Εισαγωγή
Το παρόν έργο πνευματικής ιδιοκτησίας προστατεύεται κατά τις διατάξεις του Ελληνικού Νόμου (Ν. 2121/1993 όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει μέχρι σήμερα) και τις διεθνείς συμβάσεις περί πνευματικής ιδιοκτησίας. Απαγορεύεται απολύτως η άνευ γραπτής αδείας του συγγραφέα κατά οποιονδήποτε τρόπο ή μέσο αντιγραφή, φωτοανατύπωση και εν γένει αναπαραγωγή, διανομή, εκμίσθωση ή δανεισμός, μετάφραση, διασκευή, αναμετάδοση, παρουσίαση στο κοινό 9σε οποιαδήποτε μορφή (ηλεκτρονική, μηχανική ή άλλη) και η εν γένει εκμετάλλευση του συνόλου ή μέρους του έργου.
Τα ακόλουθα αποτελούν μη πνευματική ιδιοκτησία μου και ανήκουν καθαρά στους δημιουργούς τους :
Α) Εικόνες
Β) τραγούδια +μουσική +στιχοι
Γ) Φωτογραφίες
Το παρόν έργο που είναι γραμμένο από εμένα , αποτελεί καθαρά δική μου πνευματική ιδιοκτησία. Εχει καταχωρηθεί και κατοχυρωθεί νομικά.Απαγορεύεται η αναδημοσίευση, η αντιγραφή και κάθε είδους υποκλοπη του κειμένου χωρίς την δική μου γραπτή άδεια
🔜🔜🔜🔜🔜🔜🔜🔜🔜🔜🔜🔜🔜🔜
Nana_Zik τρελή, δε με αφήνεις να ηρεμήσω... tzeni_spyropoulou_ πολύ-εργαλείο μοναδικό...
Νομίζω σας ανήκει ένα τσακ παραπάνω ❤️ η μία πιο παλαβή από την άλλη... Δύο βδομάδες είπα να ξεκουραστώ η γυναίκα...😅
Σας αγαπώ και σας ευχαριστώ ξεχωριστά για τις ιδέες, τις τρέλες, την υπομονή για όλα ❤️
Κλάρα μου, Νίκη μου, Στρατουλα μου, Μαριάνθη, Σοφία μου... Ούτε εσείς είστε έξω.
Και ΕΝΝΟΕΊΤΑΙ ευχαριστώ και όλες/όλους εσάς εκεί έξω, που κάθεστε σπίτι, είστε στη δουλειά, στο σχολείο, στο δρόμο... Εσάς που πιστεύετε, που περιμένετε, που έχετε την ίδια αγωνία μαζί μου, που ζείτε μαζί με εμένα... Δεν ξέρω τι συναισθήματα σας δημιουργώ εγώ, αλλά ξέρω τι μου δημιουργείτε εσείς...
Χαρά, ανυπομονησία, ευτυχία... Αγάπη για αυτό που κάνω. Σε όλα βάζετε κοτρωνες και εγώ χτίζω...
Ας αφήσουμε όμως τους συναισθηματισμούς, τι λέτε;; 🥹❤️
Σας τα λέω συνέχεια και δε θέλω να σας κουράζω 🥹🥹🥹
Πάμε να συνεχίσουμε τον χάρτη μας....
Που πάμε;
Θα δείτε...
°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°°•°•°•°•°•°•°•°°•
Σουφλί
Έτος 1997...
Το χαστούκι έκαψε το πρόσωπο της και σωριάστηκε ανάμεσα στα αμπέλια...
Το οινοποιείο του ήταν το μεγαλύτερο σε όλο το Σουφλί. Ο Νικόλαος Ζηκίδης, ήξερε τι ήθελε. Κυριαρχία. Και αυτή πέτυχε... Από μικρό παιδί προσπαθούσε να ξεφύγει από τη φτώχεια. Πάλεψε και δούλεψε από όταν ήταν δώδεκα ετών και κάθε κόπος πια, απέδωσε καρπούς και έφτασε να γίνει μέχρι και δήμαρχος.
Όταν αποφάσισε να ανοίξει το οινοποιείο είχε ένα μικρό χωράφι και ένα αποστακτήριο κατεστραμμένο. Δούλεψε όμως σαν το σκυλί και κέρδισε όχι μόνο το σεβασμό όλων αλλά και την οικονομική δύναμη που επιθυμούσε κάνοντας τον έναν από τους τρεις πιο ισχυρούς μεγάλοκτηματίες της περιοχής.
