για να την βρει.

<<Ποιος είναι εκεί;>> είπε ο φρουρός που ήταν έξω από την φιλάκι της.

<<Εγώ είμαι>> είπε ο Ραφαήλ και παρουσιάστηκε μπροστά του χωρίς δισταγμό με το πιάτο που είχε πάνω κρέας και ψωμί, και με το ποτήρι με το νερό.

<<Μικρέ πρίγκιπα...>> είπε ο φρουρός και κατέβασε αμέσως το ακόντιο που είχε για όπλο. <<Τι γυρεύετε εσείς εδώ;>>.

<<Ήρθα να δω το κορίτσι που έχει φυλακιστεί άδικα>>.

<<Καθόλου άδικα πρίγκιπα. Είναι μάγισσα>>.

<<Κάνε πέρα να την δω>> του είπε ο Ραφαήλ.

<<Συγχώρα την ανυπακοή μου προς εσάς πρίγκιπα, αλλά αυτό δεν μπορώ να το κάνω. Ο βασιλιάς με διέταξε να την φιλάω μέχρι να έρθει η ώρα να αποκεφαλιστεί αύριο>> απάντησε ο φρουρός.

<<Λοιπόν, άκου να δεις τι θα γίνει. Εσύ θα κάνεις πέρα να της δώσω να φάει και να της μιλήσω και εγώ δεν θα πω στον πατέρα μου ότι πας στο κελάρι με τα κρασιά, και ότι κλέβεις και πίνεις κρασί αντί για να κάνεις την δουλεία σου>>.

Ο φρουρός ξαφνιάστηκε γιατί δεν ήξερε ότι ο μικρός πρίγκιπας τα γνώριζε αυτά. <<Αν σας αφήσω να της μιλήσετε, δεν θα πείτε τίποτα στον πατέρα σας;>> ρώτησε για σιγουριά.

<<Τίποτα απόλυτος δεν θα πω. Τράβα τώρα στην άκρη>> είπε ο Ραφαήλ και αμέσως ο φρουρός έκανε πέρα.

Ο νεαρός πλησίασε την φυλακή της κοπέλας και την κοίταξε ανάμεσα από τα κάγκελα. <<Πλησίασε...>> της είπε. Εκείνη τον κοίταξε σοβαρά και δεν έκανε καμία κίνηση. <<Σου έφερα να φας και να πιεις...>> της είπε.

<<Τι να το κάνω το φαΐ και το νερό όταν αύριο δεν θα έχω λαιμό;>> του απάντησε εκείνη.

Ο Ραφαήλ μίλησε στον φρουρό. <<Άνοιξε μου να μπω μέσα και φύγε εσύ. Πάνε καμιά βόλτα και έλα πάλι σε μια ώρα>> του είπε. Ο άντρας τον κοίταξε με δισταγμό.

<<Σου δίνω την άδεια να φύγεις. Πάνε στο κελάρι να πιεις τίποτα και μετά έλα ξανά>>.

<<Είστε σίγουρος; Μήπως είναι επικίνδυνη;>> ρώτησε ο φρουρός.

\<<Δεν είναι επικίνδυνη>> απάντησε με σιγουριά ο Ραφαήλ.  <<Κάνε ότι σου είπα>>.

<<Μάλιστα>> είπε ο φρουρός και άνοιξε στον πρίγκιπα για να μπει στην φυλακή της κοπέλας. Αμέσως έφυγε και τους άφησε μόνους. Ο Ραφαήλ μπήκε μέσα και της πρόσφερε το φαγητό. Εκείνη το κοίταξε και έστρεψε πάλι αλλού το βλέμμα της αδιαφορώντας.

<<Γιατί δεν θέλεις να φας;>> την ρώτησε εκείνος και άφησε το πιάτο και το νερό λίγο πιο πέρα.

<<Ποιος ο λόγος να φάω και να πιω σήμερα, όταν αύριο δεν θα έχω λαιμό και δεν θα κρατάει τίποτα το κεφάλι μου στην θέση του;>> είπε η κοπέλα.

<<Δεν χρειάζεται να γίνει έτσι>> της είπε ο Ραφαήλ. <<Αν δεχτείς να δέσεις την ζωή σου μαζί μου, θα σε βγάλω από' δω μέσα και θα φύγουμε μακριά μαζί. Θα σε κάνω γυναίκα μου και θα φύγουμε μαζί>>.

Η κοπέλα γέλασε. <<Ποσό χρονών είσαι και λες για γάμους;>> τον ρώτησε.

<<Είμαι δεκαεφτά αλλά δεν έχει σχέση αυτό με το ότι σε θέλω για γυναίκα μου>>.

<<Είσαι παιδί ακόμα. Τι θέλεις γάμους και τέτοια από τώρα;>> τον ρώτησε εκείνη.

<<Δεν είμαι παιδί. Είμαι άντρας και έχω ανάγκη τώρα πια από μια γυναίκα. Αυτή η γυναίκα θέλω να είσαι εσύ>> της είπε.

<<Δεν μπορώ να σε παντρευτώ και φυσικά ούτε να φύγω μαζί σου>> του απάντησε. <<Η καρδιά μου είναι δοσμένη άλλου. Εκεί που έδωσα το σώμα μου είναι και η καρδιά μου>>.

Ο Ραφαήλ την κοίταξε σκεπτικός και στενοχωρημένος. <<Ο Ηλιόμορφος είναι ο άντρας που αγαπάς;>> την ρώτησε.

Εκείνη δεν απάντησε αλλά τα μάτια της φανέρωναν βάθη και απόλυτο έρωτα για τον αδελφό του.

<<Είναι επειδή εκείνος είναι πρωτότοκος και θα γίνει βασιλιάς, έτσι δεν είναι;>> την ρώτησε.

