Κεφάλαιο 8 - Δωμάτιο χωρίς ψυχή
-Νομίζω ότι ήμουν ξεκάθαρος γιατρέ. Η κυρία Πιερ δεν είναι σε θέση να σας δει απρογραμμάτιστα. Οφείλετε να ακολουθήσετε το πρόγραμμα. Το ραντεβού μας έχει κλειστεί για την ερχόμενη Τρίτη, σε συγκεκριμένη ώρα. Ο γραμματέας της κυρίας Μισέλ ήρθε να τον συναντήσει στο μεγάλο χολ της επιβλητικής έπαυλης. Στον χώρο που πριν από μερικά λεπτά, τον άφησε να περιμένει ο μπάτλερ που του άνοιξε την πόρτα.
-Δεν πρόκειται να την κουράσω, μόνο για λίγα λεπτά. Είναι κάτι που πρέπει να της πω...
-Δόκτορ Τριξ, με φέρνετε στην πολύ άβολη θέση να σας αρνηθώ. Σας εξήγησα από την πρώτη στιγμή πώς έχουν τα πράγματα με τις επισκέψεις σας εδώ. Θα σας παρακαλέσω να μην συνεχίσετε να επιμένετε και να φύγετε αμέσως.
-"ΑΡΣΕΝ!" Η φωνή της κυρίας Μισέλ, ήρθε έντονη και επιτακτική από τον πάνω όροφο, κάνοντας τους δύο άντρες, το γιατρό και το γραμματέα, να αναπηδήσουν.
-Δώστε μου ένα λεπτό παρακαλώ, γιατρέ. Περάστε στο σαλόνι και περιμένετε. Θα επιστρέψω όσο πιο σύντομα μπορώ. Έκανε στροφή και έφυγε βιαστικός, ανεβαίνοντας δυο-δυο τα σκαλιά της επιβλητικής ξύλινης σκάλας, που οδηγεί στα επάνω δωμάτια.
Δεν μπήκε στο σαλόνι, παρά έμεινε εκεί, στη μέση του δωματίου υποδοχής, τεντώνοντας όσο μπορούσε τα αφτιά του. Άραγε θα της πει ο γραμματέας πως είναι εδώ και περιμένει να την συναντήσει; Κατάφερε να πιάσει τον ήχο της φωνής της. Μπορούσε να αισθανθεί την ένταση, αλλά δεν μπορούσε να ξεχωρίσει τι έλεγε. Η ηχομόνωση αυτού του σπιτιού είναι εκπληκτική, σκέφτηκε αόριστα. Ήταν φανερό ότι η κυρία Μισέλ επέπληττε τον γραμματέα της, αλλά δεν μπορούσε να ξεχωρίσει ούτε μία λέξη, πέρα από ένα συνεχές έντονο μουρμουρητό. Άκουσε μια πόρτα να κλείνει και είδε το γραμματέα να κατεβαίνει ξανά τη σκάλα και να τον πλησιάζει.
-Παρακαλώ, ακολουθήστε με. Η κυρία Πιερ θα σας δεχτεί για λίγο, του είπε ευγενικά, αλλά μπορούσε να διακρίνει στο βλέμμα του την ενόχληση. Δεν μπορούσε να καταλάβει αν οφειλόταν στο ότι αναγκαζόταν να υποχωρήσει από την αρχική του θέση, ή στο κατσάδιασμα που μόλις είχε δεχτεί, αλλά δεν τον ένοιαζε καθόλου. Αυτό που τον ένοιαζε, ήταν να συγκεντρώσει στοιχεία για την Έμμα, να κατανοήσει τον κόσμο μέσα στον οποίο καλούνταν να βυθιστεί. Ήταν μεγάλη ανάγκη να το κάνει. Ακολούθησε τον γραμματέα στη σκάλα και στον εντυπωσιακό διάδρομο, διακοσμημένο με κέρατα ελαφιών και τάρανδων. Του άνοιξε την πόρτα και βρέθηκε ξανά να αντικρίζει την ίδια ακριβώς σκηνή, που είχε αντικρίσει στην πρώτη τους συνάντηση. Το αναπηρικό αμαξίδιο στραμμένο στο παράθυρο και το ξανθό κεφάλι της κυρίας Μισέλ να κοιτάζει έξω.