"Με τον Ράπτη;!" ήταν έξαλλος μαζι της. Η μοναχοκόρη του, το στήριγμα του, ο άνθρωπος που εναπόθεσε κάθε ελπίδα για ένα ακόμα πιο λαμπρό μέλλον, τον ισοπέδωσε. "Δεν εχει να φάει ανάθεμα σε!
"Πατέρα τον αγαπάω..." τα χέρια της ήταν χωμένα στα χώματα και τα μάτια της, είχαν ανοίξει σαν καταρράκτες.
"Ούτε δεκαοκτώ δεν είσαι! Τι αγάπες μου λες;! Θα τον ξεχάσεις κατάλαβες;"
"Δε μπορώ!"
"Θα μπορέσεις!"
"Εγινα δική του..." η Μάρθα άρχισε να κλαίει γοερά και εκείνος κοκκινησε ολόκληρος.
"Τι είπες; Σε χάλασε;" ο τόνος του τρομακτικός. Άνθρωπος παλαιών αρχών και πεποιθήσεων αρνήθηκε να σκεφτεί για δεύτερη φορά τα λόγια της.
"Τον αγαπάω..." ένα δεύτερο χαστούκι την έκανε να γονατίσει εντελώς.
"Σε μια εβδομάδα παντρεύεσαι!" της ανακοίνωσε και εκείνη ούρλιαξε "Πάψε να φωνάζεις! Έτσι όπως τα έκανες, δεν υπάρχει επιλογή! Δε θα βγάλω χαλασμένη κόρη στη κοινωνία!"
"Δεν πρόκειται να παντρευτώ κάποιον που δεν αγαπάω!"
"Θα το κάνεις και θα πεις και ένα τραγούδι! Δεκαεπτά είσαι Μάρθα... Εγώ αποφασίζω!"
"Πατέρα σε ικετεύω..."
Δεν άκουγε λέξη...
"Ο Σπύρος από καιρό σε έβαλε στο μάτι. Χήρος είναι με ένα παλικάρακι δύο ετών... Μόνο αυτός δε θα έχει θέμα που είσαι χαλασμένη. Δε θα με κάνεις ρεζίλι!"
"Αυτός είναι μεγάλος πατέρα , τι λες;!" Η Μάρθα άρχισε να σφαδαζει από το ψυχικό πόνο. "Δε τον θέλω!"
"Δε με απασχολεί! Έχει χρήματα σαν εμάς. Είναι ναυτικός. Έχει καράβια! Θα τον παντρευτείς θες δε θες!"
"Όχι!"
"Τολμάς και επιμένεις;" γονάτισε μπροστά της και τη κοίταξε έξαλλος. "Πότε σε πασπατεψε αυτός ο άχρηστος; Ξερναγες το πρωί... Κανόνισε κακομοίρα μου..."
"Πατέρα τι λες... Πώς μου φέρεσαι έτσι;"
"Σε μια βδομάδα παντρεύεσαι και κανόνισε τι θα κάνεις... Αν σου φύτεψε τίποτα αυτός ο καριολης εκει μέσα, κάλυψε το όσο προλαβαίνεις!" σηκώθηκε και εκείνη τον έπιασε από το πόδι. "Μάρθα;" τη κοίταξε εξαγριωμένος "Δε θα με κοροϊδεύει εμένα όλο το Σουφλί! Αν συνεχίσεις να μου φέρνεις αντίρρηση, ο Ράπτης θα καταλήξει νεκρός! Άκουσες;!"
"Μη τον πειράξεις!" ξέσπασε και άρχισε να τρέμει ολόκληρη
"Αυτή η ατιμια θα πληρωθεί! Έτρωγε ψωμί από αυτά τα χωράφια! Και εκείνος πως μου το ανταπέδωσε; Κουτούπωσε την ίδια μου τη κόρη! Η φυλακή για τη πράξη του, θα πρέπει να σου είναι αρκετή! Αν δε σου είναι, τότε το χώμα είναι η επόμενη λύση! Κανένας δε θα μαυρίσει το δικό μου κούτελο! Κανένας δε θα τολμήσει ποτέ να πει ότι η δική μου κόρη , άνοιξε τα πόδια της χωρίς καν να ξέρει τι έχει μέσα στα βρακιά της , σε έναν εργάτη!"
"Πατέρα σε ικετεύω... Δε θέλω"
"Σε μια εβδομάδα θα γίνεις κυρία Φρατζή. Σου αρέσει δε σου αρέσει!" είπε τελεσίδικα και έφυγε...
°•°•°•°•°°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°°•°•°•°•°•°•°•°°•°•°•°•
Δέκα χρόνια αργότερα...
Σουφλί...
«Κοκκινη κλωστή δεμένη...