<<Όχι. Είναι γιατί τον αγαπώ χρόνια προτού τον γνωρίσω από κοντά. Τον έβλεπα από μακριά. Κρυφά πήγαινα στο παράθυρο του και τον έβλεπα>>.

<<Το παράθυρο του είναι πολύ ψιλά. Πώς ήσουν από έξω και τον έβλεπες;>> την ρώτησε.

Εκείνη δεν απάντησε αλλά εκείνος κατάλαβε. Όντως ακόμα χρησιμοποιούσε την μαγεία. Παρ' όλα αυτά ήθελε να το ακούσει από την ίδια.

<<Η μητέρα μου είπε ότι αν μια μάγισσα δεν χρησιμοποιεί μαγεία τότε αρχίζει να γερνάει. Έτσι πιστεύουν ότι ακόμα είσαι μάγισσα>>.

<<Είμαι ερωτευμένη με έναν πολύ νέο άντρα. Ο Ηλιόμορφος είναι μόλις είκοσι χρονών. Δεν μπορούσα να αφήσω τον εαυτό μου να γεράσει. Ναι, έκανα μαγικά από λίγο κάθε μέρα μόνο και μόνο για να μην περάσει πάνω μου ο χρόνος. Αν θα με παντρευόταν όμως θα σταματούσα να κάνω μαγικά και θα άφηνα τον χρόνο να με γεράσει μαζί του>>.

Η καρδιά του Ραφαήλ κομματιάστηκε μέσα του και τα μάτια του γέμισαν με δάκρυα, τα οποία όμως συγκράτησε και ποτέ δεν έτρεξαν ως τα μαγουλά του.

<<Η αγάπη πονάει>> του είπε η κοπέλα καθώς κατάλαβε πόσο πολύ είχε πονέσει ο Ραφαήλ. <<Και πίστεψε με. Ακόμα δεν γνώρισες τίποτα από αυτόν τον πόνο>>.

Έμειναν να κοιτιούνται οι δύο τους.

<<Έχεις δυνάμεις>> της είπε εκείνος. <<Γιατί δεν φεύγεις μακριά; Γιατί δεν το σκας;>>.

<<Γιατί δεν θέλω να το σκάσω. Ξέρεις πόσο χρονών είμαι; Είμαι εξήντα χρονών και από τότε που ήμουν παιδί κρυβόμουν. Άπυρες φορές παραλίγο να βρω τον θάνατο. Κουραστικά πια να κρύβομαι. Κουραστικά να με κυνηγάνε. Ας είναι αυτό το τέλος. Εφόσον ο Ηλιόμορφος δεν θα γίνει άντρας μου ποτέ τότε ας είναι αυτό το τέλος>>.

<<Αυτό είναι η κάτι άλλο;>> την ρώτησε ο πρίγκιπας.

<<Τι άλλο;>>.

<<Μπας και έχεις ''σκουριάσει'' και τα μάγια σου πια δεν είναι δυνατά και δεν μπορείς να ελευθερωθείς;>>.

Εκείνη σαν απάντηση σήκωσε το χέρι της και έστειλε κατά πάνω του μια μπάλα, σαν από σπίθες. Έπεσε πάνω στα ρούχα του και αμέσως τα ρούχα του άρχισαν να παίρνουν φωτιά. Ο νεαρός τρόμαξε και έβγαλε από τα χείλι του έναν πνιχτό και τρομαγμένο ήχο. Αμέσως όμως η φωτιά έσβησε και δεν είχε πειράξει καθόλου ούτε το δέρμα του, αλλά ούτε τα ρούχα του.

<<Αν δεν την έσβηνα θα ήσουν σε λίγη ώρα από τώρα μόνο καμένη και λιωμένη σάρκα>> του είπε. <<Οπότε μην μου λες ότι έχω σκουριάσει>>.

<<Είσαι δυνατή μάγισσα. Γιατί δεν το σκας από' δω;>> την ρώτησε εκείνος.

<<Γιατί σου είπα. Δεν θέλω πια να κρύβομαι και να το σκάω. Δεν θέλω πια να με κυνηγάνε. Να με φοβούνται τόσοι άνθρωποι και να θέλουν τον θάνατο μου τόσα χρόνια είναι μεγάλο βασανιστήριο και δεν μπορώ να το αντέξω άλλο. Εγκαταλείπω λοιπόν και παραδίνομαι στον θάνατο>>.

<<Μα, δεν μπορείς. Δεν πρέπει. Ακόμα και αν άλλον αγαπάς, ακόμα και αν γυναίκα μου δεν θα γίνεις ποτέ δεν πρέπει να πεθάνεις>> είπε ο Ραφαήλ.

<<Αν ήξερες τι έχω περάσει δεν θα σου φαινόταν και τόσο άσχημη η ιδέα του θανάτου για την περίπτωση μου>> είπε η κοπέλα.

<<Τι σου έχει συμβεί; Πώς έφτασαν τα πράγματα ως εδώ και οι γονείς μου από πού σε ξέρουν;>> ρώτησε ο νεαρός πρίγκιπας.

<<Είναι μεγάλη ιστορία>> απάντησε εκείνη. <<Θέλω να την ακούσω...>> είπε ο Ραφαήλ.

<<Δεν βαριέσαι. Αύριο θα πεθάνω. Τι έχω να χάσω;>> είπε η κοπέλα. <<Θα σου πω λοιπόν. Όλα άρχισαν χρόνια προτού γεννηθείς εσύ... Πιθανόν να έγιναν και χρόνια προτού γεννηθούν οι γονείς σου, η όταν θα ήταν ακόμα μικρά παιδιά>>.


Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top