-Αρσέν, στο λέω ενώπιον του γιατρού. Όποτε και να με ζητήσει ο δόκτορ Τριξ, είμαι διαθέσιμη γι' αυτόν. Ακόμα και να κοιμάμαι, θα με ξυπνήσεις. Ακόμα και αν είμαι σε θεραπεία, θα με διακόψεις. Κατάλαβες; Είπε με επιτακτικό τόνο η κυρία Μισέλ, χωρίς καν να γυρίσει το κεφάλι της. Σήκωσε το χέρι της μόνο και κάνοντας μια απαξιωτική κίνηση συμπλήρωσε:
-Φύγε τώρα και να μην μας διακόψεις αν δεν σε καλέσω.
-Μάλιστα κυρία... ψέλλισε ο γραμματέας και έκλεισε αθόρυβα την πόρτα πίσω του.
Με αστραπιαία κίνηση το αμαξίδιο μπροστά του γύρισε προς αυτόν. Η κυρία Μισέλ, ένωσε το βλέμμα της με το δικό του και τον κοίταξε με προσμονή.
-Λέγε Ντάνιελ, τι συνέβη; Δεν θα ερχόσουν εκτός προγράμματος να με συναντήσεις, αν δεν είχες κάτι σημαντικό να μου πεις.
Η ελπίδα που ήταν απλωμένη στο πρόσωπό της, τον έκανε να χάσει τον έλεγχο προς στιγμήν. Τι ήρθε να της πει; Μπορεί να της μιλήσει γι' αυτό που βίωσε; Και τί θα της πει; Πώς θα το περιγράψει; Ένα όνειρο μέσα σε ένα όνειρο; Μπορεί να της δώσει αυτή την ελπίδα που αναζητά; Κι αν κάνει λάθος; Αν όντως αυτό που βίωσε ήταν απλά ένα δικό του όνειρο; Ήταν τόσο σίγουρος πριν από λίγο, αλλά μπροστά στη Μισέλ, ένιωσε να του κόβονται τα πόδια για μια ακόμα φορά.
Σύνελθε Ντάνιελ, είσαι γιατρός, έχεις αναλάβει μια σπουδαία περίπτωση, δεν είσαι κανένα παιδάκι μπροστά στη διευθύντρια του σχολείου σου. Ήδη έχασες την ευκαιρία να μιλήσεις όπως έπρεπε στην πρώτη σου επαφή μαζί της, μην κάνεις πάλι το ίδιο λάθος. Χρειάζεται ειλικρίνεια και σωστή συνεργασία. Αυτή η γυναίκα έχει περάσει ήδη πολλά. Συγκεντρώσου...
Πήρε βαθιά ανάσα και ξεκίνησε.
-Κυρία Μισέλ, χρειάζομαι πληροφορίες για την κόρη σας. Λεπτομέρειες για την καθημερινότητά της, με τι ασχολιόταν, τι την απασχολούσε, τι τράβαγε το ενδιαφέρον της. Οτιδήποτε μπορείτε να μου πείτε, ή να μου δείξετε. Το δωμάτιό της, πού πέρναγε τις ώρες της...
-Την... συνάντησες;
Η ερώτηση με τρεμάμενα χείλη και τα βουρκωμένα μάτια της κυρίας Μισέλ, τον αφόπλισαν τελείως για ακόμα μια φορά. Δεν μπορούσε, αλλά ούτε είχε το δικαίωμα να μην της πει αυτό που βίωσε. Είχε μπροστά του, πέρα από την εργοδότη του, μια απεγνωσμένη μάνα, που κρεμόταν από τα χείλη του για μια σπίθα ελπίδας. Πήρε βαθιά ανάσα και ξεκίνησε.