Στην ανέμη τυλιγμένη...» περπατούσε σιγανα κοιτώντας ολόγυρα της ενώ στα χείλη της είχε ένα πονηρό χαμόγελο...Το δάσος ήταν τεράστιο. "Δώσε κλώτσο να γυρίσει, παραμύθι ν’ αρχινίσει…" χαχανισε ώσπου είδε τη μπλούζα του. "Σε τσακωσα!" όρμησε πίσω από τον τεράστιο κορμό του δέντρου και εκείνος τη κοίταξε θυμωμένα.
"Αμάν ρε Αλίκη!"
"Λαέρτη έχασες πάλι!"
"Και πως να μη χάνω όταν παίζουμε κρυφτό και με δένεις με αυτές τις ηλίθιες κλωστές;"
"Είπες ηλίθιες! Θα το πω στη μαμά!"
"Καρφί!"
"Δεν είμαι καρφί... Αφού φοβάμαι όταν ερχόμαστε στο δάσος... Τι να κάνω; Κι αν θέλεις να ξέρεις, είδα τη μπλούζα σου!"
"Ναι καλά... Πάντα έτσι λες αλλά εγώ ξέρω ότι βλέπεις τη κλωστή και με πιάνεις!"
Εκείνη άρχισε να κλαίει...
"Τώρα γιατί κλαίς; Σαν μωρό κάνεις! Έφτασες δέκα κοντά!"
"Εννιά είμαι... Και εσύ όλο μου φωνάζεις... Υποτίθεται ήρθαμε να παίξουμε..."
"Έλα εδώ..." τη πήρε από το χέρι και άρχισαν να περπατούν "Εσύ επιμένεις να ερχόμαστε στο δάσος... Σου είπα δεν κάνει για σένα. Άσε που αν το μάθει η μαμά και ο μπαμπάς θα μας σκοτώσουν!"
"Αφού είμαστε μαζί. Η μαμά είπε πως αν είμαστε μαζί μπορούμε να πάμε παντού!"
"Όχι στο δάσος ρε Αλίκη..."
"Λαέρτη τώρα που θα πάμε σπίτι θα μου πεις ένα παραμύθι;"
"Αρκεί να μη με βαλεις πάλι να λέω τη χαζή κλωστή..."
"Δεν είναι χαζή! Η μαμά λέει πως όλα τα παραμύθια έτσι αρχίζουν!"
"Δε βγάζει καν νόημα ρε Αλίκη!"
"Γιατί; Άκου... Κόκκινη κλωστή δεμένη, στην ανέμη τυλιγμένη... Μιλάει καθαρά! Έχει μπλεχτεί κάπου αυτή η κλωστή. Και μετά λέει, δώσε κλωτσο να γυρίσει, παραμύθι ν' αρχινισει.... Που σημαίνει, αν γυρίσεις την ανέμη που η μαμά φτιάχνει τα πλεκτά της, αρχίζει παραμύθι..."
"Και ποιο το νόημα;"
"Αμάν ρε Λαέρτη! Φαντάσου ότι κάθε πλεκτό είναι μοναδικό και ξεχωριστό όπως και τα παραμύθια. Εσύ μπλέξεις τις κλωστές, γυρίζεις την ανέμη και δημιουργείς... Τόσο απλό... Κάθε φορά μπορείς να φτιάξεις κάτι καινούριο και όμορφο. Δε βλέπεις τη μαμά;"
"Τη βλέπω αλλά και πάλι, το βρίσκω ανόητο... Σου έχει κολλήσει και με ενοχλεί..δε ξέρω τι άλλα παραμύθια να σου πω! Τα είπα όλα! Εκτός αυτού θέλω να πάω με τον Θάνο για μπάλα σήμερα!"Εκείνη κατσουφιασε αμέσως...
"Δεν θα έχει παραμύθι δηλαδή;"
"Ίσως ένα μικρό... Σου αρκεί;" χαχανισε χαρούμενα και τον αγκάλιασε
"Είσαι ο καλύτερος αδερφός όλου του κόσμου!" αναφώνησε και σφίγγοντας το χέρι του, κίνησαν για το σπίτι...
°•°•°•°•°•°°•°•°•°•°•°•°°•°•°•°•°•°•°•°•°•°°•°•°•°•°•
Έξι χρόνια αργότερα...
"Έτσι θα βγεις έξω;"
"Γιατί τι έχω;"
"Αλίκη τράβα να αλλάξεις!"
"Ο μπαμπάς είπε ότι μπορώ να βγω έτσι έξω!"
"Και εγώ λέω ότι δε μπορείς!"
"Έτσι σου είπανε; Ότι θέλω θα κάνω! Τα κορίτσια στην ηλικία μου πλέον, έτσι ντύνονται! Θα πάμε βόλτα στη πλατεία..."
"Δε θα βγεις έτσι από το σπίτι! Φαίνεται ο κώλος σου σχεδόν από πίσω αν κάτσεις!"
"Λαέρτη; Μόδα είναι αγόρι μου! Λέγεται χαμηλοκαβαλο τζιν!"
"Βλέπεις να με απασχολεί;"
"Μαμά πες του κάτι!!" Τσιριξε και η Μάρθα ανέβηκε στο δωμάτιο
"Γιατί μαλώνετε πάλι;"
"Μου λέει να αλλάξω!"
"Ρε μαμά, ρεζίλι θα γίνω! Την κοιτανε τόσα αγόρια!"
"Βρε αγόρι μου, αφού και εσύ εκεί θα είσαι..."
"Σιγά μη πάω στη πλατεία με όλα τα μωρά! Για ποτό θα βγω. Σε λίγες μέρες φεύγω φαντάρος. Δε θα κάτσω να νταντευω τη μικρή!"
"Μικρό είναι το μάτι σου ρε!"
"Αλίκη!" Η Μάρθα φώναξε. "Εχει δίκιο ο αδερφός σου... Πήγαινε να αλλάξεις"
"Ρε μαμά!"
"Άκουσες τι σου είπα;" Η Μάρθα την άγριοκοίταξε και έφυγε. Μόλις έμειναν μόνοι ο Λαέρτης γέλασε αυταρεσκα
"Πάρτα μικρό σκατό που μου θες και τζιν! Μια χαρά ήσουν με τις φόρμες!"
"Φύγε από το δωμάτιο μου τώρα!" τσιριξε πατώντας τα πόδια της κάτω "Ηλίθιε!"
"Καλά καλά ... Λέγε εσύ! Δε θα γινω εγώ ρεζίλι να λένε ότι η αδερφή μου κυκλοφορεί έτσι! Πάλι καλά σε ειδα πριν βγεις! Ήθελα να ήξερα αυτές τις καινούριες μαλακίες ποιος σου τις έδωσε!"
"Το αγόρασα με το χαρτζιλίκι μου!"
"Ωραία. Να το πας πίσω τότε γιατί δεν είσαι ούτε δεκαπέντε χρονών ακόμα!" Η Αλίκη κάθισε στο κρεβάτι και άρχισε να κλαίει. Ο Λαέρτης ξεφυσησε. "Πάλι κλαίς; Κάθε φορά κλαίς..."
"Πόσο καιρό έχουμε να παίξουμε ρε Λαέρτη; Μεγάλωσες λίγο και νομίζεις ότι είμαι μωρό..."
"Δεκαοχτώ είμαι σχεδόν ρε Αλίκη... Είναι μια ηλικία που κάνεις ένα βήμα και από παιδί μεγαλώνεις..."
"Ένας τσιλιβιθρας είσαι μωρέ Λαέρτη! Τι μεγάλωσες;"
"Θα πάω στρατό και θα δεις!"
"Ναι θα πας και θα μεταμορφωθείς σε άντρα! Τέτοια λέει ο μπαμπάς και παίρνουν τα μυαλά σου αέρα και μετά όλο μου φωνάζεις!"
"Σου φωνάζω γιατί κάνεις βλακείες. Τι σε επιασε να αγοράσεις αυτή την αηδία. Παιδί είσαι ακόμα ρε Αλίκη... Φοράς σιδεράκια. Πιάνεις τα μαλλιά σου κοτσιδακια. Και θέλεις τζιν; Φαίνεται κάπως αστείο πάνω σου ρε κορίτσι μου γλυκό... Ακόμα έχεις τις κούκλες σου, πάνω στο γραφείο. Γιατί δε κάνεις πράγματα της ηλικίας σου; Μια χαρά παίζεις με τον Κωστάκη του κυρ Παντελή. Και τη Φένια της κυρά Μαρίας. Παιδάκια στην ηλικία σου είναι... Και μη μου πεις ότι οι φίλες σου ντύνονται έτσι! Τις ξέρω όλες... Πώς θα βγεις λοιπόν στη πλατεία έτσι;"
"Η σούπερ Κατερίνα όμως, έδειξε τη νέα μόδα!" παραπονέθηκε και εκείνος της χαμογέλασε
"Αυτές τις αηδιες διαβάζεις! Άστα αυτά.. βλακείες ειναι. Και είναι για μεγαλύτερα κορίτσια εντάξει;"
"Καλά..." είπε λυπημένη και εκείνος σηκώθηκε. "Θα μου πεις ενα παραμύθι το βράδυ;"
"Πάλι τα ίδια;"
"Βρες ένα καινούριο ρε Λαέρτη... Τώρα που θα φύγεις, ποιος θα μου λέει; Ένα χρόνο τι θα κάνω; Πώς θα κοιμάμαι;"
Εκείνος αναστεναξε...