-Όχι, δεν συνάντησα την Έμμα. Αλλά πιστεύω ότι έκανα κάποιου είδους επαφή. Δεν μπορώ να είμαι σίγουρος ακόμα, αλλά οι ενδείξεις που έχω είναι ότι η κόρη σας έχει χαθεί σε ένα... όνειρο, θα μπορούσα να το ονομάσω. Χρειάζομαι όμως στοιχεία για να μπορέσω να προχωρήσω. Γι' αυτό θέλω τη βοήθειά σας για να μάθω ότι είναι δυνατόν για την Έμμα.
-Πες τα μου όλα. Ακόμα και αν δεν είσαι σίγουρος, θέλω να μάθω τα πάντα. Για τι είδους επαφή μιλάς;
-Βρέθηκα μέσα σε έναν κήπο γεμάτο λουλούδια. Εντάξει, κήπος ίσως δεν είναι η σωστή λέξη. Ήταν περισσότερο σαν πίνακας ζωγραφικής κάποιου κήπου. Ήταν περίεργο... Κουνούσα τα χέρια μου και έμενε πάνω χρώμα από τη ζωγραφιά. Και τότε μια πεταλούδα με μορφή κοριτσιού ήρθε και μου μίλησε.
-Η Σμέτι... ψιθύρισε η κυρία Μισέλ και έφερε το χέρι της μπροστά από το στόμα της, για να σκεπάσει ένα λιγμό που της ξέφυγε.
Ένιωσε τα πόδια του να τον εγκαταλείπουν. Έπρεπε να κάτσει. Ώστε δεν είχε κάνει λάθος. Είχε όντως καταφέρει να μπει στο μυαλό και στο όνειρο της Έμμα. Η Σμέτι δεν ήταν κάτι που φαντάστηκε ή ονειρεύτηκε, ήταν κάποια που γνώριζε και η μητέρα της Έμμα. Κάθισε στη δερμάτινη πολυθρόνα δίπλα στο παράθυρο και έγειρε το σώμα του προς εκείνη.
-Ναι, Σμέτι. Έτσι μου συστήθηκε.
-Το ήξερα! Ήμουν σίγουρη πως όλοι τους κάνουν λάθος. Γι΄αυτό δεν έχασα ποτέ την ελπίδα μου, ότι και αν μου έλεγαν όλον αυτόν τον καιρό.
-Πείτε μου τι ξέρετε για την Σμέτι; Πώς μπορώ να την προσεγγίσω;
Τον κοίταξε για λίγα δευτερόλεπτα έντονα. Η αρχική συγκίνηση άρχισε να γλιστράει από το πρόσωπό της και την θέση της πήρε μια έντονη αποφασιστικότητα.
-Ακολούθησέ με Ντάνιελ.
Χρησιμοποιώντας το χειριστήριο, έκανε περιστροφή στο αναπηρικό αμαξίδιο και κατευθύνθηκε προς την πόρτα. Διέσχισε το διάδρομο και σταμάτησε μπροστά σε ένα δωμάτιο. Σήκωσε το χέρι της, το έφερε στο στήθος της και τράβηξε με προσοχή μια χρυσή αλυσίδα που κρεμόταν στον λαιμό της. Στην άκρη της, κρεμόταν ένα περίτεχνο κλειδί εσωτερικής πόρτας. Την έβγαλε πάνω από το κεφάλι της και την έβαλε στα χέρια του γιατρού.
-Αυτό είναι το κλειδί για αυτό εδώ το δωμάτιο. Είναι το δωμάτιο της Έμμα. Το διατηρώ έτσι όπως ήταν, όταν το κορίτσι μου ήταν ακόμα μαζί μας. Άνοιξε την πόρτα και μπες μέσα σε παρακαλώ, είπε με τρεμάμενη φωνή γεμάτη συγκίνηση. Και συνέχισε:
-Έχω καιρό να μπω στο δωμάτιο της πολυαγαπημένης μου Έμμα. Για αρκετό διάστημα δεν το άντεχα να βλέπω τα πράγματά της, τις ζωγραφιές, τα ρούχα, τα βιβλία της. Δυστυχώς αγαπημένε μου Ντάνιελ δεν θα μπορέσω να σε ακολουθήσω. Βλέπεις, η υγεία μου δεν μού το επιτρέπει. Ταράζομαι και τότε το νευρικό μου σύστημα γίνεται ένα κουβάρι και ο πόνος είναι αφόρητος. Μπες και μείνε όσο θες, ψάξε, εξοικειώσου με τα πράγματα της Έμμα.
Η Έμμα μου λάτρευε τη ζωγραφική. Ίσως αυτό εξηγεί το μέρος που βρέθηκες που σου θύμισε πίνακα. Όσο για τη Σμέτι, αυτή ήταν η φανταστική της φίλη από μικρή. Είχε ένα μαξιλάρι σε σχήμα πεταλούδας, που όμως η Έμμα έβλεπε πολλά περισσότερα σε αυτό. Δεν το αποχωριζόταν ποτέ. Το κρατούσε αγκαλιά και του έλεγε τα μυστικά της, τις επιθυμίες της, δεν μπορούσε να κοιμηθεί αν δεν ήταν η Σμέτι δίπλα της. Την ημέρα που έγινε το δυστύχημα, είχαμε φύγει χωρίς να την πάρει μαζί της, ίσως για πρώτη φορά. Είχαμε τσακωθεί στο αυτοκίνητο όταν το συνειδητοποίησε και άρχισε να κλαίει και να μας ζητάει να γυρίσουμε πίσω για να πάρει την Σμέτι της. Ο πατέρας της είχε θυμώσει πολύ και της είχε βάλει τις φωνές. Της είχε πει ότι έκανε σαν κακομαθημένο μωρό. Πως όταν θα γυρίζαμε, θα πέταγε το ανόητο μαξιλάρι γιατί ήταν πια ώρα να μεγαλώσει η Έμμα και να πάψει να παιδιαρίζει. Είναι από τα τελευταία πράγματα που θυμάμαι. Περάσαμε κάμποση ώρα αμίλητοι, με τον εκνευρισμό από τον καβγά που είχε προηγηθεί, να βαραίνει όλους μας. Μετά το αυτοκίνητο έχασε τον έλεγχο και...
Το χέρι της άρχισε πάλι να τρέμει. Με το χειριστήριο έκανε περιστροφή με κατεύθυνση το δωμάτιό της. Πριν ξεκινήσει να απομακρύνεται, του επανέλαβε να ανοίξει την πόρτα, να μπει μέσα και να μείνει όσο αυτός επιθυμούσε.
-Κράτησε το κλειδί και θέλω να έρχεσαι όποτε θέλεις, να μπαίνεις εκεί μέσα. Θα ενημερώσω σχετικά τον Κλάους, τον μπάτλερ μου και θα σου στείλω το κινητό του, να συνεννοείσαι απ' ευθείας μαζί του. Εμείς θα συνεχίσουμε να βρισκόμαστε στα προγραμματισμένα ραντεβού μας. Γεια σου Ντάνιελ.
Από την άλλη άκρη του διαδρόμου, είδε τον Αρσέν να κατευθύνεται στο δωμάτιο, κρατώντας στο χέρι του το φάρμακο της κυρίας Μισέλ. Έβαλε το κλειδί στην κλειδαριά, άνοιξε την πόρτα χωρίς καθυστέρηση και μπήκε μέσα στο δωμάτιο της Έμμα, κρεμώντας την αλυσίδα με το κλειδί στον λαιμό του.