"Αλίκη; Θα κάνω πλήρη θητεία μικρή μου... Το αποφάσισα χθες με το μπαμπά... Δύο χρόνια θα κάτσω μέσα..."
"Πόσα;!" Πήρε αμέσως μια έκφραση τρόμου στο προσωπάκι της...
"Θα σου αφήσω εκείνο το χαζό τηλέφωνο. Με το φιδάκι που σου αρέσει... Θα με παίρνεις όποτε θέλεις εντάξει;"
"Θα μπορώ να το κάνω ότι θέλω χωρίς να γκρινιάζεις;" ρώτησε και γέλασε πονηρά
"Ναι, και ήχους να φτιάχνεις και ότι εσύ θέλεις! Εντάξει;" Του χαμογέλασε γλυκά, σηκώθηκε και τον αγκάλιασε σφιχτά
"Θα μου λείψεις πολύ..."
"Και εμένα ρε σκατό... Και για να δεις πόσο πολύ θα μου λείψεις, κάθε βράδυ θα σε παίρνω να σου μιλάω για την ανέμη και τα παραμύθια σου εντάξει;"
"Σαγαπαω..."
"Κι εγώ σ'αγαπαω..." την έσφιξε στην αγκαλιά του και εκείνος... Είχαν από μικρά άλλωστε ένα περίεργο δέσιμο μεταξύ τους. Μπορούσαν να σκοτωθούν για το πιο ασήμαντο λόγο και σε λίγα λεπτά, να κάθονται αγκαλιασμενοι... Μπλεγμένοι με την αγαπημένη της κόκκινη κλωστή...
Υπάρχουν στιγμές στη ζωή, που κάποια δεδομένα ανατρέπονται όμως...
Τόσο ξαφνικά...
Τόσο απρόσμενα...
Όσα ήξερες αλλάζουν...
Όσα ένιωθες παίρνουν άλλη μορφή..
Αρκεί ένα λάθος και όλη η ύπαρξη σου καταστρέφεται...
Κόβεται, σαν μια λεπτή κόκκινη κλωστή...
Καμιά φορά, τα στερεότυπα και οι ταμπέλες σπάνε φέρνοντας το χάος...
Η έλξη έρχεται , χτυπάει τη πόρτα και σου απλώνει στα χέρια ένα όμορφο περιποιημένο κουβαράκι... Μόνο που αν το αφήσεις να μπει, το κουβάρι πέφτει από τα χέρια σου, κατρακυλάει και γίνεται μια μπερδεμένη μάζα...
Πόσες όψεις έχει η αγάπη;
Πόσα εμπόδια αναπηδαει σε μια στιγμή;
Είναι όμως άραγε υπαρκτά;
Ή μήπως η φύση, ξέρει καλύτερα τη δουλειά της πέρα από κάθε κανόνα;
Κόκκινη κλωστή δεμένη...
Σε μια ανέμη, τυλιγμένη...
Τόσο όμορφα γυρίζει...
Και ο εφιάλτης έρχεται και σε ζυγίζει...
Θαρρείς πως είσαι ικανός να του ξεφύγεις;
Της μοιρας το γραμμένο να αποφύγεις;
Λεπτή... Τόσο λεπτή κόκκινη κλωστή που ούτε στην ανέμη δε γυρίζει..
Σπάει και εσύ ξανά πλέκεις...
Προσπαθείς να βρεις το παραμύθι...
Να τη κάνεις να γυρίσει...
Μα εκείνη σταματά...
Ο χρόνος δε γυρίζει πια...
Σταμάτησε στο λάθος...
Έδωσε τη σκυτάλη στο πάθος και κάηκε...
Πάει η καημένη η κλωστή...
Πάει και η ανέμη...
Πάει και το παραμύθι...
Πάνε όλα...
Καλώς ήρθατε στο επόμενο μας βιβλίο 🖤
Δεν ξέρω αν θα βάλω cast...
Όσο περνάει ο καιρός πιάνω τον εαυτό μου να γίνεται πιο παράξενος με όλα.
Πιο ιδιαίτερος... Ανεβάζω τον οπτικό μου πήχη και δε βρίσκω κάτι που δεν έχετε να ξαναδεί να με γεμίζει 🖤
Θα ξεκινήσει σύντομα 🖤🖤🖤🖤
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top