Ένα ήσυχο δωμάτιο εμφανίστηκε μπροστά στα μάτια του. Τι περίεργο! Η μόνη λέξη που του ήρθε για το δωμάτιο, ήταν, 'ήσυχο'. Όλα ήταν στην εντέλεια και ήρεμα εδώ μέσα. Ο γαλήνιος φωτισμός, τα απαλά παστέλ χρώματα, η διακριτική διακόσμηση, το αφράτο κρεβάτι και ακουμπισμένο στο κέντρο του ένα πολύχρωμο μαξιλάρι σε σχήμα πεταλούδας... Μια αποστειρωμένη γαλήνη αναδυόταν από τα πάντα γύρω του. Λες και δεν έμεινε ποτέ εδώ κανείς, λες και το δωμάτιο ήταν ένα καλοστημένο σκηνικό για φωτογράφιση κάποιου περιοδικού. Αυτό το δωμάτιο δεν είχε χαρακτήρα. Η ελπίδα του ότι θα μπορούσε να γνωρίσει καλύτερα την Έμμα από το χώρο της, εξατμίστηκε με μιας. Προχώρησε μερικά βήματα και βρέθηκε στο κέντρο του δωματίου. Κοίταξε γύρω του. Η κυρία Μισέλ του είπε ότι διατήρησε τα πάντα όπως τα άφησε η Έμμα. Μα πώς ήταν δυνατόν να έμενε εδώ μέσα ένα νέο κορίτσι; Αυτό το δωμάτιο έδειχνε τελείως άψυχο. Κατευθύνθηκε στο παράθυρο και κοίταξε έξω. Πανέμορφη φύση απλωνόταν όσο έφτανε το μάτι. Ομορφιά, γαλήνη, τάξη χωρίς ένα ψεγάδι παντού.
Να μεγαλώνεις με άνεση και πλούτη, μέσα σε ένα τόσο όμορφο περιβάλλον κι όμως η ζωή σου να είναι βυθισμένη στο σκοτάδι... Αναστέναξε βαθιά. Πλησίασε στο κρεβάτι και πήρε στα χέρια του το μαξιλάρι σε σχήμα πεταλούδας. Το περιεργάστηκε απ' όλες τις πλευρές. Το έσφιξε στην αγκαλιά του.
-Έσύ λοιπόν είσαι η Σμέτι. Η Έμμα σε έσφιγγε στην αγκαλιά της και σου έλεγε τις σκέψεις της, τα μυστικά της. Ξέρεις, στο μυαλό της ιδιοκτήτριάς σου, είσαι ακόμα εκεί, δίπλα της. Μια πανέμορφη κοπέλα, με πολύχρωμα φτερά. Μακάρι να μπορούσες να μου μιλήσεις, ψιθύρισε στο μαξιλάρι. Χαμογέλασε με τον εαυτό του και την ανοησία του να μιλάει με ένα μαξιλάρι και μετά ακούμπησε προσεκτικά, σχεδόν με ευλάβεια, την αγαπημένη 'φίλη' της Έμμα στη θέση της, πάνω στο προσκέφαλο του κρεβατιού.
Η ελπίδα να ψάξει, να βρει τα ενδιαφέροντα της Έμμα από τον προσωπικό της χώρο, εξατμίστηκε στο ήσυχο περιβάλλον γύρω του.
-Δεν θα βρω τίποτα εδώ, μονολόγησε και γύρισε να φύγει. Ένα κουδούνισμα μέσα από την τσέπη του παντελονιού του, τον έκανε να σταθεί και να ανασύρει το κινητό του από την τσέπη του. Κοίταξε την οθόνη. Μήνυμα από άγνωστο αριθμό. Η σκέψη του πήγε στο νοσοκομείο. Με γρήγορες κινήσεις άνοιξε αμέσως να το διαβάσει.
'Γιατρέ, αυτό είναι το νούμερό μου. Παρακαλώ αποθηκεύστε το και είμαι στη διάθεσή σας για ότι χρειαστείτε. ΚΛΑΟΥΣ'
Η κυρία Μισέλ, έδωσε τις εντολές της στον μπάτλερ, όπως του είπε ότι θα έκανε. Πληκτρολόγησε αμέσως την απάντησή του.
'Ευχαριστώ πολύ Κλάους. Κατεβαίνω αμέσως. Αν μπορείς να μου διαθέσεις λίγο από το χρόνο σου, θα το εκτιμούσα ιδιαίτερα.'
Πάτησε αποστολή του μηνύματος. Άνοιξε την πόρτα και βγήκε έξω από το δωμάτιο. Κλείδωσε και κρέμασε το κλειδί στο λαιμό του. Κατέβηκε την επιβλητική ξύλινη σκάλα και είδε τον Κλάους να τον περιμένει ακίνητος και ευθυτενής, κοντά στην πόρτα της εξόδου.
-Πώς μπορώ να σας φανώ χρήσιμος γιατρέ;
-Κλάους, θα ήθελα τη βοήθειά σου. Θα σου είπε η κυρία Μισέλ ότι μου έδωσε το κλειδί του δωματίου της Έμμα και την άδεια να έρχομαι όποτε θέλω και να μένω όσο θέλω εκεί μέσα. Ο λόγος είναι ότι αναζητώ να μάθω λεπτομέρειες από τη ζωή της Έμμα. Όμως το δωμάτιό της μοιάζει τελείως άψυχο, λες και δεν έμεινε ποτέ κανείς εκεί μέσα.
-Ναι γιατρέ, είναι λογικό. Το δωμάτιο έχει μείνει κλειστό και ανοίγεται μόνο για ένα φρεσκάρισμα από την καθαρίστρια, μια φορά κάθε τρεις μήνες. Κατά τ' άλλα δεν έχει μπει κανείς εκεί μέσα εδώ και τέσσερα χρόνια, από τότε δηλαδή που η δεσποινίς Έμμα... ένα κόμπιασμα, γυρίζει και κοιτάζει πάνω προς τη σκάλα και τα δωμάτια.
-Θα θέλατε να περάσουμε έξω, να μιλήσουμε;
-Ναι, θα το ήθελα. Επίσης θέλω να μιλάμε στον ενικό. Θα με υποχρέωνες. Είμαστε σχεδόν συνομήλικοι και νιώθω πολύ άβολα να μου μιλάς έτσι. Εγώ πήρα το θάρρος από μόνος μου, θέλω να κάνεις κι εσύ το ίδιο.
Ένα χαμόγελο, ένα νεύμα αποδοχής. Ο Κλάους άνοιξε τη βαριά ξύλινη πόρτα και ευγενικά άφησε τον Ντάνιελ να περάσει μπροστά. Περπάτησαν με αργά βήματα, αφήνοντας πίσω τους την επιβλητική έπαυλη. Ο πρωινός δροσερός αέρας του βουνού, λες και μεταμόρφωσε τον ευγενικό και άκαμπτο μπάτλερ. Μπροστά στα μάτια του ο Ντάνιελ, τον είδε να χαλαρώνει και να αλλάζει όλη του τη στάση.
-Μπορώ να σε λέω Ντάνιελ, όπως σε αποκαλεί η κυρία;
-Ναι, θα με υποχρεώσεις. Δεν τις αντέχω αυτές τις τυπικότητες, του χαμογέλασε.
-Ξέρεις, έχεις απόλυτο δίκιο για το δωμάτιο. Δεν έχει ζωή μέσα του. Και αυτό, γιατί εγώ ο ίδιος φρόντισα να μην μείνει κανένα ίχνος από την νοσηρή ζωή της Έμμα εκεί μέσα, είπε σιγά, σχεδόν ψιθυριστά και γύρισε να κοιτάξει προς τα παράθυρα πίσω του.
-Τι θες να πεις με αυτό; Η κυρία Μισέλ μου είπε ότι το δωμάτιο διατηρείται ακριβώς όπως όταν ήταν εκεί η Έμμα.
-Η κυρία Μισέλ είχε πολλά να διαχειριστεί Ντάνιελ. Δεν μπορούσαμε να την αφήσουμε να δει τι δρόμο είχε πάρει το κορίτσι της. Θα ήταν το τελειωτικό χτύπημα. Θα την σκότωνε αν έβλεπε... Ακολούθησέ με Ντάνιελ, είπε με αποφασιστικό τόνο και επιτάχυνε το βήμα του προχωρώντας προς το δάσος μπροστά τους.
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top